~10

Φτάσαμε 100k προβολές στο Daddy. 100.000 προβολές.

ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ

Χριστέ, είναι πολύ!!! Δεν περίμενα ποτέ ότι θα κατάφερνα να φτάσω τόσο ψηλά. Δεν δεν δεν...δεν μπορώ να το πιστέψω, αλήθεια!!!

Δεν έχω λόγια αυτή την στιγμή, είναι η αλήθεια!

100.000 ευχαριστώ. #ριριτιμ ♥♥

*δεν συνεχίζω γιατί θα με πιάσουν τα ζουμιά και δεν το θέλετε αυτό*



~~~

<<Σίγουρα ο φίλος σου δεν έχει θέμα;>> ρωτάω για πολλοστή φορά και ο Κόλτον γελάει δυνατά.

<<Πίστεψέ με, ο τυπάς τα γουστάρει πολύ κάτι τέτοια...>> σχολιάζει και γυρνάω να τον κοιτάξω μπερδεμένη. <<Εννοώ ότι θα είναι κομπλέ. Μην ανησυχείς>>

Περνάμε τον δρόμο και στρίβουμε αριστερά.

Άκου να δεις! Αν στρίβαμε δεξιά θα βγαίναμε στο δικό μου σπίτι.

Τελικά μένουμε υπερβολικά κοντά με τον φίλο του Κόλτον! Πλάκα πλάκα αν τον πιάσουμε για παρέα θα βολεύει με το σπίτι του εδώ δίπλα...

<<Εσύ μένεις μακριά από εδώ;>> μου ανοίγει την πόρτα της πολυκατοικίας. 

Ανεβαίνω τα τρία σκαλοπατάκια αργά. Ναι. Σιγά μην του πω ότι μένω δύο δρόμους πιο κάτω.

<<Εμ, όχι πολύ μακριά από εδώ, τώρα που το σκέφτομαι>> προσπαθώ να ξεκολλήσω την βρεγμένη μου μπλούζα από το σώμα μου κα ακούγεται ένα αηδιαστικό πλατς.

Πατάει το κουμπί του ασανσέρ.

Αισθάνομαι πολύ άβολα, εντωμεταξύ. 

Είναι πολύ ράντομ να πάω στο σπίτι αυτού του άγνωστου και να πω "Τζα! Ήρθα να πάρω μια μπλούζα σου αδελφέ γιατί ο φίλος σου με έκανε μουσκίδι. Δεν πιστεύω να ενοχλώ...>>

Αγκχ. Μήπως να φύγω όσο προλαβαίνω;

Το ασανσέρ φτάνει και ο Κόλτον μου ανοίγει την πόρτα. Κοιτάζω μια αυτόν και μια την αντανάκλασή μου στον -ουάου- καθρέφτη του ασανσέρ.

<<Μήπως δεν είναι καλή ιδέα;>> ρωτάω ξανά και φακ δείχνω σκατά.

Επίσης... αυτό που ακούγεται είναι μουσική; Έχει το ασανσέρ μουσική; Τι σκατά;

Εμάς το δικό μας και που ανεβοκατεβαίνει στους ορόφους χωρίς να λαγκάρει καλά μας είναι.

<<Όχι μη το σκέφτεσαι καν! Θα πάρεις μια μπλούζα και θα φύυυυγεις>> με σπρώχνει μέσα στο ασανσέρ και ξεφυσάω.

Κλείνει την πόρτα πίσω μας και πατάει τον 4.

Α. Και αυτός στον 4 όροφο μένει; Καρμικό;

<<Μπορεί να νομίζει ότι είμαι κοπέλα σου ή κάτι τέτοιο, εντωμεταξύ>> λέω για πλάκα και εκείνος με κοιτάζει έκπληκτος. <<Δηλαδή... όχι. Κατάλαβες πως το εννοώ...>>

Γελάει. <<Ναι. Αμέ>> απαντάει μόνο και κοιτάζεται στον καθρέφτη.

Τον παρατηρώ όσο το ασανσέρ ανεβαίνει με ρυθμούς κουτσής χελώνας από το Πεκίνο. Μαρέσει που έχει μουσική, καθρέφτη και κρυφό φωτισμό, αλλά πηγαίνει πιο αργά και από την καθυστέρηση...

Είναι ωραίος, πάντως. Όχι ο καθρέφτης. Ο Κόλτον.

Στην κλίμακα της Νάιλα, σίγουρα θα έπαιρνε ένα 8 στα 10. Στην δικιά μου... καλά η δικιά μου κλίμακα έχει αραχνιάσει. Ούτε που ξέρω ποια είναι τα στάνταρτς μου στα αγόρια πια.

Παίρνω μια κοφτή ανάσα και κοιτάζομαι στον καθρέφτη. 

Αίσχος.

Ας μην κάνω καν τον κόπο να διορθωθώ. Σιγά. Δεν νομίζω ο συγκάτοικός του είναι και κανένας θεός...

Το ασανσέρ σταματάει απότομα και οι αυτόματες πόρτες ανοίγουν. Βγαίνω πρώτη στον διάδρομο και με ακολουθεί ο Κόλτον κοιτάζοντας κάτι στο κινητό του.

<<Τέλεια>> μουρμουρίζει και προχωράει προς την αριστερή πόρτα. <<Ο φίλος μου μόλις μου έστειλε μήνυμα. Πήγε στο περίπτερο να πάρει μπύρες. Θα έρθει σε λίγο>> λέει και σκύβει.

<<Και εμείς πως θα μπούμε μέσα; Θα τον περιμένουμε;>>

Σηκώνεται ξανά όρθιος με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του και ένα μικρό κλειδί στα δάχτυλά του. <<Ευτυχώς που προνόησα μέρες πριν και έβαλα ένα κλειδί κάτω από το χαλάκι της εισόδου του>> λέει και χαμογελάω. 

Ξεκλειδώνει γρήγορα και μπαίνει μέσα. <<Βολέψου σαν στο σπίτι σου!>> πετάει τον σάκο του δίπλα στην πόρτα και αφήνει απαλά την τσάντα μου πάνω στον καναπέ.

Χαμογελάω μόνη μου, εντωμεταξύ.

Ξαπλώνει στον καναπέ και κοιτάζει κάτι στο κινητό του. <<Έλα, μην ντρέπεσαι>> ξαναλέει και εκείνη την στιγμή συνειδητοποιώ ότι έχω μαρμαρώσει στην είσοδο.

Κλείνω την πόρτα πίσω μου και κοιτάζω τον χώρο. 

Μικρό σπίτι. Αλλά ωραία διακοσμημένο. 

<<Δεν θα σου πει τίποτα που μπήκες μέσα χωρίς να το ξέρει;>> ρωτάω και ακουμπάω δίπλα του στον καναπέ σκανάροντας τον χώρο.

Δύο πόρτες έχει. Μάλλον η μια είναι το μπάνιο και η άλλη το υπνοδωμάτιο.

<<Στα αρχίδια μου!>> λέει ο Κόλτον και ανασηκώνεται. <<Εμ εννοώ...>>

Γελάω. <<Εκφράσου ελεύθερα!>>

Σηκώνεται όρθιος. <<Να σου βάλω κάτι να πιείς; Αν και τώρα που το σκέφτομαι...>> ξύνει το κεφάλι του και πηγαίνει προς την κουζίνα. Ανοίγει το ψυγείο και σκάει ένα γελάκι. <<Καλά το υποψιαζόμουν. Ο μαλάκας δεν έχει τίποτα εδώ μέσα. Μόνο ανανά>> γυρνάει και με κοιτάζει <<Θες ανανά;>>

<<Όχι ευχαριστώ!>> μουρμουρίζω. Γυρνάει εκείνος και βγάζει τον ανανά έξω. Παίρνει έναν μπαλτά -γιατί να έχει κάποιος μπαλτά;- και ξεκινάει να κόβει το φρούτο.

<<Ο ανανάς χαρακτηρίζεται ως αφροδισιακό...>> σχολιάζει και τον πλησιάζω. <<Ξεσηκώνει το μυαλό...>> τρώει μια μπουκιά και με κοιτάζει λάγνα <<...και όχι μόνο>>

Όκευ, τώρα μου την πέφτει; Έτσι ξεδιάντροπα;

Νιώθω ότι κοκκινίζουν μέχρι και οι ρίζες των μαλλιών μου.

<<Σίγουρα δεν θες;>> μου δίνει ένα κομμάτι αλλά αρνούμαι ξανά.

Ικανό τον έχω να μου ορμήσει.

Όχι ότι δεν θα του καθόμουν, αλλά...

<<Βασικά μια μπλούζα θέλω...>> σταυρώνω τα χέρια μου και τον κοιτάζω χαμογελαστή. 

<<Έχεις δίκιο. Ξεχάστηκα>> αφήνει τον ανανά στο τραπέζι και πηγαίνει προς την μια πόρτα. <<Σπουδάζεις κάτι;>> ρωτάει και κάθομαι σε μια καρέκλα όσο τον περιμένω.

<<Ναι. Είμαι στο τέταρτο έτος στην αγγλική φιλολογία>> φωνάζω <<Εσύ; Σπουδάζεις κάτι;>>

Βγαίνει από το δωμάτιο σχετικά γρήγορα. <<Όχι. Δηλαδή ήμουν σε ακαδημία μπάσκετ και τώρα παίζω σε μια ομάδα. Μαζί με τον φίλο μου>> δείχνει τον χώρο για να καταλάβω ότι εννοεί το παιδί που μένει εδώ. <<Έχουμε... βασικά εκείνος έχει ένα τουρνουά σε 1 εβδομάδα και μετακόμισε εδώ για έναν μήνα>> 

Σηκώνομαι όρθια. <<Α... εμ δεν είστε από εδώ και οι δύο;>>

<<Εγώ έμενα παλιότερα στην Φλόριντα με τον πατέρα μου. Τα τελευταία χρόνια έμενα στο Κολοράντο. Εκεί γνωριστήκαμε. Στην σχολή. Και μετά μας έβαλαν μαζί σε μια ομάδα και ήρθαμε εδώ...>> κοιτάζει τριγύρω του. <<Βέβαια μαρέσει η Φλόριντα. Είναι εξωτική όπως και να το δεις>>

Γνέφω. Δεν του φαίνεται καν ότι είναι... πόσο να δεις είναι; Για να τέλειωσε την σχολή του μάλλον είναι γύρω στα 24-25. 

<<Εμ, παρεμπιπτόντως σου έβγαλα μια μπλούζα από την ντουλάπα του αχρείου. Στην άφησα πάνω στο κρεβάτι. Ευτυχώς ο μπίχλας τα είχε μάλλον καθαρίσει όλα οπότε δεν θα πεθάνεις από την βρώμα>> λέει και γελάω.

Μιλάει υπερβολικά πολύ. Αλλά μαρέσει. Συνήθως εγώ είμαι η παρλαπίπα της παρέας.

<<Να πάω;>>

<<Ναι καλέ>> πετάει και σηκώνω τα φρύδια μου. Τι "ναι καλέ" ήταν αυτό; <<Κλείσε και την πόρτα για να μην νομίζεις ότι θα παίρνω μάτι>> παίρνει πάλι λίγο ανανά και τον τρώει. <<Εδώ με τον ανανά στο χέρι θα είμαι>>

Πηγαίνω στο δωμάτιο και κλείνω διστακτικά την πόρτα πίσω μου.

Όχι ότι με νοιάζει αν με δει με το σουτιέν ή όχι. Δεν έχω κόμπλεξ με κάτι τέτοια εννοείται. 

Απλά πως θα ψάξω άνετη τον χώρο; Εμ;;

Το δωμάτιο είναι αρκετά μεγάλο σε σχέση με τους υπόλοιπους χώρους αλλά σχετικά άδειο. Υποθέτω ότι για τον ένα μήνα που, όπως είπε ο Κόλτον, ήρθε εδώ ο φίλος του, προφανώς και δεν σκοπεύει να το διακοσμήσει με μπιχλιμπίδια.

Μια μαύρη μπλούζα με ξεθωριασμένα γράμματα που γράφουν "Uni Colorado" είναι απλωμένη πάνω στο μπλε πάπλωμα και αμέσως βγάζω την μπλούζα μου.

Σκατά. Όντως η πλάτη ήταν κυριολεκτικά λουσμένη με καφέ. 

Κοιτάζω στον μικρό καθρέφτη απέναντι ακριβώς από το κρεβάτι. Ευτυχώς το σουτιέν μου δεν λερώθηκε για κάποιον περίεργο λόγο.

Βασικά και να είχε λερωθεί σιγά μην το έβγαζα. Ο άλλος με τον ανανά μέσα έτοιμος είναι να κάνει ντου.

Παίρνω την μπλούζα και την φοράω. Είναι κοντομάνικη, ευτυχώς, αλλά τα μανίκια μου φτάνουν μέχρι τον αγκώνα.

Μάλλον ο τυπάς παίζει να είναι αρκετά πιο ψηλός και ογκώδης από εμένα...

Μαζεύω την μπλούζα και την κάνω έναν κόμπο. Ωραία. Μαρέσει.

Τα μαλλιά μου είναι σκατά αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι. Κάτι τούφες είναι και αυτές ποτισμένες με καφέ, οπότε τα πιάνω μια ψηλή κοτσίδα γιατί είναι σκέτη αηδία.

Σιγά μην ζητήσω να κάνω και μπάνιο. Θα με βρίσουν και θα έχουν δίκιο.

Παίρνω την μπλούζα μου στο χέρι και ετοιμάζομαι να βγω έξω από το δωμάτιο, αλλά σταματάω όταν ακούω φωνές από μέσα.

ΣΚΑΤΑ. ΉΡΘΕ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ.

ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ.

Πειράζει τώρα που εγώ δεν θέλω να βγω από το δωμάτιο;

Κοιτάζω το παράθυρο.

Ναι, λες και υπήρχε περίπτωση να πηδήξω από τον τέταρτο σαν τον νίτζα ξέρω γω.

Αφήνω την μπλούζα πάνω στην συρτατιέρα και κολλάω το αφτί μου στην πόρτα. Γαμώ. Έχει καλή ηχομόνωση το σπίτι.

Κάτι λέει ο Κόλτον για το κλειδί αν κατάλαβα... Και μετά... τι λέει; Α ναι... Ωχ. Λέει ότι είναι μια κοπέλα στο δωμάτιο.

Ωχ. ΩΧ. ΛΕΕΙ ΟΤΙ ΠΗΓΕ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΜΠΛΟΥΖΑ ΕΠΕΙΔΗ ΛΕΡΩΘΗΚΕ.

Κρατάω την ανάσα μου.

Ο τυπάς δεν μιλάει; Τι φάση; Γιατί ακούω μόνο τον Κόλτον;

Βήματα.

ΣΚΑΤΑ.

ΒΗΜΑΤΑ. ΠΟΛΛΑ ΒΗΜΑΤΑ. ΒΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΑΛΛΟΝ ΠΛΗΣΙΑΖΟΥΝ.

ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ ΣΚΑΤΑ.

Κάνω ένα βήμα προς τα αριστερά για να κάνω πως κοιτάζομαι στον καθρέφτη.

Ας μην μπει εδώ μέσα, ας μην μπει εδώ μέσα, ας μην μπει εδώ μέσα.

Χτυπάει η πόρτα απαλά.

<<Ν-ναι;>> ρωτάω.

<<Να μπω;>> φωνάζει ο Κόλτον και ξεφυσάω.

<<Ναι, φυσικά. Τέλειωσα>> σφίγγω την κοτσίδα μου και ο Κόλτον μπαίνει μέσα. Στηρίζεται στην κάσα της πόρτας και με κοιτάζει.

<<Ήρθε ο φίλος μου. Σου πάει η μπλούζα, παρεμπιπτόντως>> σχολιάζει και χαμογελάω.

<<Νευρίασε που με έφερες εδώ;>> ρωτάω χαμηλόφωνα και γελάει.

<<Αφού σου είπα, δεν έχει θέμα. Πήγε για κατούρημα. Μπορείς να φύγεις τώρα, αν δεν θες να σε δει>> λέει και νομίζω ότι το διασκεδάζει.

<<Ναι φυσικά!>> τρέχω σαν σφαίρα και αρπάζω την τσάντα μου από τον καναπέ. Ανοίγω την πόρτα και πατάω το κουμπί του ασανσέρ.

Σκατά. Πότε πρόλαβε και κατέβηκε στο ισόγειο; Γαμώ την καθυστέρησή του.

<<Κλαίω που τρέχεις για να μην σε δει>> σχολιάζει ο Κόλτον και με ακολουθεί. <<Σίγουρα δεν θέλεις να τον γνωρίσεις; Είναι καλό παιδί>>

Χαμογελάω αμήχανα. <<Δεν πειράζει. Αισθάνομαι άβολα. Και είμαι σίγουρη ότι θα αισθανθεί και εκείνος κάπως αν με δει με την μπλούζα του>>

<<Μισό. Περίμενε!>> βγάζει το κινητό του. <<Πως σε λένε στο ίνσταγκραμ; Τώρα που σε βρήκα, να μην σε χάσω>> λέει γελώντας και κοιτάζω προς το ασανσέρ.

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΝΕΒΑΙΝΕΙ Η ΜΑΛΑΚΙΑ;

<<Δώσε να το γράψω>> αρπάζω το κινητό του και πληκτρολογώ το όνομα του προφίλ μου. <<Ορίστε>> του το ξαναδίνω και ξαναπατάω το κουμπί.

<<Τέλεια. Θα σε κάνω φο- ωχ, τηλέφωνο!>> μου χαμογελάει και πηγαίνει ξανά προς τα μέσα για να μιλήσει.

ΑΝΤΕ ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΜΟΥ.

Έτοιμη είμαι να βγάλω την μπλούζα του παιδιού και να ξαναφορέσω την δικιά μου. 

Την δικιά μου.

Την δικιά... μου;

Που είναι η δικιά μου;

Γουρλώνω τα μάτια μου.

ΣΚΑΤΑ. ΤΗΝ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΟΥ.

Κοιτάζω μια τον Κόλτον και μια το ασανσέρ που ανεβαίνει αργά αργά.

Λες να την αφήσω και να φύγω όσο προλαβαίνω;

Μετά θα βρει τον μπελά του ο Κόλτον. Γαμώ.

Το ασανσέρ φτάνει και ανοίγω την πόρτα. Την στηρίζω ανοιχτή με την τσάντα μου και τρέχω με ταχύτητα φωτός προς το υπνοδωμάτιο για να πάρω την μπλούζα μου. Ο Κόλτον δεν έχει καταλάβει καν ότι μπήκα πάλι μέσα γιατί γελάει σαν παλαβός.

Που την άφησα; Γαμώτο...

Α να τη! Πάνω στην συρταριέρα.

Την στιγμή που γυρνάω για να φύγω πάλι με ταχύτητα φωτός, η πόρτα της τουαλέτας, που βρίσκεται απέναντι από το δωμάτιο, ανοίγει.

ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΑΤΥΧΙΑ ΜΟΥ.

Κλείνω τα μάτια μου. 

Τέλεια. Θα γίνω ρεζίλι. Για δεύτερη φορά σήμερα. Δεν το γλιτώνω.

Ένα αγόρι μπαίνει στο δωμάτιο, αλλά δεν με βλέπει καν γιατί την στιγμή που μπαίνει βγάζει την μπλούζα του και εγώ μένω εντελώς ακίνητη απέναντί του κοιτώντας τον.

Πετάει την μπλούζα στο πάτωμα και σηκώνει το κεφάλι του.

όχι.

Όχι.

ΌΟΟΟΟΧΙ.

ΔΕΝ. ΕΙΝΑΙ. ΔΥΝΑΤΟΝ.

Μου κάνει κάποιος πλάκα αυτή την στιγμή;

Τα πόδια μου κόβονται και νιώθω έτοιμη να πέσω κάτω.

Δεν... δεν... όχι.

<<Άλεξ;>> η φωνή μου βγαίνει με το ζόρι και η βρεγμένη μου μπλούζα πέφτει από τα χέρια μου.

<<Άνα;>>

Η φωνή του.

Η φωνή του Άλεξ.

Ο Άλεξ.

Ζαλίζομαι. Νιώθω ότι όλα γυρίζουν.

Δεν είναι δυνατόν!



~~~

Καλό βράδυ κοριτσάρες χιχιχιχι♥

Ριρι♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top