04

Ξύπνησε από τον βαθύ του ύπνο. Είχε ήδη βραδιάσει. Δεν ήξερε τι να κάνει. Άνοιξε το κινητό για να δει τις 14 κλήσεις της. Άρχισε να θυμάται τι είχαν προηγηθεί εκείνο το απόγευμα. Δεν γινόταν να το αφήσει έτσι. Έπρεπε να το αποτρέψει πριν μεγαλώσει. Και μάλιστα γρήγορα.

Εκείνο το βράδυ εκείνη έκανε σκέψεις και έβγαζε δικά της συμπεράσματα επειδή δεν ήξερε τι είχε συμβεί. Εκεί στο δωμάτιό της ανάμεσα στους μωβ χρώματος τοίχους που είχε διακοσμήσει με φωτογραφίες από σημαντικές στιγμές της οικογένειάς της και από σκετσάκια που ζωγράφιζε όταν ήταν στεναχωρημένη ή όταν βαριόταν. Ακόμα το δωμάτιό της ήταν πολύ φωτεινό εξαιτίας των δύο παραθύρων που είχε με θέα την όμορφη και φωτεινή πόλη της Σεούλ. Το φωτεινό δωμάτιό της αντικατόπτριζε την ψυχή της που ήταν τόσο όμορφη αλλά δυστυχώς κανένας δεν της το αναγνώριζε. Ούτε καν ο ίδιος της το εαυτός.

Τον σκεφτόταν ξανά. Τα σκούρα καφέ γυαλιστερά μάτια του. Τα χείλια του που έπιανε τον εαυτό της πολλές φορές να κοιτάζει και να θέλει να τα φιλήσει. Τη βαθιά φωνή του που θα έδινε τα πάντα για να ακούει κάθε πρωί να της λέει "Καλημέρα". Το χαμόγελό του που ήταν τόσο γλυκό που την έκανε να λιώνει αλλά σπάνια το έβλεπε τώρα πια. Τον λάτρευε. Όπως ακριβώς ήταν με την οποιαδήποτε ατέλειά του που εκείνη δεν μπορούσε να δει, γιατί στα μάτια της ήταν τέλειος.

Αποφάσισε να πάει να τον βρει. Να της εξηγήσει γιατί έφυγε έτσι βιαστικά και να δει αν ήταν καλά.

Όταν έφτασε στην πολυκατοικία όπου έμενε κοίταξε στον τρίτο όροφο όπου έμενε. Δεν έβλεπε φώτα να σημαίνουν ότι κάποιος ήταν εκεί. Παρόλα αυτά πάτησε το κουδούνι και περίμενε. Τίποτα. Ξανά πάτησε. Πάλι καμία απάντηση. Τον κάλεσε στο κινητό αλλά δεν της το σήκωσε. "Θα περιμένω εδώ" σκέφτηκε "δεν μπορεί να αργήσει. Λογικά θα πήγε στο κοντινό σουπερ μάρκετ". Κάθισε στα σκαλοπάτι έξω από την πόρτα του ισογείου. Ο καιρός ήταν χάλια εκείνη την μέρα. Έκανε κρύο και φαινόταν ότι θα έβρεχε. Τουρτούριζε από το κρύο και περίμενε, περίμενε, περίμενε. Είχε ξεπαγιάσει από το κρύο δεν άντεχε άλλο περίμενε μισή ώρα εκεί έξω. Αποφάσισε να φύγει και τότε ένα αυτοκίνητο σταμάτησε ακριβώς μπροστά της. Ήταν εκείνος. Από τη θέση του συνοδηγού κατέβηκε μια κοπέλα με ξανθά οχι πολυ μακριά μαλλιά. Η υποτιθέμενη φίλη της. Έκανε στην άκρη και κρύφτηκε πριν την δουν παρακολουθώντας το σόου. Ο Yoongi βγαίνει και αυτός από το αυτοκίνητο και πιάνει την κοπέλα από τον καρπό της τραβώντας την γρήγορα προς την πόρτα. Το βλέμμα του κλείδωσε με το δικό της. Ακόμα και εκεί που είχε κρυφτεί εκείνη, ο Yoongi την είχε δει. Είχε καταλάβει ότι ήταν κάπου εκεί εξαιτίας της μυρωδιάς της. Το γνώριζε το άρωμά της τόσο καλά εφόσον το είχε ερωτευτεί. Χωρίς να αντιδράσει προσπέρασε την κρυψώνα της και μπήκε μέσα στην πολυκατοικία με την άλλη κοπέλα δίπλα του.

Μπήκαν στο σπίτι του και εκείνος έπεσε στο καναπέ του μικρού σαλονιού χωρίς να μιλήσει. Η κοπέλα τον πλησίασε αισθησιακά αρχίζοντας να αφαιρεί τα ρούχα της ξεκινώντας από το σακάκι που φορούσε. Την κοίταξε και όταν εκείνη έκανε την κίνηση να τον αγγίξει εκείνος τραβήχτηκε μακριά. "Τι κάνεις;" την ρώτησε. "Τι; Νόμιζα για αυτό ήρθαμε εδώ. Νόμιζα ότι το ήθελες" "Λάθος νόμιζες" είπε ξερά ο Yoongi έχοντας στο μυαλό του τα πληγωμένα μάτια της κοπέλας που ήταν έξω στο κρύο και στη βροχή και που έκλαιγε γοερά στο σκοτάδι γυρνώντας σπίτι της και καλύβοντας το πρόσωπό της απο τους περαστικούς.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top