40. What Happened That Night
Όζαρκς, Καναδάς
Αρχές Φθινοπώρου, 2.019 μ.Χ.
Πρώτη νύχτα της επιστροφής των Μπλάκγουελ στο Όζαρκς
Όταν μόνο τελειώσει η καταιγίδα μαθαίνουμε ποιος ήταν ο δυνατός κι επιβίωσε... Και αυτή η καταιγίδα που είχε ξεκινήσει εκείνη την νύχτα στο μικρό, ομιχλώδες Όζαρκς ήταν η αρχή όλων όσων θα συνέβαιναν στις δυο οικογένειες τις ιστορίας μας.
Το ίδιο βράδυ που η Φρέγια Μπλάκγουελ στέκονταν ανήσυχη μπροστά στο μακρόστενο παράθυρο με θέα την μαυριδερή άβυσσο του ελατόδασους με μια λεπτή κουβέρτα ριγμένη στην πλάτη της, για να την ζεσταίνει, η Άζρα Τζάκσον θα είχε να αντιμετωπίσει το σκοτάδι στην μπριού όπου δούλευε και τα μάτια που την παρακολουθούσαν, ενώ στην συνέχεια έπρεπε να διασχίσει τον δρόμο για το σπίτι της μες την βροχή τρέχοντας από το φόβο έντρομη μην την προλάβουν οι εφιάλτες της και την αιχμαλωτίσουν αλλά και μήπως ο σβηστός φανοστάτης στην άκρη του πεζοδρομίου αποκάλυπτε κάτι τρομερό...
[...]
Μια διάφανη κουρτίνα βροχής είχε πέσει εκείνη την φθινοπωρινή νύχτα πάνω στο Όζαρκς. Το νερό δεν σταματούσε να κυλά από τα ουράνια και κατάβρεχε κάθε πιθαμή της μικρής τους πόλης. Οι κεραυνοί χάραζαν αλλόκοτα σχήματα στον νυχτερινό ουρανό, χαρίζοντας φως στο σκοτάδι που είχε απλωθεί.
Την ίδια στιγμή που μια παρέα βρικολάκων έτρεχε κυνηγώντας το θήραμά τους σε μια βρεγμένη γωνιά του βαθυπράσινου δάσους, ένα εκκωφαντικό μπουμπουνητό έσχισε τον αέρα κουφαίνοντας κάθε τι ζωντανό. Το θύμα των βρικολάκων, μια άμοιρη άτυχη κοπέλα γύρω στα είκοσι, έχασε την ανάσα της μόλις άκουσε τον δυνατό ήχο που έφτασε στην γη από τον ουρανό.
Τα πόδια της έτρεμαν τόσο πολύ από τον τρόμο που βίωνε εδώ κι ώρα από την θανατηφόρα καταδίωξή της, με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να κάνει άλλο βήμα χωρίς να τρέμει. Η βροχή την είχε λούσει από την κορφή ως τα νύχια κάνοντάς την να παγώνει. Ένιωθε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν σιγά σιγά, παρόλο που το ένστικτο της επιβίωσης της έλεγε να συνεχίσει να τρέχει προς το άγνωστο. Ο δυνατός άνεμος και η βροχή έγδερναν το απαλό λευκό δέρμα της.
Έκανε την ύστατη προσπάθεια να κρυφτεί πίσω από κάποιους πυκνούς θάμνους, αλλά άδικα, αφού τα πλάσματα της νύχτας την είχαν ήδη μυριστεί. Δεν τους ξέφευγε τίποτα. Οι μεταφυσικές δυνάμεις που κατείχαν τους καθιστούσαν επικίνδυνα αρπακτικά. Με τις ικανότητες που είχαν ως βρικόλακες λοιπόν, έτρεξαν σαν τον άνεμο φτάνοντας ως την μικρή κρυψώνα της νεαρής κοπέλας -που έκλαιγε γοερά εδώ και ώρα- και στάθηκαν ακριβώς απέναντί της ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα του Κυνηγιού τους. Τα μαύρα μάτια τους στοίχειωσαν τα δικά της, που γρήγορα έκλεισαν από τον τρόμο.
Η φωνές της όλο και δυνάμωναν, όσο οι βρικόλακες την πλησίαζαν με το δολοφονικό τους βλέμμα να της προκαλεί ταχυκαρδία, ένιωθε πως η καρδιά της θα πεταχτεί από το στήθος της με όλο αυτό που ζούσε. Ακόμα ένα βήμα και η παρέα των τριών βρικολάκων είχε πέσει ολοκληρωτικά πάνω στην νεαρή κοπέλα. Κάρφωσαν αμέσως τους κυνόδοντές τους στο γυμνό της λαιμό, απολαμβάνοντας την πιο ένοχη και απαγορευμένη απόλαυσή τους... Το ανθρώπινο αίμα. Οι φωνές και τα παρακάλια της νεαρής δεν έκαναν καμία διαφορά στην ήδη προδιαγεγραμμένη κατάληξή της. Το μαγνητικό βλέμμα των βρικολάκων δεν της επέτρεψε να κινηθεί ούτε εκατοστό, αφού την σαγήνεψαν με μια μόνο ματιά και με δυο κουβέντες. Τώρα, δεν είχαν σκοπό να την αφήσουν μέχρι να ρουφήξουν όλο της το φρέσκο αίμα.
Μόλις κατάλαβε ότι ο χρόνος της τελείωνε τσίριξε τόσο δυνατά που η κραυγή της ταξίδεψε σε ολόκληρο το δάσος. Λέγανε πως το δάσος του Όζαρκς τρέφονταν από τον φόβο των θυμάτων του, πως αν έστηνες αυτί ένα ήσυχο βράδυ θα άκουγες χιλιάδες φωνές να ζητάνε έλεος. Είχαν χαθεί χιλιάδες ψυχές ανάμεσα σε αυτά τα δέντρα κι εκείνο το βράδυ θα χάνονταν ακόμα μια, αφού οι ασυγκράτητοι νεαροί βρικόλακες της Ακαδημίας του Μπλε Ρόδου δεν μπόρεσαν να ελέγξουν τις βράδυνες ορέξεις τους και βγήκαν για αιφνίδιο κυνήγι.
Την νύχτα της μεγάλης καταιγίδας, που είχε αναγκάσει όλους τους πολίτες να μείνουν στο σπίτι τους, ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ βρίσκονταν επίσης στο δάσος των κραυγών και άκουγε από μια ακτίνα κάμποσων μέτρων μακριά τα ουρλιαχτά αγωνίας αυτής της κοπέλας. Η καρδιά του σφίχτηκε και αμέσως μετά πήρε μια βαθιά ανάσα για να συνεχίσει, διότι το έργο του δεν ήταν καθόλου εύκολο. Λυπόταν βαθιά που δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να την βοηθήσει. Αλλά αν τολμούσε να πλησιάσει τα αρπακτικά που την κατασπάραζαν, θα έκαναν το ίδιο και σε εκείνον κι αυτό τον σταματούσε από το να την αναζητήσει...
Δεν παρέκκλινε στιγμή από την πορεία του λοιπόν. Εκείνη την νύχτα έπρεπε να επισκεφτεί την μυστική Ακαδημία του Μπλε Ρόδου, στα έγκατα του τρομακτικού δάσους του Όζαρκς. Όσο πιο βαθιά προχωρούσες, τόσο πιο επικίνδυνο γινόταν. Ο Τζάρεντ δεν είχε πάει ποτέ στην Ακαδημία και δεν ήξερε που βρίσκονταν. Όμως έπρεπε να πάει εκείνη την πρώτη του νύχτα στο Όζαρκς, γιατί τον είχαν καλέσει πίσω.
Στην πορεία του για να φτάσει, τα δέντρα τον προστάτευαν από την καταιγίδα, αλλά ταυτόχρονα μεγιστοποιούσαν τον κίνδυνο του να χτυπηθεί από μια αστραπή.
Για να εντοπίσει την τοποθεσία της Ακαδημίας χρησιμοποίησε ένα σκοτεινό αντικείμενο, εμποτισμένο με μαύρη μαγεία. Ήταν μια πυξίδα που είχε πάρει στα κρυφά από το οπλοστάσιο της φατρίας των αρχαίων οικογενειών της πόλη τους, πριν πολλά πολλά χρόνια και την είχε από τότε στην κατοχή του -από τα χρόνια που ήταν ακόμα παιδί και ζούσε μαζί με την οικογένειά του στο Όζαρκς. Επισκεπτόταν συχνά τις σπηλιές στους πρόποδες του Βερμόντ, όπου βρίσκονταν τα καταφύγια των Κυνηγών, και ήξερε καλά τι είχαν κρυμμένο. Έτσι, με την βοήθεια της μαγικής πυξίδας, που φανέρωνε σε όποιον την κρατούσε την κατεύθυνση που οδηγούσε στην πιο βαθιά του επιθυμία, έφτασε γρήγορα έξω από τα τοίχοι της Ακαδημίας. Η δύναμη της επιθυμίας του ήταν τόσο βαθιά τελικά, που η πυξίδα δεν τον απογοήτευσε.
Παρόλο που είχε την πυξίδα τόσα χρόνια δεν μπορούσε να την ενεργοποιήσει. Απαιτούσε μια ειδική τελετουργία προκειμένου να ξεκινήσει να δουλεύει. Για αυτό και τόσα χρόνια, δεν την χρησιμοποιούσε... Έψαχνε με μανία παντού από εκείνη την στιγμή, που βρέθηκε στα χέρια του για πρώτη φορά, κάποιον που να γνώριζε από αυτά τα πράγματα. Κι όταν τον βρήκε, του έφτιαξε την πυξίδα. Μόλις ήταν έτοιμη, περίμενε την στιγμή που θα τον καλούσαν πίσω από την μυστική Ακαδημία. Είχε στραφεί σε εκείνους, πριν αφήσει το Όζαρκς, ζητώντας βοήθεια στο να διαγράψουν την μνήμη της Φρέγια αλλά και να την απαλλάξουν από το κακό που είχε μέσα της. Αλλά μόνο το πρώτο κομμάτι πέτυχε.
Τώρα η Ακαδημία τον είχε καλέσει πίσω.
Είχαν συμφωνήσει πως θα τον καλούσαν μόνο όταν έβρισκαν απαντήσεις στα αναπάντητα ερωτήματα που είχε ο Τζάρεντ για την Φρέγια αλλά κι όταν θα έβρισκαν την λύση για να τον βοηθήσουν. Έτσι, ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ, άφησε την μεγαλούπολη όπου διέμενε, πήρε την γυναίκα και την κόρη του κι επέστρεψαν στο Όζαρκς. Τώρα είχε την πυξίδα και θα πήγαινε επιτέλους στην μυστική Ακαδημία του Όζαρκς, όπου πίστευε πως θα άκουγε επιτέλους την λύση στο μεγάλο του πρόβλημα, στο πως θα βοηθήσει την κόρη του!
Έλειπε χρόνια από το Όζαρκς, θέλοντας να κρατήσει την κόρη του μακριά από την Άζρα Τζάκσον και την επιρροή της, αλλά τα χρόνια περνούσαν και η κατάρα που έρεε στις φλέβες της Φρέγια συνέχισε να υπάρχει σιωπηλά, σαν ψίθυρος... Έτσι ήλπιζε η Ακαδημία να τον βοηθήσει να άρει την Κατάρα αυτή, πριν πραγματοποιηθεί.
Είχε δει τα πρώτα σημάδια ήδη πως η κόρη τους συνδέονταν με την κατάρα που ακολουθούσε την οικογένεια αιώνες τώρα -αλλά δεν εμφανιζόταν, μέχρι τώρα... Ο Τζάρεντ είχε βρει, επίσης κάποτε, μια φωτογραφία που έπεσε στα χέρια του όσο διεύθυνε το Τμήμα με το Αρχείο του Όζαρκς στο παρελθόν. Εκεί απεικονίζονταν μια όμορφη νεαρή κοπέλα στην ηλικία της κόρης του, που ήταν ίδια η Φρέγια. Ποια ήταν αυτή; Έπρεπε να μάθει! Είχε ακουστά για έναν θρύλο, αυτόν των Αυθεντικών Βρικολάκων, και γρήγορα έκανε την σύνδεση... Η κατάρα που τους ακολουθούσε ήταν αυτός ο θρύλος;
Κινήθηκε αθόρυβα μέσα στην φασαρία της καταιγίδας και χάραξε ευθεία πορεία προς το επιβλητικό κτίσμα της αρχαίας Ακαδημίας, διασχίζοντας την μακρόστενη αυλή με το πέτρινο μονοπάτι της. Μόλις έφτασε στις κορυφή από της μαρμάρινες σκάλες, του επιβλητικού κτιρίου με την γοτθική αρχιτεκτονική, έσπρωξε την βαριά πόρτα και πέρασε στο εσωτερικό της.
Η βροχή σταμάτησε να πέφτει πάνω του και επιτέλους η βαβούρα του χαλασμού που επικρατούσε έξω, σώπασε να του τρυπάει τα αφτιά. Τα μάτια του όμως τον πρόδωσαν... Δεν έβλεπε τίποτα! Όχι μόνο από το σκότος που επικρατούσε στο εσωτερικό της ψηλοτάβανης αίθουσας, αλλά επειδή δεν υπήρχε τίποτα απολύτως εκεί μέσα μπροστά στα μάτια του. Έμοιαζε σαν να είχε εγκαταλειφθεί εδώ και αιώνες, με ιστούς και κατεστραμμένους τοίχους. Τα τρομακτικά αγάλματα, με σκοτεινό ύφος ήταν μερικά τους μισογκρεμισμένα και οι πέτρες τους είχαν κυλίσει μακριά από τις βάσεις τους.
Ο άνδρας βάδισε κρατώντας την ανάσα του στον κενό σκοτεινό διάδρομο. Το μόνο που είχε στο μυαλό του ήταν το να βρει αυτόν που τον είχε καλέσει πίσω στο Όζαρκς, με εκείνο το μαγικό ξόρκι που μετέφερε ένα μηνύματα μέσω της φωτιάς. Ο Τζάρεντ δεν πίστευε στα μάτια εκείνο το βροχερό πρωινό όταν κοίταξε στις στάχτες από το τζάκι και αντίκρισε ένα φάκελο διπλωμένο προσεκτικά και πάνω το οικόσημο, με το μπλε ρόδο.
Τώρα που δεν ήταν κανείς εκεί τι υποτίθεται πως θα έκανε;
Όμως μάντεψε γιατί δεν έβλεπε τίποτα γύρω του... Μάλλον ήταν όλα αόρατα σε εκείνον. Κι αυτό ακριβώς συνέβαινε στην πραγματικότητα. Ο Τζάρεντ ήταν καλά διαβασμένος και το κατάλαβε γρήγορα, ήξερε ότι τα Ινστιτούτα των σκοτεινών πλασμάτων δεν έμεναν απροστάτευτα... Όλα ήταν καλυμμένα με ένα ξόρκι, όπου καθιστούσε κάθε τι αόρατο στα μάτια ενός θνητού που θα καταπατούσε τον ιερό χώρο τους.
«Είναι κανείς εδώ; Ξέρω πως είστε εδώ! Χρειάζομαι την βοήθειά σας, με καλέσατε!» Φώναξε ο άνδρας που τόλμησε να περάσει τα τοίχοι της Ακαδημίας του Όζαρκς, μια νύχτα σαν κι αυτή. Ο Τζάρεντ δεν έλαβε καμία απάντηση, για λίγο νόμιζε πως θα τρελαινόταν. Δεν παράτησε την μεγαλούπολη για να επιστρέψει σε αυτήν την επικίνδυνη πόλη χωρίς να κάνει αυτό για το οποίο ήρθε! «Είμαι ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ!» Φώναξε ξανά, αλλά αυτήν την φορά, με τις ελπίδες του να μειώνονται. Η απελπισία ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του.
Έξω η καταιγίδα συνέχιζε, με έναν μανιασμένο αέρα να κατακλύζει την γύρω περιοχή. Αυτό ήταν και το μόνο που άκουγε ο Τζάρεντ... Ο ήχος της μεγάλης καταιγίδας. Ένας άξαφνος θόρυβος ακούστηκε και του προκάλεσε αμέσως ταχυκαρδία. Κάποιος βρίσκονταν κοντά του!
«Ήρθα πίσω στο Όζαρκς! Επέστρεψε γιατί είδα τα σημάδια που μου στέλνατε, τα μηνύματα! Τα είδα, δεν μπορεί να έκανα λάθος!» Είπε με τρεμάμενη φωνή, ενώ έκανε πισωβήματα. Τα μάτια του περιπλανιόταν στο απειλητικό έρεβος. Η ανάσα του τρεμόπαιζε σαν ένα κερί που έκαιγε κόντρα στον άνεμο.
Τα λεπτά περνούσε και απάντηση παρόλα αυτά δεν λάμβανε... Μέχρι που μια γοητευτική γυναίκα έκανε την εμφάνισή της μέσα από το βαθύ σκοτάδι. «Τζάρεντ...» Είπε σταθερά, προκαλώντας την προσοχή του. Το μακρύ σκούρο φόρεμά της, σέρνονταν πίσω της σαν αφρός της θάλασσας. Τα χαρακτηριστικά της ήταν ακόμα βυθισμένα στο σκότος της αίθουσας, όμως σύντομα το φως του φεγγαριού θα έπεφτε πάνω στο πρόσωπό της και θα αποκάλυπτε την ταυτότητα της με το επόμενο βήμα της.
Ο άνδρας, που η καρδιά του χτυπούσε τόσο δυνατά, γύρισε προς την γυναίκα που εμφανίστηκε. Μόλις την αντίκρισε αμέσως την αναγνώρισε, το φεγγάρι φώτισε την άγνωστη φιγούρα. «Κριστίν! Εσύ είσαι;» Είπε πιο ήρεμα από πριν, ήθελε να βεβαιωθεί... Είχαν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τότε που έφυγε από αυτή την πόλη, δεν ήταν σίγουρος εάν ήταν πράγματι αυτή. «Επέστρεψα, βρήκατε την λύση σε αυτό που σας ζήτησα; Είδα τα σημάδια που έστειλες και το γράμμα. Αμέσως κατάλαβα πως μπορούσα να επιστρέψω στο Όζαρκς.» Την ρώτησε με αγωνία αμέσως αυτό που ήθελε να μάθει και ύστερα την πλησίασε σιγά σιγά.
«Πράγματι σου έστειλα μερικά σημάδια, τα πρόσεξες λοιπόν. Διάβασες το γράμμα μου Τζάρεντ; Δεν ήταν τελικά και τόσο εύκολη όσο φαίνονταν η λύση που μας ζήτησες...» Είπε και τον κοίταξε αινιγματικά.
«Τι εννοείς; Τι συμβαίνει αυτό;»
«Σημαίνει ότι ακόμα δεν καταλαβαίνουμε τι είναι αυτό που υπάρχει στην κόρη σου. Είναι κάτι αρχαίο, κάτι που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε... Δεν έχουμε ξανασυναντήσει κάτι τέτοιο στο DNA κανενός.»
«Τότε γιατί μου στείλατε αυτά τα σημάδια; Γιατί με καλέσατε πίσω στο Όζαρκς αφού δεν είχατε την απάντηση;» Το βλέμμα του άρχισε να αγριεύει και ο άνδρας σιγά σιγά έδειχνε να χάνει την ψυχραιμία του νωρίτερα από ότι θα περίμενε κανείς. «Είχαμε μια συμφωνία. Ήρθα με το δείγμα αίματος της Φρέγια και το DNA της κι εσείς θα το ελέγχατε. Μου είπες όμως ότι είναι πολύ επικίνδυνο να παραμείνει στο Όζαρκς, επειδή υπήρχε αυτή η παράξενη επιρροή που ασκούσε πάνω στην Άζρα Τζάκσον και...» Φώναξε αλλά κατάφερε στο τέλος να συγκρατήσει τον εαυτό του. Στο τέλος μεν, αλλά το έκανε. Η Κριστίν τον κοίταξε όπως μια δασκάλα κοιτά τους μαθητές της μόλις κάνουν κάτι κακό. Από την άλλη πλευρά ο Τζάρεντ πήρε μια βαθιά ανάσα και ύστερα, αφού είδε το βλέμμα της, ανταπέδωσε με εχθρικότητα.
«Τζάρεντ... Άσχημα πράγματα γίνονται όταν τα βάζεις με την μοίρα...» Το πρόσωπο της Κριστίν Ρέιβενκροφτ σοβάρεψε. Προκάλεσε περιέργεια στον άνδρα που στέκονταν ανήσυχος απέναντί της και μετέφερε κλίμα αβεβαιότητας.
«Τι σημαίνει πάλι αυτό; Πες μου γιατί με φέρατε πίσω στο Όζαρκς!»
«Πρέπει να συμφιλιωθείς με την κατάρα και να αποδεχθείς το γεγονός ότι ίσως και να μην καταφέρεις να την ελέγξεις.» Τον προειδοποίησε, όμως εκείνος θύμωσε παραπάνω. «Σοτ ζήτησα να επιστρέψεις διότι, μετά από μια ιδέα που είχα, εντόπισα κάτι κοινό. Υπήρχε κάτι στο αίμα της κόρης σου που υπήρχε και σε ένα άλλο δείγμα που είχαμε αναλύσει μετά από μερικά χρόνια που έφυγες από το Όζαρκς.» Αποκάλυψε η διευθύντρια της Ακαδημίας, που είχε μια γαλήνια φωνή. Απέπνεε σιγουριά για κάθε την άποψή της και για την στάση της.
«Ποιανού ήταν το αίμα;» Βάδισε ένα βήμα προς τα εμπρός από παρόρμηση. «Πες μου, Κριστίν!»
«Το αίμα της Φρέγια Μπλάκγουελ ταυτίστηκε με το αίμα της Άζρα Τζάκσον. Γιατί δεν μας το είχες πει Τζάρεντ;»
Το βλέμμα του Τζάρεντ πάγωσε. Δεν μπορεί! Δεν έβγαλε άχνα. Τα άκρα του πάγωσαν. Αποκαλύφθηκε στην Κριστίν κάτι ακόμα που ο Τζάρεντ προσπαθεί να κρατήσει κρυφό από όλους, από την πρώτη μέρα που η Φρέγια γεννήθηκε υπό το φως της Πανσέληνου.
Άζρα Τζάκσον... Πόσα χρόνια είχε να ακούσει αυτό το όνομα ο Τζάρεντ; Ακόμα και μετά από χρόνια, πάλι οι δρόμοι τους συναντιόντουσαν με τον ερχομό του πίσω στην πόλη.
«Κι αυτό δεν είναι αυτό το μόνο ενδιαφέρον εύρημά μας.» Δήλωσε ξέροντας πολύ καλά τι σήμαινε αυτό. «Τι άλλο μου κρύβεις Τζάρεντ;» Τον κοίταξε περίεργη να μάθει κάθε σκοτεινό μυστικό του. Αντιλήφθηκε πως ο Τζάρεντ ήταν τελικά ένα πιο πολύπλοκο πλάσμα από ότι νόμιζε.
«Δεν σου ζήτησα να κάνεις αυτό! Δεν είπα ποτέ να βρεις κάτι τέτοιο! Σου ζήτησα να βρεις τι ακριβώς επίδραση έχει η κατάρα στη Φρέγια!» Οι φωνές του γέμισαν ξανά τον σκοτεινό άδειο χώρο της αχανής αίθουσας. Ήθελε να μάθει εάν η κατάρα της οικογένειάς του ήταν πραγματική. Ενώ μέχρι στιγμής όλα έδειχναν πως είναι, έπρεπε όμως να βεβαιωθεί κι από τους επιστήμονες της Ακαδημίας.
«Η Φρέγια δεν είναι φυσιολογική, κάτι κρύβεται μέσα της και σύντομα θα ξυπνήσει. Αν θες να δεις τι είναι αυτό, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να περιμένεις να το ξυπνήσει η Άζρα Τζάκσον!» Τα λόγια της Κριστίν Ρέιβενκροφτ, της διευθύντριας της Ακαδημίας του Μπλε Ρόδου, ηχούσαν στα αφτιά του Τζάρεντ προκαλώντας του τρόμο.
Δεν υπήρχε περίπτωση να επέτρεπε στην Άζρα Τζάκσον να πλησιάσει ξανά την κόρη του!
«Το πράγμα έγινε όλο και πιο ενδιαφέρον όταν συγκρίναμε τα DNA τους. Θέλεις να ξέρεις τι βρήκαμε στην Άζρα;» Τον προκάλεσε η Κριστίν.
«Μπορώ να μαντέψω...» Ξεφύσιξε ο άνδρας, αποστρέφοντας για λίγο το βλέμμα του στα ψηφιδωτά παράθυρα που βρίσκονταν κατά μήκος των ψηλών τοίχων, σε μια προσπάθειά του να ηρεμίσει τον εαυτό του. Τα νερό της βροχής είχε κατακλύσει την επιφάνειά τους, ενώ που και που στιγμιαίες λάμψεις εισέρχονταν από τα λεπτά τζάμια, κάθε φορά που μια αστραπή εμφανίζονταν στον ορίζοντα. Το σκηνικό ήταν αποκαλυπτικό.
«Σου δίνω μια μόνο ευκαιρία επειδή νομίζω θα το βρεις με την πρώτη.» Η Κριστίν αναζήτησε το πρόσωπο του Τζάρεντ ανάμεσα στις σκιές.
«Σκοτάδι.» Απάντησε με σιγουριά ο Τζάρεντ και κοίταξε στα μάτια την γυναίκα που στέκονταν απέναντί του.
«Ακριβώς. Το αίμα της και το DNA της δεν μας είπαν τίποτα ακριβώς. Ήταν σαν κάτι σκοτεινό να μπλόκαρε την αλήθεια, λες και είχαμε το μισό κομμάτι της μόνο. Το μόνο που βρήκανε οι γενετιστές ήταν σκοτάδι όμοιο με αυτό που έχουν όλα τα πλάσματα της Ακαδημίας αλλά και κάτι ακόμα που δεν ξέραμε τι είναι στην αρχή. Αυτό, ταυτίστηκε με την Φρέγια.»
Οι αποκαλύψεις της Κριστίν άφηναν τον Τζάρεντ άφωνο κάθε φορά που του έλεγε κάτι. Όμως εκείνη είχε συμφιλιωθεί με την ιδέα αυτή... Η Άζρα Τζάκσον ήταν ένα μυστήριο σε συνδυασμό με την Φρέγια Μπλάκγουελ. Ήταν ένα πρόβλημα οι δυο τους, για δυνατούς λύτες!
«Δεν καταλαβαίνω... Δεν μπορέσατε να βρείτε τίποτα σε καμία από τις δυο δηλαδή.» Ο Τζάρεντ έδειχνε μπερδεμένος. Ο Τζάρεντ μετά σιώπησε. Το βλέμμα του σκοτείνιασε και χάθηκε για λίγο στις αδιάκοπες σκέψεις του.
Η Κριστίν δεν ήξερε τι να περιμένει από τον Τζάρεντ. Είχε ένα σχέδιο όμως, καθώς είχε ανακαλύψει κι ήξερε πια πολύ καλά την πραγματική «σχέση» των δυο κοριτσιών, που της έκρυψε ο Τζάρεντ. Τώρα η Κριστίν φοβόταν πολύ πως όσο επικίνδυνη πίστευε ο Τζάρεντ πως είναι η Άζρα, τόσο επικίνδυνη είναι στην πραγματικότητα και η Φρέγια!
«Άσε την δύναμη που έχει μέσα της η Άζρα να ξυπνήσει και μαζί με την δική της, θα βγάλει στο φως και την αλήθεια για την Φρέγια!» Πρότεινε η Κριστίν που ήθελε να γνωρίσει τι δύναμη κρύβουν τα δυο κορίτσια, αλλά ο Τζάρεντ αυτό δεν μπορούσε να το δεχθεί.
Δεν θα άφηνε την Άζρα να ξαναπληγώσει την Φρέγια όπως παλιά! Έφυγαν για να την προστατεύσει, έκανε όπως του είπαν από την Ακαδημία, για να μην πάθει κακό το παιδί του.
«Επίσης, τώρα που επέστρεψες, σου έχω μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση για συνεργασία.»
«Είμαι πάντα ανοιχτός σε ενδιαφέρον προτάσεις, το ξέρεις πολύ καλά αυτό.» Το ύφος του Τζάρεντ άλλαξε.
«Πρέπει να παραδεχτώ ότι έχεις αποδειχθεί χρήσιμος, για μας... Για την Ακαδημία μας.» Τον βεβαίωσε.
Το αλαζονικό βλέμμα του έκανε την εμφάνισή του. «Τι θέλεις να μου προτείνεις λοιπόν;»
«Κάτι που σου είχα πει πολύ πριν φύγεις από το Όζαρκς. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους νομίζω που επέλεξες να γυρίσεις στο Όζαρκς ξανά κι εσύ ο ίδιος, ανάμεσα σε άλλους...» Αναφέρθηκε στην επιθυμία που είχε παλιότερα ο ισχυρός άνδρας, να διεκδικήσει την δημαρχία της πόλης.
Ο Κριστίν είχε σκεφτεί μια συνεργασία για τους δυο τους. Αυτή θα διεύθυνε την Ακαδημία του Όζαρκς κι ο Τζάρεντ θα διοικούσε την πόλη. Οι Δήμαρχοι του Όζαρκς πάντα ήταν από τις φατρίες των Κυνηγών, από την απαρχή αυτής της πόλης. Το Όζαρκς πάντα διοικούνταν από Κυνηγούς. Όμως ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ, αν και Κυνηγός, είχε αποδείξει στην Κριστίν ότι δεν ήθελε το κακό των σκοτεινών πλασμάτων, αλλά την συνεργασία τους για την επίτευξη κοινών στόχων.
Η Κριστίν είπε στον Μπλάκγουελ, εκείνο το βράδυ, το σχέδιό της με κάθε λεπτομέρεια κι ο άνδρας άκουσε ότι είχε να του πει η διευθύντρια της Ακαδημίας του Μπλε Ρόδου. Στο τέλος είχανε μια συμφωνία. Ο Τζάρεντ θα διεκδικούσε την δημαρχία, ενώ η Κριστίν αυτό που είχε να κάνει θα ήταν κάτι που έκανε χρόνια τώρα... Θα κρατούσε τα πλάσματα της Ακαδημίας πίσω από τα ψηλά της τοίχοι, δεν θα άφηνε κανέναν να τριγυρνά τα βράδια και να επιτίθεται στους κατοίκους του Όζαρκς. Μπορεί να φαίνονταν απλό και πως μόνο ο Τζάρεντ είχε να κερδίσει κάτι, αλλά τα πράγματα δεν ήταν έτσι όπως φαίνονταν. Η Κριστίν ήταν πολυμήχανη και συμφερτοντολόγος που δεν άφηνε τίποτα στην τύχη.
«Και τι θα κερδίσεις εσύ κάνοντάς με δήμαρχο;» Ο Τζάρεντ αναρωτήθηκε, αφού κι αυτός δεν ήταν ανόητος, έφτανε την Κριστίν στην σκέψη.
«Μόλις γίνεις δήμαρχος θα γίνει μια ακόμα συμφωνία μεταξύ μας!» Τα μάτια τις έλαμψαν από φιλοδοξία. «Για αρχή, θα μου φέρεις την Άζρα Τζάκσον.»
«Τι θέλεις την Άζρα;» Έδειχνε μπερδεμένος. Που το πήγαινε η Κριστίν;
«Θέλω να της κάνω κι άλλα τεστ. Θέλω να μάθω τι κρύβεται στην Άζρα. Κάτι μου λέει πως η ιστορία της είναι πολύ ενδιαφέρουσα!»
«Και με την Φρέγια τι θα γίνει;» Δεν δίστασε στιγμή να ρωτήσει καθώς το κύριο μέλημά του ήταν να προστατεύσει την κόρη του. «Θέλω να μου υποσχεθείς ότι η κόρη μου και η γυναίκα μου θα είναι ασφαλείς όποιο σκοπό κι αν έχεις βάλει στον νου σου!» Απαίτησε με πυγμή. Ο Τζάρεντ ήξερε να προστατεύει αυτούς που αγαπά και να παλεύει για αυτό που ήθελε να πετύχει.
«Σου υπόσχομαι ότι θα προστατεύσω την Φρέγια και την γυναίκα σου φυσικά. Θα είναι το κύριο μέλημά μου, και οι δυο τους, αρκεί να συμφωνήσεις στο επόμενο που θα σου πω!» Η Κριστίν έφτασε στο σημείο που ήθελε εδώ και ώρα. Αυτό που πρόκειται να ζητούσε, ήταν κάτι που εδώ και χρόνια προσπαθούσε να διασφαλίσει για την Ακαδημία... Και αυτό ήταν η ελευθερία τους!
«Πες μου.»
«Ως δήμαρχος και ως Κυνηγός θα κρατήσεις μακριά τους Κυνηγούς του Όζαρκς και θα επιτρέψεις στα πλάσματα της Ακαδημίας να μπορούν να έρχονται στην πόλη. Ζούμε χρόνια πίσω από τα τοίχοι, μακριά από τον κόσμο, αποκομμένοι από την ζωή που τρέχει εκεί έξω. Νομίζω ήρθε το τέλος αυτής της εποχής. Δεν μπορώ να κρατήσω κι άλλο φυλακισμένους τους δικούς μου!» Αποκάλυψε προκαλώντας στον Τζάρεντ μεγάλο δίλημμα.
«Και πως μπορώ να είμαι σίγουρος ότι οι βρικόλακες, οι μάγοι και οι λυκάνθρωποι δεν θα προκαλούν το χάος στην πόλη μου;» Έθεσε αμέσως το ερώτημά του, επιδεικνύοντας παράλληλα από τώρα την κτητικότητά του.
«Στην πόλη σου;» Η Κριστίν, γέλασε αμέσως με την φιλόδοξη στάση του θνητού. «Έγινε ήδη η πόλη σου Τζάρεντ;»
«Εάν πρόκειται να είμαι δήμαρχος, ναι θα είναι η πόλη μου!»
«Ας είναι λοιπόν, αλλά όχι ολόκληρη. Δεν θα είναι μόνο δική σου. Θα είναι δική μας.» Η Κριστίν Ρέιβενκροφτ δεν ήταν ποτέ πιο σοβαρή. Η τελευταία της πρόταση, γέμισε τον χώρο κάνοντάς την να ανατριχιάσει. Η στιγμή πλησίαζε, εάν ο Τζάρεντ ακολουθούσε το πλάνο, τα πλάσματα των σκιών δεν θα ήταν απομονωμένα στα βάθη του δάσους, αφού ο Τζάρεντ σύμφωνα με συμφωνία που θα έκαναν θα έπρεπε να συγκρατήσει τους Κυνηγούς.
Η Κριστίν στράφηκε στον Τζάρεντ που μόλις συνειδητοποίησε ότι θα μοιράζονταν την εξουσία μαζί της, έδειχνε σαν να έπεφτε από τα σύννεφα. Προφανώς και δεν συμφωνούσε. Αλλά τι να έκανε εκείνη την στιγμή; Βρίσκονταν σε εχθρική περιοχή.
Η Κριστίν όμως δεν δίστασε να του το κάνει ακόμα πιο ξεκάθαρο... «Εσύ θα διοικείς θνητούς κι εγώ τους αθάνατους!»
«Εντάξει Κριστίν.» Κατάπιε την υπερηφάνεια του. Συμφώνησε παρόλο που φοβόταν για το τι έκβαση θα είχε μια συμφωνία σαν κι αυτή. Δεν ήταν βέβαιος αν θα συνεργάζονταν η άλλη πλευρά. Πως μπορούσε να το εξασφαλίσει αυτό; Οι σκέψεις του είχαν πάρει φωτιά. «Όμως αν οι κατάσταση ξεφύγει και δεν υπακούν οι λυκάνθρωποι, οι βρικόλακες και οι μάγισσες, τότε θα πρέπει να πάρω τις αποφάσεις μου. Πρέπει να τους συγκρατήσεις κι εσύ!» Ο Τζάρεντ πίστευε στην πλήρη αποτυχία αυτής της συμφωνίας ήδη.
«Θα τηρήσω την δική μου πλευρά της συμφωνία μας, αν τηρήσεις κι εσύ την δική σου.» Τον κοίταξε με αψυχολόγητο βλέμμα.
«Αν χρειαστείς βοήθεια στο να γίνεις δήμαρχος του Όζαρκς, μην διστάσεις να ζητήσεις την βοήθειά μου. Θα βοηθήσουμε με όποιον τρόπο μας ζητήσεις. Είμαστε σύμμαχοι!» Του τόνισε. Ήθελε να καταστήσει ξεκάθαρο πως είναι πρόθυμη να βοηθήσει. Όμως θα βοηθούσε τον Τζάρεντ πραγματικά ή απλά εξυπηρετούσε το δικό της συμφέρον;
«Κι εγώ να είσαι σίγουρος πως θα κάνω τα πάντα, προκειμένου να βοηθήσουμε την Φρέγια!» Είπε στο τέλος για να του δώσει ένα παραπάνω κίνητρο, τον κοίταξε στα μάτια και τον βεβαίωσε για την συμβολή της. «Αντίο Τζάρεντ και καλή σου τύχη!»
Η διευθύντρια της Ακαδημίας εξαφανίστηκε στο σκοτάδι και ο Τζάρεντ είχε μείνει ξανά μόνος του με την συνείδησή του, στο άδειο ψηλοτάβανο κτίριο. Η φωνή της Κριστίν Ρέιβενκροφτ εξανεμίστηκε...
Ο άνδρας περπάτησε αργά ανάμεσα στο σκοτάδι αναλογιζόμενος αν πήρε την σωστή απόφαση. Πριν προλάβει να κάνει κάποιο βήμα, άκουσε φωνές, απόκοσμους ψιθύρους να έρχονται από το σκοτάδι. Οι φωνές έψελναν μαγικά ξόρκια στην σκοτεινή Ακαδημία του Μπλε Ρόδου. Ο Τζάρεντ έμεινε αποσβολωμένος και μαγεμένος από το κλίμα που είχε δημιουργηθεί εκείνη την στιγμή. Ο ήχος της δυνατής βροχής και των αστραπών που έσκαγαν σαν βόμβες στον ορίζοντα του Όζαρκς σε συνδυασμό με αυτούς τους ανατριχιαστικούς θορύβους δημιουργούσαν μια σκοταδιστική ατμόσφαιρα που έκαναν τον άνδρα να ανατριχιάσει. Η γοτθική αρχιτεκτονική της Ακαδημίας είχε τυλιχθεί με τις σκιές και η εικόνα του έκοβε την ανάσα. Ένιωθε ακόμα και το βλέμμα από τα αγάλματα να ζωντανεύει και να τον ελέγχουν. Δεν τον ήθελαν άλλο πια εκεί. Έπρεπε να φύγει.
Μετά από λίγα λεπτά, όταν οι φωνές κόπασαν, ο Τζάρεντ βγήκε έξω από την προστασία που του πρόσφεραν τα ψηλά τοίχοι του υπερφυσικού Ινστιτούτου. Το βροχερό τοπίο αμέσως τον καλωσόρισε. Κλείνοντας την πόρτα πίσω του, μια δυνατή αστραπή έκανε την νύχτα μέρα και μετά από αυτό τα φώτα της πόλη έκλεισαν. Η φωτεινή πλευρά που σηματοδοτούσε την παρουσία μιας πόλης, πλέον είχε βυθιστεί κι αυτή στο σκοτάδι...
Ο Τζάρεντ περίμενε να ακούσει και την δυνατή βοή που συνόδευε την αστραπή. Μόλις το μπουμπουνητό έφτασε στην γη, η καρδιά του ξέφυγε από το κανονικό και σφυροκόπησε σε τρελούς ρυθμούς! Η βοή ήταν τόσο δυνατή που άφησε ένα ελαφρύ σφύριγμα στα αφτιά του, το οποίο του έκανε παρέα για αρκετή ώρα όσο περπατούσε ανάμεσα σε ψηλά έλατα.
Το κρύο και το νερό που έπεφτε με ορμή πάνω του, τον ανάγκασαν να αγκαλιάσει τον εαυτό του για να προστατευθεί. Έγειρε και το πρόσωπό του προς το έδαφος, ώστε να βλέπει που βαδίζει.
Όσο προχωρούσε μακριά από την Ακαδημία του Όζαρκς, ένιωθε πως κάποιος τον ακολουθούσε και η αγωνία του σκαρφάλωσε στην ράχη του, κάνοντάς τον να θέλει να τρέξει γρηγορότερα ως τον δρόμο όπου είχε αφήσει το αυτοκίνητό του.
Από αύριο είχε να κάνει τα σχέδιά του και να ξεκινήσει να τα εφαρμόζει το συντομότερο. Τελικά, το πρόσχημα που χρησιμοποίησε, όλα όσα είπε στην οικογένειά του περί ενασχόλησης με τα πολιτικά στο Όζαρκς, στην προσπάθειά του να τις γυρίσει πίσω στην πόλη, θα γίνονταν και πράξη. Μια νέα εποχή επρόκειτο να ξεκινούσε για την μικρή Καναδέζικη πόλη μόλις ο ήλιος θα ανέτελλε... Και ένα νέο κεφάλαιο της ιστορίας μας θα ξεκινούσε με μια συνάντηση.
[...]
Κι ενώ η καταιγίδα έδειχνε πως θα έφτανε στο τέλος της, μετά από αυτήν ακολούθησαν κι άλλες πολλές. Άλλες ήταν πιο σιγανές κι άλλες πιο ισχυρές... Η ιστορία θα συνεχίζονται, στο σημείο όπου την αφήσαμε έναν μήνα μετά... Στο Γκαλά των Μπλάκγουελ, όπου θα γίνονταν η μεγάλη ανακοίνωση από την δήμαρχο του Όζαρκς, Μόνα Σινκλαίρ, -η οποία είχε καταστρώσει κι εκείνη τα δικά της σχέδια, ενάντιας στον Μπλάκγουελ- κι από την άλλη υπήρχαν τα σχέδια του Τζάρεντ αλλά και της Κριστίν. Η καταιγίδα αυτή, θα ήταν η μεγαλύτερη... Και μόνο στο τέλος της θα ξέρουμε ποιος ήταν τελικά ο ποιο δυνατός, γιατί εκείνος μόνο θα επιβιώσει.
⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top