κεφάλαιο 56

Κοιτάζω έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου καθώς μπαίνουμε πλέον στην Ουάσιγκτον. Αυτές οι τέσσερις μέρες στην Βενετία ήταν υπέροχες ο Κρίστιαν ήταν πιο τρυφερός από ποτέ και περάσαμε φανταστικά. Την τελευταία μέρα είχαμε επισκεφτεί την Βασιλική του Αγίου Μάρκου το Παλάτι των Δόγηδων αλλά, και την καταπληκτική όπερα της Βενετίας. Αυτές οι τέσσερις μέρες θα μου μείνουν αξέχαστες από τα υπέροχα φαγητά και γλυκά που είχα δοκιμάσει ειδικά τα παγωτά τους μέχρι τον καφέ τους, που αν και τους τελευταίους μήνες τον απέφευγα είχα δοκιμάσει λίγο από τον εσπρέσο του Κρίστιαν και το άρωμα του ήταν φανταστικό και μου άρεσε πολύ. Ο Κρίστιαν μπαίνει στην  στην I-495 N προς Baltimore και αναρωτιέμαι για πιο λόγο μιας και από εκεί θα αναγκαστεί να κάνει το κύκλο για το σπίτι του μίας και έχω είχα ήδη μιλήσει με την σπιτονοικοκυρά μου και της είχα πει πως θα μετακόμιζα σε άλλο αφού επρόκειτο να παντρευτώ τον Άντονι. <<ΣΚΑΤΑ>> αναφωνώ και ο Κρίστιαν γυρίζει απότομα το κεφάλι του προς το μέρος μου <<Τα ρούχα και τα πράγματά μου υποτίθεται πως θα τα μεταφέρανε στο καινούργιο σπίτι που θα είχαμε με τον Άντονι>> λέω και σκέφτομαι τι μπορεί να έχουν απογίνει. <<Μεταφέρθηκαν ήδη>> τον ακούω να λέει και τον κοιτάζω ερωτηματικά <<Που;>> ρωτάω ίσως να τα πήγε σπίτι του. <<Θα δεις σύντομα>> απαντάει και τον κοιτάζω ενώ βλέπω έξω από το παράθυρο να μπαίνουμε στο Forest Hills μια γειτονιά βορειοδυτικά της Ουάσιγκτον. 

Δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλουμε εδώ <<Φτάσαμε>> λέει και παρκάρει μπροστά από ένα τριώροφο σπίτι, ανοίγω την πόρτα και βγαίνω στο δροσερό αέρα που κυματίζει τα μαλλιά μου. Δεν είχε τύχει να έρθω ξανά σε αυτή την περιοχή της Ουάσιγκτον αλλά, είχα βρεθεί παλιότερα στο τεράστιο Rock Creek πάρκο με τον ομώνυμο ποταμό του που εκβάλει στον Πότομακ. Είχαμε έρθει με τα κορίτσια για πεζοπορία και πικ νικ, <<Κρίστιαν που πάμε;>> ρωτάω καθώς κάνει το κύκλο και έρχεται προς το μέρος μου <<Τι είναι αυτό το μέρος, ποιος μένει εδώ;>> τον ρωτάω. Με κοιτάζει και παίρνει μια βαθιά ανάσα ενώ ακουμπάει στο πορτ μπαγκαζ της Jaguar, <<Ο παππούς μου, ο Ρόμπερτ>> λέει και κοιτάζω το σπίτι μέσα στα καταπράσινα πανύψηλα δέντρα και φυτά. Είναι λες και μένεις μέσα στην φύση <<Θα μείνουμε για ένα διάστημα εδώ>> συμπληρώνει και τον κοιτάζω απότομα <<Γιατί;>> ρωτάω και συνοφρυώνομαι <<Δεν μπορούμε να πάμε στο δικό σου σπίτι;>> ξανά ρωτάω και αναστενάζει. <<Ρόζα θέλω να είσαι ασφαλής και ήρεμη>> λέει και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τίποτα. <<Και στο σπίτι σου δεν θα είμαι ήρεμη και ασφαλής, και πάλι δεν καταλαβαίνω Κρίστιαν κινδυνεύω από κάτι και δεν το ξέρω;>> ρωτάω και χαμογελάει απαλά. <<Εάν δεν ξεκαθαρίσω την κατάσταση με τον Άντονι δεν θέλω να μείνουμε σπίτι μου εδώ θα είσαι ασφαλής>> ξανά λέει <<Δεν θα υποψιαστεί ο αδελφός μου πως μένεις εδώ>> συμπληρώνει και τον κοιτάζω άναυδη. 

Δεν θέλει να συναντήσω τον Άντονι αλλά, γιατί τι φοβάται <<Μα κάποια στιγμή θα πρέπει να του μιλήσω Κρίστιαν του χρωστάω εξηγήσεις και δεν μπορείς να με φυλακίσεις εδώ>> απαντάω κοφτά. <<Δεν σε φυλακίζω Ρόζα μπορείς να βγαίνεις όποτε θες ή να έρθουν οι φίλες σου εδώ, επίσης είναι πολύ ωραία περιοχή για βόλτα. Αν και δεν θα ήθελα να βγαίνεις μόνη σου>> σηκώνω το φρύδι μου και τον κοιτάζω <<Δεν θα με κλείσεις σε γυάλα Κρίστιαν έγκυος είμαι όχι ετοιμοθάνατη>> απαντάω και αναστενάζει βαριά <<Τέλος πάντων τα πράγματά σου έχουν ήδη μεταφερθεί εδώ>> απαντάει και καταπίνω <<Ναι αλλά, για πόσο νομίζεις πως θα με κρύβεις από τον Άντονι;>> τον ρωτάω και παίρνει μια βαθιά ανάσα <<Ρόζα θέλω να μιλήσω εγώ πρώτος με τον αδελφό μου και μετά εσύ, θέλω να ξεκαθαρίσω τα πράγματα και δεν θέλω να είσαι μπροστά>> μου λέει κοφτά και σφίγγω τις γροθιές μου <<Γιατί έχεις να κρύψεις κάτι;>> ρωτάω απότομα <<Όχι Ρόζα>> απαντάει στον ίδιο τόνο <<Αλλά, αυτά που μπορεί να υποθούν μεταξύ μας μπορεί να μην σου αρέσουν και να σε ταράξουν. Υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν γνωρίζεις για την σχέση μου με τον αδελφό μου και δεν σε αφορούν>> λέει άγρια. Όμως κάτι στο βλέμμα του μου δίνει ακριβώς την αντίθετη άποψη ότι με αφορούν και μάλιστα πολύ <<Το παρατήρησα πως δεν έχεις την καλύτερη σχέση με τον Άντονι αν και δεν ξέρω τον λόγο, θυμάμαι όμως ότι όσο σπουδάζαμε στο πανεπιστήμιο ήσασταν μια χαρά, τι έγινε μετά και φτάσατε σε αυτό το σημείο>> τον βλέπω να κλείνει τα μάτια του σφιχτά και μια φλέβα στο λαιμό του πετάγεται. <<Σου είπα τίποτα που να σε αφορά ότι έχω θα λύσω εγώ μαζί του. Πάμε μέσα θα κρυώσεις>> μου δίνει το χέρι του και με οδηγεί πάνω στο πλακόστρωτο μονοπάτι προς την κύρια είσοδο του σπιτιού.

Η πόρτα του σπιτιού ανοίγει και βλέπω ένα άντρα ο οποίος δεν μοιάζει και μεγαλύτερος από εβδομήντα χρονών αλλά, είμαι βέβαιη πως πρέπει να είναι τουλάχιστον δέκα χρόνια ακόμα μεγαλύτερος. Και ο παππούς του Κρίστιαν αλλά, και ο Έντουαρντ μικροδείχνουν αρκετά <<Ρόμπερτ>> λέει ο Κρίστιαν και τον κοιτάζω άναυδη καθώς αποκαλεί τον παππού του με το μικρό του όνομα ενώ αγκαλιάζονται σφιχτά <<Από εδώ η Ρόζα>> ο Κρίστιαν παραμερίζει για να χαιρετήσω τον παππού του <<Καλώς ήρθες Ρόζα χαίρομαι που επιτέλους σε γνωρίζω>> σηκώνω το φρύδι μου και τους κοιτάζω ενώ πιάνει απαλά το χέρι μου και το φιλάει <<Λοιπόν τι καθόσαστε έξω κάνει πολύ κρύο γρήγορα μπείτε μέσα>> μας λέει <<Πάω να φέρω τις βαλίτσες από το αμάξι>> απαντάει ο Κρίστιαν και απομακρύνεται. Ο Ρόμπερτ παραμερίζει για να περάσω μέσα, βλέπω μια μεγάλη σκάλα να οδηγεί στον επάνω όροφο αλλά, και προς τα κάτω όπου λογικά πρέπει να είναι το γκαράζ. Μπορώ να δω απέναντι ακριβώς ένα μικρό σαλόνι με τζάκι και την κουζίνα του σπιτιού αλλά, ο Ρόμπερτ μου δείχνει να προχωρήσω προς τα δεξιά. 

Καθώς μπαίνω βλέπω προφανώς το κύριο σαλόνι του σπιτιού με έναν μεγάλο λευκό γωνιακό καναπέ και δυο πολυθρόνες. Αυτό που παρατηρώ όμως είναι πως επικρατούν και εδώ οι ίδιες ακριβώς αποχρώσεις που έχουν τα σπίτια του Κρίστιαν τόσο την Ουάσιγκτον όσο και την Νέα Υόρκη το λευκό και το ξύλο. Τα μεγάλα παράθυρα σου επιτρέπουν να θαυμάσεις τα δέντρα που υπάρχουν γύρω από το σπίτι. <<Μην ανησυχείς Ρόζα εδώ είσαι ασφαλής>> λέει πίσω μου ο Ρόμπερτ και γυρίζω προς το μέρος του συνοφρυωμένη <<Μα δεν φοβάμαι>> απαντάω στωικά και τον βλέπω να γελάει. Μου κάνει νόημα να καθίσω και τον βλέπω να κάνει και αυτός το ίδιο σε μια από τις πολυθρόνες απέναντι μου. <<Ίσως θα έπρεπε αλλά, ίσως και όχι>> λέει αινιγματικά. <<Δεν καταλαβαίνω τον Άντονι δεν τον φοβόμουν ποτέ ούτε τον Κρίστιαν φυσικά γιατί να το κάνω τώρα;>> τον ρωτάω και κάθετε πιο αναπαυτικά στην πολυθρόνα <<Γιατί Ρόζα παίξατε πίσω από την πλάτη του όλο αυτό το διάστημα και ξαφνικά τον παράτησες στην εκκλησιά και έτρεξε στον Κρίστιαν και του αποκάλυψε πως το παιδί σου δεν είναι δικό του>>. 

Αναστενάζω και καταπίνω καθώς έχει δίκιο είχα φερθεί απαίσια στον Άντονι ο οποίος είχε σταθεί δίπλα δυο χρόνια και ίσως δεν με συγχωρούσε και ποτέ για αυτό που το είχα κάνει. Ούτε εγώ να θα συγχωρούσα. <<Δεν βγάζω ούτε τον εγγονό μου εκτός και αυτός έχει το μερίδιο ευθύνης του αλλά, με το παρελθόν σας ξέρω πολύ καλά πως δεν μπορείς να αντισταθείς σε ένα τόσο παράφορο έρωτα>> τον κοιτάζω άναυδη ο Κρίστιαν του είχε μιλήσει για το παρελθόν μας, αναρωτιέμαι εάν του μίλησε τώρα πρόσφατα ή εδώ και χρόνια τα ξέρει και πόσο πράγματα μπορεί αν γνωρίζει για τον Κρίστιαν όταν ήταν μαζί μου στον πανεπιστήμιο που εγώ μπορεί να αγνοώ. <<Εδώ είστε>> βλέπω τον Κρίστιαν να μπαίνει μέσα και διακόπτει τις σκέψεις μου <<Λοιπόν θα είσαστε σίγουρα κουρασμένοι από το ταξίδι, Κρίστιαν δεν χρειάζεται να σου δείξω το σπίτι το γνωρίζει πολύ καλά, θα σας περιμένω να φάμε μετά>> λέει και σηκώνομαι όρθια. Ο Κρίστιαν με πιάνει από το χέρι και με οδηγεί προς την σκάλα και τον επάνω όροφο, προχωράει προς ένα δωμάτιο και ανοίγει την πόρτα. 

Το δωμάτιο είναι τεράστιο με ένα πανύψηλο ταβάνι και παράθυρα τόσο στην οροφή του όσο και πιο χαμηλά απ' όπου βλέπεις στον κήπο που υπάρχει έξω από το σπίτι. <<Αυτό είναι το μεγαλύτερο δωμάτιο στο σπίτι, έχει ντουλάπα δωμάτιο ακριβώς απέναντι όπου τα περισσότερα ρούχα σου έχουν ταχτοποιηθεί ήδη, και ένα μεγάλο μπάνιο>> μου λέει ο Κρίστιαν καθώς κλείνει την πόρτα πίσω του. <<Για πόσο διάστημα θα με κρατάς εδώ;>> ρωτάω και ανεβάζω τον τόνο της φωνής μου αλλά, δεν φαίνεται να πτοείτε <<Για όσο χρειαστεί Ρόζα>> απαντάει κοφτά. Προχωράω προς το δωμάτιο ντουλάπα και βλέπω αρκετά ρούχα μου να κρέμονται καθώς και κάποια παπούτσια μου, αξεσουάρ αλλά, και τα εσώρουχά μου είναι όλα ταχτοποιημένα. Γυρίζω προς το μέρος του και καταπίνω ενώ τον κοιτάζω έκπληκτη <<Δεν πιστεύω να τα τακτοποίησε όλα αυτά ο...>> γελάει πριν καν τελειώσω την πρόταση μου <<Όχι Ρόζα δεν το έκανε ο παππούς μου τα έφεραν κάποιοι άντρες από το προσωπικό μου και τα ταχτοποίησε η Ολίβια>> λέει και συνοφρυώνομαι Ολίβια κάπου το έχω ξανά ακούσει αυτό το όνομα. Α ναι σωστά η οικιακή βοηθός του στην Νέα Υόρκη, καλά την έφερε από εκεί για τα φτιάξει τα πράγματά μου θα μπορούσα να το κάνω και εγώ. 

Αλλά, αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι πότε τα κανόνισε όλα αυτά και δεν πήρα χαμπάρι τίποτα εάν είχε τηλεφωνήσει στην Βενετία σίγουρα θα είχα ακούσει κάποια συζήτηση του ίσως και να τα είχε κανονίσει όλα νωρίτερα. <<Και η Ολίβια είναι εδώ;>> ρωτάω σιγανά ίσως πρέπει να την ευχαριστήσω για όλα αυτά που έκανε, σίγουρα για να τα βάλει στις θέσεις τους τα πράγματά μου θα χρειάστηκε δυο μέρες ίσως και τρις <<Ναι θα παραμείνει στην Ουάσιγκτον για λίγο διάστημα στο σπίτι μου, την έφερα μια μέρα πριν το γάμο από την Νέα Υόρκη>> απαντάει και ανοιγοκλείνω τα μάτια. Είχε όντως φύγει αλλά, όχι για την Αγγλία καθώς θυμάμαι πως η Έμιλυ με τον Έντουαρντ τον είχαν αποχαιρετήσει στο αεροδρόμιο ενώ ήλπιζαν να άλλαζε ο γιός τους γνώμη και να έμεινα για ακόμη μια μέρα. Τώρα που το σκέφτομαι ίσως θα προτιμούσαν όντως να είχε φύγει αλλά, τότε εγώ δεν θα βρισκόμουν εδώ και θα ήμουν παντρεμένη με τον Άντονι.  

Διώχνω τις σκέψεις από το μυαλό μου και προχωράω προς το μπάνιο όπου και αυτό είναι πολύ μεγάλο με ένα ξύλινο έπιπλο και δυο νιπτήρες με καθρέφτες από πάνω καθώς και μια οβάλ μπανιέρα αλλά, και ντουζιέρα. Ακόμα και εδώ υπάρχουν παράθυρα πάνω από την μπανιέρα για αν θαυμάζεις την φύσει καθώς χαλαρώνεις μέσα στο ζεστό νερό. Βγαίνω ξανά στο υπνοδωμάτιο και βλέπω τον Κρίστιαν να μεταφέρει στο δωμάτιο - ντουλάπα τις βαλίτσες μας <<Θα ταχτοποιήσω αργότερα τα ρούχα μου>> λέει και με πλησιάζει. Τον αγκαλιάζω και χαϊδεύει απαλά τα μαλλιά μου ενώ με φιλάει απαλά <<Θα πρέπει να πάω λίγο από το σπίτι μου>> συμπληρώνει και απομακρύνομαι από κοντά του για να τον βλέπω <<Συνέβη κάτι;>> ρωτάω νόμιζα πως θα έμενε μαζί μου <<Όχι μωρό μου αλλά, έχω να κάνω μια συζήτηση η οποία δεν παίρνει άλλη αναβολή αλλά, θα γυρίσω το βράδυ. Μην ανησυχείς όλα καλά θα πάνε εσύ φάε και ξεκουράσου>> μου λέει και μου δίνει ένα πεταχτώ φιλί στο στόμα <<Μήπως να έρθω μαζί σου...>> κουνάει αρνητικά το κεφάλι του <<Σε παρακαλώ μωρό μου θέλω να μιλήσω μόνος μου με τον αδελφό μου>> απαντάει και αναστενάζω. Ίσως έχει δίκιο, ίσως πρέπει να αφήσω τα αδέλφια να μιλήσου μεταξύ τους και να τα βρουν<<Όπως θες μωρό>> λέω γλυκά. Τον βλέπω να ανοίγει την πόρτα και να κατεβαίνει προς τα κάτω. Αναστενάζω και αποφασίζω πως χρειάζομαι ένα ντουζ οπωσδήποτε μετά από τόσες ώρες ταξίδι και έπειτα από όλα αυτά έχω ανάγκη να χαλαρώσω.    

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top