Πρόλογος
Don't know do-dont know do
Can't seem to explain a thing going on in my head on in my head.Memories seem to fade away with the thoughts in my head- thoughts in my head.Run from different enemies and the thoughts in my head- thoughts in my head
[..]
And where did you go as I slipped,as I slipped.I cant seem to get it out my head...
Τι ωραίο πράγμα να περπατάς και να σε κοιτάνε όλοι περίεργα.
Οχι επειδή έχεις κάτι παράξενο,αλλά επειδή είσαι...εσυ.Εσυ τους φαντάζεις παράξενος.
Ξέρεις τι είναι να σε κοιτάνε με λύπηση;
Να βλέπεις την λύπηση στα μάτια τους,οχι την συμπόνια,τη λύπηση.
Ποτέ δεν μ'άρεσε να με λυπούνται.Για κανέναν λόγο και για ό,τι και αν έχω περάσει.
Είμαστε μια μικρή πόλη,όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους,άρα και τα νέα μεταδίδονται εξίσου γρήγορα.
Πέρασα τα επικριτικά βλέμματα των γειτόνων και ξεκίνησα για το σχολείο.
Έβαλα τα χέρια στις τσέπες του μαύρου μου αγαπημένου μπουφάν και συνέχισα τον δρόμο μου μέχρι το σχολείο,με μόνη μου παρέα εμένα και τη μουσική στα ακουστικά.
Η μουσική μου κάνει συμπαράσταση τόσα χρόνια,η μόνη πραγματική συμπαράσταση.
Ξέρετε,έχω χρόνια να χαμογελάσω αληθινά,αλλά ποιός νοιάζεται έτσι δεν είναι;
Προσπαθώ,αλλά δεν μου βγαίνει.
Το στόμα μου δεν μπορεί να σχηματίσει την καμπύλη του χαμόγελου.
Περπατούσα και έφτασα απέναντι από το σημείο.
Το σημείο όπου έγιναν όλα.
Το σημείο όπου όλα ξεκίνησαν,και όλα τελείωσαν.
Έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά και ενα δάκρυ κύλησε.
Το ένα δάκρυ έγινε δύο,τα δύο έγιναν τρία,αλλά μέχρι εκεί.Κάθε μέρα πλέον πάει μέχρι εκεί.
Δεν με αφήνω να κλάψω άλλο για αυτό.
Αρκετά με πήρε από κάτω τόσα χρόνια.
Με στιγμάτισε,με έκανε αυτή που είμαι τώρα,που δεν θα με έλεγα και χαρούμενη με αυτό που είμαι.
Αλλά με έκανε δυνατή.
Και ας κλαίω κάθε φορά που περνάω μπροστά από αυτή την παραλία.
Κάθε φορά που περνάω μπροστά από αυτόν.
Απέναντι το σπίτι του.
Ακόμη θυμάμαι τη μητέρα του να ουρλιάζει στο μπαλκόνι.
Ακόμη θυμάμαι την έκφραση του προσώπου του εκείνο το μοιραίο δευτερόλεπτο.
Εκείνο το αναθεματισμένο δευτερόλεπτο,ίδια μέρα, μα πλέον 4 χρόνια μετά.
Ποτέ δεν έμαθα τον λόγο που συνέβη αυτό,και μου είναι άγνωστο αν θα το μάθω ποτέ.
4 χρόνια πριν
-Ελα δω μωρέ ζουζούνι
-Οχιιι ασε μεεε,φώναζα γελώντας όσο με κυνηγούσε στον άδειο δρόμο.
Ήταν μέσα Σεπτεμβρίου ακόμη,πρωί- πρωί λίγο πριν πάμε σχολείο.Το δροσερό αεράκι έδινε ζωντάνια στα όμορφα χρώματα του ουρανού,και ταίριαζε με την διάθεση μας.Ήμασταν τόσο ανέμελοι,χαλαροί και χαρούμενοι.
-Εμένα δεν μου ξεφεύγεις
Είπε με παιδική φωνή και με σήκωσε στον αέρα σαν τσουβάλι με πατάτες
-Σου μοιάζω για σακίιιι;
-Θα μπορούσες,είπε πνίγοντας ένα γελάκι και ξεκίνησε να περπατάει προς την παραλία απέναντι από το σπίτι του,με εμένα στον ώμο του.
Με άφησε κάτω στην άμμο απαλά,κάθησε δίπλα μου και πέρασε το χέρι του γύρω από τον ώμο μου,φέρνοντας το σώμα του κοντά στο δικό μου.
-Σ'αγαπάω το ξέρεις;
Συνέχισε κοιτάζοντας με στα μάτια.
Αυτά τα μάτια του πόσο όμορφα είναι.Αυτά τα πράσινα του μάτια,μου έκαναν ζημιά.
-Σε λατρεύω το ξέρεις;
Του απάντησα και έγειρα το κεφάλι μου στον ώμο του.
Μου έδωσε ένα φιλί στα μαλλιά και μου χάιδευε την πλάτη.
Όλα ήταν τόσο όμορφα,τόσο ήρεμα.
Ώσπου τα πάντα καταστράφηκαν.
Ένας πυροβολισμός ακούστηκε και μου πήρε λίγα δευτερόλεπτα να συνειδητοποιήσω τι είχε γίνει μόλις.
Το κράτημα του χαλάρωσε ξαφνικά και τα πράσινα μάτια του έχασαν τη χαρακτηριστική τους λάμψη.
Ώσπου έπεσε στο πλάι,στην κρύα άμμο.
-Άγγελε!
Φώναξα δίχως να έχω καταλάβει ακόμη πως αυτό ήταν.
Πως πλέον τον είχα χάσει.
Πήρα γρήγορα τηλέφωνο ασθενοφόρο,κλαίγοντας με ληγμούς.
Δυσκολεύτηκαν να με καταλάβουν,αλλά με ενημέρωσαν πως έρχονται το συντομότερο δυνατό.
Ούρλιαζα,ήμουν πεσμένη πάνω του και έκλαιγα κρατώντας του το χέρι.
Ξαφνικά άκουσα σειρήνες.
Γύρισα και είδα την μητέρα του να βγαίνει αναστατωμένη από τους θορύβους,στο μπαλκόνι χωρίς να ξέρει.
Μέχρι που κατάλαβε.
Πήγε να μιλήσει,αλλά το σπάσιμο στη φωνή της ακούστηκε μέχρι την αμμουδιά.
Την κοίταζα με κατακόκκινα μάτια,γεμάτα δάκρυα,και ένιωσα το βλέμμα της πάνω μου.
Η καρδιά μου ράγισε.
Η μητέρα του είχε μείνει παγοκολώνα,δεν μπορούσε να κάνει την παραμικρή κίνηση.Είχε μείνει σοκαρισμένη.
Πήγαμε στο νοσοκομείο,και περιμέναμε αρκετή ώρα για τυχόν ενημέρωση.
Δυστυχώς όμως αυτό ήταν το τέλος του.
Το τέλος του Άγγελου.
Του αγοριού που αγάπησα όσο τίποτα.
Του αγοριού που με έμαθε να παίζω κιθάρα,που με έμαθε να κάνω σκέιτ.
Που ήταν πάντα δίπλα μου στα όμορφα αλλά και στα άσχημα.
Τον είχα πλέον χάσει.
Παρόν
Σκούπισα τα δάκρυα από τα μάτια μου,και συνέχισα.
Έφτασα έξω από τη σιδερένια πόρτα του σχολείου,πήρα μια βαθιά ανάσα,εβαλα τα ακουστικά μέσα στην τσάντα μου και ετοιμάστηκα να αντιμετωπίσω την λύπηση για ακόμη μια μέρα
4 χρόνια μετά,ίδια αντιμετώπιση.
Το γεγονός οτι έχει περάσει τόσος καιρός από τότε,μα κανένας δεν έχει αλλάξει τη στάση του απέναντί μου,με ξεπερνάει.
"Το κορίτσι που έχασε το αγόρι της".
Ναι αυτή ειμαι.
Το κορίτσι που έχασε το αγόρι της.
Ούτε 'μένα μ'αρέσει,ούτε 'γω το έχω ξεχάσει.
Όμως η λύπηση στα μάτια μαθητών αλλά και καθηγητών είναι ανυπόφορη.
Μπήκα μέσα στην τάξη ξεφυσώντας,και κάθησα στο τελευταίο θρανίο.
Από την τάξη μου ίσως να συμπαθώ ίσα με τρία άτομα,και πολλά λέω.
Την Λυδία,φίλες από τόσο δα μωρά.
Την Αρετή,δεν με κοίταξε ποτέ με τον τρόπο των υπολοίπων
Και..τον Αντώνη,κουλ τυπάκι,δεν ασχολήθηκε ποτέ μαζί μου,δεν με κοίταξε ποτέ όπως οι άλλοι,οπότε κανένα πρόβλημα.
"Καλημέρα παιδιά,βγάλτε μια κόλλα χαρτί να ξεκινήσουμε το σημερινό διαγώνισμα"
Ω γαμώτο,το είχα ξεχάσει ότι γράφουμε σήμερα.
Παλιά ημουν καλή μαθήτρια,ασχολούμουν πολύ,ήθελα να παίρνω καλούς βαθμούς.
Είχα και κίνητρο βέβαια, τον Άγγελο.
Μετά από το συμβάν τα παράτησα όλα,τον χορό που έκανα,τα μαθήματα,την ζωγραφική,τις βόλτες.
Κούνησα το κεφάλι μου πέρα δώθε,έκοψα μια σελίδα από το τετράδιό μου,και έψαξα στην τσάντα μου για στυλό.
"Έλεος σήμερα..."μουρμούρισα ψάχνωντας και ένιωσα τον Αντώνη να με κοιτάει οσο ήμουν χωμένη μέσα στην τσάντα μου.
Σήκωσα το κεφάλι μου και τον είδα να μου δίνει ενα στυλό ανέκφραστος.
"Σ'ευχαριστώ"απάντησα και πήρα το στυλό επίσης ανέκφραστη.
Εκείνος κούνησε το κεφάλι του και αρχίσαμε να γράφουμε.
Λιγομίλητος.
Στο δημοτικό δεν ήταν ετσι.Ήταν από τα πιο δημοφιλή και ομιλητικά παιδιά,οχι πως τώρα δεν έχει μια φήμη,αλλά παλιά έμοιαζε σαν ένα από τα "δημοφιλή" παιδιά.
Πλέον δεν μιλάει,και δεν μπόρω να πω οτι φαίνεται να του αρέσει η παρέα στην οποία βρίσκεται.
Τί έπαθες Αντώνη;
Σκέφτηκα μέσα μου ενώ χτυπούσα το στυλό στο μάγουλο μου χαμένη.
Με σκούντηξε η καθηγήτρια των μαθηματικών και με έβγαλε από τις σκέψεις μου.
Ζήτησα συγνώμη και συνέχισα να γράφω
Άλλη μια ίδια μέρα.
Άλλη μια μέρα παλεύοντας με τους δαίμονες.
Άλλη μια μέρα που κανείς δεν κατάλαβε.
Αυτή είμαι εγώ,η Κλειώ.
Και αυτή,είναι η ζωή μου.
---------
Γεια σας φιλτατοιιι.
Εδω ειμαι ζωντανη,με μια καινουρια ιστορια.
Τωρα θα μου πειτε,εχεις αλλες τοσες που τις εχεις αφησει στη μεση και ΝΑΙΙΙ ξερω αφηνω πολλα στη μεση,αλλα ηθελα να γραψω κατι αλλιωτικο.
Και που λετεεεε,αυτο ειναι ενα μικρο ξεκινημα της ιστοριας.Ελπιζω να σας αρεσε.
Αφηστε μου μια γνωμουλα καπου δω.
Τα λεμε στα επομενα κεφς❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top