~8
Ενημέρωση: Αυτές τις μέρες σκέφτομαι να ασχοληθώ με το βιβλίο Away που βρίσκεται στο προφίλ μου. Οπότε αν δεν το έχεις διαβάσει, τσέκαρέ το. Γιατί είναι πιο χοτ και από εκείνα τα γυμνούλικα μαναράκια που βλέπω συνέχεια στο φυ στο τικτοκ μου και μου πέφτει το σαγόνι στο πάτωμα.
Ελπίζω να σας έπεισα χεχ.
~~~
ΑΛΕΞ ΠΟΒ
(Έχω ζαλιστεί με τις εναλλαγές στα ποβ, λολ. Όταν συναντηθούν θα τις σταματήσω. Λογικά. Εδώ δεν ξέρω τι θα φάω το βράδυ, θα ξέρω αυτό... Ignore me, η συγγραφέας έχει τρελαθεί χιχι)
<<Ουφ, Άλεξ το κεφάλι μου πόνεσε>> διαμαρτύρεται ο Κόλτον και τον αγριοκοιτάζω. <<Πόσες ώρες μιλάς ακατάπαυστα; 3; 4; Δεν αντέχω άλλο...>> κρύβει το κεφάλι του στο μαξιλάρι και σταυρώνω τα χέρια μου.
<<Ήρθαμε κυριολεκτικά πριν 5 λεπτά, Κόλτον>>
<<Νιώθω ότι μου μιλάς αιώνες. Δεν καταλαβαίνω τίποταααα>> του πετάω παπούτσι και τον πετυχαίνω στο κεφάλι.
Πω ο άτιμος. Μπασκετμπολίστας πρέπει να γίνω...
Βασικά. Είμαι ήδη. Φακ.
ΕΙΔΕΣ; ΟΧΙ, ΕΙΔΕΣ; Κοντεύω να τρελαθώ. Αν δεν έχω ήδη τρελαθεί ήδη.
Γαμώτο Άνα. Εσύ φταίς.
<<Ρε μαλάκα πόνεσε αυτό>> μουρμουρίζει και μου το πετάει αλλά με έναν ελιγμό το αποφεύγω. <<Άσε με, θέλω να πάω σπίιιτιιιιιιι>> γκρινιάζει και κάθομαι δίπλα του αγανακτισμένος.
<<Δεν μπορώ να το πιστέψω>> αναφωνώ και κλείνω τα μάτια μου.
<<Τι; Που θέλω να πάω σπίτι;>> με πλησιάζει και απλώνει το πόδι του πάνω μου. <<Θες να κάνουμε ζουζουνιές τρελό αγόρι;>> ανοίγω το ένα μάτι και τον κοιτάζω. Απευθείας μαζεύεται και καθαρίζει τον λαιμό του.
Ώρες ώρες η Κολτονίτσα βγαίνει αβίαστα από μέσα του και θέλω να τον βαρέσω.
Ρίχνω ξανά το κεφάλι μου πίσω. <<Δεν ξέρω αν μπορώ καν να της μιλήσω>> παραδέχομαι <<Έχουν περάσει τόσα χρόνια...>>
<<Τρία...>>
<<Ώστε με άκουγες τόση ώρα;>>
<<Μόνο τα βασικά>> ρουφάει τον καφέ του λες και είναι ούτε κι εγώ δεν ξέρω τι και ανασηκώνει τους ώμους του. <<Επίσης, πότε έγινες τόσο χέστης ρε Άλεξ;>>
Τον κοιτάζω αγριεμένος αλλά ξέρω ότι έχει δίκιο.
Είμαι χέστης. Υπερβολικά πολύ.
<<Έφυγες σαν κοριτσάκι σήμερα, που αν μη τι άλλο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ήταν ερεθιστικό...>> σχολιάζω και ξεφυσάω. Η Κολτονίτσα έχει πάρει πολύ αέρα σήμερα. <<...αλλά δεν υπήρχε λόγος. Δεν μπορείς να σταθείς και να της μιλήσεις;>>
Άσε με να σκεφτώ...
ΌΧΙ.
Προφανώς και δεν μπορώ.
Για πολλαπλούς λόγους.
Πρώτον για το γεγονός ότι έχουν περάσει όντως 2 χρόνια και θα τα παίξει αν με δει μπροστά της μετά από όοοοοοολα αυτά που έγιναν.
Δεύτερον, ακόμη και αν καταφέρω να την αντιμετωπίσω παίζει να φαω το ξύλο της ζωής μου. Και θα έχει και δίκιο. Είμαι μαλάκας.
Τρίτον... Πφ. Δεν είναι ότι δεν την έχω ξεπεράσει, αλλά αν όντως επιδιώξω να της μιλήσω, χωρίς να φάω ξύλο, μάλλον δεν θα μπορέσω να αντισταθώ. Μεταξύ μας, ήμουν πολύ συγκρατημένος στο κλαμπ. Κάλλιστα θα μπορούσα να την στριμώξω στις τουαλέτες και να τελοσπάντων αλλά όχι. Δεν το έκανα. Είμαι κύριος. ΚΥΡΙΟΣ.
Καιυπερβολικάερωτευμένοςμαζίτηςακόμη.
ΑΛΛΑ ΚΥΡΙΩΣ, ΚΥΡΙΟΣ.
<<Την διέλυσα, Κολτ...>> ψιθυρίζω κοιτώντας έξω από το παράθυρο. <<Διέλυσα όλη την εμπιστοσύνη που μου είχε, ό,τι ένιωθε για μένα...>> αν ήμουν μόνος σίγουρα θα έκλαιγα αλλά επειδή ξέρω την Κολτονίτσα, αν με δει να κλαίω θα τρελαθεί από την χαρά της... εννοώ την χαρά του. Δεν κλαίω μπροστά σε άλλους. Τέλος.
<<Για αυτό υπάρχουν οι δεύτερες ευκαιρίες φίλε μου>> μου χτυπάει τον ώμο απαλά. <<Της αξίζει μια εξήγηση. Έφυγε χωρίς να σε ακούσει. Εκείνη φταίει>>
<<Εκείνη φταίει ε;>> ρωτάω για επιβεβαίωση και κουνάει αρνητικά το κεφάλι του.
<<Προφανώς και όχι. Στο είπα για να νιώσεις καλύτερα. Εσύ φταις εννοείται και το ασυγκράτητο πουλί σου που μπαίνει όπου βρει, με τα συγχωρήσεως>>
Χτυπάω το χέρι μου με δύναμη στον καναπέ. <<Να με συγχωρεί η χάρη σου, αλλά δεν έκανα τίποτα με την Κρίστι τότε. Και με καμία Κρίστι. Το πουλί μου μια χαρά συμμαζεμένο ήταν>>
Καγχάζει επιδεικτικά. <<Εσύ; Και να έχεις συμμαζεμένο πουλί; Το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις;>>
Ωραία συζήτηση. Πουλοσυζητηση. Αγκχ.
<<Γαμήσου ηλίθιε!>> σηκώνομαι όρθιος και κάνω κίνηση να βγάλω την μπλούζα μου γιατί εξακολουθώ να στάζω από ιδρώτα.
Αλλά μάλλον αν βγάλω την μπλούζα, δεν θα στάζω μόνο εγώ.
<<Ναι όρεξη σε είχα>> διαβάζει τα μούτρα μου και πίνει ξανά από τον καφέ του. <<Ο μπάρμαν χθες ήταν κλάσεις ανώτερος από εσένα>> παίρνει το τηλεκοντρόλ και βάζει κάτι άκυρο στην τηλεόραση.
Μπαίνω στο δωμάτιο και κλείνω πίσω μου την πόρτα. Βγάζω την μπλούζα και την πετάω κάτω.
Βλάκας. Αφού πάλι εγώ θα τα μαζέψω μετά.
Την παίρνω και την πετάω στο καλάθι με τα άπλυτα. Και έπειτα ξαπλώνω στο κρεβάτι.
Δεν προλαβαίνω να κλείσω τα μάτια μου και το πρόσωπό της εμφανίζεται παντού.
Το ήξερα ότι αν ερχόμουν εδώ, θα την πετύχαινα κάπου. Η πόλη δεν είναι τόσο μεγάλη όσο θέλουν να νομίζουν οι κάτοικοί της.
Αλλά. Φακ. Είμαι σχεδόν μια εβδομάδα εδώ και μέσα σε μια γαμημένη μέρα την είδα δύο φορές. Δύο ηλίθιες φορές. Εκ των οποίων την μια την φίλησα και γαμώτο πλέον ούτε στον εαυτό μου δεν μπορώ να κρύψω πόσο γαμημένα μου έχει λείψει.
Και επίσης η ιδέα του να μείνω μόνιμα εδώ μιας και έχω ήδη πληρώσει το νοίκι του σπιτιού για όλο τον μήνα, μοιάζει εύκολη και τρομακτική ταυτόχρονα. Αν όντως κάτσω εδώ, το να συναντηθούμε θα είναι αναπόφευκτο.
ΠΦ.
Ξεκλειδώνω το κινητό μου και το δάχτυλό μου στέκεται μετέωρο πάνω από το άλμπουμ φωτογραφιών.
Όχι. Δεν είμαι κανένας μαζόχας που κάθεται και χαζεύει παλιές φωτογραφίες κλαίγοντας πάνω από την οθόνη του κινητού του. Αυτό τουλάχιστον μπορώ να το παραδεχτώ.
Βασικά απλά απέφευγα να χρησιμοποιώ το κινητό. Τόσο απλό.
Γυρίζω μπρούμητα και παίρνω αγκαλιά το ηλίθιο μαξιλάρι μου.
(Ε ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΚΑΝΑ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΦΑΚ. ΦΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΚ. ΟΡΙΣΤΕ ΚΑΙ ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ ΤΙ ΕΝΝΟΩ ΧΙΧΧΙΙΧΧΙ).
(ναι.... όλες το ίδιο σκεφτόμαστε........Παμε παρακάτω.......)
Εξάλλου δεν έχουμε καν συνολικά δέκα φωτογραφίες. Σιχαίνομαι τις φωτογραφίες. Εντάξει στο ινστα εξακολουθώ να ανεβάζω γυμνές φωτό- εμ εννοώ απλές φωτό αλλά μέχρι εκεί.
Με την Άνα είχαμε βγει ελάχιστες φορές φωτογραφίες. Και συνήθως εκείνη με έπειθε.
Και τώρα απλά καταριέμαι τον εαυτό μου που γκρίνιαζα όταν μου έλεγε να βγάλουμε σέλφι και δεν το βούλωνα απλά.
Μπιπ μπιπ.
Γουελ. Θα μπορούσε να είναι η Άνα. Αλλά μάντεψε μαλάκα.
Πάλι ειδοποίηση από το ημερολόγιο; Τι σκατά; Ποιος βάζει ειδοποιήσεις στο ημερολόγιο του κινητού του;
Γενέθλια♥ 16/10♥
Πατήστε x για ακύρωση
Ω ρε πούστη με αυτά τα σκατογενέθλια. Ποιος σκατά είχε γενέθλια χθες;
<<ΑΛΕΕΕΞΞΞΞ>> φωνάζει ο Κόλτον από μέσα. <<ΈΧΕΙ ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ ΑΝΤΕ ΕΛΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕΕΕΕ>>
Του μουγκρίζω ως απάντηση και στηρίζω το κεφάλι μου στο χέρι μου.
Τι σκατά; Γιατί έχω σημειωμένα γενέθλια στο κινητό μου;
Εκτός και αν δεν το έγραψα εγώ...
Πω νταξ χέστηκ-
α
Α
ΚΑΤΣΕ.
ΚΑΑΑΑΑΤΣΕ.
Ξανακοιτάζω την ημερομηνία.
ΦΑΚ.
Είμαι μάλλον αρκετά ηλίθιος για να μην καταλάβω το προφανές.
Ποιος άλλος είχε πρόσβαση στο κινητό μου άραγε...
Γαμώ Άνα. Προφανώς και είχες γενέθλια χθες.
Θέλω να βαρεσω το κεφάλι μου στον τοίχο.
ΑΝΑΣ ΠΟΒ
<<Είσαι σίγουρη;>> ρωτάω υπερβολικά ψύχραιμα αν και μέσα μου βράζω. Ευτυχώς που φύγαμε από την καφετέρια πιο νωρίς από τους υπόλοιπους γιατί ήμουν έτοιμη να κάνω ΜΠΑΜ από την χαρά μου.
<<Όχι εντελώς, βασικά>> απαντάει η Νάιλα και με πιάνει από το χέρι για να περάσουμε μαζί τον δρόμο. Το γεγονός ότι μου συμπεριφέρεται λες και είναι η μαμά μου ενώ την περνάω σχεδόν έναν μήνα, με εκνευρίζει.
Επίσης, ναι παραλίγο να με πατήσει νταλίκα, αλλά δεν πειράζει.
<<Πόσο τις εκατό σίγουρη είσαι;>> ρωτάω ξανά και ξεφυσάει.
Ναι. Συγνώμη κιόλας που θα σκάσω αν δεν μάθω.
Γιατί είναι πιο λογικό να κάτσω αμίλητη και να μην ρωτήσω τίποτα απολύτως αφού μου ανακοίνωσε μες την τρελή χαρά την στιγμή που γύρισα από το μπάνιο ότι μάλλον είδε αυτόν με τον οποίο φασώθηκα στο κλαμπ χθες.
Λες και δεν με έχει μάθει, ξέρω γω...
<<Χμ θα έλεγα ενα 83%>> απαντάει και γουρλώνω τα μάτια μου.
<<ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΔΟΝ ΑΠΟΛΥΤΑ ΣΙΓΟΥΡΟ, ΝΑΙΛΑ>>
<<Τον είδα από μακριά Φαμπιάνα. Δεν ξέρω αν είναι όντως αυτός ή κάποιος που του έμοιαζε υπερβολικά. Μην ξεχνάς ότι στο κλαμπ γινόταν χαμός, είχα πιεί κιόλας οπότε μπορεί ξεκάθαρα να τον μπερδεύω>>
Ξεφυσάω εκνευρισμένη. Με κοιτάζει. <<ΘΑ ΣΚΑΣΩ>> λέω τελικά και γελάει. <<Πρέπει να σιγουρευτούμε ότι ήταν αυτός>>
<<Πως ακριβώς; Εδώ δεν τον θυμόμαστε καλά καλά>>
<<Ε δεν ξέρω. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι φιλούσε ωραία. Πολύ ωραία για την ακρίβεια. Βασικά και ο τρόπος που με χούφτωνε σίγουρα δηλώνει ότι το έχει εξασκήσει το επάγγελμα γιατί αν θυμάμαι καλά->>
<<Δεν θυμάσαι την φάτσα του και θυμάσαι πως σε χούφτωνε; Τρομάρα σου>> ειρωνεύεται και την σπρώχνω όσο μπαίνουμε στην είσοδο της πολυκατοικίας. Καλέ όντως είμαστε αρκετά κοντά από την καφετέρια/μπαρ/κλαμπ ή όπως στο καλό λέγεται.
<<Ένας τρόπος υπάρχει για να δούμε αν ήταν όντως αυτός>> της λέω και πατάω το κουμπί του ασανσέρ επίμονα.
<<Να φιλάς όποιον βλέπεις στον δρόμο για να δεις αν το φιλί του μοιάζει με εκείνου του γκόμενου;>> στηρίζεται δίπλα στην σκάλα.
<<Να πηγαίνουμε κάθε μέρα εκεί!!>> λέω ενθουσιασμένη και κάνει πως χτυπάει το κεφάλι της στον τοίχο. <<Αν και μεταξύ μας το να φιλάω όποιον βλέπω θα μπορούσε να θεωρηθεί καλή ιδέα>> λέω γελώντας.
Το ασανσέρ κατεβαίνει και ανοίγω απότομα την πόρτα κοιτώντας την Νάιλα. Πέφτω πάνω σε κάποιον. <<Αχ συγνώμη!>> φωνάζω και κοκκινίζω απότομα.
<<Δεν πειράζει>> λέει το αγόρι μπροστά μου. Μας κοιτάζει και τις δύο χαμογελαστός και με την άκρη του ματιού μου εντοπίζω την Νάιλα που σηκώθηκε εντελώς όρθια και πετάχτηκε δίπλα μου σαν πεταλουδίτσα.
<<Εμ γειά>> λέει ξανά εκείνος και βάζει τα χέρια του στην τσέπη του δερμάτινου που φοράει. Γυρνάει και κατεβαίνει τα σκαλιά της εισόδου σχεδόν τρέχοντας. Αφού κλείσει την πόρτα πίσω κοιτάζω την Νάιλα.
<<ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΟΝ ΒΛΕΠΩ ΑΥΤΟΝ!>> τσιρίζει και μένει με το στόμα ανοιχτό κοιτώντας την πόρτα της εισόδου. <<ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΓΕΙΤΟΝΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΛΑ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΖΕ ΦΥΛΛΑΔΙΑ>>
Την σπρώχνω προς το ασανσέρ. <<Φυλλάδια δεν είδα. Αλλά είμαι σίγουρη ότι με την γκαντεμιά που έχω, δεν παίζει καν να μένει εδώ>>
<<ΘΕΛΩ ΕΝΑΝ ΚΟΥΚΛΟ ΓΕΙΤΟΝΑ ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ!! ΤΙ ΖΗΤΑΩ;; ΑΑΑΑΑΑ>> φωνάζει και της κλείνω το στόμα με το χέρι μου.
<<Εγώ θέλω να βρω ποιον φίλησα χθες>> μουτρώνω και πατάω το κουμπί του ορόφου που μένουμε.
<<Έλα να κάνουμε μια συμφωνία>> προτείνει όταν επιτέλους συνέρχεται και την κοιτάζω με σηκωμένο το φρύδι. <<Θα με βοηθήσεις να βρω ποιο κουκλί ήταν αυτό και θα σου πω το όνομά αυτού του ωραίου που είδαμε στην καφετέρια και->>
<<ΕΙΣΑΙ ΤΡΕΛΗ; ΞΕΡΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΟΥ ΤΟ ΛΕΣ ΤΟΣΗ ΩΡΑ;>> τσιρίζω την στιγμή που φτάνουμε στον 4ο όροφο.
<<Δεν είμαι απόλυτα σίγουρη ότι άκουσα καλά και βασικά δεν ξέρω αν ο τυπάς που πήρε τους καφέδες ήταν όντως φίλος του ή κάποιος άσχετος, αλλά τον φώναξε όσο εκείνος έβγαινε έξω>> ανοίγει την πόρτα και βγαίνουμε έξω.
<<ΠΩΣ ΤΟΝ ΛΕΝΕ;>>
<<Θα με βοηθήσεις;>> απλώνει το χέρι της και το σφίγγω με περισσότερη δύναμη από όσο θα έπρεπε.
<<ΛΕΓΕ>>
<<Άλεξ>> μου δίνει τα κλειδιά για να ανοίξω την πόρτα. <<Άλεξ τον λένε>>
Και ξαφνικά όλη μου η διάθεση γίνεται σκατά. Από ένα μόνο όνομα.
Εξαίσια. Ένας ακόμη Άλεξ που θα με πληγώσει.
<<Τι; Δεν σου άρεσε το όνομα;>> ρωτάει και την αγριοκοιτάζω.
<<Είσαι σίγουρη ότι άκουσες αυτό το όνομα; Και όχι κανένα Τζέιμς ή Κρις ή Μπέντζαμιν ή Κάρλος;>>
<<Ναι, απόλυτα σίγουρη>> με κοιτάζει περίεργα με το που μπαίνουμε σπίτι. <<Θα ήθελες να τον λένε Κάρλος δηλαδή;>>
<<Θα το προτιμούσα>> μουγκρίζω και πηγαίνω προς το δωμάτιό μου χωρίς να της πω τίποτα.
~~~
Την καταλαβαίνω βασικά.
Αν έβρισκα κάποιον με το ίδιο όνομα με τον πρώην μου, ξεκάθαρα θα προτιμούσα να τον φωνάζω Πεπίτο παρά με το ίδιο όνομα.
Γιατί πολλές φορές ένα όνομα το συνδέουμε με ένα συγκεκριμένο άτομο και όταν το ακούμε θέλουμε να ξεπουπουλιάσουμε το ηλίθιο αυτό άτομο.
Πείτε μου ότι δεν είμαι η μόνη.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top