-35-

Ο ήχος του κουδουνιού με σταμάτησε από το να ζωγραφίζω το θρανίο μου. Αποχώρησα από την τάξη και κατέβηκα στο προαύλιο.

Πήγα στο κυλικείο και αγόρασα μια πίτσα..

Ακουσα κάποιους να ψιθυρίζουν πίσω από την πλάτη μου..Σίγουρα μιλούσαν για εμένα και την παρέα μου.

Δεν έδωσα όμως τόσο σημασία , γυρισα την πλάτη μου και πήγα να βρω τον Αχιλλέα και την Αγάπη.

Α να εκεί είναι , στο παγκάκι που καθόμασταν πριν.

"Έχεις όρεξη να φας;" μου είπε η Αγάπη με απορία στο βλέμμα της

"Ε πεινάω τι να κάνω" είπα και έφαγα μια μπουκιά από την πίτσα
"Άλλη μια ώρα έμεινε και μετα σπίτια μας. Κουράστηκα. Νιώθω εξαντλημένος"
"Αχιλλέα θα γυρίσουμε μαζί σπίτι ; Όπως το πρωί;"
"Ναι αγάπη μου"
"Εγώ λέω να περασουμε από το σπίτι της Έλενας να δούμε πως είναι η ψυχολογία της"
"Εμμ δεν ξέρω , μήπως θέλει τον χρόνο της για να μιλήσει ; Μπορεί να θέλει να μείνει λίγο μόνη"
"Καταλαβαίνω απλώς ανησυχώ για αυτήν"
"Ας την αφήσουμε και για σήμερα και βλέπουμε αύριο"

Δεν συνεχίσαμε άλλο την συζήτηση μας διότι μας διέκοψε το κουδούνι.

Ποιος κανει αρχαία τωρα;

Δεν πειράζει όμως θα συνεχίσω την υπέροχη ζωγραφιά μου πάνω στο θρανίο.

[40 λεπτά αργότερα]

"Θα σε αφήσω σπίτι η θες να πάμε καπου;"
"Δεν σε ακούω Αχιλλέα πάνω στο μηχανάκι πιο δυνατα"
"ΘΑ ΣΕ ΑΦΗΣΩ ΣΠΙΤΙ Η ΘΕΣ ΝΑ ΠΑΜΕ ΚΑΠΟΥ ΑΛΛΟΥ;"
"ΟΧΙ ΣΠΙΤΙ ΑΦΗΣΕ ΜΕ , ΔΕΝ ΕΧΩ ΟΡΕΞΗ ΝΑ ΠΑΩ ΠΟΥΘΕΝΑ"
"ΕΝΤΑΞΕΙ"

-ΚΟΥΦΑΘΗΚΑΜΕ

Άραγε θα αντέξει η Έλενα να ερθει στην κηδεία του Ντινου μεθαύριο ;

Καλό θα ήταν να μην ερθει...Δεν θα αντέξω κι άλλες λιποθυμίες.

5 Λεπτά αργότερα φτάσαμε στο σπίτι. Έδωσα ένα φιλί στον Αχιλλέα , τον αγκάλιασα σφιχτά και μπήκα στο σπίτι.

Άνοιξα τον φούρνο ώστε να δω τι έχει μαγειρέψει η μάνα μου.

Μμμ κοτόπουλο με πατάτες παλι.

Με τόσο κοτόπουλο που έχω φάει πια εδω μέσα θα καταλήξω με πούπουλα και φτερά στο τέλος.

Κοτόπουλο με πατατες στον φούρνο και μακαρόνια με κιμά έχω φάει πραγματικά χιλιάδες φορές.

Έπιασα ένα πιάτο από το ντουλάπι δίπλα από τον φούρνο και εβαλα λίγες πατατες. Δεν θέλω να φάω άλλο κοτόπουλο. Enough

Άραγε η μάνα μου που είναι ; Λογικά θα κοιμάται στο δωμάτιο της.

Αφού τελειωσα το μεσημεριανό μου ανέβηκα πολύ γρήγορα τις σκάλες. Πριν μπω στο δωμάτιο μου άνοιξα την πόρτα του δωματίου της μάνας μου για να ελέγξω εάν είναι εκεί. Τελικά κοιμάται .

Μπηκα στο δωμάτιο και ξάπλωσα στο κρεβάτι .

Ούτε καν αλλαξα ρούχα . Είμαι τόσο κουρασμένη που δεν με νοιάζουν τα ρούχα αυτήν την στιγμή.

Τα βλέφαρα μου άρχισαν να βαραίνουν.. Σιγά σιγά άρχισα να βυθίζομαι σε σκοταδι.

[...]

Παναγια μου . Τι όνειρο ήταν αυτό .

Γιατί να δω τον Ντινο σε ένα πάρκινγκ να ουρλιάζει από πονο.

Πολύ κριπι πράγματα.

Ακουσα το κινητό μου να τρίζει μέσα στην τσάντα την οποία πέταξα πριν κοιμηθω στο πάτωμα.

Ο αστυνομικός είναι. Τι θέλει παλι ;

[Στην Κλήση]
«Παρακαλώ;»
«Καλησπέρα Μυρτω , είναι εφικτό να περάσεις από το τμήμα»
«Βρήκατε κάτι;»
«Είμαστε κοντά σε κάτι απλώς χρειαζόμαστε ακόμα μια κατάθεση σου. Έχεις ελεύθερο χρόνο να έρθεις από εδώ;»
«Ναι φυσικά σε λίγη ώρα θα βρίσκομαι στο τμήμα»
«Εντάξει τα λέμε από κοντα»
[Τελος Κλήσης]

Νιώθω ότι σιγά σιγά φθάνουμε στο τέλος...

«Μυρτω» άκουσα το όνομα μου από το δωμάτιο της μητέρας μου

Βγήκα στον διάδρομο και άνοιξα την πόρτα του δωματίου.

«Έλα τι έγινε;»
«Θα πας καπου; Σε άκουσα να μιλάς στο τηλέφωνο»
«Ε ναι, θα πάω στο τμήμα για μια ακόμη κατάθεση»
«Όταν πήγα εγώ με ρώταγε διαφορά πράγματα για αυτόν τον Αλέξανδρο. Εάν τον ξέρω και αλλά διαφορά περίεργα. Είναι ύποπτος ο Αλέξανδρος;»
«Νιώθω πως ναι»
«Τέλος Πάντων άντε πήγαινε και πρόσεχε στον δρόμο, ανησύχησα τώρα με τον Αλέξανδρο. Και άμα σου επιτεθεί στον δρόμο αυτός ο ψυχάκιας;»
«Αν έχει τα κότσια ας επιτεθεί , θα φάει τον μπατσο μέσα στην μούρη»

[...]
«Για πες μου Μυρτώ πως συμπεριφέρθηκε αυτός ο Αλέξανδρος σε όλες τις συναντήσεις σας;»
«Πολύ φιλικός , ήθελε να επανορθώσει για όσα έκανε η αδερφή του»
«Δηλαδή δεν σου φάνηκε περίεργη η στάση του ;»
«Τον θεωρείτε ύποπτο ;»
«Απάντησε μου στην ερώτηση μου σε παρακαλώ»
«Ναι μου φάνηκε περίεργη η ξαφνική του επίσκεψη και ήμουν η πρώτη που έλεγε στους φίλους μου ότι κάτι τρέχει»
«Αφού λοιπόν σου φάνηκαν περίεργες οι κινήσεις του γιατί συμφώνησες να τον συναντήσεις;»
«Όπως σας ξανά είπα και πριν ήθελα να τον συναντήσω ώστε να καταλάβω σε τι αποσκοπεί η ξαφνική του επίσκεψη. Δεν κατάλαβα και πολλά όμως»
"Πιστεύεις ότι είναι ύποπτος ;"
"Ναι" απάντησα με μία σιγουριά
"Εντάξει , η βοήθεια σου μας είναι αρκετά χρήσιμη, μπορείς να φύγεις τώρα. Εάν σε χρειαστούμε θα σε καλέσουμε ξανά"
"Ελπίζω η αλήθεια να έρθει στο φως σύντομα"
"Και εμείς"

Χαιρέτησα και αποχώρησα από το τμήμα. Το τμήμα ήταν σχετικά στο σπίτι μου οπότε δεν χρειάστηκε να πάρω το λεωφορείο ή να καλέσω την μάνα μου για να έρθει να με πάρει. 

Δεν θέλω να πάω σπίτι όμως , θα πάω μία βόλτα μόνη μου. Να αναλογιστώ όλα τα γεγονότα που έχουν συμβεί στην ζωή μου αυτόν τον χρόνο. Κυρίως τον θάνατο του Ντίνου. Πόσο θα ήθελα να κλείσω τα μάτια μου και όταν τα ξανά ανοίξω όλο αυτό να έχει τελειώσει, όλα τα κακά γεγονότα που μου έχουν συμβεί να ήταν ένας κακός εφιάλτης. 

Ξέρω όμως ότι αυτό δεν πρόκειται να συνέβαινε ποτέ οπότε πρέπει να το πάρω απόφαση ότι έτσι είναι η ζωή...Σκέφτομαι και τους γονείς μου , δεν θέλω να χωρίσουν έτσι απλά, πρέπει να τα ξανά βρουν.

Λίγη ώρα αργότερα , καθώς προχωρούσα μπροστά από ένα γκαράζ μου ήρθε η ίδια εικόνα όπου είδα στο όνειρο μου προηγουμένως. Είναι ακριβώς το ίδιο γκαράζ που είδα τον Ντίνο να ουρλιάζει από πόνο. 

Έκατσα λίγο μπροστά από την είσοδο του γκαράζ και άρχισα να παρατηρώ τον χώρο μπας και καταλάβω εάν μου θυμίζει κάτι. Το παρατήρησα για ώρα αλλά κανένα αποτέλεσμα.

Μήπως είναι μία απλή σύμπτωση; Μπαα , δεν πιστεύω στις συμπτώσεις πλέον , όλα για κάποιο λόγο γίνονται. Επίσης πιστεύω πολύ στα όνειρα οπότε είμαι σίγουρη ότι πίσω από αυτό το όνειρο κρύβεται κάτι. Νιώθω ότι ο Ντίνος προσπαθεί να μου κάτι. Να μου αποκαλύψει κάτι ίσως. 

Ξεφύσησα και έφυγα...

Περπάτησα λίγο και μετά από κάποια λεπτά έφτασα σπίτι...Πριν μπω μέσα με την άκρη του ματιού μου είδα τον Αχιλλέα να βρίσκεται έξω από το σπίτι του και να καπνίζει σκεπτικά. Προχώρησα προς το μέρος του. 

"Αχιλλέα; Τι κάνεις;"
"Σκέφτομαι"
"Καπνίζοντας;"
"Ναι"
"Από πότε καπνίζεις εσύ;"
"Πριν λίγους μήνες ξεκίνησα, για την ακρίβεια πριν 3 μήνες"
"Σε παρακαλώ σβήστο , δεν θέλω να καπνίζεις"
"Άσε με σε παρακαλώ μόνο μου"
"Σκέφτεσαι τον Ντίνο;"
"Ναι" μου είπε με βαριά φωνή

Δεν πρόλαβα να του απαντήσω διότι ξέσπασε σε κλάματα...Πρώτη φορά τον έβλεπα έτσι , τόσο στεναχωρημένο. Δεν περίμενα να τον δω ποτέ έτσι. Ο Αχιλλέας έβγαζε πάντα μία σκληρότητα , σαν να μην τον ένοιαζε ποτέ τίποτα. 

Τελικά κάποια πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται... 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top