ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

  «Έλα κούκλα μου τι κάνεις;» Ακούστηκε ο ήχος του κινητού μου, ο Διονύσης ήταν επιτέλους.

«Γεια καλά εσύ;»

«Καλά και εγώ σήμερα σε περιμένω στο σπίτι μου να ξέρεις θα περάσουμε πολύ όμορφα » Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει πάρα πολύ δυνατά...βρε λες; Έκανα υποθέσεις με το μυαλό μου.

Αμέσως πήρα την Ανά τηλέφωνο.

«Έλα ρε να σου πω θέλω να με καλύψεις »

«Τι έκανες πάλι;»

«Τίποτα θέλω να πάω κάπου το απόγευμα και θέλω να ξέρει η μητέρα μου ότι θα είμαι μαζί σου »

«Μην μου πεις ότι θα πας σε αυτόν;»

«Ε, θα σου πω από κοντά αύριο.»

«Οκ, αλλά Δάφνη, πρόσεχε ότι και να κάνεις να μην το μετανιώσεις.»

Έκλεισα το τηλέφωνο και έστειλα κατευθείαν στην μάνα μου τι θα κάνω. Μου απάντησε θετικά όποτε είχα δυο ώρες μέχρι να ετοιμαστώ. Το είχα πάρει απόφαση. Θα προχωρούσα μαζί του, ανυπομονούσα να δω τι θα γινόταν σήμερα.

Έφτασα σπίτι του και με υποδέχτηκε με ένα γλυκό φιλί. Κάτσαμε στο σαλόνι και λέγαμε τα νέα μας, είχε ήδη αρχίσει να σκοτεινιάζει. Αρχίσαμε να φιλιόμαστε στην αρχή τρυφερά και μετά πιο παθιασμένα. Με άγγιζε σε διάφορα σημεία του σώματος μου κόμπλαρα κάπως.

«Έλα μην σφίγγεσαι χαλάρωσε.» μου είπε

Προσπαθούσα να χαλαρώσω και να απολαύσω αυτό που πήγε να γίνει. Μου έβγαλε την μπλούζα και έμεινα με το σουτιέν μου, άρχιζε να φιλάει στο στήθος μου και να προχωράει και πιο κάτω. Με σήκωσε στα χέρια του και με πήγε στην κρεβατοκάμαρα του και εκεί γίναμε ένα. Ήταν πολύ τρυφερός μαζί μου, δεν με πόνεσε καθόλου, εκεί ένιωσα ότι είναι για μένα αυτός ο άνθρωπος.

Ήταν μια από τις καλύτερες στιγμές τις ζωής μου. ένιωσα τόσο όμορφα ένιωσα για πρώτη φορά πως είναι να είσαι γυναίκα. Η χαρά μου ήταν ζωγραφισμένη σε όλο μου το πρόσωπο. Και αυτό ήταν εμφανές στην φίλη μου την επόμενη μέρα στο σχολείο.

«Καλά, πες μου ότι το κάνατε;»

Δεν της είπα τίποτα, απλά την κοίταξα.

«Και πως ήταν»

«Ήταν τόσο όμορφα. Δεν ήθελα να τελειώσει.»

«Πήρατε προφυλάξεις τουλάχιστον;»

«Ναι ρε πας καλά; Αν δεν έπαιρνε δεν θα έκανα κάτι.»

«Το καλό που σου θέλω.»

Και έτσι ξεκίνησε η σχέση μας. Βλεπόμασταν πλέον καθημερινά στο σπίτι του κάνοντας έρωτα συνέχεια. Ήταν να μην το μάθω αλλά και αυτός ήταν καλός δάσκαλος ήταν άγριος κάποιες φορές αλλά και τρυφερός άλλες.

Η μάνα μου είχε καταλάβει ότι, κάτι είχε αλλάξει πάνω μου αλλά δεν της είπα τίποτα που να πρόδιδε αυτό που έκανα. Ντρεπόμουν η αλήθεια είναι να μιλήσω μαζί της όχι ότι θα μου έλεγε κάτι απλά θα έλεγε να προσέχω.

Πέρασαν δύο μήνες που ήμασταν μαζί με τον Διονύση. Περνούσα πάρα πολύ όμορφα μαζί του πρέπει να είχα καψουρευτεί άσχημα μαζί του, έγινε αντιληπτό σε όλους. Μόνο η Μάρθα είχε ενστάσεις σε αυτό το κομμάτι. Κάτι δεν του άρεσε αυτουνού του τύπου όταν ήρθε επίσκεψη μια μέρα στο σπίτι μου ώστε να γνωρίσει την μάνα μου. Δεν είπε κάτι, απλά τον κοιτούσε με μισό μάτι.

«Καλά τι έπαθες και στραβοκοιτούσες αυτόν τον άνθρωπο;» ρώτησα μια μέρα την αδερφή μου.

«Ε; απλά δεν μου γεμίζει το μάτι. Η αλήθεια είναι ότι κάτι μου θυμίζει αυτό το παιδί και από κάπου τον ξέρω.»

«Από που δηλαδή;»

«Δεν θυμάμαι. Αλλά αυτό δεν έχει να κάνει. Είναι πολύ μεγάλος για σένα Δάφνη.»

«Ε καλά δεν κάνουμε και κάτι το τραγικό μια απλή σχέση έχουμε.»

«Ναι αλλά αυτή η σχέση όσο προχωράει πάει και αλλού.»

«Που δηλαδή;»

«Έλα τώρα που κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις. Σε αυτή την ηλικία οι άντρες δεν θέλουν φιλάκια και αγκαλίτσες μόνο θέλουν κι άλλα πράγματα.»

«Πάλι δεν σε καταλαβαίνω.»

«Πως να στο πω, κοιτάνε πως θα σβήσουν την κάψα τους ρε Δάφνη. Κάποια στιγμή θα σου ζητήσει να προχωρήσετε εσύ τι θα κάνεις;»

«Τίποτα. Δεν είμαι ακόμα έτοιμη για αυτό.»

Και που να ήξερε. Που να ήξερε ότι εγώ είχα ήδη προχωρήσει από το δεύτερο ραντεβού μας. Δεν θα της το έλεγα. Ήταν πολύ συντηρητική η αδερφή μου, δεν ήταν τόσο ξεπεταγμένη όσο εγώ, αλλά και πάλι την αγαπούσα.

Η σχέση μου προχωρούσε όμορφα. Η περίοδος των εξετάσεων είχε ξεκινήσει για τα καλά και είχε πέσει πολύ διάβασμα. Με τον Διονύση λόγο το φόρτο που είχα στο διάβασμα δεν βρισκόμασταν σχεδόν καθόλου δεν είχε πρόβλημα ήθελε να περάσω στις εξετάσεις και να τα πάω καλά. Μετά από κάθε μάθημα που έδινα με έπαιρνε τηλέφωνο να δει πως τα πήγα. Αχ! Είμαι τόσο ερωτευμένη μαζί του!

Κάποιες φορές η ζωή δεν τα φέρνει έτσι όπως πραγματικά τα θέλουμε. Μετά τις εξετάσεις και αφού βγήκαν τα αποτελέσματα και ήταν καλά άρχιζα να νιώθω ότι ο Διονύσης κάπως ήταν απόμακρος μαζί μου, δεν μου μιλούσε το ίδιο όπως πριν, δεν με έλεγε ''όμορφη του'' και γενικά δεν μιλούσαμε τόσο πολύ όσο άλλες φορές. Ο πατέρας του είχε πάθει ένα πρόβλημα υγείας και έπρεπε να τρέξει για τις υποχρεώσεις της επιχείρηση τους.

Εντάξει, καταλάβαινα ότι είχε πολύ φόρτο εργασίας αλλά και εγώ ήθελα λίγη προσοχή. Το καλοκαίρι είχε μπει για τα καλά και η ζέστη ήταν αφόρητη ήθελα να πάμε ένα μπάνιο μαζί αλλά δεν ήθελε αυτός, τώρα που το καλοσκέφτομαι ούτε βόλτες πολλές πηγαίναμε. Μόνο σε απομονωμένα μέρη με το αμάξι του και αυτά για λίγο. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι γίνετε.

Είχαμε μέρες να μιλήσουμε είχα αρχίσει να ανησυχώ έτσι πήρα την πρωτοβουλία να πάω σπίτι του να του κάνω έκπληξη. Σίγουρα θα χαιρόταν που θα με έβλεπε. Φτάνοντας στην είσοδο της πολυκατοικίας η πόρτα ήταν ανοιχτή ευτυχώς. Στάθηκα έξω από το διαμέρισμα του και χτύπησα το κουδούνι. Μόλις μου άνοιξε τον είδα αρκετά ταραγμένο. Μάλλον πως δεν με περίμενε, του χαμογέλασα, έκανα να τον φιλήσω αλλά απομακρύνθηκε

«Τι δουλεία έχεις εδώ;» μου είπε ψυθιρηστά λες και κανείς δεν ήθελε να μας ακούσει.

«Μα ήρθα να σου κάνω έκπληξη. »

«Αγάπη μου ποιος είναι;» Ορίστε; Μια γυναικεία φωνή ακούστηκε από το βάθος του σπιτιού. Η καρδιά μου φτερουγούσε έντονα. Στην πόρτα ήρθε μια γυναίκα αρκετά όμορφη και γλυκιά έχοντας στην αγκαλιά του ένα μικρό κοριτσάκι.

«Ε μωρό μου, από δω η κοπελιά είναι από το μαγαζί την είχαμε πάρει δοκιμάστηκα για την θέση της υπάλληλου. Ήρθε να πάρει το μεροκάματο της. »

Η ποια; Τι λέει;

«Χάρηκα κοπελιά μου. »

«Και, και εγώ.»

«Λοιπόν επειδή δεν έχω τα λεφτά μαζί μου αυτή την στιγμή θα σου τα δώσω αύριο στο μαγαζί. Εντάξει;»

Δεν ήξερα τι να πω, είχα σοκαριστεί τόσο πολύ.

«Ε, εντάξει. Γεια.»

Σηκώθηκα και έφυγα πριν του έσπαγα το κεφάλι. Προσπαθούσα να καταλάβω τι είχε γίνει. Δεν μπορεί κάποιος μου κάνει πλάκα. Δεν γίνεται αυτό το πράγμα. Άρχιζα να τα συνδέω όλα μέσα στο κεφάλι μου. το ότι δεν επικοινωνούσε μαζί μου, το και καλά φόρτο εργασίας, ο κύριος λοιπόν ήταν παντρεμένος με παιδί γιατί είχα δει την βέρα στο χέρι του. Όλος μου ο κόσμος καταστράφηκε, δεν μπορεί να έπεσα τόσο έξω, δεν μπορεί να με κορόιδεψε έτσι. Πήγα στο πάρκο κοντά στο σπίτι μου και έκλαιγα. Έκλαιγα τόσο πολύ ήθελα να βγάλω από μέσα μου όλο αυτό που με βάραινε. Από την στεναχώρια μου κάπνισα ένα ολόκληρο πακέτο με τσιγάρα. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top