Τίποτα δεν κρατάει για πάντα.

"Για τα τραύματα του έρωτα, που δεν γιατρεύει ούτε ο χρόνος"

26 Αυγούστου

Μόλις βόλεψε και το τελευταίο ρούχο από την βαλίτσα των διακοπών πίσω στην ντουλάπα της, η Φαίδρα έπεσε εξουθενωμένη στην αγκαλιά του Λεωνίδα, ο οποίος ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι και κοιτούσε προσηλωμένος το κινητό του.

«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο ωραία πέρασα αυτό το καλοκαίρι!», αναφώνησε ευτυχισμένη η Φαίδρα, κοιτάζοντας τον Λεωνίδα με μάτια που λάμπουν από έρωτα.

Ήταν πραγματικά ευτυχισμένη και πιο ερωτευμένη από ποτέ. Και πώς να μην ήταν, δηλαδή;

Πέρασε στην σχολή που ονειρευόταν από το Γυμνάσιο, κάνοντας περήφανη την οικογένειά της μα πάνω απ' όλα τον εαυτό της. Γύρισε κάθε γωνιά της αγαπημένης της Λευκάδας - από την οποία κατάγεται και μένει - με την καλύτερή της φίλη την Αλεξάνδρα, για να την χορτάσουν, όπως λένε, πριν μετακομίσουν στην Αθήνα. Τέλος, πήγε διακοπές στην Ρόδο με το αγόρι της, το οποίο είχε περάσει Νομική όπως κι εκείνη και σχεδίαζαν να συγκατοικήσουν στην Αθήνα.

Με λίγα λόγια, πέρασε το ομορφότερο καλοκαίρι της ζωής της, απαλλαγμένη πλέον από το άγχος των Πανελληνίων και έχοντας τα αγαπημένα της άτομα δίπλα της.

Και μέσα σε όλα αυτά, ονειρευόταν το κλείσιμο του καλοκαιριού με ένα πάρτι έκπληξη στον Λεωνίδα, του οποίου τα γενέθλια πλησίαζαν και η Φαίδρα σχεδίαζε να κάνει αξέχαστα.

«Ναι, κι εγώ», πέταξε αόριστα ο Λεωνίδας, χωρίς να πάρει το βλέμμα του από το κινητό.

«Ρε μωρό μου...είναι όλα καλά; Φαίνεσαι λίγο κάπως τώρα τελευταία» αναρωτήθηκε δειλά η Φαίδρα, η οποία παραξενευόταν με την συμπεριφορά του Λεωνίδα τις τελευταίες μέρες, αλλά την απέδιδε στο άγχος για την μετακόμιση.

«Ναι» αποκρίθηκε μονολεκτικά εκείνος, κάνοντας την ανησυχία της Φαίδρας ακόμη μεγαλύτερη.

«Τι ναι ρε Λεωνίδα; Είναι μια εβδομάδα τώρα που μου μιλάς λες και είμαι ξένη!» παραπονέθηκε και ανασηκώθηκε στη θέση της.

«Παράτα με ρε Φαίδρα, δεν έχω όρεξη για τις γκρίνιες σου» την έκοψε εκνευρισμένος.

Το στομάχι της σφίχτηκε στον σκληρό τόνο του, που σπάνια έβλεπε, μα προσπάθησε να το κρύψει.

«Δεν γκρινιάζω, ανησυχώ», διευκρίνησε πιο ήρεμη αυτή τη φορά, προσπαθώντας να κατευνάσει την ανεξήγητη διάθεση του Λεωνίδα για τσακωμό.

«Δεν σου ζήτησα να ανησυχείς για εμένα», αντιγύρισε κοφτά.

«Δεν χρειάζεται να μου το ζητήσεις για να το κάνω» υπερασπίστηκε τον εαυτό της.

«Τότε απλά δεν θέλω να το κάνεις!»

Ένα ειρωνικό γέλιο ξέφυγε από τα χείλη της, στην προσπάθειά της να συγκρατήσει τα νεύρα της. «Κόψε τις βλακείες Λεωνίδα» έκανε αγανακτησμένη.

Ο μαυρομάλλης με τα έντονα χαρακτηριστικά στάθηκε όρθιος και πήρε μια βαθιά ανάσα. «Δεν είναι βλακείες, Φαίδρα» είπε κάθετα, καρφώνοντας το βλέμμα του στο δικό της.

«Τι εννοείς;», αναρωτήθηκε ενώ η καρδιά της άρχισε να χτυπάει πιο γρήγορα, λες και ήξερε τι θα ακολουθούσε.

«Το σκέφτηκα πολύ, Φαίδρα. Ξέρεις πόσο σε αγαπάω...», η φωνή του σοβάρεψε και ήταν πλέον ήρεμος.

«Με χωρίζεις;» τον διέκοψε πριν προλάβει να συνεχίσει, μα δίστασε να της απαντήσει.

Η σιωπή έκανε την καρδιά της να βουλιάξει. Περίμενε να της το αρνηθεί, να της πει ότι δεν θα το έκανε ποτέ αυτό και ότι την αγαπάει όσο τίποτα, αλλά το μόνο που έκανε ήταν να παραμείνει σιωπηλός επιβεβαιώνοντας τις υποψίες της.

Τα γαλανά μάτια που οπότε την κοιτούσαν την πλημμύριζαν με αγάπη, τώρα έστεκαν κενά απέναντι στα δικά της, που μόλις είχαν ξεκινήσει να τσούζουν.

«Δεν υπάρχει άλλη λύση, Φαίδρα. Φτάσαμε στο τέλος», σπάει την σιωπή μαζί με ένα μικρό κομμάτι από την καρδιά της.

«Τ-τι λες;» έχασε το λόγια της. «Την προηγούμενη εβδομάδα ήμασταν στην Ρόδο και σχεδιάζαμε πώς θα γιορτάσουμε τα γενέθλιά σου. Χθες μου έλεγες πως με αγαπούσες και πως ήσουν ερωτευμένος μαζί μου. Τώρα τι άλλαξε;» ρώτησε με ένα παράπονο να τυλίγει την τρεμάμενη φωνή της.

«Δεν σου έλεγα ψέματα. Σε αγάπησα, ακόμα σε αγαπάω δηλαδή. Και θα είμαι δίπλα σου σε ό,τι χρειαστείς. Απλώς όχι με τον τρόπο που ήμουν μέχρι τώρα» της εξηγεί και η Φαίδρα νιώθει το ράγισμα στην καρδιά της να γίνεται πιο βαθύ.

«Αλλά δεν είσαι πια ερωτευμένος μαζί μου» συμπέρανε, την στιγμή που το πρώτο δάκρυ διέσχισε το γλυκόπικρο χαμόγελό της.

«Συγγνώμη Φαίδρα» την κοίταξε απολογητικά και άφησε μια ανάσα πριν συνεχίσει. «Είσαι ένα διαμάντι και στεναχωριέμαι που πρέπει να το κάνω αυτό», πλησίασε το χέρι του στο πρόσωπό της αλλά οι μύες της έμειναν μουδιασμένοι κάτω απ'το άγγιγμά του. «Πέρασα υπέροχα αυτά τα δύο χρόνια και θα κρατήσω μόνο τα καλά, να το ξέρεις» της ξεκαθάρισε τρυφερά, προσπαθώντας να την κάνει να νιώσει καλύτερα - μάταια βέβαια.

Παρά το δάκρυ που μόλις είχε πέσει από τα μάτια της, δεν επέτρεψε στον εαυτό της να ρίξει ούτε ένα παραπάνω μπροστά του. Μισούσε να την λυπούνται και το τελευταίο πράγμα που ήθελε εκείνη τη στιγμή, ήταν να την θυμάται αδύναμη και πληγωμένη ενώ εκείνος στεκόταν ατάραχος απέναντί της.

Τα συναισθήματά της ήταν ανεξέλεγκτα αλλά δεν έδωσε στον εαυτό της άλλη επιλογή από το να σφίξει τα δόντια και να κρατηθεί δυνατή μέχρι το τέλος.

«Δεν είναι ανάγκη να το κάνεις αυτό, Λεωνίδα», μάζεψε όση δύναμη της είχε απομείνει για να του χαμογελάσει. «Δεν χρειάζεται να απολογείσαι για το πώς νιώθεις, καταλαβαίνω».

«Απλώς δεν είμαστε στην ίδια φάση πια. Νιώθω άσχημα που μου τελείωσε ενώ εσένα όχι αλλά δεν θέλω να σε κοροϊδεύω. Νομίζω πως είναι καλύτερα να χωρίσουμε τώρα ώριμα και ήρεμα, παρά αργότερα με νεύρα και τσακωμούς» της εξήγησε ανακουφισμένος πλέον που το βάρος από την πλάτη του είχε φύγει.

«Ναι...δεν έχεις άδικο», ανάγκασε τον εαυτό της να απαντήσει, παρόλο που απλώς ήθελε να φύγει. «Θα...μιλάμε καμιά φορά;» τον ρώτησε διστακτικά.

«Εννοείται βρε Φαίδρα. Το κινητό μου θα είναι πάντα ανοιχτό για σένα. Σε ό,τι κατάσταση κι αν βρισκόμαστε, αν ποτέ με χρειαστείς στείλε μου, ή αν θες να πάμε για καφέ καμιά φορά», αποκρίθηκε χαλαρός κι εκείνη ήθελε να γελάσει από απογοήτευση στην απάντησή του. Να πάνε για καφέ; Είναι σοβαρός; «Α, και για να μην το ξεχάσω, μπορείς να κρατήσεις εσύ το διαμέρισμα που βρήκαμε στην Αθήνα. Εγώ βρήκα άλλο», την ενημέρωσε κάνοντας τα μάτια της να ανοίξουν διάπλατα.

«Βρήκες κιόλας νέο σπίτι; Πόσο καιρό ψάχνεις δηλαδή;» απόρησε έκπληκτη. «Πόσο καιρό σκεφτόσουν να με χωρίσεις;» αναρωτήθηκε αβέβαιη για το αν ήθελε να ακούσει την απάντηση του Λεωνίδα.

«Ξεκίνησα να το σκέφτομαι λίγο καιρό πριν φύγουμε για Ρόδο» παραδέχτηκε και η Φαίδρα ένιωσε την πικρή γεύση της προδοσίας στην άκρη της γλώσσας της.

«Ήμασταν διακοπές μαζί και σκεφτόσουν να με χωρίσεις; Δύο εβδομάδες τώρα με δουλεύεις μέσα στα μούτρα μου; Μου έλεγες ότι δεν έχεις ξανανιώσει έτσι ποτέ στην ζωή σου και ότι δεν θα με άλλαζες για τίποτα και για κανέναν. Μέναμε ξύπνιοι όλη νύχτα, σχεδιάζοντας το σπίτι μας στην Αθήνα κι εσύ έψαχνες άλλο πίσω από την πλάτη μου», αναφώνησε απογοητευμένη από την συμπεριφορά του Λεωνίδα αλλά και από τον εαυτό της που δεν κατάλαβε κάτι νωρίτερα.

«Κανονίζαμε αυτές τις διακοπές εδώ και μήνες ρε Φαίδρα. Ήσουν τόσο ενθουσιασμένη και δεν είχα τα κότσια να στο πω και να σου χαλάσω το καλοκαίρι. Πίστεψέ με, ούτε για εμένα είναι εύκολο όλο αυτό», εξομολογήθηκε καταπίνοντας τις ενοχές του.

Ήξερε πως η Φαίδρα δεν άξιζε τέτοια αντιμετώπιση από κάποιον για τον οποίο έχει κάνει τα πάντα. Βρέθηκε πολλές φορές να βάζει τον Λεωνίδα πάνω από τον εαυτό της, να ανέχεται να της συμπεριφέρεται με τρόπο που δεν θα ανεχόταν από κανέναν, μόνο και μόνο επειδή τον αγαπούσε απεριόριστα πολύ και φοβόταν μέχρι και να σκεφτεί πως μια μέρα μπορεί να ξυπνούσε χωρίς αυτόν. Ένιωθε πως είχε βρει τον άνθρωπο της και ήταν διατεθειμένη να φτάσει στα άκρα για εκείνον. Για ακόμη μια φορά, έδινε περισσότερα από όσα έπαιρνε.

«Απλά ξέχνα το, δεν έχει καμία σημασία πλέον ούτως ή άλλως» τον έβγαλε από την δύσκολη θέση, θέλοντας να λήξει την κουβέντα τους όσο πιο σύντομα γινόταν για να βρεθεί μόνη της και να αφεθεί ελεύθερη πριν λυγίσει μπροστά του.

«Να σε πάρω μια τελευταία αγκαλιά;» της ζήτησε ξαφνιάζοντάς την.

Το μυαλό της ήθελε τόσο πολύ να αρνηθεί και απλά να φύγει αλλά η καρδιά της θα πονούσε για πολύ καιρό στην σκέψη πως χαράμισε την τελευταία τους αγκαλιά για χάρη του εγωισμού της.

Χωρίς να πει τίποτα, πλησίασε κοντά του και τον άφησε να τυλίξει τα χέρια του γύρω της. Δειλά-δειλά έκανε το ίδιο και για μερικά δευτερόλεπτα έμειναν αγκαλιασμένοι. Όλα όσα είχαν περάσει τα δύο τελευταία χρόνια, περνούσαν μπροστά απ'τα μάτια τους. Την έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά του όσο εκείνη μύριζε για τελευταία φορά το άρωμά του, σε μια προσπάθεια να το κρατήσει στην μνήμη της όσο πιο έντονα μπορούσε.

Εκείνη πρώτη ήταν που βγήκε από την αγκαλιά του κι εκείνη την στιγμή συνειδητοποίησε πως ήταν η τελευταία τους.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top