Ο Όρκος
"Πώς να σε κρατήσω μάτια μου όταν ξέρω πως δεν σου αξίζω;"
Ο Γκαελ άνοιξε τη πόρτα και βγήκε έξω από το αυτοκίνητο. Ένιωθε τον θάνατο, πλησίαζε και είχε τη μορφή του Λιαμ.
"Θέλω να ακούσω από τα χείλη σου το ψέμα..." τον άκουσε να λέει και αδυνατώντας να τον κοιτάξει κατάματα , ο Γκαελ γύρισε την πλάτη του .
"Κάποτε ήμασταν αδέρφια..." Είπε σιγάνα και άκουσε τον σιγαστηρα στο όπλο να κουμπωνει. "Κάποτε κάναμε όνειρα να κυβερνησουμε αυτό το κόσμο με τους δικούς μας κανόνες..." συνέχισε να λέει και ο Λιαμ απασφαλισε το όπλο.
"Γιατί;" Τον ρώτησε και τον στόχευσε
"Γιατί στην αρχή δεν είχα επιλογή...Ο Τζέικομπ με ανάγκασε απειλώντας με ότι θα κάνει κακο ...κακο σε κάποιους που νοιάζομαι. Όσο περνούσε όμως ο καιρός άρχισα να αισθάνομαι παραγκωνισμενος. Είχα φτάσει σε σημείο να το απολαμβάνω. Θες να το ακούσεις, το ξέρω...σε ξέρω... Όπως ξέρω πως δεν θα γυρίσω πίσω ποτέ ξανά. Πότε της δεν έκανε τίποτα. Πότε δεν έδωσε κανένα χαρτί. Δεν έχει σημασία το πώς αλλά όλα εγώ τα έκανα... Την έβαλα να σε βλέπει, λέγοντας της πως θα σε σκοτώσω αν δεν υπακούσει και την πήδηξα. Μη με ρωτήσεις αν μετανιώνω. Αυτή τη στιγμή δεν έχω απάντηση... "
Ο Λιαμ ποτέ στη ζωή του δεν είχε αισθανθεί τέτοιο κενό. Ακούγοντας έναν άνθρωπο που εμπιστευόταν με τη ζωή του να παραδέχεται κάτι τόσο αισχρό και χυδαίο κατάλαβε και ένιωσε στο πετσί του την βιαιότητα αυτού του κόσμου. Αηδιασμένος κόλλησε το όπλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού του .
"Δεν μιλάς...Τι να πεις άλλωστε... Τα έκανα σκατα κι αν δεν το μάθαινες εγώ θα συνέχιζα χωρίς σταματημό... Πριν με σκοτώσεις υπάρχει κάτι τελευταίο που πρέπει να μάθεις... "
Ο Γκαελ εισέπραξε για ακόμα μια φορά τη σιωπή...
"Η Κλάρα με παγιδευσε. Πήγε να με σκοτώσει αλλά ο Μαξ πρόλαβε και με έσωσε σκοτώνοντας την πρώτος...Σκηνοθετησαμε το ατύχημα για το καλό όλων. Οι Ραμιρεζ το ξέρουν. Αμφιβάλλω αν την προλάβεις ζωντανή Λιαμ ..."
Στο τελείωμα ο Λιαμ πίεσε το όπλο στο κεφάλι του και εστίασε με θολωμενα μάτια το στόχο.
"Καλό ταξίδι αδερφέ..."
Ήταν τα μόνα λόγια που βγήκαν από τα χείλη του πριν πατήσει τη σκανδάλη...
Το αιμόφυρτο σώμα του Γκαελ έπεσε προς τα μπροστά και ο Λιαμ κοίταξε για μια στιγμή το έργο του ...
"Δεν μπορώ άλλο ξύλο ρε πουστη !!"
"Κάνε υπομονή...Σε λίγους μήνες θα το σκασουμε ! Θα γίνουμε κυρίαρχοι Γκαελ !"
"Εεε εγώ δεν θα έρθω μαζί;"
"Φυσικά και θα έρθεις Μαξ ! Ειμαστε μαζι σε αυτό..."
"Είμαστε αδέρφια...Μπορεί να μην το έχουμε στο αίμα μας αλλά είμαστε μαζί...Μια γροθιά ενάντια στο κόσμο!"
"Ναι Γκαελ ...Μια γροθιά!"
[...]
"Τι έπαθε η μούρη σου ρε;"
"Τίποτα..."
"Γκαελ μιλά γαμωτο! Θα τους γάμησω όλους εδώ μέσα!"
"Και τι να σου πω ρε ; Πώς για ακόμα ένα βράδυ με σακατεψαν στο ξύλο; "
"Έναν έναν θα τους δω νεκρούς μόλις βγούμε από δω μέσα..."
"Λιαμ ; Ώρες ώρες θέλω να πεθάνω...Θέλω να πάω να βρω τον καημένο τον πατέρα μου ...Να νιώσω την αγκαλιά της μανας..."
"Δεν ήρθε ακόμα η ώρα σου ...Και για όσο ζω να είσαι σίγουρος πως δεν θα πεθάνεις..."
"Είσαι αδερφός ρε ...."
"Πάντα θα είμαι Γκαελ...πάντα..."
Ο Λιαμ έβαλε το όπλο στη πλάτη και έριξε μια τελευταία μάτια στον Γκαελ. Το κορμί του άρχισε να κάνει σπασμούς ώσπου σταμάτησε...
"Το για πάντα μας αδερφέ κράτησε πολύ λίγο..."
Μονολόγησε και μπήκε στο αυτοκίνητο. Έκανε όπισθεν και πάτησε τέρμα τα γκάζια....
[.....]
"Τι έπαθες πατέρα;"Ρώτησε ο Τζέικομπ και ο Τζουλιανο έπιασε την καρδιά του.
"Όλα καλά...Της ηλικίας είναι. Ίσως ενθουσιάστηκα πολύ. Πάρτη ! Όλη δική σου για απόψε γιε μου ..." Ο Τζουλιανο πήγε πάλι στο γραφείο. Μπήκε και η Καρινα πετάχτηκε όρθια.
Την έπιασε αμέσως από τα μαλλιά και την πέταξε έξω.
"Δεν ήταν ανάγκη να γίνεις βίαιος πατέρα....Ε Καρινα;" αποκρίθηκε ο Τζέικομπ και ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα του την έπιασε από τα μαλλιά και άρχισε να την σέρνει. Ανέβηκε τα σκαλιά χωρίς να την αφήσει. Χωρίς να τον ενδιαφέρουν τα ουρλιαχτά... Φτάνοντας ενας οξύς πόνος στα πνευμόνια τον σταμάτησε.
Εβηξε και ένιωσε την γεύση του αίματος να κατακλύζει τους γευστικους του κάλυκες. Σκούπισε τα χείλη του και όσο περπατούσε άλλη τόση δυσφορία άρχισε να νιώθει. Η Καρίνα κατάλαβε αμέσως πως κάτι συμβαίνει. Έπιασε το χέρι του που την κρατούσε και προσπάθησε να απελευθερωθεί αλλά εκείνος ήταν ακόμα δυνατός .
Άνοιξε μια από τις πόρτες και την πέταξε μέσα.
"Ξέρεις πόσα χρόνια...πόσα γαμημένα χρόνια σε ψάχνω;" Είπε και την χαστουκισε .
Ορμηξε κατά πάνω της και την έπιασε ξανά. Η ζάλη που ένιωσε τον έκανε να παραπατησει.
"Τι διαολο ..." Μουρμουρησε και η Καρινα τον έσπρωξε. Ενα βήμα ακόμα προς τα πίσω αλλά ή ταν ακόμα όρθιος. Εκείνη σηκώθηκε και έκανε να τρέξει προς την πόρτα αλλά ο Τζέικομπ πρόλαβε και την έπιασε.
Ένα ακομα χαστούκι εκτοξεύθηκε πάνω της
"ΒΑΡΑ ΒΑΡΑ ΡΕ ΓΑΜΗΜΕΝΕ ΦΟΝΙΑ! ΟΠΩΣ ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ!!!" Ο Τζέικομπ σαστισε για λίγο αλλά βρήκε τον εαυτό του γρήγορα
"ΨΕΥΤΡΑ!!!"Φώναξε και την κλωστήσε στη κοιλιά
Η Καρίνα άνοιξε με τα τρεμάμενα χέρια της το τσαντακι που είχε περασμένο γύρω από το κορμί της και έβγαλε το όπλο. Εκείνος γέλασε...
"Νομίζεις πως είσαι ικανή να με σκοτώσεις παλιοπουτανα;"
Ξάφνου η πόρτα άνοιξε.
"Εκείνη όχι, αλλά εγώ ναι !!" Τα μάτια του ηταν ικανά να φοβίσουν και τον πιο ατρόμητο άνθρωπο... Ο Λιαμ όπλισε και άδειασε έναν ολόκληρο γεμιστηρα πάνω στον Τζέικομπ. Μόλις το σώμα του έπεσε κάτω γονάτισε και την πήρε αγκαλιά...
"Συγνωμη αν άργησα...." Η απαλή γεμάτη ζεστασιά φωνή του έκανε τα μάτια της να βουρκωσουν...
"Κανείς δεν θα σε αγγίξει ξανά μάτια μου ... " Έβαλε τα χέρια του γύρω από το κορμί της και την σήκωσε στην αγκαλια του. Έφτασε στην αρχή της σκάλας και σταμάτησε..
"Κλείσει τα μάτια σου...Αρκετά έχεις δει σήμερα " της είπε κι εκείνη κουρνιασε πιο πολύ στο στήθος του και έκλεισε τα μάτια. Αισθανόταν ελεύθερη...
Ο Λιαμ σηκωσε ψηλά το πόδι του και πέρασε πάνω από το πτώμα του πρώτου φρουρού. Γύρισε αριστερά μόνο και μόνο για να δει τον Τζουλιανο να κείτεται νεκρός με το κεφαλι πεσμένο στο γραφείο. Μέχρι να φτάσουν στο αυτοκίνητο πέρασε πάνω από ακόμα 4 πτώματα...
Κανείς από όλους αυτούς που ήταν έξω δεν έφταιγε. Το μόνο τους λάθος ήταν πως προσπάθησαν να μπουν εμπόδιο ανάμεσα σε εκείνον...κι Εκείνη...
Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και την ξάπλωσε στο πίσω κάθισμα.
"Όλα θα πάνε καλά...." είπε και η Καρινα τον έπιασε από τη μπλούζα λίγο πριν την αφήσει.
"Θέλω να κάτσω δίπλα σου..."
"Μη φοβάσαι άλλο μάτια μου. Είσαι ασφαλής..."
"Λιαμ θέλω να κάτσω δίπλα σου !!!" Είπε ξανά και πάτησε τα κλάματα.
"Σςςςς έλα... αν σε κάνει να αισθάνεσαι καλύτερα έλα..." την έπιασε και την έβγαλε. Την άφησε απαλά στο έδαφος κι εκείνη περπάτησε και κάθισε μπροστά.
"Πες μου ότι δεν θα πάθεις κάτι...Ότι Δεν θα σε πιάσει η αστυνομία γι αυτό..Πες μου πως δεν με αφήσεις...ΠΕΣ ΜΟΥ ΛΙΑΜ !!!ΠΕΣ ΤΟ !!!" Η Καρίνα άρχισε να κλαίει με λυγμούς και εκείνος έκλεισε την πόρτα του και την αγκάλιασε.
"Σου είπα μάτια μου...Όλα θα πάνε καλά...." της ξαναείπε και κάτι στον τόνο της φωνής του της έφερνε μια μαυρίλα στην ψυχή...
Ο Λιαμ έπιασε το μοχλό και κατέβασε το κάθισμα της ...
"Έχω ήδη μιλήσει στο Μαξ . Έχουμε παντού συνδέσμους Καρινα. Μέχρι αύριο θα έχει σβήσει κάθε ίχνος μας από εδώ... Κλείσε τα μάτια σου. Δεν πάμε στο ξενοδοχείο. Θα σε ξυπνήσω μόλις φτάσουμε..."
"Λιαμ ...Ο ... Ο ..."
"Είναι νεκρός...." Αρκέστηκε να της πει κι εκείνη γύρισε το σώμα της στο πλάι, εγειρε το κεφάλι της προς τα αριστερά και χαλάρωσε κοιτάζοντας τον . Ήταν μια τέτοια στιγμή που δεν υπήρχαν λόγια για να ειπωθούν ανάμεσα τους. Οι πράξεις μίλησαν από μόνες τους.
Λίγα λεπτά αργότερα αποκοιμήθηκε με την εικόνα του στο μυαλό της...
[...]
1 ώρα μετά
Ο Λιαμ πάρκαρε έξω από το μικρό πανδοχείο. Ήταν σχεδόν έρημο. Δεν υπήρχε ούτε ένα αυτοκίνητο έξω. Πήρε το μπουφάν που είχε στο πίσω κάθισμα και το φόρεσε κρύβοντας κάθε σταγόνα από το αίμα που υπήρχε..Ικανοποιημένος βγήκε χωρίς να την ξυπνήσει και μπήκε στην είσοδο. Χτύπησε μια φορά το καμπανάκι και ένας μεσήλικας βγήκε από από μια πόρτα που υπήρχε στην πίσω πλευρά του πάγκου.
"Ένα δωμάτιο για απόψε θελω..." Είπε κοφτα και ο άντρας τον κοίταξε καλά καλά.
"Έχουμε προτίμηση ;"
"Όχι! Δωσε μου ένα κλειδί να φύγω " Ο ηλικιωμένος πήρε από τον τοίχο ένα κλειδί και του το έδωσε.
"30 τη βραδιά " Είπε και ο Λιαμ έβγαλε 50 και τα άφησε πάνω στο πάγκο
"Τα ρέστα κρατά τα !"
Βγήκε και κοίταξε γύρω του. Τα δωμάτια ήταν σαν μικρά σπιτάκια. Ήταν το τέλειο μέρος... Βρήκε το δικό τους και πήγε προς το αυτοκίνητο. Άνοιξε την πόρτα της και γονάτισε δίπλα της . Χάιδεψε το μάγουλο της και την κοίταξε. Ήταν πανέμορφη...
"Φτάσαμε μάτια μου ..." Είπε σιγανα καθώς την γύρισε και σηκώθηκε. Εκείνη τον κοίταξε και έτριψε τα μάτια της . Κοίταξε για λίγο γύρω της
"Που είμαστε;"
"Κάπου που δεν θα μας ενοχλήσει κανείς... " Της άπλωσε το χέρι του μόλις βγήκε από το αυτοκίνητο έβγαλε το μπουφάν του και της το φόρεσε.
"Λιαμ είμαι καλά , αλήθεια..."
"Άφησε με να το αποφασίσω εγώ αυτό..." Απάντησε και τους οδήγησε στο δωμάτιο. Άνοιξε τη πόρτα και πάτησε το διακόπτη για το φως. Μια παλιά πράσινη, πολυχρησιμοποιημενη αλλά καθαρή κουβέρτα στόλιζε το κρεβάτι. Τριγύρω υπήρχε μόνο ένα μικρό τραπεζάκι με δύο καρέκλες και ένα μπάνιο στο βάθος.
Η πόρτα έκλεισε και έμειναν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλο χωρίς να μιλάνε...
Τίποτα δεν ήταν πιο δυνατό από τη σιωπή. Ο Λιαμ έπιασε το χερι της και την πήρε μαζί του μέχρι το μπάνιο. Άνοιξε το νερό και γύρισε προς μέρος της ήρεμος. Γαλήνιος... Έπιασε τις τιράντες από το φόρεμα και τις κατέβασε τόσο ώστε εκείνο έπεσε στα πόδια της. Πήρε στα χέρια του τα δικά της και φίλησε τις παλάμες της .
Τοποθέτησε το χερι της στο μάγουλο του και έκλεισε τα μάτια του .
"Άγγιξε με ....Κράτα με ... Σωσε με ...Συγχώρεσε με ..." Σε κάθε λέξη έπαιρνε και βαθειά ανάσα...
"Ένας σοφός κάποτε, μου είπε πως το νερό ξεπλένει κάθε μας αμαρτία..." Αποκρίθηκε εκείνη ξαφνικά και τράβηξε το χέρι της. Του έβγαλε το μπουφάν και το πέταξε. Έκανε το ίδιο και με την μπλούζα του ... Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα στεκόταν ο ένας απέναντι από τον άλλο γυμνοί. Η Καρίνα τον τράβηξε κάτω από το ντουζ, έβαλε λίγο σαπούνι στα χέρια της και ξεκίνησε να καθαρίζει την βρωμιά από πανω του. Δεν ήταν ορατή αλλά την έβλεπαν και οι δυο ...
"Άγγιξε με ... Κράτα με ... σωσε με ... Συγχώρεσε με ..." Είπε εκείνη αυτή τη φορά και έπιασε το χέρι του . Το τοποθέτησε πάνω στην καρδιά της και τον κοίταξε
"Για σένα χτυπάει..." Είπε και άφησε τα δάκρυα της να πέσουν μπροστά του δίχως ντροπή ... Η ζωή της από τη μέρα που τον γνώρισε άρχισε να περνάει μπροστά από τα μάτια της... τον έβλεπε να την χτυπάει, να την βρίζει, να την απειλεί... να της κάνει έρωτα... Να την αγγίζει... να της μιλάει...να της χαμογελάει...
Μόλις έφερε στο μυαλό της όμως, την εικόνα του μέσα από το κινητό του Γκαελ έσπασε... το κορμί της αντέδρασε στις θύμησες και άρχισε να τρέμει.
"Ποναω... " Είπε ξαφνικά κι εκείνος την τράβηξε στην αγκαλιά του. Το νερό έρεε πάνω από τα κεφάλια τους καυτό.
"Θα φροντίσω να σβήσω τον πόνο μάτια μου ... Να γεμίσω το κορμάκι σου με τα δικά μου αγγίγματα..." της είπε και την απομάκρυνε. Έπιασε το πηγούνι της , ανασηκωσε το πρόσωπο της και την φίλησε σιγανά...
"Κάνε το να φύγει Λιαμ ... πάρτο μακριά σε ικετεύω" απάντησε και εκείνος την έπιασε από τη μέση και τη σήκωσε. Εκείνη τύλιξε τα πόδι της γύρω του και βγήκαν από το μπάνιο. Την ξάπλωσε απαλά στο κρεβάτι και άρχισε να φιλάει κάθε σπιθαμή του κορμιού της. Ίντσα προς ίντσα...
Μέσα του ούρλιαζε... Πνιγόταν. Την έβλεπε κατεστραμμένη, να ξαναζεί τον εξευτελισμό και ήξερε πως ότι και να κάνει, όσο και να προσπαθήσει δεν θα καταφέρει ποτέ να σβήσει από την ψυχή της τον πόνο του βιασμου. Ήταν υπεύθυνος γι αυτό...Ήταν υπεύθυνος για όλα και το γνώριζε.
Άνοιξε απαλά τα πόδια της και αφήνοντας φιλιά στα μπούτια έφτασε και σταμάτησε στη κοιλιά της ...
Έκανε με την γλώσσα ένα κύκλο γύρω από τον αφαλό και την ρούφηξε... Σταμάτησε και ανέβηκε στο ύψος της. Κοίταξε μέσα στα μεγάλα της μάτια και χάθηκε...
"Μακάρι να μπορούσα να φυτέψω εκεί μέσα την ψυχούλα του ξανά.. " αποκρίθηκε και η Καρινα ξέσπασε σε κλάματα .... εκείνος φίλησε τα ματοκλαδα της , τα μάγουλα, το μέτωπο.... Κάθε σημείο του προσώπου της .
"Σ'αγαπάω..." της ψιθύρισε και τον ένιωσε να μπαίνει μέσα της αργά....
Το επόμενο πρωί....
Ενιωθε ζεστή. Νιαουρισε λιγάκι σαν τη γάτα , τέντωσε το κορμί της και άπλωσε το χέρι της αλλά έπιασε το κενό... Πετάχτηκε και πέταξε την κουβέρτα από πανω της έντρομη.
"Λιαμ ;"Είπε δυνατά και σηκώθηκε. Κοίταξε γύρω της και πανικοβληθηκε .
"ΛΙΑΑΑΜ;" Ξαναφωναξε και πήγε στο μπάνιο. Δεν ήταν πουθενά...
Βγήκε στο δωμάτιο , έπιασε το κεφάλι της και κοίταξε το κρεβάτι...
Έφτανε μόνο μια στιγμή για κάνει την καρδιά της να σταματήσει... Ένα χαρτάκι ήταν ακουμπισμένο πάνω στο μαξιλάρι ...
"Όχι... πες μου πως είναι ψέματα!!! ΌΧΙ!!!!! ΌΧΙ..." έπεσε στα γόνατα γυμνή και άρχισε να κλαίει... Άπλωσε το χέρι της και πήρε το χαρτί προσπαθώντας να διακρίνει τα γράμματα μεσά από τα θολωμενα της μάτια...
"Καλημέρα ψυχή μου... θα αναρωτιέσαι που είμαι, ειμαι αρκετά μακριά... πάνω στο τραπεζάκι θα βρεις ότι χρειάζεσαι για την καινούρια σου ζωή...
Κάποτε σε έβαλα να ορκιστείς και τώρα εγώ είμαι αυτός που μέσα από την αλήθεια σου, πρέπει να τηρήσω αυτό τον όρκο... Μπήκα στη ζωή σου και την κατέστρεψα. Σε πόνεσα και ξέρω πως πάντα θα πονάς...
Δεν αντέχω να βλέπω αυτό το πόνο στα μάτια σου . Δεν αντέχω να ξέρω ότι σε σκοτώνω...
Το "Ποτέ δεν αγαπησα" μεταμορφώθηκε σε "αγάπησα μια φορά και δεν θα υπάρξει άλλη " ...
Φεύγω και σου υπόσχομαι πως δεν θα με ξαναδείς. Ξέρω πως δεν το καταλαβαίνεις αλλά για μια φορά, για μια γαμημένη φορά θα φέρθω σαν άντρας και θα αναλάβω τις ευθύνες μου .
Ζήσε Καρινα ... Ζήσε και βρες κάποιον που να αξίζει αυτό τον χτύπο γιατί εγώ δεν τον αξίζω... Ζήσε και φτιάξε μια όμορφη οικογένεια. Αγάπησε ξανά... Καν το Για μένα... Σαν μια τελευταία χάρη...
Σ'αγαπάω... Πάντα θα το κάνω...
Δεν "εμεινα " αυτή τη φορά μάτια μου ... Δεν εμεινα γιατί δεν έπρεπε... Δεν εμεινα γιατί δεν αξίζω...Είμαι σκαρτος μωρό μου...Σάπιος...
Ξέρεις όμως τι άλλο είμαι;
Είμαι χαρούμενος ξέροντας πως σε βγάζω από αυτή τη κωλοζωη...
Γίνε η γυναίκα που ήσουν όταν σε γνώρισα... Σου αξίζει...
Για πάντα δικός σου ...Λίαμ... "
Η Καρίνα έβγαλε μια δυνατή κραυγή και τσαλακωσε το σημείωμα... Ήταν αβάσταχτος ο πόνος. Άρχισε να ανασαίνει γρήγορα και λαχανιασμένη έπιασε την καρδιά της.
Εγειρε προς τα κατω , γύρισε ανάσκελα και κοίταξε το ταβάνι.
"Να ξυπνήσω και να μην σε έχω πλάι μου ...." Μουρμουρησε και χάθηκε στο κενό...
Δεν έχω σχόλια να κάνω...
Αν τα καταφέρω θα βάλω και το τελευταίο κεφάλαιο...
Η αγάπη μερικές φορές ξεπερνάει τον εγωισμό...
Σας φιλώ...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top