κεφάλαιο 8
Το σταθερό τηλέφωνο το οποίο υπάρχει πάνω στο κομοδίνο αρχίζει να χτυπάει το πιάνω όπως - όπως με το χέρι μου <<Ναι>> λέω με αγουροξυπνημένη φωνή <<Δεσποινίς ο πατέρας σας μας ζήτησε να σας ενημερώσουμε πως σας περιμένει στην τραπεζαρία για να πάρετε όλοι μαζί το πρωινό σας>> λέει μια γλυκιά κοπέλα <<Σας ευχαριστώ>> απαντάω και το κλείνω. Κοιτάζω την ώρα που γράφει εννέα ακριβώς και αναστενάζω κατάφερα να κοιμηθώ έστω και για τρις ώρες αφού στριφογυρνούσα στο κρεβάτι μου σχεδόν όλο το βράδυ.
Ανασηκώνομαι και πηγαίνω στο μπάνιο για να φρεσκαριστώ, χτενίζω τα μαλλιά μου και βάφομαι ελαφρός. Παίρνω από την βαλίτσα μου ένα πράσινο κοντό φόρεμα το οποίο έχει στην κοιλιά μια διαφανείς δαντέλα και ένα ζευγάρι εσπαντρίγιες από Tommy Hilfiger και τα φοράω. Φτιάχνω τα πράγματά μου ώστε να είναι έτοιμα για όταν φύγουμε και πιάνω το κινητό μου στα χέρια μου. Η Άννα μου έχει στείλει μήνυμα και με ρωτάει τι είχε συμβεί χθες της απαντάω πως θα της πω από κοντά και κανονίζουμε να πάμε για καφέ αύριο. Βγαίνω από το δωμάτιό μου και κλείνω την πόρτα πίσω μου ρίχνω μια φευγαλέα ματιά απέναντι και καταπίνω δεν υπάρχει κανένας στο διάδρομο και προχωράω προς το ασανσέρ μπαίνω μέσα και πατάω το κουμπί για να κατέβω κάτω.
Προχωράω προς την τραπεζαρία και βλέπω τον Άρη να κάθετε σε ένα τραπέζι μόνος του, φοράει ένα λευκό πουκάμισο και μαύρο παντελόνι, κοιτάζω γύρω αλλά, δεν βλέπω πουθενά τους γονείς μου ίσως να τελείωσαν ήδη το πρωινό τους. Τον πλησιάζω νωχελικά από πίσω και προσπαθώ να βρω τι να πω αλλά, δεν μου έρχεται τίποτα στο μυαλό. Η καρδία μου χτυπάει ξέφρενα καθώς φτάνω πίσω του και κοντοστέκομαι πίνει μια γουλιά από τον καφέ του και κοιτάζει το κινητό του <<Δεν είναι σωστό να κοιτάζεις το κινητό των άλλων>> λέει και καταπίνω ενώ τα μαγουλά μου γίνονται κατακόκκινα. Τον προσπερνάω και κάθομαι απέναντί του, με κοιτάζει εξεταστικά και γίνομαι σαν παντζάρι καθώς ξέρω πως δεν αναφέρεται στο κινητό του. Πιάνω την κανατά με τον γαλλικό καφέ και γεμίζω το φλυτζάνι μου ενώ πίνω μια γουλιά από τον χυμό μμμ ανανάς η αγαπημένη μου γεύση σκέφτομαι. <<Πως κοιμήθηκες;>> με ρωτάει με και βλέπω μια υπομειδιά χαμόγελου στην άκρη των χειλιών του ενώ με κοιτάζει. <<Μια χαρά>> του απαντάω κοφτά και ανασηκώνει το φρύδι του <<Τι θες Άρη;>> ρωτάω άγρια και αφήνω απότομα το φλυτζάνι πάνω στο τραπέζι.
Μερικά κεφάλια γυρίζουν προς το μέρος μας αλλά, δεν δίνω σημασία το χαμόγελο του γίνεται πιο πλατύ <<Πολλά>> απαντάει και σηκώνεται από το τραπέζι φοράει τα γυαλιά του και σκύβει πάνω από το τραπέζι προς την μεριά μου <<Αλλά δεν νομίζω να άντεχες ούτε τα μισά>> μου λέει και χαμογελάει πονηρά. Σφίγγω τις γροθιές μου για να μην τον χαστουκίσω <<Αι γαμήσου Άρη>> του λέω άγρια και περνάει την γλώσσα πάνω από τα χείλη του <<Αυτό έχω σκοπό να κάνω>> μου λέει και φτιάχνει λίγο τα ρούχα του <<Έλα δεν θέλω να είμαι στην Θεσσαλονίκη πριν νυχτώσει>> μου λέει και απομακρύνεται από το τραπέζι λίγο <<Και εμένα τι με νοιάζει;>> τον ρωτάω και σηκώνω το φρύδι μου ενώ πίνω μια γουλιά καφέ. <<Θα φύγουμε μαζί>> μου απαντάει και πνίγομαι <<Ορίστε δεν το νομίζω θα φύγω με τους γονείς μου>> του λέω απότομα <<Στέλλα σήκω εκτός και αν θες να μείνεις στην Αθήνα μόνη σου ο Σταύρος και η Σμαράγδα έχουν φύγει ήδη γιατί έπρεπε να πάει ο πατέρας σου σε μια σύσκεψη που προέκυψε οπότε θα φύγεις μαζί μου>> λέει και βρίζω μέσα από τα δόντια μου. Πως μπόρεσαν να φύγουν και να με αφήσουν μαζί του <<Σήκω>> λέει κοφτά και ανασηκώνομαι αναστενάζοντας <<Μην ανησυχείς όσο πιο γρήγορα φτάσουμε πάνω τόσο πιο γρήγορα θα με ξεφορτωθείς όπως και εγώ>> λέει και προχωράει προς την είσοδο του ξενοδοχείου. Βλέπω την βαλίτσα μου να είναι δίπλα από την ρεσεψιόν όπως και του Άρη.
Πηγαίνουμε προς το παρκινγκ και ένας υπάλληλος μεταφέρει τα πράγματά μας ακολουθώντας μας. Ο Άρης ανοίγει το πορτ μπαγκαζ και ο άντρας βάζει μέσα τις αποσκευές μας. Του δίνει ένα γενναίο φιλοδώρημα και ο υπάλληλος απομακρύνεται χαμογελώντας ενώ πρώτα τον ευχαριστεί. <<Μπες μέσα>> λέει, ανοίγω την πόρτα και κάθομαι στην θέση του συνοδηγού θυμάμαι την πρώτη φορά που μπήκα μέσα στο αυτοκίνητο,ρίχνω μια γρήγορη ματιά προς τον Άρη. Βάζει μπροστά την μηχανή και βγαίνει στον κεντρικό δρόμο με κατεύθυνση την Εθνική οδό. Καθώς οδηγεί τον βλέπω να μου ρίχνει μερικές ματιές ενώ το βλέμμα του στέκετε πολλές φορές πάνω στα γυμνά μου πόδια.
Κάναμε μια στάση κατά την διάρκεια την διαδρομής για να πάρουμε έναν καφέ και νερό ενώ επισκέφτηκα και την τουαλέτα καθώς ένιωθα την κύστη μου να πιέζετε αφάνταστα. Ο Άρης οδηγούσε γρήγορα αλλά, σταθερά και ένιωθα πως ήθελε να με ξεφορτωθεί απορώ καν πως δέχτηκε να γυρίσω μαζί του αν και είμαι σίγουρη πως θα είχε φέρει τις αντιρρήσεις του όμως ο πατέρας μου δεν θα του άφησε και πολλά περιθώρια. Κοιτάω τα χέρια του που κρατάνε σταθερά το τιμόνι του Audi ενώ αυτό πηγαίνει σχεδόν με εκατόν εξήντα στην αριστερή λωρίδα ενώ όλα τα αυτοκίνητα κάνουν στη άκρη για να περάσουμε. Δεν μου έχει ρίξει ούτε μια κανονική ματιά από την στιγμή που ξεκινήσαμε από την Αθήνα ούτε και μιλάμε σε όλη την διαδρομή.
Κοντεύει σχεδόν πέντε όταν μπαίνουμε στην Θεσσαλονίκη και το κινητό του αρχίζει να χτυπάει. Το πιάνει στα χέρια του και απαντάει <<Ναι>> λέει κοφτά ενώ ακούει με προσοχή τα όσα του λέει ο άνθρωπος στην άλλη πλευρά του τηλεφώνου. <<Οκ θα τα πούμε το βράδυ>> λέει και το κλείνει, ίσως ήταν μια από τις πολλές ξανθιές αν και τις άλλαζε σαν τα πουκάμισα σχεδόν κάθε βράδυ έβρισκε και κάποια καινούργια. <<Θα κάνουμε μια στάση στο σπίτι μου θέλω να πάρω κάποια χαρτιά>> μου λέει ενώ συνεχίζει να κοιτάζει τον δρόμο και ακούω την βραχνή φωνή του. Αρχίζει να κατευθύνεται προς την Πυλαία όπου ξέρω πως είναι το σπίτι του αν και ποτέ μου δεν έχω πάει.
Ανεβαίνει ένα μικρό δρομάκι και σταματάει έξω από ένα τεράστιο και εντυπωσιακό σπίτι πατάει ένα κουμπί στα κλειδιά του και η εξωτερική πόρτα αρχίζει να ανοίγει μπαίνει σιγά σιγά στο μικρό δρομάκι και βλέπω την πόρτα του γκαράζ να ανοίγει και αυτή με την σειρά της. Μέσα υπάρχει ένα μαύρο Maserati Levante Suv και ένα κόκκινο Granturismo. Ουάου ο άνθρωπος θα πρέπει να έχει εκατομμύρια σκέφτομαι. Το σπίτι είναι πολύ μεγάλο ενώ η σχεδίασή του είναι απίστευτη. Μπορώ να δω από εδώ την πισίνα η οποία υπάρχει στον πάνω όροφο του σπιτιού ενώ η θέα από εκεί θα πρέπει να σου κόβει την ανάσα. <<Έλα>> λέει καθώς βγαίνει από το αυτοκίνητο και υπακούω, προχωράει προς το σπίτι και μπαίνει στον κύριο χώρο.
Έχω μείνει με το στόμα ανοιχτώ και κοιτάζω το τεράστιο σαλόνι μπροστά μου. Όλοι οι τοίχοι είναι σε λευκό χρώμα ενώ πάνω τους υπάρχουν παρά πολλοί μεγάλοι πίνακες. Στην μέση υπάρχουν δυο μαύροι καναπέδες με ένα γυάλινο τραπεζάκι στη μέση. Ο χώρος έρχεται σε αντίθεση καθώς από την μία βγάζει κάτι το μυστηριώδες και σκοτεινό ενώ από την άλλη το άπλετο φως που μπαίνει μέσα φωτίζει τον χώρο. Παρατηρώ τις μεγάλες τζαμαρίες οι οποίες οδηγούν προς τον εξωτερικό χώρο του σπιτιού και την πισίνα που είχα δει πριν καθώς μπαίναμε μέσα. <<Δεν θα αργήσω>> λέει και πηγαίνει προς ένα δωμάτιο από το οποίο διακρίνω ένα μεγάλο γυάλινο γραφείο.
Πλησιάζω τις τζαμαρίες και θαυμάζω την υπέροχη θέα από εδώ ψιλά και αναστενάζω μπορώ να δω όλη την Θεσσαλονίκη από εδώ πάνω ακόμα και την θάλασσα με το λιμάνι. Σκέφτομαι το πόσο ωραία θα είναι να κάθεσαι και να απολαμβάνεις ένα ποτήρι κρασί το σούρουπο αγναντεύοντας την θέα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top