κεφάλαιο 17
Το κεφάλι μου είναι έτοιμο να σπάσει κατεβαίνω προς την κουζίνα όπου μου είχε πει χθες η Έμιλυ πως υπάρχει τσάι. Ευτυχώς για καλή μου τύχη είχα βάλει μέσα στην βαλίτσα ακόμα ένα σεμνό μίντι νυχτικό σε σαμπανί απόχρωση με λίγη δαντέλα κάτω από το μπούστο μου και ασορτί ρόμπα. Ανοίγω μερικά ντουλάπια μέχρι που βρίσκω τα φακελάκια με το τσάι και ζεσταίνω λίγο νερό στην μεγάλη τσαγιέρα, και μόλις είναι έτοιμο το βάζω σε ένα μικρό φλυτζάνι. Σε όλη την διαδρομή μέχρι εδώ επικρατούσε σιωπή και όταν φτάσαμε ο Άντονι είχε μπει να κάνει μπάνιο ενώ εγώ του είχα πει πως θα κατέβαινα να φτιάξω ένα τσάι κάτι που όντως έκανα και τώρα το απολαμβάνω ακουμπισμένη πάνω στην νησίδα της κουζίνας. Πως σκατά είχα φτάσει σε αυτό το σημείο όταν είδα τον Άντονι να γονατίζει μπροστά μου και να μου κάνει πρόταση ήθελα να φύγω όσο πιο μακριά μπορούσα και το παγωμένο βλέμμα του Κρίστιαν έκανε ακόμα χειρότερη την κατάσταση. Δεν είχα ιδέα τι θα έκανα εάν αρνιόμουν την πρόταση του Άντονι η σχέση μας θα πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και στο τέλος είμαι σίγουρη πως θα χωρίζαμε αλλά, και πάλι δεν θα μπορούσα να είμαι ποτέ μαζί με τον Κρίστιαν. Από την άλλη εάν δεχόμουν να τον παντρευτώ όλα θα τελείωναν με τον Κρίστιαν, βέβαια όχι ότι τώρα που έχω σχέση με τον αδελφό του μας εμποδίζει αυτό, μια χαρά βρισκόμαστε και κάνουμε σεξ αλλά, μετά τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά. Ο Κρίστιαν ξέρω πολύ καλά πως δεν θα με συγχωρέσει εάν διαλέξω τον Άντονι και όχι αυτόν και ίσως να φύγει και να μην τον δω ποτέ ξανά κάτι, που δεν θα αντέξω για δεύτερη φορά να ζήσω στην ζωή μου, ήδη τα τραύματα από όταν με είχε παρατήσει είναι ακόμα νωπά. Νόμιζα πως το είχα ξεπεράσει με τα χρόνια αλλά, κάθε φορά που τον βλέπω θυμάμαι να ξυπνάω το πρωί μετά την νύχτα πάθους που είχαμε και να μην είναι δίπλα μου. Είχα πάει ακόμα και σπίτι του το οποίο και βρήκα άδειο και όπως με είχε ενημερώσει η σπιτονοικοκυρά του είχε φύγει για πάντα από Σεντ Λούις όπου και έκανε το μάστερ του.
Είχα πέσει σε κατάθλιψη καθώς δεν ήξερα τι είχα κάνει λάθος και είχε φύγει έτσι μέσα στην νύχτα σαν το κλέφτη, σκέφτηκα πως ίσως συνέβη κάτι σοβαρό με την οικογένειά του και έπρεπε να φύγει και πως ίσως να γύριζε ξανά. Αλλά, όσο οι μήνες περνούσαν τόσο η πιθανότητα να γύριζε όλο και μειωνόταν περισσότερο μέχρι, που πέρασε ένας χρόνος και άλλος ένας και έπειτα τέσσερα ολόκληρα χρόνια που είχα να τον δω και ξαφνικά εμφανίστηκε στην εταιρία ως ο νέος γενικός διευθυντής και αδελφός του Άντονι. Κοιτάζω το άδειο πλέον φλυτζάνι μου και αναστενάζω, τελικά δεν βλέπω να βοηθάει και πολύ το τσάι ίσως ένα μπουκάλι με ουίσκι θα κάνει καλύτερη δουλειά από αυτό. Ξαφνικά ένας δυνατός θόρυβος σαν κάτι να σπάει με κάνει να πεταχτώ και βγαίνω από την κουζίνα για να δω τι είχε συμβεί. Τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα κάτω στο πάτωμα υπάρχουν θραύσματα από ένα σπασμένο βάζο που υπήρχε μέχρι πριν ένα λεπτό στην είσοδο και υπεύθυνός για αυτό είναι ο Κρίστιαν. Τον κοιτάζω και καταπίνω καθώς μπορώ να καταλάβω πως είναι μεθυσμένος και με δυσκολία στέκετε στα πόδια του, ενώ κρατάει στα χέρια του το σακάκι του <<Σκατά>> τον ακούω να λέει μόλις συνειδητοποιεί αυτό που έκανε, τον πλησιάζω αργά <<Μη το πεις στην μαμά μου είμαι σίγουρος πως ήταν το αγαπημένο βάζο της>> λέει και τα μάτια του γυαλίζουν από το ποτό. <<Έλα Κρίστιαν έχεις μεθύσει>> του λέω και προσπαθώ να τον πλησιάζω <<Σώπα τι μας λες, αλήθεια μαμά>> λέει ειρωνικά <<Η μήπως πρέπει να σε λέω νύφη μου>> γελάει σιγανά και κουνάω το κεφάλι μου, <<Δεν παντρεύτηκα ακόμα, Κρίστιαν>> του απαντάω και τον κοιτάζω. <<Ακόμα...>> λέει και καθαρίζει τον λαιμό του, τον κοιτάζω με την καρδία μου να χτυπάει δυνατά, Χριστέ μου πως θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο. Δαγκώνω το κάτω χείλος μου και είναι αρκετό για να βάλει φωτιά στο βλέμμα του, με αρπάζει από την μέση και με κολλάει στο τοίχο ανοίγοντας τα χείλη μου με τα δικά του ενώ η γλώσσα του μπαίνει μέσα και κατακτά το στόμα μου.
Τον βλέπω να πετάει το σακάκι κάτω και να βάζει τα χέρια του πάνω στο σώμα μου, μικρά βογκητά ξεφεύγουν από το στόμα μου, μμμ μπορώ να μυρίσω την γεύση από το ουίσκι στο στόμα του το οποίο όμως δεν είναι πικρό αντιθέτως αφήνει μια ωραία γεύση στα χείλη μου. <<Κρίστιαν σε παρακαλώ μπορεί να κατέβει ο Άντονι>> λέω ξέπνοη καθώς τα στόματα μας μαλώνουν μεταξύ τους πιο θα κυριαρχήσει. Απομακρύνεται ελάχιστα και με κοιτάζει <<Θες να σταματήσω, πες το μου και θα το κάνω>> λέει βραχνά αλλά, το κορμί μου ήδη έχει πάρει φωτιά τον αρπάζω από το σβέρκο και τον φιλάω παθιασμένα. Βγάζει ένα επιφώνημα ξαφνιασμού και χαμογελάει πάνω στα χείλη μου, κοιτάζει γύρω και ανοίγει ξαφνικά μια πόρτα που βρίσκεται δίπλα μας και με σπρώχνει μέσα. Είναι σκοτεινά και δεν μπορώ να διακρίνω και πολλά, αλλά, απ' όσο μπορώ να καταλάβω πρόκειται για γραφείο καθώς, ένα μεγάλο τραπέζι είναι στην μέση του χώρου με μια καρέκλα στην άλλη πλευρά του ενώ, ελάχιστον φως έρχεται μέσα από το παράθυρο που υπάρχει μέσα στον χώρο.
Ακούω το κλικ από το κλείδωμα της πόρτας και αμέσως, ο Κρίστιαν έρχεται κατά πάνω μου και με φιλάει παθιασμένα ενώ, ρίχνει με δύναμη ότι υπάρχει πάνω στο γραφείο και με σπρώχνει πάνω του. Η μέση μου ακουμπάει στην άκρη του ξύλου καθώς το σώμα του πιέζει το δικό μου και μπορώ να νιώσω τον ήδη φουσκωμένο καβάλο του. Τα χέρια του ταξιδεύουν στο κορμί μου και μου βγάζει την ρόμπα πετώντας την κάτω, ανασηκώνει το νυχτικό μου και τραβάει απότομα το εσώρουχό μου σκίζοντας το για ακόμη μια φορά. Αναστενάζω καθώς νιώθω δυο δάχτυλά του να χύνονται μέσα στον υγρό μου κόλπο. <<Μμμ μου αρέσει που πάντα είσαι έτοιμη για εμένα>> λέει βραχνά ενώ φιλάει τον λαιμό μου. Δεν μιλάω καθώς, είναι ανώφελο να του πω ξανά πως έχει άδικο αφού, γνωρίζουμε και οι δυο πως έχω ερεθιστεί εξαιτίας του. Έχω πάρει φωτιά και το σώμα μου καίει από ανυπομονησία, ο Κρίστιαν με γυρίζει απότομα προς την άλλη και με βάζει να σκύψω πάνω στο τραπέζι και ανοίγει τα πόδια μου ακόμα περισσότερο με το γόνατό του. <<Κρατήσου από το γραφείο>> μόλις έχω προλάβει να πιάσω το κρύο ξύλο όταν μπαίνει με δύναμη μέσα μου, σπρώχνοντας το πέος του βαθιά μέσα μου με κάθε ώθηση. Το μόνο που σκεφτόμουν πλέον είναι η υπέροχη αίσθηση του μορίου του που έμπαινε με ορμή μέσα στον κόλπο μου ενώ το δέρμα μου γυάλιζε από τον ιδρώτα.
Ο Κρίστιαν τυλίγει το χέρι γύρω από το λαιμό μου για να μπει πιο δυνατά μέσα μου <<Θα παντρευτείς τον Άντονι;>> η βραχνή φωνή του αντήχησε μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο, αναστενάζω βαριά <<Πες μου>> λέει κοφτά και πιέζει ακόμα πιο δυνατά το χέρι του γύρω από το λαιμό μου. Έχω αρχίσει να ζαλίζομαι ενώ η φωνή μου βγαίνει πνιχτή καθώς σε κάθε ώθηση φτάνει ακόμα πιο βαθιά μέσα μου. Ο Κρίστιαν πιάνει τα μαλλιά μου και τα τραβάει προς τα πίσω <<Άνοιξε τα μάτια σου Ρόζα>> λέει κοφτά <<Μη παντρευτείς τον αδελφό μου>> η φωνή του ίσα που ακούγετε και μπορώ να διακρίνω μια κάποια ικεσία στην χροιά της. Νιώθω το σώμα μου να τρέμει ενώ ο Κρίστιαν βάζει το χέρι του ανάμεσα στα πόδια μου και αρχίζει να τρίβει με μανία την ερεθισμένη κλειτορίδα μου και τα πόδια μου αρχίζουν να τρέμουν. <<Ποιος σε κάνει να τελειώνεις έτσι Ρόζα>> λέει ενώ τραβάει δυνατά τα μαλλιά μου <<Εσύ...>> απαντάω ξέπνοα <<Μόνο εσύ>> συμπληρώνω και μια σειρά από βογκητά βγαίνουν από το στόμα μου καθώς ο Κρίστιαν μπαίνει μέσα μου σαν αφηνιασμένος. <<ΚΡΙΣΤΙΑΝ>> είναι το μόνο που καταφέρνω να πω καθώς ένας μεγάλος οργασμό συνταράσει το κορμί μου και με κάνει να σπαρταράω πάνω στο γραφείο. Ο Κρίστιαν συνεχίζει να μπαίνει δυνατά μέσα μου μέχρι που βγαίνει και τελειώνει πάνω στους καυτούς μηρούς μου, έχω καταρρεύσει πάνω στο γραφείο με το σώμα μου να τρέμει ακόμα. Τον βλέπω να πιάνει λίγο χαρτί που υπάρχει πάνω σε μια ξύλινη βιβλιοθήκη και καθαρίζει τα πόδια μου, ενώ κατεβάζει έπειτα το νυχτικό μου και με βάζει να καθίσω πάνω στο γραφείο.
Χαϊδεύει απαλά με τα χέρια του τα μαλλιά μου και μόνο τώρα παρατηρώ πως είναι ακόμα ντυμένος και μόνο το παντελόνι του είχε κατεβάσει ελάχιστα. <<Είσαι εντάξει;>> με ρωτάει σιγανά και τον κοιτάζω <<Κρίστιαν εγώ...>> βάζει το δάχτυλο του πάνω στα χείλη μου και τα σταματάει <<Ρόζα μη βιαστής να πεις κάτι που θα το μετανιώσεις και πίστεψέ με, γνωρίζω πολύ καλά πως είναι να μετανιώνεις για πράγματα που είτε έχεις πει, είτε όχι και σε βασανίζουν>> λέει και τα μάτια του σκοτεινιάζουν. Αναστενάζω καθώς δεν ξέρω εάν θέλω να τον φιλάω μέχρι να μην υπάρχει αύριο ή να τον πλακώσω στο ξύλο και να τρέξω όσο πιο μακριά του. Κατεβαίνω από το τραπέζι και τον κοιτάζω <<Είναι αργά και δεν θέλω να με ψάχνει ξανά ο Άντονι, ήδη τα πράγματα μεταξύ μας είναι περίεργα>> του λέω και τον προσπερνάω. <<Περίμενε>> με σταματάει και μπαίνει μπροστά, ξεκλειδώνει την πόρτα και ελέγχει τον χώρο έξω, παραμερίζει και με αφήνει να βγω έξω αφού, πρώτα παίρνω την ρόμπα μου από κάτω και την φοράω. Πηγαίνω στις σκάλες και ανεβαίνω προς το υπνοδωμάτιό, και άλλη μια έκπληξη με περιμένει καθώς, ο Άντονι δεν κοιμάται όπως θα ήθελα αλλά, κάθεται μπροστά στις τζαμαρίες και πίνει ουίσκι.
Γυρίζει απότομα προς το μέρος μου καθώς, ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα <<Ρόζα όλα καλά;>> ρωτάει βλέποντας το ταραγμένο βλέμμα μου. Κλείνω την πόρτα πίσω μου και χαμογελάω ελαφρά <<Ναι όλα καλά>> λέω αλλά, διακρίνω την δυσπιστία στο βλέμμα του. <<Είχα πάει στην κουζίνα και έφτιαξα ένα τσάι για να χαλαρώσω>>, εξηγώ τον λόγο που έλειπα τόση ώρα και ελπίζω να με πιστέψει <<Και ηρέμησες;>> ρωτάει ενώ ένα αμυδρό χαμόγελο στα χείλη του κάνει την εμφάνισή και ξέρω πως με τον τρόπο που μπήκα πριν μέσα μόνο ήρεμη δεν είμαι. <<Περίπου>> απαντάω και χαμογελάει περισσότερο <<Ορίστε>> μου λέει και γεμίζει ένα ποτήρι με ουίσκι που έχει στο μικρό τραπεζάκι δίπλα του <<Ίσως αυτό σε βοηθήσει καλύτερα από το τσάι>> παίρνω το ποτήρι και πίνω μια γερή γουλιά <<Εδώ που τα λέμε μόνο η μητέρα μου μπορεί να ηρεμεί πίνοντας τσάι>> χαμογελάω απαλά καθώς τον βλέπω να χαλαρώνει και να κάθετε σε μια από τις πολυθρόνες που υπάρχουν μέσα στο δωμάτιο.
Κάθομαι απέναντί του και τον κοιτάζω <<Άντονι συγνώμη αν σε έκανα να αισθανθείς άβολα πριν>> του λέω και τον βλέπω να πίνει λίγο από το ποτό του <<Δεν υπάρχει λόγος να ζητάς συγνώμη απ' ότι φαίνεται μάλλον δεν θέλεις κάτι παραπάνω από την σχέση μας>> λέει και πίνει το υπόλοιπο ποτό του και ξαναγεμίζει το ποτήρι του. Τέλεια, θα καταντήσω και τους δυο άντρες που είναι στην ζωή μου αλκοολικούς. Ακουμπάω το χέρι μου πάνω στο πόδι του είναι η πιο στενή μας επαφή εδώ και εβδομάδες. Το βλέμμα του στρέφετε απότομα πάνω μου και έπειτα στο χέρι μου <<Δεν είναι έτσι και το ξέρεις>> του λέω απαλά προσπαθώντας να βρω τις κατάλληλες λέξεις για να συνεχίσω <<Απλά με έπιασες απροετοίμαστη, νόμιζα πως ακόμα δεν θέλαμε να επισημοποιήσουμε την σχέση μας και ξέρεις όταν, μου έκανες πρόταση μπροστά σε όλους δεν ήξερα τι να πω, ξέρεις πως νιώθω πράγματα για εσένα και σε θέλω αλλά, με όσα είχαν συμβεί τελευταία ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμενα να ακούσω>> του λέω και με κοιτάζει <<Δηλαδή δεν είναι όχι>> απαντάει και βλέπω ένα αμυδρό χαμόγελο στα χείλη του <<Δ0εν είναι όχι, απλά θέλω να μου δώσεις λίγο χρόνο να το επεξεργαστώ>> του λέω γλυκά <<Έλα εδώ>> λέει σηκώνομαι για να κάτσω πάνω του <<Πάρε όσο χρόνο θέλεις, αφού δεν είναι όχι>> τονίζει την λέξη ενώ μου δίνει ένα απαλό ένα φιλί στο στόμα <<Θα περιμένω μέχρι να είσαι έτοιμη>> μου λέει γλυκά και ακουμπάω το κεφάλι μου πάνω στο στέρνο του καθώς προσπαθώ να δω τι σκατά θα κάνω με την ζωή μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top