Μπεθ Χαρμον
Flashback 20/12/1969
Ήμουν στο Κεντάκι θα Μαζευόμασταν όλοι στο σπίτι της Μπεθ για Χριστούγεννα και πρωτοχρονιά.
Έφτασα σπίτι της και χτύπησα την πόρτα
«Μπένι, ηρθες τι τέλεια»είπε και με αγκάλιασε
«Μου ελειψες άθλια πρωταθλήτρια» της είπα και μπηκαμε μέσα άφησα τις βαλίτσες μου στο σαλόνι και καθίσαμε στον καναπέ «πες μου τι έγινε πως πήγε» με ρώτησε «χάλια όπως πάντα» της είπα «όντως τώρα?» Μου είπε «ναι δεν το έχω με τα ραντεβού δεν θα ερωτευτώ ποτέ καμία, εξάλλου ποιος χρειάζεται τους έρωτες όταν μπορείς να αγαπάς τον εαυτό σου» της είπα «Μπένι γιατί? Γιατί απομακρύνεις ανθρώπους που θα μπορούσες να έχεις μια σχέση μαζί τους» με ρώτησε «γιατί Μπεθ δεν μου αρέσουν οι σχέσεις,δεν μπορώ να συμβιβαστώ σε μια σχέση και είμαι υπερβολικά εγωιστής» της είπα και με κοιτούσε «θες καφέ?» Με ρώτησε «ναι» της είπα και πήγαμε στην κουζίνα και είδα πάνω στον πάγκο την σκακιέρα έπαιζε ξανά την παρτίδα της με τον Μποργκοφ «Μποργκοφ εναντίον Χαρμον κύριες και κύριοι το βλέπουμε σε ζωντανή μετάδοση» της είπα για πλάκα και έπαιξα και εκείνη μετά από λίγη ώρα χτύπησε η πόρτα ήταν ο Χάρι που βρέθηκε μαζί με τον Αρθουρ τον Μαηκελ και την Κλιο στο αεροδρόμιο και ήρθαν όλοι μαζί «γεια σας φίλοι μου» είπε ο Χάρι και χαιρετηθήκαμε όλοι με όλους και καθίσαμε στη κουζίνα και μιλούσαμε μετα από λίγη ώρα ήρθαν και οι δίδυμοι Ματ και Μαικ «ακούσατε καθόλου για μια νέα κοπέλα στον χώρο του σκακιού, εμφανίστηκε ξαφνικά και κάνει πάταγο» είπε ο Χάρι «όντως κάτι διάβασα» είπε η Μπεθ ενώ έτρωγε μια μπουκιά από τα μεζεδάκια που ετοίμασε «εγώ δεν έχω ακούσει τίποτα» είπα «λογικό ο Μπένι Γουοτς αγοράζει μόνο τα περιοδικά που λένε για αυτόν» είπε η Κλιο «οοο σταματά με αυτό» της είπα «και εγώ διάβασα για αυτήν λένε πως είναι πολύ καλή και αρκετά έξυπνη» είπε ο Μαηκελ «πως την λένε» ρώτησε η Μπεθ «Έλεν, Έλενα κάπως έτσι δεν πολύ έδωσα σημασια αλλά όπως και εσυ έτσι και αυτή εμφανίστηκε σε ένα τουρνουά και του εξέπληξε όλους» είπε ο Μαηκελ και γελάσαμε όλοι μαζί είχε πάει απόγευμα και βάλαμε μουσική και ήρθε και ο Ταουνς « καλησπέρα αγόρια και κορίτσια» είπε και μπήκε μέσα και έδωσε ένα φιλι στην Μπεθ ποτέ δεν θα καταλάβω τι γίνεται με αυτούς «μου ελειψες» είπε η Μπεθ και αρχισαμε όλοι «αχ ναι Τάουνς μας ελειψες»
«και εμένα μου ελειψες τρελό αγόρι» «πίσω λυσσαρες δικός μου είναι» και γελάσαμε όλοι μαζί είχαμε πιει αρκετά όλοι και η ωρα ήταν 12 το βράδυ η Μπεθ κοιμήθηκε πάνω μαζί με τον ταουνς και ο Χάρι κοιμήθηκε πάνω στο άλλο δωμάτιο και οι υπόλοιποι κοιμηθήκαμε κάτω, βγήκα στην βεράντα για να κάνω ένα τσιγαρο και μετά από λίγο ήρθε και η Μπεθ «γεια» μου είπε «γεια» της είπα και γελάσαμε και της έδωσα ένα τσιγαρο γιατί ήξερα πως ήθελε ένα και το πήρε και έκατσε στην δίπλα καρέκλα «πως είσαι?» Την ρώτησα «χάλια, τελευταία έχω αρκετά προβλήματα και δεν ξέρω τι θα κάνω νιώθω πνιγμένη, σε ευχαριστώ που με βοήθησες να ξεπεράσω τον εθισμό στο αλκοόλ και τα χάπια» μου είπε και μου έπιασε το χέρι «και εγώ ευχαριστώ που με βοήθησες να κοιμαμαι καλύτερα» της είπα « ακόμα περιμένω να ακούσω αυτήν την ιστορία που είπες ότι θα μου πεις» είπε «πρώτα τα δικά σου θέματα και μετά τα δικά μου»είπα «πες μου τι έγινε» την ρώτησα «με πήρε κάποιος τηλέφωνο πριν δυο μέρες, ήταν ο πατέρας μου, είπε πως θέλει να βρεθούμε να με γνωρίσει και να αποκτήσουμε μια σχέση» είπε «αυτό δεν είναι καλό?» Την ρώτησα «όχι γιατί άμα αυτό το τηλέφωνο το έκανε όταν ήμουν 9 τώρα η μητέρα μου θα ήταν ζωντανή» είπε «ναι όμως δεν θα ήσουν πρωταθλήτρια και δεν θα μιλούσαμε αυτήν την στιγμή» είπα «ξέρεις την οικονομική του κατάσταση?» Την ρώτησα «όχι» είπε «ξέρεις έχεις γίνει γνωστή έχεις χρήματα σκέψου μήπως θέλει αυτό από εσένα,χρήματα» είπα και την κοίταξα και ήταν έτοιμη να κλάψει και σιγά σιγά άρχισε να κλαίει και πήγα κοντά της και έκατσα μπροστά του «συγγνώμη,απλά συγγνώμη Μπένι συγγνώμη για όλα,συγγνώμη που είμαι έτσι ήρθες να περάσεις καλά και εγώ στο χαλάω» είπε ενώ έκλαιγε με λυγμούς «εεεειιιι πας καλά, γιατί ζητάς συγγνώμη για τι δεν έκανες κάτι λογικό να υπάρχουν προβλήματα» της είπα και έπεσε στην αγκαλιά μου και συνέχισε να κλαίει «νιώθω πως θα ξανά εθιστώ είτε στα χάπια είτε στο αλκοόλ, το παρελθόν με χτυπάει ξανά και δεν μου αρέσει, δεν ξέρω ούτε εγώ η ίδια τι γίνεται με τον Ταουνς και συνέχεια φεύγει ταξίδια για να γράφει άρθρα, κέρδισα τον Μποργκοφ και τώρα νιώθω πως δεν υπάρχει κάτι να κάνω» είπε και έκλαιγε στην αγκαλιά μου «έλα όλα θα πάνε καλά αγάπη μου όλα θα πάνε καλά» της είπα και άρχισε να ηρεμεί λίγο λίγο χρειαζόταν κάποιον να ξεσπάσει να του μιλήσει και ήμουν εδώ για αυτήν «είσαι κάπως καλύτερα?» Την ρώτησα «ναι αρκετά» είπε ενώ σκούπισε τα μάτια της από τα δάκρυα «σε ευχαριστώ,που είσαι εδώ που με βοήθησες να ξεπεράσω τους εθισμούς μου που με βοήθησες με τον Μποργκοφ» μου είπε «εεειιι για αυτο είναι οι φίλοι και εσυ με βοήθησες με τους εφιάλτες και με όλα όσα είχα» της είπα «ακόμα περιμένω να μου πεις την ιστορία σου» είπε «δεν είμαι έτοιμος να μιλήσω για αυτό δεν ξέρω άμα έχω την δύναμη να το αναφέρω» της είπα «όποτε νιώσεις έτοιμος μπορείς να μου μιλήσεις» μου είπε και κοιταζομασταν στα μάτια «θα έρθει κάποια στιγμή αυτή η ώρα» της είπα και αγκαλιαστήκαμε και πήγαμε γαι ύπνο και οι δυο.
Χριστούγεννα
Είχαν έρθει Χριστούγεννα και όλοι είμασταν στο τραπέζι και τρώγαμε όταν ο Μαηκελ και ο Χαρι σηκώθηκαν και πήγαν πάνω να φέρουν κάτι κατέβηκαν μετά από ένα τέταρτο και ήταν ντυμένοι ξωτικά του Άι Βασίλη όλοι γελάσαμε «Και ήρθε η μαγική στιγμή» είπε ο Χάρι «γι τα δώρα του Άι Βασίλη προς εσάς» είπε ο Μαηκελ και γελάσαμε όλοι πάλι «λοιπόν το πρώτο είναι...» είπε και έβαλε ο Χάρι το χέρι του μέσα στην μεγάλη τσάντα που είχαμε και έβγαλε ένα τετράγωνο πακέτο «για τον Μπένι από την Μπεθ» είπε ο Μαηκελ και μου το έδωσε και το άνοιξα ήταν ένα καφέ δερμάτινο τετράδιο «όσα δεν μπορείς να πεις λένε να τα γραψεις να η ευκαιρία σου» μου είπε η Μπεθ και μου πέταξε έναν στύλο «θα το κάνω να είσαι σίγουρη» είπα όλοι πήραν τα δώρα τους και ασχολούμασταν με αυτά η Κλιο με την Μπεθ πήραν κάποια ρούχα και η Μπεθ πήρε και δυο βιβλία σπάνιων εκδόσεων για το σκάκι εγώ πήρα το τετράδιο ένα ρολόι Rolex μου πήραν όλοι μαζί δεν μπορούσαν να αποφασίσουν τι θε μου πάρει ο καθένας, ο Χάρι πήρε κάποια βιβλία για το επάγγελμα του και κάποια παπούτσια που ήθελε και πάει λέγοντας. Είμασταν όλοι μαζί και ήπιαμε από ένα ποτήρι αλκοόλ όλοι για να μην μπει σε πειρασμό η Μπεθ παίξαμε κάποια παιχνίδια με χαρτια και πόκερ με φασόλια,ξενυχτήσαμε μιλώντας και λέγοντας διαφορά ανέκδοτα,όταν έπεσαν όλοι για ύπνο βγήκα για ακόμα ένα τσιγαρο στην βεράντα μαζί με το τετράδιο που μου πήρε η Μπεθ σκεφτόμουν τι θα μπορούσα να γραψω πρώτα και άρχισα απλά να γράφω τι έχω κάνει στην ζωή μου και ποιος είναι αφού τελείωσα έσκισα την σελίδα και την έκαψα ένιωσα ήρεμος.
Πρωτοχρονιά
Κάθε βράδυ από το βράδυ τον Χριστουγέννων γράφω κάθε βράδυ και από κάτι και το καίω μετά, ήταν πρωτοχρονιά και σύντομα θα μπαίναμε μια νέα δεκαετία αρχισαμε να μετράμε αντίστροφα και ο χρόνος άλλαξε είχαμε πλέον 1970 όλοι αρχισαμε να αγκαλιαζομαστε και αποφασίσαμε να παίξουνε 21 και πόκερ ανοίξανε σαμπάνια και ήπιανε αρκετά όλοι εκτός από εμένα και την Μπεθ «είσαι κάπως καλύτερα?» Την ρώτησα «ναι κάπως» είπε «δεν φαίνεσαι καλά» της είπα «όχι καλά είμαι όντως είμαι ξεχάστηκα αυτές τις μέρες,ποτέ γυρνάς στην νέα Υόρκη» με ρώτησε «στις 8 Ιανουαρίου» της απάντησα «μάλιστα» μου είπε «μπορώ να καθίσω περισσότερο άμα θες» της είπα «όχι Μπένι έχεις μια ζωή στην νέα Υόρκη πρέπει να πας» μου είπε φαινόταν χάλια αλλά δεν ήθελα να μιλήσω.
Beth's POV
Δεν ήμουν καθόλου καλά το όλο θέμα με τον μπαμπά μου τον Τάουνς το σκάκι όλα με πίεζαν και ηθελα να μείνει και άλλο ο Μπένι αλλά έχει μια ζωή δεν θα την αφήσει για εμένα, όταν πήγα όλοι για ύπνο που αυτό ήταν ξημερώματα ο Μπένι ήταν έξω στην βεράντα και έγραφε και αφού τελείωσε έσκισε το χαρτί και το έκαψε το κάνει αυτό από τα Χριστούγεννα αφού τον βοηθάει χαιρομαι για εκείνον, πήγα στο μπάνιο πάνω και άνοιξα κάτω από τον νεροχύτη το ξύλο που είχε και έβγαλα το κουτι με τα ηρεμιστικά, ήθελα να πάρω δυο τρία αλλά σκεφτόμουν πως υποσχέθηκα στον Μπένι να μην πάρω, αθέτησα την υπόσχεση μου και πήρα τρία και πήγα ξάπλωσα στο κρεβάτι μου ο Ταουνς αύριο έφευγε για ταξίδι. Έβλεπα κινήσεις στο μυαλό μου έβλεπα το παιχνίδι με τον Μποργκοφ και το άλλαζα ξανά και ξανά και ξανά και ξανά μέχρι που κοιμήθηκα. Ξύπνησα πολύ πρωί όλοι κοιμόντουσαν και ο Ταουνς ετοιμαζόταν να φύγει «καλημέρα»μου είπε «καλημέρα» του είπα με φίλησε στο μάγουλο και πήρε την τσάντα του και έφυγε,αφού έφυγε κατέβηκα κάτω και είδα τον Μπένι που διάβαζε ένα βιβλίο στην κουζίνα πίνοντας καφέ «καλημέρα,ηλιαχτιδα» μου είπε «καλημέρα» του είπα και χαμογέλασα με κρατάει σε πολλά για να μην κάνω κυρίως για να μην το κάνω. Έφτιαξα και εγώ έναν καφέ και ήπιαμε μαζί με τον Μπένι καθώς μιλούσαμε για διαφορά « δεν έχεις σκοπό ποτέ να ερωτευτείς έτσι?» Τον ρώτησα «δεν αξίζω να ερωτευτώ και να με ερωτευτούν,τα λάθη μας από το παρελθόν στο μέλλον μας χτυπάνε και μας στερούν όμορφα πράγματα»είπε «ποτέ ήταν η τελευταία φορά που έκανες κάποιο ναρκωτικό» τον ρώτησα μου έχει μιλήσει για αυτά όταν του είπα για τους εθισμούς μου «στα 15»μου είπε και φάνηκε σαν να ντράπηκε του έπιασα το χέρι «δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι σε εμένα» του είπα «ήταν στα 15 και ήταν κοκκα χρειαζόμουν κάτι εκείνη την στιγμή και ήταν το πρώτο που είδα μπροστά μου και το έκανα» είπε «λέω να πάω για ένα μπάνιο» είπε και σηκώθηκε και πήγε πάνω και εγώ συνέχισα να πίνω τον καφέ μου ήρεμη μέχρι που είδα τον Μπένι να κατεβαίνει από τις σκάλες με ένα κουτάκι στο χέρι του και ήταν το μόνο κουτάκι που δεν ήθελα να τον δω να κρατάει «τι είναι αυτά?» Μου είπε και τα ακούμπησε πάνω στον πάγκο «μπορεί να είχαν μείνει από την Άλμα» είπα δήθεν ανήξερη «ψέματα» μου είπε «καλά δικά μου είναι αλλά δεν έχω πάρει» του είπα «πάλι λες ψέμματα» μου είπε και φαινόταν πως άρχισε να εκνευρίζεται «Μπεθ με απομακρύνεις,είμαι εδώ γιατί το ζήτησες θα μπορούσα να σου πω δεν έρχομαι αλλά ήρθα,όσες φορές με πήρες τηλέφωνο μέσα στην νύχτα το σήκωσα και σου μιλούσα και σε βοηθούσα πολλές φορές ήρθα και ολας για να σε βοηθήσω και μου το ανταποδίδεις έτσι» είπε και φαινόταν πλέον απογοητευμένος «Μπεθ σε βοηθάω γιατί ξέρω πως είναι να είσαι εθισμένος σε κάτι το περασα ήμουν εθισμένος στην κοκκα στο χασις στα ηρεμιστικά,μια φορά και ολας κατέβασα μισό από αυτό το μπουκάλι με τα ίδια χάπια και ξέρεις πως κατέληξε? Με Πλύση στομάχου και εμένα στο νοσοκομείο για δυο μέρες. Σε βοηθάω γιατί δεν θέλω να γίνεις σαν εμένα γαμω!» Είπε και φώναξε λίγο δεν μπορούσα ούτε στα μάτια να τον κοιτάξω «σε βοηθάω επειδή εσυ μου το ζήτησες άμα ήθελα σε έγραφα εκεί που ξέρεις και σε άφηνα να κανείς ότι θες,δεν το έκανα γιατί σε νοιάζομαι και γιατί είσαι φίλη μου είσαι η μονη που με καταλαβαίνει σε αυτό και είσαι η μονη που μπόρεσε και με βοήθησες και εμένα είχα την ευκαιρία να ξανά χτυπήσω και κοκκα και χασίς και τα πάντα και είπα όχι γιατί λέω δεν μπορεί η Μπεθ να το σταματάει να μου ζητάει να την βοηθήσω σε αυτό και εγώ ο ίδιος να πάω να ξανά εθιστω σε μαλακιες» είπε και άφησε το κουτάκι πάνω στον πάγκο και πήρε το μπουφάν του και έφυγε εκτός σπιτιού έχει δίκαιο τον απομακρύνω τον διώχνω και τον χανω από δικές μου ηλιθιότητες και δεν θέλω να τον χασω πήρα το κουτάκι και το πέταξα έτσι όπως ήταν χωρίς να το σκεφτώ δεύτερη φορά και έκατσα στην κουζίνα μαζεμένη στην καρέκλα μου και προσπαθούσα να μην κλάψω.
Μετά από καμία ώρα ξανά ήρθε και είχαν ξυπνήσει σχεδόν όλοι και φτιάχναμε πρωινό «ααα Κλιο ποτέ γυρνάτε νέα Υόρκη?» Ρώτησε ο Μπένι «στις 4» του απάντησε η Κλιο «ωραία λογικά θα έρθω και εγώ μαζί σας» είπε ο Μπένι και πήγε πάνω μάλλον για αυτό το μπάνιο που δεν έκανε πριν η Κλιο με είδε κάπως και καταλαβε πως κάτι έγινε «εμείς πάμε έξω με την Μπεθ να της πω κάτι» είπε και με πήρε έξω στην βεράντα «τι έγινε το πρωί άκουσα τον Μπένι κάπως να φωνάζει» είπε και της εξήγησα ότι έγινε «Μπεθ λογικό να θυμώσει εδώ και ενάμιση χρόνο σε βοηθάει σε όλα και απλά αυτήν την στιγμή είναι σαν να του βγαζεις όλη την προσπάθεια του και προσπάθεια σου άδικη,λογικό και να Αποφασίσει να φύγει νωρίτερα γιατί τον διώχνεις δεν πρέπει να τον διώχνεις νοιάζεται για σένα και εσυ νοιάζεσαι γι' αυτόν μην τον διώχνεις Μπεθ» μου είπε η Κλιο αλλά ήταν αργά ο Μπένι το αποφάσισε πως θα φύγει μαζί τους και αυτό από δίκη μου μαλακια δεν επρεπε να πάω να τα πάρω δεν επρεπε να πάρω ούτε αυτό το ένα εχθές. Ο Μπένι κατέβηκε κάτω για το πρωινό μας και έκατσε δίπλα μου και τον εσπρωξα και με κοιταξε «συγγνώμη δεν ήθελα να σου πω ψέματα αλλά πίστευα πως άμα το μάθαινες θα μαλωναμε χειρότερα» είπα «άμα μου το έλεγες εξαρχής δεν θα μαλωναμε καν» είπε «συγγνώμη» είπα ξανά «συγχωρεμένη αλλά σαν τιμωρια θα φύγω νωρίτερα» είπε και γέλασαμε.
4 Ιανουαρίου
Δυστυχώς η μέρα για να φύγουν ήρθε και μάζεψαν όλοι τα πράγματα τους και ετοιμάστηκαν για να φύγουν ο Μπένι καθυστέρησε λίγο να πάει στο αυτοκίνητο για να μου κάτι ή μάλλον να μου δώσει κάτι έβγαλε από τον καρπό του την αλυσίδα που φορούσε και την πέρασε στο δικό μου καρπό «για να με νιώθεις κοντά σου ακόμα και όταν δεν είμαι και την επόμενη φορά που θα σηκώσεις το χέρι σου να πάρει είτε κάποιο χάπι είτε καποιο μπουκάλι θα δεις αυτό και το αφήσεις κάτω» μου είπε «ευχαριστώ,για όλα» είπα και τον αγκάλιασα σφιχτά σαν να ήταν η τελευταία φορά και έφυγε.
Έναν μήνα μετά (9 Φεβρουαρίου)
Μιλούσαμε αρκετά στο τηλέφωνο με τον Μπένι και με τους υπόλοιπους τα προβλήματα μου δεν σταμάτησαν ακόμα τα σκεφτόμουν και τα ξανά σκεφτόμουν μόνο αυτά υπήρχαν και χτύπησε το τηλέφωνο «παρακαλώ?» Είπα «Ελιζαμπεθ γλυκιά μου είμαι στο Κεντάκι θες να βρεθούμε?» Μου είπε μια ανδρική φωνή και ήταν του πατέρα μου «ναι ας βγούμε» είπα και βρέθηκαμε το απόγευμα και πήγαμε για έναν καφέ «κοιτά ποσό όμορφη είσαι» μου είπε «ευχαριστώ» είπα «Ελιζαμπεθ συγγνώμη που δεν ήμουν μαζί σου τόσα χρόνια και που πέρασες όσα πέρασες» μου είπε «άμα ήσουν αυτήν την στιγμή δεν θα είχα όλους τους φιλους που έχω» απάντησα χωρίς δεύτερη σκέψη «Ελιζαμπεθ ήθελα να σου μιλήσω για κάτι,είσαι γνωστή έχεις χρήματα και έχεις και γνωστούς φιλους» είπε και απλά ηλπιζα να μην ακούσω αυτό που σκεφτόμουν «θα ήθελα την βοήθεια σου» μου είπα και τον κοίταξα «χρήματα? Ήρθες να τα βρεις μαζί μου για χρήματα?» Του είπα επιθετικά «Ελιζαμπεθ δεν είναι αυτί ακριβώς» είπε «πρώτα από όλα με φωνάζουν Μπεθ δεύτερον πίστευα πως ήθελες να μου μιλήσεις σαν πατέρας και όχι σαν κάποιος με βλέπει σαν τράπεζα τρίτον γιατί το κανείς αυτό?» Του είπα «Μπεθ απλά χρειάζομαι κάποια χρήματα θα στα επιστρέψω» «δεν με νοιάζει αυτό,με νοιάζει το γιατί το κανείς αυτό,γιατί έρχεσαι και μπαίνεις στην ζωή μου έτσι για να με εκμεταλλευτείς? Όπως και εσυ όπως και ο γιος σου έτσι και εγώ έχω αισθήματα που πληγώνονται» Του είπα και με κοιτούσε «εξαιτίας σου εχασα την μητέρα μου» του είπα και ήμουν έτοιμη να κλάψω «η μητέρα σου είχε τρελαθεί και την έχασες από αυτό από την τρέλα της,το θέμα είναι εσυ να είσαι καλά και να μην γίνεις η μητέρα σου » είπε και γέλασα ειρωνικά «επειδή έχω και προβλήματα και επειδή μοιάζω αρκετά στην μητέρα μου λέω να σου αδειάσω την γωνία» είπα και άρχισα να κλαιω «Ελιζαμπεθ μην το κανείς αυτό είμαι πατέρας σου» είπε «ένα τίποτα είσαι που χρειάζεται λεφτά,είσαι αξιοθρήνητος» είπα και έφυγα κλαίγοντας. Δεν αντέχω άλλο πήγα σπίτι και άνοιξα τα ντουλάπια και πήρα ότι μπουκάλι με αλκοόλ είχα και φυσικά είχα και δυο κουτιά ηρεμιστικά κρυμμένα κάπου πήρα τηλέφωνο τον Μπένι «παρακαλώ?» Είπε η φωνή του «Μπένι?» Είπα μέσα στους λυγμούς μου «Μπεθ,έγινε κάτι?» Με ρώτησε «είχες δίκαιο ο πατέρας μου ήθελε μόνο χρήματα τίποτα άλλο αυτό κοιταξε σε εμένα τα χρήματα και φυσικά δεν θέλει να γίνω σαν την μητέρα μου που είχε τρελαθεί και όμως με παρομοίασε με την μητέρα μου και απλά όντως νιώθω κάποιες φορές πως τρελαίνομαι και νιώθω πως χανω τα λογικά μου και ξέρω πως αυτό δεν είναι καλό και όλα καταρρέουν μέσα μου και θέλω να φωνάξω να ουρλιαξω πως όλα είναι σκατα αλλά δεν έχω φωνή να το κάνω γιατί φοβάμαι» είπα «Μπεθ όλα είναι καλά είμαι εγώ εδώ» είπε ο Μπένι «για ποσό ακόμα?» Τον ρώτησα «για όσο με χρειάζεσαι θα είμαι πάντα εδώ για σένα» είπε «όχι πλέον» είπα και το έκλεισα έβγαλα την αλυσίδα που μου έδωσε ο Μπένι και την άφησα στο τραπέζι με το γράμμα που του έχω γράψει εδώ και καιρό «συγγνώμη» είπα,ένιωθα να τρελαίνομαι απλά πήρα ότι μπουκάλια βρήκα πήρα τα χάπια μου και πήγα πάνω άκουσα το τηλέφωνο να χτυπάει αλλά δεν το σήκωσα άρχισα να πίνω άρχισα να παίρνω τα χάπια το ένα πίσω από το άλλο χωρίς σταματημό είχε πιει 5 μπουκάλια αλκοόλ και κατέβασα δυο κουτιά χάπια,πλέον δεν ένιωθα καλά πλέον ένιωθα όλα να σταματάνε ένιωθα δυσκολία στην αναπνοή μου ένιωθα ζαλισμένη και απλά κοιμήθηκα.
Benny's POV
Εχω πάρει ποσά τηλέφωνα την Μπεθ δεν το σηκώνει τι εννοούσε με το όχι πλέον άρχισα να ανησυχώ και πήρα τηλέφωνο τον Ταουνς «παρακαλώ?» Μου είπε «Ταουνς ο Μπένι είμαι,με πήρε η Μπεθ τηλέφωνο δεν ακούστηκε καλά σε παρακαλώ ποτέ θα πας?» Τον ρώτησα «σε λίγο ξεκινάω ίσα που με πρόλαβες θα σε ενημερώσω όταν φτάσω τι έγινε,μην αγχώνεσαι η Μπεθ είναι δυνατή» είπε «το ξέρω αλλά φοβάμαι» είπα «ξεκινάω τώρα άμα είναι τα λέμε σε λίγη ώρα» είπε και το κλείσαμε δεν είχα καλό προαίσθημα για ότι γινόταν και απλά έκατσα στην πολυθρόνα μου ανήσυχα.
Κατά τις 3 τα ξημερώματα άκουσα το τηλέφωνο να χτυπάει «παρακαλώ?» Είπα
«Μπένι» άκουσα την φωνή του Τάουνς να τρέμει και να λυγίζει «τι έγινε?» Το ρώτησα «δεν δεν δεν ξέρω πως να στο πω» είπε «έπαθε κάτι η Μπεθ?» Είπα «Μπένι έφυγε» είπε και άρχισε να κλαίει «τι εννοεις έφυγε,που πήγε?» Τον ρώτησα «έφυγε από την ζωή, όταν έφτασα σπιτι,την βρήκα στο κρεβάτι δεν ανέπνεε και ήταν,ήταν φριχτό όλο αυτό λυπάμαι,λυπάμαι που δεν ήμουν εδώ να την σταματήσω» είπε και έκλαιγε και το έκλεισα ένιωθα τα μάτια μου να τσούζουν να καίνε και άρχισα να κλαιω από τα νεύρα μου γύρισα ολόκληρο το τραπέζι ήθελα να φωνάξω ήθελα να κλάψω ήθελα να χτυπήσω τον τοίχο μέχρι να ματώσει το χέρι μου και το έκανα άρχισα να χτυπάω τον τοίχο μέχρι που είδα το χέρι μου να ματώνει έφυγε δεν θα την ξανά δω δεν θα την ξανά αγκαλιάσω δεν θα της ξανά μιλήσω και φταίω και εγώ κατά έναν βαθμό.
Towns Pov
Το τηλεφώνημα του Μπένι με ανησύχησε έφυγα κατευθείαν και έτρεχα για να φτάσω στο σπίτι μπήκα μέσα και είδα πάνω στο τραπέζι το βραχιόλι του Μπένι με ένα γράμμα για τον Μπένι, ανέβηκα πάνω «Μπεθ?» Φώναξα και την είδα στο κρεβάτι δίπλα της είχε μπουκάλια και δυο κουτάκια από τα ηρεμιστικά που έπαιρνε πήγα κοντά της δεν ανέπνεε έβγαλα το μπουφάν μου και άρχισα να προσπαθώ να επαναφέρω την αναπνοή της «έλα Μπεθ δεν μπορείς να μας αφήσεις έτσι» έλεγα καθώς της έδινα της πρώτες βοήθειες πήρα τηλέφωνο ασθενοφόρο και τους είπα να έρθουν γρήγορα και όσο το ασθενοφόρο ήταν στον δρόμο εγώ συνέχιζα να της δίνω αναπνοές και εκανα μαλάξεις στο στήθος της «πάρε ανάσα πάρε ανάσα γαμω Μπεθ» φώναζα ήταν φριχτό να την βλέπω έτσι να βλέπω την κοπέλα που αγαπάω να μην αναπνέει, όταν ήρθε το ασθενοφόρο προσπάθησαν και εκείνη να την επαναφέρουν μάταια όμως είχε φεύγει είχαμε φτάσει στο νοσοκομείο και την πήραν είχε φύγει από την ζωή και πλέον δεν την πήραν για την σώσουν αλλά για να βγεις το από τι έφυγε είχαν περάσει ώρες δεν μπορούσα να το πιστέψω και πήρα τηλέφωνο τον Μπένι και του τα είπα όλα μου το έκλεισε δεν περίμενα να μου μιλήσει,φταίω και εγώ που έφυγε φταίω που δεν είναι εδώ πλέον και λυπάμαι που δεν ήμουν εδώ για εκείνη.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top