chapter 3
Αύριο είναι Δευτέρα και θα συναντήσω την εμμα αναρωτιέμαι που είναι και τι κάνει, από την γνωριμία μας κατοικεί πλέον μόνιμα στο μυαλό μου
Από τις σκέψεις μου με βγάζει ο ενοχλητικός ήχος του κινητού μου.
"Παρακαλώ" λέω ενοχλημένος
"Τι παρακαλάς ρε αρκουδε;" αμέσως αναγνώρισα την ποιο οικία φωνή πλέον για εμένα σε όλο τον κόσμο
"Καλημέρα και σε εσένα Τεσσα"
Με την Τεσσα είμαστε μαζί από εφτά χρόνον χωρίς αυτή δεν ξέρω αν θα είχα επιβιώσει όλα αυτά τα χρόνια στο σχολείο
*flashback*
Περπατώ στο προαύλιο του Δημοτικού με την γιαγιά μου και παντού ακούγονται ψίθυροι και όλοι τους είναι για εμένα για το πως ντύνομαι για το πως φερομαι αλλά κυρίως για την καταγωγή μού για το ότι δεν έχω γνωρίσει τους γονείς μου για το ότι ζω με την γιαγια μου
Όχι ότι εμένα με νοιάζουν όλα αυτά αλλά δεν μπορώ να προσβάλουν την μοναδική οικογένεια που έχω γνωρίσει
Και εκείνη τους ακούει το βλέπω στα μάτια της αλλά προσπαθεί να φανεί σκληρή και δυνατή για εμένα
Μέχρι που ένα μεγαλύτερο παιδί μπαίνει στο δρόμο μας
"Το ορφανό και η βρωμογρια έφτασαν κοιτάξτε" φωνάζει γελώντας ψυχρα και όλοι σχηματίζουν έναν κύκλο γύρω μας και γελάνε
Η γιαγιά μου σφίγγει το χέρι και χαμηλώνει το κεφάλι της κοιτώντας φανερά πληγωμένα στο έδαφος
Τα δακρυσμένα μάτια μου συναντάνε τα γαλανα μάτια ενός μικροσκοπικου κοριτσιού το μισό από εμένα το πρόσωπο της είναι ανεκφραστο που είναι τρομαχτικό σε συνδυασμό με το προσελαλινο δέρμα της και τα σχεδόν άσπρα κατσαρα μαλλιά της
Κάνει ένα γρήγορο βήμα και βρίσκετε ξαφνικά πάνω στο μεγαλόσωμο αγόρι στο κέντρο χτυπώντας το μανιασμένα στο πρόσωπο
Η δασκάλα βγαίνει απο το γραφείο προσπαθώντας να τους χωρίσει και τα καταφέρνει αφού τους μαλώνει και τους δύο τους πάει στον διευθυντή
Η γιαγιά μου με αγκαλιάζει , μου λέει να κάνω κουράγιο και έφυγε
Το κοριτσάκι που με υπερασπίστηκε εκεί πέρα βγαίνει έξω με τα μούτρα κατεβασμένα στο πάτωμα
Μόλις με βλέπει μου χαρίζει ένα μικρό χαμόγελο και κατευθύνομαι προς το μέρος της
"Ευχαριστώ" της λέω ντροπαλά
"Του άξιζε έτσι και αλλιώς,με λένε Τεσσα θέλεις να γίνουμε φίλοι;"
"Εμένα με λένε Αλεξ θέλω να γίνουμε φίλοι"
*END flashback*
"Άλεξ; Άλεξ! ΑΛΕΞ!" μου φωνάζει
"Αα έλα τι έλεγες"
"Καλά δεν με ακούς; λεω θέλεις να πάμε για καφέ και πίτσα;;"
"Μέσα πάμε"
"Σε 20' θα είμαι από κάτω να είσαι έτοιμος"
"Τα λέμε μικρή" λέω και κλείνω το τηλέφωνο και αρχίζω να ετοιμάζομαι
Τέλος και αυτό το chapter το επόμενο θα έρθει σύντομα
Loucefeare_
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top