𝑿𝑿𝑰𝑰𝑰. Λεπίδες και Αίματα
Δύο μέρες αργότερα από εκείνο το πάρτι και το τηλέφωνο του Κλάιντ χτυπά ανεξήγητα νωρίς το πρωί. Η Μπόνι δεν κοιμήθηκε σε εκείνον το προηγούμενο βράδυ οπότε τώρα μπορεί και στριφογυρίζει ελεύθερος στο κρεβάτι του λίγο πριν απαντήσει στον Κάπτεν.
«Τι έγινε;»
«Η ώρα είναι τρεις και κοιμάσαι ακόμη;»
«Άσε το κήρυγμα για την μάνα μου, τι θέλεις;»
«Ο Σίλβερ την είδε. Έμαθε και το όνομά της. Του άρεσε, λέει κάνει για την ομάδα. Σήμερα είναι η πρώτη δοκιμαστική και στο αυριανό πάρτι θα την δοκιμάσεις εσύ λέει.» Αν δεν ήταν αγουροξυπνημένος θα μπορούσε σίγουρα να καταλάβει με ευκολία τι του είπε ο φίλος του μέσα από τις ξέφρενες φωνές του. Τώρα, η αλήθεια είναι ότι του πήρε λίγο παραπάνω από όσο υπολόγιζε.
«Ωραία, άντε με το καλό να μπει.»
«Πότε λες να κάνω την πρώτη κίνηση;»
«Αύριο, στο πάρτι. Να της δώσεις όνομα.»
Ο Κάπτεν έκλεισε το τηλέφωνο ενθουσιασμένος σχεδιάζοντας με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο που θα την προσεγγίσει, πως θα της δώσει όνομα αλλά και ποιο θα είναι αυτό. Ναι, το Αριάνα της πάει γάντι αλλά της λείπει κάτι και αυτός είναι διατεθειμένος να το βρει.
Το ίδιο βράδυ, εκείνο της αποστολής, δεν πήρε τα μάτια του από πάνω της. Είτε ένιωσε την ανάγκη να την προστατέψει για κάποιον τυχαίο λάθος της είτε απλώς δεν μπόρεσε στιγμή να αποτραβήξει τη προσοχή του από εκείνη. Έφταιγε κι εκείνο το μακρύ φόρεμα με το τεράστιο σκίσιμο, αλίμονο.
Γυρνώντας σπίτι του έπιασε τον εαυτό του να ανυπομονεί περισσότερο για την επόμενη μέρα. Η αποστολή είναι επιτυχής, η Αριάνα ταιριάζει σε όλους και το μόνο του θέμα τώρα είναι μην προλάβει να της δώσει άλλος όνομα.
.................
Το πρωί του πάρτι βρίσκει την Πέιτον να χτυπά την πόρτα στο σπίτι των διοικητών επίμονα. Ο Σίλβερ της έστειλε μήνυμα λίγο μετά τις δώδεκα και αφού την είχε αφήσει σπίτι της –σαν να ντρεπόταν να της το πει από κοντά– για να της πει πως πρέπει να κανονίσουν κάποια πράγματα σχετικά με το φαγητό.
Έτσι, λοιπόν, η κοπέλα βρέθηκε στην πόρτα με ένα πλάνο στο μυαλό της για το πώς θα κάνει τον επικεφαλής Σίλβερ να ανταποκριθεί στο ενδιαφέρον της. Πριν τα γεγονότα των προηγούμενων ημερών, με τον σκουρομάλλη να απομακρύνει την Γκόλντεν, είχε ακούσει πολλές φορές τους ψιθύρους στην ομάδα να μιλάνε για έναν έρωτα προς το πρόσωπό της. Οι πράξεις βέβαια του κλέφτη δεν αποδεικνύουν το ίδιο.
Μα για λέγεται κάτι τέτοιο μάλλον κάτι έχουν δει. Και πρέπει να το δει κι εκείνη.
Οπότε όταν ο Σίλβερ της ανοίγει με ένα μισό, στραβό χαμόγελο, μπαίνει στην πρώτη φάση του πλάνου της, να τον αγκαλιάσει εύθυμα. Εκείνος, αν μη τι άλλο, ανταποδίδει ευθύς και καθώς εκείνη σφίγγει τα χέρια της γύρω του, εκείνος καταφέρνει μόνο να καθίσει μέσα στον λαιμό της. Γρήγορα όμως συντονίζει τον εαυτό του και καταφέρνει να απομακρυνθεί. Η Πείτον δεν το παίρνει στραβά.
Ανεβαίνουν μαζί στις σκάλες και φτάνουν στο δωμάτιο του Σίλβερ άμεσα. Ο επικεφαλής παίρνει την θέση του στην μεγάλη καρέκλα, περιμένοντας και την κοπέλα να κάνει το ίδιο. Εκείνη, βέβαια, έχει άλλα σχέδια. Πέφτει με φόρα στο κρεβάτι και απολαμβάνει το στρώμα του Σίλβερ.
«Λοιπόν, τι με ήθελες;» ρωτά στηρίζοντας το βάρος της στους αγκώνες της πίσω από το σώμα της.
Ο Σίλβερ δεν την κοιτάει καν, ανοίγει ένα ντοσιέ και της αφήνει κοντά της εκείνη την διαφάνεια με όλα όσα χρειάζονται για το βραδινό πάρτι. Δεν είναι τίποτε χρονοβόρο και όλα μοιάζουν εύκολα στα μάτια της.
«Ωραία, θα πάμε μαζί να τα ψωνίσουμε;»
«Θα πας με την Μπόνι, εγώ έχω να κάνω τις διαδικαστικές πληρωμές και δεν ξέρω αν θα προλάβω. Έχεις κάποια απορία μήπως;»
Σταυρώνει τα χέρια του στο στέρνο του και τα ξεσφίγγει αμέσως όταν την κοιτάει να σηκώνεται από το κρεβάτι και να πλησιάζει. Την στιγμή δε, που κάθεται στα πόδια του και ακόμη δεν έχει καταφέρει να ξεπαγώσει το πρόσωπό του, αισθάνεται την καρδιά του κάπως να αναστατώνεται.
«Λοιπόν, εγώ απορίες δεν έχω αλλά αν προκύψει θα σου τηλεφωνήσω.»
«Θα είναι η αδερφή μου μαζί, δεν χρειάζεται να ταλαιπωρείστε, εκείνη θα ξέρει να σε καθοδηγήσει καλύτερα από εμένα.»
Σκύβει στο μέρος του, στηρίζει το χέρι της στον ώμο του και έπειτα αφήνει το χνώτο της να ακουμπήσει απαλά το μάγουλό της.
«Εγώ θέλω εσένα.»
Να, κι άλλη μια αναστάτωση για τον Σίλβερ.
Δεν μπορεί, δεν θα το γλυτώσει αυτό το εγκεφαλικό. Έχουν και ιστορικό στην οικογένεια, ο προ-πάππους του είχε πάθει εγκεφαλικό στα σαράντα. Αυτός είναι είκοσι πέντε, μα και πάλι.
«Δεν γίνεται να έχουμε ό,τι θέλουμε. Γι' αυτό, μίλα στην Μπόνι.» Γυρνάει την συζήτηση εκεί που ήταν εξ αρχής χωρίς να οδηγείται μαζί με την κοπέλα εκεί που θέλει η ίδια.
Δεν του απαντά, σκύβει παραπάνω. Και την στιγμή που ο Σίλβερ τραβά το πρόσωπό του από το δικό της, η Πέιτον το παίρνει απόφαση.
Τα χαρακτηριστικά της πέφτουν από ενθουσιασμένα σε κάτι πιο ανεξιχνίαστο για τον διοικητή της ομάδας και μένει να την κοιτά καθώς μαζεύει τα πράγματά της με κοφτές κινήσεις από μπροστά της και με μια καθαρή στάση αδιαφορίας απομακρύνεται και τελικά φεύγει από το δωμάτιο του επικεφαλής, έχοντας έτσι πλέον όλη την περιέργειά του στραμμένη πάνω της.
Παραξενεύεται από την μια, από την άλλη όχι...
Ίσως πρέπει να μιλήσει ξανά με την Μπόνι, ή στην χειρότερη με την μητέρα του. Εκείνη θα ξέρει να τον συμβουλεύσει. Έτσι νομίζει τουλάχιστον.
................
Το βράδυ φτάνει και τους βρίσκει όλους εύθυμους. Ο Σίλβερ μοιάζει κάπως σπασμένος και προσπαθεί να το αποδώσει στην αλλαγή του καιρού και όχι στην Γκόλντεν που χορεύει κάθε πέντε λεπτά και με άλλον. Και ανάμεσα σε όλους αυτούς δεν τον έχει πλησιάσει ούτε στιγμή.
Τα ήθελε και τα έπαθε; Όχι, είναι θέλημα της Μπόνι. Όπως του εξήγησε η αδερφή του, η «μικρή» προσπαθεί να αποσπάσει μια αντίδραση από εκείνον και αυτή η «ξενέρα» της δεν θα κρατήσει πολύ. Αυτό ελπίζει και η ίδια. Χτύπησε κατακούτελα ο έρωτας τον αδερφό της, δεν χρειάζεται να πληγωθεί από τώρα. Έχουν δρόμο μπροστά τους.
Όπως και να έχει βέβαια δεν τον αφήνει να κάνει τίποτε απέναντί της. Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, λέει, δεν πρέπει να βιαστεί και κάτι άλλες τέτοιες μπούρδες.
Μα η Μπόνι δεν μπορεί να αφοσιωθεί πολλή ώρα στο θέμα του αδερφού της. Κυρίως γιατί από μακριά μπορεί να δει τον Κλάιντ να μιλά στην Αριάνα, ή όπως την ξέρουν όλοι σαν «Καινούρια». Από τον τρόπο που μιλάει, που κουνάει τα χέρια του, που χαμογελά, αντιλαμβάνεται πως το θεατράκι έχει ξεκινήσει.
Και πράγματι, ο Κλάιντ έχει περπατήσει το κόκκινο χαλί και είναι έτοιμος να πάρει Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου. Οριακά δεν έχει ετοιμάσει και τον λόγο του. Θα το κάνει μετά, σκέφτεται, προς το παρόν θα μείνει σταθερός στο σενάριο.
Είναι ο Μπλακ και βρίσκεται στην ομάδα τρείς μήνες (είναι γύρω στους έξι στην πραγματικότητα). Πήρε το όνομά του από το μοτίβο χρωμάτων που επιλέγει καθώς ντύνεται και η Αριάνα το πίστεψε ευθύς. Περιπλανήθηκε μαζί του μέσα στον μεγάλο χώρο ενώ τον προσκάλεσε άμεσα σε έναν χορό αποκλειστικά φιλικό, όπως του δήλωσε. Ο Κάπτεν ανακουφίστηκε την στιγμή που του το ψιθύρισε ο Μπλοκ που το άκουσε από την Λέμον.
Εξάλλου, την «Καινούρια» δεν την ενέπνεε καθόλου η μουσική της δεκαετίας δύο χιλιάδες που έπαιζε για να κάνει καμάκι σε οποιονδήποτε εκεί μέσα, παρόλο που όλοι τους, ή τουλάχιστον οι περισσότεροι, ήταν λουκούμια.
Ο Μπλακ πάντως είναι από τους πιο γοητευτικούς του πάρτι, αυτό πρέπει να το παραδεχτεί. Και σίγουρα δεν μπορεί να αγνοήσει το τσίμπημα όταν της προτείνει να την ξεναγήσει στο σπίτι των διοικητών της ομάδας.
Όχι, ορκίζεται στον εαυτό της ότι δεν θα καταλήξει το κρεβάτι του σήμερα. Εν τω μεταξύ, ο Κλάιντ σκέφτεται νέες στάσεις για να δοκιμάσει με την αγαπημένη του γκριζομάλλα. Κρατάει στο μυαλό του εκείνη με την εξαιρετική ευλυγισία και επικεντρώνεται στην αποστολή που του έχει ανατεθεί. Πρώτη φορά σε αυτόν τον ρόλο και ενώ ήδη αισθάνεται πως τα πάει περίφημα, δεν θέλει σε καμία περίπτωση να τα θαλασσώσει τώρα. Εξάλλου, πρέπει να εφαρμόσει και το σχέδιο του Κάπτεν, για να της δώσει όνομα.
«..το αγαπημένο μου δωμάτιο από όλα είναι αυτό...» της λέει καθώς ανοίγει την πόρτα για το περιβόητο μπιλιάρδο.
Είναι τεράστιο και πάνω του υπάρχουν τόσα χρήματα και κοσμήματα, αξεσουάρ, οτιδήποτε αξίας μπορεί να φανταστεί κανείς, είναι όλα εκεί πάνω από την προηγούμενη αποστολή. Η Αριάνα χαμογελά.
«Όλα αυτά τα κλέψαμε;»
«Εσύ τα έκλεψες... Ναι...»
Πιάνει την μέση της απαλά και την οδηγεί πιο κοντά σε όλα τα κλοπιμαία, για να πάρει μια καλύτερη ματιά.
«Πόσο υπολογίζεις πως είναι όλα αυτά;»
«Γύρω στα είκοσι εκατομμύρια, μαζί με τις τραπεζικές εισφορές.»
Μένει έκπληκτη. «Δεν έχω ξαναδεί τόσο χρήμα μαζεμένο.»
«Ειλικρινά, ούτε κι εγώ.»
«Αλήθεια;»
Γνέφει και την πείθει. «Είσαι τρομερά καλή κλέφτρα και μας βοήθησες πολύ με όλο σου το ταλέντο. Χωρίς εσένα δεν θα είχαμε μαζέψει τόσα.»
Η κοπέλα χαμογελά. Περνάει μια τούφα από τα ριχτά μαλλιά της πίσω από το αφτί της και κοιτά το έδαφος. Ο Κλάιντ νιώθει την καρδιά του να τρέμει καθώς πάει να ξεστομίσει την επόμενη πρόταση. «Είναι κρίμα και άδικο από αυτά να μην πάρει ούτε το ένα εικοστό.»
Νιώθει την κοπέλα δίπλα του να ξεροκαταπίνει.
«Πόσο παίρνετε συνήθως.»
«Το ποσό ποικίλλει ανάλογα με την περίσταση. Και τα κέρδη βέβαια. Αλλά το πιο βασικό είναι πως οι πιο παλιοί και πιο σημαντικοί αμείβονται παραπάνω.»
«Λογικό το βρίσκω.»
Μικρή ανάσα ανακούφισης για τον Κλάιντ.
Δεν πρέπει όμως να χάνει χρόνο. Εδώ έρχεται το πιο δύσκολο κομμάτι από όλα. Να την πείσει πως είναι προδότης. Να την πείσει ότι την απειλεί. Μεγάλη πρόκληση για τον ίδιο.
«Ας τα αφήσουμε αυτά όμως...» λέει με νόημα. Πιάνει ξανά την μέση της χαμηλά και την φέρνει κοντά του μεμιάς. Ξέρει πως ο Κάπτεν και η Μπόνι πίσω από τις κάμερες θα βρίσκονται σε αναμμένα κάρβουνα, μα πρέπει να τον εμπιστευθούν.
Η Αριάνα ακουμπά τα χέρια της εκατέρωθεν του θώρακά του. Αν δεν ένιωθε τόσο έντονα την δική της καρδιά ίσως και να αντιλαμβανόταν το πόσο γρήγορα χτυπά η δική του.
Την οδηγεί με μικρά βήματα κοντά στο μπιλιάρδο και την απλώνει πάνω από όλα εκεί τα πράγματα ανεκτίμητης αξίας. Την αφήνει να ξαπλώσει πάνω από δεκαοχτώ (χονδρικά) εκατομμύρια.
«Είσαι πολύ όμορφη πάνω από όλον αυτόν τον χρυσό.»
Ή με άλλα λόγια, πρέπει να πάρω την Μπόνι εδώ πάνω.
Πίσω από τις κάμερες, η Μπόνι σκέφτεται ακριβώς το ίδιο ή τέλος πάντων κάτι παρόμοιο. Θα έπρεπε η ίδια να το έχει σκαρφιστεί, μα πως δεν της πέρασε από το μυαλό. Η βαθιά ανάσα που παίρνει ο Κάπτεν της υπενθυμίζουν ότι δεν είναι εκείνη στην θέση της Αριάνα και πως αυτή τη στιγμή βρίσκονται όλοι μαζί σε μια αποστολή. Συντονίζει τον εαυτό της γρήγορα.
«Μακάρι να ένιωθες κι εσύ την αίσθηση να ξαπλώνεις πάνω του.» Τα κλειστά μάτια της προδίδουν εκείνη την ευχαρίστηση την υλική. Με ένα φιλί στον λαιμό της και μια γρήγορη δεύτερη ματιά, η ευχαρίστηση αυτή μετατρέπεται άμεσα σε μια πιο ιδιαίτερη ικανοποίηση.
«Όλος αυτός ο χρυσός κι εσύ να πάρεις μόνο ελάχιστο ενώ σου αξίζουν τόσα...» της ψιθυρίζει.
«Αχ και να γνώριζες την αίσθηση...» του απαντάει τόσο ψιθυριστά.
Ένα ακόμη φιλί στον λαιμό, πιο κοντά στα μαλλιά της και η Αριάνα ακουμπά με τα χέρια της κάποια από τα κοσμήματα.
«Ας τα πάρουμε και ας εξαφανιστούμε από εδώ.»
Ο Κλάιντ παγώνει.
«Το βρίσκεις καλή ιδέα;»
«Είναι όλοι στο πάρτι, τα μισά από αυτά θα μας έβγαζαν σχεδόν όλη μας την ζωή...»
«Θέλω, αλήθεια αλλά...»
«Αλλά τι; Φοβάσαι να ζήσεις σαν την Μπόνι και τον Κλάιντ;»
Ο κλέφτης χαμογελά δαιμόνια και την κοιτά με τα μάτια του να φυλακίζουν την προδοσία της ισχυρά. Απομακρύνεται από πάνω της και της κάνει νόημα να τον πλησιάσει.
Του δίνει το χέρι της παραπάνω από πρόθυμα. Μόλις σηκώνεται ξανά στα πόδια της και είναι έτοιμη να τον ρωτήσει τι θα κάνουν, πως θα φύγουν, τι σκέφτεται... Τότε είναι που την αιφνιδιάζει.
Με δύναμη την κολλάει στο κοντινότερο σκληρό αντικείμενο, στην προκειμένη περίπτωση, ο καφέ τοίχος είναι ο τυχερός και την πιέζει με δύναμη στον λαιμό.
«Είσαι έστω και λίγο έξυπνη;»
Τον κοιτά παραξενευμένη. Με το ίδιο και ίσως πιο μπερδεμένο ύφος κοιτούν και οι τρεις κλέφτες πίσω από τις κάμερες. Ο Κάπτεν, δε, έχει χάσει κάθε ίχνος ανάσας. Πιθανότατα έβαλε αυτόματο πιλότο και αναπνέει επειδή απλά πρέπει. Τι συνέβη μόλις τώρα;
«Δεν είναι αστείο Μπλακ...» του λέει έντρομη προσπαθώντας να πάρει ανάσα μετά το δυνατό του κράτημα.
«Αλίμονο, με βλέπεις να γελάω;»
«Άσε με...»
«Θα μπορούσες να είχες φτιάξει το μέλλον σου, την ζωή σου...»
«Έχουμε ακόμη χρόνο, αν τα πάρουμε και φύγ-»
Λίγη πίεση και σταματάει εντελώς. Κινείται σαν τρελή, καθώς προσπαθεί να βγει από το κράτημά του, ο κλέφτης καταφέρνει να ακούσει εκείνον τον γνωστό, παλίοφιλο ήχο του, εκείνον της λεπίδας. Ούτε που διστάζει να αρπάξει το κοφτερό μαχαίρι από τα χέρια της, δεν λογαριάζει καν τον απίστευτο πόνο που νιώθει καθώς λίγο λίγο η λεπίδα σχίζει το δέρμα του και αίμα τρέχει από τα χέρια του. Ύστερα από λίγο το μαχαίρι βρίσκεται κάτω, αίμα στάζει στο πάτωμα, λίγο στο φόρεμά της ενώ με τα χέρια του να την εγκλωβίζουν ξανά, γεμίζει και το δικό της αίμα με το κόκκινο παχύρευστό ολόδικό της υγρό.
«Δεν αξίζει να μπεις στην ομάδα.»
Όλα βγάζουν νόημα τώρα για την Αριάνα.
«Άραγε μπορείς να το κρίνεις εσύ αυτό;»
«Μεταξύ μας, μόνο εγώ μπορώ να το κρίνω.»
Ο Σίλβερ το ακούει κάπως φιλόδοξο αυτό μα πιάνει στον αέρα το πραγματικό νόημα των λόγων του. Η Μπόνι κοιτά μαγεμένη τον κλέφτη ενώ ο Κάπτεν έχει χλωμιάσει ολόκληρος. Αμφίβολο αν ρέει αίμα στα χέρια του ή στο πρόσωπό του αυτή τη στιγμή.
Η κοπέλα επιλέγει να κάνει την λάθος κίνηση. Με τρομερή ταχύτητα του επιτίθεται, ήταν περισσότερο καιρό στον δρόμο από ότι ο σκουρομάλλης και είναι έτοιμη να τον δαγκώσει (!) μέχρι που ο ίδιος την πέταξε στο έδαφος με τόση δύναμη ώστε ο θόρυβος να ακούγεται ισχυρά σε όλον τον όροφο, παρά την μουσική.
Η κοπέλα είναι ζωντανή και κουνιέται γρήγορα, αισθάνεται έτοιμη να πάρει την εκδίκηση της. Η πόρτα που ανοίγει ορθάνοιχτη όμως την σταματά. Ο Σίλβερ, η Μπόνι και ο Κάπτεν βρίσκονται μπροστά της, έτοιμοι να σώσουν τον Κλάιντ από την λύσσα της –δεν είναι σίγουροι αν έχει κάνει εμβόλιο.
Οι δύο άνδρες την ακινητοποιούν, η κλέφτρα της αφήνει μονάχα το υποτιμητικό της βλέμμα και τρέχει στον Κλάιντ να ελέγξει το χέρι του που αιμορραγεί σαν τρελό. Με την γάζα που βρήκε πρόχειρη καταφέρνει να στραγγίξει τα περισσότερα από τα αίματα μα το κοστούμι του έχει ήδη ποτίσει αρκετά και το πάτωμα θα δυσκολευτεί να καθαριστεί.
Η γκριζομάλλα παίρνει τον κλέφτη από το δωμάτιο την στιγμή που ο Κάπτεν εξαπολύει λεκτικά την οργή του. «Με απογοήτευσες.»
Η πόρτα κλείνει και η κοπέλα ουρλιάζει.
«Εννοείται και θα μου τύχαινε σε εμένα η τρελή.»
«Δεν φαινόταν κιόλας να βάζαμε τον Σέβεν να την ξεπαστρέψει σε πέντε λεπτά. Ούτε που θα έκανε κίνηση για το μαχαίρι.»
«Τώρα εκβιασμός, σωστά;»
«Πολύ σωστά. Και μετά σπιτάκι της, με στενό έλεγχο για αρκετό καιρό.»
«Όμορφα.»
Ο κλέφτης δεν έχει καμία όρεξη να καθίσει στο πάρτι έχοντας αρχικά λερωμένα ρούχα, έπειτα λερωμένα χέρια, πληγές και στα δύο και πάνω απ' όλα ενώ τον συνοδεύει ένας πόνος αρκετά οξύς. Με μια ματιά στην Μπόνι, δίνει το μήνυμά του.
Παίρνουν τα πράγματά τους άμεσα και χαιρετούν όσους μπαίνουν στον δρόμο τους. Οι υπόλοιποι ας καταλάβουν την απουσία τους μόνοι τους. Καλά, όχι όλοι. Η Πέιτον ας πούμε ήταν η πρώτη που ενημέρωσε ο Κλάιντ με ένα μονάχα μήνυμα.
Οδήγησε τελικά η Μπόνι, μιας που ο κλέφτης αδυνατούσε να λερώσει το αμάξι του αλλά και να μπορέσει να οδηγήσει σωστά. Στο σπίτι του έφτασαν άμεσα και η γκριζομάλλα από εκεί και έπειτα βρέθηκε να κάνει την νοσοκόμα από το πουθενά.
Τον αφήνει να κάνει μπάνιο μόνος του όσο εκείνη αλλάζει και φορά εκείνα τα χειμωνιάτικα τρομερά αποκαλυπτικά εσώρουχα που αγόρασε τις προάλλες με την Σκάι. Όταν τον βρίσκει να ντύνεται, έχει κλείσει καλά την ρόμπα της και δεν τον αφήνει ούτε μια μικρή γεύση να πάρει γι' αυτό που έρχεται.
Μόνο τον ανάγκασε να καθίσει σαν μικρό παιδί στο κρεβάτι για να του καθαρίσει καλά τις πληγές του και να δέσει σωστά τις γάζες. Με λίγο μπεταντίν, βαμβάκι και καθαριστικό κατάφερε να φέρει τις δύο μεγάλες σχισμές στο δέρμα του εν τέλει σε τάξη και με τις γάζες και τα αυτοκόλλητα να σφραγίσει εντελώς τις πληγές που εκ πρώτης όψεως έμοιαζαν επιφανειακές.
Την στιγμή που η συμβουλή της βρίσκεται στην άκρη της γλώσσας της, το κουδούνι χτυπά και η κλέφτρα πετάγεται σαν ελατήριο.
Ο Κλάιντ αισθάνεται ευγνώμων που δεν θα αντικρύσει εκείνος τον όποιον αποφάσισε να ενοχλήσει τέτοια ώρα, βράδυ. Κάνει, όμως, ησυχία και περιμένει να ακούσει έστω και αχνά μια συζήτηση, κάτι.
Εν τω μεταξύ, η Μπόνι έχει βρεθεί προ εκπλήξεως μπροστά από την Αριάνα όπου με το λερωμένο της φόρεμα και τα ανάκατα μαλλιά της μοιάζει αρκετά τρομακτική κάτω από το πέπλο της νύχτας. Μα και η Αριάνα μοιάζει τρομερά έκπληκτη με την παρουσία της γκριζομάλλας στην πόρτα του Μπλακ.
«Τι κάνεις εδώ; Που είναι ο Μπλακ;»
Η κλέφτρα γελάει και αφήνει την ρόμπα της να ανοίξει. Το κρύο που μπαίνει την επηρεάζει αμέσως αλλά ο θυμός της για την κοπέλα που την κοιτά μπορεί και ζεσταίνει το κορμί της. «Μας ακολούθησες;» Είναι τρομακτικό το πόσο εύκολα μπορεί να φοβερίσει την έως πρότινος θαρραλέα Αριάνα.
«Που είναι ο Μπλακ και γιατί είσαι σπίτι του;»
«Δεν ξέρω, Σέρλοκ, γιατί είμαι σπίτι μου;»
Η κοπέλα κάνει γρήγορα τα μαθηματικά στο μυαλό της και το ύφος της παραμένει έκπληκτο αν δεν μετατρέπεται αμέσως σε έντρομο.
«Νόμιζα ήσουν έξυπνη.» Δεύτερη φορά που της το λένε.
«Νόμιζα ότι ήσουν έξυπνη και θα καταλάβαινες πως όλα ήταν ένα θέατρο. Εξάλλου, ο Μπλακ κι εγώ...» αφήνει την πρόταση να συνεχιστεί όπως το υποσυνείδητο της άλαλης κοπέλας ορίζει. Λίγο το ότι τους είδε να βγαίνουν από το ίδιο αμάξι –νόμιζε πως ήταν η ιδέα της–, λίγο αυτά που φοράει...
Η Αριάνα πάει κάτι να πει αλλά η Μπόνι δεν φαίνεται να έχει άλλη υπομονή. Με μια βίαιη κίνηση σφίγγει δύο μεγάλες τούφες από τα μαλλιά της στην γροθιά της και την αναγκάζει να κλείσει τα μάτια της από τον πόνο.
«Εξαφανίσου πριν χρειαστεί να το κάνουμε εμείς για εσένα.»
Η απειλή είναι απειλή. Η κοπέλα το έβαλε στα πόδια πριν η Μπόνι προλάβει να πει κάτι περισσότερο. Κλείνοντας και κλειδώνοντας αισθάνεται κάπως άσχημα που αφήνει μια κοπέλα στην άβολη θέση του να νιώθει απειλή για κάτι σοβαρό, με σημαντικό υπαινιγμό για την ζωή της μα έπειτα θυμάται πως είναι απλά μια προδότρα που πλήγωσε τον κλέφτη της.
Μπαίνει στο δωμάτιο και τον κοιτά που περιεργάζεται το σώμα της. Πλησιάζει εκείνη, εκείνος μένει μαγεμένος από τα ντυμένα της κάλλη. Λίγο αργότερα, η κοπέλα βρίσκεται επί γονάτου και εκείνος στον έβδομο ουρανό.
Δεν άργησα πολύ; όχι. Δεν άργησα καθόλου. Λοιπόν, ορίστε το κεφάλαιο με τις λεπίδες και τα αίματα. Οριακά ένιωθα ότι γράφω για τον Άδη αλλά ο Κλάιντ έδωσε άλλη γεύση στην όλη φάση.
Η Αριάνα δεν πρόλαβε να μπει στην ομάδα, ο Κάπτεν έμεινε με την γλυκα, ο Κλάιντ έχει τώρα 2 πληγές, η μπόνι από την άλλη το βιολί της, θέλει σε-
Τέλος πάντων-
Αυτά από εμένα. Αν έχετε κάτι να μου πείτε παρακαλώ, με την άνεση σας. Αι σμουτς γιου,
-Φέικ Σίλβερ-
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top