Κεφάλαιο 4ο

Το επόμενο πρωί ξύπνησε στο κρεβάτι της έχοντας ακόμα αυτόν τον πόνο στο στήθος της και συγκεκριμένα στην πλευρά της καρδιάς της, αυτή τη φορά ήταν πι0ο υποφερτος. Σηκώθηκε και πήγε προς την κουζίνα, ο Γκάμπριελ δεν ήταν στο σπίτι αλλά πάνω στο τραπέζι ήταν ένα γράμμα, η Κάιλη το παίρνει και αρχίζει και το διαβάζει με τιμο χαμόγελο, το οποίο αμέσως χάνετε

"Έπρεπε να φύγω, συγγνώμη δεν νομίζω να ξανά βρεθούμε συνέχισε την ζωή σου"

Αυτό ήταν μόνο, με αυτές τις λίγες λέξεις ο Γκάμπριελ την εγκατέλειψε, χωρίς να ξέρει το γιατί. Δάκρυα άρχισαν να κυλάνε από τα μάτια της και έπεσε στο πάτωμα κλαίγοντας με αναφιλητά. Ο μόνος άνθρωπος που εμπιστευόταν και αγαπούσε τόσο την πλήγωσε και την εγκατέλειψε χωρίς λόγο

Ο πόνος στο στήθος της επανήλθε, δεν μπορούσε να αναπνεύσει, δεν μπορούσε να σηκωθεί και ήξερε πως κανένας δε θα ερχόταν για βοήθεια. Η όραση της άρχισε πάλι να θολώνει ώσπου λυποθιμισε ξανά

Άνοιξε τα μάτια της και είδε πως είχε σκοτεινιάσει, σηκώθηκε από το πάτωμα με δυσκολία. Όλο της το σώμα πονούσε, έπρεπε να πάει στο νοσοκομείο να ζητήσει βοήθεια. Πήγε προς την πόρτα όμως ο πόνος ήταν αβάσταχτος, δε μπορούσε να τα παρατήσει τώρα, πήγε να την ανοίξει αλλά τότε είδε αίμα να τρέχει ανάμεσα από τα πόδια της. Πονούσε ακόμα περισσότερο τώρα. Έπιασε την κοιλιά της και έβγαλε ένα δυνατό επιφώνημα πόνου. Βγήκε από το σπίτι και περπατούσε με δυσκολία στον άδειο δρόμο. Πιάστηκε από έναν τοίχο και διπλώθηκε στα δύο από τον πόνο. Δεν μπορούσε να περπατήσει άλλο. Μια μεσηλικη γυναίκα έτρεξε προς το μέρος της

<<Είσαι καλά κοπέλα μου >>

Εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι δεν μπορούσε να μιλήσει

Κ: στο νοσοκομείο

Κατάφερε να ψελλίσει, η γυναίκα την ς.

Με το που μπήκαν δυο νοσοκόμες έσπευσαν αμέσως για να την βοηθήσουν, την ξάπλωσαν σε ένα κρεβάτι μέχρι να έρθει ο γιατρός. Όταν η Κάιλη ξύπνησε ήρθε και ο γιατρός και παρακάλεσε όλους να βγουν έξω. Εκείνος ρώτησε την γυναίκα που την έφερε αν ειναι συγγενής εκείνη φυσικά και συμφώνησε Αφού δεν ήθελε μα αφήσει μόνη της, φαινόταν μικρή και σίγουρα ήταν μόνη της Αφού περιφερόταν αβοήθητη στους δρόμους

Σε λίγη ώρα ο γιατρός είχε βγει και πλησίασε την κυρία, εκείνη σηκώθηκε αγχωμένη αφού το βλέμμα του γιατρού ήταν πολύ ανήσυχο

<<Τι έγινε γιατρέ τι έπαθε το κορίτσι;>>

Χαμήλωσε το βλέμμα του και της απάντησε

<<Δυστυχώς απέβαλε, αυτό οφείλεται στο πρόβλημα που έχει στην καρδιά της, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι από το να παίρνει μερικά φάρμακα, τα οποία είναι αρκετά ακριβά δεν ξέρω αν ειναι σε θέση να αντεπεξέλθει >>

<<Έχει συνέλθει;>>

Τον ρωτάει και εκείνος γνέφει καταφατικά

<<Μπορείτε να περάσετε>>

Της λέει και της ανοίγει την πόρτα, αφού τον ευχαριστεί μπαίνει μέσα και βλέπει τη Κάιλη να κλαίει καθιστή στο κρεβάτι. Δεν έχει καταλάβει την παρουσία της και εκείνη ξερωβηχει για να της τραβήξει την προσοχή. Όταν η Κάιλη την κοίταξε σαστισε για λίγο

Κ:π..ποια είσαι εσυ;

Την ρωτάει με τρεμάμενη φωνή από το κλάμα, η γυναίκα την πλησιάζει και κάθεται στη καρέκλα δίπλα της

<<Σε βρήκα στον δρόμο όταν πηγες να πέσεις, δεν έχεις κανέναν να ειδοποιήσουμε γονείς, φίλους κάποιον τέλος πάντων >>

Η Κάιλη γνέφει αρνητικά

Κ: Οχι είμαι ορφανή και δεν έχω κανέναν

<<Αχ κοριτσάκι μου πόσο χρονών είσαι;>>

Κ:17

Η γυναίκα αναστενάζει στεναχωρημένη, πάει να πει κάτι αλλά διστάζει

<<Από ποιον έμεινες έγκυος;>>

Την ρωτάει τελικά και η Κάιλη σκύβει το κεφάλι, φυσικά και θα νομίζει πως είναι μια πόρνη κάτι φυσιολογικό για ολα τα ορφανά κορίτσια που δεν εχουν άλλη επιλογή

Κ: ήμουν παντρεμένη, αλλά με εγκατέλειψε

Ξέσπασε σε κλάματα, η γυναίκα σηκώθηκε και την αγκάλιασε χαϊδεύοντας την τρυφερά την πλάτη της

<<μη κλαίς κοριτσάκι μου, θα μπορούσες να είχες πεθάνει τώρα, ευτυχώς ήρθες νωρίς>>

Κ: δε με νοιάζει η ζωη μου, τα έχασα όλα Και τον άντρα μου και το παιδί μου

Άρχισε να κλαίει με αναφιλητά, η γυναίκα της έκανε νόημα να σωπάσει.

<<Άκου κοριτσάκι σταμάτα να τα σκέφτεσαι μέχρι να φύγουμε από εδώ, πρέπει να είσαι ήρεμη, πως σε λένε;>>

Την ρωτάει ένα την αφήνει από την αγκαλιά της

Κ: κ...Κάιλη εσάς;

<<Άλισον, σε λίγη ώρα θα έρθει ο γιατρός να μας πει ποια χάπια πρέπει να παίρνεις και θα φύγουμε εντάξει;>>

Κ: εσείς γιατί κάθεστε μαζί μου;

Η Κάιλη δεν είχε συνηθίσει να την νοιάζονται, ποτέ δεν είχε κάποιον στο πλευρό της πέρα από τον Γκαμπριέλ για την Αμάντα όμως η Κάιλη ήταν ένα δώρο Θεού. Ήρθε στο χωριό για να επισκεφτεί τον τάφο της κόρης της η οποία είχε πεθάνει πριν 8 χρόνια όταν ήταν κι εκείνη 17 χρονών. Δεν μπορούσε να αφήσει την Κάιλη αν κάποιος είχε φροντίσει να βοηθήσει την κόρη της τώρα θα ζούσε, έτσι κι αυτή δεν είχε σκοπό να την εγκαταλείψει ξέροντας πως η κατάσταση της είναι πολύ κρίσιμη.

Η Άλισον της χαμογέλασε γλυκά και της απάντησε

Α: Πώς θα μπορούσα να αφήσω μόνον του ένα μικρό κορίτσι; Αχ Κάιλη όλοι μας έχουμε τις πληγές μας αλλά κάπως πρέπει να τις ξεπερνάμε

Την συζήτηση τους διέκοψε ο γιατρός ο οποίος μπήκε μέσα

<<Συγγνώμη που ενοχλώ, εδώ είναι τα φάρμακα που πρέπει να παίρνεις κάθε μερα, η καρδιά σου ειναι αδύναμη και δε θα πρέπει να κουράζεσαι, όσο για την αποβολή ήταν φυσικό και ευτυχώς που έγινες αλλιώς θα παθαίνες και εσύ>>

Κ: δε θα μπορώ να κάνω άλλο παιδί;

Τον ρωτάει φοβισμένη

<<Φυσικά και θα μπορείς, αρκεί να ξεκινήσεις να παίρνεις τα φάρμακα, δεν έχω κάτι άλλο να πω, είσαι ελεύθερη να φύγεις, πάρε και την λίστα και ότι χρειαστείς να περάσεις Να σε δω>>

Της λέει και της δίνει ένα χαρτί, έπειτα βγαίνει έξω

Κ: καλύτερα να πηγαίνουμε

Λέει στην Άλισον και εκείνη γνέφει καταφατικά, στην βοηθάει να σηκωθεί και φεύγουν από το νοσοκομείο

Α: τώρα τι θα κανεις;

Την ρωτάει σπάζοντας την σιωπή που επικρατούσε ανάμεσα τους

Κ: ότι έκανα πάντα, θα δουλεύω όσο μπορώ και ότι προκύψει

Α: δεν ειναι ζωή αυτή κοπέλα μου. Άκου εγώ δουλεύω στα μαγειρεία του παλατιού, μπορώ άμα θες να δουλέψεις κι εσύ. Θα έχεις στέγη φαγητό και τα χρήματα είναι καλά και θα εισαι και προστατευμένη, ένα κορίτσι μόνο του είναι εκτεθειμένο σε πολλούς κινδύνους

Η Κάιλη ήξερε πως αυτά που έλεγε ήταν αλήθεια, όταν της επιτέθηκε εκείνος ο άντρας βρέθηκε ο Γκάμπριελ και την βοήθησε, τώρα όμως θα βρεθεί; έφυγε αλλά μπορεί και να επιστρέψει. Το μυαλό της αμφιταλαντεύοταν ανάμεσα στο να φύγει διεκδικώντας κάτι καλύτερο Και στο μείνει περιμένοντας τον Γκαμπριέλ να γυρίσει.

Η Άλισον αμέσως κατάλαβε τον προβληματισμό της. Της έπιασε το χέρι και σταμάτησαν να περπατούν

Α: άκου αύριο θα φύγω αν θέλεις να έρθεις μαζί μου ελα στο λιμάνι αύριο στις 4, σκέψου το ότι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία

Δεν μπόρεσε να κοιμηθεί όλο το βράδυ, ήξερε πως ο Γκάμπριελ αποκλείετε να γύριζέ. Το επόμενο πρωί αποφασισμένη άρχισε να μαζεύει τα πράγματα της, άφησε και ένα γράμμα σε περίπτωση που θα γύριζε ο Γκάμπριελ ότι θα είναι στην πρωτεύουσα. Το άφησε πάνω στο τραπέζι και έφυγε για το λιμάνι

_________________________________________

Γεια σας! 💎💎

Ελπίζω να σας αρέσει μέχρι στιγμής η ιστορία μου.
Αφήστε σχόλιο και μην ξεχάσετε να πατήσετε το αστεράκι

Νέο κεφάλαιο κάθε Τετάρτη👄👄

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top