Chapter 6
Αγγελος
Το χέρι μου χάιδευε τους αστράγαλους της Ελίσα ενώ το άλλο είχε τυλιχτεί πίσω από την πλάτη της. Ο Κριστιάν μου εξηγούσε το πρόγραμμα της σχολής όπου θα ξεκινούσαμε αύριο. Κοίταζα τις ώρες και είχα φρικάρει. Δεν θα μου έμενε καθόλου χρόνος. Θα την βγάζαμε στις πρόβες , στο στούντιο και στα φωνητικά σχεδόν όλη μέρα και συν αυτού θα είχα και την δουλειά. Δεν θα προλάβαινα ούτε καν να αναπνεύσω. Γαμώτο μου δηλαδή!
«Και εγώ πότε θα σε βλέπω με τέτοιο ωράριο που σου έβαλαν;» Είπε παραπονιάρικα η Ελίσα. Έχουμε κι αυτό τώρα. Δεν μου έφταναν όλα τα άλλα , έχω και μία σχέση να φροντίσω.
«Μην γκρινιάζεις Ελίσα. Εσύ πως κάθεσαι τόσες ώρες στο στούντιο για το τραγούδι;» Έτρεξε αμέσως να με υπερασπιστεί ο Κριστιάν. Αυτό το παιδί τελικά το πάω πολύ.
Η Ελίσα γούρλωσε τα μάτια άφωνη από την απάντηση του αδερφού της. Πήγα να μιλήσω όταν ο χτύπος του κινητού μου κάρφωσε τα βλέμματα των τριών μας πάνω στο τραπεζάκι ξαφνιάζοντας μας.
Το πήρα και κοίταξα ποιός είναι. Γαμώτο μου , ο Τζουλιάν. «Συγνώμη» Είπα στον Κριστιάν και στην Ελίσα και βγήκα από το σαλόνι. «Σι;» Άπαντησα στα ισπανικά καθώς προχωρούσα προς το βάθος του διαδρόμου.
«Κόμο βα γκριέγο ;» Μου απάντησε με το γνωστό του αστειάκι. Πάντα έτσι με αποκαλούσε ο Τζουλιάν. Έλληνα.
«Καλά είμαι. Εσύ;»
«Καλά. Σου έχω δουλειά για απόψε. Παίζεις σε ένα από τα κεντρικά κλάμπ στην Μαδρίτη. Σε θέλω στις 21:00 στο Κάπιταλ» Μου είπε επιβλητικά και σοβαρά με τον βαρύ τόνο της ισπανικής προφοράς που είχαν οι Μαδριλένοι.
Και μόλις μου είπε το όνομα πάγωσα . «Πλάκα κάνεις τώρα!» Έμεινα άφωνος. Πως στο διάολο είχε καταφέρει να με βάλει να παίξω στο μεγαλύτερο κλάμπ στην Μαδρίτη; Δεν το πιστεύω.
«Δεν σου κάνω πλάκα. Οπότε φρόντισε να τα πας καλά. Αν τους αρέσει η μουσική σου θα σε πάρουν για να παίζεις καθημερινά εκεί» Μου απάντησε γεμάτο σιγουριά. Εντάξει , είναι όνειρο και θα ξυπνήσω κάποια στιγμή.
«Θα είμαι εκεί»
Έκλεισα το τηλέφωνο και γύρισα ξανά στο σαλόνι βρίσκοντας τον Κριστιάν και την Ελίσα να συζητάνε. Το λευκό χαλί του σαλονιού είχε καλύψει τα βήματα μου μετατρέποντας τα σε αθόρηβα έτσι ούτε ο ένας , ούτε ο άλλος με πήρε χαμπαρι. «Δεν θα το πιστέψετε» Αναφώνησα και στάθηκα από πάνω τους. Τρομαγμένοι αμέσως , οι δύο τους γύρισαν προς το μέρος μου.
«Τι να μην πιστέψουμε;» Μου είπε η Ελίσα ενώ περίμεναν και οι δύο αγωνιωδώς την απάντηση μου.
«Θα παίξω στο Κάπιταλ απόψε.» Τότε και οι δύο γούρλωσαν τα μάτια. Mέσα σε ένα δευτερόλεπτο η Ελίσα είχε βρεθεί στην αγκαλιά μου και εγώ την κρατούσα δυνατά. Είχε πεταχτεί σαν ελατήριο από το ενθουσιασμό της με την είδηση που άκουσε.
Ο Κριστιάν σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος μου. «Συγχαρητήρια ρε μεγάλε.» Με χτύπησε ελαφρά στον ώμο και μετά ενώσαμε τις παλάμες μας.
«Ετοιμαστείτε! Μας περιμένει μεγάλη νύχτα» Χαμογέλασαν και μετά κάναμε ομαδική αγκαλιά. Ο Κριστιάν και η Ελίσα ήταν σαν δεύτερη οικογένεια μου εδώ στην Μαδρίτη. Από το πρώτο χρόνο μου εδώ μέχρι το τέλος - όπου και αν δεν ήθελα να το σκέφτομαι - έφτανε σύντομα.
...
Κρέμασα το λάπτοπ μου στο ώμο και πέρασα την κονσόλα μου κάτω από το χέρι μου. Ήταν όσα χρειαζόμουν για την σημερινή νύχτα. Ήταν πάντα οι δύο σταθεροί μου σύντροφοι από τότε που πρωτοθυμάμαι το εαυτό μου όπου ξεκίνησα να ασχολούμαι με την μουσική. Είχαν γίνει κομμάτι του σώματος μου και της ψυχής μου. Αφού πάτησα με τα δόντια το αυτόματο κουμπί που κλείδωνε το αυτοκίνητο μου μπήκα στο μαγαζί. Είχα αφήσει το Κριστιάν και την Ελίσα στο διαμέρισμα. Θα έρχονταν κατα της μία να με βρούν στο κλαμπ. Αντίκρισα ένα τεράστιο χώρο με τρεις ορόφους. Το βλέμμα μου ταξίδεψε από την μία πλευρά μέχρι την άλλη με δέος. Είχα έρθει πολλές φορές μα βράδυ. Δεν είχα αντιληφθεί πόσο τεράστιο και όμορφο ήταν στο φώς , άδειο από κόσμο. Υπήρχε ενάς μοντέρνος σχεδιασμένος χώρος μπαλκονιών από μέταλλο , σαν παλιό παραμελούμενο εργοστάσιο. Στο κέντρο υπήρχε μία τεράστια κυκλική μπάλα σαν διαστημικός ιπτάμενος δίσκος όμως χωρίς καλύμματα. Απλά ήταν τρεις κύκλοι όπου ο ένας έμπαινε στο εσωτερικό του άλλου και είχε ασημί χρώμα. Προχώρησα προς το κέντρο όπου ήταν η σκηνή και απέναντι μου είδα το κέντρο του κόσμου μου. Ένα ψηλό σαν λόφο πράγμα που ο κάθε ντιτζέι άπλωνε την κονσόλα του σαν μαύρο ύφασμα ενώ με το άνοιγμα του έβγαιναν ηλεκτρικές νότες και αόρατος ρυθμός που σκέπαζε τους πάντες. Άκουσα θορήβους και γύρισα προς τα πίσω. Είδα μερικούς σερβιτόρους να κουβαλάνε κουτιά ενώ την ίδια στιγμή μερικοί άλλοι τύποι τακτοποιούσαν τα ποτά στο μπαρ.
Κατευθυνόμουν προς το μέρος που θα έκτιζα τον κόσμο μου όταν άκουσα μία φωνή να λέει «Ψιτ μικρέ»
«Ναι;»
Με πλησίασε καθώς είχα σταματήσει και τον περίμενα. «Είσαι ο ντιτζέι σωστά; Λέγομαι Φερνάντο. Ο διευθυντής του κλάμπ» Τον κοίταξα προσεκτικά. Φορούσε ένα γκρι κουστούμι με λευκό πουκάμισο όπου τα πρώτα κουμπιά ήταν ανοιχτά. Τα μαλλιά του ατίθασα με τάση προς τα πίσω.
«Χαίρω πολύ. Άγγελος Ανδρεάδης.» Του έτεινα το χέρι.
«Άγγελος κίε;» Μου είπε παραξενεμένος και γέλασα. Πάντα τα ίδια με τους ισπανούς. Τους είναι τόσο δύσκολο να προφέρουν το επώνυμο μου.
Ακόμα θυμάμαι την πρώτη φορά που κάποιος πρόφερε το επίθετο μου. Ήταν τότε στο πρώτο έτος μου στο Πανεπιστήμιο. Είχα μπει στο πρώτο μου μάθημα και η καθηγήτρια η οποία θα μας έκανε ήταν από την Σεβίλλη και το πρόφερε με τόση δυσκολία , μασούσε τα γράμματα. Είχαμε ρίξει το γέλιο μέσα στην αίθουσα. Ωραίες αναμνήσεις από τις πρώτες μέρες μου εδώ στην Ισπανία.
«Ανδρεάδης. Λο σέ , ντιφίθιλ πέρο»
Μου αντέστρεψε το χαμόγελο και ελευθερώσαμε τα χέρια μας . «Είσαι έλληνας να μαντέψω;»
«Ναι , σπουδάζω εδώ στην Μαδρίτη μουσική. Ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνεται» Αν δεν ήταν αυτός δεν θα έπαιζα εδώ. Φυσικά έβαλε και ο Τζουλιάν το χεράκι του αλλά δεν πιστεύω να του ήταν και τόσο εύκολο να πείσει τον διευθυντή του συγκεκριμένου κλάμπ.
«Δεν κάνει τίποτα μικρέ. Μου αρέσει να δίνω ευκαιρίες. Ετοιμάσου. Στις δώδεκα ανοίγουμε» Του κούνησα το κεφάλι και κατευθύνθηκα προς το μέρος που έπρεπε να ήμουν.
Ετοίμασα την κονσόλα μου που την στόλιζαν τα ασημένια κουμπιά χειρισμού μουσικής. Όσο και αν ήξερα να παίζω κιθάρα , ντράμς και πιάνο αυτή την κονσόλα δεν θα την άλλαζα με τίποτα άλλο στο κόσμο. Ο ηλεκτρονικός ήχος που βγάζει ταξιδεύει εμένα και όλο το κοινό στο οποίο ακούγεται. Κρέμασα τα αγαπημένα μαύρα μου ακουστικά στο λαιμό και άνοιξα το υπολογιστή μου θέτοντας τον σε ετοιμότητα. Απόψε είναι μεγάλη νύχτα.
...
Είχε πάει μία και μισή όταν το κλάμπ είχε γεμίσει ασφυκτικά από το κόσμο . Την ατμόσφαιρα την είχε καλύψει ο γκρι - λευκός καπνός από τα τσιγάρα και τα πολύχρωμα φώτα όπου έβγαιναν από τους δυνατούς προβολείς που υπήρχαν σε όλο τον χώρο. Έπαιζα με τα κουμπιά της κονσόλας μου ενώ χόρευα ρυθμικά στο ρυθμό της μουσικής που δημιουργούσα. Και αυτή την στιγμή ήταν από αυτές που συνειδητοποιούσα πως άνηκα εδώ, άνηκα σε αυτό το χώρο , σε αυτή την κατάσταση , σ΄ένα ψηλό σημείο όπου ο κόσμος κάτω μου κρεμιόταν από την δική μου μουσική. Είδα την οθόνη του κινητού μου να αναβοσβήνει και το πήρα.
Είχα ένα μήνυμα από την Ελίσα που έλεγε. «Είσαι τόσο σέξι από εκεί ψηλά.Με την κονσόλα σαν παιχνίδι ανάμεσα από τα χέρια σου»
Σήκωσα το κεφάλι και άρχισα να την ψάχνω με τα μάτια μέσα στο πλήθος μα μάταια. Μέσα σε τόσο κόσμο δεν θα την ξεχώριζα με τίποτα. «Αυτή η κονσόλα ίσως βρεθεί και από κάτω σου αν θες. Και εγώ ανάμεσα από τα πόδια σου» Της απάντησα. Όταν στέλναμε αυτά τα ερωτικά μηνύματα με τρέλενε τόσο πολύ.
«Αν ναι; Θα το δούμε απόψε αυτό» Κούνησα το κεφάλι και ασυναίσθητα δάγκωσα το κάτω χείλος μου.
Καθώς έκλεισα το μήνυμα της Ελίσας είδα μία ειδοποίηση από το φέισμποοκ να έχει εμφανιστεί στην οθόνη μου. Μπήκα αμέσως και είδα πως η Άντα Αλιβιζάτου με είχε δεχτεί. Για να δούμε τι σόι είναι και αυτή η γκόμενα που διάλεξε ο Μάνος. Μπήκα στο προφίλ της και είδα μερικές φωτογραφίες της. Αυτή μου θύμιζε κάτι γαμώτο αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ τι. Λες να ήταν στο πάρτι όπου πήγαμε εγώ , ο Μάνος και Ερμής ; Τι ηλίθια ερώτηση Άγγελε. Αφού εκεί την γνώρισε ο Μάνος , συγκεντρώσου. Θα στείλω μήνυμα , θέλω να δω τι τύπισσα είναι και να σιγουρευτώ πως δεν είναι κανένα τσουλάκι που παίζει με τον Μάνο.
«Γειά σου» Έγραψα μονολεκτικά και έστειλα το μήνυμα.
Άφησα το κινητό δίπλα στην κονσόλα μου και περίμενα. Έβαλα το επόμενο τραγούδι όπου ήταν ένα μιξάρισμα Rihanna και σήκωσα τα χέρια χτυπώντας τα σε ρυθμό ώστε να παρασύρω το κόσμο μαζί μου. Τότε το κινητό μου δονήθηκε και το πήρα.
«Γειά! Σε ξέρω;» Μου απάντησε. Απευθείας στο ψητό η μικρή .
Της απάντησα αμέσως χωρίς να χάνω χρόνο «Όχι. Δεν νομίζω»
«Είσαι φίλος του Μάνου;» Με ρώτησε. Και εκεί που ήμουν έτοιμος να της απαντήσω ένιωσα δύο παλάμες να μου κλείνουν τα μάτια.
«Μάντεψε!!» Άκουσα να λέει κάποιος και χαμογέλασα. Παράτησα αμέσως το κινητό μου δίπλα από την κονσόλα και γύρισα πίσω.
«Μωρό μου!» Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από την μέση της και την σήκωσα στον αέρα.
«Γαμώτο!Είσαι τόσο σέξι , το ξέρεις;» Σχολίασε καθώς την κατέβαζα κάτω.
Την κόλλησα πάνω μου και τα χέρια μου άρχισαν να περπατούν πάνω στο σώμα της. Από την μέση της οδηγήθηκαν στους γλουτούς της. Ένιωθα το στενό φόρεμα της να διαγράφει τις καμπύλες της και την πίεσα πιο πολύ στο σώμα της. Το στήθος της με την πρώτη επαφή με το στέρνο μου αντέδρασε αμέσως και ένιωσα να φουντώνω. Γαμώ μου! Το βλέπω θα την γαμήσω εδώ. Γέλασε καταλαβαίνοντας τι συνέβαινε και τραβήχτηκε.
«Εγώ λέω να πάω στον Κριστιάν γιατί δεν μας βλέπω καλά»
«Ναι σωστά»
Δημήτρης
Ο ιδρώτας με είχε περιλούσει από την ένταση της μουσικής και την ζέστη του μαγαζιού. Τα ντραμς του Νίκου χτυπούσαν με δύναμη ενώ το μπάσο του Ορέστη συνόδευε την ηλεκτρική κιθάρα μου κάνοντας πιο εκρηκτικό το ήχο. Με την φωνή μου να ανεβαίνει στην πιο ψηλή νότα είπα με πάθος τον γνωστό στίχο των Bon Jovi , «Its my life» . Η ματιά μου έπεσε στιγμιαία προς το κοινό και είδα χιλιάδες κορίτσια να έχουν χαζέψει πάνω μου. Τέτοιες γκόμενες έρχονταν μετά και μου πλάσαραν μούρη με δήθεν γνώσεις περί ροκ μουσικής απλά για να τις πηδήξω. Ξαφνικά το μάτι μου όμως έπιασε την παρέα του Στέφανου σε ένα γωνιακό τραπέζι. Δεύτερη σύμπτωση σήμερα. Ω! Το θέλει πολύ η μοίρα να σε πηδήξω Άντα. Δεν εξηγείται αλλιώς.
Δεν πέρασε πολύ και το τραγούδι τέλειωσε. Ξεκρέμασα την κιθάρα από πάνω μου και με ένα μεγάλο πήδημα κατέβηκα από την σκηνή. Ανακάτεψα τα ιδρωμένα μαλλιά μου παίρνοντας μία βαθιά ανάσα. Ένιωθα το λαιμό μου ξηρό από το πολύ τραγούδι. Δένοντας το πουκάμισο μου στην μέση προχώρησα με σταθερό βήμα προς το τραπέζι των παιδιών.
Εντόπισα την Άντα και όδευασα προς το μέρος της. Φτάνοντας ακριβώς από πίσω της έσκυψα από πάνω της και ψιθύρισα στο αυτί της «Πολύ όμορφη είσαι σήμερα» Το σώμα της αναπήδησε στην στιγμή και έσφιξα τα χείλια για να μην γελάσω.
Την είδα να γυριζεί προς το μέρος μου και κομπιάζοντας είπε «Γειά» Μειδίασα ενώ προσπαθώντας να κρύψει την αμηχανία της συνέχισε λέγοντας «Ωραίος ήσουν εκεί πάνω»
«Ευχαριστώ. Και εσύ ωραία είσαι , πάντα σέξι και ελκυστική» Έγλυψα τα χείλια μου και δάγκωσα αισθησιακά το κάτω χείλος μου ανιχνεύοντας το σώμα της.
Πήρα μια κοφτή ανάσα. Που να πάρει διάολε! Πως κυκλοφορούσε έτσι η κοπέλα; Τα ολόγυμνα πόδια της έτσι που γυάλιζαν στο σκοτάδι ήταν πειρασμός. Φώναζαν από μακριά «άνοιξε μου τα και πήδαμε δυνατά». Είχα καυλώσει μόνο με την εικόνα της , πάλι καλά που φορούσα τζιν και δεν θα γινόμουν ξεφτύλα. Έγειρα το σώμα μου στο πλάι στηρίζοντας το χέρι μου πάνω στο ψηλό τραπεζάκι όπου κάθονταν και την είδα να δαγκώνει το χείλος της. Την είχα ανάψει , την είχα ανάψει τόσο άγρια. Ήταν έτοιμη να πέσει ήμουν σίγουρος.
«Τα λες και σε άλλες αυτά προφανώς» Μου απάντησε αυτάρεσκα και για μια στιγμή ένιωσα να χάνω το έλεγχο μου. Σε ειρωνεύτηκε Ελευθεριάδη. Δεν το πιστεύω μόλις μου την μπήκε γκόμενα.
Κάγχασα με το μειδίαμα να γεμίζει την άκρια των χειλιών μου. Πιστεύει πως με τάπωσε αλλά θα στο φέρω τούμπα μωρό μου. «Είσαι ζόρικια ε;» Την ρώτησα κουνώντας το κεφάλι απολαμβάνοντας το θέαμα. Είχε γυρίσει το βλέμμα για να μην με βλέπει. Ένιωθε κι αυτή την ένταση. Το έκοβα με χίλια αυτό.
«Φυσικά αγοράκι» Με ξανά ειρωνεύτηκε.
Την πουτάνα μου μέσα! Μόλις με είπε αγοράκι; Τα λαμπάκια μου άναψαν επι τόπου και ο έλεγχος μου έπεσε. Αν σε γαμήσω εδώ μπροστά σε όλους θα σου πω ποιός είναι το αγοράκι. Έτριξα τα δόντια γεμάτο θυμό και ένιωσα όλο το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου. Που να πάρει , δεν θα τα πάμε καλά με την Αλιβιζάτου. Όσο ζόρικια και αν ήταν δεν ήξερε με ποιόν τα έβαζε. Ήξερα καλά αυτό το παιχνιδάκι.
Με την οργή να κυριαρχεί μέσα μου την κοίταξα έντονα στα μάτια. Έκανα ένα βήμα προς τα μπροστά και τονίζοντας κάθε λέξη της είπα «Θα ήθελες να ήμουν αγοράκι μωρό μου»
«Και εσύ θα ήθελες να ήμουν το μωρό σου» Μου είπε σαρκαστικά ενώ τα μάτια της μου μιλούσαν προκλητικά.
Μιλούσαν σιωπηλά λέγοντας πως δεν ήταν καμιά γκόμενα σαν αυτές που είχα ξανά συναντήσει. Πως ήξερε το είδος μου. Μωρό μου , εγώ δεν είμαι σαν αυτούς που πέτυχες.Εγώ δεν είμαι αγοράκι αλλά άντρας , δεν χάνω ποτέ. Της απάντησα σιωπηλά με τα δικά μου μάτια να την ξεσκίζουν. Ένιωθα την ανάσα της να προσπαθεί να μου αντισταθεί ενώ παρακολουθούσα την επιρροή που της ασκούσα. Το σώμα της τα έλεγε όλα , δεν χρειαζόταν να μου το πει με λόγια. Ήθελα να την σκίσω αυτή την στιγμή. Να την γαμήσω μέχρι να μην νιώθει τα πόδια της.
«Χμ παιδιά» Ακούσαμε ξαφνικά και αυτή η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα διασπάστηκε.
Σαν μια φωνή αγριεμένοι απαντήσαμε μαζί «Τι;» Στο επόμενο λεπτό κοιταχτήκαμε με τα βλέμματα μας να αγριοκοιτάζονται αναμεταξύ τους.
«Απλά εμείς φεύγουμε. Και έχουμε θέμα. Δεν μας χωράει το αμάξι. Εγώ με τον Μάνο μαζί με τον Ερμή ήρθαμε με το αμάξι και η Φένια μαζί με τον Στέφανο ήρθαν με μετρό. Και αφού τα μετρό έχουν κλείσει ήδη θα τους πάμε έμεις. Άσε που εγώ θα μείνω στο Μάνο οπότε..» Είπε σε ένα απίστευτο λογύδριο η φίλη της Άντας που αν θυμάμαι καλά την έλεγαν Αλέξα.
Ποιά φίλη άφηνε την κολλητή της με ένα άγνωστο για να πάει με το γκόμενο; Έλεος , άθλια την έβρισκα . Μόνο από αυτό την είχα αντιπαθήσει. Την φιλία την έχουμε πάνω από όλα κοπελιά , πραγματικά οι γυναικείες φιλίες είναι ότι να 'ναι. Μηδέν σεβασμός.
«Άστο κατάλαβα!» Είδα την Άντα να σηκώνει το χέρι σταματώντας την . Απαυδισμένη προφανώς από την φίλη της είπε «Θα πάω με ταξί»
«Θα την πάω εγώ. Φύγετε» Επενέβην μέσα στην συζήτηση τους. Ευκαιρία να παίξω ακόμα λίγο με την Άντα.
Μου έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα και είπε «Δεν σου έδωσε κάνεις την άδεια ξέρεις. Ταξί θα πάρω» Ω αυτή η ειρωνεία άρχισε να μου την σπάει άγρια. Έτσι και το συνεχίσει δεν θα βγει ζωντανή από τα χέρια μου.
Τις πέταξα φλόγες θυμού με μία ματιά μου και γυρίζοντας προς τους άλλους είπα απόλυτα «Θα την πάω. Τέλος»
«Σίγουρα;» Ρώτησε η φίλη της και πραγματικά ήθελα να την βρίσω. Ένιωθε και ένοχες από πάνω. Εσύ την παρατούσες για τον γκόμενο , εσύ έπαιζες την πουστιά. Έχε χάρη που με συμφέρει όλο αυτό αλλιώς θα την έβριζα εκ μέρους της Άντας.
Προσπαθώντας να παραμείνω ψύχραιμος και απόλυτος απάντησα «Ναι σίγουρα. Κάντε την ! Έτσι και αλλιώς δεν τελειώσαμε εμείς»
Η Αλέξα έριξε το βλέμμα της για ακόμα μια φορά προς την Άντα και αυτή επιβέβαιωσε την απόφαση μου λέγοντας «Πήγαινε θα με καλά»
Η Αλέξα ξεφύσηξε λες και έφυγε ένα βάρος από πάνω της και χώθηκε μέσα στην αγκαλιά του γκόμενου της όπου δεν γνώριζα. Αφού ο Στέφανος με την Φένια ήταν πλέον έτοιμοι βγήκαν μαζικώς έξω από το μαγαζί. Γύρισα προς το μέρος της Άντας με την σκέψη πως ήταν στα χέρια μου τώρα. Μόνη και χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι για να με αποφύγει. Την κρατούσα στο χέρι.
Την πλησίασα πιο πολύ. «Επιτέλους μόνοι» Μόνοι και έτοιμοι για παιχνίδι. Αν δεν την έριχνα απόψε δεν ξέρω τι στο πούτσο θα γινόταν.
«Βασικά μόνος σου. Εγώ την κάνω» Μου την μπήκε πάλι επιθετικά και κατέβηκε από το σκαμπό της.
Δεν ξέρω πως στο πούτσο είχε γίνει και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα είχε μαζέψει τα πράγματα της και ήταν έτοιμη να την καταπιεί το πλήθος και να με αποφύγει για ακόμα μια φορά. Μονό που δεν ήξερε , όσο κι αν έτρεχε μακριά μου κάποια στιγμή θα μπέρδευε τα βήματά της και θα έπεφτε. Και θα ήμουν εκεί , θα ήμουν εκεί και θα έπιανα φυλακίζοντας την στην παγίδα μου.
Έτρεξα και αρπάζοντας την από το μπράτσο την τράβηξα με φορά και γύρισε προς το μέρος μου. «Για που το έβαλες;» Με κοίταξέ ξεροκαταπίνοντας.
Με έβγαζε έκτος ελέγχου αυτή η κοπέλα , πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό. Ήθελα να την ανεβάσω πάνω στο τραπέζι και να της σκίσω το μουνάκι έτσι άπλα γιατί όλη την νύχτα μου την έμπαινε. Ήθελα να την γαμήσω και να ακούω να φωνάζει «συγνώμη δεν θα σε ξανά ειρωνευτώ». Και δεν έφτανε όλο αυτό , με εκνεύριζε το γεγονός πως δεν έχανε ποτέ το αυτοέλεγχο της όσο και αν την επηρέαζα. Με τσάντιζε και με πείσμωνε πιο πολύ.
«Σπίτι μου» Απάντησε ξέρα και η αίσθηση σαρκασμού αιωρειτο ακόμα στο αέρα. Το χέρι της έκανε μια ανούσια προσπάθειά για να ελευθερωθεί μα τα δάχτυλα μου πιέστηκαν πιο πολύ γύρω του.
Ένιωθα πως έτσι και ελευθερώσω όση οργή είχα μέσα μου θα την έπαιρνε και θα την σήκωνε αλλά θα την κρατούσα. Θα την κρατούσα για να την ελευθερώσω την στιγμή που θα την πηδούσα παντού στο σπίτι μου.
Τρίζοντας τα δόντια μου σε δείγμα αυτοελέγχου της είπα «Ποια από όλες τις λέξεις το θα σε πάω εγώ , δεν κατάλαβες;»
«Τελείωνε τότε» Μου πέταξε νευριασμένη και τραβώντας ακόμα μια φορά το χέρι της την άφησα ελεύθερη από τα δεσμά μου.
Κούνησα το κεφάλι μου με το βλέμμα μου την κοιτάζει που έβγαινε από την πόρτα. Μειδίασα με την συμπεριφορά της.Το έπαιζε τόσο δύσκολη λες και θα ξενέρωνα με το παιχνιδάκι της μα δεν ήξερε. Δεν ήξερε ποιος γαμημένα ήταν ο Δημήτρης Ελευθεριάδης. Άρπαξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα τα πράγματά μου και την ακολούθησα.
..............................................................
Αφού πάρκαρα πρόχειρα έξω από την πολυκατοικία της Άντας κατέβηκε από την μηχανή μου. Το δέρμα της είχε ασπρίσει και οι πόροι των ποδιών της είχαν ανοίξει. Είχε κρυώσει. Κατέβηκα από την μηχανή ενώ σκεφτόμουν το πόσο άσχημα ήθελα να την κολλήσω ανάποδα στην πόρτα , να μπω μέσα της , να την κάνω να ιδρώσει σαν τρελή και να την ζεστάνω. Γαμώτο μου! Σκάσε Ελευθεριάδη τι στο πούτσο έχεις πάθεις; Διάταξαν το ευατό μου. Μου είχε γίνει έμμονη. Την ήξερα μόνο δυο μέρες. Σύνελθε Ελευθεριάδη.
Έκανα ένα βήμα προς το μέρος της ενώ αυτή πάλευε να βρει τα κλειδιά της και διασκεδάζοντας με το τρόπο που την επηρεάζω ψιθύρισα με την φωνή μου να βαθαίνει «Θες βοήθεια;»
Στην στιγμή όπως ευελπιστούσα και περίμενα αναπήδησε και το τσαντάκι της έπεσε. Μου έριξε ένα από αυτά τα δολοφονικά βλέμματα της και κάθισε στα πέλματά για να μαζέψει τα πράγματα της. Το μάτι μου έπεσε σε κάτι που γυάλιζε στο σκοτάδι. Τα κλειδιά της. Εντάξει , αυτό θα έχει πλάκα. Τα πήρα γρήγορα και έριξα την μάτια μου ξανά προς το μέρος . Την είδα να έχει ένα ύφος δυσφορίαςκαι κατάλαβα πως δεν έβρισκε τα κλειδιά.
Σκύβοντας από πάνω της τα κούνησα με τον εαυτό μου να διασκεδάζει. «Αυτά ψάχνεις;» Τα λόγια μου είχαν γεμίσει από απέραντη ειρωνεία.
«Δωσ' τα » Μου είπε εκνευρισμένη απλώνοντας το χέρι της για σε μια προσπάθεια να μου τα πάρει.
Τα σήκωσα αυτόματα στον αέρα. Σιγά που θα τα έφτανε , την περνούσα ένα κεφάλι άσε που ήταν σαν παιχνίδι για μένα. Τα κούνησα και μέχρι να αναπηδήσει και να τα πάρει τα έπαιρνα στην άλλη πλευρά. «Και αν δεν στα δώσω τι θα κάνεις;» Της είπα αυτάρεσκα. Σειρά μου να παίξω με την ειρωνεία κοριτσάκι.
«Δωσ΄τα γιατί θα ουρλιάξω και θα φέρουν την αστυνομία. Και πίστεψε με δεν σε συμφέρει» Θρόισε στα αυτιά μου η γελοία απειλή της.
Κάγχασα με την προσπάθεια της να με φοβίσει. Αλήθεια τώρα Άντα; Την κοίταξα υποτιμητικά και κατεβάζοντας το χέρι μου έκανα ακόμα ένα βήμα προς το μέρος της. «Και γιατί δεν με συμφέρει;»
Το σώμα της σκλήραινε και ασυνείδητα έκανε ένα βήμα προς τα πίσω. Δεν αντέχει την πολύ κοντινή επαφή μας. Το έχω προσέξει από χθες. Καλό αυτό και δώρο απρόσμενο για να το εκμεταλλευτώ.
«Γιατί έτσι αναρχικός που είσαι σίγουρα θα σου έχουν φάκελο» Μου απάντησε με θράσος και δεν άντεξα ξεκαρδιστικά.
Εγώ αναρχικός; Ποσό πιο πολύ έξω είχε πέσει. Ναι είχα ένα θέμα με το σύστημα αλλά δεν ήμουν αναρχικός. Που να ήξερε το τι ήμουν , θα έμενε άναυδη. Έκανε ξανά κίνηση να μου πάρει τα κλειδιά ενώ εγώ συνέχιζανα γελάω με την ψυχή μου με το σαχλό συμπέρασμα της. Την είδα να εκνευρίζεται , ήταν ξεκάθαρη η έκφραση της πάνω στο πρόσωπο της.
«Τι είμαι;» Απάντησα προσπαθώντας να ηρεμήσω τον εαυτό μου από το νευρικό γέλιο όπου με είχε πιάσει.Στήριξα το χέρι μου στην πόρτα. Τώρα την είχα στριμώξει για τα καλά. Δεν μου ξεφεύγεις μελαχρινό ατίθασο πλάσμα.
Το πρόσωπό της ήταν τόσο αγριεμένο που όλο και πιο πολύ με ερέθιζε αυτή η αντίσταση της. «Αναρχικός. Φερε τα κλειδιά τώρα» Μου απάντησε στην ερώτηση μου και ξανά προσπάθησε να μου αρπάξει τα κλειδιά.
Πριν προλάβει να το συνειδητοποιήσει όμως τα χέρια μου έπαιξαν μεταξύ τους το γνωστό παιχνίδι «που είναι ο παπάς» και έχοντάς την μπερδέψει έκρυψα τα κλειδιά στην τσέπη μου. Στήριξα πλέον ελεύθεροςκαι το δεύτερο χέρι μου στην πόρτα και την κάρφωσα στα μάτια. Έτριψα το σώμα μου πάνω της και το ένιωσα , της κόπηκε η ανάσα. Ο αναστεναγμός της χτύπησε στο αγαπημένο μέρος του σώματος μου και νόμιζα πως θα τρελαθώ. Που να πάρει , θέλω να την πηδήξω τόσο άσχημα. Θέλω να ξανά ακούσω αυτό τον αναστεναγμό όταν την κάνω να τελειώνει επανωτά.
Μούγκρισα και τα χείλια μου παιχνίδισαν με τα δικά της. Από το καύλωμα μου η φωνή μου έγινε βαριά. «Ξέρεις πως όσο μου πας κόντρα τόσο πιο πολύ θέλω να σε φιλήσω για να σε κάνω να σκάσεις»
«Καν΄το τότε» Με προκάλεσε ξεδιάντροπα
Τα προκλητικά λόγια της τρέλαναν το σώμα μου. Διάολε! Άρπαξα το κάτω χείλος της. Το ρούφηξα έχοντας πάρει την πρώτη γεύση των χειλιών της. Ήταν τόσο λεία και παγωμένα από το κρύο. Αφού η γλώσσα μου έκανε είσοδο στο στόμα της αμέσως ένιωσα την γεύση των γλυκών μούρων και της μαστίχας. Ήμουν σίγουρος είχε πιει από αυτά τα μαγικά κοκτέιλ του Έντι που δεν είχαν αλκοόλ. Η γλώσσα μου ρουφούσε κάθε σπιθαμή του στόματός της με πείνα. Εδώ και δυο καταραμένες μέρες περίμενα αυτό το φιλί. Την κρατούσα ακινητοποιημένη και κολλημένη πάνω στην πόρτα ενώ το σώμα της και ίδια στέναζε. Το ένιωθα με το τρόπο που τρίβονταν τα σώματα μας. Είχε ανάψει όσο είχα ανάψει κι εγώ. Τα χέρια της περπάτησανπρος τα κάτω και μούγκρισα. Που να πάρει , είμαι τόσο κοντά στο να της σκίσω τα ρούχα και να την πάρω εδώ πέρα. Η στύση μου πνιγόταν απελπιστικά πολύ μέσα στο τζιν μου. Όταν άγγιξε τους γλουτούς μου άφησε μια βαθιά ανάσα και στο επόμενό λεπτό ξαφνιάζοντας με με έσπρωξε μακριά της. Και τώρα τι στο πούτσο είχε γίνει;
«Τι στο διάολο;» Είπα εκνευρισμένος και ταυτόχρονα αγριεμένος. Σκούπισα τα χείλια μου ενώ εξοργισμένοςτην κοίταζα να γειώνει τη φάση. Θα την σκίσω.
Χαμογέλασε με ένα βλέμμα θριαμβευτή και μου είπε «Ξέρω και εγώ να παίζω καλά .Να προσέχεις»
Την είδα να ξεκλειδώνει και καθώς ήταν έτοιμη να μπει στην πολυκατοικία νευριασμένος της πέταξα «Δεν τελειώσαμε όμως»
Ανέβηκα στην μηχανή μου ενώ την κοίταζα να μπαίνει στο ασανσέρ. Μόλις μου την έφερε μια γυναίκα; Μόλις σου την έφερε μια μικροσκοπική μελαχρινή Ελευθεριάδη. Γαμώ την πουτάνα μου! Τώρα τα έχωπάρει άγρια μαζί της. Χρησιμοποίησε το όπλο μου εναντίον μου. Ποιος να το έλεγε. Δάγκωσα το χείλοςμου με την σκέψη πόσο σέξι μπορούσε να γίνει , ήξερε να παίζει η γκόμενά. Ω! Αλιβιζατου άρχισε να με τρελαίνει το παιχνιδάκι που ξεκινήσαμε. Θα σου δείξω όμως πως είναι να παίζεις σκληρά , ειδικά με μένα.
....................................................................................
Οριστε νεο κεφαλαιο. Θελω να ζητησω συγνωμη που δεν ανεβαζω συχνα
Επισης θελω να πω πως απο τωρα και στο εξης !
Το δικο μας μυστικο , το Minds Rules και το Incomplete Love θα ανεβαινουν καθε Σαββατοκυριακο! Εχω πολλα πραγματα στο κεφαλι μου και γι' αυτο καθυστερω να ανεβαζω κεφαλαια.
Και κατι αλλο!
Θελω σχολια και votes . Για σας το γραφω. Εσεις με βοηθατε και μου δινετε ωθηση να συνεχισω την ιστορια αν δεν σχολιαζετε δεν εχει αξια. Αυτα !
Στο πλαι ειναι η κονσολα οπου επαιζε ο Αγγελος ! <3
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top