Δίκρανος Ντίσνευ
Ο Μήτσος ήταν ένας δίμετρος, ξερακιανός, ατσούμπαλος άνθρωπος, με κάτι τεράστιες χερούκλες που βολοδέρνανε σαν ξαμολυμένα σκοινιά σε καράβι και ένα ζευγάρι τρομακτικά μάτια. Δεν έφταιγε ο άνθρωπος φυσικά, έτσι ήταν το σουλούπι του. Έσκυβε από πάνω σου να σου μιλήσει και άρχιζες και έλεγες "το κινητό μου το αφήνω στον Κίτσο, την τσάντα μου στην Σούλα..."
Και λες.. τι μπορεί να παίξει αυτός στο θέατρο;
Και λέει..
- Ασ'το θα το βρω μόνος μου.
Και αποφασίζει να κάνει ένα απόσπασμα από τον Δίκρανο Ντίσνευ. Μία σκηνή όπου σε ένα νεκροταφείο όπου έχει πάει να κρυφτεί επειδή τον κυνηγάνε αγριοσκυλα, αρχίζει να σκαρφαλώνει σε ένα άγαλμα του Χριστού και όπως ανεβαίνει τα σκυλιά πηδούν αγριεμένα να τον αρπάξουν.
Ό,τι έχει ο Μήτσος, είναι μία άδεια σκηνή και μία καρέκλα που παριστάνει το άγαλμα και αρπάζεται με τρόμο από την καρέκλα και εκεί λίγο πριν την παράδοση, φιλάει το άγαλμα του Χριστού στο στόμα και γυρίζει και λέει
- Τα χείλη του Χριστού είχαν γεύση σοκολάτας, με τα τρομακτικά του μάτια διεσταλμένα και την φωνή απόκοσμη και γλυκιά ταυτόχρονα.
Ο Μήτσος ήταν ο μόνος που κατάφερε να με κάνει να κλάσω πατάτες από τον φόβο, ούσα 2 μέτρα μακριά του.
Ήταν σοκαριστικό; ήταν βλασφημία ότι μέσα στην αγωνία, το "πάθος", τα χείλη του χριστού είχαν γεύση σοκολάτας; Ήταν μία από τις καλύτερες αλληγορίες που έχω συναντήσει και η πετυχημένη εκφορά της σε πήγαινε από το συναίσθημα στην αίσθηση, και από την αίσθηση στην ενσυναίσθηση και από εκεί στην γνώση, δίχως περιττές ερωτήσεις.
Και ακούω μια ιστορία χτες και θυμάμαι αυτήν την σκηνή από τον Δίκρανο Ντίσνευ. Αλλά δεν έχουν ιδέα από αυτό και δεν λέω τίποτα γιατί άντε τώρα μέσα στην νύχτα να αρχίζεις να λες και να λες και να λες.
Και όπως ήμουν με παρέα και άκουγα για σκυλιά και άλλα σκυλιά και μετά μερικά ακόμα σκυλιά που πάλευαν να την αρπάξουν, γυρίζει και λέει στην διπλανή μου
- Μήπως σου περίσσεψε καμία λαγάνα; Μετρούσα και ξαναμετρούσα τα ψιλα μου και δεν με έφταναν και μου ζητούσαν μία λαγάνα, ξανά και ξανά.
Και φεύγει η διπλανή μου, μέσα στην νύχτα, με το χέρι στο γύψο μέχρι τη μασχάλη μέσα στην νύχτα και γυρίζει με 2 λαγάνες.
- Δεν μας ξέρεις καλά αλλά είμαστε ανάποδοι άνθρωποι. Εμείς αν δεν το φάμε το ψωμί ζεστό, μετά δεν το τρώμε. Παρ'το. Και της δίνει 2 λαγάνες.
Εκείνο το βράδυ, τα χείλη του Χριστού είχαν γεύση από σουσάμι.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top