•°Κεφαλαιο 29°•
Ακολουθησαμε τον Άρθουρ πίσω στο σαλόνι. Ηχοι απο την τηλεόραση χτύπησαν τα αυτιά μου την στιγμή που μπήκαμε μεσα. Η τεράστια οθόνη απεικόνιζε ενα φλεγόμενο κτίριο με μερικούς ανθρώπους, ανάμεσα τους και παιδιά, να προσπαθουν να ξεφύγουν απο τις φλόγες. Πισωπατισα στην θεα της φωτιάς. Ολο αυτό το χάος, ολος αυτός ο πόνος, μου έφερναν κακιες αναμνήσεις.
" Απο οτι φαίνεται το φορτηγό με τα όπλα δεν κατευθυνόταν στο κρυσφήγετο τους αλλα στο Μανχάταν. " ειπε ο Άρθουρ.
" Αυτο ειναι πολυ μακριά.. " ειπε σκεπτικός ο Αμπαντον.
" Μάλλον θέλουν να δείξουν στους αγγέλους οτι δεν αστειεύονται.. " ειπα.
Για λιγο μείνανε στην σιωπή.
" Τι θα κάνουμε τωρα;" ρωτησα χαμένη στις σκέψεις μου.
" Θα ελπίσουμε οτι το αυτοκίνητο που μαρκαρα εγώ ολοκλήρωσε την διαδρομή του. Μεχρι τοτε, έχουμε πολλά να κάνουμε. " δήλωσε ο Αμπαντον και χάθηκε στο δωμάτιο του. Επέστρεψε μετα απο λιγο με ένα τηλέφωνο στο χερι του.
" Εσύ, ομορφοπαιδο, θα κάτσεις εδω να παρακολουθείς το πομπό. Εσύ θα έρθεις μαζι μου. " διέταξε και ετοιμάστηκε να ανοίξει την πόρτα. Πηγα να τον ακολούθησω αλλα ο Άρθουρ με άρπαξε απο το μπράτσο.
" Δεν θα πας πουθενά μαζι του. " δήλωσε. Τραβήχτηκα απο το κράτημα του και ακολούθησα τον Αμπαντον εξω απο το διαμέρισμα.
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και χωρις να μιλάμε ξεκίνησε την μηχανή.
" Που πάμε;" ρωτησα.
" Σε εναν παλιό φιλο.. " απάντησε ξερά.
" Εμενα σε τι χρειάζεσαι;" ρωτησα ξανα.
" Σε τίποτα. Απλα πίστευα ότι αν σε αφήσω μονη σου με αυτον θα πρεπει να συζητήσετε τι έγινε χθες και δεν σε βλέπω πολύ πρόθυμη να το κανείς.. " ειπε απλα αν και κατάφερα να διακρινω μια δόση λύπης στην φωνή του.
" Μας ειδες... " διαπίστωσα.
" Σας είδα. " με διαβεβαίωσε εκείνος.
" Αμπαντον -" πηγα να πω αλλα δεν με άφησε.
" Σταματά. Δεν χρειάζεται να πεις τιποτα.. " ειπε χωρίς να πάρει τα ματια του απο το δρόμο.
" Ηταν λάθος. Μακαρι να μπορουσα να το παρω πισω. " ειπα πιο πολυ στον εαυτό μου.
Εκείνος, χωρίς καμια προειδοποίηση παρκαρε το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου. Ειχαμε φτάσει σε μια έρημη γειτονιά. Μα γιατί να μένει κάποιος εδω;
" Οχι Αμέλια. Αυτο που έχουμε εμεις είναι λάθος. " είπε και βγήκε απο το αμάξι κοπανοντας την πόρτα. Το ιδιο εκανα και εγώ. Δεν ειπα τιποτα αλλο. Ειχε δίκιο. Το ηξερα οτι ειχε δίκιο.
Περπατησαμε αμίλητοι τον υπόλοιπο δρόμο. Μεχρι που σταμάτησε μπροστά σε μια πόρτα. Ηταν ξύλινη και ξεθωροασμενη. Και το σπίτι στο οποίο ανήκε δεν φαινόταν κατοικήσιμο.
Χτύπησε τρεις φορες την πόρτα. Δεν χρειάστηκε να περιμένουμε πολυ οταν μια βραχνή φωνη ακούστηκε απο την αλλη πλευρά.
" Σύνθημα;" φώναξε.
" Ο Ερικ πιπιλα το δάχτυλο του" απάντησε ο Αμπαντον. Μα τι σοι σύνθημα ηταν αυτο;
Μάλλον οχι το σωστο γιατί η πορτα παρέμεινε κλειστεί.
" Ελα ρε μαλακά ξεκολλα και άνοιξε, εγώ είμαι! " φώναξε ο Αμπαντον νευριασμενος.
" Οχι αν δεν πεις το σύνθημα! " φώναξε ο άντρας πισω απο την πορτα.
"
Θέλω να λουσω τα μαλλια μου με τον μπλε ήλιο μιας παγωμένης καλοκαιρινής νύχτας.
. " ειπε κατσουφιασμενος.
Τι στον Κραουλη;
Μερικοί ηχοι κλειδαριας ακούστηκαν και μεσα σε δευτερόλεπτα η πορτα ηταν ανοιχτεί. Απο πισω ξεπρόβαλε ενα αγορι, λιγο μεγαλύτερο μας, με γαλανά ματια και μαύρα μαλλια. Ηταν πολυ όμορφος.
" Επιτέλους! " ξεφυσισε ο διπλανός μου.
Το αγορι άνοιξε τα χερια του και εχωσε τον Αμπαντον σε μια αντρική αγκαλιά.
" Χαίρομαι που σε βλέπω, Ερικ. " ειπε και χωρίστηκαν. Τους ακολούθησα μεσα στο σπίτι νιώθοντας παράξενα. Απρόσκλητη.
" Τι εγινε; Πως μας θυμήθηκες;.. " ειπε το αγορι, ονόματι Ερικ και μας έκανε νόημα να κατσουμε στον παλιό καναπε. Έκατσα διπλα στον Αμπαντον ενω ο Ερικ κάθισε στην απέναντι πολυθρόνα.
" Σου ειπα στο τηλέφωνο. Χρειάζομαι μια πυλη. " είπε και ξάπλωσε προς τα πίσω.
" Και εγώ νομίζω πως σου ειπα οτι αυτο δεν γίνεται.. " απαντησε ο Ερικ.
Ο Αμπαντον ξεφυσησε και έσκυψε μπροστά. Ετσι ώστε να κοιτάει τον Ερικ στα ματια.
" Ξεχνάς πως μου χρωστάς χαρη απο την τελευταία φορα ετσι; Αν δεν ήμουν εγώ θα ήσουν νεκρός η ακομα χειρότερα κλεισμένος σε ενα μπουντρούμι.
Το αγορι ονοματι Ερικ αναστεναξε φανερα ηττημενος. Σηκωθηκε και εξαφανιστηκε σε ενα μικτο δωματιο. Μετα απο λιγα λεπτα βγηκε κρατοντας ενα παλιο πρασινο κουτι.
''Αυτη ειναι η τελευταια φορα!'' ειπε αλλα ακουστηκε πιο πολυ σαν προειδοποιηση.
O Αμπαντον χαμογελασε και ενευσε καταφατικα.
''Το υποσχομαι..'' ειπε. Τα δυο αγορια κοιταχτηκαν σαν να ηξεραν και οι δυο οτι το αγορι με τα πρασινα ματια και το σατανικο χαμογελο δεν προκειτε να κρατηση την υποσχεση του.
Σηκωθηκαμε απο τον καναπε και περπατησαμε μεχρι την πορτα. Πριν ομως ο Αμπαντον ακουμπησει το χερουλι ο Ερικ τον σταματησε με την φωνη του.
''Δεν με συστησες στην κοπελα σου..''
Δεν χρηαστηκε να δω το προσωπο του Αμπαντον για να καταλαβω οτι χαμογελουσε.
''Απο εδω η Αμελια!..'' με συστησε. Εδωσα το χερι μου δυστακτικα στο μαυρομαλικο αγορι. Αυτος το πλησιασε στα χειλη του και αφησε ενα απαλο φιλι στο πανω μερος.
''Γοητευμενος..'' ειπε και απλως χαμογελασα κοκκινιζοντας.
Βγηκαμε απο το σπιτι λεγοντας ενα τελευταιο αντιο και κλεισαμε την πορτα πισω μας. Αφου ειχαμε απομακρυνθει αρκετα επιταχυνα τον βηματισμο μου και σταθηκα μπροστα στον Αμπαντον κοβοντας του την φορα. Εκανε εναν μορφασμο και με κοιταξε ερωτιματικα.
''Γιατι δεν του ειπες οτι δεν ειμαι κοπελα σου;'' ρωτησα σταυρονοντας τα χερια μου.
''Για να μην κανει ερωτησεις'' απαντησε απλα.
''Θα μπορουσες να του πεις οτι ειμαι συνεργατρια σου η απλα φιλη σσου. Δεν χρειαζοταν να του πεις οτι τα εχουμε!'' φωαναξα σχεδον.
''Αχ ρε Αμελια, μην αρχιζεις τωρα-'' τον εκοψα κολοντας τα χειλη μου με τα δικα του σε ενα γρηγορο, πεταχτο φιλι.
''Κατα τα αλλα ειναι λαθος εε;'' ειπα κοροιδευτικα αφου ειδα οτι δεν αποτραβηχτηκε ουτε μορφασε με την κινηση μου. Αυτος απλα εμεινε να με κοιταει με γουρλομενα τα ματια.
''Γιατι το εκανες αυτο..;'' ειπε σαστισμενος αγγιζοντας το κατω μερος το χειλιων του. Πρωτη φορα τον εβλεπα τοσο μπερδεμενο.
''Τιποτα δεν ειναι λαθος Αμπαντον. Εμεις το βλεπουμε λαθος επειδη ετσι μεγαλωσαμε, επειδη ετσι μας ειπαν οι γονεις μας. Μπορει να ειμαστε απο δυο διαφορετικους κοσμους αλλα δεν ειμαστε τοσο διαφορετικοι, ξερεις..!'' Οι λεξεις βγηκαν σαν χειμαρος απο μεσα μου. Ουτε καν που ηξερα απο που ηρθαν και αμεσως μετανιωσα που τις ειπα. Χρειαστηκα μερικα δευτερολεπτα για να καταλαβω τι ακριβως εκανα.
Μολις φιλησα εναν δαιμονα; Μα τον αγγελο μολις φιλησα ενα δαιμονα! Τα ματια μου βουρκοσαν και το στομα μου μετατραπηκε σε ενα μεγαλο Ο. Μολις. Φιλησα. Εναν. Δαιμονα.!
''Μπορουμε σε παρακαλω, σε παρακαλω πολυ, να ξεχασουμε αυτην την συζητηση..'' ειπα συγκρατοντας μερικα δακρυα.
Ενευσε καταφατικα και μπηκε στο αυτοκινητο, ακομα σοκαρισμενος. Τον ακολουθησα και ξεκιησαμε την διαδρομη χωρις να μιλαμε.
Τι είχε συμβεί μόλις τωρα;
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top