~31
Η αλήθεια είναι πως θα ήθελα τόσο πολύ να περάσω το μουντ του χωρισμού. Ξέρετε, να κλάψω λιγάκι, να δω όλες τις ρομαντικές ταινίες του νετφλιξ με την σειρά και να τρώω παγωτό, αλλά είμαι καλά!
Ευχαριστώ όλες όσες ενδιαφερθήκατε και με ρωτήσατε. Είστε όλες υπέροχες!
It is what it is. Είπαμε, δεν θα κάτσουμε να σκάσουμεεε♥
~~~
Το πρώτο πράγμα που κάνω μόλις ανοίξω τα μάτια μου το πρωί, είναι να ξαναελέγξω τον χώρο.
Εντάξει, είμαι στο δωμάτιό μου.
Τελικά αυτό που είδα εχθές ήταν απλά ένας εφιάλτης. Ευτυχώς Παναγία μου.
Απλώνω το χέρι μου στο κρεβάτι, αλλά δεν πιάνω τον Άλεξ. Τι σκατά;
Ανασηκώνομαι και σχεδόν αμέσως ένας οξύς πονοκέφαλος με χτυπάει. Γαμώτο, στο όνειρό μου έπινα, στον ξύπνιό μου με έπιασε πονοκέφαλος;
Με εντελώς τυχαία βήματα κατευθύνομαι προς την κουζίνα και με μηχανικές κινήσεις βάζω νερό στην καφετιέρα και περιμένω μέχρι να βράσει.
Ένα μικρό χαρτί κολλημένο πάνω στο ντουλάπι όμως, πέφτει και προσγειώνεται μέσα στην κούπα μου. Τρίβω τα μάτια μου και προσπαθώ να το διαβάσω.
"Μωράκι μου καλημέρα. Δεν ξέρω τι ώρα θα ξυπνήσεις, από ό,τι μου είπε η Νάιλα είδες εχθές έναν εφιάλτη και άργησες να κοιμηθείς. Εχθές κοιμήθηκα σπίτι μου, αλλά το πρωί πέρασα για να σε δω, και αντί αυτού σε άκουσα να ροχαλίζεις. Έχω προπόνηση μέχρι τις 12. Αν δεν βαριέσαι έλα στο γυμναστήριο για να πάμε κάπου να φάμε μαζί. Σ'αγαπώ. Άλεξ"
Δίνω φιλάκια σε κάθε σπιθαμή του χαρτιού και το κρατάω κολλημένο στην καρδιά μου.
Βάζω τον έτοιμο καφέ στην κούπα μου και κάθομαι στην καρέκλα ακόμη κοιτώντας το μικρό πορτοκαλί χαρτάκι.
Παρόλο που έγραψε ολόκληρη κειμενάρα και στο τέλος το όνομά του δεν χώρεσε σχεδόν καθόλου, δεν μπορώ παρά να νιώσω χαρούμενη. Είναι τέλειος. Και γαμώτο, είναι και θα είναι για πάντα δικός μου!
<<Τι κέφια είναι αυτά;>> ανοίγει η πόρτα του μπάνιου και βγαίνει έξω μια φρεσκομπανιαρισμένη Νάιλα τυλιγμένη με την πετσέτα σώματός... μου;
<<Ει, αυτή είναι δική μου πετσέτα!>> της την δείχνω και χαμογελάει σατανικά. Παίρνει άλλη μια κούπα και την γεμίζει με καφέ.
<<Έχεις πιο ωραίες πετσέτες από τις δικές μου>> παραδέχεται και έρχεται να κάτσει στην καρέκλα δίπλα μου. <<Οι δικές σου είναι όλες χνουδωτές και φιλικές προς το απαλό σωματάκι μου. Ενώ αυτές που έχω εγώ είναι προπολεμικές>>
Γελάω. <<Θύμησέ μου να σου πάρω δώρο πετσέτες στα γενέθλιά σου>>
Μια ξαφνική αναλαμπή μου έρχεται στο μυαλό. Σε δύο εβδομάδες έχει γενέθλια! ΑΑΑΑΑΑΑΑ.
12 Δεκεμβρίου. Ναι, ναι, ναι, ναι! Το έχω βάλει και υπενθύμιση στο κινητό με ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι.
<<Ούτε να το σκέφτεσαι!>> με κοιτάζει με μισό μάτι και κρύβω το χαμόγελο πίσω από την κούπα μου. <<Δεν θα κάνουμε ούτε πάρτι ούτε τίποτα>>
<<Μα->>
<<Δεν έχει μα. Μεγαλώνω. Έχω γίνει γριά>> γκρινιάζει και σφίγγει περισσότερο την πετσέτα γύρω της.
<<Γριά; Εγώ σε περνάω δύο μήνες>>
<<Ε είδες; Και εσύ γριά είσαι!>> την δίνω μια φάπα και ξεφυσάει. <<Όσο σκέφτομαι ότι θα κλείσω τα 22 και δεν έχω κάνει τίποτα από όσα ήθελα, θέλω να κλάψω>>
Σηκώνω το φρύδι μου. <<Τι ακριβώς ήθελες να κάνεις;>>
Ανακάθεται. <<Αω χαίρομαι που ρώτησες! Πρώτον,>> σηκώνει ένα δάχτυλο <<θέλω να βρω μια δουλειά. Μπορώ να τα φέρω βόλτα παράλληλα με την σχολή. Φέτος τελειώνω, νομίζω πως μια δουλειά μου χρειάζεται όπως και δήποτε για να τα βγάλω πέρα. Δεύτερον, χωρίς παρεξήγηση, αλλά θέλω να βρω ένα σπίτι. Όχι ότι δεν είσαι καλή παρέα, αλλά έχω βαρεθεί να σε ακούω με τον Άλεξ τρεις την ώρα>> κοκκινίζω και γελάει. <<Πλάκα κάνω, απλά νομίζω πως να μάθω σιγά σιγά πως είναι να μένεις μόνος σου. Ξέρεις, αφού βγάλω πρώτα λεφτά>>
<<Μάλιστα. Τίποτα άλλο;>>
Σηκώνει και τρίτο δάχτυλο. <<Τρίτον και πιο σημαντικό, να βρω γκόμενο>> λέει και γελάω. <<Δεν είναι αστείο, Φαμπιάνα. Πρέπει να βάλω την ζωή μου σε μια τάξη επιτέλους. Τα ξενοπηδήματα ήταν καλά, ήταν βασικά πάρα πολύ καλά, αλλά νομίζω πως ήρθε η ώρα να σοβαρευτώ>>
Θα ορκιζόμουν ότι δεν είναι αυτή η Νάιλα που μιλάει τώρα. Δεν παίζει λόγω των γενεθλίων της να άλλαξε τόσο πολύ η άποψή της για τα one night stand.
<<Έχεις κανέναν στο μυαλό σου;>> της λέω δήθεν αδιάφορα και ανασηκώνει τους ώμους της.
<<Όχι>>
<<Όχι;>> ρωτάω ξανά και με κοιτάζει.
<<Όχι Φαμπιάνα!>>
<<Είσαι σίγουρη;>>
<<Θες να με νευριάσεις τώρα;>>
Αφήνω την κούπα μου στο τραπέζι και παίρνω ένα τυχαίο βιβλίο για να το ξεφυλλίσω. <<Γιατί να σε νευριάσω; Απλά νόμιζα πως είχες κάποιον συγκεκριμένο στο μυαλό σου όταν ανέφερες πως θέλεις γκόμενο>>
<<Δεν έχω κανέναν στο μυαλό μου. Και σταμάτα να με κοιτάς έτσι θα σου ρίξω τον καφέ στο κεφάλι!>> με απειλεί και γελάω.
<<Νάιλα>>
<<Τι;>>
<<Γιατί δεν δίνεις μια ευκαιρία στον Τζέικομπ;>> με το που λέω το όνομά του γουρλώνει τα μάτια της. <<Και πριν προλάβεις να πεις οτιδήποτε για να δικαιολογηθείς, να ξέρεις πως τότε που είχα βγει με τον Άλεξ στο Coffeegasm για να μιλήσουμε, σας είχα δει>>
<<Τ-τι εννοείς;>> έχει ασπρίσει ή μου φαίνεται;
<<Που φιλιόσασταν ηλίθια!>>
Κρύβει το πρόσωπό της στα χέρια της. <<Γαμώτο, γαμώτο, γαμώτο>>
<<Έχει γίνει και τίποτα άλλο από τότε;>> ρωτάω διστακτικά και με κοιτάζει σαν γατί. <<ΤΟ ΚΑΝΑΤΕ;>> τσιρίζω και μου κλείνει το στόμα.
<<Μην φωνάζεις ηλίθια! Όχι, δεν το κάναμε. Και ούτε θα το κάνουμε!>>
<<Μα γιατί; Δεν τον βλέπεις; Λιώνει και μόνο που σε βλέπει>>
Ξεφυσάει και σηκώνεται όρθια. <<Δεν ξέρω, εντάξει; Δεν ξέρω αν... αν αυτό το μεταξύ μας μπορεί να οδηγήσει κάπου>> στηρίζεται στον πάγκο της κουζίνας. <<Ποτέ δεν είχα σκεφτεί τον Τζέι σαν... ξέρεις, σαν αγόρι μου>> και μόνο που το λέει, βλέπω τον τρόμο στα μάτια της.
<<Ίσως επειδή ποτέ σου δεν είχες αγόρι;>>
<<Δεν ξέρω. Ίσως. Μάλλον. Μπορεί>> κοιτάζει έξω από το παράθυρο. <<Θέλω να του δώσω μια ευκαιρία, αλλά φοβάμαι. Αν δεν πάει καλά, θα πληγωθεί. Και είναι το τελευταίο πράγμα που πρέπει να γίνει>>
Χαμογελάω. <<Νοιάζεσαι για αυτόν ε;>>
Ρολάρει τα μάτια της. <<Προφανώς και νοιάζομαι, Φαμπιάνα. Δεν με νοιάζει για μένα. Έχω υψηλά τείχη, κανείς δεν μπορεί να με πληγώσει. Αυτός όμως...>> σταματάει και παίρνει μια μεγάλη ανάσα. <<Είναι ευαίσθητος>>
Σηκώνομαι όρθια και αφήνω την κούπα μου στον νεροχύτη. <<Είναι ερωτευμένος μαζί σου. Και αυτό τον κάνει δέκα χιλιάδες φορές πιο ευάλωτο>> την παίρνω στην αγκαλιά μου. <<Αν όντως νιώθεις κάτι για αυτόν, έστω και κάτι μικρό, μην τον αφήσεις. Αν από την άλλη είσαι σίγουρη πως η μοναδική σχέση που μπορείτε να αναπτύξετε εσείς οι δύο είναι μόνο η φιλική, τότε καλύτερα να το σταματήσεις πριν δεθεί ακόμη περισσότερο μαζί σου>>
<<Το ξέρω ρε γαμώτο>> απομακρύνεται λίγο. <<Ξέρεις κάτι; Μπορεί τόσα χρόνια στα προσωπικά σου να τα πήγαινες ΣΚΑΤΑ, αλλά ξέρεις να δίνεις τις πιο γαμάτες συμβουλές>> με δαγκώνει στο μπράτσο και γελάει.
Με μια κίνηση της λύνω την πετσέτα και την πετάω πάνω στον καναπέ. <<Είσαι ηλίθια, αγάπη μου>> της στέλνω ένα φιλί όσο τρέχει στο μπάνιο για να μην την πάρει μάτι κανένας από την απέναντι πολυκατοικία.
[...]
Το σχέδιο είναι απλό και δοκιμασμένο.
Περνάω απ'έξω κουκουλωμένη και φασκιωμένη μέχρι τις τρίχες των μαλλιών μου, μπαίνω μέσα, παραγγέλνω δύο καφέδες χωρίς να κοιτάζω κανέναν στα μάτια και φεύγω τρέχοντας για το γυμναστήριο.
Είμαι σταματημένη κυριολεκτικά στην γωνία, ακριβώς πίσω από τους κάδους που χρησιμοποιεί το μαγαζί και προσπαθώ να τυλίξω το κασκολ στον λαιμό μου τόσο καλά, ώστε να καλύπτει και το μισό μου πρόσωπο.
Βέβαια ο καιρός δεν είναι και ο πιο ιδανικός για να ντυθείς σαν κρεμμύδι, αλλά χα, πιστέψτε με, προτιμώ να ντυθώ έτσι, παρά να γίνει αυτό που φαντάζομαι.
Και στην τελική... δεν φταίω εγώ που η γειτονιά έχει μόνο μια καφετέρια. Αλήθεια, αν είχα την επιλογή θα πήγαινα όσο πιο μακριά μπορούσα.
<<Έλα κούκλα μου, το 'χεις>> ψιθυρίζω στον εαυτό μου για να πάρω κουράγιο. <<Αν τον δεις... θα κάνεις σαν να μην τον είδες. Πανέξυπνο;>>
Ξαναβγάζω το κασκόλ από τον λαιμό μου γιατί νιώθω ότι με πνίγει. Μήπως να μην το βάλω καλύτερα; Και απλά να κοιτάζω στο πάτωμα συνέχεια;
Ο δυνατός ήχος από έναν κάδο που κλείνει από πίσω μου με κάνει να πεταχτώ και αμέσως τυλίγομαι όπως όπως με το κασκόλ και μπαίνω μέσα στο μαγαζί γρήγορα.
Ευτυχώς δεν έχει ουρά. Δεν ξέρω πόσο θα άντεχα φασκιωμένη σαν μωρό, με το ερκοντίσιον στους 30.
<<Καλημέρα>> λέω στην κοπελίτσα στο ταμείο. <<Δύο καπουτσίνο. Γλυκά σαν κι εμένα>> λέω και απευθείας με μουτζώνω. <<Εννοώ σκέτο γλυκά. Αυτό>>
Η κοπελίτσα γελάει και γυρνάει πίσω για να τους φτιάξει.
Με την άκρη του ματιού μου ρίχνω ένα βλέφαρο σε όλο το μαγαζί. Δεν είναι εντελώς γεμάτο, αλλά και πάλι τα περισσότερα μπουθ είναι πιασμένα.
Επίσης κανένα ίχνος του... τέτοιου.
Τέλεια.
Το κασκόλ πέφτει για άλλη μια φορά και βρίζοντας μέσα από τα δόντια μου το βγάζω εντελώς και το κρατάω στο χέρι μου. Για όλα φταίει το μπουφάν φούσκα, που το υλικό του είναι τέτοιο ώστε κανένα κασκόλ να μην μένει στην θέση του.
Κοιτάζω την κοπελίτσα για άλλη μια φορά. Μάλλον είναι καινούρια γιατί οι καπνοί που βγαίνουν από την εσπρεσιέρα δεν νομίζω πως θα έπρεπε να βγαίνουν κανονικά.
<<Σκατά!>> λέει η κοπέλα και αφήνει τους καφέδες μπροστά μου. <<Σκατά, σκατά, σκατά!>>
<<Όλα καλά;>> ρωτάω αλλά δεν παίρνω καμία απάντηση.
Η κοπέλα, που αν διάβασα καλά το όνομά της την λένε Μέλανι, βάζει τα κλάματα και τρέχει πίσω στην κουζίνα.
<<Αλεξάντερ έλα να βοηθήσεις σε παρακαλώ>> ακούω την φωνή της και απευθείας γουρλώνω τα μάτια μου.
Υπάρχει περίπτωση, λέω εγώ τώρα, να εννοεί κάποιον Αλεξάντερ πέρα από αυτόν που φαντάζομαι;
Όχι ε;
ΣΚΑΤΑ.
Βγάζω στα γρήγορα ένα χαρτονόμισμα, που ευτυχώς είναι αρκετό και για τους δύο καφέδες και το τιπ που θα άφηνα κανονικά, και το αφήνω πάνω στο ταμείο.
Η Μέλανι βγαίνει από την κουζίνα αναστατωμένη και προσπαθεί να εξηγήσει τι συνέβη στην μηχανή στον...
Ιιιιιι.
Ο Αλεξάντερ.
Υποχώρηση. Υποχώρηση λέμε.
Παίρνω τους καφέδες στα χέρια μου, ψελλίζω ένα ευχαριστώ και βγαίνω σχεδόν τρέχοντας από το μαγαζί.
<<Μισό λεπτό!>> ακούω μια φωνή πίσω μου και σταματάω απότομα.
Κανονικά θα σήκωνα και τα χέρια μου ψηλά, αλλά κρατάω τους καφέδες.
<<Τ-τους πλήρωσα τους καφέδες>> γυρνάω αργά και βρίσκω έναν Αλεξάντερ να με κοιτάζει με σηκωμένο το φρύδι.
Σκατά. Μπλέξαμε.
<<Γιατί τρέχεις;>> ρωτάει απότομα και σταυρώνει τα χέρια του.
Καθαρίζω τον λαιμό μου. Και επίσης ιδρώνω. Ήταν ανάγκη να έχουν το ερκοντίσιον στους 30 γαμώ το σπίτι μου;
<<Εεεε... γιατί βιάζομαι;>>
Κοιτάζω πίσω του που η Μέλανι κλαίει στην αγκαλιά μιας άλλης σερβιτόρας και επαναλαμβάνει "θα το πληρώσω εγώ, αλήθεια, σας το ορκίζομαι" και το αφεντικό του μαγαζιού προσπαθεί να βρει για ποιον λόγο βγάζει καπνούς.
<<Με αποφεύγεις;>> ρωτάει και έχω την αίσθηση πως και από τα δικά του αφτιά βγαίνουν καπνοί.
<<Εεεε... όχι βέβαια>> παραλίγο να ρίξω τον έναν καφέ αλλά τελευταία στιγμή τον ισορροπώ στα χέρια μου.
<<Τότε γιατί μόλις με είδες, έκανες μεταβολή και έτρεξες λες και σε κυνηγάνε;>>
Ωραία. Έχω αρχίσει να ζεσταίνομαι υπερβολικά πολύ. Και οι καυτοί γαμωκαφέδες δεν βοηθάνε ιδιαίτερα.
<<Μήπως να βγαίναμε καλύτερα έξω;>> προτείνω κοιτάζοντας τριγύρω. Το κασκόλ κοντεύει να μου πέσει από τα χέρια, ήδη σέρνεται στο πάτωμα του μαγαζιού, από το μέτωπό μου κυλάει ιδρώτας και τα χέρια μου έχουν πάρει φωτιά από τους καφέδες.
Πόσο χειρότερα μπορεί να πάει αυτό;
Πριν προλάβει να απαντήσει, κάνω μεταβολή και προσπαθώ να ανοίξω την πόρτα, αλλά μάταια. Τον κοιτάζω με κουταβίσια μάτια και μου ανοίγει ο ίδιος την πόρτα αφήνοντας με να βγω πρώτη έξω.
Επιτέλους λίγο κρύο αεράκ-
Οι καφέδες σχεδόν μου πέφτουν από τα χέρια.
Γιατί ο Άλεξ είναι στο απέναντι πεζοδρόμιο και με χαιρετάει όσο περιμένει να περάσει απέναντι.
ΣΚΑΤΑ.
Και τώρα; Τι κάνουμε τώρα;
~~~
Ω ρε μπλέξιμο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top