-17-
Μαμά Μυρτώς POV
"Έχουν περάσει 2 μέρες και το παιδί μου ακόμα να φανεί. Κάντε κάτι. Σας παρακαλώ"
"Μην αγχώνεστε κυρία μου, η αστυνομία θα βρει την κόρη σας πολύ σύντομα. Θέλουμε όμως και την δικιά σας βοήθεια. Πρέπει να ψάξετε στο σπίτι εάν η κόρη σας έχει αφήσει το κινητό της. Εάν δεν το βρείτε κάπου σημαίνει ότι το έχει πάρει μαζί της άρα θα μπορέσουμε να την εντοπίσουμε.
"Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Πηγαίνω σπίτι και αν βρω κάτι θα σας τηλεφωνήσω"
Μυρτώ POV
Είμαι μόνη μου πιά.
Ο καθένας έχει δικό του δωμάτιο εδώ μέσα.
Θέλω τον μπαμπά μου, την μαμά μου.
Απορώ τι στον πούτσο έχει κάνει ο Αχιλλέας σε αυτήν την μαλάκω την Αφροδίτη.
Έχει μείνει μόνο μία γουλιά νερό από το μπουκάλι που μου έδωσαν πριν 2 ώρες.
Δεν μπορώ να αναπνεύσω καλά, ζαλίζομαι, η αιτία νομίζω είναι ένας καπνός ο οποίος βγαίνει από έναν σωλήνα που υπάρχει στο δωμάτιο.
Άρχιζα να βήχω, ο καπνός μου πνίγει το λαιμό. Προσπάθησα να στηριχτώ το κομοδίνο αλλά το κομοδίνο έπεσε και μαζί του και εγώ.
Τώρα σκοτάδι.
[...]
Τα βλέφαρά μου είναι βαριά. Άνοιξα τα μάτια μου, δεν βλέπω καλά όμως.
Μία άσπρη λάμπα είναι ακριβώς από πάνω μου με συνέπεια να τσούζει τα μάτια μου, είμαι ξαπλωμένη λογικά..
Με τις παλάμες μου σήκωσα το βαρύ μου σώμα, γύρω μου τίποτα, ένα κενό.
Ο ΑΧΙΛΛΈΑΣ.
Όλοι είναι εδώ, ξαπλωμένοι επίσης σε κάτι κρεβάτια νοσοκομείου.
"Παιδιά" τους φώναξα
Κάνεις δεν μου απάντησε, όλοι με κοίταξαν αλλά κανείς δεν μου έδωσε σημασία....
Γιατί; Τι τους έκανα;
"Τι σας έκανα γαμώ, γιατί δεν μου απαν-" δεν πρόλαβα να τελειώσω, η πόρτα στο βάθος άνοιξε.
Μπήκε μέσα η Μαριάννα, η Αφροδίτη, ο Βαγγέλης και οι δύο άντρες.
"Γειά σας, πως τα πάμε;" είπε η Αφροδίτη
"Είσαι ψυχάκι ρε, τι στον πούτσο σου έχουμε κάνει;"
"Μμμ μην με προκαλείς"
"Σε προκαλώ"
"Αφού με προκαλείς. Φέρτε το πετρέλαιο και τα υπόλοιπα"
ΩΧ
Οι άντρες έφεραν κάτι σαν σεντόνια και ένα μπουκάλι μεγάλο με πετρέλαιο. Άπλωσαν τα σεντόνια στο πάτωμα και μετά έριξαν όλο το μπουκάλι με το πετρέλαιο γύρω τους.
"Εμείς θα φύγουμε τώρα, καλή συνέχεια"
"ΠΟΥ ΠΑΣ ΜΩΡΗ;"
"Καλή συνέχεια Μυρτώ"
Αυτό είπε καθώς έφυγαν και οι τρεις. Οι δύο άντρες έμειναν.
Ο ένας άντρας έβγαλε από την τσέπη του έναν αναπτήρα, έβαλε φωτιά στα σεντόνια.
Έφυγαν.
Έκλεισαν την πόρτα από έξω.
"Τι θα κάνουμε τώρα;" είπε η Έλενα
"Μην φοβάσαι μωρό μου, θα βγούμε από εδώ μέσα" της έδωσε ένα φιλί ο Ντίνος.
Είχαν μαζευτεί όλοι τους σε μία γωνία και φώναζαν βοήθεια, εγώ μόνη μου στην απέναντι γωνία....
Πρέπει κάτι να σκεφτώ.
Η μαμά μου δεν θα με αφήσει έτσι, θα με βρει. Είμαι σίγουρη ότι ήδη ψάχνει για εμένα.
Μαμά Μυρτώς POV
"Κύριε αστυνόμε, σας πήρα τηλέφωνο διότι το τηλέφωνο δεν το βρήκα πουθενά. Το έχει πάρει μαζί της"
"Ελάτε γρήγορα στο τμήμα"
[Στο τμήμα]
"Καλησπέρα αστυνόμε, μου είπατε να έρθω"
"Καθίστε. Πείτε μου τον αριθμό τηλεφώνου της κόρης σας"
"694*******,αυτός είναι"
"Σε 10 λεπτά θα μπορέσουμε να χακάρουμε το κινητό και να μάθουμε την τοποθεσία που το κινητό είναι"
[10 λεπτά μετά]
"Επιτέλους βρήκαμε την τοποθεσία"
"ΠΟΥ ΕΊΝΑΙ ΑΣΤΥΝΟΜΕ;"
"Το τηλέφωνο βρίσκεται σε δέκα τετράγωνα πιο κάτω από ένα πάρκο δίπλα από το 4 λύκειο"
"Μήπως ξέρετε αν είναι κάποιο κτήριο; η δεν ξέρω χωράφι η κάτι"
"Αυτό δεν το ξέρω, ας πάμε όλοι μαζί εκεί να δούμε"
"Σας παρακαλώ μπορείτε να βγάλετε ένταλμα να έρθουν και άλλοι συνάδελφοι σας μαζί;"
"Φυσικά. Δύο περιπολικά να πάνε 10 τετράγωνα πιο κάτω από το πάρκο του 4 λυκείου"
Μυρτώ POV
"βοηθειαα" φωνάζαμε όλοι μαζί
Η φωτιά άρχιζε να απλώνετε.
"Αχιλλέα θα καούμε ζωντανοί κάνε κάτι"
"Τι θες να κάνω ρε Μυρτώ, η πόρτα δεν σπάει η γαμημένη"
"Δεν μπορώ να πάρω ανάσα"
"Μυρτώ" μου είπε η Ελενα
"Θέλουμε να σου πούμε συγνώμη"
"Σας αγαπάω ρε"
"Ναι κορίτσια, σπρώξτε γιατί θα καούμε ζωντανοί"
Τίποτα όμως, η πόρτα δεν έσπαγε.
Η αποθήκη έχει γίνει μαύρη από τους καπνούς της φωτιάς.
ΕΓΩ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΘΆΝΩ ΈΤΣΙ ΟΜΩΣ
"Αχιλλέα, θέλω να σου πω ότι.... Σε αγαπώ" αγκάλιασα τον Αχιλλέα και του έδωσα ένα φιλί
"Εγώ περισσότερο"
Δεν θα συνεχίσω να προσπαθώ για κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί. Η πόρτα δεν θα ανοίξει ποτέ
"Μυρτώ γιατί σταμάτησες;"
"Γιατί ρε Ντίνο δεν πρόκειται να σωθούμε, δεν χρειάζεται να το κουράζουμε άλλο"
Ακούστηκαν κάποιες φωνές έξω από την αποθήκη.
ΜΑΜΑ;
Η πόρτα άνοιξε.
"ΜΑΜΑ"
Έτρεξα προς το μέρος της και την αγκάλιασα με δάκρυα στο πρόσωπο μου.
"Πρέπει να φύγουμε οπωσδήποτε από εδώ, η αποθήκη θα ανατιναχτεί από στιγμή σε στιγμή"
Τρέξαμε προς τα αμάξια, στο βάθος είδα την αποθήκη να καίγεται ολοσχερώς.
"Πυροσβεστική εκεί; Γρήγορα ελάτε στην αποθήκη απέναντι από το πάρκο στο 4 λύκειο. ΓΡΗΓΟΡΑ"
Τότε ένας μεγάλος κρότος ακούστηκε, ήταν η αποθήκη.
Τώρα όλα ξεκινάνε από την αρχή, νέα ζωή. Το ελπίζω.
_________________________________________
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top