κεφάλαιο 7

Το ξυπνητήρι χτυπάει ασταμάτητα και πετάγομαι από το κρεβάτι μου, κοιτάζω για ένα λεπτό γύρω μου προσπαθώντας να θυμηθώ την χτεσινή νύχτα. Σωστά το κλαμπ, έκανα εμετό, ο Κρίστιαν με έφερε σπίτι, λιποθύμησα. Μικρά αποσπάσματα από την χθεσινή βραδιά έρχονται στο μυαλό μου όμως μετά την λιποθυμία μου κενό. Κοιτάζω και βλέπω πως ακόμα φοράω το φόρεμά μου όμως τα παπούτσια μου είναι ακουμπισμένα δίπλα από το κρεβάτι, προφανώς ο Κρίστιαν θα με έβαλε εδώ. Σηκώνομαι και νιώθω το κεφάλι μου έτοιμο να σπάσει, σκατά δεν έπρεπε να πιώ με άδειο στομάχι και κυρίως όχι όταν την άλλη μέρα πρέπει να πάω στην δουλειά. Πηγαίνω στην κουζίνα και βλέπω πάνω στο τραπέζι μου την τσάντα που είχα χθες με τα κλειδιά ακουμπισμένα πάνω της, πιάνω ένα χάπι για τον πονοκέφαλο και το καταπίνω μαζί με λίγο νερό. Χρειάζομαι επειγόντος ντουζ, βγάζω το φόρεμα και τα εσώρουχα μου και μπαίνω βιαστικά κάτω από το νερό ενώ νιώθω το κορμί μου να ηρεμεί. Σαπουνίζω τα μαλλιά μου και το σώμα μου το οποίο επιτέλους μοσχοβολάει βανίλια και σανταλόξυλο, στεγνώνω τα μαλλιά μου και βάφομαι ενώ προσπαθώ να δείχνω όσο γίνεται πιο ξεκούραστη-  πράγμα αδύνατον καθώς είμαι σίγουρη πως έχω κοιμηθεί τέσσερις ώρες μόνο.  

Διαλέγω ένα λευκό φόρεμα με μακριά μανίκια και ζώνη το οποίο τελειώνει λίγο πιο πάνω από το γόνατό μου. Το συνδυάζω με τα μαύρα loafer μου από Saint Laurent καθώς θέλω να είμαι όσο πιο άνετη μπορώ, το τελευταίο που θέλω είναι να μην μπορώ να πάρω τα πόδια μου μέχρι το τέλος την ημέρας. Πηγαίνω στην κουζίνα και πιάνω από τον καναπέ την τσάντα μου  και το λευκό παλτό μου τα οποία ευτυχώς είχα αφήσει χθες εκεί και δεν χρειάζεται να τα ψάξω, βάζω μέσα το κινητό μου και βγαίνω από το διαμέρισμα. Μετά από δέκα λεπτά είμαι μέσα στο αυτοκίνητό μου και ξεκινάω για την δουλειά ελπίζοντας να φτάσω στην ώρα μου. 

Δυστυχώς έχω ήδη αργήσει ένα τέταρτο, με το που ανοίγουν οι πόρτες του ασανσέρ βγαίνω αλαφιασμένη. <<Ρόζα άργησες>> λέει η Ζιζέλ και κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου ενώ σχεδόν τρέχω προς το γραφείο μου. <<Είναι στην αίθουσα συσκέψεων>> φωνάζει για να την ακούσω. Γαμώτο. Το είχα ξεχάσει, μπαίνω στο γραφείο μου και αφήνω όπως - όπως τα πράγματά μου και πιάνω το φάκελο στον οποίο είχα βάλει τα χαρτιά μου χθες. Προχωράω προς το τέρμα του διαδρόμου όπου υπάρχει μια πόρτα, αυτή που οδηγεί στην αίθουσα των συσκέψεων. Λίγο πριν από την αίθουσα το γραφείο του Κρίστιαν και του Άντονι είναι απέναντι και φυσικά άδεια. Βλέπω την Έλσα να κάθετε απ' έξω και μου ρίχνει ένα υποτιμητικό βλέμμα και την ανταμείβω με ένα άγριο. <<Αργήσατε>> λέει κοφτά, δεν ήσουν εσύ έξω με τον γενικό διευθυντή της εταιρίας, πρώην σου και αδελφό του τωρινού γκόμενού σου, ο οποίος σε πήγε σπίτι μεθυσμένη και σε έβαλε για ύπνο. 

Χτυπάει απαλά την πόρτα <<ΝΑΙ>> η άγρια φωνή του Κρίστιαν με κάνει να μετανιώνω την ώρα και την στιγμή που βγήκα χθες το βράδυ και άργησα σήμερα. <<Η δεσποινίς Άντερσον>> λέει η Έλσα <<Να περάσει>>, κλείνω τα μάτια και παίρνω μια βαθιά ανάσα πριν μπω μέσα στην αίθουσα. Προσπερνάω την γραμματέα του και εισέρχομαι στον χώρο, οκτώ από τα εννέα κεφάλια που υπάρχουν μέσα με κοιτάζουν, άλλοι υποτιμητικά ενώ σε κάποιους διακρίνω ακόμα και συμπόνια προφανώς για αυτό που θα ακολουθήσει. <<Πως το βλέπε δεσποινίς Άντερσον θα μας κάνετε την χάρη να κάτσετε για να συνεχίσουμε την σύσκεψη ή προτιμάτε να συζητήσουμε το γεγονός πως έχετε ήδη αργήσει>>. Τα λόγια του βγαίνουν ψυχρά ενώ είναι γυρισμένος πλάτη και καταπίνω ενώ τα μάγουλά μου κοκκινίζουν. Κοιτάζω γύρω μου. ΣΚΑΤΑ. Όλες οι θέσεις είναι πιασμένες εκτός από μια και αυτή είναι δίπλα του, προχωράω προς την κενή θέση, ο Άντονι με κοιτάζει γλυκά αν και διακρίνω την κούραση από την χθεσινή βραδιά στο πρόσωπό του. Κάθομαι και ακουμπάω μπροστά μου τον φάκελο και μόνο τότε γυρίζει τα μάτια του προς το μέρος μου <<Λοιπόν έχετε να μας δείξετε κάτι ή όχι>> τα μάτια του καίνε τα δικά μου και αν ήμουν καρτούν να έβγαζα καπνό σίγουρα από τα αυτιά μου. 

Ψυχραιμία Ρόζα πάρε βαθιές ανάσες λέω στον εαυτό μου και ανοίγω τον φάκελο, αφήνω κάποια χαρτιά δίπλα από τον Κρίστιαν και ξεκινάω να του αναλύω την αναφορά μου. Ευτυχώς για όλους μας η εταιρία τηλεπικοινωνιών πάει πάρα πολύ καλά, άρα θεωρητικά δεν θα βρεθώ μια μέρα στον δρόμο χωρίς δουλειά και χρήματα. Ο Κρίστιαν ακούει προσηλωμένος τα όσα λέω χωρίς να με διακόπτει και κρατάει μακριά το βλέμμα του από το δικό μου. Ο Άντονι παραμένει χαμογελαστός κατά την διάρκεια του μίτινγκ, μόλις τελειώνω την αναφορά μου σειρά έχουν οι υπόλοιποι. Ουφ νιώθω ένα βάρος να φεύγει από το σώμα μου, παρατηρώ τον Κρίστιαν με την άκρη των ματιών μου φοράει ένα γκρι κουστούμι και τίποτα δεν μαρτυράει την χθεσινή βραδιά ούτε καν διαφαίνεται κάποια εξάντληση στο βλέμμα του σε αντίθεση με το δικό μου και του Άντονι. Το χρυσό Rolex που είχα δει χθες συνεχίζει να διακοσμεί το αριστερό του χέρι, η γκρι γραβάτα του κρέμεται πάνω από το λευκό πουκάμισό του ενώ τα μάτια μου ανεβαίνουν προς το μήλο του Αδάμ και τα λίγων ημερών γένια του. 

Τα βλέμματα μας συναντιούνται και κοκαλώνω, νιώθω σαν το μικρό παιδί που το έπιασαν στα πράσα να κάνει κάτι κακό. Στρέφω τα μάτια μου προς τα κάτω ενώ το κοκκίνισμα απλώνετε στο πρόσωπό μου, τον βλέπω να σφίγγετε ελάχιστα και μπερδεύει τα χέρια του μεταξύ τους. Αναδεύομαι στην θέση μου και νιώθω το καυτό βλέμμα του πάνω μου αλλά, δεν τολμώ να σηκώνω τα μάτια μου και να τον αντικρίσω. Ακουμπάω τα χέρια μου τα οποία πλέον είναι ιδρωμένα πάνω στο λεπτό ύφασμα του φορέματος μου και παραμένω με τα μάτια μου χαμηλωμένα για όσο ακόμα διαρκεί η σύσκεψη. 

Επιτέλους μετά από δυο ώρες είμαι ελεύθερη, σηκωνόμαστε από τις καρέκλες μας και ο Άντονι με πλησιάζει γλυκά <<Είσαι καλά μωρό μου; συγνώμη για χθες δεν ξέρω τι έπαθα μάλλον με πείραξε το ποτό>> λέει και με ακουμπάει ελάχιστά στην μέση <<Μην ανησυχείς όλα καλά δεν έγινε κάτι>> χαμογελάω ελάχιστα αλλά, νιώθω δυο μάτια κολλημένα στην πλάτη μου. <<Ελπίζω να μη σε πείραξε που ζήτησα από τον Κρις να σε πάει σπίτι δεν ήθελα να γυρίσεις μόνη σου πίσω>> λέει και νιώθω το χέρι του να με χαϊδεύει. ΜΕ ΠΕΙΡΑΞΕ ΜΕ ΠΕΙΡΑΞΕ. <<Όχι κανένα πρόβλημα>> απαντάω σιγανά, <<Δεσποινίς ΡΟΖΑ>> η φωνή του με κάνει να πεταχτώ και γυρίζω προς το μέρος του αργά, με κοιτάζει άγρια και αίμα μου παγώνει μέσα μου. <<Αμάν πια με τις τυπηκούρες Κρις. Ρόζα είναι απλά η Ρόζα>> λέει ο Άντονι και το βλέμμα μου συναντιέται με του Κρίστιαν. "Ρόζα από εδώ ο Κρίστιαν" ο Στέφαν κολλητός μου, μου συστήνει ένα άντρα τόσο όμορφο που προσπαθώ να θυμηθώ εάν έχω δει ποτέ μου πιο ωραίο άντρα "Ρόζα" τα μάτια του άντρα αστράφτουν καθώς λέει το όνομά μου και νιώθω ξαφνικά χιλιάδες πεταλούδες να καταφτάνουν στο στομάχι μου. Χαμογελάω καθώς μου είναι αδύνατον να μιλήσω μπροστά σε αυτό που βλέπω "Ρόζα με παρακολουθείς που σου μιλάω" ο Στέφαν με κοιτάζει άγρια και του ανταποδίδω το βλέμμα "Φυσικά και σε ακούω δεν είμαι κουφή χάρηκα πολύ Κρί-στιαν" λέω το όνομα του με περισσότερη χάρη απ' ότι ήθελα και ένα χαμόγελο απλώνετε στο πρόσωπό του κάνοντας τα κάστανα μάτια του να γυαλίζουν επικίνδυνα. "Χάρηκα πολύ Ρό-ζα" απαντάει ενώ λέει το όνομά μου ακριβώς με τον τρόπο που το είπα και εγώ "Ένα τόσο μοναδικό όνομα όσο και η κοπέλα που το έχει" νιώθω τα μάγουλά μου να βάφονται κόκκινα. Πρώτη φορά μου την πέφτει κάποιος τόσο άμεσα και νιώθω περίεργα όχι, ότι δεν είχα κατακτήσεις αλλά, με κανέναν από όλους αυτούς δεν είχα προχωρήσει. Αντίθετα αυτός εδώ ο άντρας νομίζω πως θα με βάλει σε μπελάδες και κάτι μου λέει πως θα θέλω όσο τίποτα άλλο να νιώσω το κορμί του πάνω στο δικό μου.   

Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να συνέλθω από αναμνήσεις που εισβάλουν απροειδοποίητα στο μυαλό μου. <<Προτιμώ να κρατήσω επαγγελματική συμπεριφορά με όλους τους υπάλληλους μου Άντονι>> να την πάλι αυτή η γαμημένη λέξη υπαλλήλους. Το βλέμμα του Κρίστιαν ξανά γίνετε ψυχρό και ο αδελφός του αναστενάζει απηυδισμένος <<Θα ήθελα να σας μιλήσω>> λέει και τα μάτια του πέφτουν πάνω μου <<Ναι σε εσάς δεσποινίς Άντερσον>>. Τέλεια η μέρα όσο πάει γίνεται καλύτερη, ο Άντονι με κοιτάζει παρηγορητικά και σκύβει προς το μέρος μου και κοκαλώνω καθώς με φιλάει πεταχτά. Ακούω τον Κρίστιαν να ξεροβήχει πίσω μας <<Χαλάρωσε αδελφέ μόνοι μας ήμαστε δεν μας βλέπει κανείς>> λέει ο Άντονι και τον χτυπάει απαλά στην πλάτη. Γυρίζω τα μάτια μου προς τα πάνω ενώ το βλέμμα του Κρίστιαν γίνεται άγριο και σκοτεινό, εάν δεν πάθω ανακοπή σήμερα δεν θα πάθω ποτέ <<Καλή τύχη>> μου ψιθυρίζει ο Άντονι πριν βγει από την αίθουσα και μένω για ακόμη μια φορά μόνη μαζί του. 





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top