Κεφάλαιο 2ο
Ανοίγω τα μάτια μου απότομα στο άκουσμα ενός κροτου. Πανικοβλημενη πετάγομαι από το κρεβάτι μου, για να ανακαλύψω ότι ο ήχος προέρχεται από την Σονια, η οποία "πυροβόλησε" με μια ραβδο με κονφετί.
<<Χρόνια πολλά>>, φωνάξαν με μια φωνή οι φίλες μου.
Η Ελένη με την Ιωάννα ήταν πίσω από την Σονια κρατώντας στα χέρια τους μια τούρτα, με αναμενα κεριά επάνω της.
<<Να ζήσεις Μαρία και χρόνια πολλά.. >>, άρχισαν να τραγουδούν όλες μαζί το τραγούδι των γενεθλίων, πλησιάζοντας την τούρτα σε εμένα. Παράλληλα έπιασα τα γυαλιά μου και τα φόρεσα. Τελειώνοντας με το τραγούδι, πήρα μια βαθιά ανάσα για να σβήσω τα κεράκια.
<<ΚΆΝΕ ΕΥΧΉ>>, φώναξε η Σονια. Έκλεισα τα μάτια μου σκεπτόμενη την ευχή μου. Το βρήκα. Φυσηξα δυνατά σβήνοντας τον αριθμό 17 που κοσμουσε την πεντανοστιμη τούρτα.
Άρχισαν να χειροκροτουν και να με αγκαλιάζουν καθώς μου εύχονταν διάφορα η κάθε μία τους.
Η τούρτα είχε επικάλυψη λευκής σοκολάτας και επάνω έγραφε "sweet 17" με μαύρη σοκολάτα.
Η Σονια την πήρε στα χέρια της και με πλησίασε, έχοντας ένα στραβό χαμόγελο να κοσμεί το πρόσωπο της. Όταν την είδα κατάλαβα αμέσως τι πρόκειται να κάνει.
<<ΟΧΙ>>, τσιριξα, αλλά ήταν αργά. Αυτή η πεντανοστιμη, ονειρικη, τούρτα βρισκόταν πασαλιμενη στο πρόσωπο μου.
Γέλια ακούστηκαν σε όλο τον χώρο παρασύροντας και εμένα. Τότε και μόνο παρατήρησα την μητέρα μου, που στεκοταν στην πόρτα, τραβώντας βίντεο.
<<Μαμά>>, γρυλισα και έφυγε σχεδόν τρέχοντας.
<<Λοιπόν ετοιμάσου, πλύσου, ντύσου, ετοιμάσου φύγαμε>>, άρχισε να μιλάει γρήγορα η Σονια και την κοίταξα περίεργα. <<Θα βγούμε να γιορτάσουμε τα γενέθλιά σου. Τι; έγινες 17 και μόνο αυτό; σήμερα το πρόγραμμα είναι εξουθενοτικο>>, συνέχισε με τα μάτια της να λάμπουν.
<<Υπέροχα>>, ξεφυσηξα και προχώρησα προς το μπάνιο.
Κοίταξα το είδωλο μου στον καθρέφτη και ξεφυσηξα. Πως περιμένω να γίνω καλύτερη όταν είμαι έτσι;
Αφού έκανα τα απαραίτητα, έβγαλα την τούρτα από το πρόσωπο μου, βγήκα πάλι στο δωμάτιο. Εκεί βρισκόταν να με περιμένει η Σονια.
<<Σου διάλεξα μαγιό και ρούχα, θα πάμε στην θάλασσα και μετά για ψώνια, ετοίμασα και την τσάντα με τα απαραίτητα πράγματα>>, είπε η Σονια και της χαμογελασα.
<<Σε ευχαριστώ Σονια μου>>, της είπα και της έκανα νόημα να βγει έξω για να αλλάξω.
Μου είχε διαλέξει ένα σορτς με ένα ραντε φούξια τοπακι. Τα φόρεσα και με κοίταξα στον καθρέφτη. Δεν μου πάνε, δεν είναι όμορφο να φαίνεται το σώμα μου. Έβαλα τα αθλητικά μου και πήρα την τσάντα που μου είχε αφήσει στο κρεβάτι η Σονια.
Βγήκα και προχώρησα προς το σαλόνι. Με περίμεναν εκεί.
<<Επιτέλους, κυρία Ευγενία θα σας την φέρουμε πίσω το απογεύματακι>>, είπε η Σονια απευθύνομενη στην μητέρα μου.
<<Καλά να περάσετε κορίτσια>>, απάντησε εκείνη και γνεψαμε θετικά.
<<ο μπαμπάς;>>, ρώτησα περιμένοντας επιβεβαίωση ότι δεν θα είναι εδώ.
<<Δεν θα μπορέσει να είναι σήμερα εδώ, ξέρεις πως είναι η δουλειά του>>, είπε και χαμόγελασα αμέσως.
<<Ναι μαμά μου, ξέρω, τα λέμε το απόγευμα>>, της άφησα ένα φιλί στο μάγουλο και φύγαμε με τα κορίτσια.
Μπήκαμε όλες στο αμάξι της Σονιας. Η Σονια είναι 18 και έχει βγάλει δίπλωμα.
Μετά από μερικά λεπτά φτάσαμε στην παραλία και προχωρήσαμε προς το αγαπημένο μας μέρος. Ήσυχο, καθαρή θάλασσα, εύκολη πρόσβαση σε βουτιές. Γενικώς όμορφο.
<<Τι σκέφτεσαι;>>, με ρώτησε η Σονια και επανήλθα στην πραγματικότητα.
<<Α τίποτα, χαζεύω το τοπίο>>
<<Το βράδυ θα πάμε σε κλαμπ θέλεις να καλέσεις κάποιον άλλον;>>, ρώτησε και κοίταξα το κινητό μου.
Να τον καλέσω; σιγά μην έρθει.
<<Τον Νίκο>>, απάντησα και εγνεψε θετικά.
Άνοιξα το κινητό μου γρήγορα και πληκτρολόγισα τον αριθμό του. Αγκρ, δεν μπορώ να το κάνω. Θα του στείλω μυνημα.
"Γειά σου Νίκο, είμαι η Μαρία, έχω τα γενέθλιά μου και θα βγούμε να το γιορτάσουμε, κερνάω, θα έρθεις;"
Κοιτούσα και κοιτούσα το μυνημα, να πατήσω αποστολή; να το διαγράψω;
<<Αντε τι περιμένεις; στειλτο>>, ακούστηκε η Σονια από δίπλα μου και πήρα μια ανάσα πριν πατήσω αποστολή.
Η απάντηση ήρθε λίγο αργότερα.
"Ποια είσαι;"
"Η Μαρία από την τάξη σου"
Γέλασα με τον τρόπο που απάντησα, λες και θα ξέρει ποια είμαι.
"Έχω εγώ Μαρία στην τάξη μου;"
Πέταξα το κινητό στην άμμο από τα νεύρα μου και άρχισα να τραβάω τα μαλλιά μου.
<<Δεν θυμάται καν ότι υπάρχω>>, άρχισα να κλαιω και η Σονια με πήρε αμέσως αγκαλιά.
<<Ηρέμησε δεν αξίζει>>, μου είπε και πήρα μια βαθιά ανάσα.
<<Τα νεύρα μου Σονια, κλαίω από τα νεύρα μου. Είναι, είναι, τα νεύρα μου>>, τράβηξα ακόμα πιο δυνατά τα μαλλιά μου.
<<Ηρέμησε Μαρία, όλα καλά, ηρέμησε>>, άρχισα να παίρνω βαθιές ανάσες για να ηρεμήσω. Δεν θα μου χαλάσει αυτός την μερα.
Πηρα το τηλέφωνο πάλι και άρχισα να πλήκτρολογω οταν είδα το επόμενο μυνημα του.
"Α θυμήθηκα, το φυτό και τι θες τώρα; δώρο;" έγραφε.
"Λοιπόν, στις 12 θα είμαι στο Haos, αν θες έρχεσαι, αν δεν θες όχι, κερνάω. Κάνε ότι θες."
Του το έστειλα και έκλεισα το κινητό απολαμβάνοντας την θάλασσα, τον ήλιο και την ηρεμία.
2 ώρες μετά βρισκόμαστε στα μαγαζιά και η Σονια προσπαθεί να βρει φόρεμα για εμένα. Κατέληξα να βρω ένα όμορφο, μαύρο φόρεμα, κοντό αλλά όχι πολύ, με κροσια. Όμορφο.
Γυρίσαμε σπίτι μου και η Σονια με έβαλε να κάνω μπάνιο για να βγάλω την αλμύρα. Πήγα στο προσωπικό μου μπάνιο ενώ αυτή χρησιμοποίησε το κοινόχρηστο.
Αρχίσαμε σιγά σιγά να ετοιμαζομαστε.
<<Μαμάα>>, φώναξα και ανέβηκε στο δωμάτιο. <<Έβγαλες το φόρεμα από το στεγνοτηριο; ή όπως λέγετε αυτό το μηχάνημα>>, ρώτησα και εγνεψε φεύγοντας. Γύρισε με το φόρεμα στα χέρια της. Δεν υπήρχε περίπτωση να το φορούσα αν δεν πλενοταν πρώτα. Μου την σπάει άσχημα όταν ένα ρούχο μυρίζει μαγαζιλα.
Μετά από ώρα και αφού είμαστε έτοιμες πήγαμε στο κλαμπ όπου είχαμε κρατήσει τραπέζι, στους καναπέδες. Για πρώτη φορά είχα βάλει φακούς επαφής.
Μας έφεραν αμέσως τα μπουκάλια που είχαμε συμφωνήσει, ποτήρια και διάφορους χυμούς. Η μουσική ήταν πολύ δυνατή.
Η Σονια προσπαθούσε να με κάνει να χορεψω μαζί της, αλλά δεν καταδεχομουν να σηκωθω από τον καναπέ.
Δεν θα έρθει, σκέφτηκα κοιτώντας την είσοδο. Ήταν ήδη 1 και ο Νίκος δεν έχει φανεί. Φυσικά και δεν θα ερχόταν.
<<Είναι το πάρτι των γενεθλίων σου, καλά όχι πάρτι πάρτι αλλά πάρτι, κατάλαβες τώρα! Και εσύ δεν χορεύεις, δεν πίνεις, για εσένα έχουμε έρθει εδώ, για να γιορτάσεις. Βγάλε αυτή την λυπημένη έκφραση και να δω το χαμόγελο σου και πάμε να χορεψουμε>>, η Σονια προσπάθησε να με σηκώσει και τα κατάφερε.
Αρχισα να κουνάω το σώμα μου προσπαθώντας να μην φαίνομαι άσχετη ή και ηλίθια. Πήρα το ποτήρι που μου ετοίμασε η Ελένη και ίπια μια γερή δόση του ποτου. Αμέσως αναγνώρισα την γεύση του. Βότκα με λεμόνι. Είχα ξανά πιει οπότε μου ήταν γνωστό.
<<Διασκεδαζεται χωρίς εμένα;>>, ακούστηκε μια φωνή πίσω μου, κάνοντας με να χάσω έναν χτυπο. Ήρθε.
Γύρισα να τον κοιτάξω και χαμογελασα. Όντως ήρθε; ή έχω παραισθησεις; τι μου έβαλαν στο ποτό;
<<Χρόνια πολλά>>, είπε και ετεινε το χέρι του προς εμένα. Έπιασα το χέρι του περιμένοντας την τυπική χειραψία. Αντί για αυτή όμως εσκυψε και μου φιλισε το χέρι ενώ με κοιτούσε στα μάτια.
Ένιωσα αμέσως την ανατριχιλα να διαπερνά όλο μου το κορμί. Η επαφή των ζεστων χειλιων του με το χέρι μου πυροδοτουσε όλα μου τα συναισθήματα για εκείνον. Τα μάτια του με μαγνητιζαν μουδιαζοντας το κεφάλι μου. Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη.
Ξεροκαταπια έπειτα από λίγο και άνοιξα το στόμα μου ώστε να τον ευχαριστήσω.
<<Σε... Ευχαριστώ.. Εμμ θα πιεις κάτι;>>, ρώτησα και μου χάρισε ένα από αυτά τα σαγινευτικα του χαμόγελα.
<<Μα φυσικά>>, απάντησε πιάνοντας το μπουκάλι με το ουίσκι και ένα ποτήρι. Καθώς έφτιαχνε το ποτό του δεν σταμάτησα να τον κοιτάω.
Ίπιε μια γερή γουλιά και έπειτα με κοίταξε. Είχε μπει ένα αρκετά ανέβαστικο τραγούδι που μου διαφεύγει αυτή την στιγμή.
Με πλησίασε και πέρασε το χέρι του γύρο από την μέση μου κατευθύνοντας με μακριά από το τραπέζι. Είχε πολύ κόσμο ο οποίος κουνούσε το κορμί του στους ρυθμούς. Γίναμε ένα με το πλήθος και άρχισε να χορεύει παρασερνοντας με και εμένα να κουνιθω δειλά δειλά.
<<Έλα τώρα Μαρακι αφού σε είδα και πριν μπορείς να χορέψεις καλύτερα από αυτό, κουνησου>>, διασκέδαζε μαζί μου, βλέποντας με να μαζευομαι προσπαθώντας να κρύψω το πόσο αβολα νιώθω.
Σίγουρα δεν ονειρεύομαι; αυτός στα μυνηματα έδειχνε τόσο ειρωνικός και αναισθητος και τώρα τι; έρχεται και διασκεδάζει; χορεύω στα αλήθεια μαζί του;
<<Μαρία; είσαι καλά;>>, ρωτάει και τον κοιτάω μέσα σε αυτά τα υπέροχα καστανα μάτια.
<<Ναι ναι>>, χαμογελαω και αρχίζω να χορεύω στους ρυθμούς της μουσικής. Χαμογελαει πίσω και με ακολουθει χορεύοντας μαζί μου.
<<Τώρα χορεύεις σωστά>>, σχολίασε και δαγκωσα το κάτω χείλος μου. Πρέπει να με κοιτάει με αυτό το παιδικό βλέμα;
Μετά από πολύ χορό, επιστρέψαμε στο τραπέζι να γεμίσουμε τα ποτά μας.
<<Επ τι έχουμε εδώ;>>, ακούστηκε η Σονια και κατέβασα το κεφάλι μου.
<<Είπα να διασκέδασω λίγο με το Μαρακι είναι κακό;>>, ρώτησε ο Νίκος με έναν κάπως ειρωνικό τόνο.
<<Την κολλητή μου και τα μάτια σου αλλιώς θα στα βγάλω>>, απείλησε η Σονια και χαμόγελασα. Την αγαπάω αυτή την κοπέλα.
Ο Νίκος σήκωσε τα χέρια του σε θέση παραίτησης και με κοίταξε ύστερα με πονηρό βλέμα. Δεν μαρεσει αυτό.
Ίπιε αμέσως το ποτό του και ξανά γέμισε το ποτήρι. Που επίσης ίπιε λες και ήταν νερό. Πάει καλά; θα μεθυσει.
<<Νίκο σταματα να πίνεις>>, αγριεψα και με κοίταξε γελώντας.
<<Όπα αγριογατα, μάζεψε τα νυχακια σου, είμαι καλά. Τώρα συγγνώμη έχω μια δουλειά>>, μου έκλεισε το μάτι και απομακρυνθηκε.
Τι στο διαολο; όχι Μαρία μην βάλεις τα κλάματα. Δεν θα σου χαλάσει την διάθεση αυτός. Ναι μόνο που αυτός ήταν που στην έφτιαξε. Οο πρέπει να σταματήσω να σκέφτομαι και απλά ας διασκέδασω.
Η Σονια με κοιτούσε με περίεργο βλέμα ενώ εγώ συνεχιζα να χορεύω και να πίνω. Ο χώρος γύρο μου γύριζε ελάχιστα και ένιωθα να μην πατάω στην γη. Τα φώτα του κλαμπ με ζαλιζαν άσχημα.
Την στιγμή που νόμιζα ότι το σώμα μου θα πέσει, χαρης την βαρύτητα, δύο χέρια τυλιχτηκαν γύρω μου σταματοντας την πτώση μου.
Αυτό το άγγιγμα. Δεν μπορεί.
<<Μην. Με. Ακουμπάς>>, γρυλισα γυρίζοντας να τον κοιτάξω.
Το ίδιο ψυχρό γαλάζιο βλέμα. Το ίδιο ηλιθιο χαμόγελο.
<<Ωραίος τρόπος να πεις γειά σε έναν παλιό φίλο>>, είπε και γύρισα να κοιτάξω τα κορίτσια. Η Ιωάννα με την Ελένη είχαν φύγει από το τραπέζι και η Σονια με κοιτούσε ανησυχα. Της έγνεψα να μείνει εκεί που είναι. Μπορώ να το χειριστω. Δεν είμαι πια αυτό το μικρό κοριτσάκι.
<<Τι θες Γιώργο;>>, ρώτησα ενώ ένιωθα το σώμα μου να τρεμει, τους παλμους μου να αυξάνονται. Αν δεν φύγει σύντομα θα κατάρρευσω, οι αναμνήσεις αρχίζουν να παίζουν σαν κασέτα στο μυαλό μου.
Οχι, όχι πάλι. Δεν θα το επιτρέψω.
<<Ξέρεις πολύ καλά τι θέλω>>, έπιασε το μπράτσο μου και τα πόδια μου λυγισαν.
<<Ή θα φύγεις τώρα ή θα αρχίσω να φωνάζω. Όσο δυνατή και να είναι η μουσική αν ουρλιαξω ξέρεις ότι θα με ακούσει όλο το μαγαζί>>, γρυλισα και γέλασε.
<<Οπως ουρλιαζες και τότε;>>, είπε πλησιάζοντας το αυτί μου. Έκανα γρήγορα βήματα πίσω ενώ δάκρυα απειλούσαν τα μάτια μου.
<<ΕΞΑΦΑΝΙΣΟΥ>>, φώναξα και άτομα που ήταν στα κοντινά τραπέζια γύρισαν να μας κοιτάξουν. Αρχισα να τρέχω με προορισμό να βγω έξω. Έπρεπε να φύγω από εδώ, έπρεπε να του ξεφύγω.
Βγαίνοντας έξω ο κρύο αέρας με χτύπησε κάνοντας με να ζαλιστω άσχημα ενώ άρχισα να κλαίω δυνατά.
Κοιτοντας δεξιά μου, το θέαμα έκανε την τσάντα μου να πέσει από το χέρι μου.
Αν είναι δυνατόν, αυτή ήταν η δουλειά του;
Ένας λυγμός μου ξέφυγε και ο Νίκος σταμάτησε να φιλαει την κοπέλα με την οποία βρισκόταν. Με κοίταξε και εγώ πλέον προσπαθούσα να τον διακρίνω με το ζόρι. Η όραση μου είχε εντελώς θωλοσει από το κλάμα. Ένα χέρι έπιασε το μπράτσο μου και αποτραβηχτηκα.
<<ΣΟΥ ΕΊΠΑ ΕΞΑΦΆΝΙΣΟΥ>>, ουρλιαξα στον Γιώργο που με κρατούσε.
<<Και αν δεν θέλω;>>, ρώτησα εκείνος και η καρδιά μου έχασε έναν χτυπο. Αρχισα να κούνιεμαι νευρικα θέλοντας να με αφήσει.
Δευτερόλεπτα μετά βρέθηκε κολλημένος στον τοίχο.
<<Νίκο>>, ψελισα βλέποντας τον να κρατάει τον Γιώργο από τον γιακα.
<<Νομίζω σου είπε να εξαφανιστείς>>, σχολίασε ο Νίκος και ο Γιώργος γέλασε.
<<Έχουμε και σωμαφυλακα τώρα Μαρακι;>>, ρώτησε ο Γιώργος προς τα εμένα αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω.
<<Άκουσε να σου πω. Θα το πω μια φορά. Μείνε μακριά της, το έπιασες;>>, γρυλισε ο Νίκος και ο Γιώργος γέλασε ξανά.
<<Θα φύγω, για την ώρα. Εμείς δεν τελειώσαμε ακόμα>>, σχολίασε πετώντας τα χέρια του Νίκου από πάνω του και απομακρυνθηκε.
<<Μαρία; είσαι καλά; >>, ρώτησε προς τα εμένα. Αρχισα να κλαίω και έπεσα στα γόνατα μου.
<<Πάρε με από εδώ>>, ήταν το τελευταίο πράγμα που είπα πριν αρχίζουν όλα να γυρίζουν.
<<Μαρία; >>, ακούστηκε η φωνή της Σονιας και έπειτα μαύρο.
Ξύπνησα στο δωμάτιο μου. Προσπάθησα να συντονισω το βλέμα μου, όμως ήταν αδύνατο. Έπιασα τα γυαλιά μου και έπειτα πήρα μια βαθιά ανάσα. Το κεφάλι μου πονάει φριχτα.
Μνήμες από την χτεσινή μέρα ήρθαν στο μυαλό μου και δάκρυα μαζεύτηκαν στα μάτια μου. Γιατί; γιατί γύρισε τώρα; 6 χρόνια μετά; τι θέλει από εμένα;
<<Μαρία ξύπνησες;>>, από τις σκέψεις μου με έβγαλε η μητέρα μου.
<<Ναι>>, απάντησα απαλά και άκουσα την πόρτα να κλείνει. Επειτα ένιωσα το κρεβάτι να βουλιάζει.
<<Ίπιες πολύ εχτές. Να ξέρεις πως είσαι τιμωρημένη μέχρι να ανοίξουν τα σχολεία>>, είπε και ξεφύσηξα. Και χάρη μου κάνεις.
<<Εντάξει. Μπορείς να μου φέρεις ένα παυσιπονο; το κεφάλι μου πονάει>>, είπα και σηκώθηκε.
<<Αυτά συμβαίνουν όταν πίνεις. Πάω να σου φέρω>>, έφυγε από το δωμάτιο και κοίταξα το ταβάνι.
Πρέπει να μιλήσω με την Σονια. Δεν μπορώ να το περνάω μόνη μου όλο αυτό πλέον. Πρέπει να μοιραστώ το βάρος με κάποιον. Είναι πολύ για εμένα πλέον. Ιδίως τώρα που γύρισε.
___________________________
2238 λέξεις
Γεια σας δευτερο κεφάλαιο back online, θα ανεβαίνει ένα κεφάλαιο την εβδομάδα για αυτόν τον μήνα με την ελπίδα να γράψω τα καινούργια κάποια στιγμή μέχρι το τέλος της χρονιάς για να μπορώ να ανεβάζω.. Γιατί χεχ δεν έχω και πολλά έτοιμα.. Και ας μην ξεχνάμε έχω άλλα 3 που γράφω ταυτόχρονα.. Τράτζικ. Γιατί τα κανω όλα ταυτόχρονα είπαμε;
Έχω και την δουλειά που μου τρώει τουλάχιστον 10 ώρες από την μέρα μου..
Αλλά δεν σας ενδιαφέρει να ακουσετε για εμενα αλλά την ιστορία της Μαρίας.
Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο ή αν σας δω σε κάποιο από τα άλλα μου βιβλία!
Self promote:
Opposite Sides , στο προφίλ μου με ήδη 3 κεφάλαια και πολλα lgbtq+ άτομα :))
Death or life?, συντομα νέα κεφάλαια, ένα βιβλίο για γερά στομάχια, γεμάτο σκέψεις και συναισθήματα
Only her, coming in 2022 ;)
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top