54)Ολα για όλα
Το νοσοκομειο μυριζει κλεισουρα.Μισω αυτη την μυρωδια αλλα δεν μπορω να κανω και κατι αλλο.Εχω ηδη ρωτησει μια νοσοκόμα για τα δωμάτια των συμμαθητών μου και με πληροφορήσε ότι και τα δύο είναι στον τρίτο όροφο.Μπαίνω στο ασανσέρ προσπαθώντας να ηρεμήσω τις ανάσες μου.Ένα αίσθημα άγχους με περιτριγυρίζει ενώ το ασανσέρ φτάνει στον όροφο που πάτησα.
Αποφασιζω να πάω πρώτα στον Δημήτρη.Θέλω να πάρω λίγη δύναμη μιλώντας του.Περιέργεια με καταβάλλει καθώς δεν ξερω ακόμα την κατάσταση τους.Δυστυχώς δεν δίνουν περεταιρω πληροφορίες.Πλησιάζω δειλα-δειλα το δωμάτιο του.
301.
Έχω αρχίσει να φοβάμαι την κατάσταση που θα δω.
302.
Μια κυρία ούρλιαζει στο δωμάτιο 302 και νιώθω να βυθίζομαι.Δεν ξέρω γιατί.
303.
Γνωστά πρόσωπα υπάρχουν έξω από αυτό το δωμάτιο.Οι φίλοι του Δημήτρη,οι γονείς του-σε άθλια κατάσταση- και κάποιοι καθηγητές.
Πλησιάζω έναν φίλο του-Αγγελο νομίζω τον λένε-.
"Πως είναι;"ρωτάω ενώ δεν με κοιτάει.
Στρέφει τα μάτια του σε μένα και με εξετάζει προσεκτικά.Σαν να με θυμάται ένα αμυδρο χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του.
"Είσαι η Νεφέλη;"ρωτάει κάπως απότομα ξυπνωντας τους άλλους από τις σκέψεις του.Με κοιτουν όλοι.
"Εμ ναι εγώ ειμαι"απαντω διστακτικά και κοιτώ την μητέρα του Δημήτρη ή όποια με καρφωνει με το βλέμμα της.
"Η Νεφέλη που ζητάει το παιδί μου είναι;"ρωτάει με την σειρα της και της ξεφεύγει ένας λυγμός.
"Ναι κυρία Μυρτώ αυτή είναι"απανταει ο Άγγελος και γω προσπαθώ να κατανοήσω την κατάσταση.Με ζητάει ο Δημήτρης;
"Κορίτσι μου μπες μέσα σε παρακαλώ.Απο την ώρα που ξύπνησε εσένα ζητάει"με παρακαλεί η μητέρα του και με σπρώχνει ευγενικά μέσα.
Χωρίς να προλάβω να πω τίποτα με έχουν ήδη βάλει μέσα.Κοιτάω τον χώρο και νιώθω σαν να έχω ξανάρθει εδώ πέρα.Άσπρο χρώμα,φθαρμενοι τοίχοι και ένα κρεββάτι στην μέση.Χωρίς να πω τίποτα φοραω-πανω από τα ρούχα μου-μια στολή που υπάρχει δεξιά μου και βάζω αντισηπτικο στα χέρια μου.Πλησιάζω με αργά βήματα το κρεββάτι.Ο Δημήτρης κοιμάται αλλά σαν να αφουγκράστηκε τα βήματα μου ανοίγει τα μάτια του.Ανοιγοκλείνει συνέχεια τις βλεφαρίδες του για να συνηθίσει την παρουσία μου.Χαμογελώ ενώ αυτός με αγγίζει.
"Νεφέλη εσύ;"ρωτάει αδυναμα.
Σχεδόν τρομάζω από την φωνή του.Καμια σχέση με την φωνή που είχε την βαριά,μπάσα χροιά του.
"Μην μιλάς.Κουραζεσαι"ψιθυριζω ενώ προσπαθώ να αποτύπωσω στο μυαλό μου την εικόνα του.
Βγάζει την μάσκα που παίρνει οξυγόνο προκειμένου να μιλήσει.
"Κουράστηκα να παλεύω"λεει ξαφνικά και κουνάω το κεφάλι μου μπερδεμένη.
"Δημήτρη τι λ-"η λέξη μένα στα χείλη μου.
Τα χαϊδευει απαλα και μου κάνει νόημα να σωπάσω.Η σιωπή μου έχει δώσει ήδη την απάντηση.Ζεστά δάκρυα βγαίνουν από τα μάτια του και γουρλώνω τα μάτια μου.Δεν έχω συνηθίσει τον Δημήτρη να κλαιει.Κανέναν άνδρα που περιτριγυρίζομουν εκτός από τον Αλεξ ελάχιστες φορές.Νιώθω..αδύναμη.Βάζει πάλι την μάσκα του και παίρνει μια βαθιά ανάσα.
"Πρέπει να σωθείς Νεφ.Να σωθείς από τον Αλεξ.Κινδυνευεις.Εχει κάνει πολλά.Σε μένα,στην Κατια,στον αδερφό σου.Σε σένα την ίδια.Μπορει εσύ να το αντέχεις άλλα,διάολε εμάς μας ρώτησες;Φυγε από κοντά του"εξηγει χωρίς να πάρει ανάσα.
Θαρρείς και φοβάται μην ξεχάσει μια λέξη.Προσπαθώ να επεξεργαστώ τα λόγια του αλλα δεν μπορώ.Αρχίζει και βήχει δυνατά.
"Δημήτρη;"ρωτάω βουρκωμένη και διαπιστώνω ότι τόση ώρα δεν έχει βάλει την μάσκα.
Πιάνω την μάσκα οξυγόνου και την τοποθετώ στο πρόσωπο του αλλα την διώχνει με όση δυνάμη κατέχει αυτή την στιγμή.
"Δημητρη όχι μην το κάνεις αυτο"νιωθω το σώμα μου να έχεις σπασμούς.
"Κάτια ερχομαι"τα τελευταία λόγια που ακούω όταν το μηχανημα με τους χτύπους της καρδιάς του σχηματίζει μια ευθεία γραμμή.
"ΟΧΙ ΔΗΜΗΤΡΗ"φωναζω πάνω στο άψυχο σώμα του.
Κανένας ήχος από το στόμα του και γω διαλυμένη να προσπαθώ να καταλάβω όλα αυτά που μου είπε.
Κουράστηκα να παλεύω.
[•••]
"Νεφέλη που ήσουν;"το πρώτο πράγμα που ακούω όταν ξεκλείδωνω την πόρτα.
Τα μάτια μου κόκκινα από το κλάμα,το σώμα μου μουδιασμένο και βρεγμένη από την βροχή.Ο νους μου είναι δυσνόητο να καταλάβει ακόμα τι έχει γίνει.Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει βαθιά,εως το κόκαλο,ότι ξεψύχησε μπροστά μου.Οι κραυγες της μητέρας του μόλις μπήκε στο δωμάτιο παίζουν συνεχώς στο μυαλό μου σαν μια κασέτα χωρίς τέλος.
"Νεφέλη τι έγινε;Τι έχεις;"ρωτάει ο Αλεξ ενώ μπαίνω στο διαμέρισμα.
Γελάω με την αντίθεση που υπάρχει.Καθαριότητα παντού,όλα στολισμένα χαρμόσυνα και εγώ μια μαύρη κουκίδα σε έναν άσπρο καμβά.Ελπίζω να σας μεταδώσα όλη την τραγωδία στην οποία ζω.Ελπίζω να καταλάβατε ότι πλέον κουράστηκα να συγχωρώ.Ελπίζω να καταλάβατε ότι..ισως η ζωή δεν είναι για όλους.
Και ίσως ακούγεται κλισέ αλλά δεν είναι.Προσπαθείς να καταλάβεις αν υπάρχει νόημα πίσω από όλα αυτά που περνάς.
"Θέλω.Να.Μου.Πεις.Ολη.Την.Αληθεια"λεω συλλαβιστα ενώ κάθομαι στο κρεββάτι.
Ήρεμη.Δίπλα του.
Κοιτώ την καφέ πόρτα ανέκφραστη.
"Π-ποια αληθ-"
"ΣΚΑΣΕ.ΣΚΑΣΕ ΓΑΜΗΜΕΝΕ ΜΠΑΣΤΑΡΔΕ ΣΚΑΣΕ"ουρλιάζω και σηκώνομαι όρθια.
Ο Αλεξ με κοιταει σαστισμένος, τρομαγμένος αλλά πάνω από όλα απελπισμενος.Ξέρει ότι ήρθε το τέλος μας.Το δικό μου σίγουρα.
"Τι λες;"φωνάζει αλλά δεν φοβάμαι.
Δεν φοβάμαι κανέναν Αλεξ.Μόνο τον εαυτό μου.Έχω σηκωθεί ήδη όρθια και κάνω αυτό που θα έκανε αυτός κάποτε.Σπάω πράγματα.Να πάνε όλα στον διάολο.Δεν με νοιάζει.Δεν με νοιάζει τίποτα και κανένας.
"Νεφελη ηρέμησε"λεει ενώ πιάνει τα χέρια μου.
Παίρνει τα βάζα που κρατάω και τα αφήνει κάτω.
"ΜΗΝ ΜΟΥ ΛΕΣ ΝΑ ΗΡΕΜΗΣΩ ΑΚΑΡΔΕ ΜΑΛΑΚΑ"τον βρίζω και τον σπρώχνω με όλη την δύναμη μου.
Ξεφεύγω από το άγγιγμα του και παίρνω τα βάζα στα χέρια μου.
"ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ"απαιτω και σπάω τα βάζα μεταξύ τους.
Παίρνω το μεγαλύτερο κομμάτι γυαλί
και το βάζω στον λαιμό μου.
"Μωρό μου ηρέμησε με τρομαζεις"μουρμουριζει ο Αλεξ και κάνει κίνηση να με πλησιάσει.
"ΜΗΝ ΜΕ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙΣ.ΜΗΝ ΔΙΑΝΟΗΘΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΟ ΕΝΑ ΒΗΜΑ"ο θυμός έχει πάρει την κυριαρχία πλέον.
Έχω αφήσει τα τέρατα που κρυβοντουσαν τόσο καιρό να κυριαρχήσουν.
"Θ-θα σου εξηγήσω"απανταει γρήγορα και πιάνει το γυαλι από το χέρι μου.
Με αγκαλιάζει γρήγορα και τον χτυπάω στο στήθος για να φύγω από την αγκαλιά του.
"Άσε με να σε αγκαλιάσω για μια τελευταία φορά"τα δάκρυα του κυλάνε και καταλήγουν στα μαλλιά μου.Κλαίω και γω με τα λόγια του.
Τελευταία φορά.Ώστε αυτό ήταν.Ήταν..κανονικο ρομαντζο,καλλιτεχνικο ειδύλλιο ας το αποκαλεσουμε,και το κακο με τα ειδυλλια κάθε είδους είναι ότι στο τέλος σου στερούν κάθε ειδυλλιακή διάθεση.Κοινώς δεν υπάρχει όμορφο τέλος.
"Πες μου"η μπλούζα του μουσκεύεται από τα δάκρυα μου.
"Κατσε"λεει ήρεμα.
Τόσο ήρεμα που δεν τον έχω ξανακούσει έτσι.Και γω σαν ένα πιόνι σκακιέρας ακολουθώ αυτό που είπε για άλλη μια και τελευταία φορά.
Αλεξ
Οι παλάμες μου εχουν ιδρώσει σε μεγάλο βαθμό.Δεν έχω ποτέ βρεθεί σε τόσο δύσκολη κατάσταση.
"Τι ξέρεις;"ρωτάω ξεροκαταπινοντας.
"Τα πάντα"λέει κοιτάζοντας με.
Τα μάτια της είναι πρισμενα και μια σπίθα μπορεί να διακρίνει κάνεις.Σπίθα αποφασιστικότητας.
"Για αυτό μην παραλείψεις τίποτα γιατί θα επιβαρύνεις την θέση σου"προσθετει και κοιτώ απελπισμενος το πάτωμα.
Μπορεί να μπλοφάρει και να μην ξέρει όντως όλα αυτά που έχω κανει.Μπορεί να το σώσω ακόμα όμως δεν το ρισκάρω.Όλα για όλα.
"Από που θες να ξεκινήσω;"ρωτάω ανίκανος να βάλω μια αρχή στις μαλακιες που θα πω.
"Με τον αδερφό μου"σηκωνεται όρθια.
Διάολε τα ξέρει όντως όλα.Περπατάει ανάμεσα στα σπασμένα πράγματα,στα κόφτερα γυαλια και πηγαίνει στο παράθυρο.Τραβάει την κουρτινα και κοιτάει έξω.
"Ξεκινα"προσταζει και επιζήτω κάποιον.
Κάποιον να με λυτρώσει από όλο αυτό τι φιάσκο στο οποίο ζω.Το οποίο δημιούργησα.
Κάποιον,έστω και ο διάολος.Έστω και ο Θεός.
____________
Ψηφίστε,σχολιάστε,στο επόμενο κεφάλαιο γίνεται το μεγάλο μπαμ;)
Yours♡
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top