Να παίρνεις το ρίσκο.

Το να αγαπάς σημαίνει πρώτα απ' όλα να παίρνεις ένα ρίσκο.
Marc Levy

'' Σε παρακαλώ δώσε μου άλλη μια ευκαιρία θα ξεχρεώσω στο υποσχομαι'' η νεαρή κοπέλα εiχε γονατίσει μπροστά του και έτρεμε ψελλίζοντας τις λέξεις τρομαγμένα, μιλούσε σπαστά αγγλικά, ήταν Ισπανίδα 24 περίπου χρόνων, με λαμπρό μέλλον στην αρχιτεκτονική.
Θα είχε δηλαδή, γιατί στο δεύτερο έτος έμπλεξε με καθετί οι γονείς της την προειδοποιούσαν να αποφύγει, ένα από αυτά ήταν και ο υπόκοσμος. Και στην λέξη υπόκοσμος άκουγε και ο Ιάσονας ο οποίος χαμογελούσε χαιρέκακα κοιτώντας την, να τρέμει εθισμένη στην ηρωίνη, κοκκαλιασμενη και συντρομη.

'' Και εγώ τι θα λάβω ως αντάλλαγμα για τον χρόνο που θα σου δώσω? ' 'την ρώτησε κυνικά και ο Eric πίσω του κράτησε υψωμένο το όπλο σημαδευωντας την.
Πήρε μια μικρή κοφτή ανάσα κοιτώντας το φονικό εργαλείο.

Σε μια αποθήκη εγκαταλελειμενη από τον ίδιο το Θεό είχε βρει η κοπέλα καταφύγιο, νομίζοντας πως μπορούσε να του ξεφύγει.
Μα πότε θα μάθουν να μην κρύβονται;

'' Ο-ότι θες' 'απεκτησε οπτική επαφή και χαμήλωσε το βλέμμα, μπορούσε να νιώσει το υπονοούμενο της.
Χλεύασε μέσα του, μα πως τόλμησε έστω να σκεφτεί ότι θα έπεφτε τόσο χαμηλά;
'' Γδυσου' 'της είπε κοφτά και εκείνη ξεφνιαστηκε. Έτρεμε ήδη από την στέρηση και είχε κρύο.

'' Τ-τι; ' 'ρωτησε και τα ζεστά δάκρυα στα μάγουλα της δεν προλάβαιναν να κυλήσουν πριν παγώσουν.
'' Είσαι γαμημένα κουφή; '' στο σχόλιο του ένας από τους άντρες της ασφάλειας του γέλασε, με ένα του βλέμμα όμως κατέβασε το κεφάλι μουρμουρίζοντας ένα <<συγγνωμη>>

Ο Ιάσονας είχε πλήρη επίγνωση του τρόμου που προκαλούσε, τον έτρεφε αυτός το δέος που ενέπνεε, το θεωρούσε το πιο αγνό και άβατο συναίσθημα, λίγοι τολμούσαν να το εξερευνήσουν από την σκοπιά τόσο του θύτη όσο και του θύματος.

Η κοπέλα τον κοίταξε παρακλητικά για να του αλλάξει γνώμη μα εκείνος δεν έκανε καν τον κόπο να συναντήσει το βλέμμα της, ήταν ένα σκουπίδι για εκείνον, έναν σκουπίδι που του χρωστούσε χρήματα.
Και στα απορρήματα φερόταν όπως η χωματερή, τα ξεφορτωνόταν.

Μη έχοντας άλλη επιλογή και υπό την απειλή όπλου άρχισε να ξεκουμπώνει το βρώμικο πολυφορεμενο τζιν της κλαίγοντας και τρέμοντας, λες και αν φαινόταν αρκετά αξιολύπητη, θα της χαριζόταν.

Ο Ιάσονας γέλασε

Και το γέλιο του δεν ήταν όμορφο, ήταν χαιρέκακο, ψυχρό, ανατριχιαστικό ακόμη.

'' Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι μια κοπέλα με τόσο λίγη αξιοπρέπειά αξίζει να ζει? ''την ρώτησε με αηδία στο βλέμμα του.

Η κοπέλα γούρλωσε τα ματιά και σταμάτησε να γδύνεται, είχε φτάσει στο ύψιστο σημείο απελπισίας, για να ζήσει.

'' Μα εσύ μ--μου ειπες' 'ειπε και εκείνος την κοίταξε απογοητευμένος.

Ύψωσε το όπλο του ακριβώς απέναντι της και η κοπέλα άρχισε να κλαίει γοερά.
'' Λάθος μου τότε.''

Μια ροπή αντιχησε στην αποθήκη, και αίμα κύλησε από το πλέον άψυχο σώμα της
Ήταν νεκρή, μα δεν είχε σημασία για κανέναν εκεί. Ήταν ασήμαντη για εκείνους
'' Με το πτώμα? ''ο Ερικ ρώτησε χαλαρός καθώς άλλη μια μέρα του χειμώνα ξημέρωνε
Ο Ιάσονας ανασήκωσε τους ώμους του

'' Κάντε ο, τι σας ευχαριστεί, απλώς να μην την βρει κανείς, αλλιώς θα σας στείλω για να της κρατήσετε συντροφιά '' απείλησε 10 γεροδεμένους άντρες που στην θέα του χαμήλωσαν το βλέμμα και έγνεψαν καταφατικά.

'' Οι γυναίκες πρέπει να μένουν μακρυά από αυτα'' δήλωσε σίγουρος ο Ιάσονας στον Ερικ καθώς άφηναν τους άλλους πίσω να τελειώσουν την δουλειά και κατευθύνονταν στο αμάξι του πρώτου για να πάνε στην μυστική τους βάση.

Ωστόσο δεν είχε ιδέα, ότι μόλις λίγους μήνες αργότερα στη ζωή του θα έμπαινε μια γυναίκα τόσο ισχυρή και αλλοπρόσαλη που θα τον έκανε ή να επιβεβαιώσει τον κανόνα του ή να δημιουργήσει μια εξαίρεση του.
Ή ακόμη χειρότερα, να τον αναιρέσει.

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

'' H αγάπη διαφέρει της συνήθειας. Θα το διαπιστώσετε πολλές φορές. Πιστεύεις ότι αγαπάς κάποιον μα απλώς αγαπάς την οικειότητα μεταξύ σας. Και πως το καταλαβαίνεις? Αφού κάνεις έναν μεγάλο συμβιβασμό. Αφού παρατήσεις τη δουλειά σου γιατί πήρε μετάθεση κάπου μακρυά, αφού κάνεις μια μεγάλη θυσία. Κοινώς αφού χάσεις κάτι που αγαπάς. Αυτή η διαδικασία ενεργοποιεί στον ανθρώπινο νου μια ενεγεια που επιφέρει λογική, κοιτάς τον άνθρωπο δίπλα σου και αναρωτιέσαι. Άξιζε τελικά το ρίσκο; ''

Η φωνή της καθηγήτριας ήχησε στο μυαλό της Ρεβέκκας.

Το τελευταίο μάθημα για σήμερα ήταν ακόμη στην αρχή του μα η συγκεκριμένη είχε τον τρόπο της να φέρνει κάθε φοιτητή στην άκρη της θέσης του
Είχε μια περίεργη αγγλική προφορά που εν μέρει ίσως ενοχλούσε την Ρεβέκκα αλλά οι λέξεις της αποτυπώνονταν πιο ξεκάθαρα από ποτέ στο μυαλό της εκρηκτικής μελαχρινής.

Στη σκέψη ότι είχε πάρει ένα μεγάλο ρίσκο για τον αδελφό της η καρδιά της γέμιζε απογοήτευση, ήταν στην κορυφή και τώρα μαχόταν για έναν σεβασμό που επάξια είχε κερδίσει χρόνια τώρα.

Έκανε μια θυσία για να επανορθώσει για την αθέτηση της υπόσχεσης που είχε δώσει στον πάτερα της.
Αν διοικούσε την Μαφία όλα θα ήταν καλά. Τώρα ομως, έπρεπε να θυσιαστεί για να τη σώσει.

Ο Adam, ένας συμφοιτητής της που της κολλούσε αρκετά από την πρώτη μέρα δεν είχε πάρει το βλέμμα του από πάνω της ώρα τώρα. Υπό άλλες συνθήκες θα του εξηγούσε πόσο λίγο την ενδιέφερε. Αλλά αυτή ήταν η Ρεβέκκα Ιακώβου. Ενώ κάθε φορά που πήγαινε στην σχολή μαγικά σχεδόν γινόταν η Bella. Μια κοπέλα με σοκολατί μαλλιά καστανά μάτια, γυαλιά, και φαρδιά ρούχα.

Της έπαιρνε μισή ώρα αλλά κατάφερνε να δημιουργήσει ψεύτικες φακίδες και να κάνει τα φρύδια της πιο καφετί. Ήταν περίεργο να περνά απαρατήρητη και αυτό το κατάλαβε με το δύσκολο τρόπο.

Αλλά πλέον είχε βρει τους ρυθμούς της. Φαρδιά φούτερ και τζιν μαζί με αθλητικά και χαμηλά το κεφάλι. Ειδικά το τελευταίο.

Η Bella δεν αντιμιλούσε ούτε φώναζε, με το ζόρι μιλούσε. Ήξερε αρκετά άτομα, αλλά ήταν κλειστή, απρόσιτη, σχεδόν βαρετή. Έτσι έπρεπε, για να μην αποζητούν οι άλλοι την παρέα της. Ωστόσο κάτι πρέπει να είχε πάει πολύ λάθος με τον ξανθούλη Adam που ενώ είχε μια πολύ όμορφη κοπέλα-σκυλακι την προσέλκυε με κάθε ευκαιρία.

Ήταν πλούσιος και αυτό φαινόταν από μίλια μακρυά. Το ίδιο και η κοπέλα του. Βασικά, δεν ήταν πλούσιοι απλώς, ήταν άνθρωποι του 'φαίνεσθαι' και έκαναν τα πάντα για να αναδείξουν τι είχαν Δεν ήταν λίγες οι φορές που της πρότεινε να την πάει σπίτι με το πολυτελές αμάξι του και η κοπέλα είχε αρνηθεί προτιμώντας να περπατήσει 10 λεπτά μέχρι το στενό που πάρκαρε κρυφά το δικό της και να επιστρέψει στην πραγματικότητα. Την κούραζαν οι φακοί επαφής και τα μαλλιά της φθείρωνταν με την διαρκή χρήση της σφιχτής περούκας, το προσθετικό στην μύτη την ενοχλούσε και ένιωθε ξένα τα ρούχα της.

Ωστόσο τώρα έπρεπε να απασχολήσει τον εαυτό της κρατώντας σημειώσεις. Κοίταξε την ώρα, ήταν λίγο μετά τις 11 και ήταν εξαντλημένη. Το μόνο που της έδινε δύναμη ήταν σκέψη του ύπνου μόλις γύριζε στο σπίτι των Κυνηγών.
Και όντως όταν η ώρα έφτασε τα τελευταία λογία της καθηγήτριας πέρασαν σχεδόν απαρατήρητα. Στόχος της ήταν η έξοδος. Το αμφιθέατρο άρχισε να αδειάζει. Η Ρεβέκκα επίτηδες έκανε λίγο παραπάνω ώρα για να αποφύγει τους περισσότερους

Μα βγαίνοντας, τελείως 《τυχαία》 έπεσε πάνω στον Adam

Εσύ μου έλειπες τώρα σκέφτηκε η κοπέλα και κράτησε το κεφάλι της χαμηλά μη τυχόν και κοιτάξει τα μάτια της, ή μάλλον τους φακούς επαφής της.

"Γεια σου Bella" η βαριά Βρετανική του προφορά ενόχλησε τα αυτιά της.

Μα γιατί δεν μπορούσε να την αφήσει ήσυχη επιτέλους;

"Πρέπει να φύγω έχω αργήσει για τη δουλειά" μουρμούρισε προσπαθώντας να αλλοιώσει τη φωνή της.

"Θες να σε πάω?" Ρώτησε ανυπόμονα και η Ρεβέκκα κοίταξε επίμονα το πάτωμα γνέφωντας αρνητικά.

Ο Adam εδώ και τρία χρόνια έβρισκε σχεδόν αδιανόητο το γεγονός ότι η "Bella" δεν δεχόταν με τίποτα να βγουν.
Όλες οι άλλες θα σκότωναν για να βγουν μαζί του. Και δεν είναι ότι έμεινε επικεντρωμένος στο στόχο του.

Κάθε άλλο.

Αλλά εν τέλει στο προτελευταίο έτος κατάλαβε πως την μικροκαμωμένη και άγνωστη κοπέλα πιο πολύ σαν απωθημένο την έβλεπε.

"Εμ καλά αλλά αυτή την Παρασκευή δεν μου γλιτώνεις, είναι τα γενέθλιά μου. Μου το χρωστάς" ο γοητευτικός τύπος της είπε και εκείνη άρχισε να προχωρά με ταχύ βήμα χωρίς να του απαντήσει. Το μέσα της έβραζε για να ελευθερωθεί, να ρίξει ένα βλέμμα απόρριψης στον ψωνισμένο τύπο απέναντι της και να βγει με το στυλ που της άρμοζε από την Σχολή.

Μα αρκέστηκε σε ένα χαλαρό τρέξιμο .
Άνοιξε το δεύτερο κινητό της
Το πρώτο πράγμα που είδε και την έκανε να κλείσει την εφαρμογή για το uber ήταν ένα μήνυμα από άγνωστο αριθμό που σύντομα επιβεβαίωσε πως ήταν του Ιάσονα.

Σε περιμένω απέναντι μην αργήσεις.

Λίγο αργά για αυτό σκέφτηκε η κοπέλα παρατηρώντας το γεγονός ότι της το είχε στείλει πριν δέκα λεπτά.
Ωστόσο δεν πτοήθηκε λεπτό. Βγήκε έξω από τη σχολή με τα βιβλία στο χέρι και περνώντας το δρόμο απέναντι εντόπισε το αμάξι.

Θα μπορούσε να περάσει και απαρατήρητο.  Άνοιξε την πόρτα και είδε τον Ιάσονα στη θέση του οδηγού.
"Άργησες" σχολίασε ψυχρά όσο η Ρεβέκκα έβαζε ακόμα ζώνη.

"Δεν γίνεται να φεύγω τρέχοντας λες και το κτίριο καίγεται. Θα με υποψιαστούν." Απάντησε και χωρίς να διστάσει στιγμή εν όψει των αδιαπέραστων τζαμιών που έκρυβαν το εσωτερικό έβγαλε προσεκτικά τους φακούς επαφής της και τους έβαλε στη θήκη που άφηνε στην τσάντα της.

Ο Ιάσονας αγνοώντας την ανάγκη της να περιμένει δυο λεπτά ξεκίνησε το αμάξι επίτηδες άτσαλα προκαλώντας τον εκνευρισμό της.
Έβγαλε την περούκα με το φιλέ που είχε και τίναξε με χάρη τα μαλλιά της. Ο Ιάσονας εισέπνευσε το άρωμα και αναρωτήθηκε αν το έκανε επίτηδες.
Η Ρεβέκκα απτόητη έβαλε μέσα στην τσάντα προσεκτικά τα πράγματα της και πήρε ένα υγρό μαντηλάκι για να αφαιρέσει το make up.

Ένιωθε εξαντλημένη. Αυτή ήταν όμως η καθημερινότητα της.
Έβγαλε τα ψεύτικα γυαλιά μυωπίας, έβαλε τα γυαλιά ηλίου της και κάθισε αναπαυτικά στην άβολη σιωπή που τόσο προσεκτικά ο Ιάσονας είχε δημιουργήσει για εκείνη.

"Καλά πήγε" είπε με θράσος, εφόσον εκείνος αδιαφόρησε να την ρωτήσει.
Ο Ιάσονας δεν της απάντησε και συνέχισε να οδηγεί προσεκτικά.

"Ξέρεις δεν είναι εύκολο να υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα μας αν δεν μιλάς" του θύμισε η κοπέλα καυστικά και την κοίταξε δύσπιστος.

"Δεν χρειάζεται να σε εμπιστεύομαι για να κάνεις τη δουλειά σου" απάντησε,αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε.

"Αν δεν με εμπιστεύεστε δεν θα δείτε ποτέ για τι είμαι πραγματικά ικανή" ψέλλισε όσο πιο ήρεμα μπορούσε.

"αν δεν σε εμπιστευτώ δεν θα χρειαστεί ποτέ να μπω στη διαδικασία να σκεφτώ τι θα είχε γίνει αν δεν σε είχα εμπιστευτεί σε σημείο διάλυσης της Μαφιας'' της απάντησε στεγνά και η Ρεβέκκα έκανε μια υποσημείωση στο πίσω μέρος του μυαλού της ότι ο Ιάσονας είχε θέματα εμπιστοσύνης.
.
'' Δεν είμαι χαζή για να σε προδωσω''
'' Είσαι αρκετά ύπουλη για να με μαχαιρώσεις πισώπλατα και αυτό το ξέρω σίγουρα' '

Για κάποιο λόγο τα λογία του την έτσουξαν, ήταν περίεργο να την επηρεάζει κάτι τόσο ασήμαντο μα η Ρεβέκκα όπως και κάθε άλλη δυναμική γυναίκα ήθελε να την εμπιστεύονται και να την σέβονται.

Έφτασε μπροστά από τις ψηλές πύλες. Πάτησε τον κωδικό γρήγορα, δεν πρόλαβε καν να τον δει. Δυο άτομα της ασφάλειας ήταν πίσω από τις πόρτες που αυτόματα άνοιξαν. Ο Ιάσονας κατέβασε το παράθυρο για να τον δουν.

Τον αναγνώρισαν και γρήγορα έκαναν στην άκρη για να περάσει.
Η Ρεβέκκα έβγαλε τα γυαλιά ηλίου της και πήρε τα πράγματα της. Το αυτοκίνητο μπήκε στο γκαράζ μαζί με τα υπόλοιπα. Κάπου εκεί, σε μια άκρη είδε και το δικό της και σχεδόν το λυπήθηκε που καθόταν εκεί αχρησιμοποίητο μα σύντομα κοίταξε γύρω της και κατάλαβε πόσα άλλα αμάξια υπήρχαν, εκ των οποίων δεν υπήρχε ούτε ένα που να μην ήθελε να οδηγήσει.

Ο Ιάσονας την αγνόησε παντελώς και προχώρησε μπροστά. Τον ακολούθησε πολύ εξαντλημένη για να του πουλήσει ειρωνίες

Το σπίτι ήταν άδειο. Πού ήταν όλοι;

Σαν να διάβασε την έκφραση της απάντησε

'' Ο Eric έχει προπόνηση και ο Carter κοιμάται. Οι οικιακοί βοηθοί έχουν άδεια σήμερα. ''χωρίς να την ρίξει ούτε μισό βλέμμα ανέβηκε την μεγάλη σκάλα για τον πάνω όροφο σαν να είχε αφήσει κάτι στην μέση

Το σπίτι ήταν βουτηγμένο σε μια χλιδή περιττή και ψυχρή. Σαν μουσείο χωρίς επισκέπτες, γεμάτο ταμπέλες με έντονα γράμματα που λένε" Μην αγγίζετε "

Ωστόσο στην Ρεβέκκα άρεσε η ησυχία, υπερβολικά πολύ.
Ανέβηκε στο δωμάτιο της και τακτοποίησε όσα δεν είχαν κάνει ήδη οι οικιακοί βοηθοί, κλείδωσε την πόρτα πίσω της. Πέρασε κατεβαίνωντας για την κουζίνα μπροστά από το δωμάτιο του Ιάσονα και βρήκε την πόρτα κλειστή, είχε μείνει ξύπνιος μόνο και μόνο για να την γυρίσει πίσω;

Η ατίθαση κοπέλα έσμιξε τα φρύδια της μπερδεμένη, ήταν μια πολύ καλή πράξη, σχεδόν υπερβολικά καλή για τα δεδομένα του Ιάσονα.
Έτσι αποφάσισε να του αφήσει ένα σάντουιτς ίδιο με το δικό της για όταν ξυπνήσει, δεν χρειάζεται καν να πει κάτι, ίσως εν τέλει την εμπιστευόταν.

Αποκλείεται.

Ανέβηκε με το πιάτο μέχρι και έξω από την πόρτα του, φορούσε μπιτζαμες και με το ζόρι κρατούσε τα μάτια της ανοιχτά.

Ωστόσο οι ήχοι από το εσωτερικό του δωματίου έκαναν τα μάτια της να ανοίξουν διάπλατα.
Ο Jason Hunter ήταν πάνω από όλα ένας άντρας με ανάγκες. Και για αυτές τις ανάγκες είχε συγκεκριμένες γυναίκες πάντα πρόθυμες να τον ικανοποιούν.

Είτε αυτές ήταν του προσωπικού είτε τυχαίες είτε του υπόκοσμου. Και στις τρεις περιπτώσεις τον λάτρευαν, τον αποθέωναν. Η συγκεκριμένη ήταν 23 χρονών, ψηλή, μελαχρινή με υπέροχα πόδια και μεγάλο στήθος.
Ήταν από την Ουκρανία και σπούδαζε Ιατρική.

Την γνώρισε τυχαία σε ένα μπαρ και αργότερα έμαθε ότι τραβιόταν με έναν ανταγωνιστή του για καιρό. Το έπαιζε έξυπνη και δύσκολη μα τώρα στεκόταν στα τέσσερα και βογκούσε το όνομα του

'' Σκασε''  διέταξε επιτακτικά και την κράτησε σταθερή όσο αύξανε την ορμή του.

Όποτε όταν η πόρτα άνοιξε διάπλατα ήταν η πρώτη φορά που η Ρεβέκκα είδε ένα συναίσθημα από τον Ιάσονα εκτός από θύμο και εκνευρισμό, έκπληξη!

Αλλά μην φανταστείτε, κράτησε δευτερόλεπτα.Η μελαχρινουλα αντιθέτως, έκανε σαν τρελή.

Μα ίσως αυτό που προκάλεσε έκπληξη στον Ιάσονα δεν ήταν η ξαφνική είσοδος της Ρεβεκκας στο δωμάτιο του αλλά τα δάκρυα στο πρόσωπο της.

Πίστευε και είχε ακούσει, ότι η σκληραγωγημένη κοπέλα δεν έκλαιγε ποτέ

''ΤΙ ΣΤΟΝ ΔΙΆΟΛΟ ΚΑΝΕΙΣ ΕΔΏ ΜΈΣΑ; '' της φώναξε μετά από ένα δευτερόλεπτο καλύπτοντας τον εαυτό του με ένα σεντόνι χωρίς να τον απασχολεί η ντροπιασμένη κοπέλα που είχε κατακοκκινίσει.

'' Π-πήρε ο γιατρός τ-τηλέφωνο, το τεστ βγήκε θετικός, είσαι-εισαι φορέας''

Και με μια απλή πρόταση ....Κόλαση ξέσπασε το δωμάτιο.

Η μελαχρινούλα πήρε σίγουρα ένα καλό μάθημα και πλέον ντυνόταν κλαίγοντας και ρίχνωντας κατάρες στην γλώσσα της για να φύγει όσο πιο γρήγορα γινόταν.
Ο Ιάσονας δεν μίλησε καθόλου, η Ρεβέκκα συνέχισε το τέλειο θέατρο της ψευτοτρέμωντας μέχρι που η άγνωστη χτύπησε δυνατά την εξώπορτα φεύγωντας.

Τότε το κλάμα της μετατράπηκε σε γέλιο, μα μονάχα για λίγα δευτερόλεπτα, μέχρι να καταλάβει ότι η 'πλάκα' της την είχε οδηγήσει έτσι στο δωμάτιο του, σε ένα σπίτι που δεν ήταν δικό της, και δεν ήταν φιλοξενούμενη. Ξαφνικά το γέλιο κόπηκε.

Και με την λιγοστή εμπειρία που είχε, περίμενε ο Ιάσονας να την χτυπήσει, ωστόσο το χειροκρότημα του την έκανε να τον κοίταξε περίεργα.
Τα άκρα της είχαν μουδιάσει και το σκοτεινό δωμάτιο του Ιάσονα την ανατρίχιαζε στο έπακρο, ήταν απόκοσμη ο ομορφιά του ημίγυμνου άντρα απέναντι της μα δεν θα του το έλεγε ποτέ.

''Οφείλω να παραδεχτώ ότι το θεατράκι σου αξίζει πολλά Oscar''της είπε κυνικά.

''Τα θεατρικά δεν παίρνουν Oscar μόνο οι ταινιες'' απάντησε γρήγορα και ο Ιάσονας ένιωσε την πρώτη σουβλιά εκνευρισμού να τον τσιμπάει, δεν είχε καθόλου υπομονή, ανέκαθεν.

'' Είμαι σίγουρος ότι θα κάνανε μια μικρή εξαίρεση για εσενα'' μονολόγησε με ένα μειδίαμα που μόνο καλοσύνη δεν έκρυβε.

'' Εγινε''  γρήγορα έκανε να φύγει, περήφανη για το κατόρθωμα της.
Με δυο κινήσεις η πόρτα είχε κλείσει και εκείνη είχε κολλήσει πάνω της, ωστόσο δεν ήταν στην πλευρά που επιθυμούσε, έξω από το δωματίου του Διαβόλου, αλλά μέσα.

'' Δεν ήξερα ότι ζήλεψες τόσο, αν μου το έλεγες θα έκανα καλύτερη ηχομόνωση στο σπίτι'' της είπε σαρκαστικά και η δυναμική κοπέλα δεν θα τον άφηνε να βγει από πάνω.

Γέλασε όσο πιο ειλικρινά μπορούσε.

'' Ότι σε κάνει να κοιμάσαι καλύτερα τα βραδιά' 'του απάντησε και τον έσπρωξε για να φύγει.

'' Καλύτερα κοιμάμαι το βράδυ όταν δεν έχω καύλες και μόλις με διέκοψες''

'' Νταξει ελπίζω να έχεις καλή σύνδεση ίντερνετ, καλή ξεκούραση'' μουρμούρισε βιαστικά και είχε ανάγκη να δει το φως της μέρας έξω από το δωμάτιο του

'' Όχι όχι γλυκιά Ρεβεκκα'' ψιθύρισε σαρκαστικά το ψευδώνυμο της. ένα ρίγος την κατέκλυσε.

'' Αν τόσο ζηλεύεις, άσε με να σου δείξω'' το άρωμά του την περικύκλωσε, το σώμα του την κάλυπτε. Το γυμνό του δέρμα την τσάκιζε.

"Δείχνεις πολύ όμορφη πάντα...." άφησε ένα -αλλά- να αιωρείται.
Η κοπέλα δεν μπορούσε να το κατανοήσει. Μα δεν την θεωρούσε ωραία;

"Μα φαντάσου πόσο υπέροχη θα ήσουν με τα δάχτυλα μου μέσα σου"

Προσπαθούσε να διατηρήσει την ψυχραιμία της. Ούτε που την ένοιαζε τι πίστευε για εκείνη.

''Δεν θα πάρω, λυπάμαι'' απεφάνθη ψυχρά και ανασήκωσε το φρύδι του.

''Θα ήθελα πολύ να το έχω γραπτώς αυτο'' της απάντησε όντας σίγουρος ότι θα το μετάνιωνε.

Τόσο σίγουρη την είχε;

Η έξοδος της από το δωμάτιό του ήταν πιο δραματική και από εκείνη του Μεσολογγίου.
Η καρδιά της χτυπούσε πολύ δυνατά.

Μάλιστα, κατάλαβε σύντομα ότι επρόκειτο για έναν πολύ διαφορετικό χτύπο. Δεν ήταν αυτός της έξαψης κατά την διάρκεια των απόστολων της ούτε εκείνος όταν αγχωνόταν ή νευρίαζε και θύμωνε όταν δεν περνούσε το δικό της.

Ήταν ο χτύπος του άγχους της έξαψης και του θυμού, ταυτόχρονα.
Ανάθεμα Ιάσονα η σκέψη της Ρεβέκκας κάλπαζε μοιραία.

Συμμάζεψε σιωπηλά τον εαυτό της μήπως και την πετύχει κανείς και γίνει ρεζίλι.
Δεν θα υπήρχε άλλωστε μεγαλύτερη ξεφτίλα από το να πιστέψει κανείς ότι ο Ιάσονας την επηρέαζε.

Όλη μέρα κοιμόταν και προμηθεύτηκε όσο φαγητό χρειαζόταν από την οικιακή βοηθό που πολύ αργότερα ήρθε.
Ο Ιάσονας απολάμβανε από την άλλη το υπέροχο σάντουιτς που η Ρεβέκκα άθελα της είχε παρατήσει έξω από την πόρτα. Χαμογελούσε σαρδόνια στον εαυτό του. Ηταν ευάλωτη και ας μην το παραδεχόταν.
Θα την έσπαγε. Δεν υπήρχε για εκείνον τίποτα πιο απολαυστικό από το να λυγίζει τους ανθρώπους σαν πλαστελίνη, να τους βλέπει να σπάνε να τσαλακώνονται. Τον ευχαριστούσε με έναν τρόπο περίεργο.
Μπορεί να μην είχε τελειώσει με την μικρή γιατρίνα της οποίας το όνομα του διέφευγε αλλά είχε κερδίσει την αντίδραση της γλυκιάς Ρεβέκκας.

Αλλά τον ενδιέφερε όπως κάθε ελάχιστα πιο δύσκολη γυναίκα που γνώριζε

Παροδικά.

Ή έτσι πίστευε τουλάχιστον.

    -/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-/-

" Άστην σε παρακαλώ πολύ" η φωνή της μητέρας της ήχησε στα αυτιά της. Ήταν βραχνή και ραγισμένη.

Δυο-τρεις αναμνήσεις είχε μόνο από εκείνη.

Το γοερό κλάμα της έκανε το μικρό κοριτσάκι μέσα στα κουρελιασμένα ρούχα που είχε τυλιχτεί σαν μια μπαλίτσα σε μια γωνιά του σπιτιού για να κρυφτεί.
Ο άντρας μπροστά της δεν είχε πρόσωπο, ήταν ο εραστής νουμερο4. Ο χειρότερος. Είχε βγάλει τη ζώνη του και την τίναζε απειλητικά μπροστά της Ήταν μεθυσμένος, είχε πιει είχε καπνίσει και ήταν πνιγμένος στην ηρωίνη.

Η ξανθιά γυναικά, με τα καταπράσινα ματιά που είχαν πλέον κοκκινίσει από τις ουσίες ήταν μαζεμένη πίσω του και προσπαθούσε να τον συγκρατήσει.
Αυτός ο άντρας δεν ήταν ο πατέρας της. Δεν θυμόταν ποιος ήταν. Ίσως τον είχε φέρει η μαμά της μια μέρα από ένα μπαρ και απλώς ποτέ του δεν έφυγε.

"Άσε με να την τιμωρήσω. Πρέπει να μάθει τα όρια της" η οργισμένη φωνή του την τρόμαζε, ανατρίχιαζε από τότε και μόνο στο άκουσμα της μάθαινε να κρύβεται.
"Μα είναι μόνο 4! Δεν ξέρει ότι δεν κάνει να διακόπτει" η τρεμουλιαστή φωνή της μαμάς της δεν άλλαξε κάτι στην αντίδραση του. Τα μάτια του κοριτσιού είχαν βουρκώσει και τα χεράκια της ήταν παγωμένα και λεπτά σαν ξυλαρακια.

Φοβόταν. Θεέ μου έτρεμε. Τα μελαχρινά μαλλάκια της ήταν κολλημένα πάνω στα μάγουλα της.  Ένα δυνατό χαστούκι έβγαλε τη μαμά της από μέση. Ούτως ή άλλως ήταν τόσο ζαλισμένη που μπορούσε να σταθεί.

"Έλα εδώ μικρό μαλακισμένο" η άγρια φωνή του άντρα συνδυάστηκε αιωνίως στη μνήμη της. Με το ένα του χέρι την άρπαξε σαν πούπουλο και την έσυρε μέχρι το δωμάτιο.
Εκεί ξεκινούσε ο εφιάλτης της.

Η Ρεβέκκα πετάχτηκε όρθια στο κρεβάτι της. Ήταν ιδρωμένη. Τα μάγουλα της ήταν υγρά. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε επικίνδυνα γρήγορα. Έτρεμε και δεν μπορούσε να ρυθμίσει την ανάσα της.  Έκλεισε τα ματιά σφιχτά και ξεσκεπάστηκε. Έπρεπε να σηκωθεί, έτσι και αλλιώς δεν θα κοιμόταν ξανά. Η ώρα ήταν 4 το βράδυ. Το σπίτι ήταν σιωπηλό.
Ανέπνευσε

Φόρεσε ένα φαρδύ μπλουζάκι πάνω από το στενό βαμβακερό σορτσάκι της που χρησιμοποιούσε για μπιτζαμα. Χρειαζόταν ένα τσιγάρο. Το είχε περισσότερη ανάγκη από τον ύπνο.
Πήρε το πακέτο της από το συρτάρι μαζί με έναν αναπτήρα και κατέβηκε κάτω με στόχο τον κήπο.

Τα νυχτολούλουδα έδιναν μια γλύκα στον αέρα και ανέπνευσε πιο άνετα. Κάθισε στο γρασίδι και κοίταξε τον ουρανό που το μπλε με μοβ πλησίαζε.
Πήρε μια βαθιά ανάσα. Άναψε το τσιγάρο της και τράβηξε μια γερή τζούρα.

Ένιωσε ευάλωτη για λίγα δευτερόλεπτα αφού ξύπνησε και αυτό ήταν ανεπίστρεπτο.
"Έχεις αϋπνίες μικρή;" φωνή του άντρα που σκότωνε δεν την εξέπληξε καθόλου. Είχε ακούσει τα βήματα του.

"Μπα" απάντησε στεγνά
Δεν άκουσε τα βήματα της αποχώρησης του όποτε το περίμενε όταν κάθισε δίπλα της σε απόσταση ασφάλειας. Δεν φαινόταν να θέλει να την πείσει να του μιλήσει ή να την ρωτήσει τι έχει.
Άνοιξε το δικό του πακέτο και με έναν ασημένια αντίκα αναπτήρα άναψε με στυλ ένα τσιγάρο όπως μόνο ο Jason Hunter μπορούσε να ανάψει.

"Ξέρω για σένα" της είπε στεγνά.
"Δεν ξέρεις τίποτα για μένα" του απάντησε ακόμη πιο στεγνά.

"Ξέρω ποιος σου έκανε την ουλή κάτω από το στήθος" την τσιγκλησε.
"Έψαξες πολύ ε;" τον ρώτησε ειρωνικά
"Θέλω να ξέρω με ποιους δουλεύω" ακούμπησε το τσιγάρο ανάμεσα στα χείλη του.
"Δουλεύεις με την καλύτερη, δεν έχω κανένα ελάττωμα. Αυτό θα έπρεπε να σου αρκεί"
Ο Ιάσονας γέλασε. Φύσηξε μακρυά τον καπνό.

Ήταν τραγικά όμορφος. Ο τένοντας του ήταν εμφανής και οι γωνίες του προσώπου του φαίνονταν ανάμεσα στις σκιές του φεγγαριού, τα ματιά του έλαμπαν και οι βλεφαρίδες του ήταν φτιαγμένες για να γοητεύουν. Ήταν τέλειος εξωτερικά. Με δομές και τομές ανεξίτηλες και εκρηκτικές που έκαναν συνδυασμούς ικανούς να ταρακουνήσουν κάθε γυναίκα.
Η Ρεβέκκα δεν τον κοίταξε καν.

"Δεν είσαι τέλεια" δήλωσε το προφανές. Και η λογική πλευρά της συμφώνησε.
"Τι θες εδώ;"  ο εγωισμός της άλλαξε θέμα

"Εδώ μένω" της απάντησε κυνικά.
"Δίπλα μου τι κάνεις;"

"Έίναι κακό να θέλω να μιλήσουμε;" το τάχα αθώο του ύφος δεν την έπεισε.
"Να μιλάς μόνο όταν αυτό που θες να πεις είναι καλύτερο από τη σιωπη'' δεν κατάφερε ούτε στο ελάχιστο να τον απομακρύνει.

" Γλυκιά Ρεβέκκα μάθε να εκτιμάς τις ευγενικές χειρονομίες και να μην κάνεις σαν μαλακισμένη "της είπε και έσβησε το τσιγάρο του στο γρασίδι πριν σηκωθεί.
Δεν τον κοίταξε αλλά συνέχισε να κοιτά το υπερπέραν. Πέρασε ένα λεπτό στην απόλυτη σιγή.

Όταν επιτέλους έφυγε και τα βήματα του ακούγονταν πλέον άχνα μέχρι που χάθηκαν ηρέμησε ξανά. Ασυναίσθητα ήταν στην τσίτα.
Άφησε τον καπνό να ξεφύγει μέσα από τα χείλη της.

Πόση ώρα είχε μείνει μέσα στο στόμα της άραγε;
Περίεργο πλάσμα

Μα αυτό ήταν κάτι θα ίσχυε για πάντα για την Ρεβέκκα και ο Ιάσονας μόλις το είχε καταλάβει.  Δεν είναι ευγενική, γλυκιά και δεκτική. Δεν είναι απλώς άγρια ακατάδεκτη και αδιάφορη.
Η Ρεβέκκα είναι κάτι άλλο. Σκέφτηκε ο Ιάσονας λίγο πριν ξανακοιμηθει.

Είναι γραμμένη σε ξένη γλώσσα.
Και δεν ήξερε αν θα μπορούσε ποτέ να την διαβάσει, κανείς.









Ciao Bellas!!!!!

Γεια κορίτσια μου. I AM BACK !

Αντιμετώπισα καποια προσωπικά προβληματα αλλα ειμαι εδω.

Τι πιστευετε;

Η Ρεβεκκα;

Ο Ιασονας;

Θα εξελιχθεί κατι;

Απο το μικρό όνειρό τι καταλαβατε;

Απο την δολοφονια της κοπελας στην αρχη;

Πειτε μου τις σκεψεις σας


Σας αγαπω πολυ




xxxΜαγδαxxx

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top