30. The Wicked Ones
Οι μάγισσες είναι γνωστές για το σκοτάδι που φέρνει η ύπαρξή τους. Η μαγεία προσελκύει το σκοτάδι, γι' αυτό και το Όζαρκς ήταν πάντα τόσο σκοτεινό. Ειδικά τα δάση του· αυτός είναι κι ο λόγος που τα αποκαλούν μαύρα δάση.
Όπου υπάρχει μαγεία, υπάρχει και σκοτάδι.
Οι μάγισσες του Όζαρκς γλύτωσαν τα ολοκαυτώματα του Μεσαίωνα για αυτό κι όσες γενιές επιβίωσαν τα δύσκολα εκείνα χρόνια, τώρα ήταν πιο δυνατές από ποτέ. Κουβαλούσαν πολύ πόνο μέσα τους, έτσι έσπερναν τρόμο και διχάζαν. Οι μάγισσες όμως, όχι μόνο του Όζαρκς, είναι γνωστές επίσης για το ότι ζητούν εκδίκηση, και για να ικανοποιηθούν πρέπει να είναι με... αίμα.
Εκείνο το βράδυ τρεις μάγισσες, η Ντόρκας, η Τζόζι και η Σελίν Νάιτ, γνωστές ως οι ορφανές τρίδυμες μάγισσες της Ακαδημίας του Όζαρκς, είχαν βάλει σκοπό να πάρουν εκδίκηση! Ήταν από τις πιο δυνατές μάγισσες της Ακαδημίας κι άκρως γοητευτικές καθώς είχαν την ικανότητα να σε ξελογιάσουν μόνο με ένα βλέμμα. Χαρακτηριστικό τους ήταν το ότι δρούσαν πάντα μαζί, ήταν ορφανές άλλωστε, για αυτό τις λέγανε και Νάιτ -οποιοσδήποτε ορφανός μάγος ή μάγισσα ονομάζονταν Νάιτ, έτσι πήραν κι εκείνες αυτό το επίθετο. Είχαν μόνο η μια την άλλη και μαζί ήταν πιο δυνατές, παρά ως μονάδες. Μερικοί λέγανε ότι έχουν δύναμη μόνο όταν είναι και οι τρεις μαζί, αλλά αυτό δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί αφού ήταν συνεχώς μαζί...
Η ώρα περνούσε. Πήγε δυο το βράδυ και δεν είχαν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους οι τρίδυμες. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί τις περίμεναν, να δουν τι είδους μαγικής διαστροφής θα έκαναν αυτή την φορά.
Η φωτιά που έκαιγε δίπλα στην Φρέγια ξαφνικά φούντωσε. Γύρισε έντρομη και την αντίκρισε να υψώνεται, φτάνοντας τα πιο ψηλά φύλα των δέντρων που τους περιέκλυζαν. Η κόκκινη φλόγα τρεμοπαίζει σε έξαλλο ρυθμό κάνοντας ένα παιχνίδι με τον αέρα. Η κοπέλα ανήσυχη γύρισε στα αριστερά της και αντάλλαξε ένα τρομαγμένο βλέμμα με την Άντρεα. «Εσύ το έκανες αυτό;» Την ρώτησε στραβοκαταπίνοντας.
«Όχι.» Είπε και πήγε να κοιτάξει γύρω της. Περπατώντας κατά μήκος της απόστασης αντιλήφθηκε πως όλα τα βαρέλια είχαν γίνει από μια πύρινη κόλαση. Οι φωτιές είχαν αγριέψει. Αμέσως κατάλαβε τι σήμαινε αυτό. «Πρόσεχε Φρέγια!» Είπε όταν η φωτιά απέκτησε αυτονομία και κινήθηκε σαν μια πύρινη γλώσσα που είχε σκοπό να γλύψει την νεαρή Μπλάκγουελ από την κορφή ως τα νύχια. Η Άντρεα έτρεξε εγκαίρως δίπλα της και την τράβηξε προς το μέρος της. Αμέσως μετά η φωτιά εξαπλώθηκε κι αν βρίσκονταν ακόμα εκεί η νεαρή Μπλάκγουελ, θα είχε γίνει ψητή.
Γρήγορα το πάρτι μετατράπηκε σε μια επικίνδυνη πίστα επιβίωσης. Οι φωτιές δεν αστειευόταν, είχαν πάρει τον έλεγχο και εξαπέλυαν τις σπίθες τους χωρίς να επηρεάζουν παρόλα αυτά τίποτα και κανέναν. Έμοιαζαν πολύ τρομακτικές κι επικίνδυνες στα μάτια όλων αλλά δεν προκάλεσαν κακό σε κανέναν προς το παρόν. Ήταν μια επίδειξη των Νάιτ;
Όλοι έτρεχαν σαν παλαβοί προκειμένου να γλυτώσουν και να μην καούν. Μερικοί μάγοι χρησιμοποίησαν την δύναμή τους, ώστε να καλυφτούν σε ένα αόρατο κέλυφος αλλά η τρέλα που κυριαρχούσε εκείνη την στιγμή δεν καθιστούσε δυνατόν να σκεφτεί κανείς λογικά έτσι ώστε να κάνει την σωστή κίνηση.
Η Φρέγια δεν πίστευε στα μάτια της! Είχα χάσει τον έλεγχο του σώματός της, καθώς είχε παραλύσει από τον πανικό. Ευτυχώς για εκείνη, η Άντρεα έδρασε γρήγορα. Την τράβηξε από το μπράτσο και την πήρε όσο πιο μακριά μπορούσε από τις φωτιές. Όμως, τα βαρέλια βρίσκονταν διάσπαρτα σε όλον τον χώρο που γίνονταν το πάρτι κι έτσι ήταν αρκετά ριψοκίνδυνο το να διασχίσουν αυτή την απόσταση.
«Καλύψου Φρέγια!» Την επαγρύπνησε κρατώντας την σε εγρήγορση. «Ignis clausa!» Είπε η Άντρεα διατάσσοντας την φωτιά να σβήσει, αλλά δεν υπήρξε αποτέλεσμα.
«Τι στο καλό συμβαίνει;» Ρώτησε μες τον πανικό της.
«Έρχονται...» Της είπε χωρίς να της αποκαλύψει ποιος.
Η Φρέγια φυσικά και θα ρωτούσε... «Ποιοι έρχονται;» Τραύλισε. Η καρδιά της χτυπούσε σαν ταμπούρλο.
«Οι τρίδυμες!» Της αποκάλυψε στο τέλος.
«Πάμε να φύγουμε από εδώ!» Είπε τρομοκρατημένη αφού προ ολίγου θα την έλουζε η φωτιά.
«Όχι μη φοβάσαι, κάτσε εδώ!» Την τράβηξε πίσω να μείνει μαζί της. Η Άντρεα κατάλαβε ότι οι φλόγες δεν θα τους έκαιγαν. Εάν ήταν δουλειά των Νάιτ θα ήταν απλά ένα σόου πριν την εμφάνισή τους για να τραβήξουν τα βλέμματα και να κερδίσουν τις εντυπώσεις όλων. «Ιgnis clausa!» Δοκίμασε ξανά η Άντρεα φωνάζοντας σκίζοντας τον αέρα. Το ξόρκι δεν ήταν δυνατό και δεν έσβηνε η φωτιά.
Από το πουθενά εμφανίστηκε πίσω τους η Μαξίν. Γονάτισε και πήγε ανάμεσά τους. «Είδατε πουθενά την Άνναμπελ;» Φώναξε στις δυο κοπέλες που προσπαθούσαν να προστατευτούν πίσω από τους πάγκους του φαγητού. Υπήρχε η πιθανότητα να έπαιρναν κι αυτοί φωτιά αλλά προς το παρόν τους κάλυπταν από τους καπνούς.
Οι δυο τους δεν απάντησαν, απλά ένευσα αρνητικά. Η Φρέγια δεν ήξερε καν ποια ήταν αυτή η Άνναμπελ, δεν γνώρισε καμία με αυτό το όνομα.
Η Μαξίν έδειχνε πιο ανήσυχη από ποτέ.
«Τι συμβαίνει; Γιατί ψάχνεις την Άνναμπελ;» Την ρώτησε μετά από λιγάκι η Άντρεα περίεργη. Γρήγορα μυρίστηκε πως κάτι πήγαινε στραβά με την φίλη τους.
Η Μαξίν στραβοκατάπιε. «Είδε τις τρίδυμες στον ύπνο της!» Της εξήγησε τον λόγο που ανησυχούσε. Οι τρίδυμες βασάνιζαν τα θύματά τους και η Άνναμπελ είχε μπλέξει μαζί τους. «Πρέπει να την βρω. Για αυτήν ήρθαν απόψε!» Της είπε και πριν προλάβει η Άντρεα να αντιδράσει εκείνη έφυγε τρέχοντας.
Η Άνναμπελ έγινε στόχος των Νάιτ; Το μυαλό της Άντρεα παρέλυσε. «Τέλεια...» Αποκρίθηκε ειρωνικά, εκνευρισμένη με έναν ψίθυρο.
«Τι σου είπε;» Ρώτησε η Φρέγια, αφού δεν είχε ακούσει τι είχαν πει η δυο τους.
«Σήκω!» Της ζήτησε αμέσως μετά και έλαβε ένα απειλητικό βλέμμα ως απάντηση. Αφού η Φρέγια έμεινε ακίνητη πεισμώνοντας η Άντρεα αποφάσισε να της φωνάξει. «Είπα σήκω Φρέγια, αν θες εσύ κάτσε εδώ να καείς!» Την απείλησε κι έπειτα έφυγε, κρατώντας τον κορμό της γυρτό χαμηλά προς το έδαφος, ώστε να μην αναπνέει τον πυκνό καπνό.
Η Φρέγια κοίταξε γύρω της τις φλόγες. Πήρε μια βαθιά ανάσα καθαρού αέρα, από εκεί χαμηλά όπου βρίσκονταν κι ύστερα πήρε την απόφαση να ακολουθήσει την Άντρεα. Γρήγορα ξεκίνησε να περπατά πίσω από την φιγούρα της μάγισσας ακολουθώντας την.
«Λάβα!» Άκουσε από τα δεξιά της. «Λάβα στο έδαφος!» Οι φωνές πολλαπλασιάστηκαν γρήγορα κάνοντάς την να χάσει την ψυχραιμία της. Τα μάτια της έτρεξαν στον χώρο, ψάχνοντας για αυτό που όλοι μιλούσανε.
Οι δυο τους κοίταξαν στο έδαφος. Πράγματι, από τα βαρέλια έβγαινε καυτή λάβα. Οι φλόγες έπεφταν σιγά-σιγά και έλιωναν τα βαρέλια, αφού η θερμοκρασία είχε φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ ταυτόχρονα από κάτω κυλούσε καυτή λάβα.
«Ω Θεέ μου!» Κραύγασε η Φρέγια.
«Το παρατράβηξαν αυτήν την φορά!» Είπε εξοργισμένη η Άντρεα και συνέχισε να περπατάει ώσπου έπεσε πάνω σε ένα σώμα. Η σύγκρουση ήταν δυνατή αφού κι ο άλλος έρχονταν με φόρα προς το μέρος της. Μόλις συνήλθε, ύψωσε το κεφάλι της κι αντίκρισε την Ντόρκας, την Τζόζι και την Σελίν.
Η Φρέγια στραβοκατάπιε. Επιτέλους τις συνάντησαν!
Ήταν τρεις κοπέλες, λίγο μεγαλύτερές της. Είχαν όλες εξτρίμ λουκ, που προσέλκυε τα βλέμματα. Η Ντόρκας είχε ίσια μακριά ασημένια μαλλιά τα οποία είχε πιασμένα μια πολύ χαμηλή κοτσίδα, η οποία κρέμονταν πίσω από τον σβέρκο της ως χαμηλά στην μέση της. Η Τζόζι ήταν μαυρομάλλα, με κοντό καρέ μαλλί, επίσης κοντή φράντζα και μια ελιά πάνω από το χείλος. Τέλος, η Σελίν ήταν καστανόξανθη με σγουρά μακριά μαλλιά τα οποία τα είχε χωρισμένα σε δυο ομοιόμορφες πλεξούδες. Η Φρέγια παρατήρησε ότι όλες είχαν μαύρα σκοτεινά μάτια και ελαφρώς σκούρο δέρμα, είχαν το ίδιο ανάστημα και το ίδιο εχθρικό βλέμμα.
«Άντρεα;» Είπε η πρώτη. Τα μάτια της γυάλιζαν υπό το σεληνόφως.
«Έμαθες βλέπω ποια αναζητούμε!» Συνέχισε η δεύτερη.
Στο τέλος η τρίτη την κοίταξε βαθιά στα ματιά πλησιάζοντάς της, κάνοντάς την να νιώσει τα χνώτα της. «Που είναι η Άνναμπελ;» Η Σελίν φρόντισε να δείξει ότι ήταν αποφασισμένες.
«Που να ξέρω εγώ; Είστε παλαβές!» Τις φώναξε, προκαλώντας απορία στην Φρέγια με τον τρόπο που τους μίλησε. Ώστε τις ήξερε προσωπικά;
«Λέγε, Άντρεα. Μην μας καθυστερείς!» Της ζήτησε απαιτητικά η Ντόρκας.
«Δεν την είδα απόψε. Μπορεί και να μην ήρθε.» Απάντησε χωρίς να την πολυνοιάζει.
«Μμμ,» ψέλλισε η Σελίν. «Εντάξει.» Ανασήκωσε τους ώμους της.
«Ποια είναι η νέα φίλη σου;» Ρώτησε έκπληκτη η Τζόζι, κοιτάζοντας προς την Φρέγια Μπλάκγουελ με ανεξήγητο ενδιαφέρον.
Η Φρέγια πάγωσε. Δεν ήθελε να της μιλήσει, δεν ήθελε να της μιλήσει καμία από τις τρεις τους. Η Άντρεα δεν είχε επίσης καμία διάθεση για συζήτηση εν μέσω μιας χαώδες κατάστασης... «Είναι όποια θέλει.» Δήλωσε ειρωνικά η Άντρεα και απλά τις προσπέρασε παίρνοντας μαζί της και την Φρέγια.
«Που είναι η Άνναμπελ Γκίμπσον;» Ούρλιαξε απαιτητικά με ορμή η Ντόρκας, απευθυνόμενη σε όλους τους παρευρισκόμενους. Αμέσως οι φωτιές έσβησαν, η λάβα σταμάτησε να ρέει στο έδαφος και όλοι γύρω τους πλέον σώπασαν. Τα βλέμματα των μάγων και των μαγισσών στράφηκαν στο σημείο όπου στέκονταν οι τρεις Νάιτ και η Φρέγια στραβοκατάπιε μόλις ένιωσε την προσοχή όλων να στρέφεται και σε αυτήν μιας που στέκονταν ακριβώς μπροστά τους.
«Αν δεν μας πείτε, δεν ξέρω τι θα κάνει για αυτό η αδερφή μου... Η αλήθεια είναι ότι ξύπνησε λίγο στραβά σήμερα!» Προειδοποίησε η Σελίν, φωνάζοντας για να την ακούσουν όλοι οι μάγοι και οι μάγισσες. Στο τέλος, χαλάρωσε και χαμογελώντας κοίταξε γύρω της όπως πολύ καλά ήξερε, με σκοπό να τρομοκρατήσει τους πάντες.
«Την είδα κοντά στο δέντρο του κρεμασμένου, πριν λίγο...» Ακούστηκε μια φωνή από το βάθος, έρχονταν μέσα από το δάσος. Γρήγορα εμφανίστηκε αυτός που το είπε και ήταν ο γνωστός σε όλους ως Βίνσεντ Κρούγκερ, ή αλλιώς το καρφί, ή ο γόης, ο ευνοούμενος, ο πιο ποθητός φοιτητής της Ακαδημίας! Πάντα τα πήγαινε καλά με τις τρίδυμες και εκείνες δεν παρέλειπαν να του ανταποδώσουν το καλό που τους έκανε κάθε φορά με μια χάρη. Ακόμα κι αν δεν έλεγε να το αποδεχθεί ο ίδιος, ο Βίνσεντ Κρούγκερ ήταν το αγαπημένο παιχνίδι των τριδύμων κι όλοι έδειχναν πως το ήξεραν.
«Ω, τι βολικό! Στο δέντρο του κρεμασμένου, είπες; Σε ευχαριστούμε Βίνσεντ!» Είπε χαμογελαστή η Τζόζι. Το χαμόγελό της ανατρίχιασε τους πάντες.
Αμέσως μετά η Τζόζι περπάτησε αργά προς το μέρος του. Το κοντό κολλητό μαύρο φόρεμα που φορούσε έκλεψε την προσοχή του Βίνσεντ και δεν δίστασε να κοιτάξει χαμηλά στα γυμνά πόδια της Τζόζι. Εκείνη σταμάτησε, μόλις έφτασε μπροστά του και στάθηκε για λίγο ακίνητη κοιτάζοντας ελεγκτικά το πρόσωπό του. Έμεινε για λίγο να τον κοιτάζει, προσπαθώντας να τον διαβάσει. Της έλεγε αλήθεια;
Δεν δίστασε να δοκιμάσει να τον φιλήσει, με την ένωσή τους θα διαισθάνονταν εάν της έλεγε την αλήθεια. Ο μαυρομάλλης νεαρός έπεσε στα δίχτυα της γοητείας των τριδύμων για ακόμα μια φορά. Ο Βίνσεντ έπιασε από τον λαιμό και τους γοφούς την γοητευτική νεαρή και την φίλησε. Όσο εκείνος απολάμβανε ένα ακόμα παθιασμένο φιλί, με την πολυζήτητη Τζόζι Νάιτ, εκείνη διαισθάνθηκε ότι ο Βίνσεντ την πρόδωσε. Αμέσως έκανε πίσω κι άνοιξε τα χέρια της με θυμό. «Αuferetur!» Έτσι με μια λέξη μόνο τον έσπρωξε με την υπερφυσική της δύναμη πετάζοντάς τον πάνω σε μια κουφάλα ενός δέντρου.
«Ωωω, Τζόζι...» Παραπονέθηκε πιάνοντας το κεφάλι του πονεμένος.
«Δεν έμαθες αγαπητέ μου Βίνσεντ να μην λες ψέματα;» Του είπε ήρεμη. «Γιατί θα με οδηγούσες στο δέντρο του κρεμασμένου; Τι αρρωστημένη ιδέα έχεις σκεφτεί; Μήπως κινδυνεύει η σωματική μου ακεραιότητα;» Ρώτησε εκνευρισμένη. «Sileo!» Είπε και τον ακινητοποίησε, με την πλάτη του να πιέζεται στην επιφάνεια του δέντρου που τον πέταξε πριν.
Ο Βίνσεντ ύψωσε το κεφάλι του σιγά-σιγά και ύστερα την κοίταξε στα μάτια με βαθιά έχθρα. Ήταν έτοιμος να της κάνει κακό, έτσι είπε το ξόρκι... «Collum confractus-» Όμως δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει κι έτσι δεν κατάφερε τίποτα. Αντιθέτως με την Τζόζι η οποία νευρίασε ακόμα περισσότερο και τον πέταξε για ακόμα μια φορά, αλλά αυτή τη φορά μπροστά στο έδαφος. Ο νεαρός μάγος έπεσε ανάσκελα στο γρασίδι μπροστά σε όλους. Όλοι παρακολουθούσαν έντρομοι. Πάντα οι δίδυμες δρούσανε παρόμοια, αλλά ποτέ δεν πείραζαν κανέναν σε σημείο που να τον σκότωναν. Οπότε παρέμειναν ως ένα βαθμό ψύχραιμοι, προσπαθώντας να μην αντιδράσουν. Μόνοι οι αδερφές της Τζόζι απολάμβαναν το θέαμα. Ενώ η Φρέγια παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα. Δεν καταλάβαινε τι προβλήματα είχαν και γιατί φέρονται έτσι.
«Centum kilos ad te!» Είπε η Τζόζι καθώς στέκονταν περήφανη πάνω από το σώμα του Βίνσεντ. Ξαφνικά το σώμα του άρχισε να πιέζεται από την πάνω πλευρά, λες και είχε τοποθετηθεί ένα αόρατο βαρίδιο τόνων. Τα κόκαλά του σιγά σιγά άρχισαν ένα ένα να συνθλίβονται.
«Νόμιζες θα μας παγίδευες, Βίνσεντ;» Τον ρώτησε η Σελίν, μόλις στάθηκε από πάνω του. Ο Βίνσεντ δεν μπορούσε να πει κουβέντα καθώς πιέζονταν και τον καταπλάκωναν δεκάδες τόνοι κιλών. Οι πνεύμονές του γίνονταν κιμάς όσο περνούσε η ώρα και δυσκολεύονταν ακόμα και να αναπνεύσει. «Πας να προστατεύσεις την αγαπημένη σου Άνναμπελ;» Γέλασε εις βάρος του η ίδια.
«Ω, άκουσα ότι τώρα βγαίνουνε με την Άνναμπελ!» Είπε η Ντόρκας. «Ξες... Ραντεβού!»
«Πόσο με στεναχωρείς, Βίνσεντ!» Του έκανε ένα ψεύτικα λυπημένο βλέμμα η Τζόζι. Με αυτήν την μάγισσα είχε περάσει δεκάδες βράδια, σε ένα εγκαταλειμμένο δωμάτιο στις δυτικούς κοιτώνες της Ακαδημίας. Είχαν κάτι ανά μεταξύ τους, αλλά τίποτα το σοβαρό, αφού για τις τρίδυμες όλα ήταν ένα παιχνίδι μέχρι να το βαρεθούν και να το πετάξουν για να βρουν ένα καινούριο. Και για τον Βίνσεντ δεν ήταν τίποτα, απλά καλοπέραση... Τώρα όμως που εκείνος και η Άνναμπελ ήταν μαζί, ήθελε να παλέψει για αυτήν και να την προστατεύσει απέναντι στις Νάιτ. Είχε στήσει παγίδα στο δέντρο του κρεμασμένου για τις τρίδυμες. Εκεί θα έδινε ένα τέλος στο βάσανό του αφού σκόπευε να τις σκοτώσει, για να γλυτώσουν, αλλά δεν υπολόγισε το πόσο δυνατές ήταν όλες μαζί. Περίμενε να ξεμπερδέψει από τις σατανικές τρίδυμες μια και καλή.
«Πάμε να φύγουμε κορίτσια!» Είπε η Τζόζι και έκανε αναστροφή. «Δεν αξίζει τον χρόνο μας αυτός ο χαμένος. Η Άνναμπελ σύντομα θα είναι με σπασμένα κόκκαλα. Ο Βίνσεντ θα επιστρέψει σε μας ξανά και θα είναι όλος δικός μας!» Κοκορεύτηκε.
Ο Βίνσεντ αγκομαχούσε να ξεκολλήσει από το έδαφος, ενώ σιγά σιγά έσπαγαν τα κόκαλά του και οι μυς του διαλύονταν. Γιατί δεν τον βοηθούσε κανείς; Επειδή όλοι κατά βάθος φοβούνταν να τα βάλουν με τις τρίδυμες Νάιτ.
Μόλις άκουσε τι είπε η Τζόζι νευρίασε ακόμα παραπάνω κι έγινε εμφανές στις υπόλοιπες αδερφές που τον κοίταζαν ακόμα από τα ψηλά τακούνια τους.
«Στάσου κάτι θέλει να πει, ας του δώσουμε την ευκαιρία να μιλήσει.» Την ενημέρωσε η Σελίν. «Δεν είμαστε τόσο κακές άλλωστε. Ε, Βίνσεντ;» Τον κοίταξε υπερήφανη που είχε το πάνω χέρι.
«Εgo memini!» Πήρε πίσω το ξόρκι που του είχε κάνει η Τζόζι και έπειτα στράφηκε προς αυτόν ξανά. «Πες το Βίνσεντ!» Φώναξε έξαλλη.
«Δεν θα απλώσετε το χέρι σας στην Άνναμπελ!» Τις φώναξε και σηκώθηκε αμέσως όρθιος. «Libyae lustrare.» Με μιας έκανε, το ξόρκι διακτινισμού και εξαφανίστηκε.
«Το παρατραβάνε...» Ψέλλισε η Άντρεα στη Φρέγια από την άλλη μεριά, όπου και στεκόταν και παρακολουθούσανε τα όσα διαδραματίζονταν.
«Τι έγινε; Που πήγε;» Την ρώτησε σοκαρισμένη.
«Τηλεμεταφέρθηκε!»
«Που; Πως;» Την κοίταξε μπερδεμένη.
«Εκεί που σκέφτηκε. Σκέφτεσαι που θες να πας και μεταφέρεσαι εκεί με ένα ξόρκι.» Της εξήγησε γρήγορα, χαμηλόφωνα.
«Κρίμα που δεν έχω την αγαπημένη μου κούκλα βουντού μαζί μου... Θα τον έκανα να υποφέρει.» Παραδέχθηκε η Σελίν και ξεφύσιξε. «Δεν πειράζει. Το περάσαμε το μήνυμά μας.» Είπε και ανασήκωσε τα χέρια της κοιτάζοντας τις δυο αδερφές της. Ξαφνικά παρατήρησε ότι όλοι στο πάρτι τις κοιτούσαν με έντονο βλέμμα και ήταν εξαιρετικά ήσυχοι. «Τι κοιτάτε ηλίθιοι;» Φώναξε ενοχλημένη.
«Όποιος δει την Άνναμπελ Γκίμπσον και δεν θα μας το αναφέρει θα έχει κακή κατάληξη!» Είπε η Ντόρκας σε όλους όσους ήταν παρόν.
Η Μαξίν παρακολουθούσε από μακριά. Ανακουφίστηκε που δεν εμφανίστηκε φίλη της στο πάρτι και τελικά δεν έπαθε τίποτα κακό. Ήταν σίγουρη πως εάν η Άνναμπελ δεν κρύβονταν απόψε, οι τρίδυμες θα της προκαλούσαν μεγάλο κακό. Απόρησε για το τι κακό είχε κάνει στην Ντόρκας, την Τζόζι και την Σελίν... Τώρα έπρεπε να βρει την Άνναμπελ, πριν την προλάβουν οι Νάιτ, για να την προειδοποιήσει.
Ο Βίνσεντ φέρθηκε γενναία, παραδέχθηκε η Μαξίν, αλλά δεν μπορείς να ξεγελάσεις τις τρίδυμες έτσι εύκολα. Για αυτό και πιάστηκε. Εκπλήχθηκε παρόλα αυτά που ο Βίνσεντ Κρούγκερ, κατέληξε με μια από τις πιο κοντινές τις φίλες, με μια φήμη σαν κι αυτή που έχει... Έπρεπε να μάθει επίσης λοιπόν πως και είναι πια μαζί αυτοί οι δυο.
Η Μαξίν, δεν είχε άλλο όρεξη να καθίσει στο πάρτι. Έτσι, έκανε αναστροφή και έφυγε αμέσως από το δάσος ξεκινώντας να περπατά με κατεύθυνση προς την Ακαδημία.
[...]
Η Άζρα και ο Κέβιν έτρωγαν ποπ κορν και συζητούσαν ως αργά το βράδυ. Δεν έδωσαν σημασία στο ότι η σελήνη βρίσκονταν στο αποκορύφωμά της και ήταν αργά τα μεσάνυχτα. Δεν ήθελαν να κοιμηθούν, ήθελαν να περάσουν ξύπνιοι το βράδυ μιλώντας οι δυο τους, χωρίς αντιπερισπασμούς.
Την ησυχία τους διατάραξε ένα χτύπημα στο κινητό τηλέφωνο της Άζρα. Ο ήχος κλήσης της ήχησε στον χώρο κι εκείνη σηκώθηκε να το ψάξει. Το βρήκε ευτυχώς εγκαίρως και πρόλαβε να το σηκώσει στον άγνωστο αριθμό που την καλούσε.
«Ποιος είναι τέτοια ώρα;» Απόρησε ο Κέβιν κοιτάζοντάς την.
Η Άζρα ανασήκωσε τους ώμους της και έπειτα απάντησε. «Παρακαλώ;» Είπε. Η άλλη πλευρά της γραμμής ακούγονταν ήσυχη, παραπάνω από όσο θα έπρεπε. «Ποιος είναι;» Ρώτησε περίεργη.
«Άζρα;» Άκουσε μια, γνωστή παρόλα αυτά, γυναικεία φωνή. Ανέτρεξε στον νου της για να βρει ποια μπορούσε να είναι, όμως η γυναίκα της το αποκάλυψε από μόνη της. «Είμαι η Σερένα Μπλάκγουελ, η μητέρα της Φρέγια. Συγνώμη που ενοχλώ τέτοια ώρα και που σε ξύπνησα... Αλλά η Φρέγια δεν έχει επιστρέψει σπίτι και ανησυχούμε με τον Τζάρεντ. Μήπως είσαστε μαζί;»
Η Άζρα ήρθε προ εκπλήξεως. Κοίταξε τον Κέβιν μπερδεμένη κι εκείνος απάντησε με το ίδιο βλέμμα χωρίς να ξέρει ποιος ήταν στο τηλέφωνο και τι ήθελε. Τι έπρεπε να κάνει τώρα η Άζρα; Τα δευτερόλεπτα κυλούσαν κι έπρεπε να δώσει μια απάντηση.
«Ναι, εδώ μαζί μου είναι!» Είπε τελικά καλύπτοντας την Φρέγια.
Ο Κέβιν παραξενεύτηκε. Σηκώθηκε από τον καναπέ και πλησίασε την Άζρα.
«Ωωω, μας είχε φάει η αγωνία!» Ακούστηκε ανακουφισμένη.
«Ναι, ναι... Μην ανησυχείτε!» Της είπε.
Αφού ανταλλάξανε μερικές κουβέντες ακόμα η Άζρα έκλεισε το τηλέφωνο και στράφηκε στον Κέβιν.
«Είναι μαζί μου;» Επανέλαβε τα λόγια της Άζρα. «Ποιος είναι μαζί σου; Ποιος στο καλό ήταν;» Ρώτησε μπερδεμένος.
«Ήταν η μητέρα της Φρέγια. Την ψάχνουνε και είπα πως είναι εδώ μαζί μου, για να μην ανησυχούνε...» Του εξήγησε.
«Αν δεν είναι εδώ τότε που είναι;» Ο Κέβιν την κοίταξε χωρίς να γνωρίζει απολύτως τίποτα.
«Δεν έχω ιδέα Κεβ, πάντως δεν θέλω να μπλεχτούν οι γονείς της... Θα έχει πάει κάπου απλά και δε θα έχει ενημερώσει.» Υπέθεσε πρόχειρα η Άζρα. «Ανησυχούν άδικα...» Κούνησε το κεφάλι της σχετικά σκεπτική.
«Παράξενο...» Είπε ο Κέβιν. Την σκέψη του την διέκοψε ο ήχος κλήσης του κινητού της Άζρα, το οποίο χτύπησε ξανά. Η Άζρα κοίταξε στην οθόνη την ίδια στιγμή με τον Κέβιν. «Αυτή είναι πάλι;» Απόρησε.
«Όχι, είναι ο μπαμπάς μου...» Του είπε και απάντησε αμέσως μετά στην κλήση. «Ναι; Μπαμπά; Τι έγινε;» Αμέσως ο νους της πήγε στο κακό.
«Άζρα; Είσαι ξύπνια;» Άκουσε το Λουκ ανήσυχο από την πρώτη κιόλας κουβέντα που ανταλλάξανε.
«Σε ακούω κάπως, είσαι καλά;» Εκείνη την στιγμή απομάκρυνε το κινητό της από το αυτί της και έβαλε σε ανοιχτή ακρόαση την κλήση, έτσι ώστε να ακούει και ο Κέβιν.
«Έχουμε ένα περιστατικό και ήθελα να βεβαιωθώ πως είσαι καλά! Είσαι με τον Κέβιν;»
«Ναι είμαστε ακόμα στο σπίτι του. Τι περιστατικό;» Η αγωνία ήταν πια ευδιάκριτη στην φωνή της.
«Από που να ξεκινήσω...» Τον άκουσε να ξεφυσά. «Έχουμε έναν νεκρό -αγνώστου ταυτότητας- ο οποίος βρέθηκε έξω από ένα μπαρ, στην Κουίνσμπεργκ Στριτ, κι έπειτα έχουμε μια επίθεση στο Βερμόντ. Έμαθα πως τα πράγματα είναι άσχημα... Ήταν σίγουρα βρικόλακες ή λυκάνθρωποι, αλλά πρέπει να πάω να ελέγξω... Από ότι φαίνεται δεν υπάρχει κανένας επιζών από την επίθεση!» Την ενημέρωσε.
«Ω Θεέ μου!» Η Άζρα τα έχασε, κι έμενε με ανοιχτό το στόμα κοιτάζοντας τον Κέβιν αποσβολωμένη. Το μυαλό της έτρεξε στην αμέσως στην εξαφανισμένη Φρέγια Μπλάκγουελ και καρδιοχτύπησε πιο δυνατά από πριν. «Υπάρχει κάτι που πρέπει να ξέρεις...» στραβοκατάπιε.
«Τι είναι;»
«Νόμιζα ότι θα ήμουν υπερβολική εάν ανησυχούσα για κάτι τέτοιο, αλλά με πήρε τηλέφωνο η μητέρα της Φρέγια κι από ότι φαίνεται δεν έχουν νέα της εδώ και πολλές πολλές ώρες.» Τόνισε η Άζρα. «Δεν έχει επιστρέψει ακόμα στο σπίτι της. Της είπα όμως πως είναι μαζί μου και ότι θα κοιμηθούμε μαζί απόψε, στο σπίτι, για να μην ανησυχεί η Σερένα...»
«Τι πράγμα; Δεν ξέρει κανένας που είναι;» Ο Λουκ φοβήθηκε για τα χειρότερα. Δεν ήταν ασφαλές πια να κυκλοφορεί πια ένα κορίτσι μόνο του το βράδυ στο Όζαρκς.
«Λουκ, μπορείς να ψάξεις και για αυτήν;» Είπε ο Κέβιν ξαφνικά. «Ίσως κάτι κακό συμβαίνει...» Πρόσθεσε.
«Θα κάνω ό,τι μπορώ.» Υποσχέθηκε ο αστυνομικός.
Η Άζρα κι ο Κέβιν κοιτάχτηκαν για μια στιγμή. Δεν ήξεραν πως από το να μην θέλουν την Φρέγια Μπλάκγουελ οπουδήποτε κοντά στην Άζρα, τώρα είχαν φτάσει στο να ανησυχούν για αυτήν, θέτοντας μάλιστα στην αστυνομία τον εντοπισμό της... Το μόνο που ήξεραν και ήταν βέβαιοι για αυτό ήταν το ότι ενδιαφέρονταν για αυτή, ασχέτως την κακή αρχή που κάνανε.
Την ίδια στιγμή στο αστυνομικό τμήμα ο Λουκ έβγαινε από το γραφείο του έτοιμος να επιβιβαστεί στο περιπολικό μαζί με τον Φρεντ, όμως ένας από τους αστυνόμους του τμήματος τον πλησίασε με νέα. Άνοιξε γρήγορα τον φάκελο με τις πληροφορίες που έλαβαν και τα κοίταξε όλα γρήγορα.
«Να σας πω...» Είπε μετά από λίγα δευτερόλεπτα ησυχίας ο Λουκ, αφού είχε ελέγξει το εσωτερικό των φακέλων. «Μήπως τυχαίνει να ξέρετε εάν η Φρέγια πήγε για κάμπινγκ;» Ρώτησε την Άζρα και τον Κέβιν, ευχόμενος η απάντηση να ήταν όχι.
«Για κάμπινγκ;» Η Άζρα απόρησε. «Αποκλείεται! Γιατί;»
«Γιατί σύμφωνα με τα νεότερα που έλαβα από ότι φαίνεται η επίθεση έγινε σε κάμπινγκ στο βουνό...» Τους αποκάλυψε ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στους κίτρινους φάκελους. Έπειτα τους άφησε και κατευθύνθηκε προς το περιπολικό.
«Όχι δεν νομίζω η Φρέγια να ήταν εκεί. Δεν υπάρχει περίπτωση...»
Μέσα στα επόμενα δευτερόλεπτα, ο Κέβιν πάγωσε κι αμέσως απομακρύνθηκε από το τηλέφωνο, αρχίζοντας να καταρρέει. Έβαλε τις παλάμες του στο πρόσωπό του και έβριζε ασταμάτητα ψιθυρίζοντας. Η Άζρα δεν μπόρεσε να τον αγνοήσει και έτσι αναγκάστηκε να κλείσει το τηλεφώνημα με τον πατέρα της και να στραφεί σε εκείνον.
«Μπαμπά σε κλείνω, να προσέχεις!» Άφησε αργά αργά το κινητό της στην άκρη. Έπειτα πήγε κοντά στον Κέβιν και προσπάθησε να καταλάβει τι συνέβη. «Όλα καλά;» Ρώτησε τρομοκρατημένη. Δεν καταλάβαινε τι έλεγε.
Ξαφνικά έπιασε το κινητό του και έκανε μια κλήση, χωρίς να του απαντήσει αυτός που καλούσε και η Άζρα ακόμα δεν καταλάβαινε.
«Άζρα πρέπει να πάω στο Βερμόντ!» Είπε προχωρώντας προς την πόρτα μες το άγχος.
«Τι πράγμα; Είσαι τρελός; Για ποιον λόγο;» Τον κυνήγησε.
«Ο Ράφαελ!» Της φώναξε ανοίγοντας την εξώπορτα.
«Ο Ράφαελ τι;»
«Ο Ράφαελ είχε πει πως θα πήγαινε για κάμπινγκ απόψε!» Της εξήγησε καθώς βάδιζε ήδη προς το αυτοκίνητό του.
Η Άζρα πάγωσε στην θέση της, ένα βήμα πριν κατέβει από την βεράντα. Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει σε πόσο τραγική θέση βρέθηκαν τόσο σύντομα. Πριν λίγο δεν είχαν καμία έγνοια... Ούτε η Φρέγια αγνοούνταν κι επίσης δεν είχαν αμφιβολία για το αν ζει ο Ράφαελ Ρουσσώ ή όχι.
Ο Κέβιν αντί να προχωρήσει προς το τρακαρισμένο τζιπ του, έστριψε προς το γκαράζ. Αυτό το παρατήρησε η Άζρα κι αμέσως του φώναξε. «Τι στο καλό κάνεις στο γκαράζ;» Απόρησε όσο εκείνος άνοιγε την γκαραζόπορτα.
Με μια σπρωξιά του, τα γεροδεμένα μπράτσα του, σήκωσαν την κυλιόμενη μεταλλική πόρτα. Το μπλουζάκι του υψώθηκε ελαφρώς από τα πλάγια και αποκάλυψε ένα μέρος της μέσης του, φέρνοντας σε κοινή θέα μπροστά στην Άζρα, το καλογυμνασμένο κορμί του.
«Αυτήν την φορά θα είμαστε προετοιμασμένοι, Αζ!» Της επισήμανε, ρίχνοντας της μια γρήγορη ματιά, πάνω από τον ώμο του, όσο απομακρύνονταν μέσα στο γκαράζ. Η Άζρα δεν κατάλαβε σε τι ακριβώς αναφερόταν ο Κέβιν.
Ένα μικρό χαμόγελο βρέθηκε να εμφανίζεται στα κόκκινα χείλη του μόλις έφτασε στον κρυφό τοίχο που πρόσφατα είχε ανακαλύψει. Πίεσε την γυψοσανίδα και εκείνη έκανε μια στροφή αποκαλύπτοντας ένα πλήρες οπλοστάσιο. Τα μάτια του περιπλανήθηκαν από την μια πλευρά ως την άλλη, καθώς περιεργάζονταν γνωστά αλλά και παράξενα όπλα.
Τα μάτια της Άζρα άνοιξαν διάπλατα. Της πήρε λίγη ώρα για να κοιτάξει ξανά και ξανά ότι βρίσκονταν εμπρός της ώστε να το συνειδητοποιήσει. Γρήγορα έκανε ένα αποφασιστικό βήμα και στάθηκε πλάι στον Κέβιν και πιο κοντά στα όπλα. «Τι είναι όλα αυτά;» Γέλασε αλλόκοτα. Δεν περίμενε να βρει ποτέ κάτι τέτοιο στο γκαράζ των Ρουσσώ.
«Πριν κανένα χρόνο βρήκα ένα ημερολόγιο που κρατούσαν οι γονείς μου. Έχει δερμάτινη καφέ επένδυση και ένα σκοινί το συγκρατούσε κλειστό. Μου κέντρισε την προσοχή...» Αποκάλυψε, μιλώντας αργά και σιγανά. «Προέρχομαι από γενιά Κυνηγών, Άζρα!» Είπε με τα μάτια του να λάμπουν από ενθουσιασμό.
Η Άζρα έμεινε άφωνη. Ήξερε ότι κάποιες συγκεκριμένες ισχυρές οικογένειες του Όζαρκς ήταν Κυνηγοί κάποτε, αλλά οι Ρουσσώ την εξέπληξαν για ακόμα μια φορά. Ήταν Κυνηγοί λοιπόν...;
Ο Κέβιν έτεινε τον αγκώνα του προς τα όπλα. Πήρε την φαρέτρα με δεκάδες βέλη και το τόξο που κρέμονταν υπερήφανο στον κρυφό τοίχο. Έπειτα άπλωσε το χέρι του και έπιασε έναν ενδιαφέρον σουγιά, τον οποίο έπειτα έδωσε στην Άζρα παρατείνοντας το χέρι του προς εκείνη έχοντάς τον πάνω στην ανοιχτή παλάμη του. «Πάρ' το.» Της είπε περιμένοντάς την.
Η Άζρα πήρε το μαχαίρι με την θήκη του, στα χέρια της, και το περιεργάστηκε προσεκτικά. Ήταν κατασκευασμένο στο χέρι, από ξύλο οξιάς και ασήμι στην κοφτερή του πλευρά. Έδειχνε παλιό αλλά ήταν τόσο προσεγμένο που ο καιρός δεν το κατέστρεψε. Βρίσκονταν σε άριστη κατάσταση!
Η κοπέλα εντόπισε το σημείο όπου ήταν χαραγμένο το επίθετο της οικογένειάς του Κέβιν, σκαλισμένο και επενδυμένο με χρυσή μπογιά στα πλάγια του. Από την άλλη πλευρά ένα αρχαίο σύμβολο κοσμούσε την ξύλινη επιφάνεια. Δεν κατάλαβε τι σήμαινε, αλλά υπέθεσε ότι ήταν σχετικό με τους Κυνηγούς. Τράβηξε την θήκη απομακρύνοντάς την από το μαχαίρι και η λαμπερή κόψη της ασημένιας λεπίδας του έκανε την εμφάνισή της μπροστά στα μάτια τους, γοητεύοντας και τους δυο τους.
Η Άζρα και ο Κέβιν κοιτάχτηκαν έτοιμοι, τώρα θα πήγαιναν προετοιμασμένοι! Ο Κέβιν ξεκίνησε να περπατά προς την έξοδο του γκαράζ, αφού ξαναέκρυψε τα όπλα. Η κοπέλα έκανε αναστροφή και τον κοίταζε όσο απομακρύνονταν. Χάζευε τις καλοσχηματισμές πλάτες του. Το τόξο και η φαρέτρα κρέμονταν ισορροπημένα στην δεξιά πλευρά του. Ένα κρυφό χαμόγελο έκανε την εμφάνισή του στο πρόσωπό της Άζρα. Αυτή την επίδραση είχε πάνω της ο Κέβιν, απλά αρνούνταν να το κάνει επίσημο και να το παραδεχθεί φωναχτά... Αλλά αυτές οι σκέψεις ήταν για μια άλλη φορά...
«Έρχεσαι;» Ακούστηκε η φωνή του από την αυλή, μαρτυρώντας την ανυπομονησία του.
Η Άζρα έτρεξε αμέσως ως έξω, κρύβοντας το σουγιά στην εσωτερική τσέπη του μαύρου δερμάτινου μπουφάν της. Ο Κέβιν έκλεισε το γκαράζ και το κλείδωσε. Έπειτα μπήκαν στο τζιπ του έτοιμοι για την διάσωση των κατασκηνωτών, αλλά και την αναζήτηση της Φρέγια Μπλάκγουελ.
Ποιος να το περίμενε ότι μετά από μερικά χρόνια από τον θάνατο των γονιών του, ο Κέβιν, θα ανακάλυπτε ότι είναι απόγονοι Κυνηγών και ότι ένα βράδυ θα έκανε το καθήκον του, με την Άζρα στο πλάι του. Ο Κέβιν έβαλε μπρος αμέσως μετά και οι δυο τους ξεκίνησαν για μια νυχτερινή περιπέτεια, που στο σκοτάδι της θα ανακάλυπταν τον ρόλο τους σε αυτή την ιστορία.
⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top