Κεφάλαιο 11

Ο Μάικλ ήταν ο πρώτος που κατέβηκε από το τζετ σκι και ανέβηκε στη θαλαμηγό.Έχοντας περάσει τρελές,όπως είπε,καταστάσεις αυτές τις μέρες,ήθελε λίγο να ξεκουραστεί.

Προχώρησε στο μπαρ της θαλαμηγού και παρήγγειλε ένα ποτό να πιει.Τότε ήταν που εμφανίστηκε η Τζένιφερ,που είχε σκοπό να συζητήσουν για οτιδήποτε είχε συμβεί.

Ο Μάικλ μπορεί να ήθελε να ξεκουραστεί και να μην ήθελε να μιλήσει σε άνθρωπο,αλλά στη γυναίκα της ζωής του,όπως αποκαλεί την Τζένιφερ,πάντα θα κάνει μια εξαίρεση.Και έτσι έκανε και τώρα.

Η Τζένιφερ καθόταν και άκουγε το άγχος του Μάικλ για την τύχη του Μπιλ.Αγχωνόταν όπως αγχωνόταν ο Τζόνσον.Φοβόταν για τη ζωή του.

Για καλή του τύχη,η Τζένιφερ ήταν πιο ψύχραιμη από εκείνον,που προσπαθούσε να τον καθησυχάσει.Εν μέρει,τελικά,τα κατάφερε.

Αφού ήπιε μια γουλιά από το ποτό του,ο Μάικλ αποφάσισε να εκφράσει μια απορία στην Τζένιφερ,που την άφησε έκπληκτη.
«Γιατί δε λες στον ξάδερφο σου να μας βοηθήσει;»
«Τον Tommy;Δε ξέρω αν θα θέλει»
«Ένας Tommy Vercetti δε θα θέλει;Πως το συμπεραίνεις αυτό κυρία Jennifer Vercetti;»
«Τα τελευταία χρόνια έχει σταματήσει να ασχολείται με το έγκλημα.Γι'αυτό στο είπα»

Ο Μάικλ γέλασε.
«Τότε,όπως είπα και στον αδερφό μου,τη λύση θα τη βρει ο Βασίλης.Του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη...»
«Και τυφλή»

Ο Μάικλ γέλασε ξανά.
«Και τυφλή»

Αυτά ήταν η τελευταία κουβέντα που αντάλλαξαν,πριν η Τζένιφερ φύγει από το χώρο και βγει έξω.Έκατσε στα χρυσά κάγκελα και ατένισε το πέλαγος.Ένα ζεστό αεράκι της χτύπησε το πρόσωπο,ενώ εκείνη κοιτούσε χαμογελαστή τη θάλασσα.

Σε αντίθεση με τον Μάικλ,τη γοήτευε πάντα η θάλασσα.Γεννημένη στη Βενετία,έζησε τα παιδικά της χρόνια δίπλα στο νερό.Γι'αυτό και η αγάπη της για τη θάλασσα.

Στη Liberty City ήρθε στην εφηβεία της,για να μεγαλώσει,μέχρι τις αρχές της νέας χιλιετίας,δίπλα στον ξάδερφο της Tommy Vercetti.Ύστερα,σπούδασε οικονομικά στο Los Santos και,χρόνια μετά,γνώρισε και τον Μάικλ.

Τον Τζόνσον πρόλαβε να τον γνωρίσει πριν φύγει για την Ελλάδα.Όσο έλειπε εκείνος,η Τζένιφερ δούλευε με τον Μάικλ στο Burger Shot,ως ταμίας.

Και όλα αυτά,μέχρι να επιστρέψει ο Τζόνσον.Η συνέχεια;Γνωστή...

...

Η Τζένιφερ συνέχιζε να στέκεται στα κάγκελα,όταν ένιωσε τον Τζόνσον να πλησιάζει.Την πλησίασε αγχωμένος.Το είχε καταλάβει κι όλας ότι ήταν αγχωμένος.Το είχε διαισθανθεί.

Όπως και πριν,έτσι και τώρα,προσπάθησε να τον ηρεμήσει.Δυσκολεύτηκε αλλά τα κατάφερε.Κατόρθωσε να ηρεμήσει τον Τζόνσον,κάτι που είχε αποτέλεσμα να γυρίσει και να της πει:
«Τελικά αυτό που χρειαζόμουν να ηρεμήσω ήσουν εσύ»
«Εγώ στο είπα ότι θα σε κάνω να χαλαρώσεις»,απάντησε η Τζένιφερ και συμπλήρωσε:
«Μόνο μη μου πεις να σου βρω τον Μπιλ.Μόνο σε αυτό δεν έχω τη λύση»

Ο Τζόνσον γέλασε.
«Και εμείς που είχαμε κάποιον να μας βοηθήσει τι καταλάβαμε;»
«Για τον Βασίλη λες;»
«Εσύ για ποιον λες;»

Η Τζένιφερ αναστέναξε.
«Να σε ρωτήσω κάτι;Γιατί δεν τον εμπιστεύεσαι;»
«Γιατί δε μας βοήθησε!»,αποκρίθηκε ο Τζόνσον και,αφού έγειρε μπροστά στα κάγκελα,γύρισε το σώμα του και είπε:
«Και να σου πω και κάτι;Αν έχω μάθει κάτι από την προηγούμενη φορά,είναι να μην εμπιστεύομαι τύφλα τους ξένους»

Η Τζένιφερ αναστέναξε ξανά.Θα ήθελε να πει στον Τζόνσον ότι συμφωνεί μαζί του αλλά...

Αλλά τι;

Ούτε εκείνη δε ξέρει.

Είναι στιγμές που,για να χαροποιήσει τους αγαπημένους της ανθρώπους,συμμερίζεται τη θέση τους.Ακόμα και αν δε συμφωνεί.Τι γίνεται όμως τώρα;Συμφωνεί με την άποψη του Τζόνσον,η οποία είναι η ακριβώς αντίθετη του Μάικλ.Θέλει όμως να τους χαροποιήσει και τους δύο.

Και κάτι τη δυσκολεύει.

Θα προσπαθήσει να μη πει τίποτα άλλο.Θα αφήσει τον Τζόνσον να κάτσει στα κάγκελα,ενώ εκείνη θα φύγει από το σημείο.Όπως και έγινε.

Κατευθύνθηκε στο δωμάτιο της,όπου έκατσε στο κρεβάτι και αναστέναξε.Κοίταξε το κινητό της.Το πήρε στα χέρια της.Είχε αποφασίσει ήδη που θα καλούσε.
«Tommy;Εγώ είμαι»
«Τζένιφερ;Τι ευχάριστη έκπληξη.Πως και καλείς τέτοια ώρα;»
«Τι τέτοια ώρα;Μεσημέρι είναι»
«Σε εσάς ναι.Εδώ στην Ιταλία είναι βράδυ»

Η Τζένιφερ γέλασε.
«Αυτό να μου πεις.Τέλος πάντων.Γι'άλλο λόγο σε πήρα.Χρειάζομαι μια χάρη»
«Τι έγινε;»

Η Τζένιφερ αναστέναξε ξανά.Τότε,εξήγησε στον Tommy τι χρειαζόταν.Εκείνος,αφότου άκουσε τι τον ήθελε,της έδωσε μια απάντηση που την έκανε να του μιλήσει σε έντονο ύφος.

Όμως,για να μη την ακούσει και την καταλάβει κανείς,του μίλησε στα Ιταλικά.
«Καλά το ήξερα»
«Μα είναι πράγματα αυτά που μου ζητάς;»
«Μα δε σου ζήτησα και τίποτα τρελό.Να με βοηθήσεις σου ζήτησα...»
«Να σε βοηθήσω να εντοπίσεις έναν αγνοούμενο;Αλήθεια τώρα;»

Η Τζένιφερ αναστέναξε.
«Μη ξεχνάς ότι μου χρωστάς χάρη...»
«Για ποιο πράγμα;»
«Δε θυμάσαι;Όταν κάποτε πήγαν να σε συλλάβουν για το θάνατο του Lance Vance το 1986,ποια σε προστάτευσε;Που μου έλεγες μετά ότι θα μου χρωστάς χάρη;»
«Με εκβιάζεις;»
«Σου ζητάω κάτι απλό!»,αποκρίθηκε η Τζένιφερ και,στη συνέχεια,του είπε ότι,άμα δε μπορεί να τη βοηθήσει,τότε δε πειράζει.Θα τη βρει τη λύση.

Μόνη της.

Μετά από αυτό,έκλεισε το τηλέφωνο,αναστέναξε άλλη μια φορά και,τότε,σηκώθηκε πάνω,χαμογέλασε και έφυγε από το δωμάτιο.Δεν αξίζει,είπε,να στεναχωριέται.Η ζωή είναι μικρή για να στενοχωριόμαστε.

Έχει πολλά να κάνει.Γι'αυτό,έφυγε από το δωμάτιο και βγήκε έξω.Έφυγε πριν προλάβει να ακούσει τον Μάικλ να φωνάζει στον Τζόνσον ότι ο Βασίλης τους είχε καλέσει στο σπίτι του.

Ξανά.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top