κεφάλαιο 5
Μετά από λίγα λεπτά η πόρτα ανοίγει και ο Άρης βγαίνει φορώντας ένα μαύρο παντελόνι και λευκό πουκάμισο αφήνει στη καρέκλα το μαύρο σακάκι του και με πλησιάζει. <<Κάτσε>> λέει και υπακούω και πηγαίνω στον πιο μακρινό καναπέ και με κοιτάζει. Κάθετε απέναντι μου γεμίζει δυο κούπες με καφέ την μια την ακουμπάει μπροστά μου μαζί με ένα ποτήρι χυμό. Βγάζει από την τσέπη του ένα μικρό κουτάκι και βλέπω πως είναι παυσίπονα για τον πονοκέφαλο παίρνει δυο χαπάκια και μου τα δίνει <<Νομίζω πως μετά από τόσο ποτό τα έχεις ανάγκη>> λέει και τα παίρνω. Τα καταπίνω μαζί με μια γερή γουλιά νερό <<Και τώρα φάε>> συμπληρώνει και σηκώνω το φρύδι μου <<Δεν θα το ξανά πω Στέλλα φάε αλλιώς θα σε ταΐσω με το ζόρι>> μου λέει κοφτά. <<Με όσες γυναίκες κοιμάσαι τις ταΐζεις το πρωί>> του πετάω άγρια και χαμογελάει στραβά <<Καμιά δεν μένει μαζί μου μέχρι το πρωί και μαζί σου δεν έχω τέτοιου είδους σχέσεις>> απαντάει και τον κοιτάζω εξεταστικά <<ΦΑΕ>> λέει απότομα και πιάνω μια φρυγανιά και αρχίζω να την αλείφω με βούτυρο. Τον βλέπω να τρώει μια μπουκιά από την ομελέτα του και νιώθω το μάγουλα μου να κοκκινίζουν καθώς σκέφτομαι την αίσθηση των χειλιών του πάνω μου. ΣΚΑΤΑ. Την ώρα που πίνω μια γουλιά νερό και προσπαθώ να κοιτάξω οπουδήποτε αλλού χτυπάει το κινητό μου.
Σηκώνομαι και πηγαίνω προς το κρεβάτι όπου το είχα αφήσει πριν και βλέπω πως είναι από τον πατέρα μου. ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ. <<Ναι>> λέω καθώς το σηκώνω <<Στέλλα που είσαι, είσαι καλά; δεν γύρισες το βράδυ>> φωνάζει από την άλλη πλευρά της γραμμής ο μπαμπάς μου. <<Καλά είμαι μια χαρά>> του λέω και προσπαθώ να τον ηρεμίσω <<Πες μου που είσαι;>> ρωτάει και ρίχνω μια ματιά στον Άρη ο οποίος με κοιτάζει άγρια και κουνάει προειδοποιητικά το κεφάλι του <<Με την Άννα κοιμήθηκα στην Άννα>> λέω γρήγορα και είναι η μόνη δικαιολογία που βρήκα <<Και μπορώ να μάθω το γιατί;>> ρωτάει πάλι και αναστενάζω <<Ε φύγαμε αργά χθες από το κλαμπ και μου είπε πως ήθελα να μείνω σπίτι της έτσι κι αλλιώς πολλές φορές μπαμπά κοιμάμαι εκεί δεν είναι και η πρώτη φορά>> του λέω και τον ακούω να προσπαθεί να ηρεμίσει <<Ναι αλλά, πάντα μας ειδοποιείς πριν Στέλλα να μην ξανά συμβεί αυτό>> μου λέει με άγριο τόνο <<Θα τα πούμε από κοντά>> συμπληρώνει και κλείνει το τηλέφωνο.
Πλησιάζω προς το σαλόνι και κάθομαι και πάλι στην θέση μου <<Μη τολμήσεις και πεις σε κανέναν ότι έμεινες μαζί μου το βράδυ>> μου λέει και σηκώνεται όρθιος. Τον κοιτάζω και αρχίζω να νευριάζω και ανασηκώνομαι και εγώ με μια κίνηση και τον πλησιάζω απειλητικά <<Ορίστε φοβάσαι μην μάθουν πως δεν έκανες σεξ ένα βράδι και χαλάσεις την υπόληψή σου>> του λέω άγρια και χαμογελάει προκλητικά <<Μην ανησυχείς δεν φοβάμαι για την δικιά μου υπόληψη Στέλλα>> μου λέει στο ίδιο ύφος με το δικό μου <<Μην φοβάσαι δεν θα έλεγα σε κανέναν έτσι κι αλλιώς για όλη αυτήν την παρωδία>> φωνάζω <<Αλήθεια παρωδία το λες εσύ εάν δεν ήμουν εγώ χθες και ήταν κάποιος άλλως που σε μάζευε θα σε πηδούσε και θα έφευγε το πρωί>> μου αντιγυρίζει.
Καταπίνω και σφίγγω τις γροθιές μου <<Και εσένα τι σε νοιάζει με ποιον πηδιέμαι>> του πετάω άγρια. <<Σαν τον Πέτρο ας πούμε όπου των είχαν δει σε όλα τα ξενοδοχεία της πόλης να μπαίνει με την Ζώη και εσύ δεν είχες πάρει χαμπάρι>> λέει και μου κόβονται τα πόδια. Μα πως είναι δυνατόν να έπεσα τόσο έξω με αυτόν τον άντρα από εχθές έχω νευριάσει τόσο πολύ όχι μαζί του αλλά, με τον εαυτό μου που ήμουν τόσο τυφλή για να το δω. <<Έλα έχω δουλειά φεύγουμε>> μου λέει και προχωράει προς την πόρτα, παίρνω την τσάντα μου και το κινητό μου και τον ακολουθώ. Μπαίνει μέσα στο ασανσέρ και πατάει το κουμπί για το ισόγειο, μόλις ανοίγουν οι πόρτες βλέπω κόσμο να πηγαινοέρχεσαι και τότε αναγνωρίζω πως ήμαστε στο Grand hotel palace και απέχουμε σχεδόν είκοσι λεπτά από το σπίτι μου.
Βγαίνει από το ξενοδοχείο και πλησιάζει προς ένα μαύρο Audi RS 3 Sportback τον κοιτάζω καθώς πηγαίνει προς την πόρτα του συνοδηγού <<Μπες μέσα Στέλλα>> λέει και ανοίγει την πόρτα. Πλησιάζω και του ρίχνω μια φευγαλέα ματιά πριν μπω μέσα, κλείνει την πόρτα απαλά και μπαίνει στη θέση του οδηγού, βάζει μπροστά και ξεκινάει για το σπίτι μου. Κοιτάζω έκπληκτη το αυτοκίνητο πάντα μου άρεσαν τα γρήγορα αμάξια αν και είχα δίπλωμα ο πατέρας μου σχεδόν ποτέ δεν με άφηνε να πάω κάπου μόνη μου αλλά, πάντα με πήγαινε ο Άγγελος παντού. <<Ωραίο αμάξι>> του λέω και χαμογελάω ελάχιστα <<Σίγουρα θα εντυπωσιάζονται όλες>> του λέω με έντονο ύφος. <<Δεν έχω βάλει ποτέ καμία μέσα εκτός από εσένα αλλά, όπως σου είπα εσύ δεν μετράς>> μου λέει και το αίμα μου ανεβαίνει στο κεφάλι όμως μετά συνειδητοποιώ ότι μόλις είπε πως είμαι η μοναδική γυναίκα που έχει καθίσει στη θέση του συνοδηγού και τον κοιτάζω με την άκρη των ματιών μου. Κρατάει δυνατά και σταθερά το τιμόνι με αποτέλεσμα οι φλέβες του αν φαίνονται και αναδεύομαι στη θέση μου <<Στέλλα σταμάτα να με κοιτάζεις>> μου λέει και σφίγγει το τιμόνι περισσότερο. ΓΑΜΩΤΟ. Γυρίζω το κεφάλι μου προς το παράθυρο και κοιτάζω την θέα έξω προσπαθώντας να ηρεμίσω για πολλοστή φορά μέσα στην μέρα και ακόμα δεν είναι ούτε μεσημέρι.
Ο Άρης σταματάει λίγο πριν το σπίτι μου, ρίχνω μια γρήγορη ματιά στον δρόμο και κατεβαίνω από το αμάξι, τον βλέπω να κοιτάζει σταθερά τον δρόμο μπροστά του και δεν μου ρίχνει ούτε ένα βλέμμα. Κλείνω την πόρτα και προχωράω γρήγορα προς το σπίτι μου <<Καλημέρα δεσποινίς>> λέει ο Άγγελος που είναι στο παρκινγκ του σπιτιού μας και με κοιτάζει κάπως εξεταστικά <<Το ταξί μπερδεύτηκε και σταμάτησε λίγο πιο κάτω>> λέω μια δικαιολογία αν και με ρώτησε τίποτα. Κουνάει καταφατικά το κεφάλι του αν και δεν φαίνεται να έχει πειστεί και πολύ από αυτό που του είπα πως είναι δυνατόν άλλωστε να μην γνωρίζει κάποιος που μένει ο Σταύρος Οικονόμου. Μπαίνω μέσα στο σπίτι και βλέπω την μητέρα μου να κάθετε στο σαλόνι <<Καλημέρα Στέλλα>> λέει την ώρα που πλησιάζω χωρίς καν να γυρίσει το κεφάλι της ενώ ξεφυλλίζει ένα γυναικείο περιοδικό <<Καλημέρα μαμά>> της λέω και παίρνω ένα απολογητικό ύφος και ετοιμάζομαι για το κήρυγμα.
<<Πως πέρασες;>> με ρωτάει και μπορώ να διακρίνω τον ειρωνικό της τόνο <<Καλά>> λέω σιγανά <<Χαίρομαι την επόμενη φορά μπορείς να μας πάρεις ένα τηλέφωνο και να μας πεις πως είσαι τουλάχιστον καλά>> μου λέει και κατεβάζω το κεφάλι μου καθώς γυρίζει προς το μέρος μου. <<Τέλος πάντων Στέλλα είσαι ενήλικη πλέον και ξέρω πως θες να ζήσεις την ζωή σου αλλά, σε παρακαλώ να μας λες πάντα που βρίσκεσαι δεν θα ξανά να γίνει αυτό που έκανες χθες>> μου λέει και κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου <<Αύριο θα κατέβουμε όλοι παρά στην Αθήνα καθώς ήμαστε καλεσμένη σε ένα γκαλά>> μου λέει η μητέρα μου και αναστενάζω <<Δεν γίνετε να μην έρθω εγώ;>> την ρωτάω <<Όχι>> λέει και συνεχίζει να ξεφυλλίζει <<Είναι πολύ σημαντικό για τον πατέρα σου να ήμαστε όλοι μαζί και θέλει να κλείσει μια επαγγελματική συμφωνία για κάποιο ακίνητο ακόμα και ο Άρης θα έρθει μαζί για να τον βοηθήσει>> μου λέει και παίρνω μια κοφτή ανάσα. Αναρωτιέμαι γιατί δεν ανέφερε κάτι ο Άρης πριν αλλά, και πάλι ποια είμαι εγώ για να την ενημερωνει για τα σχέδιά του. <<Ετοίμασε τα πράγματα σου και φρόντισε να διαλέξεις κάποιο ευπρεπώς φόρεμα για το γκαλά>> συμπληρώνει.
Ανεβαίνω τις σκάλες και μπαίνω μέσα στο δωμάτιό μου και πέφτω πάνω στο κρεβάτι μου. Χριστέ μου τι μέρα και η σημερινή, αναστενάζω και σκέφτομαι πως θα τον δω πάλι αύριο. Σηκώνομαι από το κρεβάτι και αγναντεύω την θέα προς την θάλασσα από το μπαλκόνι του δωματίου μου. Πιάνω το κινητό μου και καλώ την Άννα στο δεύτερο χτύπημα απαντάει <<Που στο διάολο είσαι κοπέλα μου ζεις>> λέει έξαλλη <<Άννα ηρέμισε καλά είμαι>> της λέω και την ακούω να παίρνει ανάσες <<Είσαι ηλίθια φοβήθηκα ότι έπαθες κάτι θα πήγαινα σε λίγο στους γονείς σου πως έφυγες έτσι χθες χωρίς να μου το πεις>> λέει φωνάζοντας <<Δεν έφυγα ακριβώς>> της λέω σιγανά <<Τι σκατά εννοείς γύρισα και δεν ήσουν εκεί και όποιον ρώτησα μου είπε πως δεν είχε ιδέα>> μου απαντάει <<Δεν ξέρω τι έγινε γιατί λιποθύμησα>> της λέω και την ακούω να παίρνει μια απότομη ανάσα <<Όμως είμαι καλά μην ανησυχείς>> της λέω και προσπαθώ να φανώ ήρεμη.
<<Τι εννοείς να μην ανησυχώ Στέλλα και που ήσουν όλο το βράδυ;>> με ρωτάει και ξεροκαταπίνω <<Για αυτό σε πήρα αν σε ρωτήσουν οι γονείς μου θα τους πεις ότι έμεινα σπίτι σου φυσικά χωρίς να αναφέρεις το υπόλοιπα>> της λέω <<Που ήσουν Στέλλα και βασικά με ποιον ήσουν;>> ρωτάει και παίρνω μια βαθιά ανάσα <<Με τον Άρη>> λέω και την ακούω να παίρνει μια βαθιά ανάσα και ακούγετε ένας γδούπος. <<ΑΝΝΑ ΜΕ ΑΚΟΥΣ ΕΊΣΑΙ ΚΑΛΑ;>> φωνάζω από την άλλη πλευρά του τηλεφώνου <<Καλά είμαι το κινητό μου έπεσε. Συγνώμη τι εννοείς ήσουν με τον Άρη το κάνα...>> πάει να πει αλλά, την διακόπτω <<'ΟΧΙ>> λέω δυνατά <<Και για να σε προλάβω δεν έγινε τίποτα μεταξύ μας απλά όταν έφυγες ήρθε στο μπαρ και μου μίλησε>> της λέω σιγανά <<Και έτυχε να λιποθυμήσεις στα χέρια του>> λέει και γελάει.
<<Άννα σοβαρέψου σου λέω δεν έγινε τίποτα μεταξύ μας και δεν θα γίνει ποτέ>> της λέω κοφτά αλλά, συνεχίζει να γελάει <<Ναι την άλλη φορά σκόνταψε κατά λάθος πάνω στον πούτσο του>> απαντάει και τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα <<ΆΝΝΑ ΠΑΣ ΚΑΛΑ ΜΑΖΕΨΟΥ>> φωνάζω από το τηλέφωνο <<Τέλος πάντων πρέπει να σε κλείσω για να μαζέψω τα ρούχα μου αύριο πάμε Αθήνα το πρωί για ένα γκαλά>> της λέω και αναστενάζω <<Καλά θα κανονίσουμε μέσα στη εβδομάδα να πάμε για καφέ>> μου λέει η φίλη μου. <<Εννοείτε φιλιά>> της απαντάω και το κλείνουμε. Πλησιάζω την ντουλάπα μου την ανοίγω και αρχίζω να κοιτάζω τα φορέματά μου για να διαλέξω τι θα πάρω μαζί μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top