Κεφάλαιο 39
Ο Τζόνσον μπήκε μέσα στο σπίτι και κλείστηκε στο δωμάτιο του.Ο Μάικλ,που έτρεχε από πίσω,προσπάθησε να τον σταματήσει και να μάθει το λόγο που εδώ και λίγα λεπτά ήταν απόμακρος και δε μιλούσε σε κανέναν.
Ο Μάικλ προτίμησε,αντί να χτυπήσει την πόρτα,να την ανοίξει και να μπει μέσα στο δωμάτιο για να δει τι έχει συμβεί με τον αδερφό του.Μπήκε μέσα και αμέσως του είπε:
《Τι έπαθες;》
《Τι έπαθα;Το ρωτάς;》
《Ναι το ρωτάω γιατί δε ξέρω τι έχει συμβεί!Έφυγες τρέχοντας και σε όλη τη διαδρομή δεν έλεγες τίποτα!》,αποκρίθηκε ο Μάικλ και συμπλήρωσε:
《Τι έπαθες ξαφνικά;》
Ο Τζόνσον αναστέναξε.Για λίγα δευτερόλεπτα δε μίλησε.Όταν,όμως,αναστέναξε ξανά,μίλησε στον Μάικλ για το θάνατο του Στέφανου αλλά και για την προδοσία του Ντέιβις.Μια προδοσία που του δημιούργησε,ξανά,νέες σκέψεις.
Όπως είπε και στον αδερφό του,πήγε να δολοφονήσει τον Στέφανο,όπως και έγινε,αλλά στο τέλος όλα άλλαξαν.Εκεί που φαινόταν ότι θα μπει ένα τέλος σε όσα έχουν συμβεί τόσο καιρό,τελικά όλα άλλαξαν.
Ο Μάικλ,παράλληλα,άκουγε τον αδερφό του και προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί.
《Τι είναι αυτά που λες;》,είπε τελικά στον Τζόνσον.
《Δεν ακούς;Με πρόδωσε.Με χρησιμοποίησε.Με...με...με...》
《Ξέρω》,τον διέκοψε ο Μάικλ,《Ξέρω.Αλλά πρέπει να ηρεμήσεις για να δούμε τι θα κάνουμε;》
《Τι θα κάνουμε;》,αποκρίθηκε ο Τζόνσον και συμπλήρωσε:
《Εντάξει θα ηρεμήσω.Αλλά δε πρόκειται να το αφήσω έτσι...》
《Και τι θα κάνεις;》
《Το ρωτάς;》
Ο Μάικλ αναστέναξε.Ήξερε ήδη την απάντηση.Ήξερε ήδη τι θέλει ο αδερφός του να κάνει.Δε μπορεί να αφήσει έτσι την κατάσταση.Γι'αυτό το λόγο,παρόλο που είναι αντιθέτως σε τέτοιες καταστάσεις,υποσχέθηκε στον Τζόνσον να τον βοηθήσει.Με οποίο τρόπο χρειαστεί.
Αφού τελικά ο Τζόνσον κατάφερε να ηρεμήσει,βγήκαν έξω με τον Μάικλ και προχώρησαν στο σαλόνι.Εκεί,εξήγησαν το λόγο που ο Τζόνσον,προ λίγου,βρισκόταν σε περίεργη κατάσταση.Έμειναν όλοι άφωνοι.
Όλοι πίστευαν ότι η ιστορία των εκδικήσεων είχε τελειώσει.Αλλά όχι.Τίποτα δεν είχε τελειώσει.Και πως να τελειώσει άραγε;Αφού ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει σε ακραίες καταστάσεις αν το θέλει.
Ο άνθρωπος είναι ένα ύπουλο ον.Μπορεί να πετύχει ακραία πράγματα.Και στην περίπτωση,το θέμα εκδίκηση είναι κάτι που δε τελείωσε.Όχι ακόμα.
Την ίδια στιγμή,η Τζένιφερ ήταν αυτή που γύρισε και είπε:
《Ξέρεις τι θα σου πω.Ξέρεις ποια είναι η άποψη μου.Αν είναι να τελειώνεις με αυτήν την ιστορία,τελείωσε την με σωστό τρόπο》
《Συμφωνώ με την Τζένιφερ》,αποκρίθηκε η Κάθριν,με τον Μπιλ όμως να διαφωνεί.
Παρόλο που όλοι συμφώνησαν με την Τζένιφερ,ο Μπιλ διαφώνησε και εξήγησε και το λόγο.Όπως είπε και ο ίδιος,κάποιες φορές δεν είναι καλό να σκαλίζουμε το παρελθόν.Και στην προκειμένη περίπτωση,δε ξέρει πόσο καλό είναι να σκαλίσουν το παρελθόν.
Παρόλα αυτά,όμως,ο Μπιλ αναγκάστηκε να συμφωνήσει με τους υπόλοιπους.Για τελευταία φορά,ελπίζει,ότι ο Τζόνσον θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή.Έχει κατορθώσει να σωθεί όσες φορές έμπλεξε.Όμως,φοβάται μη γίνει τίποτα κακό στο τέλος.
Λίγη ώρα,πάντως,μετά,και αφού είχαν φύγει όλοι από το σπίτι,ο Τζόνσον καθόταν στο σαλόνι και έβλεπε τηλεόραση.Τότε,η Κάθριν ήρθε και έκατσε δίπλα του,λέγοντας του:
《Πως είσαι;》
《Πως θες να είμαι;》
《Χαλάρωσες καθόλου από πριν;》
《Είμαι λίγο καλύτερα》
Η Κάθριν γέλασε.
《Πρέπει να δούμε,πάντως,πως θα εντοπίσεις τον Ντέιβις...》
《Μη μου λες αυτό το όνομα.Δε θέλω να το ακούω》
《Έστω...να εντοπίσουμε τον άλλον...》
Ο Τζόνσον αναστέναξε.
《Όσο το σκέφτομαι τόσο αγχώνομαι.Και δεν υπάρχει τρόπος να χαλαρώσω...》
《Δεν υπάρχει;》
《Δυστυχώς δεν υπάρχει...》
《Κι αν υπάρχει;》
《Υπάρχει;》
Η Κάθριν χαμογέλασε.Ήξερε ήδη τι χρειαζόταν ο Τζόνσον για να χαλαρώσει.Ένα φιλί.Ένα φιλί που το χρειαζόταν πολύ.Ένα φιλί που,εν τέλει,τους οδήγησε στο να περάσουν τη νύχτα μαζί.
Την επόμενη μέρα,ο Τζόνσον ήταν αυτός που ξύπνησε πρώτος.Σηκώθηκε από το κρεβάτι και,αφού ξύπνησε και η Κάθριν,σηκώθηκε και έφυγε από το σπίτι.Αποφάσισε,μετά από καιρό,να κατευθυνθεί σε ένα συγκεκριμένο μέρος.
Στο Burger Shot.
Κατέβηκε και κατευθύνθηκε στο Burger Shot όπου,εκτός από τον Μάικλ που βρισκόταν στο γραφείο του μέσα στο μαγαζί,συνάντησε και τον Ντουειν,που χάρηκε πολύ όταν είδε τον Τζόνσον να πλησιάζει.
《Τι ευχάριστη έκπληξη...》,του είπε ο Ντουειν.
《Σου έλειψα;》
《Η αλήθεια είναι ότι έχουμε μέρες να μιλήσουμε》,αποκρίθηκε ο Ντουειν και συμπλήρωσε:
《Ήρθες να δουλέψεις;》
《Δε το βλέπω να δουλεύω σήμερα.Να μου πεις,πότε δούλεψα για να μη δουλέψω σήμερα;》
Ο Ντουειν γέλασε.
《Άμα δε δουλέψεις,τότε κάτσε να μου κάνεις παρέα.Έτσι κι αλλιώς,δε βλέπω να μαζεύεται πελατεία ούτε σήμερα》
Ο Τζόνσον,αφού γέλασε και εκείνος με τη σειρά του,έκατσε πίσω από τον πάγκο για να κάνει παρέα στον Ντουειν.Όπως περίμενε,δε μαζεύτηκε πελατεία ούτε σήμερα.Ή μάλλον,δε μαζεύτηκε πολύς κόσμος τις πρώτες ώρες.
Ο Τζόνσον,παρόλα αυτά,καθόταν πίσω στον πάγκο και θυμόταν τις στιγμές προ λίγου καιρού,όπου είχε πιάσει δουλειά στο μαγαζί.Ξαφνικά,ένιωσε το κινητό του να χτυπάει.Το πήρε στα χέρια του και,όταν είδε ποιος τον καλούσε,σχημάτισε ένα πλατύ χαμόγελο.Για άλλη μια φορά,τον καλούσε ένα συγκεκριμένο όνομα.
Ο Λέστερ Κρεστ.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top