~25

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

-Μαρία Πολυδούρη, Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

Ένα από τα πιο σημαντικά ερωτικά ποιήματα για τον ανεκπλήρωτο και ατέρμονο έρωτα.

Ακολουθεί ένα άκρως συναισθηματικό κεφάλαιο. Εφοδιαστείτε με χαρτομάντηλα ♥


~~~

Το χέρι του σφίγγει το δικό μου για άλλη μια φορά και νιώθω υπέροχα.

Αλήθεια.

Μόνος του το έκανε. Με το που βγήκαμε από την καφετέρια, με κοίταξε, χαμογέλασε και άρπαξε το χέρι μου ανάμεσα στα δικά του δίνοντάς μου ένα απαλό φιλί στα χείλη.

Δεν ξέρω αν αυτό το ζω ή είναι ένα ακόμη όνειρο, αλλά νιώθω πραγματικά ευτυχισμένη. Μετά από πάρα πολύ καιρό.

Και δεν με νοιάζει τίποτα. Δεν θέλω να μάθω τίποτα απολύτως. Δεν με απασχολεί που με πλήγωσε, ούτε που με πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο.

Σημασία έχει ότι είναι εδώ, μαζί μου. Μετά από ό,τι έγινε, είναι δίπλα μου και μου κρατάει το χέρι όσο διασχίζουμε ταυτόχρονα τον δρόμο.

Με κοιτάζει με μια πλάγια μάτια και ντροπιασμένη τραβώ το βλέμμα μου προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Έτσι είναι να είσαι ερωτευμένος;

<<Πως αισθάνεσαι;>> ρωτάει την στιγμή που φτάνουμε στο πεζοδρόμιο και συνεπώς έξω από την πολυκατοικία που μένει.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και τον κοιτάζω στα μάτια παρά τον ήλιο που με τυφλώνει.

Η μέρα είναι τέλεια σήμερα. Ο ήλιος καίει, τα πουλάκια κελαηδούν και ο Άλεξ είναι όμορφος.

Όλα είναι όμορφα σήμερα.

<<Είναι περίεργο>> παραδέχομαι. Όσο και αν θέλω να του δείξω όλα μου τα συναισθήματα, να τον φιλήσω δίχως αύριο και να του ορκιστώ πως ό,τι και αν γίνει εδώ θα μείνω δίπλα του, επιλέγω να παραμείνω ψύχραιμη.

Μετά από τόσα χρόνια και τόση σκέψη, το "φύλαγε τα ρούχα σου, να έχεις τα μισά" είναι ακριβώς αυτό που κάνω. 

Αλλά αυτή την φορά... δεν ξέρω. Το αισθάνομαι. Όλα θα είναι διαφορετικά. Ο Άλεξ, η σχέση μας... ακόμη και εγώ. Έχω αλλάξει, περισσότερο από όσο νόμιζα.

<<Ωραία περίεργο ή άσχημα περίεργο;>> ρωτάει και δεν μπορεί να κρύψει το χαμόγελο από τα χείλη του.

<<Ωραία περίεργο>> απαντώ γρήγορα νιώθω τα χέρια μου να τρέμουν. Δεν ξέρω αν το παρατηρεί, αλλά παίρνει και το δεξί μου χέρι στα δικά του και τα φιλάει απαλά.

Λιώνω. Λιώνω. Λιώνω.

Νομίζω πως σκέφτεται να με φιλήσει, και αν μη τι άλλο θέλω να το κάνει, αλλά μάλλον έχει αντίθετη άποψη. 

Με τραβάει απότομα και μπαίνουμε στην πολυκατοικία. Πατάει ανυπόμονα το κουμπί του ασανσέρ και Χριστέ μου... μου θυμίζει παιδάκι που μόλις πήρε ζαχαρωτά.

Είμαι τα ζαχαρωτά του.

Μπαίνουμε στο σπίτι, πρώτα εγώ και ύστερα εκείνος.

Κανονικά θα έπρεπε να σχολιάσω το γεγονός ότι το σπίτι του είναι υπερβολικά όμορφο και καθαρό, αλλά έχω ξαναμπεί εδώ μέσα και τα παρατήρησα όλα αυτά τότε, που δεν ήξερα καν ότι μένει ο Άλεξ εδώ.

<<Ωραίο σπίτι>> σχολιάζω και αφήνω το τζάκετ μου και το κινητό μου πάνω στον μεγάλο καναπέ. <<Μόνος σου μένεις;>> κάθομαι με μηχανικές κινήσεις και ήδη αισθάνομαι άβολα όσο τον κοιτάζω να αφήνει τον σάκο του κάτω και να με πλησιάζει από ο θύτης το θύραμά του.

Πρέπει να το ξεκαθαρίσω. Κυρίως στον εαυτό μου.

Πρέπει να πάρω κάποιες απαντήσεις. Δεν ήρθα εδώ για σεξ.

Κάθεται κοντά μου, σε μια λογική απόσταση, χωρίς να με ακουμπάει και κάπως αισθάνομαι καλύτερα.

Ξέρω πως αν με ακουμπήσει, θα λυγίσω. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Κάθε σωματική επαφή μαζί του είναι επικίνδυνη.

<<Ναι, Φαμπιάνα. Μένω μόνος μου>> ξεροκαταπίνω στο άκουσμα ολόκληρου του ονόματός μου από τα χείλη του.

Παλιότερα συνήθιζε να με αποκαλεί έτσι όταν... όταν να... όταν κάναμε έρωτα. Ή σεξ. Βασικά δεν ξέρω τι από τα δύο ήταν.

Και γαμώτο... θέλω να το ξανακάνω μαζί του.

Γνέφω αρκετές φορές και κοιτάζω τριγύρω τον χώρο για να προσπαθήσω να διώξω τον Άλεξ γυμνό από το μυαλό μου.

Δεν είναι μεγάλο σπίτι, αλλά σίγουρα είναι ωραία διακοσμημένο. Και αυτός είναι ο λόγος που απόρησα για το εάν μένει μόνος του. Το γούστο του δεν είναι ωραίο. Βασικά είναι αγόρι, αυτό και μόνο νομίζω ότι τα εξηγεί όλα.

Ίσως μια γυναίκα να το διακόσμησε.

Η σκέψη αυτή με κάνει να συνοφριωθώ.

Δεν ξέρω αν θα αντέξω να ακούσω για την Κρίστι.

Πότε χώρισαν; Τα είχαν ποτέ; Όλα ήταν θέατρο; Ένιωσε τίποτα για αυτήν; Έστω και κάτι μικρό; Ο πατέρας του τα οργάνωσε όλα; Την πήδηξε; 

<<Μπορείς να σταματήσεις να το σκέφτεσαι αυτό;>>

Η φωνή του διακόπτει τις πάμπολες ερωτήσεις που κάνω μέσα στο κεφάλι μου και γυρνάω για να τον αντικρίσω.

Έρχεται πιο κοντά μου στον καναπέ. Λίγο όμως. Ακόμη δεν με αγγίζει.

<<Ορίστε;>>

Γέρνει το κεφάλι του στο πλάι. <<Σταμάτα να βασανίζεις το μυαλουδάκι σου με όλες αυτές τις μαλακίες που έγιναν>> ψιθυρίζει και νιώθω τις τρίχες στο σβέρκο μου να σηκώνονται όρθιες.

Μπορεί να διαβάζει και το μυαλό μου τώρα;

<<Ξέρεις πως δεν μπορώ να το αποφύγω...>> βουρκώνω αλλά απαιτώ από τον εαυτό μου να καταπιεί τα δάκρυα. Δεν είναι ώρα για συναισθηματισμούς. Πρέπει να φανώ δυνατή.

<<Όχι, μωρό μου, όχι, σε παρακαλώ>> αγγίζει το γόνατό μου. <<Ξέρεις πως σε αγαπάω>>

Η καρδιά μου φτερουγίζει.

Δεν θα βαρεθώ ποτέ να ακούω κάτι τέτοιο από τα χείλη του.

Γνέφω. Δεν ξέρω αν μπορώ να απαντήσω κάτι σε αυτό. Βασικά, μπορώ, αλλά δεν θέλω να φανώ τόσο αδύναμη ώστε να παραδεχτώ τα συναισθήματά μου ξανά και ξανά.

<<Με την Κρίστι τι έγινε τελικά;>> ρωτάω αυτό που με καίει περισσότερο και επιτέλους, ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, πιστεύω πως θα πάρω αυτή την απάντηση που περιμένω χρόνια.

Παίρνει το χέρι του πάνω από το γόνατό μου και αφήνει τον εαυτό του να πέσει πίσω στα μαξιλάρια του καναπέ. <<Τίποτα>> απαντάει μόνο και τον κοιτάζω απορημένη.

<<Μόνο αυτό έχεις να μου πεις;>>

Ανασηκώνει τους ώμους του. <<Αυτή είναι η αλήθεια. Με την τύπισσα δεν έγινε ποτέ, τίποτα>>

<<Τότε πως-;>>

<<Όλα ήταν ένα πολύ έξυπνο σχέδιο του πατέρα μου>> κοιτάζει στο ταβάνι. <<Από την αρχή. Εκείνος τα κανόνισε. Εκείνος μου την γνώρισε, εκείνος με έπεισε πως αξίζει μια ευκαιρία και πως η κοπέλα είναι αυτό που όντως ψάχνω>> πρώτο χτύπημα! <<Στην αρχή όντως το δοκίμασα. Είχες φύγει το πανεπιστήμιο, σε έπαιρνα τηλέφωνα, σου έστελνα χιλιάδες μηνύματα κάθε μέρα, κάθε γαμημένο λεπτό>> δεύτερο χτύπημα, κάτω από την μέση <<και πίστεψα, αναγκάστηκα δηλαδή να πιστέψω, πως όλα τελείωσαν. Για τα καλά όμως αυτή την φορά>>

<<Ήμουν μπερδεμένη>> προσπαθώ να δικαιολογήσω τον εαυτό μου και στρέφω το βλέμμα μου στα νύχια μου. Είχε προηγηθεί ο γάμος των γονιών μας, όλα αυτά που είπαμε, όλη αυτή η συναισθηματική φόρτιση... Ήξερα ότι τον αγαπούσα, αλλά όλα ήταν εναντίον. Και το να φύγω στο πανεπιστήμιο έμοιαζε το μόνο σωστό πράγμα που έπρεπε να κάνω. <<Ούτε για εμένα ήταν εύκολο. Μέχρι να φύγω από εκεί, σε έβλεπα και προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου πως ό,τι έγινε ήταν λάθος>> ψιθυρίζω και δεν ξέρω αν με ακούει. <<Όταν έφυγα... Χριστέ μου, όταν έφυγα συνειδητοποίησα πως τελικά ήταν η χειρότερη απόφαση της ζωής μου. Να μην σε βλέπω κάθε μέρα, να μην μπορώ να σου μιλήσω, να μην σε βλέπω όταν πλένεις τα δόντια σου το βράδυ... πονούσε Άλεξ. Και ακόμη πονάει>>

Σταματάω να μιλάω γιατί ξέρω πως αν συνεχίσω θα καταλήξω να του κάνω ερωτική εξομολόγηση.

<<Την γνώρισα, με ερωτεύτηκε και νόμιζε πως αυτό που είχαμε θα οδηγούσε κάπου>> συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε αλλά πλέον κάτι στην φωνή του με κάνει να πιστεύω πως αυτά που του είπα όντως τα άκουσε. <<Μαζί ήμασταν 1μιση χρόνο. Μαζί... Δεν ξέρω πως ορίζεται το "μαζί". Στα μάτια του Μάικλ σίγουρα είχαμε παντρευτεί από τον πρώτο κιόλας μήνα>> καγχάζει και θέλω να κλάψω. <<Με δέχτηκαν στην ακαδημία που είχα κάνει αίτηση και έφυγα από εκεί μέσα. Τα πάντα μου θύμιζαν εσένα, ξέρεις. Ένιωθα χάλια και μόνο κοιτάζοντας την πόρτα του δωματίου σου>> χαμογελάω αμυδρά <<Νοίκιασα σπίτι και η Κρίστι ήρθε να μείνει μαζί μου>>

Σηκώνω απότομα το κεφάλι μου. <<Μείνατε μαζί;>>

Παίρνει μια κοφτή ανάσα. <<Για λίγο καιρό. Η ιδέα μάντεψε τίνος ήταν>> του Μάικλ, προφανώς. <<Δεν ξέρω αν ένιωσα ποτέ κάτι για αυτήν. Στο ερωτικό κομμάτι. Γιατί το μόνο που ένιωθα όταν την έβλεπα ήταν οίκτο>> γυρνάω προς το μέρος του. Ακόμη κοιτάζει το ταβάνι. <<Έδειχνε πως όντως της άρεσα, μπορεί και στο δικό της μυαλό να ήμουν κάτι παραπάνω από αυτό που όντως ήμασταν. Όμως την λυπόμουν, γιατί όσο εκείνη νόμιζε πως ήμουν δικός της, εγώ σκεφτόμουν εσένα>> επιτέλους με κοιτάζει και νιώθω να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου. <<Δεν αξίζει σε κανέναν να μένει σε μια σχέση που φαίνεται τελειωμένη. Γιατί για εμένα αυτή η σχέση δεν είχε ούτε αρχή ούτε μέση, είχε μόνο τέλος. Ποτέ δεν την κοίταξα όπως κοιτούσα εσένα, ποτέ δεν την χάιδεψα...>> απλώνει το χέρι του για να αγγίξει το δικό μου <<όπως αγγίζω εσένα, ποτέ δεν την αγάπησα όπως...>> σταματάει και ανασηκώνεται. <<Όχι, σε παρακαλώ, δεν θέλω να κλαις>>

Κλαίω; Ούτε κατάλαβα πότε άρχισα να κλαίω σιγανά.

Πάντα με αγαπούσε. Ήμουν ηλίθια που νόμιζα πως εκείνος... πως πως... Γαμώτο, ήμουν ηλίθια!

<<Δεν έ-έφταιγες εσύ>> λέω ανάμεσα στους λυγμούς μου και με παίρνει στην αγκαλιά του.

<<Ναι, αγάπη μου>> τα χείλη του αγγίζουν τα μαλλιά μου. 

<<Δ-δεν σε π-πίστεψα. Νο-νόμιζα πως ποτέ ε-εσύ δ-δεν...>> δεν μπορώ καν να πω μια σωστή πρόταση, και δεν ξέρω αν καταλαβαίνει αυτό που εννοώ. 

Τώρα, που πλέον ξέρω την αλήθεια, όλα είναι ξεκάθαρα. Και δεν ξέρω αν χαίρομαι ή αν λυπάμαι που ανακαλύφθηκε το αληθινό πρόσωπο του Μάικλ.

Εκείνος κρυβόταν πίσω από όλα.

Χριστέ μου, ακούγεται σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας.

<<Ηρέμησε σε παρακαλώ>> σκουπίζω τα μάτια μου πάνω στην μπλούζα του. <<Ώρες ώρες κάθομαι και σκέφτομαι όλα αυτά που έγιναν>> λέει και ανασηκώνομαι για να τον κοιτάξω. Αποφεύγει το βλέμμα μου. <<Και παρόλο που τον μισώ, ξέρω πως το έκανε για το καλό μου. Για το καλό μας>>

<<Τον δικαιολογείς;>> απομακρύνομαι έκπληκτη, αλλά με ξανατραβάει στην αγκαλιά του.

<<Δεν ξέρω. Σίγουρα όχι. Απλά... το έκανε για να προστατέψει τον γάμο του>> τα δάκρυά μου έχουν σταματήσει και μέσα μου πλέον επικρατεί μόνο θυμός.

<<Είμαστε ερωτευμένοι! Τόσο κακό είναι;>> παραπονιέμαι και νιώθω τα χέρια του να σφίγγουν το δέρμα κάτω από το στήθος μου.

<<Όχι, μωρό μου, όχι...>> απαντάει απλά και κουλουριάζομαι περισσότερο πάνω του.

Άραγε ο έρωτας είναι το μεγαλύτερο αμάρτημα;



~~~

Όχι, δεν συγκινήθηκα *ρουφάει την μύτη της*

Ελπίζω να σας άρεσε.

Καλό βράδυ♥

Ριρι♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top