•°Κεφάλαιο 8°•

Ήμουν έτοιμη. Ειχα πάρει τα πραγματα μου και περίμενα αγχωμένη την πύλη να ανοίξει.
Αφού άνοιγε θα πετουσα πανω απο τους ανιχνευτές. Μετα απλα θα έτρεχα όσο πιο γρήγορα μπορω και θα έπαιρνα το λεωφορείο. Τέλειο σχεδιο σωστα;

Εμμ όχι και τόσο...

Σκασε φωνουλα! Είναι τέλειο σχέδιο..!

Η μεγάλη πορτα άνοιξε και μεσα μπήκε ο Πατέρας μου συνοδευόμενος απο τους καλύτερους προστάτες του Ινστιτούτου.

Μετα απο μερικά βασανιστικά λεπτα ανακοίνωσαν οτι η πυλη θα ανοίξει.

Η Τωρα η Ποτε Αμέλια.. Η Τωρα η Ποτε.!

Η πυλη άνοιξε και οι προστάτες άρχισαν να περνάνε στην αλλη πλευρα. Λιγα δευτερόλεπτα πριν περάσει ο τελευταίος ανοιξα τα φτερά μου και εκανα ενα σαλτο πετώντας ψηλά. Τα επομενα δευτερόλεπτα ηταν μεσα στο χάος. Ο συναγερμός άρχισε να χτυπάει με εναν ενοχλητικό ήχο που μου διαπέρασε τα αυτιά. Λιγο πριν κλείσει η πυλη πείρα ολη μου την φορά πετώντας αναμεσα απο αγγέλους που με κοιτούσαν μπερδεμένοι. Ναι.. Μάλλον το ξόρκι αορατοτητας δεν κράτησε για πολυ..

Περασα την πυλη λιγα δευτερόλεπτα πριν κλείσει και για λιγο ξέχασα τα παντα. Το σχέδιο, τον Αμπαντον, τα παντα!

Τα ειχα καταφέρει! Ήμουν στον κοσμο των ανθρώπων.. Πετουσα πανω απο το Μπρούκλιν..
Δυνατός αέρας με χτυπούσε στο προσωπο κάνοντας τα μακρυά κάστανα μαλλια μου να ανεμιζουν ελεύθερα. Ο ήλιος έδυε εκείνη την ωρα κανοντας αυτήν την ατμόσφαιρα πιο ωραια. Για πρωτη φορά ένιωθα ελεύθερη και για λιγο δεν ήθελα να ξανά γυρίσω ποτε πισω..

Ενας πυροβολισμός με εκανε να επανελθω στην πραγματικότητα.
Έπρεπε να φύγω απο εκεί.
Χτύπησα τα φτερά μου δυνατά και με την βοήθεια του αέρα κρύφτηκα πισω απο τα σύννεφα.

Ειχα ξεχάσει πως ηταν να πετάς..
Ειχα να το κάνω αρκετό καιρό.
Ειχα ξεχάσει ποσο ελεύθερη με εκανε να νιώθω. Ποσο το λατρευα...

Ναι όμως αρκετά το ευχαριστήθηκες.. Ήρθες για δουλειά θυμασε; Όχι για βόλτα!

Η σπαστική φωνουλα αποφάσισε για πρωτη φορά να το παίξει φωνη της λογικής..

Είχε δίκιο.. Ήμουν στόχος απο εδω πάνω.. Δεν θα τους έπαιρνε πανω απο μερικά λεπτα για να με βρούνε. Εριξα μια τελευταία ματια στο υπέροχο θέαμα και με μια κινηση των φτερών μου βουτηξα κατω...

Χρησιμοποιεισα το ξόρκι αορατοτητας λιγο πριν βγω στο φανερο και προσγειώθηκα σε ενα σοκάκι, αρκετά μακρυά απο το σημείο που άνοιξε η πυλη.
Εκριψα αμέσως τα φτερά μου και περασα το σακιδιο, που τόση ωρα κρατούσα στα χερια μου, στον ώμο μου. Βγηκα όσο πιο φυσιολογικά μπορουσα απο το σοκάκι και περπατησα για λιγο θαυμάζοντας τον κοσμο που εκανε βόλτα και τις βιτρίνες των μαγαζιών. Ηθελα να μείνω και αλλο αλλα ήξερα οτι δεν μπορουσα.

Σταμάτησα μπροστά απο μια στάση και περίμενα αρκετή ωρα το λεωφορείο να περάσει. Οταν ήρθε ανέβηκα καο έδωσα το εισητήριο που ειχα αγοράσει στον οδηγό. Καθισα σε μια θέση και έβαλα τα ακούστηκα στα αυτιά μου.

Προσπάθησα να ηρέμησω τον εαυτό μου πράγμα αδύνατο.
Τι εκανα; Μόλις το ειχα σκάσει απο το μονο μέρος που μπορουσα να αποκαλεσω σπίτι. Ήμουν μονη μου, στους δρόμους, κυνηγώντας εναν δαίμονα πολυ πιο δυνατό απο εμενα. Ακόμα και αν καταφερνα να τον σκοτώσω ακόμα θα έβρισκα μπελα που το εσκασα. Ο πατέρας μου τωρα θα έχει τρελαθεί απο την αγωνία του. Θα είχε παρατήσει την συνάντηση και τα παντα και θα με έψαχνε. Ελπίζω να μην το εκανε.. Αλλα ήξερα οτι δεν υπήρχε περίπτωση να μην το κάνει. Ήμουν η μοναχοκόρη του..

Χαζεψα λιγο ακόμα εξω απο το παράθυρο μέχρι που το λεωφορείο σταμάτησε. Βγηκα εξω και πείρα μια βαθιά ανάσα.
Η Νέα Υόρκη ηταν τεράστια..! Πως ακριβως θα έβρισκα εναν δαίμονα εδω πέρα; Θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε..!

Κοιταξα το κινητό μου. Ειχα 17 αναπάντητες κλήσεις απο τον μπαμπά μου μέχρι τωρα. Το απενεργοποίησα και το φύλαξα στην τσέπη μου. Πήρα αλλη μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησα να περπαταω.. Μην με ρωτάτε για που.. Ουτε εγώ ήξερα..

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top