Κεφάλαιο 10
Ο Τζόνσον βγήκε από το διαμέρισμα και μπήκε στο αμάξι και περίμενε τον Μπιλ με τον Μάικλ να εμφανιστούν.Όταν τελικά μπήκαν και εκείνοι στο αμάξι,ο Τζόνσον έφυγε με κατεύθυνση το σπίτι του Andreas.
Κάποια στιγμή,ο Μάικλ γύρισε και ρώτησε τον Τζόνσον που οδηγούσε χωρίς να μιλάει:
《Τι πάμε να κάνουμε σήμερα;》
《Τι ρωτάς;Αφού ξέρεις》
《Πάμε να γνωρίσουμε και εμείς έναν Andreas από το Πουέρτο Ρίκο,που γνώρισες προχτές και που θέλει να ληστέψει μια τράπεζα...》
《Και που είναι το κακό;》
《Το κακό είναι ότι πάμε να κάνουμε κάτι χωρίς να ξέρουμε τον άλλον.Πως μπορούμε να εμπιστευτούμε έναν ξένο》
Ο Τζόνσον γέλασε.
《Μην αγχώνεστε.Έχω εμπειρία σε αυτά》
《Να σου θυμίσω τι έγινε την προηγούμενη φορά που εμπιστεύτηκες έναν ξένο;》
《Δε χρειάζεται》,απάντησε ο Τζόνσον και συνέχισε να οδηγάει.
...
Όταν τελικά έφτασαν στο σπίτι,άφησαν απέξω το αμάξι και κατευθύνθηκαν στην είσοδο.Εκεί,χτύπησαν την πόρτα και περίμεναν να τους ανοίξει την πόρτα ο Andreas,κάτι που έγινε λίγα δευτερόλεπτα αργότερα.
Οι τρεις άνδρες μπήκαν στο σπίτι και ο Τζόνσον σύστησε αμέσως τον Μάικλ και τον Μπιλ με τον Andreas.Τότε,αμέσως,ζήτησαν από τον Andreas να τους μιλήσει για τη δουλειά,με τον ίδιο να απαντάει:
《Καθίστε λίγο πρώτα...》
《Άκουσε λίγο Andreas》,αποκρίθηκε ο Μπιλ,《Εμείς εδώ ήρθαμε να βοηθήσουμε στη δουλειά.Μια δουλειά όμως που δε γνωρίζουμε τίποτα...》
《Και ελπίζουμε να μάθουμε》,συμπλήρωσε ο Μαικλ.
Ο Andreas γέλασε.
《Εντάξει εντάξει.Ελάτε μαζί σου τότε》
Ο Andreas τους οδήγησε σε ένα δωμάτιο,όπου είχε τοποθετήσει ένα μεγάλο χάρτη του εσωτερικού της τράπεζας σε έναν τοίχο.Εκεί,τους μίλησε για την τράπεζα,κάνοντας τον Τζόνσον να πει:
《Δε μας νοιάζει αυτό.Η δουλειά ποια είναι;》
《Ωραία ακούστε.Είμαι κοντά στο να κλείσω μια μεγάλη συμφωνία για ναρκωτικά στη Vice City.Απλά χρειάζομαι μερικά λεφτά.Αν καταφέρουμε να ληστέψουμε την τράπεζα,θα σας πάρω μαζί στη Vice City》
Τα λόγια του Andreas άφησε άφωνο τους τρεις άνδρες,με τον Μάικλ να λέει τελικά:
《Εμείς θα έχουμε μερίδιο σε όλο αυτό;》
《Βεβαίως.Θα σας δώσω μερικά χρήματα από τη ληστεία.Έτσι κι αλλιώς δε θα τα χρησιμοποιήσω όλα τα χρήματα στη συμφωνία》
《Τότε ας το κάνουμε》,φώναξε ο Τζόνσον,με τον Andreas να χαμογελά.
Οι τρεις άνδρες μόλις είχαν μάθει το λόγο που ο Andreas ήθελε να ληστέψει την τράπεζα.Και ο λόγος τους άφησε άφωνους.Χρειαζόταν τα χρήματα για μια συμφωνία για ναρκωτικά.Κάτι που,ο Τζόνσον,εκλαμβάνει ως μήνυμα από τη μοίρα,ότι αφού δε τα κατάφερε με τον Στέφανο,θα τα καταφέρει με τον Andreas...
Ο Μπιλ ήταν αυτός που πήρε το λόγο και ρώτησε πως σκέφτεται ο Andreas να γίνει η ληστεία.Και εκείνος τους απάντησε.
Όπως είπε,θα χρειαστούν ένα αμάξι διαφυγής,το οποίο θα κλέψουν από ένα μαγαζί στην Algonquin,μια στολή ταμία και μια στολή φύλακα,την οποία θα κλέψουν από τον αρχηγό της ομάδας Yakuza.
Την ημέρα της ληστείας,ο Τζόνσον θα είναι ο ταμίας στην τράπεζα,ο Μπιλ θα είναι φύλακας στην πόρτα,ο Andreas θα είναι ανάμεσα στους πελάτες και ο Μάικλ θα είναι απέξω στο αμάξι διαφυγής.
Ο Τζόνσον χαμογέλασε.Του άρεσε πολύ το σχέδιο,σε αντίθεση με τον αδερφό του και τον Μπιλ που ακόμα είχαν ενδοιασμούς για τη ληστεία.Όμως,ήξεραν ότι πρέπει και εκείνοι να πουν ναι στο σχέδιο.Και αυτό έκαναν τελικά.
Οι τρεις άνδρες,τελικά,σηκώθηκαν και έφυγαν από το σπίτι του Andreas.Στο δρόμο δε μίλησαν ποτέ μεταξύ τους.Έτσι,ο καθένας γύρισε στο διαμέρισμα του,χωρίς να πει τίποτα για τη ληστεία.
...
Ο Τζόνσον καθόταν στον καναπέ και έβλεπε τηλεόραση,όταν κάποιος του χτύπησε την πόρτα.Την άνοιξε και είδε την Τζένιφερ να μπαίνει μέσα και να λέει:
《Τζόνσον έχεις δουλειά;》
《Όχι γιατί;》
《Θέλω να πάμε μια βόλτα》
《Που να πάμε βόλτα;》
《Σε κάποιο πάρκο ξέρω γω.Κάπου να μιλήσουμε》
《Δε θες να μιλήσουμε εδώ;》
《Προτιμώ κάποιο πάρκο》
Ο Τζόνσον γέλασε.
《Ωραία έλα πάμε》
Ο Τζόνσον και η Τζένιφερ,τότε,μπήκαν στο αμάξι και κατευθύνθηκαν στο μοναδικό πάρκο της πόλης.Το Welham Parkway.Όταν έφτασαν,προχώρησαν μέσα στο πάρκο,όπου η Τζένιφερ γύρισε και είπε:
《Είστε σοβαροί;Τι πάτε να κάνετε;》
《Σου τα είπε όλα ο Μάικλ έτσι;》
《Βεβαίως και μου τα είπε》,απάντησε,《είναι σοβαρά πράγματα αυτά;》
《Γιατί τι έγινε;》
《Τι έγινε;Σας έπεισε ένας άγνωστος να κάνετε μια ληστεία για μια δουλειά με ναρκωτικά,ενώ εσείς θα πάρετε δε ξέρω και εγώ πόσα χρήματα πίσω;》
《Σημασία έχει ότι θα πάρουμε λεφτά》
《Ναι λες και ο Μάικλ δεν έχει λεφτά》
Ο Τζόνσον γέλασε.
《Δεν είναι κακό να κάνουμε κάτι τέτοιο》
《Και αν σκοτωθείτε;》
《Γιατί να σκοτωθούμε;》
《Τζόνσον.Ληστεία πάτε να κάνετε το έχεις καταλάβει;》
《Βεβαίως και το έχω καταλάβει.Εσύ έχεις καταλάβει ότι θα έχουμε κλειστές τις κάμερες,κάτι που σημαίνει ότι δε θα έρθει καμιά αστυνομία;》
Η Τζένιφερ αναστέναξε.
《Δε ξέρω Τζόνσον.Φοβάμαι...》
《Σε καταλαβαίνω.Αλλά όλα θα πάνε καλά.Θα το δεις》
Ο Τζόνσον,για άλλη μια φορά,ήταν αυτός που πίστευε πιο πολύ από τους υπόλοιπους στη ληστεία.Εμπιστεύεται τον Andreas.Έχει την πεποίθηση ότι θα τα καταφέρουν.Θα τα καταφέρουν όμως;Θα το δει όταν έρθει η ώρα.Μόνο τότε...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top