κεφάλαιο 58

Ανοίγω τα μάτια μου για να συνηθίσω το φως που μπαίνει μέσα, κοιτάζω δίπλα μου αλλά, ο Κρίστιαν δεν είναι εκεί. ΣΚΑΤΑ. Θυμάμαι το χθεσινό βράδυ όταν γύρισε χτυπημένος δεν μπορώ να πιστέψω πως ο Άντονι έκανε κάτι τέτοιο στον αδελφό του και αναρωτιέμαι εάν και στο παρελθόν έχουν συμβεί παρόμοια συμβάντα μεταξύ τους. Εγώ φταίω για αυτό ίσως εάν είχα μιλήσει νωρίτερα στον Άντονι και είχα βάλει ένα τέρμα στην σχέση μας να μην είχαν εξελιχθεί με αυτόν τον τρόπο τα πράγματα. Όμως πως λες σε κάποιον πως θες να χωρίσετε γιατί είσαι τρελά ερωτευμένη με τον αδελφό του και περιμένεις το παιδί του - απλά δεν το λες.  Σηκώνομαι από το κρεβάτι και μπαίνω στην ντουλάπα - δωμάτιο διαλέγω μια λευκή μίνι φούστα κα την συνδυάζω με μια λαδί μακρυμάνικη μπλούζα καθώς και τα λευκά παπούτσια μου από Gucci. Κάνω μια ψιλή αλογοουρά και κατεβαίνω προς τα κάτω. Ο Κρίστιαν κάθετε σε μια από τις καρέκλες του τραπεζιού και συζητάει με τον Ρόμπερτ <<Ρόζα>> λέει ο παππούς του καθώς με βλέπει να μπαίνω μέσα και ο Κρίστιαν γυρίζει προς το μέρος μου. <<Καλημέρα>> λέω καθώς μπαίνω μέσα και  κάθομαι δίπλα του. Φοράει ένα τζιν παντελόνι και μια λευκή μπλούζα με ζιβάγκο  <<Καλημέρα >> απαντάει σιγανά και τον επεξεργάζομαι κοιτάζοντάς τον σε όλο το πρόσωπό. Τα χείλη του καθώς και η μύτη, με το μάγουλό του έχουν πρηστεί αλλά, θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα, ίσως ο πάγος και το ιώδιο να βοήθησαν χθες.

Πίνει λίγο από τον καφέ του και με κοιτάζει <<Μην ανησυχείς μωρό μου σε λίγες μέρες θα έχω και πάλι το υπέροχο πρόσωπό μου που δεν μπορείς να αντισταθείς μπροστά του>> λέει κοροϊδευτικά περισσότερο για να με πειράξει και να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα <<Τσάι;>> ρωτάει ο Ρόμπερτ ο οποίος προσπαθεί να μην γελάσει, κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου ενώ ο Κρίστιαν σπρώχνει μπροστά μου ένα πιάτο με ομελέτα <<Φά' το όλο>> λέει και σηκώνω το φρύδι μου <<Ρόζα δεν θέλω αντιρρήσεις δεν τρως σχεδόν καθόλου, πρέπει να προσέχεις και να παίρνεις βιταμίνες>> συμπληρώνει <<Έχεις δίκιο σε αυτό ο εγγονός μου πρέπει να προσέχεις το μωρό σου>> τους κοιτάζω και τους δυο και αναστενάζω ίσως έχουν δίκιο αλλά, με όσα συμβαίνουν γύρω μου δεν έχω όρεξη να φάω. <<Ο Άντονι;>> ρωτάω ανάμεσα σε δυο γουλιές τσάι, τους βλέπω να κοιτάζονται μεταξύ τους και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά <<Είναι καλά... εννοώ δεν έχει πάθει κάτι...>> λέω με ταραγμένη φωνή και ο Κρίστιαν γυρίζει προς το μέρος μου <<Όχι Ρόζα μια χαρά είναι, πολύ καλύτερα από εμένα...>> αφήνει την πρόταση του μετέωρη και καταπίνω <<Μην ανησυχείς θα του περάσει απλά θέλει λίγο χρόνο να το χωνέψει>> λέει ο Ρόμπερτ και τον κοιτάζω <<Και πως το ξεπερνάει παίζοντας ξύλο με τον αδελφό του>> απαντάω κοφτά και γελάει <<Δεν είναι και η πρώτη φορά άλλωστε>> τον κοιτάζω άναυδη καθώς μόλις επιβεβαίωσε τις σκέψεις μου. 

Ο Κρίστιαν του ρίχνει ένα άγριο βλέμμα αλλά, ο παππούς του δεν πτοείτε, <<Κρίστιαν τι δεν μου λες;>> τον ρωτάω και αναστενάζει <<Έχω δικαίωμα να μάθω ειδικά για όσα πράγματα με αφορούν>> ακουμπάει την πλάτη του στην καρέκλα πίσω και με κοιτάζει <<Ρόζα σε παρακαλώ...>> λέει σιγανά <<Εγώ σε παρακαλώ μου ζήτησες να σε παντρευτώ και θα το κάνω, περιμένω το παιδί σου και θέλω να ξέρω τι συμβαίνει ανάμεσα σε εσένα και τον Άντονι λες ότι θες να με προστατεύσεις αλλά, με το να κρατάς μυστικά κάνεις το ακριβώς αντίθετο. Θέλω να ξέρω τι θα αντιμετωπίσω όταν συναντήσω τον Άντονι, έχω δικαίωμα να ξέρω>> του λέω και παίρνει μια βαθιά ανάσα <<Σε παρακαλώ...>> συμπληρώνω σιγανά και βλέπω να κοιτάζει ξανά τον παππού του <<Ωραία θα σου πω αλλά, όχι εδώ θέλω να πάρω λίγο καθαρό αέρα, θα πάμε να περπατήσουμε, εδώ πιο πάνω έχει ένα τεράστιο πάρκο θα μας κάνει καλό λίγος καθαρός αέρας και η μέρα είναι ηλιόλουστη>> λέει και σηκώνεται όρθιος. <<Ωραία μισό λεπτό να αλλάξω>> απαντάω και ανεβαίνω πάνω για να φορέσω κάτι πιο ζεστό.  

Φοράω ένα μαύρο μίνι μακρυμάνικο φόρεμα με ζιβάγκο και τις ασορτί σουέτ μπότες μου πάνω από το γόνατο με χαμηλό τακούνι από Christian Louboutin καθώς και το μαύρο παλτό μου από Max Mara. Κατεβαίνω κάτω και βλέπω τον Κρίστιαν να με περιμένει ακουμπισμένος στο τοίχο δίπλα από την πόρτα ενώ έχει φορέσει ένα μπεζ μπουφάν όπου στην μέσα πλευρά έχει γούνα από πρόβατο ενώ στα χέρια του κρατάει ενώ ζευγάρι γυαλιά ηλίου. Σηκώνει το βλέμμα του και με κοιτάζει καθώς τον πλησιάζω <<Έτοιμη;>> ρωτάει και κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου, ανοίγει την πόρτα και με αφήνει αν περάσω πρώτη έξω. Ξεκλειδώνει το αμάξι και τον κοιτάζω <<Νόμιζα πως θα περπατούσαμε>> λέω και χαμογελάει απαλά <<Σκέφτηκα μια καλύτερη ιδέα πικ - νικ>> απαντάει και χαμογελάω πλατιά. Ανοίγει την πόρτα του συνοδηγού και μπαίνω μέσα ενώ κάνει το κύκλο και κάθεται δίπλα μου, βάζει μπροστά και ξεκινάει προς το πάρκο. Υπάρχουν πολλά σημεία μέσα στο πάρκο όπου κάποιος μπορεί να σταθμεύσει και να απολαύσει το πικ - νίκ του κάτω από τα καταπράσινα δέντρα αλλά, και στα ξύλινα παγκάκια με τραπέζια που μπορεί να βρει σε διάφορα σημεία μέσα στο πάρκο. Μετά από πέντε λεπτά παρκάρουμε στο δέκατο τρίτο μέρος για πικ - νίκ και κατεβαίνουμε. Βλέπω τον Κρίστιαν να ανοίγει το πορτ μπαγκάζ και να βγάζει ένα καλάθι, μου δίνει το χέρι του και προχωράμε μέσα στο μικρό μονοπάτι. Αν και καθημερινή υπάρχει αρκετός κόσμος και οικογένειες με μικρά παιδία που απολαμβάνουν τον καλό καιρό. Ο Κρίστιαν με οδηγεί σε ένα πιο απομακρυσμένο σημείο όπου γύρω μας δεν υπάρχει κανείς έτσι θα μπορούμε να μιλήσουμε με την ησυχία μας αλλά, ωστόσο μπορούμε να βλέπουμε και την θέα με τον κόσμο και τα παιδιά που παίζουν απέναντι μας. 

Αφήνει το καλάθι κάτω και βγάζει μια κουβέρτα την οποία και στρώνει κάτω για να μπορέσουμε να καθίσουμε. Μου δίνει το χέρι του για να με βοηθήσει να κάτσω στο έδαφος και με ακολουθεί και αυτός. <<Τι λες δεν είναι καλύτερη αυτή η ιδέα μου;>> ρωτάει και χαμογελάω <<Ναι ήταν τέλεια ιδέα να έρθουμε για πικ - νικ>> απαντάω και με τραβάει στην αγκαλιά του ανάμεσα στα πόδια του με την πλάτη μου να ακουμπάει στο στέρνο του και βάζει το κεφάλι του στην βάση του λαιμού μου ενώ με χαϊδεύει απαλά. <<Κρίστιαν...>> λέω σιγανά και με κοιτάζει <<Λοιπόν αφού θες να μάθεις τόσο πολύ θα σου πω ένα παραμύθι>> σηκώνω το φρύδι μου και τον κοιτάζω , παραμύθι νόμιζα ότι θα μου έλεγε τι ακριβώς συνέβη μεταξύ τους. <<Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένα αγόρι>> γελάω και σιγανά <<Άσε να μαντέψω που γνώρισε ένα κορίτσι>> λέω κοροϊδευτικά <<Ναι που το ξέρεις>> απαντάει τάχα χωρίς να το πιστεύει ότι είπα κάτι τέτοιο <<Κρίστιαν την έγινε ανάμεσα σε εσένα και τον Άντονι θέλω να μάθω όχι να ακούσω παραμύθια>> του λέω και γελάει <<Θα με αφήσεις να σου πω τώρα το παραμύθι μου ή όχι>> κουνάω το κεφάλι μου και γελάω.

 <<Λοιπόν όπως είπαμε ήταν ένα αγόρι που γνώρισε ένα κορίτσι και οι δυο πηγαίνανε στο ίδιο πανεπιστήμιο αλλά, δεν γνωρίζοντας μέχρι που ένας κοινός του φίλος τους σύστησε μια μέρα και από τότε η ζωές του άλλαξαν>> τον ακούω πλέον με κομμένη ανάσα. Μου αφηγείται την δικιά μας ιστορία <<Τα δυο νέα αυτά παιδιά ερωτεύτηκαν παράφορα και δεν άργησαν να δημιουργήσουμε μια σχέση, έβγαιναν βόλτες, πήγαιναν κινηματογράφο, έκανα τα πάντα. Ήταν και οι δυο πολύ ευτυχισμένοι καθώς όμως ο καιρός περνούσε και μετά από σχεδόν ένα χρόνο σχέσης το αγόρι εξαφανίστηκε ένα βράδυ χωρίς να δώσει καμία εξήγηση το κορίτσι. Την επόμενη μέρα τον έψαχνε απεγνωσμένα αλλά, δεν μπορούσε να τον βρει πουθενά ούτε και ο φίλος τους ήξερε που ήταν, λες και άνοιξε η γη και τον κατάπιε, είχε αδειάσει το σπίτι του και δεν είχε αφήσει ούτε ένα σημείωμα στην κοπέλα η οποία δεν ήξερε τι είχε κάνει λάθος και έφυγε μακριά της. Η μοίρα όμως παίζει άσχημα παιχνίδια και συναντήθηκαν μετά από τέσσερα χρόνια στην εταιρία που δούλευε η κοπέλα και αυτός πήγε εκεί ως ο νέος τους CEO. Η καρδιά του πήγε να σπάσει μόλις την είδε και ξαφνικά χιλιάδες αναμνήσεις ξύπνησαν μέσα τους και ορκίστηκε να την διεκδικήσει ξανά με κάθε τίμημα ορκίστηκε να την κάνει δικιά του ξανά και ξανά ορκίστηκε να μην ξανά αφήσει όπως τότε ποτέ ξανά. Θέλεις να μάθεις όμως γιατί έφυγε εκείνο το βράδυ;>>.

Κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά χωρίς να μπορώ να μιλήσω πλέον απ' όλα αυτά που μου αφηγείται ενώ έχω γυρίσει το σώμα μου για να τον βλέπω καλύτερα. <<Γιατί η κοπέλα Ρόζα του είπε πως τον αγαπάει, το είπε στον ύπνο της και το αγόρι φοβήθηκε, τρόμαξε, γιατί ξαφνικά το κορίτσι είχε πει ότι αυτός δεν τολμούσε να πει και φοβήθηκες από την τροπή που έπαιρνε η σχέση του, έφυγε ενώ αυτή ακόμα κοιμόταν και έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε σπίτι του με την καρδιά του να χτυπάει τόσο δυνατά, μάζεψε τα πράγματά του και ζήτησε από τον πατέρα του ο οποίος είχε την οικονομική δυνατότητα να τον στείλει μακριά όσο πιο μακριά μπορούσε. Φοβόταν ότι εάν έμενε εδώ στην Αμερική ίσως να τον έβρισκε κάποια στιγμή ήξερε πως ότι έβαζε στο μυαλό της το έκανε και ότι ήταν πεισματάρα αλλά, αυτή την φορά δεν της είχε αφήσει τίποτα.>> νιώθω πως θα σπάσει η καρδιά μου, νιώθω λες και μου κάνει ερωτική εξομολόγηση, μου λέει όσα κράταγε μυστικά από εμένα τόσο καιρό. Καταπίνω και τον κοιτάζω με τα μάτια μου γεμάτα συγκίνηση <<Και γιατί δεν... μου το είπες... τώρα... όταν ήμασταν μαζί δηλαδή ότι είχα πει σ' αγαπώ εκείνο το βράδυ;>> τον ρωτάω και χαμογελάει απαλά. Πιάνει τα χέρια μου και με πλησιάζει <<Γιατί ήθελα να στο πω εγώ πρώτο μωρό μου>> μου κόβετε η ανάσα ενώ με πλησιάζει και ενώνει τα χείλη μας σε ένα απαλό φιλί. Χαμογελάω απαλά <<Αν και εσύ στην πραγματικότητα το είπες πρώτη>> συμπληρώνει <<Και μετά έφυγες για Αγγλία;>> ρωτάω και αναστενάζει . 

Κλείνει τα μάτια του και χαϊδεύει απαλά τα χέρια μου <<Το επόμενο πρωί το αγόρι έφυγε όσο πιο γρήγορο μπορούσε από το μέρος αυτό και γύρισε στο πατρικό του σπίτι όπου τον περίμεναν οι γονείς και ο αδελφός του. Όταν έφτασε προσπάθησαν να μάθουν το λόγο που ήθελε να τα παρατήσει όλα και να φύγει στην άλλη άκρη της γης έτσι ξαφνικά αλλά, το παιδί δεν μπορούσε να μιλήσει δεν ήθελα να μιλήσει για την κοπέλα η οποία ήταν σίγουρος πως είχε πληγώσει πολύ. Όμως ο αδελφός του είχε άλλα σχέδια ξεκίνησε να βγάζει από μέσα τους όλα όσα πίστευε για αυτόν και τους έλεγε πως ίσως τον είχε παρατήσει κάποια ή ότι δεν του καθόταν κάποια και για αυτό το λόγο έφυγε και άλλα πολλά... Και ξαφνικά άρχισαν να μαλώνουν άσχημα να παίζουν ξύλο, είχε μιλήσει άσχημα για την γυναίκα της ζωής του αν και εκείνη την ώρα το αγόρι δεν ήξερε πως αργά ή γρήγορα θα την αναζητούσε μόνος του γιατί θα του έλειπε και θα ήταν ο λόγος που τέσσερα χρόνια αργότερα θα γύριζε από της Αγγλία. Θα γύριζε γιατί ήθελε να την βρει, θα έψαχνε όλο τον κόσμο να της βρει και η θέση που του πρόσφερε ο πατέρας του στην εταιρία θα βοηθούσε στα σχέδια που είχε, όμως έπαθε σοκ όταν συνειδητοποιήσει ότι αυτή η κοπέλα που ψάχνει δουλεύει εκεί για αυτόν. Όμως το σοκ το έπαθε όταν έμαθε πως αυτή η κοπέλα είχε σχέση εδώ και δυο χρόνια με τον αδελφό του. Φαντάσου ειρωνεία για την κοπέλα που μάλωσαν τον βράδυ πριν φύγει για την Αγγλία και την ίδια κοπέλα που έβριζε ο αδελφός του τώρα ήταν μαζί του>>. 

Είμαι στα πρόθυρα να λιποθυμήσω και θα το είχα κάνει ήδη αλλά, θέλω να μάθω την συνέχεια, ο Κρίστιαν με κοιτάζει και του κάνω νόημα να συνεχίσει, ενώ τον βλέπω να παίρνει μια βαθιά ανάσα <<Τα υπόλοιπα λίγο πολύ τα ξέρεις, προσπάθησε να μείνει μακριά της αλλά, του ήταν αδύνατον όπως και στην κοπέλα η έλξη που ένιωθαν μεταξύ τους δεν μπορούσαν να την καταπολεμήσουν. Έτσι αποφάσισαν να κάνουν παράνομη σχέση από την οποία προέκυψε αυτό εδώ το πλασματάκι>> ακουμπάει το χέρι του στην κοιλιά μου και ένα δάκρυ κυλάει απαλά στο μάγουλο μου αλλά, το σκουπίζει με τον αντίχειρά του. <<Δυστυχώς η κοπέλα έκρυψε πως το μωρό ήταν του αγοριού και είπε σε όλους πως είναι του αδελφού του με τον οποίο και αποφάσισαν να παντρευτούν άμεσα. Όμως το αγόρι δεν άφησε να γίνει αυτός ο γάμος και με την βοήθεια του πατέρα της, την έκλεψε από τα σκαλιά της εκκλησιάς αποκαλύπτοντας σε όλους πως το μωρό είναι δικό του>> γελάω ελάχιστα και αναστενάζω ενώ τον κοιτάζω <<Την πήγε στην Βενετία για ταξίδι του μέλιτος όπως το έλεγε αυτός αν και δεν την είχε παντρευτεί ακόμα, όμως της έκανε πρόταση γάμου σε αυτό το μαγευτικό μέρος και η κοπέλα δέχτηκε συγκινημένη>>. Ακουμπάει το χέρι μου με το δαχτυλίδι και το φιλάει απαλά, <<Όμως οι μέρες πέρασαν και όταν γύρισαν πίσω έπρεπε να αντιμετωπίσει τον εξαγριωμένο αδελφό του, ο οποίος ζητούσε απαντήσεις, έτσι λοιπόν πήγε στο σπίτι του το αγόρι όπου μετά από λίγα λεπτά εμφανίστηκε ο αδελφός του. Κανένας εκτός από τον παππού τους δεν ήξερε τι είχε οδηγήσει το αγόρι στο να φύγει τότε μακριά στην Αγγλία έτσι άρχισε να λέει όλη την ιστορία στον αδελφό του από την αρχή. Φαντάζεσαι τι έπαθε όταν του αποκάλυψε ότι αυτή που έβριζε τότε και είχε πληγώσει το αγόρι φεύγοντας έτσι μακριά της φοβισμένο, ήταν η γυναίκα η οποία επρόκειτο να παντρευτεί αυτός. Ο αδελφός του εκνευρίστηκε τόσο πολύ που άρχισε να τον βαράει ενώ έβγαζε από μέσα του όλα όσα είχε κρύψει βαθιά τόσα χρόνια. Πίστευε πως οι γονείς του δεν τον αγαπούσαν τόσο όσο αυτόν, ότι του είχε κλέψει την γυναίκα, ότι του έκλεψε την ζωή, ότι τώρα έπρεπε να ήταν παντρεμένοι και να περιμένουν το παιδί τους>>. 

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και τον αγκαλιάζω <<Ρόζα>> λέει ενώ κλαίω, χαϊδεύει απαλά την πλάτη μου <<Μωρό μου, ηρέμισε εδώ, είμαι>> μου ψιθυρίζει <<Και μετά;>> ρωτάω και σηκώνομαι για να τον κοιτάζω <<Δεν έχει μετά αγάπη μου ήρθα σπίτι, απλώς ο Άντονι θέλει χρόνο για να χωνέψει όλα όσα έμαθε>> απαντάει. <<Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έγιναν όλα αυτά, εγώ φταίω Κρίστιαν, εγώ έπρεπε να είχα χωρίσει τον Άντονι μόλις έμαθα για το μωρό αλλά, φοβόμουν δεν ήξερα τον τρόπο και δεν ήθελα να πληγώσω κανέναν και τώρα τους πλήγωσα όλους>> λέω σιγανά και χαμηλώνω το βλέμμα μου αλλά, μου ανασηκώνει το πιγούνι <<Δεν έχει σημασία το παρελθόν Ρόζα αλλά, πλέον το μέλλον, και δεν πρόκειται να σε αφήσω να ξανά φύγεις από δίπλα μου ξανά. Θα τα αντιμετωπίσουμε όλα παρέα εγώ και εσύ>> τον κοιτάζω και τον αγκαλιάζω σφιχτά <<Εγώ και εσύ μωρό μου για πάντα>> μου ψιθυρίζει. <<Έλα πάμε έπιασε κρύο και πέρασε η ώρα δεν θέλω να κρυώσεις>> συμπληρώνει ενώ μου δίνει το χέρι του να σηκωθώ και μαζεύει τα πράγματα για να φύγουμε. Προχωράμε πίσω στο αμάξι μας και μπαίνουμε μέσα για να γυρίσουμε στο σπίτι του παππού του. Ο ήλιος κοντεύει πλέον να δύσει και όντως το κρύο είναι πλέον τσουχτερό, κάθομαι στην  θέση του συνοδηγού με τον Κρίστιαν δίπλα μου ο οποίος βάζει μπροστά και βγαίνει στον κεντρικό δρόμο για να πάμε σπίτι. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top