Πρόλογος

**1 μήνας μετά**

Pov Kaτ 

<<Ώστε έχει έναν αδερφό και η μαμά της μεθαύριο φεύγει για 4 ημέρες>>, είπε επεξεργαζομενη τις πληροφορίες <<Και ψάχνει μια κοπέλα να προσέχει τα παιδιά. >>,  συνέχισα τον μονόλογο μου. <<Ενδιαφέρον>>, σχολίασα και στο πρόσωπο μου πήρε θέση ένα σατανικό χαμόγελο. <<Μαρία Παπαντωνίου ετοιμάσου. Έρχεται η καταδίκη σου>>, είπα και κοίταξα το είδωλο μου στον καθρέπτη. 

Pov Μαρίας 

<<Τέλος>>, φώναξα αγανακτησμένος και τράβηξε τα μαλλιά του. 

<<Τι εννοείς Νίκο;>>, ρώτησα με γουρλωμενα μάτια. 

<<Το δεν καταλαβαίνεις Μαρία "μου"; Τέλος. Σε εμάς, τέλος. Θες και να στο ζωγραφίσω;>>, με ρώτησε ειρωνικά. 

<<Γιατί; γιατί τέλος Νίκο; τι έκανα λάθος; τι; γιατί;>>, άρχισα να ρωτάω ενώ δάκρυα απειλούσαν να τρέξουν από τα μάτια μου. 

<<Γιατί βαρέθηκα. Σε βαρέθηκα. Βαρέθηκα τις ζηλιες σου, βαρέθηκα τις γκρίνιες σου, βαρέθηκα να σε σώζω συνέχεια. Βαρέθηκα να μην έχω ζωή επειδή είσαι εσύ.>>, μου φώναξε θυμωμένος και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου ανεξέλεγκτα. 

<<Πως; πως μπορείς; γιατί; γιατί μου το κάνεις αυτό; εσύ μέχρι εχτές έλεγες πως με αγαπάς. Τι άλλαξε μέσα σε μια μέσα; τι; γιατί;>>, άρχισα να φωνάζω κλαιγοντας. 

<<Ποτέ δεν σε αγάπησα αληθινά, Μαρία. Μια πουτανα είσαι και εσύ όπως και οι άλλες>>,  είπε κοιτώντας με αηδιασμενος. 

Ένα χαστούκι προσγειώθηκε στο πρόσωπο του. Γύρισε να με κοιτάξει.   Το βλέμα του ξεχυλιζε από θυμό. 

<<Δεν θα με ξανακουμπησεις πουτανα. Το κατάλαβες αυτό;>>, μου φώναξε μέσα στην μούρη, ενώ έπιασε βίαια τον καρπό μου. 

Εσφιγγε τον λεπτό καρπό μου μέσα στο τεράστιο χέρι του, κάνοντας με να πονάω. Τα δάκρυα πολλαπλασιαστηκαν. Σιγά σιγά, ενώ συνέχιζε να βάζει περισσότερη δύναμη στο κράτημα του και να με κοιτάει με αυτό το απεχθες βλέμα, έκανε την καρδιά μου να χτυπάει σε ανεξέλεγκτους ρυθμούς. Τα δάκρυα συνέχιζαν να κυλανε στα μάγουλα μου και λυγμοι δεν άργησαν να βγουν από το στόμα μου. 

<<Κλαψε "μωρό μου" σου αξίζει>>, είπε χαμογελωντας με τόση κακία, ενώ το "μωρό μου" το είπε ειρωνικά. 

<<Νίκο, σε αγαπάω>>, είπα ακόμα μια φορά κάνοντας τον να γελάσεις δυνατά. 

<<Δεν με νοιάζει καν>> είπε καθώς άφησε τον, πλέον κόκκινο, καρπο μου από το κράτημα του. <<Εμείς οι δύο τελειώσαμε. Τράβα και γαμησου. Δεν με νοιάζει. Αντίο>> είπε αηδιασμενος και έφυγε, κοπανοντας την πόρτα πίσω του. 

Οι λυγμοι μου πλέον είχαν γεμίσει τον χώρο και ήταν οι μόνοι που ακουγόντουσαν στο άδειο σπίτι. 

Ξαφνικά όλα άρχισαν να γυρίζουν ώσπου έγιναν μαύρα. 

... 

Πετάχτηκα απότομα από το κρεβάτι μου, πασχιζοντας να πάρω μια σωστή ανάσα. Οι ανάσες μου γρήγορες. Η καρδιά μου σφυροκοπουσε το στήθος μου, λες και ήθελε να ξεριζωθει από εκεί μέσα. Ο κρύος υδρωτας είχε λουσει όλο μου το κορμί. Τα μάτια μου υγρά έτοιμα να χυσουν τόνους δακρύων. 

Ο Νίκος αντιλαμβανομενος αυτής της απότομης κίνησης μου, ξύπνησε και σηκώθηκε αμέσως όρθιος, βάζοντας με μέσα στην ζεστή αγκαλιά του. Τυλιξα γρήγορα τα χέρια μου γύρω από το, ημιγυμνο, σώμα του και ακουμπησα το κεφάλι μου στο, γυμνασμενο, στήθος του. Δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα από τα μάτια μου. 

<<Σσσς ηρέμησε μωρό μου, εφιάλτης ήταν.>>, ακούστηκε η αγουροξυπνημενη φωνή του. 

Αρχισα να ακούω τους χτυπους τις καρδιάς του, που από τον ρυθμό τους καταλαβαινες πως ήταν ανήσυχος, και άρχισα να ηρεμω. 

<<Το ξέρω. Απλά...>>, είπα ανάμεσα στους λυγμους μου, προσπαθώντας να τους ελέγξω και να τους σταματήσω. 

<<Σσσς ξέρω. Οι εφιάλτες είναι πολύ κακοι ορισμένες φορές και μοιάζουν για αληθινοί. Όμως Μαρία μου. Είναι μόνο όνειρα. Δεν είναι η πραγματικότητα. Ηρέμησε σε παρακαλώ. Ολα είναι εντάξει. Εγώ είμαι εδώ>>, μου είπε γλυκά καθώς χαιδευε θα μαλλιά μου και μου άφηνε μικρά φιλιά εκεί. 

<<Απλά. Μην με αφήσεις ποτέ>>, είπα αδυναμα όταν πλέον είχα ηρεμήσει. 

<<Στο υπόσχομαι. Ποτέ>>, μου απάντησε και τον εσφιξα περισσότερο στην αγκαλιά μου, ενώ μας ξαπλωσε πάλι πίσω στο κρεβάτι μου. 

<<Σε αγαπάω τόσο πολύ μικρή μου>>, μου είπε και χαμογελασα. 

Σήκωσα το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω και μου σκουπισε, με τους μεγάλους του αντιχειρες, τα δάκρυα μου. Του χαμογελασα γλυκά και το ίδιο έκανε και ο ίδιος. 

Το φεγγαροφωτο από την πανσέληνο έπεφτε πάνω μας από το ανοιχτό παράθυρο. Ήταν το μόνο φως που είχαμε την δεδομένη στιγμή. Έκανε την όλη σκηνή να μοιάζει μαγική. 

<<Και εγώ σε αγαπαω, μεγάλε μου>> τον είπα και του πειραξα τα μαλλιά ενώ έσκιψε προς το μέρος μου. 

Ανέβηκε από πάνω μου και πέρασε τα δάχτυλα του ανάμεσα στα δικά μου, κρατώντας μου τα χέρια στο ύψος του κεφαλιού μου. Πλησίασε τα πρόσωπα μας και ένωσε τα μέτωπα μας κοιτώντας με στα μάτια. Οι κοφτες ανάσες του έπεφταν πάνω στο πρόσωπο μου και γίνονταν ένα με τις, ακόμα γρήγορες, δικές μου. 

<<Σε αγαπάω, είσαι όλος μου ο κόσμος Μαρία.>>, είπε πάνω στα χείλη μου. 

Τα χείλη μας ακουμπουσαν αλλά δεν ενώνονταν μεταξύ τους. 

<<Θέλω να σε βλέπω να χαμογελας. Πονάω και μόνο που βλέπω αυτά τα γαλανα μάτια να δακρυζουν.>>, είπε ξανά και κοίταξε τα χείλη μου για μια στιγμή. 

Άφησε ένα απαλό φιλί στο μάγουλο μου και προχώρησε προς το αυτί μου. 

<<Θέλω να σε κάνω, Εγώ, να χαμογελας>>, ψιθύρισε τονίζοντας το "Εγώ" κάνοντας με να ανατριχιασω. 

<<Διαολε. Σε αγαπάω τόσο πολύ>>,  είπε επιστρέφοντας πάνω από το πρόσωπο μου, για να κοιτάει τα μάτια μου. 

<<Και εγώ σε αγαπαω>>, του απάντησα με τρεμαμενη ανάσα, περιμένοντας ανυπομονα να έρθει η στιγμή που θα ενώσει τα χείλη του με τα δικά μου. 

Με κοίταξε βαθιά στα μάτια και εστίασε εκεί. 

Η στιγμή που περίμενα δεν άργησε να έρθει. Ένωσε με γρήγορες αλλά απαλές κινήσεις τα χείλη μας, μεταξύ τους. Άρχισε να κουνάει τα χείλη του πάνω στα δικά μου γλυκά αλλά με πάθος. Με αυτό το φιλί δεν προσπαθούσε να με κατακτήσει και να κυριαρχήσει. Με αυτό το φιλί μου έδειχνε την στοργή και την αγάπη που έχει να δώσει, μόνο σε εμένα. Λατρεύω αυτά του τα φιλιά. 

Σπάει το φιλί και με κοιτάει έντονα στα μάτια και το ίδιο κάνω και εγώ. Έπειτα ξαπλώνει δίπλα μου και με βάζει μέσα στην αγκαλιά του. Αφήνει ένα απαλό φιλί στην κορυφή του κεφαλιου μου, ενώ εγώ τυλιγω το χέρι μου γύρω του σε μια σφιχτη αγκαλιά. 

Ανεβάζω και το πόδι μου πάνω του και τον σφίγγω σαν λουτρινο. Ένα γελάκι ξεφεύγει από το στόμα του και τρυβω το πρόσωπο μου πάνω στο, γυμνό, στήθος του, κάνοντας τον να γελάσει ξανά. 

<<Κοιμησου αγριογατα, κάνουμε φασαρία και θα μπει κανένας από τους γονείς σου στο δωμάτιο. Δεν έχω όρεξη βραδιάτικα να πηδαω από παράθυρα, για να σώσω την ζωή μου>>, είπε ξανά γελώντας και τον τσιμπησα στα πλευρά, κάνοντας τον να βγάλει ένα παράπονεμενο βογκητο. 

<<Αου>> είπε ψιθυριστα και γέλασα. 

<<Μην γελάς και κοιμησου μικρή. Έχουμε σχολείο αύριο>>, μου είπε και σήκωσα το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω. 

<<Χεστηκα για το σχολείο>>, του είπα βγάζοντας την γλώσσα μου έξω και γέλασε παλι. 

<<Ναι αλλά όχι για εμένα. Για αυτό τώρα κοιμησου. Γιατί θα έρθει η μητέρα σου ή ακόμα χειρότερα ο πατέρας σου, στο δωμάτιο και θα πηδαω από παράθυρα>>, είπε και γέλασα εγώ αυτή την φορά κάνοντας το εικόνα. 

<<Καλά καλά με έπεισες. Καληνύχτα μεγάλε>>, του είπα και αφήνοντας του ένα απαλό φιλί στα χείλη. 

Με τράβηξε κοντά του και με φιλισε παθιασμενα. Τα χέρια του μεταφέρθηκαν χαμηλά στην μέση μου ενώ με τραβουσε κοντά του. Με ανέβασε από πάνω του και τα χέρια μου μεταφέρθηκαν στο πρόσωπο του, ενώ τα δικά του στα οπίσθια μου. 

Έσπασα το φιλί για ανάσα. Ανακάθησα και ένα βογκητο βγήκε από τα χείλη του. 

<<Μαρία>>, είπε επιβλητικα αλλά περισσότερο ως αναστεναγμος ακούστηκε. 

Γιατί μου θυμίζει Ντεζαβου όλη αυτή η φάση; 

<<Αν συνεχίσουμε έτσι δεν θα κοιμηθουμε ποτέ>>, είπα κατεβαίνοντας από πάνω του. 

<<Δεν θα με χάλαγε>>, απάντησε και στριφογυρισα τα μάτια μου πιάνοντας το κινητό μου στα χέρια μου. 

<<3:30 τα ξημερώματα είναι>>, είπα και ανασηκωσε τους ώμους του. 

<<Πειναω>>, συμπλήρωσα και ξεφυσηξε. 

<<Πάμε σιγά σιγά κάτω να δούμε αν έχει τίποτα στο ψυγείο να φας, προσεκτικά να μην ξυπνήσουμε τους δικούς σου>>, είπε και έγνεψα θετικά. <<φαγανα>>, σχολίασε. 

<<Ειιι>>, παραπονεθηκα και γέλασε. 

<<ο φαγανας είναι χοντρός>>, είπα και μουτρωσα, <<με λες χοντρή;>>, ρώτησα και γέλασε. 

<<Σκάσε, δεν σε είπα χοντρή>>, είπε γελώντας. 

<<Μπαμ>>, του είπα και καλά νευριασμενα και γέλασε. 

<<Κάτι πιο παιδικό δεν μπορούσες να βρεις;>>, σχολίασε και στριφογυρισα τα μάτια μου, ξανά. 

Αυτο με ζαλισε παιδιά!

<<Πάμε κάτω τώρα >>,  είπα και βγήκα από το δωμάτιο και αυτός με ακολούθησε. 

Αφού πήγαμε στην κουζίνα και έφτιαξε ο Νίκος από 3 τοστ. 2 για εμένα και 1 για αυτόν. Αφού φάγαμε ανεβηκαμε ήσυχα στο δωμάτιο και ξαπλώσαμε αγκαλιά. 

Αν αναρωτιέστε. Εγώ πήγα για ύπνο στις 11. Λέμε τώρα. Και από εδώ τι παιδί κατά τις 12 αποφάσισε να έρθει να μου κάνει παρέα. Ήθελε να κοιμηθουμε αγκαλιτσα. Οπότε μπήκε από το παράθυρο. Πάλι. Γιατί αν οι γονείς μου το μάθουν Ριπ Μαρία. 

Μετά από αυτές τις σκέψεις έκλεισα τα μάτια μου σε έναν γλυκό ύπνο. 

Pov Νίκου

Έχει σχεδόν ξημερώσει. Η Μαρία κοιμάται στην αγκαλιά μου. Δεν έχω κοιμηθεί από την στιγμή που ξύπνησε από εκείνον τον εφιάλτη. Την παρατηρώ όπως κοιμάμαι. Είναι τόσο όμορφη. Την αγαπάω τόσο πολύ. 

Pov Μαρίας

Ξυπνάω από τις ακτίνες του ήλιου που μπαίνουν μέσα από το παράθυρο μου. Ανασηκωνομαι λίγο και βλέπω τον Νίκο δίπλα μου να κοιμάται. Χαμογελαω αφήνοντας του ένα γλυκό φιλί στα χείλη και σηκώνομαι για την πρωινή μου ρουτίνα. 

Μετά το χαλαρωτικό μπάνιο μου μπαίνω στο δωμάτιο μου για να αλλάξω. 

<<Μην κυκλοφορείς με την πετσέτα θα κυρώσεις Δεκέμβριος μήνας>>, άκουσα την φωνή του Νίκου και γύρισα να τον κοιτάξω. 

<<Έχουμε καλοριφέρ>>, του λέω ειρωνικά και στριφογυριζει τα μάτια του. 

<<Πάω για ένα γρήγορο μπάνιο και έρχομαι>>, λέει και γνεφω θετικά. 

Αφού μπήκε βρήκα την ευκαιρία να βάλω τα εσώρουχα μου και να καθισω μπροστά από την ντουλάπα για να αποφασίσω τι θα βάλω. 

Παρατηρώ πως έξω κάνει κρύο και αποφασίζω να βάλω την ζεστή, ροζ, φαρδιά, φόρμα μου. Από μέσα ένα άσπρο φακελάκι και από πάνω το επίσης ροζ φούτερ μου. Ντύνομαι και κάθομαι στο καθρέπτη να φτιάξω τα μαλλιά μου. Αφού τα πλέξω σε 2 γαλλικές κοτσιδες βλέπω τον Νίκο να βγαίνει, από το προσωπικό μου μπάνιο, ηδη ντυμένος, από τα ρούχα που έχει αφήσει εδώ, στο σπίτι μου, για τις φορές που έρχεται. 

Φοράει ένα μαύρο χοντρό τζιν και ένα επίσης μαύρο φούτερ με άσπρες λεπτομέρειες. Αφού φορέσει τα μαύρα βανς του του δείχνω το παράθυρο και με κοιτάει απορημένος. 

<<Πήδα και έλα να χτυπήσεις το κουδούνι. Ότι ήρθες να φάνε μαζί πρωινό γιατί σε είχα καλέσει από εχτές. Αντε Αντε.>>, του λέω σπρώχνοντας τον προς το παράθυρο. 

<<Τι τραβάω για έναν έρωτα. Αχ>>, λέει και γελάω. 

<<Φιλάκι πριν αυτοκτονήσω; >>, μου λέει κοροϊδευτικα και αφού τον χτυπήσω στο μπράτσο τον πιάνω από το πρόσωπο του και τον φιλαω παθιασμενα. 

Εντωμεταξυ αυτή την στιγμή κρεμετε στο παράθυρο μου και οι γείτονες μας κοιτάνε περίεργα. Αλλά ποιος νοιάζεται; 

Σπάμε το φιλί και με ένα σάλτο προσγειωνετε όρθιος και έπειτα κάνει ένα σέιφτιρολ όπως λέμε και στο παρκουρ, δηλαδή τούμπα, για να μειώσει τον κραδασμο. Με κοιτάει από το παράθυρο και μου στέλνει φιλί.

Προχωράει προς την πόρτα αφού τιναξει τα ρούχα του από τυχόν χώμα ή κάτι άλλο. Τον παρατηρώ καθώς προχωράει και φτιάχνει τα μαλλιά του. 

Φοράω τα άσπρα μου σταρακια και κατεβαίνω κάτω. Την στιγμή που βρίσκομαι στις σκάλες το κουδούνι χτυπάει και η μαμά μου εμφανίζεται στην πόρτα. 

<<Επ, γειά σου Νικολακι. Πέρνα>>, του λέει η μαμά μου και γελάω με το "Νικολακι" κάτι που φάνηκε να το είδε. 

<<Ήρθες αγαπη μου>>, του λέω και πάω κοντά του. 

<<Ήρθα>>, είπε χαμογελωντας και μου τσιμπησε το μπράτσο. 

<<Τον καλεσα για πρωινό δεν πιστεύω να σε πειράζει;>>, ρώτησα την μαμά και έγνεψε αρνητικά. 

<<Τι λες παιδί μου γιατί να με πειράζει; Αντε καθίστε>>, είπε η μαμά και προχωρησαμε προς τι κουζίνα. 

Κάθισαμε να φάμε πρωινό και ο μπαμπάς έλειπε. 

<<Ο μπαμπάς;>>, ρώτησα αδιάφορα. 

<<Έφυγε για δουλειά πιο νωρίς, θα λείπει για την υπόλοιπη εβδομάδα. Έχει πτήσεις εκτός ηπείρου>>, μου απάντησε και έγνεψα θετικά. 

<< Εχτές Μαρία που έλειπες ήρθαν 2 κοπέλες που θέλουν την δουλειά για να σας προσέχουν από αύριο που θα λείπω για 4 μέρες>>, μου ανακοίνωσε και έγνεψα θετικά. 

<<Δεν χρειάζομαι προσοχή>>, είπα και ένιωσα το βλέμα του Νίκου να με καίει ενώ ξεφυσηξε. 

<<Και πάλι. Αν εσύ όχι ο αδερφός σου όμως ναι>>,  είπε η μάνα μου και έγνεψα θετικά. 

<<Τελικά την δουλειά την πήρε η μία. Θα έρθει το απόγευμα να την γνωρίσετε.>>, είπε και έγνεψα θετικά. 

<<Καλά>>,  είπα αδιάφορα και σηκώθηκα. 

<<Νίκο πάμε;>> ρώτησα και σηκώθηκε όρθιος. 

<<πάμε>>, μου απάντησε και κατευθυνθηκαμε προς την πόρτα να πάρουμε τα μπουφάν και τις τσάντες μας. 

<<Τα λέμε μαμά>>, είπα κλείνοντας την πόρτα. 

Θα πάμε με το αμάξι του Νίκου. Με αυτό ήρθε και εχτές. 

**Το απόγευμα**

Κάθομαι στο σαλόνι μαζί με την μαμά και τον Στέλιο περιμένοντας να έρθει αυτή η κοπέλα που θα προσέχει εμένα και τον αδερφο μου. 

Το κουδούνι χτυπάει και η μητέρα μου πάει να ανοίξει την πόρτα. 

<<Πέρασε Κατερίνα>>, άκουσα την μαμά να λέει και μια γυναίκα γύρω στα 25 εμφανίστηκε μπροστά μας. 

Μόλις την είδα η ανάσα μου κόπηκε και φαίνεται να το κατάλαβε. 

Του... Μοιάζει... 

<<Γειά σας κυρία Ευτυχία>>, είπε η Κατερίνα απευθυνομενη στην μαμά μου. 

<<Από εδώ τα παιδιά μου>>, είπε η μάνα μου και μας έδειξε. 

<<Η Μαρία>>, συνέχισε και σηκώθηκα ξεροκαταπινωντας και πλησίασα για να της δώσω το χερι μου. 

<<Μαρία χάρηκα>>, της είπα με τρεμαμενη φωνή και έπιασε το χέρι μου ενώ χαμογελασε γλυκά. 

<<Εγώ χαίρομαι περισσότερο που σε γνωρίζω Μαρία. Με λένε Κατερίνα αλλά μπορείς να με φωνάζεις Κατ. Δεν έχουμε μεγάλη διαφορά ηλικίας>>, είπε και έγνεψα θετικά. 

Κάτι έχει αυτή η κοπέλα που με τρομάζει. 

<<Και αυτός είναι ο μικρός μου Στέλιος>>, είπε η μαμά και ο Στέλιος με πλησίασε πιάνοντας μου το παντελόνι. 

Δεν την φοβάμαι μόνο εγώ τελικά.. 

<<Ντρέπεται>>, απάντησα εγώ γρήγορα και έκρυψα τον Στέλιο λίγο πιο πίσω μου ενώ την κοίταξα δολοφονία. 

<<Πόσο χρονών είσαι;>>,  ρώτησε γλυκά η Κατ τον αδερφό μου καθώς εσκυψε στο ύψος του. 

<<Μικρε μην φοβάσαι, είναι φίλη. Αντε πάνω να παίξεις και θα κατέβεις μετά να γνωριστειται. Δεν είναι κακιά>>, είπα στον Στέλιο και έφυγε τρέχοντας. Περισσότερο το είπα για να το πιστέψω εγω. Ο Στέλιος έχει ένστικτο. Ξέρει πότε κάποιος θέλει το κακό του και πότε το καλό του. 

<<Μην τον παρεξηγεις, είναι μικρός και ντρέπεται>>, είπα και έγνεψε θετικά. 

<<Ξέρω, έχω σπουδάσει ψυχολογία>>, μου είπε και έγνεψα θετικά. 

<<Και πως και δουλεύεις ως babysitter?>>, ρώτησα και με κοίταξε γλυκά. 

<<Μαρεσουν τα παιδιά. Αλλά δεν μπορώ να κάνω δικά μου. Οπότε προσέχω των άλλων>>, μου είπε και έγνεψα θετικά. 

<<Λυπάμαι για αυτό>>, είπα και μου χαμογελασε.

<<Δεν πειράζει. Όλα για κάποιον λόγο γίνονται, σωστά;>>, με ρώτησε και έγνεψα θετικά. 

<<Σωστά>>, απάντησα. 

Μετά από αρκετή ώρα συζήτησης και γνωριμίας η Κατερίνα έφυγε. 

Ανέβηκα γρήγορα στο δωμάτιο μου και κλείδωσα την πόρτα. 

Δεν ξέρω ποια στο διαολο είναι. Αλλά έχει κάτι που με τρομάζει, όσο γλυκιά και να προσπαθεί να δείξει. Η κακία που πηγάζει από μέσα της βγαίνει και προς τα έξω. Ο Στέλιος το είδε. Εγώ το είδα. Φοβάμαι για το τι έχει να γίνει αυτές τις 4 μέρες που θα μένουμε με αυτή. 



2486 λέξεις

Επιστρέφω με την συνέχεια του Dangerous Change την πρώτη έκδοση του. Ελπίζω να ακολουθήσετε και αυτή την πορεία.

Θα σας δω στο επόμενο κεφάλαιο. Φιλάκια πολλά ❤

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top