𝑽. Careless Whisper
Όταν ο Κλάιντ έφτασε στο μεγάλο πολυτελές σπίτι των επικεφαλών δεν είχε καταφτάσει κανένας άλλος. Ο Σίλβερ τον περίμενε στην πόρτα και μαζί οδηγήθηκαν στο μεγάλο γραφείο όπου θα μαζευτούν τελικά και τα υπόλοιπα είκοσι μέλη της ομάδας.
«Θα σχεδιάσουμε την αποστολή σήμερα.» ο σκουρομάλλη επικεφαλής κάθεται στην κορυφή του μεγάλου τραπεζιού και καλεί τον Κλάιντ να κάτσει δίπλα του χωρίς να σκέφτεται πως η θέση αυτή είναι του αδερφικού του φίλου, Λέτερ.
«Ελπίζω να έχετε κάποια ιδέα γιατί εγώ δεν έχω σκεφτεί κάτι.» νιώθει μερικές ενοχές που έχει έρθει απροετοίμαστος, αν και δεν ήξερε κάτι, μα ελπίζει η γρήγορη ανταπόκρισή του σε αλλαγές και ιδέες να τον βοηθήσει.
«Αυτά τα κανονίζουμε κυρίως οι επικεφαλείς οπότε μην αγχώνεσαι.» του χαμογελά και μοιάζει σαν να θέλει κάτι να του πει. «Ξέρεις, Κλάιντ, η Μπόνι μπορεί να γίνει δύσκολη κάποιες φορές.» συνεχίζει τελικά. Ο τόνος του είναι κάπως απολογητικός και ο νεαρός κλέφτης δεν φαίνεται να καταλαβαίνει τον λόγο.
«Δεν έχω θέμα.»
«Εχθές ελπίζω να μην σε έφερε σε δύσκολη θέση.»
Είναι έτοιμος να του απαντήσει μα πέντε από τους κλέφτες της εικοσάδας μπαίνουν στον χώρο με ενθουσιασμό για το νέο τους σχέδιο διακόπτοντας έτσι την συζήτηση μεταξύ του επικεφαλή και του νέου μέλους.
«Αν ήμουν εσύ δεν θα καθόμουν εκεί πάντως.» πετάγεται ένας από τους πέντε, ο Μπλου. Μαζί με την διπλανή του, Σκάι, χασκογελούν στην αφέλεια που δείχνει ο νεοφερμένος.
«Εγώ του είπα να καθίσει, δεν θα γίνει κάτι.»
Κανένας τους όμως δεν καθησυχάζεται με τα λόγια του επικεφαλή Σίλβερ. Όλοι είχαν παρατηρήσει πως ο Λέτερ παρουσιάζει μια αμυντική και οριακά επιθετική στάση απέναντι σε εκείνον που τόλμησε η Μπόνι να ονοματοδοτήσει.
Έτρεμε την ώρα και την στιγμή που ο παιδικός και μοναδικός του έρωτας θα δώσει το όνομά του σε κάποιον, προσευχόταν και ευελπιστούσε με όλη του την δύναμη να είναι κοπέλα. Τελικά, οι προσευχές του πήγαν στράφι και η Μπόνι έδωσε όνομα –και τι όνομα– σε εκείνον, που μοιάζει καλύτερος από όλους μα όχι αρκετά καλύτερος από την κλέφτρα (του).
Ο Λέτερ είχε βάλει στο μυαλό του πως δεν πρέπει ο καινούριος κλέφτης της ομάδας του να του κλέψει αυτό που χρόνια κυνηγούσε και που τελευταία είχε αρχίσει να ανταποδίδει στο κάλεσμά του. Πολλά φιλιά και αρκετό φλέρτ, πλέον αποζητά τουλάχιστον μια νύχτα μαζί της για να την θεωρήσει δικιά του.
Ο Κλάιντ φαντάζει τρομερό εμπόδιο που απειλεί να πάρει όσα χτίζει χρόνια τώρα. Αυτό, οι συνεργάτες τους το είχαν καταλάβει από την πρώτη μέρα που το βλέμμα του Λέτερ έπεσε με φόρα και εχθρικότητα σε εκείνο του κλέφτη την ώρα που τραβούσε την Μπόνι μαζί του στην πισίνα. Και την επόμενη φορά, όταν την σταμάτησε και την κράτησε κοντά του, τότε άναψε μέσα του και ταυτόχρονα υπογράφηκε ένας πόλεμος για τον οποίο ο Κλάιντ δεν είχε ιδέα.
Κάποιοι ακόμη κλέφτες μπαίνουν στον χώρο συμπληρώνοντας την εικοσάδα, με δύο μοναδικές ελλείψεις. Όλοι κοιτούν την γεμάτη θέση δίπλα από τον Σίλβερ που συνήθως καταλείπεται από τον ξανθό επικεφαλή και απορούν πως και άφοβα ο Κλάιντ χαμογελά σε όλους τους. Τελικά η απορία τους λύνεται όταν ο Λέτερ μπαίνει φουριόζος μέσα στην αίθουσα και έτοιμος να καθίσει στην πολυπόθητη θέση του, πέφτει σχεδόν πάνω στον νεοφερμένο.
«Λέτερ κάθισε στα δεξιά μου εσύ.» τον προλαβαίνει ο κολλητός του από ένα απότομο ξέσπασμα το οποίο τελικά έρχεται πιο έντονο από ό,τι όλοι ήλπιζαν.
«Η θέση μου δεν είναι εκεί.»
Ο Κλάιντ τον κοιτά μπερδεμένος μα απίστευτα χαλαρός ταυτόχρονα. Χαμογελάει προκαλώντας την επόμενη αντίδραση του ξανθού επικεφαλή που με ταχύτητα φτάνει μπροστά του και με την υπερβολή στις κινήσεις του πιάνει απότομα τον Κλάιντ από τον γιακά του.
Δεν ταράζεται, δεν κλείνει τα μάτια του και κοιτά διακριτικά την Μπόνι που εκείνη την ώρα μπαίνει στον μεγάλο χώρο και παρακολουθεί έκπληκτη τον Λέτερ να επιτίθεται στον νέο κλέφτη. Γελάει χαλαρός γιατί ξέρει πως στην πραγματικότητα δεν μπορεί να του κάνει τίποτα.
«Ποιος σου είπε να κάτσεις εκεί;» τον ρωτά θυμωμένα με τις λέξεις να πετάγονται αιχμηρές στο πρόσωπό του. Ο Σίλβερ είναι έτοιμος να υπερασπιστεί τον νεοφερμένο μα τον προλαβαίνει ο ίδιος.
«Απλά πήγα και κάθισα, που να ξέρω ότι είναι δικιά σου η θέση.» με ηρεμία και το χαμόγελό του ακόμη επάνω στο βλέμμα του απαντά και κάνει τον επικεφαλή να σφίξει το ύφασμα στα χέρια του λίγο παραπάνω.
«Να το φανταζόσουν, είσαι καλός σε αυτό.»
«Κάνεις έτσι για μια θέση, λες και είσαι δέκα.»
Τα λόγια του κάνουν τους πάντες να κρατήσουν την ανάσα τους, τους φαντάζει τολμηρή η απάντησή του ενώ στην πραγματικότητα λέει το αυτονόητο. «Είναι η θέση του επικεφαλή, η θέση μου!» ο Λέτερ φωνάζει απευθείας πάνω του. Το ύφος του Κλάιντ σοβαρεύει απότομα, η Μπόνι σμίγει τα φρύδια της και ο Σίλβερ σηκώνεται όρθιος καταλαβαίνοντας πως ίσως πάει μακριά αυτό.
«Επικεφαλής είσαι λόγω των ικανοτήτων σου και όχι επειδή κάθεσαι δίπλα στον Σίλβερ.» πετάει τα χέρια του Λέτερ μακριά του και φτιάχνει τον γιακά του αμέσως. «Κάτσε δίπλα του λοιπόν αν θέλεις τόσο πολύ να αποδείξεις την εξουσία σου πάνω μας.»
Προσπερνά τον παγωμένο στην θέση του ξανθό και χτυπώντας επίτηδες τον ώμο του περνάει στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού με μια άδεια θέση δίπλα από τον Μπλού που αμέσως κάνει χώρο και χαμογελώντας τον υποδέχεται. Η Μπόνι αμίλητη κάθεται στην θέση της που κανένας δεν έχει πάρει και κοιτά ανενόχλητη τον αδερφό της περιμένοντας να δοθεί σήμα για την εκκίνηση του συμβουλίου.
«Ευχή και κατάρα να σου δώσει όνομα η Μπόνι.» ψιθυρίζει ο Μπλου στον νεοφερμένος.
«Εγώ μόνο την ευχή βλέπω.» τα μπλε μάτια του διπλανού του μοιάζουν έκπληκτα.
«Δεν σε ενοχλεί αυτή η διαμάχη με τον Λέτερ;»
«Ο Λέτερ τσακώνεται μόνος του, γιατί να με ενοχλεί αυτό;» στην Σκάι που κάθεται δύο θέσεις πιο πέρα αυτή η απάντηση μοιάζει τρομερά αστεία, αφήνοντας έτσι το γέλιο της να ξεφύγει σε όλη την αίθουσα. Ο ξανθός επικεφαλής κοιτά την κοπέλα αμέσως αυστηρά και έτσι ο Κλάιντ αρπάζει την ευκαιρία και γελά μαζί της.
«Ώρα να αρχίσουμε!» φωνάζει ο Σίλβερ πριν ξεσπάσει μια δεύτερη ένταση μεταξύ τους.
Ο Κλάιντ κάθεται στην θέση του χαλαρός, η Μπόνι τον κοιτά μα δεν παίρνει πίσω κάποιο βλέμμα. Ξεφυσά και κοιτά μπροστά της για να βρει έναν ακόμη πιο εκνευρισμένο Λέτερ από πριν.
«Την επόμενη εβδομάδα γίνεται ένα μεγάλο πάρτι γενεθλίων, η κόρη του δημάρχου γιορτάζει και όλη η αφρόκρεμα της κοινωνίας θα είναι εκεί.» τα λόγια του Σίλβερ ταξιδεύουν παρέα με την απόλυτη σιωπή του χώρου αμέσως.
«Στόχος μας είναι να κλέψουμε καλεσμένους, υπαλλήλους και ιδιοκτήτη.» προσθέτει ο Λέτερ. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα το χέρι του Κλάιντ σηκώνεται ευθύς αμέσως, κάνοντας τους πάντες να κρατήσουν την ανάσα τους για ακόμη μια φορά, σκεπτόμενοι μια επικείμενη σύγκρουση, λεκτική.
«Πες Κλάιντ.» του δίνει τον λόγο η Μπόνι. Ο ξανθός την κοιτά αμέσως, τραβά το βλέμμα του γρήγορα όμως.
«Τι μας φταίει ο ιδιοκτήτης και οι υπάλληλοι; Πιθανότατα οι τελευταίοι δουλεύουν για τα βασικά. Κρίμα δεν είναι;»
Η ευαισθησία που δείχνει απέναντι σε μερικούς ανυποψίαστους εργαζόμενους κάνει τους περισσότερους να απορήσουν, ωστόσο θυμούνται γρήγορα πως ο Κλάιντ δεν απέχει αρκετά από μια καθημερινότητα που οι άλλοι είχαν αρχίσει να ξεχνούν προ πολλού.
«Έχεις δίκιο.» μουρμουρίζει ο Μπλου, κάποιοι γνέφουν δείχνοντας την υποστήριξη στον νεοφερμένο.
«Θεωρώ αχρείαστο να κλέψουμε τους υπαλλήλους.» καταλήγει.
«Εντάξει, συμφωνώ για τους υπαλλήλους. Ωστόσο για τον ιδιοκτήτη..» αφήνει μια μικρή παύση να ακολουθήσει τα λόγια του. «Πίτερ Μοντ.» λέει τελικά.
Το βλέμμα του Κλάιντ παραμορφώνεται. Σε όλους είναι γνωστό το όνομα του ανθρώπου αυτού. Μπλεγμένος σε πολλές βρωμιές, γνωστός για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και κακοπληρωτής αναμφισβήτητα.
«Αυτός είναι ο ιδιοκτήτης, αυτόν θα κλέψουμε.» λέει με θάρρος ο Σίλβερ.
«Αν μας πιάσει χαθήκαμε.» πετάγεται η Σκάι.
«Μην σε πιάνουν οι ηττοπάθειες.» απαντά σε εκείνη ο Κάπτεν, που κάθεται απέναντί της και της χαμογελά με αυτοπεποίθηση.
«Στόχος μας είναι να κλέψουμε ό,τι μπορούμε και με όποιον τρόπο γίνεται. Άλλοι θα πάτε σαν καλεσμένοι και άλλοι σαν υπάλληλοι. Ο καθένας θα κάνει κάτι διαφορετικό, ανάλογα το πόστο. Έχουμε στείλει βιογραφικά των δέκα από εσάς και μερικών από τους ογδόντα ενώ κλείσαμε θέσεις και προσκλήσεις για τους υπόλοιπους.» ο Σίλβερ δεν δίνει βάση στα λόγια γεμάτα αμφιβολία που ακούει. Εξάλλου, η Σκάι είχε πάντα αυτή την ψυχολογία και τελικά τα κατάφερνε τέλεια.
«Πως είμαστε τόσο σίγουροι πως με τα βιογραφικά θα μας προσλάβουν;» ακούγεται μια πιο σιγανή φωνή από όλες, η κοπέλα που οριακά δεν μιλάει ποτέ βγαίνει σιγά σιγά από το καβούκι της. Η Περλ κοιτά διστακτικά τα πολλά βλέμματα που πέφτουν πάνω της και επικεντρώνεται σε εκείνο που νιώθει μεγαλύτερη ασφάλεια, του Κλάιντ. Το γιατί το νιώθει βέβαια δεν το ξέρει.
«Είναι δυνατά τα βιογραφικά σας αλλά και οι φωτογραφίες που στείλαμε μαζί. Ταιριάζετε στο προφίλ του προσωπικού που δουλεύει ήδη εκεί. Μην σας αγχώνει αυτό.» ο Λέτερ πετάγεται και δίνει την εξήγηση γρήγορα. Ο Σίλβερ με ένα νεύμα επιβεβαιώνει όσα ακούει και η Μπόνι συνεχίζει να κοιτά κάτω.
«Πως θα καταφέρουμε να κλέψουμε από το μαγαζί;» ρωτά ένας άλλος, ο Πινκ. Είναι πιο νέος από τους υπόλοιπους, καλός κλέφτης μα δεν θα έλεγε κάποιος πως στροφάρει εύκολα.
Ο Κλάιντ περιμένει ανυπόμονα να ακούσει.
«Αυτό θα το συζητήσουμε όταν θα προσλάβουν όσους στείλαμε. Οι υπόλοιποι ξέρετε πώς να κλέβετε τέτοιους, δεν σας φοβάμαι.» ο Σίλβερ χαμογελά και όλοι τους, χωρίς να ξέρουν σε ποια ομάδα θα είναι τελικά, ανταποδίδουν σε αυτή την καμπύλη.
«Πάμε για εκατομμύρια, δεν νομίζω πως απλώς ένα ρολόι και μερικά κοσμήματα θα μας φτάσουν στο ποσό που στοχεύουμε.» πετάγεται ο σκουρομάλλης νέος κλέφτης κοιτώντας απευθείας τον επικεφαλή στην κορυφή του τραπεζιού.
«Στο χέρι του καθενός είναι να μαζέψει όσα περισσότερα μπορεί.» στο άκουσμα της Μπόνι όλοι σιωπούν, κάποιοι κάθονται καλύτερα στις θέσεις τους και άλλοι ξεκουράζουν το κορμί τους στην πλάτη της καρέκλας τους. Ο Κλάιντ ωστόσο σκύβει αρκετά ώστε τελικά να την κοιτά.
«Μην σκέφτεσαι τα στοιχήματα πάλι.» ακούει τον Λέτερ να γρυλίζει σχεδόν.
«Δεν τα σκεφτόμουν.» απαντά αμέσως ο –ταπεινός– κλέφτης.
«Επειδή σου βγήκε καλό μια φορά δεν σημαίνει ότι λειτουργεί πάντα.» προσθέτει ο ξανθός.
«Αλίμονο αν στηριζόμουν σε μία τεχνική μονάχα.» είναι ήρεμος, η Μπόνι ωστόσο νιώθει πως κάθε λέξη μπορεί να πυροδοτήσει μια αντίδραση που φτάνει και περισσεύει για να τσακωθούν.
«Αλίμονο αν τα στοιχήματα είναι τεχνική.»
Το ειρωνικό γέλιο του Κλάιντ κάνει την Μπόνι να σφίξει το χερούλι της καρέκλας. Αισθάνεται την καταιγίδα να πλησιάζει. «Δεν θεωρείς τα στοιχήματα τεχνική;» ρωτά επαναλαμβάνοντας τα λόγια του επικεφαλή.
«Κάθε άλλο..» ένα χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη του.
«Αν φέρνω στην ομάδα πέντε εκατομμύρια με κάτι τόσο απλό, κάτι που δεν είναι καν τεχνική, φαντάσου πόσα θα φέρω όταν θα χρησιμοποιήσω μία.» κλείνει το μάτι του με μια ακόμη «νίκη» στο όνομά του. Η Μπόνι χαμογελά εμφανώς, κοιτά τον Κλάιντ περήφανη για την απάντησή του και ύστερα γυρίζει το βλέμμα της στον Λέτερ που την κοιτά εξαγριωμένος.
Σταματά τον εαυτό του αμέσως από το να την ρωτήσει γιατί γελά και περιμένει ο Σίλβερ να μιλήσει ξανά, ο οποίος μένει σιωπηλός βλέποντας τον Κλάιντ έτοιμο να μιλήσει.
«Όλοι θα πληρώνουν με κάρτες και κάποια θα είναι ήδη προπληρωμένα, ίσως θα χρειαστούμε κάποιον που θα μπορέσει να μεταφέρει τα λεφτά από τον λογαριασμό του ιδιοκτήτη, σε αυτόν της ομάδας. Αναγκαίο είναι να αλλάξουμε και τον λογαριασμό προορισμού, ό,τι πληρώνουν να έρχεται σε κάποιον άλλον λογαριασμό, δικό μας.» λέει δυνατά την σκέψη του, ο Σίλβερ σημειώνει, ο Λέτερ προσπαθεί να τον αγνοήσει και η μπόνι θαυμάζει εσωστρεφώς την δυναμικότητα του.
«Αν μας καταλάβουν την βάψαμε..» μιλάει ξανά η απαισιόδοξη Σκάι.
«Μπορούμε να το κάνουμε φανερά. Έξυπνοι είμαστε, μπορούμε να αποπροσανατολίσουμε τον ιδιοκτήτη και τον υπεύθυνο.» ο Κάπτεν διαβάζει κατά γράμμα την σκέψη του Κλάιντ ο οποίος του κλείνει το μάτι άμεσα.
«Έτσι θα αποφύγουμε και την παρέμβαση κάποιου τρίτου, εκτός ομάδας.» καταλήγει ο σκουρομάλλης κλέφτης. Ο Κάπτεν σηκώνεται από την θέση του και τον καλεί σε μια ειδική χειραψία. Ο Λέτερ, κοιτώντας τον να μπαίνει για τα καλά στην ομάδα φορτώνει.
«Η έγκριση δεν έχει δοθεί ακόμη από εμάς.» μουρμουρίζει.
«Δόθηκε μόλις.» πετάγεται η Μπόνι και κατακεραυνώνει τον επικεφαλή με το βλέμμα της. «Έτσι θα γίνει, αναλαμβάνει ο πιο ευέλικτος.»
Το θέμα έκλεισε εκεί, με την εντολή της κλέφτρας να βάζει τα πάντα στην θέση τους και κυρίως τον Λέτερ.
«Συνεχίζουμε με το σχέδιο;» ρωτά ο αδερφός της ειρηνικά, όλοι γνέφουν με την ένταση σιγά σιγά να υποχωρεί.
.......................
«Κλάιντ έχεις κανονίσει κάτι;» ρωτά από την άλλη άκρη του δωματίου ο Κάπτεν και όλοι σταματούν να μαζεύουν τα πράγματά τους για να κοιτάξουν τον γεροδεμένο «Καπετάνιο».
«Όχι, είμαι ελεύθερος και όλος δικός σου!» απαντά με πονηρό βλέμμα κάνοντας (σχεδόν) τους πάντες να γελάσουν με την ψυχή τους.
«Θέλετε να πάμε για καμία μπύρα, να γνωρίσουμε και τον Κλάιντ;» πλέον η ερώτηση απευθύνεται σε όλα τα μέλη που βρίσκονται γύρω από το μεγάλο τραπέζι. Οι περισσότεροι χαμογελούν και αμέσως δέχονται.
«Που θα πάμε;» ρωτά ο Πινκ.
«Πάμε στης Τζένα;» προτείνει ο Σίλβερ. Όλοι χαμογελούν ευχαριστημένοι.
«Σε δέκα λεπτά τα λέμε στο μαγαζί, πείτε της ότι θα είμαστε όλοι.» ο Σίλβερ κοιτά τον Κάπτεν με νόημα, εμπιστεύεται εκείνον αρκετά μάλλον.
Ο Κλάιντ σηκώνεται από την θέση του και περπατά με προορισμό την Μπόνι, έτοιμος να την πάρει και να φύγουν μαζί προς το μαγαζί αλλά όπως υποπτεύθηκε, ο Λέτερ τον προλαβαίνει. Λίγο πριν ο νεαρός κλέφτης την πλησιάσει, ο Λέτερ έχει φτάσει ήδη κοντά της και αρπάζοντάς την από τον καρπό έντονα, φωνάζει αρκετά για να το ακούσουν όλοι. «Μπόνι θα έρθεις μαζί μου!»
Δεν εμφανίζει αντίρρηση, αδιάφορα τον ακολουθεί όμως τινάζει το χέρι του από το δικό της απρόθυμα. «Μην αγχώνεσαι, θα έρθω.»
Θα μπορούσε άνετα να αρνηθεί εάν το ήθελε μα δεν επιθυμούσε άλλες διαμάχες και τσακωμούς, έντονα βλέμματα και άγριες λέξεις. Δεν της αρέσει που ο Λέτερ γίνεται κτητικός απέναντί της όμως καταλαβαίνει πως ένιωθε απειλή από τον Κλάιντ. Εκείνος, όμως, φαίνεται να μην δίνει σημασία, κάτι που τελικά δεν ισχύει.
Ήθελε την Μπόνι στο αμάξι του, ήθελε ο Λέτερ να συνοφρυωθεί με αυτό. Τελικά όμως κατέληξε και δέχτηκε αυτή την έκβαση. Είναι μια διαδρομή με το αμάξι, υπενθυμίζει στον εαυτό του, δεν θα χάσει το μυαλό του για κάτι τόσο μικρό. Δεν υπήρχε λόγος άλλωστε.
Φτάνουν στο μαγαζάκι που ο Σίλβερ τον είχε πάει την πρώτη μέρα που τον γνώρισε και νιώθει μια απότομη ανακούφιση να τον κατακλύζει. Ένα γνώριμο περιβάλλον είναι πάντα προτιμότερο.
Παρκάρει το αμάξι του ακριβώς απέναντι από την μεγάλη πόρτα και μαζί με τους υπόλοιπους που μόλις είχαν φτάσει προχωρά στο εσωτερικό με τα εύθυμα γέλια τους να γεμίζουν τον χώρο.
Η γυναίκα που είχε γνωρίσει και τότε αγκαλιάζει όσους την πλησιάζουν, άλλους τους αφήνει ρουφηχτά φιλιά και άλλους τους ψευτομαλώνει. «Που είναι το καινούριο το παιδί καλέ;» ρωτά φωναχτά κάνοντας τους πάντες να γυρίσουν στο μέρος του Κλάιντ, δείχνοντας ταυτόχρονα τον δρόμο για εκείνον.
«Καλέ σε ξέρω εσένα!» αναφωνεί και με μεγάλες δρασκελιές τον φτάνει με ανοιχτά χέρια, έτοιμα για μια σφιχτή αγκαλιά. «Καλώς ήρθες στο μαγαζάκι μου και επίσημα παιδί μου, πως σε λένε;» Το χαμόγελό της είναι ειλικρινές και μεταδοτικό, ο σκουρομάλλης νεοφερμένος της το ανταποδίδει αμέσως.
«Με λένε Κλάιντ.»
«Ποιος σου το έδωσε τούτο το όνομα αγόρι μου;» είναι οι συνηθισμένες της ερωτήσεις, με κάθε καινούρια είσοδο στην ομάδα μαθαίνει τα μελλοντικά ζευγάρια και τις πιθανές φιλίες.
«Η Μπόνι.» Η μεγάλη καμπύλη σβήνει από το πρόσωπό της γρήγορα μα επανέρχεται αμέσως όταν η Μπόνι και οι δύο ακόμη επικεφαλείς μπαίνουν μαζί στο μικρό μαγαζάκι.
«Τιμή και καμάρι να σε βαφτίζει το κορίτσι μας..» του ψιθυρίζει και του χτυπά την πλάτη εγκάρδια. Ο Κλάιντ δεν απαντά τίποτα, την αγκαλιάζει μια τελευταία φορά πριν καθίσει τελικά στο τεράστιο τραπέζι με τους καναπέδες και τις καρέκλες για να χωρέσουν όλοι.
Επιλέγει μια από τις καρέκλες, αφήνοντας χώρο στους υπόλοιπους να απολαύσουν τον μεγάλο καναπέ. Ο Σίλβερ κάθεται απέναντί του και με του χαμογελά αμέσως. Δίπλα του ο Λέτερ ψάχνει την Μπόνι με τα μάτια του να σκανάρουν τον χώρο δίπλα από τον νέο κλέφτη αλλά και στο υπόλοιπο μαγαζί.
Όταν τα γκρι της μαλλιά εμφανίζονται στο οπτικό του πεδίο χαμογελά αμέσως, ένα χαμόγελο που σβήνει αμέσως μόλις κάθεται στην άδεια θέση δίπλα από τον Κλάιντ και με μία δική του κίνηση κολλά τις δύο θέσεις μεταξύ τους.
Τους βλέπει να ψιθυρίζουν κάτι ο ένας στον άλλον, το τερατάκι της ζήλειας τον γδέρνει και δεν μπορεί να κρατήσει αρκετή ώρα ακόμη τον εαυτό του. Ο φίλος του Σίλβερ κρατά τον καρπό του με τεράστια δύναμη, τον συντονίζει στην δική του φωνή και τελικά τον αναγκάζει να τον κοιτάξει.
«Μην τσακωθείς, πάλι.»
Ο ξανθός επικεφαλής γνέφει αμέσως και προσπαθεί να επικεντρωθεί σε κάτι άλλο από αυτούς τους δύο. Το μικρό στραβό χαμόγελο στα χείλη του Κλάιντ ωστόσο τον φορτώνει, σιγά σιγά και σταθερά.
«Μην του δίνεις σημασία.» του ψιθυρίζει η Μπόνι νομίζοντας πως η υπομονή του τελειώνει γρήγορα και τα άγρια βλέμματα του Λέτερ, τώρα και πριν, τον νευριάζουν.
«Δεν έχω καταλάβει τι ζόρι τραβάει μαζί μου, καλός κλέφτης είμαι.» της εξομολογείται την απορία του ενώ στην πραγματικότητα απλώς θέλει να μάθει κάποια πράγματα περισσότερα.
«Απλώς μην του αντιμιλάς.»
«Αυτό δεν γίνεται, αν μου την λέει θα ανταποδίδω.»
Η Μπόνι κλείνει τα μάτια της αμέσως και κάπως απογοητευμένη που ο νεαρός κλέφτης είναι τολμηρός και θρασύς. Της αρέσει μα δεν θεωρεί αυτά τα δύο χαρακτηριστικά του σαν προσόντα την δεδομένη χρονική στιγμή.
«Ίσως έπρεπε να είχες μιλήσει μαζί του πριν μου δώσεις όνομα.» της ψιθυρίζει με νόημα και το χαμόγελο στο πρόσωπό του να υπάρχει αχνά. Η γκριζομάλλα τον κοιτά με το φρύδι της ανασηκωμένο και με τα μάτια της να τον κοιτούν σοβαρά πια.
«Είναι δικό μου θέμα το ποιον θα ονοματοδοτήσω.» του ξεκαθαρίζει.
«Δεν αντιλέγω.» της απαντά αμέσως.
«Ωραία.»
Γυρίζει το βλέμμα της ευθεία και κοιτά τον αδερφό της αδιάφορα. Ο Λέτερ δίπλα του ζητά το βλέμμα της μα δεν του το δίνει.
Την άβολη σιωπή που επικρατεί την σπάει ο Κάπτεν, εκείνος που είχε και την ιδέα να μαζευτούν όλοι εδώ.
«Κλάιντ, πες μας κάτι για εσένα!» προτείνει και όλοι γνέφουν χαμογελώντας και συμφωνώντας με τον συνάδερφό τους. Οι μπύρες έφτασαν την ώρα που ο Κλάιντ είναι έτοιμος να μιλήσει και η Τζένα αφήνει μπροστά του ένα μεγάλο ποτήρι, για το καλωσόρισμα.
«Άσπρο πάτο;» ρωτά ο Κάπτεν με ένα εξίσου μεγάλο ποτήρι καθώς του κλείνει το μάτι.
«Όλο αυτό;»
«Γιατί, σου φαίνεται πολύ;» πετάγεται ο Μπλού.
«Οδηγώ.» ξεκινά και κοιτά την Μπόνι, που δεν τον κοιτά καθόλου. «Αλλά ας το πιούμε κούπα.» συνεχίζει τραβώντας ό,τι βλέμμα δεν είχε τραβήξει από πριν.
«Κλάιντ μη.» τον προειδοποιεί η γκριζομάλλα όμως εκείνος δεν την ακούει.
Ο Κάπτεν, ο Σίλβερ και εκείνος –που είχαν τα μεγάλα ποτήρια– σηκώνουν το ποτήρι τους ψηλά και ύστερα από το τσούγκρισμα αλλά και το άσπρο πάτο που ειπώθηκε συγχρόνως και από τους τρείς, ξεκινούν να πίνουν το κριθαρένιο ποτό με θέληση και ανταγωνισμό. Ο Σίλβερ, πιο ήρεμος από τους άλλους δύο, αφήνει το μεγάλο ποτήρι στο τραπέζι χωρίς να έχει φτάσει στην μέση ακόμη. Ο Κάπτεν γελάει δυνατά και ο Κλάιντ προσπαθεί περισσότερο να κερδίσει.
Όταν όμως ο Κάπτεν τελειώνει και φωνάζει πως έφτασε στον πάτο καταλαβαίνει πως σε αυτό το παιχνίδι ο γεροδεμένος άνδρας είναι καλύτερος. Δεν αφήνει ωστόσο μισοτελειωμένο το ποτήρι, πίνει και την τελευταία γουλιά πριν φιλήσει τον πάτο του γυαλιού αποδεικνύοντας έτσι πως τελείωσε κι εκείνος.
«Μην σε κουβαλάμε.» ακούγεται η Περλ, χαμογελώντας στον Κλάιντ.
«Έχω κρεβάτι πάντως εδώ!» φωνάζει πίσω από την μπάρα η Τζένα και ο νεαρός κλέφτης γυρίζει αμέσως για να της κλείσει το μάτι, ευχαριστώντας την για την πρόταση.
«Στην χειρότερη θα περπατήσω.»
«Όχι, η χειρότερη είναι να σε πάει ο Κάπτεν με το δικό του αμάξι.» η Σκάι σπεύδει να κατηγορήσει τον φίλο της για τις περιορισμένες οδηγικές του ικανότητες.
«Αχ μην μου το θυμίζεις αυτό...» μουρμουρίζει ο Σίλβερ και η Μπόνι δίπλα του γελά στην ενθύμηση κάποιας αποστολής, απομονώνει τον ήχο αυτό έτσι σπάνιος που είναι και έπειτα κοιτά τις συσπάσεις στο πρόσωπό της. Κουνά το κεφάλι του και επικεντρώνεται αλλού, όπως να κοιτά τους πάντες που πειράζουν και χαμογελούν στον Κάπτεν και περιμένει κάποιος να του εξηγήσει. Η Περλ είναι έτοιμη να το κάνει αλλά η φωνή της Μπόνι επικαλύπτει την δική της, στρέφοντας όλων την προσοχή προς το μέρος της.
«Ο Κάπτεν την είχε δει Πολ Γουόλκερ σε μία από τις αποστολές.»
Το βλέμμα του ζητά περισσότερη επεξήγηση από αυτή που μόλις του έδωσε και εκείνη ήταν έτοιμη να του το δώσει, μέχρι που με μια ακόμη ανάμνηση ξεκαρδίζεται πάλι στα γέλια.
«Προς υπεράσπισή μου, προσπαθούσα να χωρίσω το ζευγαράκι από πίσω.» πετάγεται αμέσως ο Κάπτεν δείχνοντας τον Λέτερ, που κοκκίνησε και την Μπόνι που αδιαφόρησε εντελώς.
«Είχε τρέξει σχεδόν μισό χιλιόμετρο με τα τακούνια, προσπαθούσα να την ηρεμήσω.» παίρνει τον λόγο ο ξανθός επικεφαλής.
«Εσύ έτσι ηρεμείς τον κόσμο; Με χούφτωμα;» αντιγυρίζει αμέσως και εκείνος γελά.
«Αποφόρτιζε τους μύες της!» η ειρωνεία στην φωνή του Κλάιντ γίνεται αντιληπτή μόνο από μερικούς που μαζί με τους υπόλοιπους γέλασαν αρκετά στο σχόλιο του, ακόμη και ο Λέτερ.
«Να γινόταν μασέρ τότε.» πετάγεται ο Πινκ.
«Μόνο με την Μπόνι θα δουλεύει η τεχνική του.» αφήνει ένα ακόμη σχόλιο ο νέος κλέφτης ενισχύοντας το πείραγμα και κάνοντας τον Λέτερ να χαμογελάσει και να φουσκώσει. Η Μπόνι δεν μιλά καθόλου, μόνο χαμογελά.
«Εμένα γιατί δεν μου κάνεις κανένα μασάζ;» το παράπονο του Σίλβερ κάνει τους πάντες να γελάσουν με την ψυχή τους, γεμίζοντας το μαγαζί της Τζένα από εύθυμους ήχους.
«Γιατί δεν χρειάζονται οι δικοί σου οι μύες χαλάρωση.» του απαντά ο αδερφικός του φίλος.
«Θέλουν, πιάσε!» βάζει το χέρι του φίλου του στο μπούτι του και αναγκάζει να χαϊδέψει, κάνοντας τους πάντες να αφήσουν πιο δυνατά χαχανητά.
«Έχω δει τσόντα να ξεκινάει έτσι.» τα μάτια του Κάπτεν δακρύζουν στο εύστοχο σχόλιο του Κλάιντ, ο Μπλου χτυπιέται ολόκληρος, η Σκάι τραντάζεται ολόκληρη και η Μπόνι προσπαθεί να συγκρατήσει τον εαυτό της από το να γελάσει όπως ποτέ άλλοτε.
«Μην γελάτε εσείς οι δύο, εσείς κάνετε χειρότερα!» απευθυνόμενος στον Μπλου και την Σκάι, ο Σίλβερ μεταφέρει όλη την προσοχή σε αυτούς τους δύο. Ο Κλάιντ ευχαριστιέται αυτό που συμβαίνει και δεν παραλείπει να το δείξει με εκφράσεις και χειρονομίες.
«Μην γελάς Κλάιντ, οι χειρότεροι είναι ο Λέτερ και η Μπόνι!» η προσοχή στρέφεται στους δύο επικεφαλείς ξανά.
«Το φαντάζομαι.» σχολιάζει στην διπλανή του η οποία του στέλνει άμεσα ένα έντονο βλέμμα που εννοείται δεν τον κάνει να πτοηθεί. Ο Λέτερ χαμογελά στα σχόλια που ακούει, νομίζει ότι έτσι μαρκάρει την περιοχή που είναι τόσο κοντά στο να κατακτήσει.
«Κλάιντ σταμάτα το.» του ψιθυρίζει μα δεν την ακούει αρκετά καθαρά, σκύβει λοιπόν κοντά της αναγκάζοντάς την να μυρίσει το άρωμά του που σε μεγάλες ποσότητες φτάνει σε εκείνη. «Λέω, σταμάτα το.»
«Δεν το έχω αρχίσει εγώ για να το σταματήσω κιόλας.» απαντά σιγανά, με τις φωνές των υπόλοιπων που συνεχίζουν το αστείο να μην τον αφήνουν να ακουστεί στον ξανθό άνδρα του οποίου το βλέμμα έχει κλειδώσει στα χείλη τους. Η κλέφτρα ξεκινά στην αδιαφορία που της δείχνει με την απουσία απάντησης και ξεκουράζει το σώμα της στην πλάτη της καρέκλας.
«Τρως παντόφλα Λέτερ;» ρωτά ο Κάπτεν και όλοι φαίνεται να θέλουν να μάθουν.
«Στοιχηματίζω πως ναι.» μιλά πρώτος ο Μπλου.
«Σίγουρα!» πετάγεται ο Κλάιντ.
«Έρχεται και εσένα η ώρα σου, μην γελάς!» πετάει ο Κάπτεν και όλοι τους, εκτός από τον Λέτερ, γελούν με την φαντασία τους να φτάνει στο άμεσο μέλλον, όταν ο Κλάιντ κάνει κάτι που η Μπόνι δεν θέλει.
«Αν κρίνω από το πώς σε κοιτάει, η παντόφλα είναι πολύ κοντά..» ο Μπλοκ μιλάει για πρώτη φορά με θάρρος για την Μπόνι.
«Μην δίνετε σημασία, είναι κάπως τσιτωμένη.» την δικαιολογεί ο Κλάιντ και περνώντας το χέρι του γύρω από τους ώμους της, την φέρνει πάνω του ενισχύοντας τα νεύρα της και το τσίτωμα της.
«Άσε με Κλάιντ.» του σφυρίζει και εκείνος αμέσως την απελευθερώνει από το κράτημά του.
«Μήπως ήρθε η ώρα να δοκιμάσεις και τις δικές μου ικανότητες στο μασάζ;» της λέει αρκετά δυνατά για να το ακούσει ο Λέτερ αλλά και για να ησυχάσουν αμέσως. Η κλέφτρα τον κοιτά με το ανασηκωμένο της φρύδι περιμένοντας να δει τι έχεις το μυαλό του.
«Ναι ναι, ήρθε η ώρα. Σήκω Μπόνι!» δεν την τραβά καθόλου, την αφήνει να αποφασίσει μόνη της για το τι θα κάνει όσο εκείνος αφήνει κάποια χαρτονομίσματα στο τραπέζι και κλείνει την καρέκλα κάτω από το τραπέζι.
Η γκριζομάλλα χαμογελά πονηρά, με ένα πράγμα μονάχα στο μυαλό της, και φτάνει γρήγορα στο πλάι του χωρίς να πληρώνει, το έκανε εκείνος εξάλλου για εκείνη.
«Να μας πεις εντυπώσεις Μπόνι!» φωνάζει ο Κάπτεν εύθυμα μα δέχεται το έξαλλο βλέμμα του Λέτερ.
«Να μας πεις ποιος είναι καλύτερος μασέρ.» προσθέτει ο Μπλου που δεν φοβάται καθόλου τον εκνευρισμό του επικεφαλή, μάλιστα αδιαφορεί για το κατακεραύνωμα του.
«Δεν θα παραλείψει.» με λίγη δύναμη στο κάτω μέρος της μέσης της την σπρώχνει απαλά προς την έξοδο, φορώντας στους γυμνούς της ώμους το δερμάτινό του.
Περπατούν χαλαρά προς την μεγάλη πόρτα αδιαφορώντας για τα βλέμματα των υπολοίπων. Ο Λέτερ είναι κατακόκκινος και έτοιμος να τους ακολουθήσει, έτοιμος να κάνει κακό στον Κλάιντ, μα ο φίλος του Σίλβερ φροντίζει να τον καθίσει άμεσα κάτω.
«Αν σε θέλει, σε εσένα θα γυρίσει.» του ψιθυρίζει.
«Για να γυρίσει θα πρέπει να έχει φύγει από εμένα. Το θέμα είναι ότι δεν έφτασε ποτέ.»
Και είναι η αλήθεια. Πέρα από μερικά μικρά πράγματα που είχαν ανταλλάξει μεταξύ τους δεν υπήρχε τίποτε που να υποδηλώνει το ενδιαφέρον της για εκείνον. Η Μπόνι φλέρταρε όποιον μπορούσε, εκμεταλλευόταν την αδυναμία που της έτρεφε προς όφελός της. Μόνο που τώρα η Μπόνι αδιαφορεί για τον ξανθό κλέφτη κι αυτό τον σκοτώνει.
Κάθεται τελικά στην θέση του αποκαμωμένος. Τι θα κάνουν;
Ο Κλάιντ οδηγεί σιωπηλός στους δρόμους της πόλης με προορισμό την μεγάλη έπαυλη. Σκέφτεται τι να της πει, δεν ήθελε να την φέρει σε δύσκολη θέση προηγουμένως. Τελικά, όμως, μιλάει εκείνη.
«Σε ευχαριστώ που φύγαμε.»
«Αν ήξερα ότι δεν σου άρεσε εκεί θα το έκανα νωρίτερα.»
«Απλά κάθε φορά φτάνουμε σε εμένα και τον Λέτερ, δεν το αντέχω άλλο.» του εξομολογείται και σχεδόν τον πιάνει προς εκπλήξεως. Ο κλέφτης νομίζει μέχρι και τώρα πως η κλέφτρα «ανήκει» στον ξανθό επικεφαλή. Η γκριζομάλλα αποκωδικοποιεί το βλέμμα του άμεσα. «Με τον Λέτερ δεν έχουμε κάτι, δεν είμαστε ζευγάρι.» του εξηγεί.
«Δε φαίνεται αυτό.»
Δεν του απαντά, απολαμβάνει το δερμάτινο κάθισμά της και γυρνώντας λίγο το κεφάλι της, μένει να τον κοιτά. Μέχρι το πρώτο φανάρι, δεν ανταπέδιδε στο βλέμμα της. Από την στιγμή όμως που το αμάξι σταμάτησε, την κοίταξε αμέσως.
«Θα με βοηθήσεις σε κάτι;» την ρωτά.
«Σε ό,τι θέλεις.» απαντά αμέσως εκείνη.
«Θα με βοηθήσεις να βρω σπίτι;»
Η Μπόνι χαμογελά στην απλή χάρη που της ζητά. Γνέφει αμέσως και με ένα χάδι στο χέρι του Κλάιντ, επιβεβαιώνει ότι θα κάνει οτιδήποτε της ζητήσει.
Γιατί πλέον είναι ένα, υπάρχουν ο ένας για τον άλλον.
Συγγνώμη για την καθυστέρηση απλά τώρα ξεκινά το "ζουμί" και ελπίζω πως θα έχουμε πιο συχνά κεφάλαια από και πέρα (μπορεί να είναι και ψέμα αυτό, θα δείξει).
Στα δικά μας, πως σας φάνηκε; Θέλω μια γνώμη, μια άποψη, μια επιθυμία, μια παραγγελιά βρε αδερφέ, ότι σας απασχολεί...
Αυτά από εμένα.
-Φέικ Σίλβερ-
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top