Engentado
"Πας καλά?!! Τι έκανες κάτω από το νερό?!?!" Φώναξε ο Τζέιμς. Εκείνη τη στιγμή με το ένα του χέρι είχε πιαστεί από την εξέδρα ενώ το άλλο χέρι του ήταν περασμένο γύρω από τη μέση της Έμμας. Η κοντινή τους απόσταση του έδινε την ευκαιρία να φωνάζει ακριβώς στα μούτρα της.
"Εμ... Βουτιές?"
"Βουτιές?! ΒΟΥΤΙΈΣ?! ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΣ ΈΤΣΙ ΑΠΛΆ?!?!" Τώρα ο Τζέιμς είχε εξοργιστεί.
"Και πως να το πω δηλαδή? Αμάν πια!! Έχει κάτι ο αέρας που αναπνέετε σε αυτό το σχολείο?"
"Απλά νόμιζα πως πνιγόσουν!!!" οι τόνοι είχαν ανεβεί. Φώναζαν ο ένας στον άλλον. Μέχρι αυτή την πρόταση. Μετά από αυτή την πρόταση ησυχία.
"Απλά κολυμπούσα." είπε στο τέλος ήρεμα η Έμμα.
"Σε είδα σήμερα να μιλάς με έναν βρικόλακα, ποια είναι η σχέση σου μαζί του?"
"Δεν ξέρω καν το όνομα του..."
"Ε τότε γιατί ήρθε και σου μίλησε?" ρώτησε ο Τζέιμς καχύποπτα. Η Έμμα για άλλη μια φορά σήμερα είχε θυμώσει.
"Άκου να σου πω, είτε τον ξέρω είτε όχι είναι δική μου υπόθεση! ΜΠΟΡΏ ΝΑ ΕΠΙΛΈΞΩ ΜΕ ΠΟΙΌΝ ΘΑ ΚΆΝΩ ΠΑΡΈΑ!! Μετά τι σε νοιάζει εσένα αν εγώ πνίγομαι?! Με πιο δικαίωμα έρχεσαι και με σώζεις?! Σου είπα εγώ να με σώσεις? Για τόσο αδύναμη με έχεις ?! Σου έχω νέα !!! Μπορώ να φροντίζω τον εαυτό μου! Α! Και μάντεψε τι!! ΞΈΡΩ ΚΟΛΎΜΠΙ!!!" τότε η Έμμα τον έσπρωξε μακριά της, σκαρφάλωσε στην εξέδρα και βγήκε από το νερό.
"Εμμα που πας?" ο Τζέιμς ρώτησε σχεδόν θιγμένος από τη συμπεριφορά της όταν την είδε να φεύγει.
"Να απλώσω κάτι ρούχα στο μπαλκόνι" απάντησε ξερά η Έμμα και έφυγε τρέχοντας.
Για λίγο ο Τζέιμς σταμάτησε για να επεξεργαστεί την απάντησή της, μέχρι που: "Για μια στιγμή, τα δωμάτια των μαθητών δεν έχουν μπαλκόνι... Έμμα! ΈΜΜΑ!!!" αλλά ήταν πολύ αργά η Έμμα είχε εξαφανιστεί.
Όπως Η Έμμα έτρεχε στο διάδρομο, έπεσε πάνω σε κάποιον και σκόρπισε άθελά της τα βιβλία του στο πάτωμα. Ήταν ένα ξανθό αγόρι με γαλάζια μάτια. Τυπικός Εγγλέζος.
"Συγγνώμη!! Είσαι καλά?"
Αυτός την κοίταξε για λίγο παράξενα, σαν να επεξεργάζονταν την παρουσία της, μέχρι που επιτέλους χαμογέλασε. Η αλήθεια είναι πως δεν βλέπεις κάθε μέρα κάποιον να τρέχει στους διαδρόμους βρεγμένος και με τα παπούτσια στο χέρι.
"Δεν πειράζει... Και εγώ ήμουν αφηρημένος εξάλλου... Ρον Χάουαρντ."
"Έμμα Τόμσον. Χάρηκα!!"
" Και εγώ." Είπε και γέλασε.
"Χάρηκα για τη γνωριμία Ρον, αλλά τώρα πρέπει να φύγω...Τα λέμε."
"Δεν χανόμαστε...εξάλλου κατά πάσα περίπτωση θα έχουμε τις ίδιες τάξεις!! Γεια !!!! "Την αποχαιρέτησε και έφυγε τρέχοντας μάλλον για τη βιβλιοθήκη, αν λάβουμε υπόψιν τα βιβλία που κράταγε...
Η Έμμα ανέβηκε τις σκάλες και πέρασε μέσα από τους σκοτεινούς διαδρόμους, μέχρι που είδε τη πόρτα του δωματίου της.
Μπήκε μέσα με τα κλειδιά της και πήγε προς το κρεβάτι της. Τότε φώναξε εκστασιασμένη σηκώνοντας τα χέρια ψηλά "Επιτέλους ασφάλεια!!!" και έπεσε με δύναμη πάνω στο κρεβάτι.
Και τότε ήταν που χτύπησε η πόρτα...
'Ισως και όχι τόσο ασφάλεια πλέον.'
Η Έμμα άνοιξε την πόρτα του δωματίου της για να δει μια κοπέλα με γαλάζια μαλλιά να την αγριοκοιτάει ...
Πριν καλά καλά η Έμμα προλάβει να ανοίξει το στόμα της να μιλήσει, η κοπέλα άρχισε να ωρύεται, ενώ πήγε να αρπάξει την Έμμα από το λαιμό.
"ΠΕΣ ΜΟΥ ΤΏΡΑ ΤΙ ΕΊΣΑΙ ΣΤΟΝ ΆΡΟΝ!!! ΠΟΙΑ ΝΟΜΊΖΕΙΣ ΌΤΙ ΕΊΣΑΙ ΝΑ ΤΟΥ ΤΗΝ ΠΕΦΤΕΙΣ ΈΤΣΙ ΑΠΛΆ ?!?!? ΞΈΡΕΙΣ ΠΌΣΟ ΚΑΙΡΌ ΤΟΝ ΚΥΝΗΓΆΩ ?!?!"
Πριν προλάβει να την αρπάξει, η Έμμα της έπιασε τα χέρια για να την ακινητοποιήσει και ρώτησε ήρεμα:
"Όπα όπα ποιος είναι ο Άαρον?"ρώτησε η Έμμα ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να διώξει μακριά της την μανιακή κοπέλα.
"Δεν ξέρεις τον Άαρον Γουίλιαμς?!" σε αυτό το σημείο οι επιθέσεις της κοπέλας σταμάτησαν και είχε μείνει έκπληκτη.
"Όχι ποιος είναι?"
"Μη μου κάνεις την αθώα... Σε είδα να του μιλάς στην τραπεζαρία!" είπε καχύποπτα.
"Εσύ και πολλοί άλλοι..."αναστέναξε στο τέλος η Έμμα. "Απλά ήρθε και μου μίλησε... δεν ξέρω ούτε το όνομά του όμως..." είπε στο τέλος όσο πιο ήρεμα μπορούσε σε μια προσπάθεια να μην εξοργίσει την κοπέλα με τα γαλάζια μαλλιά.
"Μιας και δεν έχουμε τίποτα άλλο να πούμε, αντίο." Η Έμμα την έσπρωξε διακριτικά προς την πόρτα, την έβγαλε έξω.
Τότε πήγε να κλείσει γρήγορα την πόρτα, η κοπέλα όμως ήταν πιο γρήγορη και έβαλε το πόδι της λίγο πριν κλείσει.
"Γιατί σου μιλούσε τότε? "
"Κάτι για το αλύχτισμα...Δεν ξέρω κάτι παραπάνω...."
"Ααα... μάλιστα... Μόνο μια ακόμα ερώτηση. Ποιος σε κάλεσε στο αλύχτισμα? "
"Ο Τζέιμς. Το επίθετο μου διαφεύγει..."
"Θες να μου πεις ότι ο Τζέιμς ο λυκάνθρωπος σε κάλεσε σε μια γιορτή για λυκανθρώπους, χωρίς να είσαι λυκάνθρωπος? "
"Ναι αλλά δεν μου είπε ότι ήταν μόνο για λυκανθρώπους... Αχ δεν καταλαβαίνω.."
"Δεν πειράζει καταλαβαίνω εγώ! Ευχαριστώ γλυκιά μου για τις πληροφορίες!! Τα λέμε!! Φιλάκια πολλά!!"
Η διπολικότητα πάει σύννεφο σε αυτή την κοπέλα... εκεί που πριν ήταν έτοιμη να σκοτώσει την Έμμα, όταν τέλειωσε η συζήτηση όχι μόνο την αγκάλιασε, αλλά και τη φίλησε σταυρωτά.
Η Έμμα από την άλλη δεν κατάλαβε τίποτα απ'όσα έγιναν. Για άλλη μια φορά.
Αυτή τη φορά, μόλις έφυγε η κοπέλα, έκλεισε την πόρτα και κλείδωσε. Αύριο ήταν μεγάλη μέρα. Αύριο θα συμμετείχε στα μαθήματα, ενώ το βράδυ θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τον Τζέιμς...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top