ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20

Πήρα ένα κομμάτι χαρτί και όσα μου είπε ο Κίμωνας άρχιζαν να συνδέονται. Έγραψα τα γεγονότα αν είχε ξεκινήσει να μου μιλάει για τον Ορφέα σίγουρα σειρά είχε ο Διονύσης. Το είχε πει και ο ίδιος, από τα ποιο πρόσφατα θα πάμε στα πιο παλιά. Δεν ήθελα να το ακούσω αλήθεια, δεν ήθελα να ακούσω τίποτα για αυτή την καψούρα που είχα μαζί του.

Περίμενα να περάσει η ώρα να μου κάνει βίντεο κλήση. Η γαμημένη η ώρα δεν περνούσε. Όταν είδα ότι πήγε δώδεκα το βράδυ άκουσα το κινητό μου να χτυπάει επιτέλους αυτός ήταν. Πήρα θέση στο γραφείο μου στερέωσα το κινητό μου και απάντησα. Τον είδα να στρίβει τσιγάρο.

«Έχω να ακούσω πολλά και σήμερα;»

Με κοίταξε χωρίς να μου απαντήσει. Κατάλαβα και μόνο που με κοίταξε. Του είπα ότι θα γυρίσω σε λίγο. Πήγα και έκανα όσο ποιο αθόρυβα μπορούσα έναν καφέ και γύρισα στο πλάνο. Άναψα ένα τσιγάρο και περίμενα.

«Πως ήταν η πρώτη σου φορά με τον παντρεμένο;»

Κοκκίνησα. Δεν ήθελα να το φέρω καθόλου στην μνήμη μου. Ακόμα το μετανιώνω.

«Ήξερα ότι θα φτάναμε σε αυτό το θέμα κάποια στιγμή.»

«Πρέπει να ξέρεις...»

«Σε ακούω.

~CONIURATIONIS~

«Ήσουν σε κάτι εγκαίνια ενός φούρνου- καφέ που άνοιξε στην γειτονιά σας. Ήσουν με την αδερφή σου και τον κουνιάδο σου. Μετά τον αγιασμό αφού ξεκίνησε το γλέντι μαζεύτηκαν και κάτι φίλες σου το γλέντι είχε ξεκινήσει για τα καλά, μέχρι που κάποια στιγμή όσο περνούσε η ώρα και το πάρτι είχε ξεσαλώσει για τα καλά όπως και τα ποτά, ήρθε ένας σερβιτόρος να πάρει ποτήρια και πιάτα από το τραπέζι σας, εσύ λίγο καρφώθηκες αλλά δεν σου έδωσε δικαίωμα για κάτι άλλο, ναι δικός μου ήταν. Μετά έφυγες για να μιλήσεις στο τηλέφωνο με τον Οδυσσέα όπου και είχαν παιχτεί πολλά και εκεί αλλά δεν θα τα πούμε όλα τώρα.
Νευριασμένη γυρνάς πίσω ενώ δεν το σήκωσε, και ένας σου ζήτησε το Instagram σου. Του το έδωσες χωρίς δεύτερη σκέψη και απομακρύνθηκες. Ήσουν τόσο αφοσιωμένη στην παρέα σου και στο να περνάς καλά που δεν με είδες που περνούσα συχνά πυκνά από δίπλα σου και γιατί άλλωστε να γίνει αυτό; Είχες να σκεφτείς τον δεύτερο λεγάμενο που σου έκανε follow την επόμενη μέρα που ο Οδυσσέας ήρθε και έμεινε σπίτι σου και έφυγε χωρίς να ξανά δώσει σημάδια ζωής ξανά. Αρχίσατε να στέλνετε μνήματα ο ένας στον άλλον ασταμάτητα, τον είχες καψουρευτεί τρελά.
»Ένα απόγευμα, σου ζήτησε να βρεθείτε. Και δεν δίστασες από την στιγμή που είχες ελεύθερο το πεδίο από τους γονείς σου που έλειπαν. Ετοιμάστηκες και πήγες. Πριν φύγεις όμως σε σταμάτησε η γιαγιά σου και σε ρώτησε που πήγαινες. Και της είπες μέχρι το περίπτερο.
»Βρεθήκατε στο πάρκο και αρχίσατε να χαμουρεύεστε. Σου ζήτησε να βρεθείτε στο σπίτι του. Και έτσι πήγες λέγοντας ότι θα πήγαινες στην φίλη σου και ότι θα γυρνούσες κατά τις έντεκα δεν κάνατε κάτι απλά μιλούσατε. Την επόμενη φορά που πάλι σου είπε να συναντηθείτε ήταν και η στιγμή που σε έκανε γυναίκα σου άρεσε νόμιζες ότι ήταν ο άντρας της ζωής σου. Συνευρεθήκατε και άλλες φορές ερωτικά, πηγαίνατε βόλτες, ξέρω που πηγαίνατε κυρίως σε ερημιές που δεν ήθελε να έχει πολύ κόσμο. Κάποια στιγμή χαθήκατε και ήταν οι περίοδος που έδινες εξετάσεις στο σχολείο, όταν τα αποτελέσματα ήταν ευχάριστα πήγες στο σπίτι του για να του κάνεις έκπληξη λογικά. Εκεί όμως δεν πήγαν καλά τα πράγματα έτσι δεν είναι;»

«Ναι...»

«Συνάντησες την γυναίκα του και το παιδί του δεν ήξερες ότι ήταν παντρεμένος. Αυτός σε ανέφερε σαν υπάλληλος του μαγαζιού του. Και έτσι κατά κάποιο τρόπο χωρίσατε. Εσύ δεν μπορούσες να το χωνέψεις ότι σε κορόιδεψε ένας άντρας έτσι και πιάστηκες στα δίχτυα του επειδή είχες άγνοια. Και αυτό ήταν που ήθελε. Και όχι μόνο μαζί σου.
»Μια μέρα μου ζήτησε η γυναίκα του επί πληρωμή να μάθουμε σχετικά με ποια ήταν αυτή η κοπέλα που ήξερε και το σπίτι του, και αν κάνανε κάτι μαζί. Εγώ εσκεμμένα δεν βρήκα πράγματα και δεν σε έδωσα γιατί ήθελα να σε προστατέψω. Έμαθα όμως ότι δεν ήσουν η μόνη που είχε στο κρεβάτι του αλλά, το ότι πήγαινε και με άλλες κοπέλες στην ηλικία σου και αυτές για ένα πήδημα και μετά έφευγε σαν γάτα. Αθόρυβα. Έτσι λοιπόν, ζητήθηκε από την πρώην πλέον γυναικά του να τον σαπίσουμε στο ξύλο. Και έτσι κάναμε και τις ξανά έφαγε μετά από λίγο καιρό για χάρη δικιά σου. Γιατί το άξιζε. Τώρα πλέον είναι με την νέα του γυναίκα σε άλλη πόλη και εξακολουθεί και γκομενίζει. Είναι που λέμε, ο μαλάκας άντρας. Που έχει μια βασική γυναίκα και πηγαίνει με άλλες τόσες. Και το καλύτερο ήταν ότι, του σπάσαμε και το μαγαζί τις προάλλες. Γιατί πρέπει να καταλάβει ότι αυτό που κάνει είναι απάνθρωπο να παίζεις με τις ψυχές του κάθε ανθρώπου και του κάθε άβγαλτου κοριτσιού επειδή δεν ξέρουν.
»Δεν βάζει μυαλό όμως ο φίλος μας. Εξακολουθεί να πιστεύει ότι, δεν θα του κάνουμε τίποτα άλλο. Γελάστηκε. Δεν έχει καταλάβει με ποιους τα βάζει και αυτός αλλά και αυτός που ψάχνει την Ιθάκη του.»

«Για ποιον λες;»

«Ποιος ήταν αυτός που έψαχνε για την Ιθάκη του;»

«Ο Οδυσσέας.»

«Έτσι μπράβο!»

Αμάν! Ο Οδυσσέας ήταν ο επόμενος; Δηλαδή τι μπορούσε να κάνει αυτός; Η αλήθεια είναι ότι από τότε που χωρίσαμε είχε ανοίξει πολύ το στόμα του και έλεγε πράγματα για μένα που δεν ίσχυαν από τα λίγα που με πληροφόρησαν κάποιοι γνωστή μου. Το επόμενο κομμάτι έγραφε Οδυσσέας.

«Ποια ήταν η φορά που, έκανες κάτι και δεν το είπες στην μάνα σου; Που πήγες μια μακρινή εκδρομή με τον Διονύση, και όταν το έμαθε η μάνα σου έγινε τόσο έξαλλη που σε τιμώρησε άσχημα;»

«Τι λες;»

«Δεν έγινε ποτέ κάτι τέτοιο.»

«Έγινε και μην μου λες έμενα ότι δεν έγινε. Ήμουν πιο πίσω σας όταν το έμαθα. Ποιος ήταν αυτός που σε κάρφωσε;»

«Δεν ξέρω. Δεν μου είπε ποτέ.»

«Δύο ήταν οι εκδοχές. Η ο Οδυσσέας ή ο κολλητός σου.»

«Ο Αντώνης;»

«Ο Ναι. Βλέπεις ότι, το ΄΄παλικαράκι΄΄ δεν κρατούσε πάντα το στόμα του κλειστό και έλεγε βρομιές παντού για σένα. Μην σκας κανονίστηκε προ πολλού και σίγουρα ένα από αυτά ήταν να το ξεφουρνίσει είτε στην μάνα σου απευθείας ή στον Οδυσσέα όπου μπορεί και αυτός να το είπε στην μάνα σου.»

«Πόσο σκατά δηλαδή;»

« Βόθρος καλή μου.» 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top