κεφάλαιο 23

Ο Κρίστιαν με έφερε μέχρι το διαμέρισμά μου και περιμένει υπομονετικά στο σαλόνι ώστε να αλλάξω ρούχα πιάνω ένα βελούδινο, ροζ, ασύμμετρο φόρεμα midi που δένεται στο λαιμό και τις μαύρες γόβες μου από Saint Laurent όπως και ένα ίδιας μάρκας μαύρο τσαντάκι. Διαλέξω και κάποια κοσμήματα και τα αφήνω στην άκρη, ο Κρίστιαν μου ζήτησε να φορέσω κάτι απλό όπως ο ίδιος είχε φορέσει ένα τζιν παντελόνι και μια μακρυμάνικη λευκή μπλούζα με ένα δερμάτινο μπουφάν. Πιάνω ένα σετ με σατέν παντελόνι και πουκάμισο σε ανοιχτό καφέ χρώμα και τα συνδυάζω με τα λευκά sneakers μου. Τελευταία πινελιά ένα καφέ σκούρο παλτό για να με κρατήσει ζεστή καθώς λόγο της χθεσινής βροχής υπάρχει πολύ υγρασία και το τελευταίο που χρειάζομαι τώρα είναι να αρρωστήσω. Μπαίνω στο σαλόνι ενώ στα χέρια μου κρατάω δυο τσάντες στις οποίες έβαλα τα ρούχα που θα πάρω μαζί και βλέπω τον Κρίστιαν να χαζεύει την θέα από το παράθυρό μου <<Δεν ήξερα ότι και από εδώ υπάρχει τόση ωραία θέα προς τον ποταμό Anacostia>> λέει φανερά εντυπωσιασμένος <<Φυσικά και είναι ωραία βέβαια δεν έχουμε όλοι τον ποταμό Ποτομάκ στα πόδια μας>> λέω κοροϊδευτικά. 

Ο Κρίστιαν με πλησιάζει και χαμογελάει ελάχιστα <<Το ξέρεις ότι δεν με νοιάζει ούτε με ένοιαζε ποτέ η οικονομική κατάσταση κάποιου>> απαντάει κοφτά και με φιλάει στο στόμα <<Έλα θα αργήσουμε>> μου λέει και με πιάνει από το χέρι για να βγούμε από το διαμέρισμά μου. Πιάνω την τσάντα μου και τον ακολουθώ <<Μπορώ να μάθω που σκοπεύεις να με πας;>> ρωτάω αλλά, χαμογελάει και κουνάει αρνητικά το κεφάλι του << Σύντομα θα δεις>> λέει μόνο. Οι πόρτες του ασανσέρ ανοίγουν και μπαίνουμε μέσα για να κατέβουμε προς το γκαράζ όπου είχε αφήσει προηγουμένους το αυτοκίνητό του. Του είχα ζητήσει να το βάλει στο πάρκινγκ και όχι μπροστά στο λόμπι καθώς ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Αν κάποιος ακόμα και ο ίδιος ο Άντονι μπορούσε να ερχόταν και να έβλεπε το αμάξι του αδελφού του εδώ και τότε δεν ξέρω τι δικαιολογία θα έβρισκα για να του πω. Μετά την συνάντησή μας με τους νέους συνεργάτες μας ο Κρίστιαν θα με πήγαινε σπίτι του για να πάρω το αυτοκίνητό μου και να γυρίσω στο διαμέρισμά μου. 

Μπαίνουμε στην Jaguar και βγαίνουμε έξω από το γκαράζ, μετά από δέκα λεπτά σταματάει μπροστά από την μαρίνα Wharf. Τον κοιτάζω και βγαίνω από το αμάξι, προχωράω προς το μέρος του και μου κόβετε η ανάσα καθώς τον βλέπω να βγαίνει από την θέση του οδηγού φορώντας τα γυαλιά του. Χριστέ μου ή μάλλον λάθος διάολε πρέπει να πω. Θέλει να με πεθάνει αυτός ο άνθρωπος είμαι σίγουρη. Κλειδώνει το αυτοκίνητο και με πλησιάζει, καταπίνω καθώς έχει στεγνώσει το στόμα μου από την εικόνα που βλέπω μπροστά μου. Δυο γυναίκες που μας προσπερνάνε τον κοιτάζουν ξεδιάντροπα και χαμογελάνε πλατιά. Εάν η κόλαση είχε πρόσωπο αυτό θα ήταν το δικό του, μου δίνει το χέρι του και το πιάνω απαλά <<Βλέπετε κάτι που σας αρέσει δεσποινίς Άντερσον>> σκύβει προς το μέρος μου επίτηδες και μου λέει σιγανά <<Σου έχω πει πόσο σιχαίνομαι αυτό το δεσποινίς Άντερσον>> του λέω κοφτά και χαμογελάει πλατιά <<Το ξέρω και για αυτό θα το λέω συνέχεια πλέον δεσποινίς Άντερσον>> η μελιστάλαχτη φωνή του με κάνει να ανατριχιάσω <<Παρακαλώ>> μου δείχνει το μονοπάτι που οδηγεί στο τέλος της μαρίνας και προχωράω προς το τέρμα της. Βλέπω μπροστά μου μια ρετρό μικρή βάρκα με τέσσερα καθίσματα. 

Ο Κρίστιαν με προσπερνάει και μπαίνει μέσα ενώ μου δίνει το χέρι του για να πιαστώ, <<Τι κάνουμε εδώ ακριβώς;>> τον ρωτάω καθώς τον βλέπω να γυρίζει τα κλειδιά της μηχανής και να βάζει μπροστά. <<Σου δείχνω τι σημαίνει πραγματική σχέση>> λέει και πιάνει το μοχλό ενώ το μικρό σκάφος ξεκινάει να σκίζει το νερό και να απομακρύνεται από την μαρίνα. Ανατριχιάζω και δεν είναι από το κρύο του Νοεμβρίου αλλά, από αυτό που μόλις άκουσα να λέει ο Κρίστιαν σχέση, αχ πόσο θα ήθελα όντως να ήταν πραγματικότητα όπως τότε. <<Έλα εδώ>> ο Κρίστιαν με τραβάει προς το μέρος μου και με βάζει μπροστά στο τιμόνι <<Πιάσε το με τα χέρια σου>> τον κοιτάζω ερωτηματικά καθώς μου δείχνει τι πηδάλιο <<Κρίστιαν τι λες δεν έχω οδηγήσει ξανά ποτέ μου βάρκα>> του λέω αγχωμένη και χαμογελάει απαλά <<Θα σε βοηθήσω εγώ>> ακουμπάει τα χέρια του πάνω από τα δικά μου και τα κινεί έτσι που να στρίψει ελάχιστα το σκάφος ώστε να πάμε παράλληλα με το κανάλι της Ουάσιγκτον το οποίο ενώνεται με το ποταμό Πότομακ. Γελάω καθώς ο Κρίστιαν τραβάει τα χέρια του από το πηδάλιο της μικρής βάρκας και με αφήνει να το οδηγήσω μόνη μου. <<Κρίστιαν είναι απίστευτο>> του λέω καθώς τυλίγει τα χέρια του γύρω μου <<Εσύ είσαι απίστευτη μωρό μου>> μου δίνει ένα απαλό φιλί και χαμογελάω πλατιά. Κοντεύει να δύση ο ήλιος οπότε το θέαμα του ποταμού το σούρουπο είναι υπέροχο. 

Το κινητό μου αρχίζει να χτυπάει και αφήνω τον Κρίστιαν να πάρει την θέση μου καθώς ψάχνω μέσα στην τσάντα μου το κινητό μου. ΣΚΑΤΑ. Ο Άντονι με καλεί, κοιτάζω τον Κρίστιαν και αναστενάζω ενώ κουνάει ερωτηματικά το κεφάλι του. Σηκώνω το τηλέφωνο και απαντώ <<Άντονι>> τα μάτια του σκοτεινιάζουν καθώς καταλαβαίνει ποιος είναι στην άλλη πλευρά της γραμμής.<<Μωρό τι κάνεις δεν ήρθες σήμερα στην δουλειά και η Έλσα μου είπε πως σε κουβάλησε ο αδελφός μου σε κάποια συνάντηση με τους νέους συνεταίρους>> η φωνή του ακούγετε γλυκιά από την άλλη πλευρά και γυρίζω έτσι που ο Κρίστιαν δεν μπορεί να με κοιτάζει ή να ακούει τι λέω. <<Ναι δεν μπορούσα να αρνηθώ, θα στο έλεγα αλλά, με ειδοποίησε πριν ξεκινήσω για την δουλειά>> λέω και ελπίζω να με πιστέψει <<Δεν πειράζει απλός πέρασα από το σπίτι σου για να τρώγαμε μαζί το μεσημέρι αλλά, δεν ήσουν σπίτι και η υπάλληλος στο λόμπι μου είπε πως έχει να σε δει από χθες>> λέει κάπως ανήσυχος. 

ΣΚΑΤΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΣΚΑΤΑ. <<Ε μάλλον δεν θα με πρόσεξε χθες το απόγευμα όταν γύρισα από την δουλειά>> λέω βιαστικά <<Και το μεσημέρι που ήσουν;>> ο τόνος του ανεβαίνει κάποιες οκτάδες <<Με τα κορίτσια είχαμε βγει για να μιλήσουμε για τις λεπτομέρειες σχετικά με τον γάμο της Μία και του Άλεξ>> παίρνω μια ανάσα και σταματάω ελπίζοντας πως θα πιστέψει και αυτό. <<Οκ Ρόζα απλά ανησύχησα>> ο τόνος του γλυκαίνει ελάχιστα και καταπίνω. <<Ρόζα...>> η φωνή του σταματάει και αναστενάζει <<Έχουμε να βρεθούμε από το Άσπεν συμβαίνει κάτι μήπως λόγος της πρότασ....>> η φωνή του ίσα που ακούγετε <<ΌΧΙ>> λέω κοφτά πριν τελειώσει την φράση του και με την άκρη του ματιού μου πιάνω τον Κρίστιαν να με κοιτάζει <<Όχι δεν συμβαίνει τίποτα απολύτως >> του απαντάω πιο ήρεμα αυτή την φορά <<Τότε δεν σε πειράζει να περάσω να σε πάρω αύριο το βράδυ να πάμε σε ένα πολύ ωραίο εστιατόριο>> αναστενάζω και κλείνω τα μάτια μου παίρνοντας βαθιά ανάσα. <<Όχι δεν με πειράζει...>> του απαντάω καθώς δεν έχω και άλλη επιλογή δεν μπορώ να τον αποφεύγω μια ζωή <<Τέλεια θα περάσω στις εννέα από το σπίτι σου τα λέμε μωρό μου>>.

 Κλείνω το κινητό μου και γυρίζω προς τον Κρίστιαν που τα  σκοτεινά του μάτια του με κοιτάζουν <<Ώρα να γυρίσουμε πίσω πρέπει να ετοιμαστούμε για το δείπνο>> ο κοφτός τόνος του με κάνει να καταπιώ καθώς ένας κόμπος στέκετε στο λαιμό μου. <<Κρίστιαν εγώ...>> λέω και κατεβάζω το κεφάλι μου <<Δεν πειράζει Ρόζα ο Άντονι άλλωστε είναι ο γκόμενος σου>> λέει υποτιμητικά και σηκώνω απότομα το βλέμμα μου πάνω του <<Τι θες Κρίστιαν είχες εξαφανιστεί για τέσσερα χρόνια έρχεσαι μου κάνεις την ζωή μου άνω κάτω και τώρα σε πειράζει που θα βγω όπως λες με τον γκόμενό μου>> του φωνάζω άγρια και κοιταζόμαστε με τα βλέμματα μας που είναι έτοιμα να δώσουν μάχη. <<Τίποτα δεν θέλω, γύρνα λοιπόν στον Άντονι αφού με αυτόν περνάς καλά και παντρέψουν τον για να ήμαστε όλοι εντάξει>> τον κοιτάζω άναυδη. <<Μου λες να δεχτώ την πρόταση του>> τον ρωτάω χωρίς να πιστεύω στα αυτιά μου. <<Στο χέρι σου είναι Ρόζα αν νομίζεις πως μαζί του θα είσαι καλά ναι κάν' το ξέρεις τα αισθήματά μου πλέον>> μου απαντάει κοφτά καθώς φτάνουμε στην μαρίνα και δένει το σκάφος.  

Δεν μπορώ να πιστέψω αυτά που μου λέει ο Κρίστιαν, μου δίνει το χέρι του για να ανέβω στην μαρίνα και έπειτα βγαίνει και αυτός. Μπαίνουμε μέσα στο αυτοκίνητο και ξεκινάει για το σπίτι του χωρίς να μιλάμε αλλά, η ένταση μεταξύ μας είναι ανυπόφορη. Πως σκατά θα διαλέξω ανάμεσα τους. Πως σκατά μου λέει να παντρευτώ τον αδελφό του, τον βλέπω να σφίγγει το τιμόνι με όλη του την δύναμη σχεδόν, ενώ οι αρθρώσεις του έχουν ασπρίσει αλλά, δεν με κοιτάζει καν. Πως σκατά τα κατάφερα να μπλέξω έτσι την ζωή μου έχω δίπλα τον άντρα της ζωής μου αλλά, δεν μπορώ να τον έχω στην πραγματικότητα καθώς έχω σχέση με τον αδελφό του τι θα κάνω; Αν δεχτώ την πρόταση δεν θα ήμαστε ξανά μαζί με τον Κρίστιαν, αναστενάζω και κοιτάζω τον δρόμο καθώς επιστρέφουμε πίσω στο σπίτι του το οποίο δεν απέχει και πολύ από εδώ. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top