~35


Το πιο τέλειο κόβερ του Love Story, παιδιά.

Δώστε του πολλή αγάπη, το αξίζει♥



~~~

<<Δεν ξέρω αν το θυμάσαι αλλά...>> ακούω την φωνή του Τζέικομπ και αμέσως κοκκαλώνω έτσι όπως κοιτάζω στους χάρτες για να βρω πως στο καλό θα επιστρέψουμε σπίτι από το τέταρτο ζαχαροπλαστείο, στο οποίο ήμασταν. Και από το οποίο πήραμε την ΤΕΛΕΙΑ τούρτα.

<<Όχι>> τον κόβω πριν συνεχίσει την πρότασή του. Ανεβάζω τα γυαλιά στα μαλλιά μου <<Απλά μην μου πεις ότι ξέχασα κάτι, γιατί αλήθεια θα αυτοκτονήσω. Τον βλέπεις αυτόν τον δρόμο; Ε θα πέσω να με πατήσουν τα αυτοκίνητα. Αλήθεια. Αλήθεια, Τζέις, αν έχω ξεχάσει κάτι θα->>

<<Σταμάτα μωρέ!>> με διακόπτει την στιγμή που είμαι έτοιμη να ρίξω το πρώτο δάκρυ.

Όχι, σοβαρά. Αυτές τις 3 μέρες έριξα τόση δουλειά ώστε να είναι όλα στην εν τέλεια για το βράδυ, και δεν νομίζω πως θα αντέξω να ακούσω ότι δεν έχω πάρει κάτι ή δεν έχω καλέσει κάποιον που θα έπρεπε.

Κλείνω τα μάτια μου και φέρνω το χέρι μου στο μέτωπο λες και παίζω σε τραγωδία του αρχαίου Έλληνα τραγωδού Αισχύλου. <<Πες το. Ξεφούρνισέ το. Θα το αντέξω!>> Ανοίγω διστακτικά το ένα μου μάτι όταν δεν λαμβάνω καμία απάντηση και φέρνω τα χέρια μου στην μέση. <<Λέγε μωρέ!>>

Ρολάρει τα μάτια του και αφήνει το τεράστιο κουτί με την τούρτα όπως επίσης και τις 4 σακούλες με πράγματα που θα χρειαστούμε για το πάρτι, σε ένα παγκάκι ακριβώς δίπλα του. <<αλλά δεν είμαι γαϊδούρι, ήθελα να πω>> λέει εκνευρισμένος και ξύνω το πηγούνι μου.

<<Αυτό που κολλάει;>> ρωτάω μπερδεμένη.

<<Κολλάει στο ότι είσαι ηλίθια και αν με άφηνες να ολοκληρώσω την πρότασή μου χωρίς να το παίξεις drama queen θα μάθαινες ότι αυτό ήθελα να πω>> κάτι κάτι κινήσεις με τα χέρια του, μάλλον επειδή πιάστηκαν.

<<Ότι δεν είσαι γαϊδούρι;>> ρωτάω ξανά χωρίς να έχω καταλάβει Χριστό. Τώρα εγώ έχω ξεχάσει να κάνω κάτι ή με δουλεύει.

<<Πω μαλάκα μου, άστο! Άστο, το έχεις κάψει εντελώς>> απλώνεται στο παγκάκι και ξεφυσάω. Χωρίς να του απαντήσω πηγαίνω και κάθομαι δίπλα του και παρατάω το κινητό μου μέσα στην τσέπη του μπουφάν μου. <<Είσαι εντάξει;>> με χτυπάει παιχνιδιάρικα στον ώμο και γνέφω.

<<Θέλω να είναι όλα τέλεια σήμερα>> παραδέχομαι και τον κοιτάζω. <<Θέλω να είναι το καλύτερο πάρτι της ζωής της, αλήθεια>> χαμογελάει <<Την αγαπώ πάρα πολύ και ξέρω πως όσο γκρινιάζει ότι δεν θέλει πάρτι και εκπλήξεις και μπλα μπλα μπλα, άλλο τόσο τα θέλει όλα αυτά>>

<<Κλασσική Νάιλα>> σχολιάζει και γελάμε μαζί.

Αυτή είναι η αλήθεια πάντως. Εκ πρώτης όψεως, η Νάιλα φαίνεται εντελώς δύσκολος άνθρωπος. Και ακατάδεκτος. Είναι όμως μέχρι να την μάθεις. Τα ίδια έλεγε και για το Halloween πάρτυ που είχαμε κάνει και αν θυμάμαι καλά είχε περάσει πολύ ωραία, παρά τις διαμαρτυρίες της.

Ανακάθομαι στο παγκάκι και στρέφομαι περισσότερο προς τον Τζέικομπ.

<<Σίγουρα θα της αρέσει>> λέει εκείνος κοιτώντας τις σακούλες μια προς μια, χωρίς να έχει πάρει πρέφα ότι χαμογελάω διαβολεμένα δίπλα του. <<Θα ενθουσιαστεί μόλις δει όλα αυτά που της πήραμε>>

Γνέφω και μόλις με κοιτάζει του σκάω ένα υπέρλαμπρο χαμόγελο.

Και μιας και αναφέραμε το Halloween -ή έστω το ανέφερα εγώ στις σκέψεις μου- νομίζω πως ήρθε η ώρα για μια αποκάλυψη.

<<Γιατί με κοιτάς έτσι;>> αναρωτιέται και τραβιέται λίγο μακριά μου.

<<Πως σε κοιτάζω;>> ρωτάω και χαμογελάω όλο και περισσότερο.

<<Λες και σχεδιάζεις τον θάνατό μου;>>

Ω καλέ μου Τζέι...

Ξεφυσάω και καλά απογοητευμένη. <<Έλα μωρέ, βλακείες και εσύ. Απλά... σκέφτομαι κάτι που μου είπε η Νάιλα τις προάλλες...>>

<<Για ποιο πράγμα;>>

<<Ξέρεις, κάναμε συζητήσεις για στόχους και πράγματα που θέλαμε να πετύχουμε πριν κλείσουμε τα 22>> παραδέχομαι και γνέφει σοβαρός. Εντάξει, ψιλοψέμματα μιας και μόνο εκείνη μίλησε, αλλά δεν μας νοιάζει. <<Ε και μου παραδέχτηκε ότι έχει βαρεθεί κάποια πράγματα που κάνει>>

<<Τι εννοείς; Τι πράγματα;>> ρωτάει με αυθεντικό ενδιαφέρον.

<<Γενικά μωρέ>> κοιτάζω τριγύρω για να μην γελάσω. <<Έφτασε 22 χρονών. Ήρθε ο καιρός να σοβαρευτεί. Δικά της λόγια αυτά>> σκουπίζω και καλά το παντελόνι μου. <<Κάτι για σχέσεις μου έλεγε και τέτοια>>

<<Για σχέσεις;>> έρχεται πιο κοντά μου και γνέφω. <<Σου είπε πως θέλει να κάνει σχέση; Τώρα; Θέλει;>>

<<Ναι, μωρέ. Αλλά τι στα λέω αυτά εσένα, λες και σε νοιάζει>> σηκώνομαι όρθια και παίρνω ξανά το κινητό μου. <<Κάτι θα της βρω, όλο και κάποιος από αυτούς τους φίλους της που κάλεσα θα είναι ελεύθερος>>

<<Εεε ναι>> απαντάει και τρίβει το σβέρκο του. <<Πάντως... είπε όντως κάτι τέτοιο;>>

<<Μμμχμ...>> κατεβάζω τα γυαλιά ηλίου μου για να μπορώ να τον κοιτάζω χωρίς να με καταλαβαίνει. <<Τέλος πάντων, από εδώ μας βολεύει ένα λεωφορείο που περνάει σε 5 λεπτά από εκείνη την στάση>> του δείχνω με το δάχτυλό μου και παίρνω τις σακούλες στα χέρια μου.

Σηκώνεται όρθιος και παίρνει ξανά την τούρτα.

Και τότε τρώω φλασιά. Και τον σταματάω.

<<Γαϊδούρι επειδή κουβαλούσες όλα τα πράγματα;>> τον ρωτάω και αφήνει ξανά την τούρτα στο παγκάκι για να με χειροκροτήσει.

<<Αργείς, αλλά τα πιάνεις ε;>> ρωτάει και του βγάζω την γλώσσα.

<<Βιάσου! Αν δεν προλάβουμε το λεωφορείο, θα ανέβω στην πλάτη σου>>


[...]

<<Γειά σας, περάστε περάστε>> φωνάζω για να ακουστώ πάνω από την μουσική και τα δύο κορίτσια που μόλις τους άνοιξα την πόρτα, περνάνε μέσα στο καταστολισμένο σπίτι. <<Είμαι η Φαμπιάνα, χάρηκα>> απλώνω το χέρι μου και μου χαμογελάνε.

<<Εγώ είμαι η Αλίσσια>> μου σφίγγει το χέρι <<Και από εδώ η Κάρεν, η αδελφή μου>> λέει και παγώνει το χαμόγελό μου.

Σκατά. Τους είπα να φέρουν και τα αδέλφια τους; Πες μου σε παρακαλώ ότι δεν έκανα καμία κοτσάνα γιατί αν βγούμε στο τέλος 27 άτομα και όχι 17, μάλλον θα αναγκαστώ κάποιους να τους διώξω.

<<Είμαστε δίδυμες>> λέει η Κάρεν και απομακρύνω το χέρι μου. <<Και τις δύο μας κάλεσες>>

Ένα βάρος φεύγει από πάνω μου. Καθαρίζω τον λαιμό μου. <<Ναι, το ξέρω χαχα>> παίρνω τα δώρα τους και τα μπουφάν τους χωρίς να πω άλλη κουβέντα. Νομίζω αρκετά ρεζίλι έγινα σήμερα.

Τα αφήνω μέσα στο δωμάτιο της Νάιλα, το οποίο από τα τόσα μπουφάν που έχει γεμίσει, δεν χωράει κανείς να κάτσει στο κρεβάτι της.

Νιώθω δύο χέρι στην μέση μου και τρομάζω. <<Σκέφτεσαι πιο από τα μπουφάν να τσεπώσεις;>> ρωτάει ο Άλεξ και χαμογελάω.

Γυρίζω και του αφήνω ένα πεταχτό φιλί στα χείλη για να μην χαλάσω το κραγιόν μου. Δεν μπορώ όμως παρά να μην τον ξαναχαζέψω, όπως όταν πρωτοήρθε στο σπίτι σήμερα. Είναι κούκλος. Σαν Έλληνας θεός, αλήθεια. Και χωρίς καν να το προσπαθεί.

Διορθώνω το παπιγιόν του μιας και το φόρεσε στραβά. Είχα ζητήσει από όλους να ντυθούν πολύ καλά σήμερα και ευτυχώς, ακόμη και οι φίλοι της Νάιλα, με άκουσαν. <<Είσαι πανέμορφος>> σχολιάζω και χαμογελάει.

<<Σταμάτα να μου κλέβεις ατάκες>> χαϊδεύει το μάγουλό μου. <<Σου πάει απίστευτα πολύ αυτό το φόρεμα>> κατεβάζει τα χέρια του στην μέση μου.

Από μέσα μου ευχαριστώ την Ντανιέλα που μου το πήρε μιας και εγώ δεν προλάβαινα με τις προετοιμασίες. Της είχα ζητήσει κάτι πολύ απλό, αλλά κομψό και νομίζω πως βρήκε αυτό που είχα στο μυαλό μου χωρίς να το ήξερα. Ένα μαύρο φόρεμα μέχρι λίγο πιο πάνω από το γόνατο, με ένα μικρό σκίσιμο στην άκρη του αριστερού μου μηρού και με μανίκια μέχρι τους αγκώνες μιας και θα πάγωνα αν ήταν κοντομάνικο.

<<Πόσο πολύ;>> τον ρωτάω και κολλάω περισσότερο πάνω του.

<<Πάρα πολύ ομορφιά μου>> πλέον τα χέρια του έχουν κατέβει τόσο ώστε να με χουφτώνει κανονικά πάνω από το λεπτό ύφασμα του φορέματος. <<Θέλεις να σου το αποδείξω;>>

Γελάω. <<Δεν νομίζω πως θα ήταν και η καλύτερη ιδέα να κάνουμε σεξ τώρα>> αναγκαστικά βγαίνω από την αγκαλιά του. <<Η Νάιλα όπου να' ναι θα ρθεί. Αν μας πετύχει να το κάνουμε και πόσο μάλλον στο δωμάτιό της, θα γίνει χαμούλης>> αστειεύομαι και κοιτάζομαι στον καθρέφτη της ακριβώς πάνω από την τουαλέτα με τα απλωμένα καλλυντικά.

<<Έχεις δίκιο σε αυτό>> έρχεται από πίσω μου και χώνει τα χέρια του στις τσέπες του παντελονιού του. Παρατηρώ το πως κινούνται οι μύες του κάτω από το άσπρο ύφασμα του πουκαμίσου του και μαζεύω τα σάλια μου. Είναι αλήθεια κούκλος. <<Που είπες ότι πήγε;>>

Προσπαθώ να μην τον κοιτάζω και κάνω ότι δήθεν διορθώνω τις μπούκλες στα μαλλιά μου. <<Με την νονά της για φαγητό. Είναι μες το κόλπο και αυτή και μου είπε ότι θα την φέρει σε περίπου...>> κοιτάζω το κινητό μου <<10 λεπτά>>

<<Χμμμ, άρα έχουμε 10 λεπτά;>> κάνει ένα βήμα ακόμη και τον σταματάω απότομα.

<<Ούτε να το σκέφτεσαι. Μετά>> χτυπάει το κινητό μου και αντί να δω το όνομα "Νονά Νάιλας", βλέπω κάτι που δεν το περίμενα ιδιαίτερα.

<<Ποιος είναι;>> ρωτάει ο Άλεξ όταν βλέπει πως δεν είμαι ιδιαίτερα πρόθυμη να το απαντήσω.

Τον κοιτάζω. <<Ο Μάικλ>>

Σταυρώνει τα χέρια του. <<Ο μπαμπάς μου;>> ρωτάει και γνέφω. <<Και γιατί σε παίρνει τηλέφωνο;>>

<<Λες να έχω μαντικές ικανότητες και να ξέρω;>> ειρωνεύομαι και κοιτάζω ξανά την οθόνη. <<Έχω πάρα πολύ καιρό να μιλήσω μαζί του>> κοιτάζω τον Άλεξ <<Όταν με παίρνει η μαμά συνήθως μιλάω και με τον Μάικλ>> του εξηγώ πριν με ρωτήσει.

<<Σήκωσέ το>> λέει και έχω την αμυδρή εντύπωση ότι τρέμει. <<Μίλα κανονικά>>

<<Ξέρουν για εμάς;>> τον ρωτάω όσο το κινητό στο χέρι μου εξακολουθεί να χτυπάει. <<Μιλάς μαζί του;>>

Κουνάει το κεφάλι του. <<Η τελευταία φορά που μίλησα με τον πατέρα μου ήταν πριν καν συναντηθούμε εδώ>> λέει και τον κοιτάζω έκπληκτη. <<Δεν τον χρειάζομαι. Έπειτα από αυτά που μου έχει κάνει, δεν τον θέλω καν στην ζωή μου>>

<<Άρα δεν ξέρουν τίποτα>> μουρμουρίζω περισσότερο στον εαυτό μου. <<Δεν ξέρουν καν ότι έχουμε συναντηθεί εδώ>> κοιτάζω το αγόρι μπροστά μου. <<Μπορεί να έγινε κάτι>> ξαφνικά με πλημμυρίζει άγχος. <<Μπορεί να έπαθε κάτι η μαμά>> λέω πνιχτά και δεν περιμένω καν την απάντηση του Άλεξ. Του γυρίζω την πλάτη και το σηκώνω. <<Ναι;>>

<<Έλα βρε παιδί μου επιτέλους>> ακούω την φωνή της μαμάς μου από την άλλη πλευρά και κλείνω τα μάτια μου ανακουφισμένη. <<Πόση ώρα περίμενα να το σηκώσεις>>

Γυρίζω προς τον Άλεξ και του κάνω νόημα ότι δεν είναι αυτός.

<<Συγνώμη, απλά κάνω πάρτι για την Νάιλα και η μουσική είναι τέρμα δυνατά...>> μιλάω και τον κοιτάζω στα μάτια.

<<Χρόνια πολλά να της πεις από εμένα>> εύχεται και γνέφω.

<<Έγινε κάτι;>> μάλλον φαίνεται υπερβολικά πολύ ότι δεν θέλω να μιλήσω μαζί της αυτή την στιγμή; Μήπως είμαι σκληρή; <<Δεν με έχεις συνηθίσει σε τηλέφωνα 10 η ώρα το βράδυ>> δικαιολογούμαι και πηγαίνω προς το κρεβάτι της Νάιλα.

<<Ήθελα απλά να δω τι κάνεις>> λέει και κάθομαι στην άκρη. <<Μου έχεις λείψει παιδί μου. Πότε θα έρθεις να σε δούμε;>>

Ο Άλεξ πηγαίνει πάνω κάτω στο δωμάτιο αποσυντονίζοντάς με. <<Εεε δεν ξέρω...>>

<<Έλα τα Χριστούγεννα εδώ>> προτείνει και κοκκαλώνω. <<Να τα περάσουμε σαν οικογένεια>>

Αυτό γιατί με γεμίζει με αναμνήσεις που κανονικά δεν θα έπρεπε; Γιατί νιώθω τόσο έντονα ντεζαβού;

<<Μαμά... να το συζητήσουμε καλύτερα αυτό αύριο;>> ρωτάω και νιώθω το βλέμμα του Άλεξ πάνω μου.

<<Μην αγχώνεσαι. Δεν θα είναι ο Άλεξ εδω>> λέει και τον κοιτάζω. Με ρωτάει με νοήματα αν είναι όλα καλά και εγώ γνέφω. <<Ο Μάικλ δεν θα του πει να έρθει. Δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι για αυτό>>

Δεν θα του πει; Για ποιον λόγο; <<Εντάξει θα δούμε>> απαντάω και χώνω τα νύχια μου στην παλάμη μου. <<Θα μιλήσουμε αύριο. Καληνύχτα>>

<<Καλό βράδυ αγάπη μου>> λέει και αμέσως τερματίζω την κλήση.

<<Τι έγινε;>> πέφτει ο Άλεξ στα γόνατα μπροστά μου. <<Τι σου είπε;>>

Για λίγο αμφιταλαντεύομαι. Δεν ξέρω αν πρέπει να του το πω. Βασικά... πρέπει. Θεωρητικά είμαστε μια οικογένεια, πιστεύω πως θα ήθελε να ξέρει τι σκοπεύει να κάνει ο πατέρας του πίσω από την πλάτη του.

Όπως επίσης ξέρω και την αντίδρασή του. Και δεν υπάρχει περίπτωση να χαλάσω το πάρτι για τις ανοησίες των γονιών μας.

<<Ήθελε απλά να ρωτήσει τι κάνω>> απαντάω και γνέφει παίρνοντάς με στην αγκαλιά του.

<<Σε τάραξε;>> μου αφήνει ένα φιλί στο μέτωπο και ξεροκαταπίνω.

Μόνο με τάραξε...

<<Όχι, όλα εντάξει>> χαμογελάω και του πιάνω το πρόσωπο με τα χέρια μου. <<Σ'αγαπώ>> του υπενθυμίζω κάτι που ξέρω πως δεν έχει ξεχάσει.

Μάλλον το υπενθυμίζω περισσότερο στον εαυτό μου. Και στην μεριά της Φαμπιάνα που σκέφτηκε έστω και για ένα δευτερόλεπτο να επιστρέψει σε εκείνο το σπίτι και να αντικρίσει τον άνθρωπο που εξακολουθεί μετά από τόσα χρόνια να στέκεται εμπόδιο στην σχέση μας, τον πατέρα του.

<<Σ'αγαπώ>> απαντάει και αυτή την φορά με φιλάει στα χείλη. Όπως ακριβώς το χρειάζομαι.

Ακούω την πόρτα να ανοίγει απότομα, αλλά δεν τραβιέμαι.

<<Εμμ γκχμ γκχμ πιτσουνάκια μου;>> φωνάζει ο Κόλτον. <<Αν θέλετε ξεκολλήστε τα στόματά σας γιατί η Νάιλα σε 2 λεπτά θα είναι απέξω. Αν θέλετε. Δεν πιέζω εγώ>>

Σηκώνομαι απότομα και τραβάω μαζί μου τον Άλεξ.

<<Ερχόμαστε>> λέω στον Κόλτον που εξαφανίζεται μέσα για να κλείσει τα φώτα.

<<Μετά το πάρτι δεν την γλιτώνεις>> ψιθυρίζει στο αφτί μου μόλις βγαίνουμε έξω από το δωμάτιο

Χαμογελάω και του αφήνω ένα φιλί στο μάγουλο κάνοντάς τον Τζέικομπ δίπλα μου να προσποιηθεί ότι κάνει εμετό.

<<Ανυπομονώ>>



~~~

Πω τι φάση με τους γονείς τους γαμώ; Όρεξη τους είχαμε.

Ελπίζω να μην γίνει καμία βλακεία, αλήθεια.

(η φάση που ούτε εγώ ξέρω τι θα γίνει και παρακαλώ την σατανική πλευρά του εαυτού μου να μην γράψει καμία μαλακία)

Ελπίζω να σας άρεσεεε

Τα λέμε σύντομα

Φιλούμπες

Ρίρι♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top