~23

Ακούστε παράλληλα το τραγούδι♥

Δεύτερο για σήμερα, επειδή είχα έμπνευση. Μην συνηθίσετεε.

~~~

ΑΝΑΣ ΠΟΒ

Ο Κόλτον κλείνει πίσω του την πόρτα και για άλλη μια φορά δεν μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου.

Κάνω κίνηση να αρπάξω ξανά το παγωτό στα χέρια μου, αλλά τελευταία στιγμή το αφήνω.

Όχι ξανά παγωτό μετά από ερωτική απογοήτευση. Μόνο κιλά δίνει αυτή η βλακεία. Ούτε λύσεις, ούτε τίποτα. 

Ακούγεται ο ήχος ενός μηνύματος στο κινητό μου και κάνω τον χώρο άνω κάτω για να το βρω.

Λες να είναι ο Άλεξ;

Τι λέω γαμώτο. Ο Άλεξ αυτή την στιγμή παίζει στον πιο σημαντικό αγώνα της ζωής του και εγώ; Εγώ τι κάνω; Αντί να είμαι εκεί να τον υποστηρίξω, να... να... δεν ξέρω, να είμαι εκεί τέλος πάντων, κάθομαι εδώ και κλαίγομαι.

Κοιτάζω το μήνυμα της Νάιλα. Με περιμένει στην καφετέρια με τον Τζέικομπ και ζητάει να πάω όσο το δυνατόν γρηγορότερα γιατί αισθάνεται φουλ άβολα.

Σηκώνομαι όρθια αγανακτισμένη και πετάω το κινητό ξανά πάνω στον καναπέ.

Ακόμη και η Νάιλα βρήκε τον Τζέικομπ. Ο οποίος είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της. Από την αρχή ήταν, το ξέραμε όλοι. Θα είναι πραγματικά ηλίθια αν τον αφήσει.Ο Τζέικομπ είναι ένα από τα καλύτερα παιδιά που έχω γνωρίσει.

Και είναι ερωτευμένος.

Και εγώ είμαι ερωτευμένη. Χρόνια τώρα.

Γαμώτο, πόσο χειρότερα μπορώ να αισθανθώ;

Επιλέγω τα ρούχα μου στην τύχη, δεν ξέρω καν πως καταφέρνω να βαφτώ ελάχιστα μόνο και μόνο για να κρύψω τα πρησμένα μου μάτια και τα ξεραμένα μου χείλη, και αφού αρπάξω το κινητό μου και το παγωτό, βγαίνω από το σπίτι.

Τι ζητάω; Ζητάω πολλά; Κάποιον να με αγαπάει, να μου έχει εμπιστοσύνη, να του έχω εγώ, το τονίζω, ΕΓΩ εμπιστοσύνη. Κάποιον να μην με προδώσει.

Γιατί η αγάπη είναι τόσο δύσκολη;

Πλέον δεν μιλάω καν για έρωτα. Ο έρωτας υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Όσο πιο γρήγορα το πάρω απόφαση, τόσο πιο εύκολο θα μου είναι.

Είμαι ερωτευμένη με τον Άλεξ. Τίποτα και, δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η σχέση μου με τον Άλεξ δεν ήταν ποτέ απλή. Περάσαμε τόσα πράγματα, τόσες δυσκολίες, τόσα... γαμώτο, τον αγαπάω.

Πολύ περισσότερο από όσο μπορώ να αποδεχτώ.

Είμαι δυστυχισμένη μακριά του. Όλα αυτά τα χρόνια ήμουν δυστυχισμένη μακριά του. Και τώρα το νιώθω με τον χειρότερο τρόπο.

Είναι εδώ. Είναι κοντά μου. 

Και αυτό πονάει περισσότερο από όλα.

Βγαίνω έξω από την πολυκατοικία και κατευθύνομαι στους κάδους κρατώντας το παγωτό στα χέρια.

Με μεγάλη προσπάθεια ανοίγω τον τεράστιο κάδο.

<<Δεν πρόλαβα να σε φάω, αλλά μεταξύ μας καλύτερα που δεν το έκανα>> λέω στο παγωτό όσο εκείνο λιώνει μέσα στην πλαστική συσκευασία. <<Και ξέρεις κάτι; Δεν σε χρειάζομαι>>

Μια γιαγιούλα περνάει από δίπλα μου και σταυροκοπιέται.

Αμάν όλοι. Μη δουν μια κοπέλα να μιλάει σε ένα παγωτό που ετοιμάζεται να το αποχωριστεί για πάντα, κατευθείαν να την θεωρήσουν τρελή. Αμάν πια.

Κοιτάζω ξανά το παγωτό. <<Πλέον είμαι σίγουρη ότι δεν σε χρειάζομαι. Τον αγαπάω. Και να είσαι σίγουρο πως λέω την αλήθεια>> μουρμουρίζω και από πίσω μου ακούω κάτι παλαμάκια.

Γυρνάω ξαφνιασμένη και κάτω από μια μουριά βλέπω τον Κόλτον να κάθεται και να χειροκροτεί χαμογελαστός.

<<Τ-τι κάνεις εσύ εδώ;>> τον πλησιάζω κρατώντας ακόμη το παγωτό στα χέρια μου.

<<Σε περίμενα>> απαντάει απλά και σηκώνεται όρθιος.

<<Με περίμενες; Για ποιον λόγο;>>

<<Για να ακούσω αυτό ακριβώς που είπες πριν>> λέει και νιώθω τα μάγουλά μου να κοκκινίζουν. Πόσο ρεζίλι έχω γίνει σε αυτόν τον άνθρωπο ενιγουει;

<<Με τρομάζεις>> παραδέχομαι και γελάει. Έχει όμορφο γέλιο.

<<Αφού τον αγαπάς κορίτσι μου, γιατί τον βασανίζεις;>> ρωτάει αγανακτισμένος.

Σηκώνω τα φρύδια μου. <<Ποιος βασανίζει ποιον;>>

<<Ω πίστεψέ με, εσύ. Εσύ και μόνο εσύ βασανίζεις τον φίλο μου. Και καλά θα κάνεις να το σταματήσεις αυτό, γιατί γκει γκει, αλλά αν νευριάσω με φοβάται και ο Θεός ο ίδιος>>

Κάτσε.

Τι;

Τι είναι το "γκει γκει"; Τι εννοεί;

Γιατί... αποκλείεται να εννοεί αυτό που νομίζω πως εννοεί...

<<Είσαι...;>> ξεκινάω να πω και γνέφει αρκετές φορές. <<Πως; Ε... δηλαδή εννοώ... δεν... εγώ, ποτέ δεν θα...>>

Σταυρώνει τα χέρια του. <<Και να φανταστείς δεν το έπαιξα καν στρειτ μπροστά σου. Απορώ πως δεν το κατάλαβες εξ αρχής>>

Έχω μείνει κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό. Απλώνει το χέρι του και μου πιέζει το πηγούνι για να το κλείσω.

Ο Κόλτον είναι γκει;

Ξαφνικά νιώθω τα μάγουλά μου να παίρνουν φωτιά μόνο και μόνο από τα τόσα πράγματα που είπα στα κορίτσια και όσα σκέφτηκα για τον Κόλτον. Και, πιστέψτε με, όλα αυτά ήταν άκρως πονηρά.

Κουνάει τα χέρια του μπροστά από το πρόσωπό μου. <<Α καλά, τα έπαιξε αυτή!>> σχολιάζει και με ταρακουνάει. <<Παιδάκι μου, σύνελθε! Δεν σου τετραγώνισα και τον κύκλο. Γκέι είμαι ο άτιμος. Σιγά το πράγμα>> με αφήνει και σηκώνει τα φρύδια του. <<Εκτός και αν με ερωτεύτηκες και απογοητεύτηκες που έμαθες την αλήθεια>> 

Κοκκίνησαν και οι ρίζες των μαλλιών μου έτσι; Το βλέπετε όλοι;

<<Σε λυπάμαι. Αναγκαστικά τώρα θα πρέπει τον έρωτά σου για εμένα να τον στρέψεις στον Άλεξ. Που μάντεψε! Εγώ πιστεύω ότι και εκείνος ήταν στην αρχή ερωτευμένος μαζί μου, αλλά επειδή του αρνιόμουν, τώρα με έχει ξεπεράσει. Ή έτσι θέλει αυτός να νομίζω. Είναι μια σουπιά...>>

<<Τι;>> 

Αυτό μου έλειπε τώρα. Να γίνει και ο Άλεξ γκει. 

Που είναι ο πιο κοντινός γκρεμός να πέσω;

<<Πλάκα κάνω μωρέ. Αμάν πια, κανείς δεν έχει την αίσθηση του χιούμορ πάνω του τςτςτς>> μουρμουρίζει μόνος του και με τραβάει για να ξαναπάμε προς τους κάδους. <<Είσαι έτοιμη να πάμε να του το πούμε;>>

<<Ποιο πράγμα;>> ανοίγω τον κάδο και πετάω με δύναμη το παγωτό μέσα.

Αντίο φίλε. Μου στάθηκες σε δύσκολες στιγμές. Ήσουν πεντανόστιμο.

<<Να πάμε στο γήπεδο, να τον βρεις εκεί μέσα και να του φωνάξεις "ΑΛΕΞ ΣΕ ΑΓΑΠΩ". Νταξ, έχω συγκινηθεί ήδη και μόνο που το σκέφτομαι>> με τραβάει προς το μέρος του.

Προσπαθώ να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις μου.

<<Όχι>> σταματάω απότομα.

<<Τι όχι παιδί μου;>>

<<Όχι, δεν θέλω να πάω στο γήπεδο>>

<<Τι έπαθες έτσι ξαφνικά;>> σταυρώνει τα χέρια του.

<<Δεν θέλω να το κάνω ακόμη αυτό>> παραδέχομαι με δυσκολία.

Ρολάρει τα μάτια μου. <<Χριστέ μου, γιατί; Γιατί τα καλύτερα πράγματα να συμβαίνουν σε αυτούς που δεν μπορούν να τα διαχειριστούν; Γιατί; Γιατί; Γιατί;>>

<<Θέλω να μιλήσω πρώτα μαζί του>> τον αγνοώ όσο γκρινιάζει και συνεχίζω να προχωράω.

<<Μα είπες ότι τον αγαπάς κουκλίτσα μου>>

Τον κοιτάζω. <<Τον αγαπάω. Εννοείται πως τον αγαπάω>> νιώθω λες και φεύγει ένα βάρος από μέσα μου. Δεν το λέω στον Άλεξ, αλλά δεν έχει σημασία. Και μόνο που το παραδέχτηκα στον εαυτό μου νιώθω φανταστικά.

<<Ε και τι θες να συζητήσετε; Το παιδί λιώνει για σένα>>

<<Κόλτον...>> τον σταματάω και πιάνω τα χέρια του. <<Ξέρω πόσο πολύ θέλεις να βοηθήσεις, και αλήθεια, όλο αυτό που έχεις κάνει, και μόνο που ήρθες να με βρεις για να μου μιλήσεις, το εκτιμώ απίστευτα. Και νομίζω πως... πως αν δεν είχες έρθει, δεν υπήρχε καμία περίπτωση να παραδεχτώ στον εαυτό μου αυτά που αισθάνομαι για τον Άλεξ. Και αλήθεια, σε ευχαριστώ για αυτό>>

<<Δεν χρειάζεται να ευχαριστείς Φαμπιάνα>> μου χαϊδεύει το μάγουλο. <<Είναι σαν αδελφός μου. Χαίρομαι όταν χαίρεται και στεναχωριέμαι όταν βρίσκεται στα πατώματα. Δεν μπορούσα να το αφήσω να περάσει έτσι>>

Χαμογελάω.

Ίσως και να είμαι και λίγο ερωτευμένη μαζί του.

Είναι ο πιο υπέροχος άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Και χαίρομαι τόσο πολύ που όλον αυτόν τον καιρό ήταν κοντά στον Άλεξ. 

<<Απλά... πρέπει να του μιλήσω>> λέω και γνέφει αργά σαν να καταλαβαίνει επιτέλους πως το εννοώ. <<Έχουν γίνει πολλά, έχουν περάσει χρόνια. Και χρειάζομαι απαντήσεις. Κανονικές απαντήσεις>>

Είναι η πρώτη φορά που νιώθω έτοιμη ψυχολογικά να τον αντιμετωπίσω.

Τον αγαπάω. Ό,τι και αν μου πει, αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει.

<<Είσαι σίγουρη;>> ρωτάει και σμίγω τα φρύδια μου. <<Μετά από ό,τι γίνει σήμερα, δεν θα υπάρχει γυρισμός>>

Για μια στιγμή κολλάω.

Τι εννοεί ότι δεν θα υπάρχει γυρισμός;

Κοιτάζω κάπου πίσω του. Έχουμε σχεδόν φτάσει στην καφετέρια.

Γαμώτο, η Νάιλα! 

Θα με σκοτώσει που την άφησα τόση ώρα μόνη της με τον Τζέικομπ.

Γυρνάω πάλι στον Κόλτον. <<Ναι. Είμαι απόλυτα σίγουρη>> λέω με μια ανάσα και είναι η πρώτη φορά μετά από μέρες που αισθάνομαι ωραία με την απόφαση που πήρα.

Θα του μιλήσω. Θα τον ακούσω. Και θα του πω ότι τον αγαπώ.

Πιάνω τους ώμους του Κόλτον δυνατά και τον ταρακουνώ. <<Λες να έχει τελειώσει ο αγώνας;>>

Κοιτάζει το ρολόι του. <<Υποθέτω σε λιγάκι τελειώνει. Εκτός και αν έχει παράταση; Δεν ξέρω...>> απαντάει μπερδεμένος και γνέφω.

<<Πήγαινε πάρτον και ελάτε στο Coffeegasm>>

<<Τώρα μου είπες κάτι πολύ πονηρό, αλλά δεν το έπιασα>> μου κλείνει το μάτι και δαγκώνει τα χείλη του. <<Ατακτούλα. Θέλεις τον Άλεξ αλλά πρώτα θες να σου περάσω και εγώ ένα μανίκι χμ;>>

Τι λέει το άτομο Χριστέ μου;

<<Συγκεντρώσου σε παρακαλώ!>> λέω και μουτρώνει. Ελπίζω για πλάκα. <<Coffeegasm λέγεται αυτή η καφετέρια>> του δείχνω το στέκι μας και γνέφει. <<Θέλω να τον πάρεις και να τον φέρεις εδώ. Γίνεται;>>

Κοιτάζει την καφετέρια. Και μετά εμένα. Και μετά πάλι την καφετέρια. <<Είσαι σίγουρη; Δεν νομίζω πως είναι το κατάλληλο μέρος για να μιλήσετε>>

Το ξέρω. 

Αλλά είναι το μόνο ασφαλές μέρος. 

Γιατί ξέρω πολύ καλά ότι αν πάμε στο σπίτι μου να μιλήσουμε, το μόνο που δεν θα κάνουμε θα είναι να μιλήσουμε.

Ξεροκαταπίνω.

Και μόνο στην σκέψη να ξανακάνω σεξ με τον Άλεξ, ταράζομαι.

<<Θέλω ένα ουδέτερο μέρος>> απαντάω στον Κόλτον και γνέφει αργά. Μάλλον κατάλαβε και εκείνος αυτό που εννοώ. Ξέρει και αυτός τον Άλεξ αρκετά καλά, υποθέτω. <<Πήγαινε!>> τον σπρώχνω και γυρίζει για να τρέξει.

<<Για τυχόν τραυματισμούς εσύ θα φταις!>> φωνάζει και χαμογελάω όσο τον βλέπω να τρέχει στο πεζοδρόμιο και να περνάει ξυστά από ένα παιδάκι με πατίνι.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και μπαίνω στην καφετέρια.

Σκανάρω με τα μάτια μου τον χώρο και... μπινκο! Σε ένα μπουθ εντοπίζω την παρδαλή τσάντα της Νάιλα, αλλά δεν την βλέπω καθαρά γιατί ένα αγόρι...

Κάτσε. Αυτοί είναι ή κοιτάζω κάποιους άλλους;

Δεν παίζει να είναι αυτοί, σωστά;

Πλησιάζω λίγο περισσότερο.

Ο Τζέικομπ είναι αυτός που έχει τα χέρια του τυλιγμένα γύρω από την μέση της Νάιλα;

Νιώθω λες και παίρνω μάτι αυτή την στιγμή, αλλά τι στο καλό;

Η Νάιλα δεν ήταν αυτή που έλεγε πως δεν θέλει σχέση; Πόσο μάλλον με τον Τζέι; Για ποιον λόγο κοντεύουν να φάνε ο ένας τον άλλο εδώ πέρα;

Κάνω βήματα στο πλάι, σαν καβούρι, και κάθομαι σε ένα τραπέζι ακριβώς απέναντι από την πόρτα και πολύ καλά κρυμμένο πίσω από μια τεράστια κολώνα ώστε να μην μπορούν να με δουν τα πιτσουνάκια της κακιάς ώρας.

Κάθομαι στην καρέκλα και αμέσως βγάζω το κινητό μου για να πληκτρολογήσω ένα μήνυμα στην Νάιλα.

Προς Νάιλα: Είσαι εντάξει; Θέλεις να έρθω τώρα;

Γελάω μόνη μου και γέρνω προς τα πίσω για να δω αν έδωσε καμία σημασία στο μήνυμά μου.

Μπα.

Ακόμη φιλιούνται.

Κουνάω το κεφάλι μου δυσανασχετώντας. 

Γνωρίζω ήδη πως θα καταλήξει όλη αυτή η κατάσταση και το απεύχομαι μέσα από την καρδιά μου. Αλλά η Νάιλα, είναι Νάιλα και τα συναισθήματα του Τζέικομπ για αυτήν είναι αληθινά και...

Αι στο καλό συγκινήθηκα! (Η Ριρι συγκινήθηκε κλαψ κλαψ)

Κοιτάζω πάλι στο κινητό μου. Καμία απάντηση. Ούτε καν το είδε το μήνυμα. Βασικά ούτε καν παραδόθηκε. Στο στάλθηκε με άφησε.

Χαμογελάω σαν την χαζή. Έχει να φάει φουλ κράξιμο όταν με το καλό γυρίσουμε σπίτι.

Κλείνω το κινητό μου και κοιτάζω έξω.

Και τον βλέπω.

Τον Άλεξ.

Αμέσως οι παλμοί μου αυξάνονται. 

Με κοιτάζει. Ο Κόλτον στέκεται με την πλάτη του προς την καφετέρια, οπότε δεν τον βλέπω. Ενώ ο Άλεξ. 

Γαμώτο, θέλω να τον αρπάξω και να τον φιλήσω αυτή ακριβώς την στιγμή.

Ξεροκαταπίνω όταν τον βλέπω να μουρμουρίζει κάτι στον Κόλτον και έπειτα να μπαίνει στο μαγαζί άνετος και κούκλος και πανέμορφος και...

Πρέπει να συγκρατηθώ νομίζω.

Έρχεται προς το μέρος μου έχοντας τα μάτια του καρφωμένα πάνω στα δικά μου. 

<<Γειά>> λέει και χαμογελάει ελαφρά.

Σηκώνομαι όρθια. Χωρίς λόγο.

<<Γειά>> απαντάω και δεν κάνω καν την προσπάθεια να κρύψω το χαμόγελό μου.

Αφήνει τον σάκο του κάτω χωρίς να σπάσει την οπτική μας επαφή.

Είναι κούκλος. Ιδρωμένος, με τα μαλλιά του κολλημένα στο μέτωπο, την μπλούζα του κολλημένη πάνω στο σώμα του...

Γαμώτο.

Είναι φυσιολογικό που φοβάμαι;



~~~

Αχ σταματήστε να είστε χέστες και απλά πείτε τι νιώθετε ρε αδέλφια. Εντ οφ στόρυ.

Πόσο με αγαπάτε που ανέβασα και δεύτερο σήμερα; 😌

Μήπως... Λέω μήπως να ανεβάσω και τρίτο; 🤔

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top