Κεφάλαιο 13ο

«Αν δεν ήξερα πόσο σκύλα είσαι θα σου την έπεφτα σίγουρα» είναι το πρώτο πράγμα που λέει ο Γιάννης όταν εμφανίζομαι μπροστά του έξω από το κομμωτήριο.

«Είναι κοπλιμέντο ή προσβολή;» σηκώνω το φρύδι μου.

«Παρ'το για κοπλιμέντο» λέει και γελάει βροντερά. «Σου πήγαν πάρα πολύ» μιλά ειλικρινά και χαμογελάω. «Τώρα μοιάζεις ακόμα περισσότερο με κώλο μαϊμούς —είσαι ακόμα πιο κόκκινη» γελάει και τον χτυπάω στο μπράτσο.

«Μήπως κατάπιες κανέναν πάγο και είσαι τόσο κρύος;» ειρωνεύομαι. «Λοιπόν, έχω μία ιεροτελεστία να ολοκληρώσω!»

«Τι ιεροτελεστία;» ρωτά παραξενεμένος.

«Όταν βάφω τα μαλλιά μου πάντα μετά ρίχνω νερό πάνω μου —με διάφορους τρόπους. Και εφόσον έχουμε την πισίνα, λέω να πάω για καμιά βουτιά».

«Τέλεια, επιτέλους πισίνα» τρίβει τα χέρια του μεταξύ τους.

«Πώς σου φαίνομαι;» η φωνή της Σύλβιας μου τραβά την προσοχή και την κοιτώ από πάνω έως κάτω.

Τα μαλλιά της είναι χτενισμένα στην εντέλεια σε κομψές ξανθές μπούκλες και το πρόσωπό της είναι βαμμένο χαλαρά. «Κουκλάρα!» τσιρίζω ειλικρινά και χαμογελάει πλατιά.

«Ουάου, σίγουρα θα εντυπωσιάσεις κάποιον σήμερα» ο Γιάννης την κοιτά από πάνω έως κάτω όπως εγώ.

«Και αυτός δεν θα είσαι εσύ για το καλό σου» τον αγριοκοιτάζω.

«Διακρίνω ζήλεια» λέει τραγουδιαστά η Σύλβια και γουρλώνω τα μάτια μου.

«Θα ήθελε να ζηλεύω. Εγώ το λέω γιατί έχει κορίτσι» χαμογελάω ικανοποιημένη.

«Ε ναι, δεν θα ήθελες να πληγωθεί η κολλητούλα σου η Χριστίνα» λέει ο Γιάννης καλώντας το ασανσέρ.

«Σαχλαμάρες» σφυρίζω και ξυνίζω το πρόσωπό μου μόνο και στην ιδέα μεταξύ εμένα και της Χριστίνας. Μπαίνω στο ασανσέρ και πατώ το κουμπί για να κλείσουν οι πόρτες. «Καλή συνέχεια με της σκάλες» του χαμογελάω ειρωνικά και πριν φωνάξει χερετώ την Σύλβια γελώντας.

Επιστρέφω στο άδειο δωμάτιο και βάζω το μαύρο μαγιό μου. Στην κατηγορία του μαγιό ποτέ δεν ήθελα να είμαι υπερβολική. Πάντα πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω πως αν έχεις καλλύγραμμο σώμα σαν το δικό μου δεν υπάρχει λόγος να τραβήξεις την προσοχή με το μαγιό σου —το έχεις κάνει ήδη. Φοράω το παρεό κάτω από τη μέση μου και ανεβαίνω στην πισίνα όπου βρίσκω τον Γιάννη.

Η ξαπλώστρα δίπλα του είναι η μόνη άδεια στην περιοχή της πισίνας και περπατώ έως εκεί βγάζοντας ταυτόχρονα το παρεό μου.

«Να κάτσω;» τον ρωτάω δείχνοντας την ξαπλώστρα δίπλα του.

«Για εσένα την κράτησα» απαντά αδιάφορα πίσω από τα μαύρα γυαλιά του και παρατηρώ λίγο το σώμα του. Φαίνεται ακόμα πιο γυμνασμένο στο φως του ήλιου.

«Ευχαριστώ» μουρμουρίζω και απλώνω την πετσέτα μου. Δεν εκπλήσσομαι όταν ακούω μερικά σφηρίματα όμως βλέπω τον Γιάννη να σφίγγεται. «Μπαίνω κατευθείαν» ανακοινώνω και γνέφει.

Λύνω τα μαλλιά μου από τον κότσο όπου τα είχα πιάσει. Η αλήθεια είναι ότι μου άρεσαν πάρα πολύ, και ενθουσιάστηκα απίστευτα όταν τα είδα σε αυτό το χρώμα.

Μπαίνω μέσα στην πισίνα αργά. Πολλά παιδιά της ηλικίας μου είναι μέσα όμως εγώ αγνοώ εντελώς την παρουσία όλων —εκτός βέβαια από τον καστανό στην γωνία. Είμαι σίγουρη πως τον έχω ξαναδεί.

«Γειά σου» με πλησιάζει και δεν εκπλήσσομαι καθόλου. «Σε είδα προχθές και τώρα είναι ευκαιρία να σου μιλήσω» στηρίζεται δίπλα μου και χαμογελάω.

«Έκανες πολύ καλά. Χρύσα» συστήνομαι χαρωπά.

Αν πει πως τον λένε Γιάννη αλήθεια θα αρχίσω να χτυπάω το κεφάλι μου στον πάτο της πισίνας. «Πέτρος. Αν θυμάμαι καλά είχες καστανά μαλλιά» γελάει.

«Ναι. Σήμερα τα έβαψα» χαμογελάω.

«Σου πάνε πολύ. Από Αθήνα είσαι;» ρωτάει και έρχεται ακόμα πιο κοντά μου.

«Όχι, Θεσσαλονίκη. Εσύ Αθήνα;»

«Ναι...» κοιτά για λίγο μπροστά του. «Γιατί δεν κατέβηκες σήμερα;»

«Δεν ήθελα» απαντώ ειλικρινά. «Εσύ;»

«Έκατσα για να βρω κανένα γκομενάκι» λέει και κοκκαλώνω. Ύστερα αρχίζει να γελάει. «Όχι, πλάκα κάνω. Δεν είχα όρεξη» εμφανίζει τα λακκάκια του και γελάω λίγο σφιγμένη. «Γυμνάζεσαι; Γιατί βλέπω πως έχεις απίστευτο σώμα».

«Κοκκινίζω» αστειεύομαι και χαμογελάει. «Ναι. Πηγαίνω γυμναστήριο και παλιά έκανα ρυθμική γυμναστική» εξηγώ.

«Χρύσα!» η φωνή του Γιάννη με κάνει να γυρίσω προς αυτόν και να πάρω τα μάτια μου από τα γαλανά του Πέτρου. «Χτυπούσε το τηλέφωνό σου!» φωνάζει για να τον ακούσω.

«Δεν πειράζει, ασ' το!» φωνάζω πίσω και γνέφει γυρνώντας στην ηλιοθεραπεία του.

«Το αγόρι σου;» με ρωτά σφιγμένος ο Πέτρος.

Για ποιον λόγο όλοι νομίζουν ότι αυτή η μαϊμού είναι το αγόρι μου;

«Όχι. Φίλος» νιώθω να απολογούμαι.

«Χρύσα!» άλλη μία φωνή σταματά την κουβέντα μου με τον Πέτρο ο οποίος αναστενάζει. Αυτή τη φορά όμως, είναι του Αργού Γιάννη. Σε δευτερόλεπτα είναι δίπλα μας έξω από την πισίνα. Ίσως πλέον να μην του τεριάζει και τόσο το ψευδώνυμό του. «Πρέπει να μιλήσουμε».

«Δεν έχουμε να πούμε τίποτα. Έχουμε χωρίσει» λέω ψυχρά.

«Γιατί;» γουρλώνει τα μάτια του και τον κοιτάω αδιάφορα.

«Ίσως επειδή φιλιώσουν με άλλη μπροστά στα μάτια μου; Χθες».

«Ήταν λάθος. Θέλω και άλλη ευκαιρία» αναστενάζει.

Γελάω. «Πρέπει να με περνάς για εντελώς ηλίθια. Δεν είμαι» σταματάω το γέλιο μου. «Ναι ήταν λάθος —που θα πληρώσεις εσύ και όχι εγώ. Οι ευκαιρίες εξαντλήθηκαν. I'm sold out».

«Είσαι η ζωή μου, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα!» φωνάζει κλαψουρίζοντας.

Παίζω με το νερό μπροστά μου. «Τότε πέθανε» λέω χαλαρά και ο Πέτρος δίπλα μου προσπαθεί να μην γελάσει.

«Μα ρε Χρύσα-» πάει να πει αλλά ο Πέτρος τον αγριοκοιτάζει.

«Σου είπε πως δεν θέλει. Φύγε».

Μία γνωστή φιγούρα μας πλησιάζει και την τελευταία στιγμή καταλαβαίνω πως είναι της Κωνσταντίνας από το κομμωτήριο. «Αδελφέ, γίνεται να έρθεις να με βοηθήσεις λίγο στο ξεπακετάρισμα; Γειά σου Χρύσα» ρωτά πρώτα τον Πέτρο και ύστερα χερετά εμένα.

«Είστε αδέλφια;» ρωτάω.

«Ναι» απαντά ο Πέτρος χαμογελώντας.

«Έχεις καλή μνήμη;» τον ρωτάω ξανά.

«Ναι, γιατί;»

«Για να σου δώσω το τηλέφωνό μου» τραγουδάω και χαμογελάει πλατιά καθώς βγαίνει. Του δίνω τον αριθμό και βγαίνω από την πισίνα μετά από αυτόν, γυρνώντας για τελευταία φορά στον Αργό Γιάννη. «Τελειώσαμε» λέω ξερά και πλησιάζω τον Γιάννη.

«Χώρισες με τον χλεχλέ και έδωσες το τηλέφωνό σου σε έναν άλλο» διαπιστώνει ο Γιάννης και σκουπίζομαι με την πετσέτα μου.

«Κάπως έτσι».

«Όνομα;»

«Πέτρος».

«Απλό» γλύφει τα χείλη του και βγάζει τα γυαλιά του.

«Και όμορφο» συμπληρώνω.

«Το όνομα;»

«Το πρόσωπο» λέω και γελάω μόνη.

«Πράκτωρ 578, ψάχνω για το αστείο. Μπορείτε να με βοηθήσετε;» ειρωνεύεται.

«FBI φάση;»

«Άμπερ Αλέρτ φάση».

[...]

Αφού το πλοίο ξεκίνησε για τον επόμενο προορισμό και οι γονείς μας γύρισαν, όλοι συμφωνήσαμε να κάνουμε μία συγκέντρωση στο σαλόνι του ένατου ορόφου λίγο πριν ανοίξει η ντίσκο.

Αφού έχω κανονίσει να βρεθώ με την Σύλβια στην ντίσκο κατά τις δέκα, φοράω ένα μακρύ μαύρο παντελόνι και μία άσπρη μπλούζα και μαζί με τον Γιώργο ανεβαίνουμε πάνω.

Είμαστε οι πρώτοι που φτάνουμε στο σαλόνι Ερμής και καθόμαστε σε ένα από τα μεγάλα τραπέζια. Μία ξανθιά Ολανδέζα που δουλεύει στο μπαρ του σαλονιού και εμείς παραγγέλνουμε χρησιμοποιώντας τις κάρτες μας.

Ο Γιώργος παίρνει στα χέρια του μερικές από τις βελουτέ πετσέτες του τραπεζιού όπου καθίσαμε όσο εγώ ελέγχω το κινητό μου.

Από Γλυκανάλατο Σκατουλάκι💎: Που είσαι χαμένη εσύ; Τόσο καλά περνάς; Σε έχουμε πάρει πεντακόσια τηλέφωνα! Μας έχεις λείψει εδώ πέρα. Στείλε μήνυμα όποτε μπορέσεις!💓

Χαμογελάω και δεν κάνω τον κόπο να ελέγξω όλα τα υπόλοιπα μήνυματά μου καθώς όλοι μου λένε σχεδόν το ίδιο πράγμα.

Προς Γλυκανάλατο Σκατουλάκι💎: Και εμένα μου λείπετε απίστευτα πολύ. Εντάξει, καλά περνάω αλλά δεν είναι και τέλεια. Βέβαια, τα πάω αρκετά καλά με τον Γιάννη το οποίο με εκπλήσσει ιδιαίτερα μπορώ να πω (πες στην καθηγήτρια της Γλώσσας πως χρησιμοποίησα την φράση «εκκπλήσει ιδιαίτερα» μπας και μου ανεβάσει τον βαθμό). Θα σου πω από κοντά τα υπόλοιπα! Kisses σε όλους σας xx💚

Στέλνω το μήνυμα και κοιτώ για λίγο τον Γιώργο. Έχει τοποθετήσει μερικές από τις βελουτέ πετσέτες στο κεφάλι του και παίζει χαρωπά τις βλεφαρίδες του σαν κάποια κυρία της πρώτης τάξης. Κλειδώνω την οθόνη του κινητού μου.

«Μοιάζεις με την Μαρία Αντουανέτα» ακούω μία φωνή να λέει πίσω μου και μπορώ εύκολα να καταλάβω πως είναι της Ζωής. Ο Γιάννης την ακολουθεί.

«Είμαι η Μαρία Τουαλέτα! Ναι!» φωνάζει ο Γιώργος με τσιριχτή φωνή και τινάζει τις πετσέτες προσέχοντας να μην τις ρίξει.

«Βασικά είναι Μαρία Αντουανέτα, όχι Μαρία Τουαλέτα» λέω χαμηλά όμως δεν φαίνεται να με ακούει.

Η Ολανδέζα από το μπαρ μας πλησιάζει με τον χυμό της Τουαλέτας ή αδελφού μου και την Κόκα Κόλα μου. «I am Mary Toilet. How bo you bo?» της λέει με ψεύτικη αριστοκρατική και ταυτόχρονα χωριάτικη προφορά και αυτή φεύγει ενοχλημένη από το τραπέζι μας.

Βήχω. «Κλεμμένο από την Ζουμπουλία» λέω και ξαναβήχω όσο ο Γιάννης γελάει.

****

Επ! Γειά σας! Τι μου κάνετε; Μαντέψτε ποια γύρισε και έχει αβερτα κουβερτα ίντερνετ!😂

Η Χρύσα χωρίζει με τον Αργό Γιάννη (ή κατά τον Γιάννη χλεχλέ😂) και γνωρίζει τον Πέτρο. Πιστεύετε ότι θα χαλάσει το σερί της με τους Γιάννιδες;

Από αυτό το κεφάλαιο μπαίνουμε στην αντίστροφη μέτρηση για:
1) Την εκδίκηση της Χρυσας για τον ΑΓ (αργό Γιάννη).
2) Την εκδίκηση των Γιάννιδων (δεν λέω περισσότερα για αυτό😢)

Σκέφτομαι αυτό το βιβλίο να έχει και δεύτερο βιβλίο (sequel). Τι λέτε;😀

Το τρέιλερ επίσης στο επόμενο κεφάλαιο θα είναι έτοιμο! Ετοιμαστειτεεεεε😎

Κάτι άσχετο αλλά πήρα το Lower Michigan με Άριστα! Πώς τα πήγατε όσοι δώσατε;🙈

Much love πιτσουλες μουυυ😘💚

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top