~24

Πρώτη φορά ανεβάζω τρία κεφάλαια μέσα σε μια μέρα. Τζιζους, τι έκρηξη έμπνευσης ήταν αυτή;

Αυτό είναι ένα από τα αγαπημένα μου κεφάλαια στο βιβλίο♥ Καλή απόλαυση♥

Θέλω να κάνετε πολλά σχόλια. Θα απαντήσω σε όλους❤️


~~~

Κοιτάζω το τσάι μπροστά μου υπερβολικά προσηλωμένη λες και μέσα του κρύβονται οι λύσεις των εξετάσεων.

Δεν ξέρω για ποιον λόγο αισθάνομαι άβολα. Είναι ο Άλεξ. Είναι απλά ο Άλεξ και εγώ.

<<Πως είσαι;>> με ρωτάει πρώτος και μετά από ένα συνεχόμενο 10λεπτο που εξερευνούσα το χρώμα του τσαγιού μου, σηκώνω το κεφάλι μου και τον κοιτάζω.

Έχει αλλάξει υπερβολικά πολύ. 

Υπό κανονικές συνθήκες, στο πρόσωπό του θα ήταν ζωγραφισμένη η υπεροψία, θα με κοιτούσε με σηκωμένο φρύδι, μπορεί και να άρχιζε να με χαϊδεύει κάτω από το τραπέζι αν του έδινα το θάρρος.

Όχι πως θα με πείραζε αν το έκανε και τώρα...

<<Καλά, εσύ;>> τον ρωτάω και παρατηρώ το υπέροχο πρόσωπό του.

Είναι άλλος άνθρωπος.

Και γαμώτο, δεν θα μπορούσα να είμαι πιο χαρούμενη αυτή την στιγμή.

<<Πολύ καλά, βασικά>> απαντάει και πίνει μια γουλιά από τον καφέ του. 

<<Δεν σου αρέσει ο καφές>> πετάω χωρίς να το καταλάβω και αμέσως γουρλώνω τα μάτια μου.

<<Το θυμάσαι;>> μουρμουρίζει και σκύβω πάλι το κεφάλι μου.

Αγκχ μην με κοιτάζεις έτσι, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ...

<<Ναι, αμέ...>> ανακατεύω το τσάι μου και πίνω μια γουλιά. 

Μπλιαξ. Πράσινο τσάι.

Για ποιον λόγο πήρα πράσινο τσάι, χωρίς μέλι και χωρίς ζάχαρη;

Α ναι, γιατί όταν μας έδωσε η κοπελίτσα τον κατάλογο εγώ ακόμη προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω ότι απέναντί μου κάθεται ο Άλεξ και επαναλάμβανα από μέσα μου συνεχώς όλα αυτά που θέλω να του πω.

Τα οποία παρεμπιπτόντως μόλις τα ξέχασα.

Οπότε ναι, ήρθε η σερβιτόρα και από το άγχος μου παρήγγειλα το πρώτο που είδα στον κατάλογο. Δηλαδή το απαίσιο πράσινο τσάι.

<<Πως...>> ξεκινάω να πω και με καρφώνει με το βλέμμα του. Ανάσες... <<Πως πήγε ο αγώνας;>> ρωτάω και τον κοιτάζω.

Δεν μπορώ να του ζητήσω κατευθείαν να μου μιλήσει. Πρέπει να το πάω με έμμεσο τρόπο.

Χαμογελάει. Από την στιγμή που ήρθε χαμογελάει συνέχεια. Και θέλω να του ζουλήξω τα μάγουλα. Και μετά να τα φιλήσω.

<<Νικήσαμε βασικά>> κάθεται καλύτερα στην καρέκλα και στηρίζω τα χέρια του πάνω στο τραπέζι. <<Έβαλα τους περισσότερους πόντους, αν θες να ξέρεις>> λέει πειραχτικά και γελάω.

<<Ήμουν σίγουρη για αυτό>> σχολιάζω και παρατηρώ πως το δεξί μου πόδι τρέμει κάτω από το τραπέζι. <<Πάντα έπαιζες τέλεια μπάσκετ>>

<<Ήταν ο πιο σημαντικός μου αγώνας>> λέει και εστιάζει μέσα στα μάτια μου. Νιώθω πως θα λιώσω μπροστά στα πόδια του. <<Μπορεί να παίξουν μεταγραφές σε μεγαλύτερες ομάδες και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο>> γνέφω κοιτάζοντάς τον όπως μιλάει. <<Και έπαιξα όσο καλύτερα μπορούσα. Ο κόουτς είναι υπερήφανος για μένα και πάω στοίχημα πως θα πει τα καλύτερα λόγια στους άλλους προπονητές>>

Δεν θα ήταν τέλειο το σεξ στα αποδυτήρια;

<<Χαίρομαι για σένα>> λέω και απλώνω το χέρι μου προς το μέρος του. Κατεβάζει το δικό του και το αγγίζει απαλά. Για μια στιγμή σκέφτομαι να το απομακρύνω από εκεί, αλλά ο Άλεξ δεν μου δίνει κανένα περιθώριο και σχεδόν αμέσως πιάνει διστακτικά το χέρι μου και το αγκαλιάζει με την παλάμη του.

Γαμώτο, είμαι έτοιμη να του παραδοθώ και απλά με αγγίζει. Πως καταφέρνει να έχει τόση επιρροή πάνω μου;

<<Είσαι καλά μετά από αυτό που έγινε μεταξύ μας;>> αλλάζει τελείως το θέμα της συζήτησης και μένω ακίνητη.

Ρουφάω την μύτη μου. <<Ε εντάξει, δεν ήταν και η πρώτη μου φορά>> σχολιάζω για πλάκα αλλά δεν χαμογελάει. Τουλάχιστον όσο θα ήθελα εγώ. Αυτό το υπέροχο μειδίαμα είναι όλη την ώρα χαραγμένο στο πρόσωπό του. <<Εννοώ... εντάξει, όλα καλά. Το ήθελα>> λέω τις τελευταίες δύο λέξεις εντελώς χαμηλόφωνα και για μια στιγμή εύχομαι να μην τις άκουσε.

<<Δεν το μετάνιωσες δηλαδή;>>

Κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. <<Εσύ;>> ρωτάω διστακτικά.

<<Όχι. Εννοείται πως όχι. Πως θα μπορούσα να->> κόβει την φράση του και πεθαίνω να ακούσω τι θα έλεγε, αλλά δεν λέω κάτι. <<Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο το ήθελα Άνα. Πόσο σε ήθελα>>

Με τρομάζει ο παρελθοντικός χρόνος.

Με ήθελε; Τώρα δεν με θέλει δηλαδή;

<<Τώρα δηλαδή;>> ψελλίζω και εκείνος έρχεται πιο κοντά μου μάλλον για να με ακούσει.

<<Σε θέλω ακόμη περισσότερο>> η φωνή του σιγανή, με προκαλεί, με κάνει ό,τι θέλει.

Η θεά μέσα μου χοροπηδάει ενώ απέξω μου απλά ανακατεύω με το κουταλάκι μου το απαίσιο τσάι κοιτώντας τον στα μάτια.

<<Θέλω απαντήσεις>> απαιτώ και προσπαθώ να παραμείνω ψύχραιμη.

<<Θα τις έχεις!>> λέει αμέσως.

<<Θέλω να μου πεις τα πάντα>>

<<Θα στα πω>>

<<Χωρίς ψέματα>> τονίζω και γνέφει.

<<Χωρίς ψέματα, μωρό μου>> νιώθω να ζαλίζομαι. Με είπε "μωρό μου"; Μετά από τόσο καιρό με αποκάλεσε...;

<<Θα το υποσχεθείς;>>

<<Το υπόσχομαι. Θα σου εξηγήσω, τα πάντα>> σηκώνεται απότομα όρθιος και ξαφνιάζομαι. Παίρνει την καρέκλα του και την φέρνει ακριβώς δίπλα στην δική μου. Ξανακάθεται κοιτώντας αποκλειστικά εμένα. <<Χωρίς ψέματα>>

<<Μόνο την αλήθεια>> ψιθυρίζω κοιτώντας τα χείλη του.

<<Μόνο την αλήθεια, αγάπη μου>> δεν προλαβαίνω να του απαντήσω και ενώνει τα χείλη του με τα δικά μου.

Από μέσα μου κάνω πάρτυ, ανοίγω σαμπάνιες, χορεύω το Bamboleo και χοροπηδάω σαν το παρδαλό κατσίκι, ενώ τα χείλη του αγκαλιάζουν τα δικά μου.

Δεν είναι απαιτητικό φιλί, δεν είναι άγριο, από εκείνα που με έχει συνηθίσει και που ξέρει πως τα λατρεύω. Είναι ένα φιλί που υπόσχεται όλα αυτά που μου είπε. 

Τα χείλη του είναι ζεστά, καυτά πάνω στα ξερά δικά μου, όμως ταιριάζουν απόλυτα. Αυτό είναι το δικό μας φιλί. Το υπέροχο δικό μας φιλί.

Για μια στιγμή απομακρύνεται κάνοντάς με να δυσανασχετήσω. Ανοίγω τα μάτια μου και τον κοιτάζω ζαλισμένη από την ένταση του φιλιού.

<<Μπορείς να με συγχωρέσεις;>> τα χείλη του αγγίζουν τα δικά μου κάνοντάς με να παραπονιέμαι με αυτή την ελάχιστη επαφή.

<<Μπορώ να σε εμπιστευτώ;>> του απαντάω με ερώτηση αφήνει άλλο ένα μικρό φιλί πάνω στα ταλαιπωρημένα μου χείλη.

Έχω ξεχάσει που βρισκόμαστε, είμαστε μόνο οι δύο μας και το φιλί μας.

<<Άνα εγώ->>

<<Βρε βρε βρε, τι έχουμε εδώ...>> ακούω μια φωνή από δεξιά μας και αμέσως πετάγομαι στην καρέκλα μου.

Σκατά. ΣΚΑΤΑ.

Η Νάιλα.

Ο Άλεξ γυρίζει και την κοιτάζει άνετος ενώ εγώ... έχουν πάρει φωτιά τα μπατζάκια μου.

<<Τι γίνεται εδώ;>> σταυρώνει τα χέρια της και μας κοιτάζει εναλλάξ.

Ο Άλεξ σηκώνεται και απλώνει το χέρι του προς το μέρος της. <<Χάρηκα, Άλεξ>> της λέει και εκείνη κοιτάζει το χέρι υποτιμητικά.

<<Α ώστε εσύ είσαι ο περιβόητος Άλεξ>> μουρμουρίζει και με κοιτάζει.

<<Υποθέτω>> ψελλίζει και ξανακάθεται. 

<<Για σένα λοιπόν τόσο καιρό κλαίει η φίλη μου χμ;>> κάθεται στην απέναντι καρέκλα και ο Άλεξ στενεύει τα μάτια του.

Οκευ. Η Νάιλα δεν ήρθε για καλό εδώ.

<<Ο Τζέικομπ που είναι;>> την ρωτάω για να βγάλω τον Άλεξ από την δύσκολη θέση.

Αμέσως η φίλη μου ανακάθεται στην καρέκλα και με κοιτάζει. <<Εγώ που θες να ξέρω;>>

Σηκώνω το φρύδι μου. Με δουλεύει τώρα;

<<Αφού πριν που σας είδα καθόσασταν στο μπουθ>>

Τα μάγουλά της έχουν κοκκινήσει. <<Δεν καταλαβαίνω τι λες. Εγώ.. εγώ καθόμουν σε τραπέζι. Μάλλον ει-είδες λάθος>> σηκώνεται όρθια και κοιτάζει ξανά τον Άλεξ. <<Να σε περιμένω στο μπουθ;>> 

Κοιτάζω το πανέμορφο αγόρι δίπλα μου και χαμογελάω. <<Όχι βασικά. Θέλουμε να μιλήσουμε>> της λέω και προσπαθώ με τα μάτια μου να της δώσω να καταλάβει ότι δεν πρέπει να πατήσει καθόλου στο σπίτι.

<<Μάλιστα>> κουνάει το κεφάλι της αργά. <<Θα πάω στη Ντανιέλα τότε εγώ. Για να μην ενοχλήσω>> κοιτάζει τον Άλεξ από πάνω μέχρι κάτω. <<Χάρηκα Άλεξ. Ελπίζω κάποια στιγμή να τα ξαναπούμε>> πετάει και με στυλ ντίβας φεύγει από το τραπέζι μας.

Αφήνω την ανάσα που τόση ώρα κρατούσα και κοιτάζω τον Άλεξ. <<Συγνώμη για αυτό, απλά είναι λίγο περίεργη>> 

Απλώνει το χέρι του και χαϊδεύει το μπούτι μου. <<Έκλαιγες για εμένα;>> ρωτάει και τα πανέμορφα μάτια του με κοιτάζουν πληγωμένα.

Ξεροκαταπίνω. Και γνέφω διστακτικά.

<<Μωρό μου>> ψελλίζει και με αρπάζει με δύναμη από το σβέρκο για να κολλήσει ξανά τα χείλη μας. <<Δεν θα ξανακλάψεις>> απαιτεί πάνω στα χείλη μου. <<Για κανέναν. Ούτε για εμένα>> αφήνει άλλο ένα φιλί στην άκρη του στόματός μου. <<Ποτέ ξανά>> κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. <<Το ορκίζεσαι;>>

<<Ν-ναι>> μουρμουρίζω εντελώς χαμένη από τα φιλιά του και το άγγιγμά του.

Τον θέλω. Συνέχεια. Τι μου κάνει αυτός ο άνθρωπος πια;

Απομακρύνεται ξανά πρώτος. Φωνάζει την σερβιτόρα και εγώ προσπαθώ όπως όπως να σκουπίσω τα χείλη μου. Το λιπγκλος που φορούσα πλέον είναι το μισό στα χείλη του Άλεξ και το υπόλοιπο στην μύτη μου. 

Παίρνω την χαρτοπετσέτα και σκουπίζομαι όσο εκείνος βγάζει από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόμισμα και το δίνει στην κοπέλα.

<<Μισό να σου δώσω τα λεφτά για το τσάι>> του λέω αλλά με σταματάει πριν βγάλω τα λεφτά από το μπουφάν μου.

Με φιλάει ξανά. Και ξανά. Και ξανά.

Μπορεί να κάνει αυτό το πράγμα συνέχεια; Χωρίς να σταματάει ούτε δευτερόλεπτο; Το φιλί του είναι μοναδικό.

<<Προτείνω να πάμε σπίτι μου>> μουρμουρίζει και το χέρι του σφίγγει απαλά το μπούτι μου. <<Επειγόντως>>

Παίρνω μια κοφτή ανάσα.

Ήρθε η ώρα για αυτό που προετοίμαζα μέχρι να έρθει.

Απλώνω το χέρι μου και διώχνω το δικό του από το μπούτι μου.

<<Θέλω πρώτα να μιλήσουμε>> απαιτώ και εκείνος γέρνει για να μου δώσει άλλο ένα φιλί, μόνο που τελευταία στιγμή τραβιέμαι.

<<Θα μιλήσουμε>>

<<Θέλω να ακούσω τα πάντα. Ό,τι έγινε. Με εσένα, τον πατέρα σου, την Κρίστι. Θέλω να μάθω τα πάντα>> ξαναλέω και γνέφει. <<Αλλά θέλω να μου δώσεις λίγο χρόνο>> λέω τελικά και απομακρύνεται από πάνω μου. <<Για να τα επεξεργαστώ>>

<<Ό,τι θες. Όσο χρόνο θες>> λέει αμέσως και σοκάρομαι. Περίμενα να αρχίσει να λέει διάφορα, αλλά γαμώτο όντως έχει αλλάξει.

Και δεν ξέρω καν αν μπορώ να τον αγαπήσω περισσότερο.

Σηκώνεται όρθιος και τον κοιτάζω ακόμη σαστισμένη. Απλώνει το χέρι του στο δικό μου. <<Πάμε;>> προτείνει χαμογελαστός και γνέφω.

Αφήνει ξανά ένα μικρό φιλί στα χείλη μου, αρκετό για να με κάνει να λιώσω.

Για μια στιγμή μετανιώνω το ότι του ζήτησα να μου πει τα πάντα, δεν ξέρω καν αν αντέξω να τον ακούσω.

Αλλά ήρθε η ώρα. 

Τον αγαπάω. Τίποτα δεν πρόκειται να μου αλλάξει την γνώμη μου.



~~~

Οκευ. Απλά λιώνω λιώνω λιώνω λιώωωωνω.

Αυτό. 

Καλό βράδυ και τα λέμε σύντομα (όχι τόσο σύντομα όσο νομίζετε, μην ακούσω κιχ)

Φιλιά

Ρίρι♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top