ΜΕΡΟΣ 3

Ήταν η πρώτη βραδινή βάρδια στο μαγαζί ,βοηθός της ο Άξελ που δεν τον είχε και ιδιαίτερη συμπάθεια. Ένιωθε να πνίγεται μέσα της,γιατί δεν άντεχε να βρίσκεται μαζί ούτε κλάσμα του δευτερολέπτου.
Στο μαγαζί είχε έρθει και η παρέα του από το πανεπιστήμιο.Εκείνα τα καλά παιδιά που βασάνισαν και εν τελεί σκότωσαν την άτυχη κοπέλα. Δεν την σκότωσαν ακριβώς αλλά την οδήγησαν στον θάνατο με αυτά που υποστεί εκείνη την μοιραία νύχτα.

«Μελίνα γιατί δεν κάθεσαι μαζί μας» ρώτησε ο Άγγελος.
Εκείνη του έριξε ένα ειρωνικό βλέμμα και ένα πιο ειρωνικό χαμόγελο. Ο Άγγελος ήταν ο καλύτερος φίλος του Άξελ.Η Μελίνα τον είχε συναντήσει μόνο μια φορά στο πανεπιστήμιο και αυτό επειδή έπεσε κατά λάθος πάνω της. Από την στιγμή που τον είδε κάτι δεν της κολλούσε σε αυτόν.

Τα γέλια και τα κρύα ανέκδοτα τους , ακουγόταν μέχρι το δωματιάκι στο πίσω μέρος της κουζίνας. Όπου η Μελίνα είχε κρυφτεί γιατί δεν τους άντεχε.
Έπιναν το ένα μπουκάλι μετά το άλλο,τα αίματα είχαν ανάψει.Ο Άξελ χτύπησε την πόρτα της με μανία.
«Μελίνα , γιατί δεν έρχεσαι στην παρέα μας ;Κάποτε δεν ήθελες να φύγεις από δίπλα μου κάργια!»

Η Μελίνα άνοιξε απότομα την πόρτα και ο Άξελ που στηριζόταν πάνω της έπεσε στο πάτωμα ,προσπάθησε να σηκωθεί ,αλλά όλες του οι προσπάθειες ήταν αποτυχημένες. Η Μελίνα πέρασε από δίπλα του όταν κατάφερε να της πιάσει την γάμπα.
-Άξελ Γκόμεζ ,άσε το πόδι μου αμέσως!
-Δεν τελείωσα να σου μιλάω!
-Εδώ δεν μπορείς να πάρεις τα πόδια σου ,θες κι να μου μιλήσεις!
-Γιατί μου το έκανες αυτό Μελ;,είπε σχεδόν ψεύτο κλαίγοντας.
-ΑΣΕ ΜΕ ΑΜΕΣΩΣ , τσίριξε εκείνη.

Ο Άξελ κατάφερε να σηκωθεί αυτή την φορά, το πόδι της είχε επιτέλους ελευθερωθεί,πήγε να φύγει όταν την έπιασε από το χέρι και την έριξε απότομα πάνω στον τοίχο και με το ένα χέρι της έκλεισε το στόμα.

-Άγγελε ,παιδιά ελάτε βρήκα καινούριο παιχνίδι για απόψε,είπε χαζο γελώντας.

Η Μελίνα όταν ο Άξελ δεν κοιτούσε του έχωσε κλωτσιά στο επίμαχο σημείο και εκείνος διπλώθηκε αμέσως σαν έμβρυο,ουρλιαζώντας. Η Μελίνα έτρεξε στην αποθήκη όπου ήξερε ότι ο κυρίου Άντριου είχε κάτι κεριά για τα τραπέζια, κεριά με άρωμα κανέλας.Άρπαξε όσα περισσότερα μπορούσε ,και τον αναπτήρα από δίπλα.

-Ω Μελίνα ,βγες να παίξουμε ,ακούστηκε η φωνή του Αγγέλου.
-Ναι !Ναι! ,φώναζαν και οι υπόλοιποι της παρέας γελώντας.

Η Μελίνα έτρεξε στην κουζίνα όπου το μάτι δούλευε με γκάζι.Το βλέμμα του ενός την εντόπισε μέσα στο αδρό φως της κουζίνας. Έτρεξαν όλοι προς το μέρος της.Ο Άξελ είδε το κερί στο ένα της χέρι και τον αναπτήρα στον άλλο.
-Τι σκατά πας να κάνεις ;, την ρώτησε θυμωμένος.
-Μελίνα ηρέμησε ,θέλουμε απλά να παίξουμε,είπε με ένα χαζο χαμόγελο στα χείλη του ο Άγγελος.

Άρχισαν να την πλησιάζουν πιο πολύ η Μελίνα άναψε τον αναπτήρα και τον έστρεψε πάνω τους. Έκαναν ένα βήμα πίσω με τα χέρια ψηλά στο ύψος του στήθους. Η Μελίνα ένιωσε μια αίσθηση ικανοποίησης αλλά δεν το έδειξε.

-Αν με ξανά πλησιάσετε θα μας κάψω ζωντανούς.
Ο Άξελ την πλησίασε αφού είδε ότι ο αναπτήρας έσβησε. Και της ψιθύρισε στο αφτί :«Μην μας απειλείς μόνο , κάνε το πράξη, έτσι και αλλιώς όλοι μας ξέρουμε ότι κολώνεις». Τα χέρια της Μελίνας άρχισαν να σφίγγουν τα αντικείμενα που είχε στα χέρια της. Χωρίς καμία δεύτερη σκέψη η Μελίνα άναψε το κερί. Ο Άγγελος την τράβηξε από το χέρι, την κοίταξε στα μάτια και άρχισε να ωρύεται ακριβώς μπροστά στο πρόσωπο της.

-Τι διάολο Μελίνα, ένα παιχνίδι θέλαμε να παίξουμε, έπρεπε να βάλεις φωτιά, τον καημένο τον Άντριου δεν τον σκέφτηκες καθόλου; Η επιχείρηση του προπάππου του θα καίει ολοσχερώς για μια πλάκα που κάναμε.

Μια σπίθα από το κερί άθελα της ακούμπησε στο μάτι με το αναμμένο γκάζι, η φωτιά ξεκίνησε από την κουζίνα. Ο Άξελ κατάφερε να ξεφύγει από την πίσω πόρτα όταν οι υπόλοιποι της παρέας του δεν κοιτούσαν και είχαν στραφεί προς την Μελίνα.

Η Μελίνα δάγκωσε τόσο δυνατά το χέρι του ,που κατάφερε να απελευθερωθεί. Ο καπνός γινόταν όλο και πιο έντονος, τα αγόρια άρχισαν να πέφτουν σαν ντόμινο το ένα μετά το άλλο.Η Μελίνα έσκισε ένα κομμάτι ύφασμα από την πόδια της και κάλυψε το στόμα της. Έτρεξε να βγει από την πιο κοντινή έξοδο, γύρισε το κεφάλι της πίσω να δει αν την ακολουθεί κάποιος.Είδε ότι μέσα στην τσέπη της ποδιάς της βρισκόταν ακόμα το κλειδί, κλείδωσε την πόρτα αμέσως μόλις είδε τον Άγγελο. Εκείνος χτυπούσε με μανία το γυάλινο τζαμί της εξώπορτας.
«ΜΕΛΙΝΑ ,ΑΝ ΒΓΩ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΑΠΟ ΔΩ ΜΕΣΑ ΘΑ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΩ!»

Η Μελίνα τον κοίταξε και χωρίς να το καταλάβει άρχισε να γελάει εμμονικά με την εικόνα που είχε μπροστά της.

«ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΣΥ! ΕΙΣΑΙ Η ΚΟΡΗ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ»,της φώναξε ο Άγγελος με δάκρυα στα μάτια του.

Ένας μεγάλος κρότος ακούστηκε και η Μελίνα απομακρύνθηκε ,καθώς κοιτούσε τις φλόγες να καίνε τα πάντα στο πέρασμα τους.Το μόνο που έμεινε ήταν αποκαΐδια. Σε λίγο έφτασε η πυροσβεστική αλλά ήταν πλέον αργά, το μαγαζί κάηκε και από την εγκλωβισμένη παρέα δεν έμεινε ούτε δείγμα τους μόνο Άξελ κατάφερε να σωθεί εκείνη την νύχτα.Η Μελίνα είχε ολοκληρώσει ακόμα ένα σχέδιο της με επιτυχία κανένας δεν θα υποψιαζόταν ένα δεκαεννιάχρονο ορφανό.

Δεν ήταν η πρώτη η φορά που η Μελίνα έκανε κάτι τόσο διαβολικό. Έκατσε στο άσπρο πεζούλι έξω από το μαγαζί και περίμενε υπομονετικά τους πυροσβέστες να την πλησιάσουν, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία φάνηκε να την αγνοούν , μόνο ο Σμιθ την είχε πλησιάσει και μαγευτεί από την ομορφιά της όση μπορούσε να διακρίνει κάτω από τις στάχτες του προσώπου της.

Έβαλε στα ψέματα τα κλάματα, όταν ήταν στο ορφανοτροφείο είχε κερδίσει και βραβείο υποκρισίας για έναν ρόλο της σε μια παράσταση.

Η Μελίνα εκείνο το βράδυ ακολούθησε τον Σμιθ. Πιστεύοντας ότι κανένας δεν θα μάθαινε για εκείνο το βράδυ.   Τώρα όμως έπρεπε να του εξηγήσει τι είχε συμβεί και πως η φωτιά δεν ήταν απλώς ένα ατύχημα αλλά ένα καταστροφικό σχέδιο της.Ήταν η εκδίκηση της ,εκείνο το κορίτσι που βασάνισαν στο πάρκο την μοιραία νύχτα ήταν η μεγαλύτερη της αδελφή Τζιά ή μάλλον την θεωρούσε μεγαλύτερη της αδελφή καθώς την περνούσε δυο χρόνια ,ήταν η μόνη από τα μεγαλύτερα κορίτσια στο ορφανοτροφείο που της φερόταν καλά,όλες οι υπόλοιπες ήταν απόμακρες ίσως λίγο εθνικότητας.


-Μελίνα αν δεν μου πεις για εκείνο το βράδυ, δεν θα φύγω από εδώ, της είπε ήρεμα ο Σμιθ σφίγγοντας τις γροθιές του από την αγωνία.

Η Μελίνα ξεκίνησε να του εξηγεί με δικά της λόγια την ιστορία, δεν μπήκε σε πολλές λεπτομέρειες για εκείνο το βράδυ. Ο Σμιθ έμεινε να την κοιτάει έκπληκτος. Ένας χτύπος ακούστηκε στο τζαμί και η Μελίνα βρέθηκε στην αγκαλιά του χωρίς να το σκεφτεί ούτε λεπτό.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top