ΜΕΡΟΣ 3

Ο Σμιθ την κράτησε γιατί έτσι όπως πήδηξε στα χέρια του παραλίγο να γλιστρήσει και να χτυπήσει στο σκληρό δάπεδο.Η Μελίνα έσφιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του.

-Μην μου πεις ότι τρόμαξες από αυτό;Ήταν απλά ένα πετραδάκι που πιθανόν θα το σήκωσε ο αέρας.

Η Μελίνα χαλάρωσε τα χέρια της από τον λαιμό του και κοίταξε προσεκτικά το παράθυρο, ήταν ακόμα καλοκαίρι έξω ,τα δέντρα έξω από το παράθυρο παρέμεναν ακούνητα όπως ήταν και πριν λίγα λεπτά που τα παρατήρησε ενώ εξηγούσε την ιστορία της στον Σμιθ.Σηκώθηκε από την αγκαλιά του ,προσεκτικά ,έκατσε στην θέση της στον καναπέ και αναστέναξε. Σκέφτηκε ότι ίσως ήταν η ιδέα της ,από τότε που παρέλαβε το δέμα το μυαλό της είχε γεμίσει συνωμοσίες για το παρελθόν ,το παρόν αλλά και το μέλλον της.

-Ώστε εσύ έβαλες την φωτιά ;,την ρώτησε επίμονα για ακόμα μια φορά
-Ναι ....αλλά.....

Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση της όταν έξω από το παράθυρο του σαλονιού το βλέμμα της εντόπιζε μια σκιά που το μόνο που μπορούσε να διακρίνει ήταν το χρώμα των ματιών κάτω από το μαντήλι. Κοιτούσε επίμονα το παράθυρο για αρκετά λεπτά και το βλέμμα της δεν έλεγε να ξεκολλήσει από την όψη του,σαν να πάγωσε η στιγμή εκείνη τη χρονική περίοδο.Ο Σμιθ σηκώθηκε κι γύρισε να δει τι ήταν αυτό που της είχε τραβήξει την προσοχή και τότε είδε την σκιά να βγάζει προσεκτικά ένα πιστόλι από την τσέπη,τοποθετώντας το δείκτη της, στην σκανδάλη.
-Μελίνα πέσε κάτω!
Η Μελίνα δεν κουνήθηκε καθόλου στεκόταν εκεί πέρα σαν άγαλμα ,είχε αναγνωρίσει τον δράστη.Δεν ήθελε να περάσει το δικό του. Ο Σμιθ την τράβηξε και την έριξε στο σκληρό πάτωμα του σαλονιού. Άνοιξε τα χέρια του όπως όταν τα μικρά πουλιά μαθαίνουν να πετούν και τα έκλεισε με απότομη φορά προστατεύοντας το κεφάλι της Μελίνας. Με την πλάτη του προς το μέρος του παραθύρου.
Ο πυροβολισμός ακούστηκε σαν έκρηξη ηφαιστείου ο δράστης είχε πλησιάσει κοντά στο σπίτι. Ακόμα ένας δυνατός ήχος ηχούσε μέσα στον πανικό και ταραχή. Το κινητό της.
«ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΗΤΑΝ ΚΑΚΗ ΙΔΕΑ ΝΑ ΤΟΝ ΚΑΛΕΣΕΙΣ ΕΔΩ ΤΩΡΑ ΘΑ ΥΠΟΣΤΕΙΣ ΤΙΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ -Α»
Η Μελίνα απομάκρυνε τα χέρια από τα αυτιά της και το άρπαξε πριν προλάβει ο Σμιθ να δει το μήνυμα που είχε μόλις λάβει.Σηκώθηκε όρθια ,έσπρωξε τον Σμιθ και έκανε να ανοίξει την πόρτα ,όταν ο ίδιος την τράβηξε πίσω με αποτέλεσμα να προσγειωθεί στο στήθος του.
-Είσαι τρελή ;Τι πας να κάνεις;
-Δεν είμαι τρελή! Άσε να βγω έξω !Δεν πρέπει να μου ξεφύγει!,τσίριξε καθώς προσπαθούσε να απελευθερωθεί από τα γερά του χέρια που είχαν αιχμαλωτίσει τα δικά της.
-Θα πάω εγώ !της είπε στον ίδιο τόνο που του μιλούσε και εκείνη.
-ΟΧΙ ,εμένα θέλει , εμένα θα έχει.

Κατάφερε τελικά να ελευθερωθεί από τα χέρια του , έκανε να ανοίξει την πόρτα αλλά βρέθηκε μπροστά της ο Σμιθ. Η Μελίνα του έριξε δολοφονικό βλέμμα και άρχισε να τον βαράει στο σφιχτό στήθος του.
Είδε ότι δεν είχε σκοπό να φύγει από την πόρτα και έτρεξε στην άλλη έξοδο που μόνο η ίδια ήξερε, μια κανελί πόρτα που φώτιζε αμυδρά ένα κόκκινο φωτάκι στο υπόγειο.
Είχε βρει αυτή την πόρτα εντελώς τυχαία όταν την έψαχνε η αστυνομία για να την ρωτήσει για την φωτιά στο μαγαζί του κυρίου Άντριου εκείνο το καταραμένο βράδυ όπως το είχε ονομάσει και η ίδια.
Στην ζωή της Μελίνας υπήρχαν πολλά τέτοια βραδιά αλλά μόνο δυο την είχαν στιγματίσει τόσο πολύ.

Έκλεισε και κλείδωσε την πόρτα ,βγήκε έξω στο δάσος ,αφού άρπαξε έναν φακό και ξεκίνησε να ψάχνει αυτά τα δυο πράσινα μάτια που μέχρι πριν λίγο την κοιτούσαν στην ψυχή.Τότε άκουσε μια γυναικεία φωνή από πίσω της ,να ψιθυρίζει το όνομα της στην αρχή και όσο πιο βαθιά έμπαινε στο δάσος την άκουσε να γίνεται όλο και πιο δυνατή.
«Σου είπα Λίαν ότι αυτό που θέλω είναι εκδίκηση,γιατί έμπλεξες και αυτόν στην «Κανέλα» είναι καθαρά παιχνίδι μας ,τρίτος δεν χωράει»,ακούστηκε η γυναικεία φωνή σαν ηχώ στο σκοτεινό και τεράστιο δάσος.Η Μελίνα είχε ακολουθήσει αυτή την φωνή στην καρδιά του δάσους.

Η Μελίνα ήταν αποφασισμένη να βρει ποιος κρύβεται πίσω από την μάσκα που την βασάνιζε σχεδόν δυο μήνες τώρα και δεν την άφηνε ήσυχη τα βραδιά. Ένιωσε έναν κρύο αέρα να την διαπερνά και στο στόμα της γεύτηκε ένα λινό ύφασμα,τα μόνα που είδε ήταν τα καλλιτεχνικά σκαλισμένα γράμματα στην άκρη του Α.Γ. Όλα μαύρισαν γύρω της. Το μόνο που μπόρεσε να διακρίνει ήταν ο ήχος πόρτας αυτοκινήτου να κλείνει με δύναμη.

-Δεν θέλω να το κάνω αυτό μπαμπά!
-Αυτή ευθύνεται που μεγάλωσες έτσι μικρή μου πριγκίπισσα.
-Είσαι σίγουρος ότι αυτή ευθύνεται ;Πως ξέρεις ότι δεν ήταν ο Άξελ ή γλοιώδες φίλος του Άγγελος;
-Επειδή ξέρω τον ανιψιό μου και τους φίλους του,ήσουν πολύ μικρή για να θυμάσαι εκείνο το βράδυ. Τώρα είσαι μεγάλη γυναίκα ήρθε η ώρα να αποκαλύψεις σε όλους πια είναι πραγματικά η Μελίνα Λι.Μια από εσάς της δυο θα πρέπει να την καταστρέψει ολοκληρωτικά.
-Εγώ αρνούμαι , είναι απλά ένα ορφανό δεν νομίζω ότι το έκανε επίτηδες δεν νομίζω ότι ήθελε να σε καταστρέψει πατέρα!
-Κι όμως το έκανε ,είπε εξαγριωμένος ο κύριος Άντριου στην μεγαλύτερη του κόρη.

Αυτή η συνομιλία ήταν ηχογραφημένη και έπαιζε από τα μεγάλα ηχεία που βρισκόταν στο υπόγειο στο οποίο βρισκόταν πλέον η Μελίνα δεμένη με χειροπέδες σε ένα παλιό κρεβάτι που έτριζε στην παραμικρή κίνηση. Το φάρμακο στο λινό ύφασμα ήταν τόσο δυνατό που με αρκετή δυσκολία τα μάτια της άνοιξαν, παραδόθηκε στην δράση του φαρμάκου που δεν είχε φύγει ακόμα από τον οργανισμό της, αλλά κατάφερε να ακούσει την συνομιλία από τα ηχεία.

Το επόμενο πρωί ξύπνησε σε ένα πολύχρωμο δωμάτιο με ζωγραφισμένες μπλε πεταλούδες και κατακόκκινα λουλούδια, το στρώμα πλέον ήταν μαλακό και όχι σκληρό όσο το βράδυ που βυθίστηκε σε έναν βαθύ ύπνο, παρατήρησε μια καφετί πόρτα να ανοίγει αργά ,το ασημένιο πόμολο είχε κατέβει και η πόρτα άρχισε να τρίζει απαλά. Ένα χέρι με έναν δίσκο στο οποίο είχε τοποθετηθεί ένα πορτοκαλί μπουκάλι με άσπρο καπάκι ξεπρόβαλε από την ελάχιστη σχισμή της πόρτας. Ένα γυναικείο χέρι με βαμμένα κόκκινα νύχια της φωτιάς ξεπρόβαλε κάτω από το δίσκο. Η Μελίνα έκανε να σηκωθεί αλλά κάτι την τράβηξε πίσω ,τότε είδε πως το χέρι της ήταν δεμένο στα  μαύρα κάγκελα του κρεβατιού.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top