Κεφάλαιο 4ο
Pov Νίκου
Πλησιάζει Πρωτοχρονιά. Δεν έχω δει την Μαρία από την στιγμή που βγήκε από το νοσοκομείο. Με αποφεύγει. Και με σκοτώνει αυτο. Δεν απαντάει καν στο τηλέφωνο. Μόνο από μυνηματα.
Μου έχει λείψει τόσο πολύ. Τα βράδια πηγαίνω και κάθομαι έξω από το παράθυρο της, πάνω στο δέντρο, για να την βλέπω. Ξυπνάει από εφιάλτες και κλαίει. Θέλω να μπω να την πάρω μια αγκαλιά και να την κάνω να ηρεμήσει, να ξεχάσει, ότι και να ήταν αυτό που είδε. Αλλά δεν μπορώ. Κάτι με κρατάει. Και αν για όλο αυτό ευθύνομαι εγώ;
Πήγα να την χτυπήσω. Είδα στο βλέμμα της το σοκ και τον τρόμο που της προκάλεσα εκείνη την μερα. Με μισώ τόσο πολύ για αυτό.
Pov Μαρίας
Πως τα έχω κάνει όλα τόσο σκατα;
Με τον Νίκο μιλάμε μόνο από μυνηματα. Δεν θέλω να τον δω, δεν ξέρω για ποιον λόγο, απλά φοβάμαι. Φοβάμαι, όμως δεν ξέρω τι είναι αυτό που φοβάμαι. Το έχει μετανιώσει. Το είδα. Δεν ήθελε και δεν θα μου έκανε ποτέ κακό.
Απο τις σκέψεις μου με έβγαλε ένα μυνημα.
"Μαρία, ο Θανάσης είμαι. Έρχομαι να σε πάρω από το σπίτι, ετοιμάσου. Ο Νίκος δεν είναι καλά, πρέπει να τον συνεφερεις και μόνο εσύ μπορείς. Σε 5 λεπτά κάτω από το σπίτι σου"
Διάβασα και ξανά διάβασα το μυνημα ώσπου αποφάσισα να σηκωθω. Φόρεσα την γκρι φόρμα μου και το μαύρο μου φουτερ και έβαλα τα αθλητικά. Πήρα το κινητό στα χέρια μου και κατέβηκα γρήγορα κάτω. Πήρα τα κλειδιά και εκείνη την ώρα είδα τον πατέρα μου στο σαλόνι.
<<Που πας; >>, με ρώτησε επιβλητικα και τον κοίταξα χωρίς συναισθημα.
Στον διαολο πάω, ήθελα να του πω αλλά συγκροτήθηκα.
<<Μια βόλτα. Θα αργήσω>>, του είπα κοφτα και έκλεισα την πόρτα πίσω μου.
Πήρα μια βαθιά ανάσα με κλειστά τα μάτια μου, καθώς ο κρύο αέρας του χειμώνα χτύπησε το πρόσωπο μου. Το γνωστό αμάξι του Θανάση σταμάτησε έξω από το σπίτι μου και ανοίγοντας τα μάτια, προχώρησα προς τα εκεί. Άνοιξα την πόρτα και έκατσα στην θέση του συνοδηγού.
<<τι έχει;>>, ρώτησα χωρίς να τον κοιτάξω.
<<Δεν είναι καλά. Δεν τρώει, δεν κοιμάται. Κλαίει, κατηγορεί τον εαυτό του για όλα. Μαρία κάνε κάτι, δεν είναι καλά>>, είπε και ξεφυσηξα.
Εγω τον έφτασα σε αυτό το σημείο. Και εγώ θα τον συνεφερω.
Φτάσαμε σε ένα κτήριο που δεν είχα ξαναερθει. Φαίνεται μεγάλο και παλιό.
<<Εδώ είναι;>>, τον ρώτησα και έγνεψε θετικά, κατεβενοντας από το αμάξι.
Τον ακολούθησα και μπήκαμε μέσα στο κτήριο. Όταν φτάσαμε στο σαλονακι τον είδα ξαπλωμενο σε έναν σκισμενο καναπέ με ένα μπουκάλι τεκίλα στο χέρι του.
<<Νίκο;>>, ρώτησα και άνοιξε τα μάτια του απότομα κοιτάζοντας με από πάνω μέχρι κάτω και πάλι πίσω.
<<Είσαι εδώ ή έχω παραισθήσεις;>>, ρώτησε γελώντας και τον κοιτούσα σοκαρισμένη.
<<Οχι, όχι, εδώ είμαι>>, του είπα απαλά καθώς τον πλησίαζα.
Ενα χέρι με σταμάτησε και γύρισα να κοιτάξω τον Θανάση, ο οποίος με είχε πιάσει από τον ώμο.
<<Πρόσεχε. Θα είμαι στο δίπλα δωμάτιο. Όταν τον άφησα δεν έπινε. Αν χρειαστείς κάτι φώναξε>>, μου είπε και έγνεψα θετικά. Έπειτα έφυγε.
Γύρισα όλη την προσοχή μου στον Νίκο. Με κοιτούσε με ένα βλέμμα στεναχωρημενο; πληγωμενο; δεν μπορω να το προσδιορίσω.
Τον πλησίασα και κάθισα δίπλα του. Έπιασα το χέρι του με το μικρό δικό μου και τον είδα μα τιναζετε ελαφρώς στην επαφή. Χαμογελασα και άνοιξα τον στόμα μου για να μιλήσω. Αλλά δεν έβγαινε η φωνή. Τον παρατήρησα για λίγο ακόμα.
Φορούσε μια μαύρη φόρμα και ένα μαύρο Φουτερ. Τα μαλλιά του αναστατα και γύρω του υπήρχαν τουλάχιστον άλλα 6 μπουκάλια από διάφορα ποτά.
<<Νίκο, κοίταξε με>>, του είπα απαλά αλλά δεν έκανε την παραμικρή κίνηση να με κοιτάξει.
<<Νίκο, είπα κοίταξε με>>, του είπα πιο έντονα αυτή την φορά και γύρισε να με κοιτάξει.
Ένα δάκρυ είχε κυλησει στο πρόσωπο του. Έπιασα με τις δύο παλάμες μου το πρόσωπο του και του σκουπισα το δάκρυ με τον αντιχειρα μου.
<<Μην κλαίς μωρό μου >>, του ψιθύρισα και με κοίταξε στα μάτια.
Πλησίασα και άλλο το πρόσωπο μου στο δικό του και του άφησα ένα απαλό φιλί στα χείλη. Δεν ανταποκρινοταν. Απλά με άφηνε να κινω τα χείλη μου πάνω στα δικά του.
Απομάκρυνθηκα και τον είδα να έχει κλείσει τα μάτια του και να έχει ακόμα αυτή την πληγωμενη έκφραση.
<<Τι έχεις; >>, τον ρώτησα και άνοιξε τα μάτια του.
Σήκωσε το χέρι του και έπιασε το μάγουλο μου απαλά, ενώ το χάιδευε.
<<Συγνώμη>>, μου είπε σιγανα και χαμογελασα.
<<Σσσς, δεν χρειάζεται, δεν έκανες κάτι, τα έχουμε ξαναπεί>>, του είπα ήρεμα αλλά έγνεψε γρήγορα αρνητικά.
<<Πήγα να σε χτυπήσω, όσες φορές και να ζητήσω συγνώμη δεν είναι αρκετές. Και το βλέπω, είχα να σε δω από όταν βγήκες από το νοσοκομείο. Ούτε καν στο τηλέφωνο δεν μιλήσαμε. Με αποφεύγεις, με φοβάσαι. Σου κάνω κακό>>, είπε και τον κοίταξα λυπημένη.
<<Α.. Απλά... >>, πήγα να πω αλλά με σταμάτησε.
<<Βλέπεις; το παραδέχεσαι>>, είπε και σηκώθηκε όρθιος.
Σηκώθηκα επίσης όρθια και του έπιασα το χέρι.
<<Νίκο, σε αγαπάω, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τον εαυτό μου. Ο μόνος λόγος που δεν ήθελα να βρεθούμε δεν είναι επειδή σε φοβάμαι, αλλά επειδή φοβάμαι εμένα.>>, γύρισε να με κοιτάξει απορημένος και κοίταξα το πάτωμα.
<<Μου θύμισες τον πατέρα μου. Είχες το ίδιο βλέμμα. Φοβήθηκα ναι. Αλλά ξέρω ότι δεν το ήθελες. Αλλά φοβάμαι περισσότερο εμένα, το μυαλό μου. Χρειαζόμουν χρόνο, να το επεξεργαστώ, να μην το σκέφτομαι. Δεν θέλω να σε κοιτάω και να βλέπω αυτόν! Και το κατάφερα. Νίκο, σε αγαπάω τόσο πολύ>>, τελείωσα τον μονόλογο μου και τον κοιταξα ευθεία στα καφέ του μάτια.
Ως απάντηση πήρα απλά μια αγκαλιά. Τιλυξα τα χέρια μου γύρο του και τον εσφιξα κοντά μου.
Κάνε να μην τελειώσει αυτή η αγκαλιά ποτέ.
Pov Νίκου
Μετά από την συζήτηση με την Μαρία, μείναμε αγκαλιά για πολύ ώρα. Μέχρι που ο Θανάσης αποφάσισε να βγει από το γραφείο και να πάρει την Μαρία γρήγορα από την αποθήκη.
10 λεπτά αφού έφυγαν μέσα μπήκε ο θείος του.
<<Οι άλλοι;>>, ρώτησε όταν είδε μόνο εμένα.
<<Κάποιοι στα άλλα δωμάτια και οι περισσότεροι δεν είναι εδώ>>, απάντησα και κάθισα πάλι στον καναπέ.
<<Μάλιστα, έχουμε δουλειά, παρτους τηλέφωνο. Τους θέλω όλους εδώ>>, είπε και έγνεψα θετικά. Έφυγε για το γραφείο του και εγώ πήρα το τηλέφωνο στο χέρι.
Ειδοποίησα τον Θανάση, τον Πάνο, τον Αλεξ και τους είπα να πουν και σε όσους μπορούν. Και άρχισα να παίρνω και εγώ τηλέφωνα κάποιους.
Μισή ώρα μετά όλοι είμασταν στην μεγάλη αίθουσα του κτηρίου και περιμέναμε τον αρχηγό.
<<Τι δουλειά λες να είναι καιας θέλει όλους;>>, ρώτησε ο Αλεξ και ανασηκωσα τους ώμους μου.
Ο αρχηγός μπήκε μεσα και όλοι στρεψαμε την προσοχή μας πάνω του.
Pov Μαρίας
Ο Θανάσης με γύρισε σπίτι μου. Δεν ήθελα να φύγω είναι η αλήθεια. Ήμουν μια χαρά με τον Νίκο μου εκεί. Όταν έφτασα του έστειλα μυνημα. Και είπε πως αν προλάβει θα περάσει από το σπίτι το βράδυ. Είχαν δουλειά.
Έκανα ένα χαλαρωτικό μπάνιο και μπήκα στο δωμάτιο μου. Αφού έβαλα τις ζεστές μου μπιτζαμες, ξαπλωσα και πήρα το κινητό μου στα χέρια μου. Αρχισα να παίζω ένα παιχνίδι να περάσει η ώρα. Βαρέθηκα και το παράτησα στο κομοδινο δίπλα μου.
Και τώρα τι κάνουμε; σκέφτηκα και κοίταξα την βιβλιοθήκη μου απέναντι μου.
Ένα πλατύ χαμόγελο χαρακτηκε στο πρόσωπο μου. Σηκώθηκα και πήγα προς τα εκεί. Διαφορά λογοτεχνικά βιβλία κοσμουσαν την βιβλιοθήκη μου. Άνοιξα το λαπτοπ και μπήκα στο Word.
Διάφορες σημειώσεις, από διάφορες σκέψεις μου κοσμουσαν την αρχική οθόνη.
<<Και αν ενωσω όλες αυτές τις σκέψεις; θα μπορούσα και εγώ να γίνω μια συγγραφέας>>, ψιθύρισα καθώς άρχισα να ανοίγω τις σημειώσεις μια μια και να διαβάζω αυτά που είχα γράψει.
Σκόρπιες σκέψεις, συναισθηματα, φανταστικές ιστορίες που μου άρεσε από μικρή να γράφω. Και άλλα πολλά ήταν όλες αυτές οι σημειώσεις.
Και αν έγραφα την ζωή μου σε βιβλίο; μπα, δεν θα άρεσε. Εξάλλου ποιος θα ήθελε να διαβάσει την βαρετή ζωή μιας έφηβης; να μου πεις έτσι όπως έχει γίνει μόνο βαρετή δεν την χαρακτηρίζεις.
Ξεφυσηξα και έκλεισα πάλι το λαπτοπ. Κατευθυνθηκα προς το κρεβάτι μου και ξαπλωσα πάλι. Πήρα το κινητό μου και έβαλα μουσική να παίζει. Το άφησα δίπλα μου και έκλεισα τα μάτια μου.
Δεν θέλω να κοιμηθώ, μόνο να σκεφτώ, να χαθώ στον κόσμο της φαντασίας μου για λίγο.
Άκουγα τομ ρυθμό της μουσικής, τους στίχους του τραγουδιού και το μυαλό μου άρχισε πάλι να φτιάχνει μια φαντασίωση. Ήμουν εγώ και ο Νίκος. Αγκαλιά σε μια παραλία να κοιτάμε τα αστέρια. Δεν λέγαμε κάτι, δεν χρειαζόταν να πούμε κάτι. Ήταν ήρεμος, ήμουν ήρεμη, ήμασταν χαρούμενοι.
Βέβαια αυτή την φαντασίωση μου έπρεπε να καταστρέψει το χτύπημα τις πόρτας.
<<Μαρία κατέβα για βραδινό>>, άκουσα την φωνή της Κατερίνας και σηκώθηκα από το κρεβάτι.
<<Κατεβαίνω>>, είπα και έγνεψε θετικά κλείνοντας την πόρτα.
Είναι η τελευταία μέρα της Κατερίνας στο σπίτι. Εξάλλου αύριο είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς και πρέπει να είναι με τους δικούς της.
Η μαμά είναι πολύ καλύτερα, αν και δεν μπορεί να περπατήσει καλά ή να κάνει δουλειές λόγο του ποδιού και του χεριού της. Αλλά θα την βοηθήσω εγώ τώρα που θα φύγει η Κατ.
Με αυτά και με εκείνα δεν κατάλαβα ποτέ είχα κατέβει κάτω. Πήγα και κάθισα απέναντι από τον μπαμπά, δίπλα στον Στέλιο και η κατ μας σέρβιρε.
...
Αφού φάγαμε, χωρίς πολλές κουβέντες, είπανε Καληνύχτα με τον Στέλιο και ανεβηκαμε στα δωμάτια.
Ξαπλωσα στο κρεβάτι μου, όμως δεν είχα ύπνο. Σκεφτόμουν την σημερινή ημέρα. Και τις προηγούμενες.
Μέσα σε μια στιγμή, τα πάντα μπορούν να αλλάξουν.
Pov Νίκου
<<ΑΑΑ>>, βγήκε κραυγή πόνου από το στόμα μου όταν η σφαίρα... Ρε δεν γαμιεται; που θα καθισω να σας αναλύσω κιόλας. Εδώ πονάω.
<<Φίλε είσαι καλά;>>, ρωτάει ο Αλεξ από δίπλα μου.
<<Πόσο καλά να είμαι ρε Μαλακα, όταν με έχει πετύχει σφαίρα στον ώμο;>>, γρυλιζω και δεν μπαίνει καν στον κόπο να με κοιτάξει.
<<Θα τους γαμησω>>, ακούω τον Θανάση από την άλλη πλευρά καθώς πυροβολεί προς τους αντιπάλους.
Έλα Νίκο, το έχεις. Εμψυχωνω τον εαυτό μου και σηκώνομαι, με ένα ενεργό χέρι πλέον και συνεχίζω να συμμετέχω στην επίθεση.
Pov Μαρίας
Κοιτάω επίμονα το λαπτοπ μου. Η ώρα είναι ήδη 2 την νύχτα αλλά δεν έχω ύπνο και ο Νίκος δεν έχει φανεί. Η αλήθεια είναι πως δεν ανησυχώ, θα είναι καλά. Αλλά το προαισθημα δεν φεύγει και έχει και κλειστό το κινητό του.
Σηκώνομαι γρήγορα ενώ βάζω το μπουφάν μου και κατεβαίνω προσεκτικά κάτω. Βγαίνω εκτός σπιτιού και κάθομαι στην κούνια που έχουμε στο δέντρο.
Ο κρύος αέρας χτυπάει το πρόσωπο μου και εισχωρει στους πνεύμονες μου, κάνοντας με να νιώθω ζωντανή.
Το προαισθημα όμως δεν παύει να υπάρχει και έχω αρχίσει να φοβάμαι. Βγάζω το τηλέφωνο από την τσέπη και ξανα κάνω προσπάθεια να καλέσω. Για άλλη μια φορά, μου λέει ότι είναι απενεργοποιημενο.
Ξεφυσαω και βάζω το τηλέφωνο πάλι στην θέση του. Κοιτάζω τον νυχτερινό ουρανό. Δεν έχει σύννεφα ούτε τίποτα, είναι τόσο όμορφα.
Κλείνω τα μάτια και αφήνω τον αέρα να με χτυπήσει, ενώ το μυαλό φέρνει διάφορες αναμνήσεις με τον Νίκο. Όπως η πρώτη μέρα που γνωριστηκαμε.
**Flashback**
Είναι η δεύτερη μέρα του σχολείου σήμερα και εγώ για άλλη μια φορά μπαίνω τελευταία στην τάξη.
Τέλεια. Έχει μείνει μόνο του μόνο το πρώτο θρανίο.
Θα μπορούσα να καθισω και με την κοπέλα στο πίσω αλλά δεν είναι κοινωνικό άτομο για να καθισω εκεί.
Κάθομαι κανονικά και μπαίνει μέσα η καθηγήτρια. Όπα αυτή είναι η θεία μου.
<<Παιδιά γειά σας, ονομάζομαι κυρία Καλαρα και μαζί μου θα κάνετε το μάθημα της φυσικής αγωγής. Δηλαδή γυμναστική. Δεν θα βγούμε σήμερα στο προαύλιο, για να γνωριστούμε. Αλλά από την επόμενη φορά που θα βλέπετε το όνομα μου στο πρόγραμμα θα σας περιμένω έξω από το αμφιθέατρο. Όποιος αργήσει απουσία. Περιθώριο 5 λεπτών από όταν χτυπάει το κουδούνι. Όχι παραπάνω. Και δεν δέχομαι δικαιολογίες. Τώρα ας γνωριστούμε>>, τελείωσε τον μόνολογο της η καθηγήτρια και εγώ κοίταξα έξω από την πόρτα η οποία ήταν ανοιχτή.
Ένα όμορφο αγόρι, μαζί με τον διευθυντή κατευθυνοντουσαν προς τα εδώ. Καθώς παρατηρούσα τον όμορφο νεαρό είδα πως και αυτός με κοιτούσε. Ένα πονηρό χαμόγελο κάλυψε τα χείλη του, όταν ο διευθυντής του έκανε νόημα να μπει στην τάξη μας.
Το αγόρι στάθηκε ακριβώς μπροστά μου. Και έτσι όπως είχα καθίσει σε λίγο θα φιλουσα τα οπίσθια του. Έκανα απότομα πίσω στην καρέκλα μου, με αποτέλεσμα να του τραβήξω την προσοχή. Με κοίταξε γελώντας ελαφρά και μου έκλεισε το μάτι. Αμέσως κοίταξα προς την καθηγήτρια και προσπάθησα να τον αγνοησω.
<<Πέρασε Πέτρου>>, είπε ο διευθυντής και το αγόρι έγνεψε θετικά πηγαίνοντας προς το κέντρο της αίθουσας.
<<Κάθισε παιδί μου. Να, εδώ στο πρώτο θρανίο έχει θέση>>, συμπλήρωσε ο διευθυντής και τον κοίταξα τρομοκρατημενη.
ΕΜΈΝΑ ΜΕ ΡΏΤΗΣΕ; ΔΕΝ ΤΟΝ ΘΈΛΩ ΔΊΠΛΑ ΜΟΥ!!!
Εσωτερικά έκανα διάφορες εκρήξεις και ταυτόχρονα ανέβαζα παλμους.
Αυτός σαν να αγνοησε τον διευθυντή, έκατσε στο 3ο θρανίο. Δηλαδή 2 θρανία πίσω μου. Ξεφυσηξα και ξεροκαταπια ταυτόχρονα, καθώς δεν είχε σταματήσει να με κοιτάει με το ίδιο πονηρό χαμόγελο.
Φαίνεται τόσο κοινωνικός. Ήξερε μόνο 2 άτομα από όλη την τάξη. Και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είχε ήδη κερδίσει κάθε προσοχή και σεβασμό.
Πως το κάνει αυτό; εγώ με το που μπήκα στην τάξη όλοι με κοίταξαν υποτιμητικα.
Η καθηγήτρια άρχισε να μιλάει πάλι. Και μετά άρχισε να γνωρίζει κάθε άτομο ξεχωριστά. Όνομα, επώνυμο, περιοχή της πόλης, με τι ασχολούνται, γιατί επέλεξαν επαλ, τι θέλουν να περάσουν και πολλές ακόμα ερωτήσεις.
Όταν έφτασε η σειρά μου, κομπλαρα, όμως κατάφερα να μιλήσω. Με μερικά τραυλισματα. Αυτός φαινόταν να το απολαμβάνει. Με κοιτούσε ακόμα με το πονηρό χαμόγελο. Κάτι που με έκανε να νιώθω τόσο αβολα.
**end of flashback**
Δεν ήξερα να περιγράψω τότε εκείνο το συναίσθημα. Τώρα ξέρω. Έρωτας.
Άνοιξα σιγά σιγά τα μάτια μου και κοίταξα ευθεία. Καθόταν ο Νίκος απέναντι μου και με κοιτούσε τόση ώρα;
<<Τι κάνεις εδώ έξω;>>, με ρώτησε με βαριά κουρασμένη φωνή.
<<Σε περίμενα>>, του είπα με ήρεμη φωνή και έκανε να με πλησιάσει.
Όσο και να ήθελε να το κρύψει έβλεπα τους μορφασμους πόνου που έκανε λάθος προχωρούσε.
Το βλέμα μου σοβαρεψε και το χαμόγελο μου έσβησε. Τομ πλησίασα γρήγορα για να τον παρατηρήσω. Ηταν χυυοημενος. Πολύ χτυπημενος.
<<Νίκο; τι στο; τι έπαθες;>>, ρώτησα ανησυχη αλλά το μόνο που είπε ήταν να σταματήσω να μιλάω και πως είναι καλά.
<<Σσσς, είμαι καλά.>>, είπε εξαντλημενος και έπειτα από λίγο ο Αλεξ εμφανίστηκε μπροστά μας.
<<Βοήθησε με να τον πάω σπίτι >>, είπα στον Αλεξ αλλά έγνεψε αρνητικά.
<<Θα τον πάμε στο δικό του. Πάμε στο αμάξι>>, είπε ο Αλεξ και έγνεψα.
Οταν φτάσαμε σπίτι του Νίκου. Τον βοήθησα να ανέβει πάνω, να κάνει ένα μπάνιο, του περιποιηθηκα τις πληγές και η ώρα είχε πάει ήδη 7 το πρωί.
<<Πήγενε βάλε από τα ρούχα μου κάτι>>, άκουσα τον Νίκο να λέει και έγνεψα θετικά πηγαίνοντας προς την ντουλάπα του. Φόρεσα μια φόρμα και ένα Φουτερ του. Τα οποία μου ήταν τεράστια αλλά τόσο ζεστά και μυριζαν Νίκος.
<<Σου πάει>>, σχολίασε ο Νίκος και κοίταξα κάτω δαγκώνοντας το κάτω χείλος μου έντονα.
<<Ευχαριστώ>>, του είπα και μου έκανε νόημα να πάω κοντά του.
Οταν τον πλησίασα έπιασε το χέρι μου και με τράβηξε κοντά του, ενώνοντας τα χείλη μας. Ανταποκριθηκα αμέσως και το φιλί έγινε γρήγορα παθιασμενο.
Την στιγμή διέκοψε το τηλέφωνο μου. Απομάκρυνθηκα γρήγορα και το κοίταξα.
"Πατέρας" αναγράφοταν πάνω και ξεροκαταπια.
Απάντησα αμέσως και έβαλα το τηλέφωνο στο αυτί μου.
<<Μαρια που είσαι; μας έχεις ανησυχησει, εξαφανίζεσαι έτσι. Έλα αμέσως εδώ>>, φώναξε ο πατέρας μου από την άλλη γραμμή με αποτέλεσμα να απομάκρυνω το τηλέφωνο.
<<Είμαι όπου γουστάρω. Μην ανησυχείς. Πες της μαμάς ότι είναι καλά και θα έρθω σήμερα. Τώρα τι ώρα μην με ρωτάς δεν ξέρω>>, απάντησα κοφτα και το έκλεισα πριν πει το οτιδήποτε. Απενεργοποιησα και το κινητό και κοίταξα τον Νίκο.
<<Να τον σκοτώσω;>>, ρώτησε και τον κοίταξα σοβαρά.
<<Σοβαρά, ναι. Στην Πλάκα όχι>>, του είπα και με κοίταξε μπερδεμένος.
<<Εννοώ δεν με νοιάζει. Είτε νεκρός είτε ζωντανός, το ίδιο μου κάνει>>, του είπα και έγνεψε θετικά.
Μπήκα στην αγκαλιά του με προσοχή και έκλεισα τα μάτια μου καθώς άκουγα την βαγια αναπνοή του και τους χτύπησε της καρδιάς του. Σύντομα κοιμήθηκα.
Το μεσημέρι όπου ξύπνησα ο Νίκος ακόμα κοιμόταν ήρεμα δίπλα μου. Του άφησα ένα απαλό φιλί στο μάγουλο και σηκώθηκα να κάνω ένα γρήγορο ντουζ.
Είχαμε πάει στο σπίτι όπου είχε κάνει το πάρτι στα γενέθλια του. Είναι τεράστιο το σπίτι όμως δεν μένει κανένας εκεί.
Αφού έκανα το μπάνιο μου μπήκα πάλι στο δωμάτιο και έβαλα μια φόρμα και ένα Φουτερ του. Αχ είναι τόσο ζεστά.
<<Σου πάνε>>, άκουσα την βαριά φωνή του και γύρισα να τον κοιτάξω.
<<Λέω, τα Φουτερ μου, σου πάνε>>, είπε ξανά με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη του. <<Αν και σε προτιμώ και χωρίς αυτά>>, συνέχισε δαγκωνοντας το κάτω χείλος του. Μια φόρμα του προσγειώθηκε στο πρόσωπο του κάνοντας τον να γελάσει.
Δεν είχα κάτι άλλο να πετάξω εντάξει;
<<Ναι, τώρα με σκότωσες>>, είπε γελώντας και τον κοίταξα δολοφονικα.
Έκανε να πιάσει την μπλούζα με το αριστερό του χέρι, όμως μόρφασε και με το δεξί στερεωθηκε καλύτερα στο κρεβάτι. Πήγα γρήγορα κοντά του και παρατήρησα τον ώμο του.
<<Ο θεε μου>>, είπα όταν είδα η πληγή να βγάζει πολύ αίμα.
<<Αχ, θέλει περιποίηση>>, σχολίασε και σηκώθηκα για να βρω το κουτί πρώτων βοηθειων.
Οταν γύρισα στο δωμάτιο δεν ήταν εκεί.
<<Νίκο;>>, ρώτησα και πήρα ένα μουγκριτο από το μικρό μπάνιο του δωματίου.
Χωρίς δεύτερη σκέψη άνοιξα την πόρτα και τον είδα να στέκεται μπροστά από τον νυπτιρα.
<<Πονάει;>>, ρώτησα και έγνεψε θετικά.
<<Θα περάσει>>, είπε κοφτα και τον έβαλα να καθίσει.
Έβγαλα την γάζα που είχε εκεί και αφού το καθάρισα με νερό, του έβαλα οινόπνευμα στην πληγή, κάτι που τον έκανε να πετάγεται στον αέρα. Έπειτα του έβαλα καθαρές γάζες και πέταξα τα μολυσμένα στον κάδο.
<<Μην γίνεις ποτέ νοσηλευτρια, θα τους καταστρέψεις>>, είπε και τον κοίταξα δολοφονικα.
<<Ναι συγνώμη που στα μαθήματα ειδικότητας δεν μας έχουν μάθει ακόμα πως να περιποιουμαστε μια πληγή. Και μια χαρά σε περιποιηθηκα δεν κατάλαβα. Την επόμενη φορά άλλαξε γαζα μόνος σου>>, του είπα επιθετικά και βγήκα από το μπάνιο.
Τον είδα να με ακολουθει από πίσω και με έπιασε από το χέρι.
<<Ει ει συγνώμη, για πλάκα το είπα μωρό μου, η καλύτερη είσαι>>, μου είπε αλλά συνέχισα να τον κοιτάω με το ίδιο βλέμα.
<<Ναι, ναι, ότι πεις>>, του απάντησα και ξεφύσηξα.
<<Αχ μην με κοιτάς έτσι, ξέρεις ότι δεν μπορώ να σου θυμωσω>>, του είπα με παράπονο όταν τον είδα πως με κοιτούσε και αυτός χαμογελασε.
<<Και γιατί αυτό;>>, ρώτησε κοιτώντας με χαμογελωντας παιχνιδιαρικα.
Χαμογελασα και εγώ και τον πλησίασα, τόσο ώστε τα πρόσωπα μας να απέχουν λίγα εκατοστά.
<<Γιατί σε αγαπάω>>, του ψιθύρισα και ακουμπησα απαλά τα χείλη μας μεταξύ τους. Απομακρύνθυκα αμέσως και βγήκα από το δωμάτιο, κατευθυνόμενη για την κουζίνα.
Οταν έφτασα, άνοιξα το ψυγείο και έβγαλα μερικά αυγά και το τυρί, μπέικον και ακόμα μερικά υλικά που χρειαζόμουν.
<<Τι κάνεις;>>, άκουσα την φωνή του να ρωτάει με περιέργεια καθώς εγώ προσπαθούσα να πιάσω το τηγάνι από το πάνω ντουλάπι.
Γιατί τα ντουλάπα είναι τόσο ψηλά; Και γιατί βάζουν εκεί τα τηγάνια;
Τον άκουσα να γελάει και έπειτα είχε έρθει πίσω μου πιάνοντας το τηγάνι με το μη χτυπημενο του χέρι.
<<Ευχαριστώ>>, ψελισα ελαφρώς και γέλασε.
<<Παρακαλώ, κοντή>>, μου είπε δίπλα από το αυτί μου και μου έδωσε το τηγάνι.
Έφυγε και καθισε στον πάγκο-τραπεζι της κουζίνας όσο εγώ μαγείρευα. Το μενού έχει ομελέτα για σήμερα.
Οταν ήταν έτοιμη η πρώτη την έβαλα στο πιάτο και του την έδωσα.
<<Καλή όρεξη>>, του είπα και γύρισα πάλι στο τηγάνι.
Προς έκπληξη μου, όταν ήταν έτοιμη και η δικιά μου ομελέτα και γύρισα να καθισω, δεν είχε φάει τίποτα. Τον κοίταξα περίεργα όσο με κοιτούσε επίμονα.
<<Γιατί δεν έφυγες; τόσο χάλια μαγειρεύω;>>, τον ρώτησα γελώντας και με κοιτούσε ακόμα όπως και πριν.
<<Απλά σε περίμενα να φάμε μαζί, τόσο κακό είναι;>>, ρώτησε απαλά και χαμογελασα.
<<Είσαι τόσο γλυκός όταν θέλεις>>, είπα με γλυκιά φωνή και γέλασε.
<<Πάντα ήμουν και είμαι, απλά δεν πρέπει να το δείχνεις πάντα προς τα έξω αυτό. Μόνο στα άτομα που το αξίζουν>>, απάντησε και σηκώθηκα γρήγορα από την καρέκλα μου πηγαίνοντας προς το μέρος του.
Τον έκανα μια αγκαλιά και τον εσφιγκα πάνω μου.
<<Σιγά σιγά, Μαρία. Και εγώ σε αγαπαω αλλά. Α. Με πονάς>>, είπε και απομακρύνθυκα αμέσως.
<<Συ.. Συγνώμη>>, είπα και κατέβασα το κεφάλι μου.
<<Ειι, μην ζητάς συγνώμη αγριογατα>>, μου είπε και μου σήκωσε το κεφάλι να τον κοιτάω.
<<Ναι, αλλά σε πόνεσα, δεν το ήθελα>>, του είπα και γέλασε.
<<Ξεχνάς πως 3 μήνες σχεδόν πριν με είχες στείλει νοσοκομείο, από ξύλο έτσι;>>, ρώτησε γελώντας και στην μνήμη μου έφερα εκείνη την μερα.
<<Χεχε, είχα θωλωσει, δεν το καταλάβαινα ότι έβαζα τόση δύναμη>>, απάντησα αμηχανα.
<<Έλα τώρα, κάτσε να φας και μην σκέφτεσαι τίποτα>>, μου είπε και έγνεψα θετικά γυρνώντας να πάω προς την καρέκλα μου.
Ένα χτύπημα στα οπίσθια μου με σταμάτησε όμως. Γύρισα απότομα πίσω και τον κοίταξα δολοφονικα.
<<Νίκο>>, τον μαλωσα και γέλασε.
<<Δεν φταίω εγώ, ας μην κουνάς τον κωλο σου μπροστά μου μωρό μου>>, απάντησε και κέρδισε ακόμα ένα δολοφονικο βλέμα.
Κάθισα απέναντι του και άρχισα να τρώω την ομελέτα μου. Ζωγράφισα πάλι η άτιμη.
...
<<Μαρία, θες να μείνεις εδώ το βράδυ; είναι παραμονή και θα ήθελα να την περάσουμε μαζί>>, ρώτησε ο Νίκος καθώς με είχε στην αγκαλιά του και βλέπαμε ταινία.
<<Θέλω>>, είπα και γύρισα να τον κοιτάξω.
<<Αλλά δεν ξέρω τι θα πουν οι γονείς μου>>, του είπα και έγνεψρ θετικά λυπημένος.
<<Θα με πας σπίτι; τώρα;>> του είπα και έγνεψε θετικά.
<<και θα σου στείλω αργότερα για το τι είπαν>>, συνέχισα και τον είδα να έχει ήδη σηκωθεί από τον καναπέ.
Αφού ετοιμαστηκαμε, βγήκαμε από το σπίτι και προχωρήσαμε προς το αμάξι.
<<Μπορείς να οδηγήσεις; >>, τον ρώτησα, κάτι που δεν το είχα σκεφτεί πιο πριν.
<<Ναι, μην ανησυχείς>>, απάντησε και μπήκαμε μέσα.
Ξεκίνησε το αμάξι και τον έβλεπα που μωρφαζε αλλά παρόλα αυτά προσπαθούσε να δείξει καλά.
Φτάσαμε έξω από το σπίτι και του άφησα ένα γλυκό φιλί στο στόμα.
Βγήκα αφού τον χαιρετισα και μπήκα στο σπίτι μου. Τώρα εγώ ανησυχώ για εκείνον. Αλλα θα είναι καλά.
Pov Νίκου
Αφού μπήκε στο σπίτι ξεκίνησα για το δικό μου πάλι. Μακάρι να μείνει σε εμένα απόψε. Μου είχε λείψει τόσο πολύ. Το άρωμα της, η φωνή της, το άγγιγμα της. Όλα.
Πόσο μου την δίνει όταν την κοιτάνε οι άλλοι στον δρόμο, όταν τις λένε πόσο όμορφη είναι και αυτή λέει ευχαριστώ με τον πιο γλυκό τρόπο, μιας και η ίδια δεν το πιστεύει. Μόνο όταν της το λέω εγώ. Έχω δει πόσο λάμπουν τα μάτια της, πως κοκκινιζουν τα μάγουλα της, πόσο λατρεύει να το ακούει από εμένα.
Δεν παυω να ζηλεύω όμως. Είναι δική μου, μόνο δική μου. Δεν θέλω κανένας άλλος να την αγγίζει, κανένας άλλος να της μιλάει όπως της μιλάω, κανένας άλλος να την κοιτάζει. Και να μην κοιτάζει κανέναν άλλον αυτή. Είναι μόνο δική μου και δεν θα επιστρέψω στον εαυτό μου να την χάσω.
Με αυτά και με εκείνα έφτασα στο σπίτι.
Ο ωμός μου με πεθαίνει. Και να φανταστείς ότι ο Αλεξ μου αφαίρεσε την σφαίρα.
Προχώρησα προς την κουζίνα και πήρα δύο ντεπον για τον πόνο. Αν σε δεκαπέντε λεπτά δεν δρασουν θα πάρω άλλα δύο.
Έκανα ένα γρήγορο μπάνιο και περιποιηθηκα ξανά τον ώμο μου. Ευτυχώς κουνάω το χέρι. Απλά με πονάει.
Η ώρα έχει πάει 9 και ακόμα δεν έχω δει μυνημα της. Θα πρέπει να ανησυχώ; και αν της έκανε κάτι ο πατέρας της; και αν δεν την άφησε να έρθει; και αν της πήρε το τηλέφωνο;
Σκάσε Νίκο.
Η φωνή της λογικής μου, με επανέφερε στην πραγματικότητα.
Αντε ρε Μαρία.
Pov Μαρίας
<<Γιατί να μην πάω ρε μπαμπά;>>, ρώτησα και με κοίταξε έξω φρενων.
<<Γιατί έτσι το λέω εγώ. Και εχτές εκεί ήσουν και σχεδόν κάθε μέρα κοιμάσαι ή εσύ εκεί ή αυτός εδώ. Προχώρα στο δωμάτιο σου, τώρα! Και δεν έχει φαγητό για σήμερα. Και μην διανοηθεις να του πεις να έρθει. Θα τον περιλαβω με την καραμπινα!>>, φώναξε ο πατέρας μου και σηκώθηκα από τον καναπέ και πήγα γρήγορα πάνω. Κλείδωσα την πόρτα και άρχισα να κλαίω.
Είναι άδικο! Τόσο άδικο!
Τότε ένα μυνημα ήρθε στο κινητό μου.
"Σταμάτα να κλαίς" έλεγε το μυνημα που ήταν από τον Νίκο.
"Πως ξέρεις ότι κλαίω; που είσαι;" του απάντησα και περίμενα την απάντηση του.
Μια φωτογραφία ήρθε αντί για μυνημα, που μου έδειχνε το παράθυρο μου.
"μπορείς να κατέβεις από το παράθυρο;" μου έστειλε και αμέσως άρχισα να ετοιμάζομαι.
Άφησα το τηλέφωνο στο δωμάτιο και κατευθυνθηκα προς το παράθυρο. Πέρασα τα πόδια μου έξω από το παράθυρο και κοίταξα κάτω. Τον είδα να στέκεται εκεί από κάτω να μου κάνει νόημα να πήδηξω.
Ξεροκαταπινω και κρατιέμαι πιο σφιχτά από το παράθυρο. Κλείνω τα μάτια μου και νιώθω το σώμα μου να αρχίζει να τρέμει.
Είναι ψηλά Οκευ;
Τα ανοίγω ξανά και τον κοιτάω που με περιμένει ακόμα. Κοιτάω το δέντρο δίπλα μου και εντοπίζω ένα χοντρό κλαδι, όχι και τόσο μακριά. Εστιάζω εκεί και σηκώνομαι όρθια. Κάνω ένα Αλμα και πιάνομαι από το κλαδι.
Ναι, ναι, ναι! Τα κατάφερα.
Βάζω τα πόδια μου σε ένα κλαδι πιο κάτω, λίγο πιο δεξιά και κλαδι κλαδι φτάνω αρκετά χαμηλά όσπου πηδαω στο έδαφος.
Εντωμεταξυ κάνει κρύο και έχει αρχίσει να χιονίζει.
Ο Νίκος με πήρε αγκαλιά καο τρέξαμε στο αμάξι. Μπήκαμε μέσα και φύγαμε.
<<Όταν λέω ότι είσαι γάτα εσύ>>, σχολιάζει ο Νίκος γελώντας και γελάω και εγώ.
<<Προσγειώνομαι πάντα στα πόδια μου, είμαι πονηρη, έχω νύχια σαν τις γάτας και φυσικά όχι ψεύτικα όπως κάποιες άλλες. Αχ και προχτές τα έφτιαξα και είναι τόσο ωραία>>, άρχισα να παραλυρω και γέλασε.
<<Που προσπαθείς να καταλήξεις; >>,, με ρώτησε και συνυλθα.
<<Στο ότι σωστά με παρομοιαζεις με γάτα>>, του απάντησα και γελάσαμε.
Φτάσαμε σπίτι του και κατέβηκαμε από το αμάξι. Η ώρα είναι κοντά 11.
Άνοιξε την πόρτα και μπήκαμε μέσα.
<<Θα σε πήγαινα σε εκείνο το σπιτάκι αλλά δεν θα προλάβουμε πριν αλλάξει ο χρόνος, οπότε θα τα περάσουμε εδώ>>, μου είπε και έγνεψα θετικά προχωροντας μέσα.
<<Τι θες να κάνουμε;>>, με ρώτησε και κούνισα αδιάφορα τους ώμους μου.
<<Θα ήταν πιο όμορφα στο σπιτάκι εκείνο. Τζάκι, ζεστή σοκολάτα, ότι πρέπει για το βράδυ τις Πρωτοχρονιάς>>, σχολίασα λυπημένη και με κοίταξε σκεπτικός.
<<Έχω ακόμα ένα εδώ κοντά. Περίπου μισή ώρα. Προλαβαίνουμε να πάμε εκεί. Βέβαια αυτο είναι της μαμάς μου και δεν ξέρω μήπως έχουν πάει εκεί οι δικοί μου. Αν και δεν το νομίζω, έχουν χρόνια να πατήσουν εκεί>>, σχολίασε ο Νίκος και έγνεψα θετικά.
Πριν προλάβω να πω το οτιδήποτε με είχε πιάσει από το χέρι και πηγαίναμε πάλι προς το αμάξι.
<<Δεν γαμιεται πάμε εκεί>>, είπε πριν τον ρωτήσω τι κάνει, απαντώντας στις σκέψεις μου.
Μπήκαμε στο αμάξι και ξεκίνησε την διαδρομή. Φτάσαμε σε ένα σπιτάκι κοντά στο δάσος και κατέβηκαμε.
<<Κανένα αμάξι. Δεν είναι εδώ >>, είπε ο Νίκος τραβοντας με προς τα μέσα.
Έκανε πολύ κρύο. Ο Νίκος μου φόρεσε το μπουφάν του και έπειτα άναψε το τζάκι.
Ήταν πιο μεγάλο από το άλλο σπιτάκι αυτό, με περισσότερα δωμάτια
<<Είναι ένα από τα εξοχικα μας. Εδώ ερχόμασταν τα Χριστούγεννα όταν ήμουν μικρός.>>, είπε και έγνεψα θετικά πλησιάζοντας τον με 2 κούπες ζεστή σοκολάτα.
Κάθισα δίπλα του στο πάτωμα μπροστά από το τζάκι δίνοντας του την σοκολάτα του και ακουμπώντας την δική μου κάτω. Έβγαλα το μπουφάν και το άφησα στον καναπέ.
<<Μαρεσει εδώ>>, σχολίασα και τον είδα να κοιτάει το τζάκι.
<<Και εμένα>>, είπε απαλά πίνοντας μια γουλιά από την σοκολάτα του.
<<τι ώρα εκεί; άφησα το κινητό μου στο σπίτι μου>>, τον ρώτησα και κοίταξε στο δικό του.
<<11.29>> μου είπε και τον κοίταγα επίμονα.
<<Ο ωμός σου είναι εντάξει;>>, ρώτησα και γύρισε να με κοιτάξει.
<<πήρα παυσιπονα και δεν πονάει όταν τον κουνάω>>, μου απάντησε και έγνεψα θετικά.
Άρχισε να κάνει πολύ ζέστη με το τζάκι και αφαίρεσα το Φουτερ όπου φορούσα. Καθώς το αφαιρούσα ατσαλα, σηκώθηκε αρκετά ψηλά η απο μέσα φανέλα όπου φορούσα. Ο Νίκος φυσικά και το παρατήρησε και κάρφωσε το βλέμμα του εκεί.
<<Τι; Απλά ζεστενομαι>>, είπα και δεν σταμάτησε να με κοιτάει. Έπειτα σήκωσε το βλέμα του στα μάτια μου.
Η οπτική επαφή μας κράτησε ούτε εγώ ξέρω για πόσο, μέχρι που ο Νίκος αποφάσισε να σπάσει την απόσταση μεταξύ μας, ορμοντας στα χείλη μου.
Τα ζεστά του χέρια έπιασαν την μέση μου και με ξαπλωσαν πίσω ενώ τα χείλη του παλευαν με τα δικά μου. Αρχισε να σηκώνει την μπλούζα μου καθώς εγώ τραβαγα από πάνω την δικιά του. Έσπασε το φιλί μας για να πάρουμε ανάσα ενώ ταυτόχρονα έβγαλε την μπλούζα του και την δική μου με αστραπιεες κινήσεις. Ενωσε για άλλη μια φορά τα χείλη μας καθώς ξαπλωσε από πάνω μου και πιεζε το σώμα μου με το δικό του.
Άφησε τα χείλη μου και προχώρησε προς τον λαιμό μου αφήνοντας μου υγρά φιλιά και μικρές δαγκωνιες εκεί. Κραρουαα τα χείλη μου ερμητικα κλειστά, μην αφήνοντας κανέναν αναστεναγμο να ξεφύγει από αυτά. Τα χέρια μου μεταφέρθηκαν στα μαλλιά του τραβοντας τα απαλά.
Αρχισε να προχωραει πιο χαμηλά, αφήνοντας φιλιά στην κλείδα μου και πιο χαμηλά. Όσους έφτασε λίγο πιο πάνω από το στήθος μου, ενώ με τα χέρια του αφαιρούσε αργά τις τιραντες του σουτιέν μου. Αφού το έβγαλε εντελώς έπιασε με το χέρι του το στήθος μου και άρχισε να το μαλαζει ενώ ταυτόχρονα άφηνε φιλιά στην περιοχή λίγο πιο πάνω από εκεί. Άφησε το αριστερό στήθος μου και έπιασε με το χέρι του το δεξί, ενώ έκλεισε την αριστερη ρογα μου ανάμεσα στα ζεστά του χείλη. Ένας αναστεναγμος μου ξέφυγε από μέρος μου κάνοντας τον να κάνει πιο έντονα από πριν, αυτό που έκανε. Μετά από λίγο επανέλαβε την κίνηση του και στο δεξί μου στήθος.
Αφού τελείωσε με εκεί άρχισε να αφήνει φιλιά κατά μήκος της κοιλιάς μου φτάνοντας στο λάστιχο της φόρμας. Με τα χέρια του άρχισε να το κατεβάζει αργά και βασανιστικά ενώ ταυτόχρονα άφηνε φιλιά σε όλη την περιοχή την οποία αποκαλυπτε. Προσπέρασε την ευαίσθητη περιοχή μου και συνέχισε να αφήνει φιλιά στο εσωτερικό των μπουτιων μου. Μέχρι να αφαιρέσει αργά την φόρμα μου.
Αφού το έκανε αυτο έβγαλε με γρήγορες κινήσεις και την δική του και στάθηκε πάλι από πάνω μου. Έφερε το πρόσωπο του κοντά στο δικό μου και άφηνε τις βαριές του ανάσες να σκάνε πάνω του.
<<Να συνεχίσω;>>, ρώτησε με βαριά φωνή κοιτώντας με στα μάτια.
Για λίγο χάθηκα μέσα στο σκοτεινό χάος τους και έπειτα έγνεψα θετικά ενώ ένιωθα την επιθυμία μου, να τον νιώσω μέσα μου, να μεγαλώνει.
<<Ν..ναι>>, του είπα και άφησε ένα απαλό φιλί δίπλα ακριβώς από τα χείλη μου, ίσα ίσα να ακουμπήσουν οι άκρες τους.
Τα χέρια του χάιδευαν κάθε πτηχη του σώματος μου. Κάθε του κίνηση και ένας αναστεναγμος. Κάθε του κίνηση και ένα κύμα ηλεκτρικού ρεύματος με διαπερνουσε. Σε κάθε του κίνηση τον ήθελα όλο και περισσότερο μέσα μου.
Το χέρι του γλυστρισε μέσα από το εσώρουχο μου και άρχισε ένα κάνει κυκλικες κινήσεις με τα δάχτυλα του. Με το ελεύθερο χέρι του έσκισε το εσώρουχο για να έχει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων ενώ έπειτα το ανέβασε στην μέση μου κρατώντας την σταθερή.
Εισχωρισε ένα δάχτυλο μέσα μου ενώ ταυτόχρονα με φιλουσε για να μου αποσπάσει την προσοχή. Έκανε απαλές κινήσεις, σαν να φοβόταν πως θα σπάσω. Τα χείλη του κινούνταν απαλά και ήρεμα πάνω στα δικά μου ενώ το μεσαίο του δάχτυλο ήταν βυθισμενο μέσα μου και μπαινοβγαινε αργά, ταυτόχρονα ο αντιχειρας του έπαιζε με την κλειτωριδα μου.
Άρχισε να επιταχύνει τις κινήσεις του σταδιακά ενώ άρχισε να αυξάνει και τον αριθμό δαχτυλων. Με τα φιλιά του επνιγε τους αναστεναγμους μου. Μέχρι την στιγμή που έφτασα στην κορύφωση. Ένιωσα το κάψιμο χαμηλά στην κοιλιά και η υδονη ήταν τόσο μεγάλη που έκανα το κεφάλι μου πίσω σπαζοντας το φιλί.
Ο Νίκος σαν να κατάλαβε ότι κοντευα να τελειώσω άρχισε να χαμηλώνει τις κινήσεις του, ώσπου σταμάτησε να κινεί τα δάχτυλα του αφήνοντας τα μέσα μου. Έβγαλα ένα επιφωνημα έκπληξης και προσπαθούσα να αναπνευσω κανονικά ενώ εκείνος κοιτούσε έντονα τα μάτια μου. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη.
Έπειτα από λίγο ξεκίνησε απότομα να κινεί παλο τα δάχτυλα του κάνοντας με να κραυγαξω και να του γρατζουνισω την πλάτη έντονα. Με αυτή μου την κίνηση έβγαλε ένα μουγκριτο ενώ άφηνε φιλιά στον εκτεθημενο λαιμό μου.
<<Νίκο>>, φώναξα νιώθωντας την κοιλιά μου να κάνει μικρούς σπασμους.
Άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο και τα υγρά του σώματος μου βγήκαν. Τελείωσα στα χέρια του και τον κοίταξα λαχανιασμενη. Με φιλισε με πάθος και ύστερα άρχισε πάλι μια γραμμή φίλων από τον λαιμό μου ως και την περιοχή μου.
Αφού εγλυψε και καταπιε τα υγρά που υπήρχαν εκεί, άρχισε να παίζει με την κλειτωριδα μου, χρησιμοποιώντας την γλώσσα του. Ένα κύμα ηλεκτρισμού με διαπερασε και ένας δυνατός αναστεναγμος ξέφυγε από τα χείλη μου. Τοποθέτησε τα χέρια του δεξιά και αριστερά στην λεκάνη μου, κρατώντας με σταθερή, ενώ έκανε ακόμα πιο έντονες τις κινήσεις του. Όση ώρα το έκανε αυτο με κοιτούσε στα μάτια κάνοντας με να το απολαμβάνω περισσότερο.
Οταν πλέον τα πράγματα είχαν γίνει πολύ έντονα σταμάτησε ότι έκανε και σηκώθηκε όρθιος. Κατέβασε το εσώρουχο του και πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια μου. Με κοίταξε έντονα και έγνεψα θετικά περιμένοντας την επόμενη κίνηση του.
Έπιασε τα χέρια μου και τα έβαλε γύρω από τον λαιμό του, ενώ μετά άνοιξε και άλλο τα πόδια μου. Το κεφάλι του μοριου του ήταν στην είσοδο μου και τον κοιτούσα επίμονα περιμένοντας. Φαίνονταν να σκέφτεται. Ίσως την προηγούμενη φορά. Με κοίταξε για ακόμα μια φορά και αφού πήρε επιβεβαίωση έκανε μια μικρή εισχωριση σιγά σιγά. Βγήκε από μέσα μου και επανέλαβε την ίδια κίνηση λίγο πιο βαθιά αυτή την φορά. Έκανε να βγει αλλά δεν βγήκε εντελώς, μπαίνοντας για 3η φορά μέσα μου ακόμα πιο βαθιά.
Ενας οξύς πόνος με διαπερασε και ένιωθα πως κάτι έσπασε εκεί. Τα νύχια μου καρφωθηκαν στο δέρμα της πλάτης του. Ένιωσα το χέρι του στο μάγουλο μου και άνοιξα τα μάτια μου τα οποία είχα κλείσει σφιχτά.
<<Θα περάσει>>, μου ψιθύρισε ενώ εσκυψε να με φιλισει καθώς έκανε ακόμα μια πιο βαθιά εισχωριση.
Πυροτεχνήματα άρχισαν να ακούγονται απέξω, γεγονός που προδιδε πως το νέο έτος μόλις μπήκε.
Ο Νίκος συνέχιζε τις αργες εισχωρισεις μέσα μου χωρίς να σπάσει το φιλί. Απομάκρυνθυκε έπειτα από λίγο για να πάρει ανάσα ενώ συνέχισε να μπαινοβγαινει μέσα μου αργά.
<<Καλη χρόνια>>, είπε πάνω στο πρόσωπο μου, ξεπνοα και έκανε μια πιο βαθιά εισχωριση.
<<Κα..καλη χρόνια>>, είπα αναστεναζοντας.
Μετά από λίγο ο πόνος πέρασε και ο Νίκος άρχισε να κάνει πιο γρήγορες τις κινήσεις τους. Ο ρυθμός παρέμενε σχετικά αργός όμως. Τα χέρια μου πέρασαν ανάμεσα στα μαλλιά του τραβήξτε τα ελαφρά. Αναστεναγμοι και μουγκριτα έβγαιναν και από τους δύο.
Αρχισα να νιώθω αυτό το κάψιμο στην κοιλιά μου για δεύτερη φορά και επιταχυνε για λίγο παλι τις κινήσεις του. Τελείωσα φωνάζοντας το όνομα του και με 2 βαθιές αλλά αργες εισχωρισεις ακόμα βγήκε από μέσα μου και άφησε τα υγρά του να πέσουν στην κοιλιά μου.
Ξαπλωσε πάνω μου ενώ ετριψε την μύτη του στον λαιμό μου. Τα χέρια μου ήταν ακόμα μπερδεμένα με τα μαλλιά του. Οι ανάσες μας και των δύο ακανονιστες.
<<Σε αγαπάω>>, είπε και τον εσφιξα πάνω μου.
<<Και εγώ σε αγαπαω>>, του απάντησα και ανασηκωθηκε λίγο για να με φιλισει.
Pov Μαρίας
Αρχίζω να νιώθω πως κρυώνω και τραβάω την κουβέρτα πάνω μου. Ένα μουγκριτο ακούγεται και τραβάω ακόμα περισσότερο την κουβέρτα πάνω μου, τυλιγοντας την γύρο μου. Νιώθω σαν σάντουιτς αυτή την στιγμή.
<<Κάνει κρύο>>, ακούω έναν ψιθυρο στο αυτί μου και προσπάθησα να κρύψω το κεφάλι μου στην κουβέρτα.
Λίγο αργότερα νιώθω να στροβιλιζομαι και η κουβέρτα να φεύγει από πάνω μου.
<<ΚΡΥΏΝΩ>>, φώναξα και άκουσα ένα γέλιο.
Άνοιξα τα μάτια μου να δω τον Νίκο, όρθιο, να κρατάει την κουβέρτα μπροστά του και να με κοιτάει, καθώς δαγκώνει τα χείλη του.
Ο κρύος αέρας έμπαινε στο δωμάτιο κάνοντας με να ανατριχιαζω. Έβαλα τα χέρια μου γύρο από το σώμα μου και μόνο τότε συνειδητοποιησα ότι βρίσκουν γυμνή. Τον κοίταξα τρομαγμενη και άφησε την κουβέρτα από μπροστά του να πέσει κάτω. Ξεροκαταπια και με πλησίασε γελώντας. Βρισκόταν και αυτός, γυμνός μπροστά μου.
Με πλησίασε και με φιλισε απαλά στα χείλη στηριζομενος στο ένα χέρι ενώ με το άλλο μου χάιδευε το μάγουλο.
Μετά από το μεθυστικο του αυτό φιλί σηκώθηκε και με πήρε σε στυλ νύφης πηγαίνοντας προς το μπάνιο. Με άφησε να καθισω στην λεκάνη της τουαλέτας. Αυτός προχώρησε προς την μεγάλη μπανιέρα όπου άνοιξε το ζεστό νερό και υδρατμοι άρχισαν να δημιουργούνται, με το δωμάτιο του μπάνιου να γίνεται σάουνα. Αφού γέμισε η μπανιέρα και έφερε το νερό σε δροσερες προς ζεστές θερμοκρασίες με βοήθησε να μπω μέσα, μπαίνοντας και αυτός μετά από εμένα.
Ένιωθα έναν οξύ πόνο χαμηλά στην κοιλιά μου, παρόμοιο με αυτόν την περιόδου και τα πόδια μου τα ένιωθα κομμένα. Είχαμε ξαπλώσει μέσα στην μπανιέρα αντίθετα ενώ ο Νίκος μου χάιδευε το πόδι.
...
Οταν τελειώσαμε το μπάνιο μας με βοήθησε να βγω από εκεί και να καθισω στο κρεβάτι. Ντύθηκε και βγήκε από το δωμάτιο πηγαίνοντας προς την κουζίνα. Εγώ ετοιμάστηκα και χωθηκα κάτω από τα σκεπασματα όπως μου είπε να κάνω.
Λίγη ώρα μέρα ήρθε με έναν δίσκο στα χέρια και ένα πλούσιο πρωινό να τον στολιζει.
2 ποτήρια χυμό, 3 τοστ, 2 κούπες η μία με ζέστη σοκολάτα και η άλλη με καφέ, σε ένα πιάτο κρουασανακια, μικρές κρέπες με μέλι, ένα ποτήρι γάλα και διάφορα προϊόντα σοκολάτας υπήρχαν πάνω σε αυτόν τον μεγάλο δίσκο τον οποίο ακουμπησε πάνω στα πόδια μου και έπειτα ξαπλωσε δίπλα μου.
Μοιράσαμε το βάρος του δίσκου στα πόδια μας και αρχίσαμε να τρώμε το πρωινό μας.
<<Κάνε Α>>, τον άκουσα να λέει γλυκά και αφού καταπια την μπουκιά από το τοστ, άνοιξα το στόμα μου μεσα στο οποίο ο Νίκος τοποθέτησε ένα κομμάτι σοκολάτας.
Του χαμογελασα και άρχισα να τρώω την σοκολάτα ενώ μου άφησε ένα πεταχτό φιλί.
...
Τελειώσαμε το πρωινό μας, ταΐζοντας ο ένας τον άλλον και αφού σηκώθηκε πήρε τον δίσκο και τον κατέβασε στην κουζίνα.
Γύρισε και ξαπλωσε δίπλα μου, βάζοντας με μέσα στην αγκαλιά του.
<<Τι θες να κάνουμε σήμερα; η μέρα μας ανήκει>>, μου είπε και του χαμογελασα πιάνοντας και απενεργοποιοντας το κινητό μου.
<<Ότι θέλεις, αρκεί να είμαστε μαζί>>, του απάντησα αφήνοντας το κινητό και με φιλισε.
Πήρε το λαπτοπ από το γραφείο απέναντι και το άναψε.
<<Netflix?>>, ρώτησε και του χαμογελασα.
<<Διαλέγω σειρά>>, του είπα και γέλασε με αυτό το τέλειο γέλιο του.
<<Εννοείται, ότι θέλει το μωρό μου>>, είπε και του άφησα ένα πεταχτό φιλί πιάνοντας το λαπτοπ στα χέρια μου.
...
Ύστερα από 5 επεισόδια το λαπτοπ είχε βρεθεί σπασμένο στο πάτωμα και εγώ από κάτω από τον Νίκο ενώ αυτός με φιλουσε κυριολεκτικά σε όλο μου το σώμα.
Οταν μπήκε μέσα μου ένας αναστεναγμος μου ξέφυγε και σε αντίθεση με εχτές οι κινήσεις ήταν πιο γρήγορες, πιο παθιασμενες. Τελείωσα και έπειτα από λίγο βγήκε από μέσα μου και τελείωσε και αυτός.
Ξαπλωσε δίπλα μου και με πήρε αγκαλιά ενώ μας σκεπασε.
<<Εισαι εντάξει; θες να κοιμηθείς;>>, με ρώτησε και δεν απάντησα μόνο άφηνα την ανάσα μου να σκάσει στο στερνο του καθώς τον είχα αγκαλιάσει σαν λουτρινο.
<<Είμαι τέλεια, τόσο τέλεια που φαντάζει ψέμα όλο αυτό και δεν θέλω να τελειώσει>>, παραδέχτηκα και με εσφιξε και άλλο.
<<Δεν θα τελειώσει μωρό μου, σου το υπόσχομαι. Δεν θα αφήσω κανέναν και τίποτα να χαλάσει αυτό που έχουμε>>, είπε και σηκώθηκα να του δώσω ένα φιλί.
<<Κοιμησου τώρα>>, μου είπε έκλεισα τα μάτια μου εξαντλημένη.
...
Άνοιξα τα μάτια μου και ο Νίκος δεν βρισκόταν δίπλα μου. Σηκώθηκα να πάω μέχρι το παράθυρο. Τα πόδια μου πονάνε. Άνοιξα την κουρτίνα και κοίταξα το χιονισμένο τοπίο και χαμογελασα. Ένιωσα μια παρουσία πίσω μου και δύο χέρια να τυλιγονται γύρω από την μέση μου. Δύο ζεστά χείλη εγκλωβησαν το ευαίσθητο δέρμα του λαιμου μου και άρχισαν να το ρουφάνε.
<<Νίκο>>, ψελισα και με γύρισε να με κοιτάει ενώ με σήκωσε να καθισω στο πεζούλι του παραθύρου.
Με κοίταξε ευθεία στα μάτια πριν μηδενισει την απόσταση μεταξύ μας. Τα χείλη του τόσο ζεστά. Τα χέρια του χαραζαν μια πορεία στο ημιγυμνο σώμα μου κάνοντας με να ανατριχιασω.
<<Πάμε κάτω να φας, αλλά πρώτα ντύσου μην κρυώσεις>>, μου είπε και με κατέβασε από εκεί που καθόμουν.
Προχώρησα προς την ντουλάπα και πήρα ένα Φουτερ του. Το φόρεσα και μου καθόταν ως φόρεμα. Μια παλάμη πάνω από το γόνατο. Μύριζε Νίκος.
Προχώρησα προς την κουζίνα και τον είδα να με περιμένει με 2 σερβιρισμενα πιάτα με ομελέτα, ενώ στο κέντρο του τραπεζιού μια σαλάτα.
Προχώρησα και κάθισα απέναντι του αρχίζοντας να τρώω όπως και αυτός. Όλη την ώρα είχε πέσει μια αμήχανη σιωπή. Δεν ξέρω γιατί, όμως ήταν σαν να τα είχαμε πει όλα με τα βλέμματα μας και να μην έμενε τίποτα άλλο να πούμε με λόγια.
<<Πώς νιώθεις;>>, την σιωπή έσπασε ο Νίκος ρωτώντας με. Σε αυτή του την ερώτηση χαμογελασα γλυκά και του έπιασα το χέρι.
<<Υπέροχα>>, του απάντησα και χαμογελασε.
<<Αν σου πω ότι θέλω να μου πεις με λεπτομερείς τι νιώθεις αυτή την στιγμή; θα απαντήσεις;>>, ρώτησε ξανά κοιτάζοντας με παρακαλειτικα.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και τον κοίταξα στα μάτια. Νιώθω τόσο αβολα για κάποιον λόγο. Δεν είμαι συνηθισμένη στο να λέω τι αισθάνομαι εκείνη την στιγμή.
Αρχισα να φτιάχνω σενάρια στο μυαλό για το τι να πω πως να το πω και τι αντίδραση και απάντηση θα έχει. Ενώ τον έβλεπα να με κοιτάει περιμένοντας την απάντηση μου. Πήρα ακόμα μια βαθιά ανάσα και άνοιξα το στόμα μου για να μιλήσω.
<<Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι για εμένα να εκφράζω τα συναισθήματα μου. Έτσι; >>, ρώτησα και έγνεψε θετικά <<Δεν έχω ιδέα πως να περιγράψω αυτό που νιώθω >>, απάντησα ειλικρινά και έγνεψε με κατανόηση.
<<Συγνώμη που σε έφερα σε δύσκολη θέση>>, μου είπε και έγνεψα γρήγορα αρνητικά.
<<Νιώθω τόσο όμορφα να είμαι δίπλα σου, να είμαι μαζί σου, είναι ένα μοναδικό συναίσθημα που δεν είχα ξανανιωσει. Και έπειτα από το χτεσινό και σήμερα, νιώθω την ανάγκη να σε θέλω πιο πολύ, νιώθω πως αν σε χάσω θα πεθάνω και πως μόνο εσύ μπορείς πλέον να με καταστρέψεις. Δεν ξέρω πως να το περιγράψω, είσαι όλη μου η ζωή και σε αγαπάω τόσο πολύ. Και αυτή την στιγμή που σε κοιτάω θέλω να σε πάρω αγκαλιά και να σου λέω πόσο σε αγαπάω μέχρι να πεθάνω εκεί μέσα. Μέσα στην αγκαλιά σου. Θέλω να σε φιλισω σαν να μου κλέβεις την τελευταία αναπνοή μου. Θέλω να με κάνεις δική σου κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή. Και να μην αφήσεις κανέναν και καμιά να μπει ανάμεσα μας, όπως δεν θα αφήσω και εγώ. Και δεν ξέρω τι άλλο να πω. Απλά σε αγαπάω>>, τελείωσα τον μονόλογο μου και σηκώθηκε αγκαλιάζοντας με. Δεν είπε τίποτα. Απλώς με αγκαλιασε.
<<Δεν θα αφήσω κανέναν και τίποτα να μπει ανάμεσα μας. Θα είμαστε εγώ και εσύ εναντίον όλων. Εγώ και εσύ. Σε αγαπάω τόσο πολύ Μαρία. Όλη η ζωή μας ανήκει. Θα σε κάνω να ξεχάσεις κάθε άσχημη ανάμνηση. Θα δημιουργήσουμε καινούριες μαζί. Θα σε αγαπάω μέχρι το τέλος. Μέχρι να πεθάνω>>, είπε και με έβγαλε από την αγκαλιά του κοιτώντας με. Είχε δακρύσει.
Έπιασε τα μάγουλα μου και ενωσε τα χείλη μας σε ένα γεμάτο πάθος φιλί.
<<Σε αγαπάω>>, είπε μέσα στο φιλί μας.
<<Και εγώ>>, του απάντησα και βαθυνε το φιλί βάζοντας την γλώσσα στο παιχνίδι.
...
Δεν θέλει πολύ να πω που κατέληξε η όλη φάση. Είναι η 3η ή 4η φορά μέσα σε 24 ώρες. Αλλά δεν σταματάει να μου αρέσει, ούτε χορταίνω. Όπως και αυτός.
Τωρα κάθομαι και τον χαζεύω καθώς κοιμάται. Έξω έχει αρχίζει να βραδιάζει. Ο ουρανός έχει πάρει ένα πορτοκαλί χρώμα με την σταδιακή απουσία του ήλιου. Το χιόνι είχε αρχίσει να γίνεται πιο έντονο και πικνο.
Του χαϊδεύω τα μαλλιά και αυτός χαμογελάει. Βλέποντας τον να κοιμάται νιώθω λες και είμαι ο πιο τυχερός άνθρωπος στον πλανήτη. Είναι τόσο τέλειος.
Pov Ευγενίας
<<ΠΟΥ ΕΊΝΑΙ Γ ΚΌΡΗ ΜΟΥ! ΕΣΎ ΦΤΑΙΣ ΠΟΥ ΈΦΥΓΕ. ΠΉΓΕΝΕ ΣΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΊΑ ΤΏΡΑ! ΚΑΙ ΠΕΣ ΤΙ ΤΗΣ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΗΚΕ ΝΑ ΤΟ ΣΚΆΣΕΙ. ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΒΡΟΎΜΕ και αν είναι μόνη; και αν την πήρε κανένας αλλά δεν το έσκασε; και αν>>, άρχισα να φωνάζω και έπειτα να παραληρω ενώ ο Δημήτρης με κοιτούσε ανέκφραστος με ένα μπουκάλι ουίσκι στο χέρι.
Αυτο δεν θα κατέληγε ωραία και το ξέρω.
<<Θα πάρεις την αστυνομία μόλις περάσουν 24 ώρες και να έχω ξεμεθυσει. Δεν πρέπει να με δουν έτσι. Και κάλυψε τις μελανιες. Μην τολμήσεις ποτέ να με καρφωσεις γιατί θα σκοτώσω και εσένα και τη κόρη σου>>, απείλησε και ξεροκαταπια.
<<Είναι και δική σου κόρη>>, ψελισα αδυναμα και απλώς με προσπέρασε ανεβαίνοντας στο δωμάτιο.
<<Δεν το ξέρω αυτο. Μια φορά πουτανα, πάντα πουτανα>>, είπε και με άφησε μόνη ενώ άρχισα να Κλαίω.
Μαρία μου, ελπίζω τουλάχιστον να είσαι καλά.
**Το επόμενο πρωί**
Pov Μαρίας
Ανοίγω τα μάτια μου και ανοίγω το κινητό. Έχω κλήσεις από τον πατέρα μου, την μητέρα μου, την Σονια, τον Αλεξ και τον Θανάση.
Έπειτα από λίγο που ανοίγει και ο Νίκος το τηλέφωνο του είχε και αυτός κλήσεις από τον Θανάση και τον Αλεξ.
Χωρίς να πάρω κανέναν τηλέφωνο ετοιμαστηκαμε και προχωρήσαμε στο αμάξι.
Μετά από μισή ώρα οδήγησης φτάσαμε στο σπίτι μου, όπου περίμενε απέξω ο Θανάσης. Μόλις μας είδε ήρθε κοντά μας και με κοίταξε ανησυχα.
<<Έχουν ειδοποιήσει αστυνομία από στιγμή σε στιγμή θα έρθει>>, είπε ο Θανάσης και γνεψαμε θετικά ενώ προχωρήσαμε όλοι μαζί προς το σπίτι.
Ανοίγω την πόρτα και το πρώτο πράγμα που συμβαίνει είναι ένα μπουκάλι να προσγειώνετε στα πόδια μου και να σπάει. Ένα χέρι με τραβάει και νιώθω ένα δυνατό χτύπημα πέφτοντας κάτω.
Pov Θανάση
Η Μαρία ανοίγει την πόρτα και δευτερόλεπτα μετά ένα μπουκάλι προσγειώνετε στα πόδια της. Ο πατέρας της την τραβάει από τα μαλλιά και την πετάει κάτω. Πέφτει με δύναμη στο πάτωμα, πάνω σε μερικά σπασμένα γυαλιά και βγάζει μαι κραυγή πόνου και έκπληξης.
Τοσο εγώ όσο και ο Νίκος έχουμε μείνει σοκαρισμένοι στην θέση μας.
<<ΠΟΥΤΑΝΑ, ΚΑΡΙΟΛΑ, ΤΟ ΕΣΚΑΣΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΓΚΟΜΕΝΟ Ε ΜΠΑΣΤΑΡΔΟ; ΔΕΝ ΣΕΒΕΣΑΙ ΚΑΝΈΝΑΝ. ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΣ ΝΑ ΓΑΜΗΘΕΙΣ ΑΦΗΣΕΣ ΤΟ ΓΑΜΗΜΕΝΟ ΣΠΊΤΙ ΣΟΥ ΚΑΙ ΌΛΟΥΣ ΕΜΑΣ ΝΑ ΑΝΗΣΥΧΟΎΜΕ>>, φώναζε ο πατέρας της, ενώ αυτή προσπαθούσε να σταματήσει να κλαίει.
Την έπιασε από το μπράτσο και την σήκωσε όρθια. Ένα χαστούκι προσγειώθηκε στο πρόσωπο της. Προσπαθούσα να συγκρατισω τον Νίκο από το να επέμβει.
Η Μαρία γύρισε να μας κοιτάξει και έγνεψε αρνητικά στον Νίκο.
<<Άφησε την Δημήτρη>>, φώναξε η μητέρα της και αυτός γύρισε να την κοιτάξει.
<<Βουλωσε το και εσύ>>, της είπε και πέταξε την Μαρία παλι στο πάτωμα.
Ο Νίκος σφιχτικε και τον έπιασα από το μπράτσο.
<<Θα έρθουν οι μπάτσοι από λεπτό σε λεπτό, αν δεν θες να μπλέξεις και να τον πάμε μια και καλή μέσα, μην κάνεις τίποτα>>, του ψυρισα και απλά καθισε και κοιτούσε. Δεν είχε μιλήσει όλη την ώρα. Με το ζόρι είναι εδώ ακόμα και όχι πάνω από το αψυχο σώμα του Δημήτρη.
Φυσικά και θα τον είχε σκοτώσει αυτή την στιγμή και μάλλον αυτό σκέφτεται να κάνει σε λίγο.
Ο Δημήτρης έβγαλε την ζώνη του και άρχισε να την βαράει με αυτή.
<<ΠΕΘΑΝΕΣ ΜΠΑΣΤΑΡΔΕ>>, φώναξε ο Νίκος και ορμησε πάνω του.
Πλέον ο Δημήτρης ήταν στο πάτωμα και ο Νίκος τον χτυπούσε ανελεητα. Ετρεξα, μόλις συνηλθα από το σοκ, να τον σταματήσω. Προσπαθούσα να τον απομάκρυνω με αποτυχία.
Γύρισα και κοίταξα την Μαρία η οποία ήταν πλέον αναισθητη στο πάτωμα με αίμα σε διάφορα σημεία του σώματος της. Κυρίως στο πρόσωπο.
Προσπάθησα ξανά να απομακρύνω τον Νίκο, καθώς είδα πως ο άντρας από κάτω του ήταν πλέον και αυτός αναισθητος.
Στην, ανοιχτη από πριν, πόρτα φάνηκαν 3 αστυνομικοί. Μόλις αντικρισαν το θέαμα ένας με έπιασε και με απομάκρυνε ενώ οι άλλοι δύο προσπάθησαν να πάρουν τον Νίκο από εκεί. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθούν χτύπημενοι. Ο 3ος μου φόρεσε χειροπεδες και πήγε να βοηθήσει τους άλλους. Αφού τον απομάκρυναν τους φόρεσαν χειροπεδες.
<<ΑΦΉΣΤΕ ΜΕ, ΔΕΝ ΈΚΑΝΑ ΤΊΠΟΤΑ ΕΓΏ. ΑΥΤΟΣ Ο ΜΠΑΣΤΑΡΔΟΣ ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΠΛΗΡΏΣΕΙ. ΑΥΤΌΝ ΝΑ ΠΆΤΕ ΜΈΣΑ. ΧΤΎΠΗΣΕ ΤΗΝ ΚΌΡΗ ΤΟΥ! ΤΗΝ ΧΤΥΠΆΕΙ. ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΠΆΕΙ ΦΥΛΑΚΉ>>, φώναζε ο Νίκος και χτυπιοταν να τον αφήσουν.
Το βλέμα του έπεσε πάνω στην Μαρία.
<<ΑΦΉΣΤΕ ΜΕ>>, φώναξε και έτρεξε κοντά της, αφού ξέφυγε από το κράτημα τους.
<<Μωρό μου>>, της είπε αλλά αυτή δεν άνοιγε τα μάτια της.
Άρχισαν να με απομακρύνουν καθώς πήραν και αυτόν μαζί.
<<Αφήστε μας, ο πραγματικός κακός της υπόθεσης βρίσκεται μέσα αναισθητος. Μόνο αν βοηθήσουμε προσπαθουμε>>, τους είπα αλλά απάντηση δεν πήρα.
Μας έβαλαν στα πίσω καθίσματα και μόνο τότε παρατηρησα τον Νίκο.
Έκλαιγε.
Pov Νίκου
Βρισκόμαστε στο τμήμα. Για την ακρίβεια στο κρατητηριο. Είναι τόσο άδικο. Αυτός να είναι έξω και εγώ εδώ μέσα, επειδή προσπάθησα να την προστατεύσω. Και αυτή τώρα.. Αυτή τώρα είναι μόνη της, χωρίς εμένα δίπλα της, θα ξυπνήσει και δεν θα ξέρει που είμαι και θα ανησυχεί. Όχι πιο πολύ από ότι ανησυχώ εγώ για αυτή τώρα. Αν πάθει κάτι θα πεθάνω. Θα τον σκοτώσω και έπειτα θα πεθάνω.
<<Ηρέμησε, λογικά θα έχουν καλέσει ασθενοφόρο, θα είναι καλά. Θα το δεις. Και μόλις ξυπνήσει θα πει τι πραγματικά έγινε. Υπάρχει και ακόμα εμάς μάρτυρας. Η μάνα της. Θα εξηγήσουν τι συμβαίνει. Θα βγούμε από έχω και αυτό το καθικι θα μπει εκεί που πρέπει>>, άκουσα τον Θανάση να μου λέει και ξεφυσηξα.
<<Θέλω να πάω δίπλα της. Και αν δεν είναι καλά; και αν με χρειάζεται; θέλω να δω πως είναι. Δεν αντέχω την σκέψη ότι είναι νοσοκομείο και εγώ είμαι εδώ μέσα. Πίσω από αυτά τα γαμημενα κάγκελα.>>, του απάντησα και κλωτσισα τα κάγκελα.
<<Κάτι θα κάνουμε. Θα βγούμε από εδώ>>, είπε και κάθισα στον πάγκο, ή ότι στο διαολο είναι αυτό, που έχει αυτο το κελί.
<<Μαρία μου, μακάρι να είσαι καλά. Θα έρθω, στο υπόσχομαι>>, ψιθύρισα και έκλεισα τα μάτια μου, απελευθερωνοντας για άλλη μια φορά δάκρυα.
Pov κατ
Η Ευγενία με κάλεσε να πάω από το σπίτι να προσέχω τον μικρό και πως κάτι έγινε και δεν μπορεί να τον πάρει μαζί της. Φυσικά και έστειλα τον Άρη για πληροφορίες. Αυτή την στιγμή περιμένω τηλέφωνο του για να δω τι βρήκε.
<<Κατερίνα; έρχεσαι να ζωγραφίσουμε;>>, ρώτησε ο Στέλιος και τον κοίταξα γλυκα- όσο μπορούσα.
Τον πλησίασα και κάθισα στο χαλί μαζί του. Ενώ αυτός ζωγράφιζε.
Δεν είναι άσχημο να έχεις ένα παιδί; αν εξερεσεις το γεγονός ότι όταν είναι μικρά θες να τους φυτεψεις μια σφαίρα στο κεφάλι.
Θα ήθελα να κάνω, αν μπορούσα. Αλλά μετά το ατύχημα, είναι αδύνατον.
<<Κοίταα, αυτή είναι η μαμά, αυτή η Μαρία, αυτος ο μπαμπάς, αυτός στο κέντρο εγώ. Και αυτή εδώ δίπλα είσαι εσύ>>, είπε δείχνοντας μου την ζωγραφιά.
<<Αωω τι γλυκός που είσαι>>, του είπα και τον πήρα αγκαλιά.
Θέλω να ξερασω, πολύ γλυκες έπεσαν.
Τότε το τηλέφωνο ακούστηκε.
<<Έρχομαι, κάτσε εδώ>>, του είπα και σηκώθηκα, αφού έγνεψε θετικά.
Δεν ήταν τηλέφωνο αλλά μυνημα.
"Δεν είχα μονάδες να πάρω τηλέφωνο Σορρυ. " έλεγε η πρώτη πρόταση και από μέσα μου σκέφτηκα πόσο ηλιθιος είναι.
"Άκου πως έχουν τα πράγματα. Η Μαρία και ο πατέρας της βρίσκονται στο νοσοκομείο με σπασμένα κόκαλα και τραύματα γενικά. Ο Νίκος με τον Θανάση πάλι είναι στο κρατητηριο, κατηγορούμενοι για αυτό που έγινε" έλεγε το μυνημα και παραλίγο να μου φύγει το τηλέφωνο από το χέρι.
Δεν το πιστεύω αυτό.
Ένα χαμόγελο απλωθηκε στο πρόσωπο μου.
"ώρα να εφαρμόσουμε το σχέδιο μας. Δεν θα ξέρουν από που τους ήρθε. Αλλά ας περιμένουμε λίγο ακόμα. Να βγει από την φυλακή ο άλλος. Και θα τρέχει και δεν θα φτάνει" απάντησα στο μυνημα του Άρη και έκλεισα το κινητό.
Ώρα να πληρώσετε.
8509 λέξεις
Το μεγαλύτερο κεφάλαιο που παίζει να έχω γράψει- τι-😂
Συγγνώμηηηη
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top