•°Κεφάλαιο 22°•
Ανοίγω διάπλατα τα ματια μου. Άλλος ένας εφιάλτης. Αυτη τι φορα δεν είδα την μητέρα μου αλλα τον πατερα μου. Ειχαν περάσει χρόνια απο την εξαφάνιση μου και ειχε πλεον εγκαταλείψει τις προσπάθειες να με βρει. Στην πραγματικότητα, ήμουν νεκρή.
Αυτο το όνειρο με γέμισε τύψεις. Τι και αν δεν τα καταφερνα; Τι και αν δεν έβγαινα ζωντανή απο αυτη την ιστορία;
Ανασηκωθηκα, στηρίζοντας την πλατη μου πισω. Δεν βρισκόμουν πια στον καναπέ αλλα σε ενα μεγαλο, άνετο κρεβάτι.
Ο Αμπαντον πρεπει να με μετέφερε οσο κοιμομουν. Κανονικα θα επρεπε να με ενοχλούσε αλλα αντιθέτως, μου άρεσε. Αραγε ήταν γιατί ενδιαφερόταν αρκετά για να μην με αφήσει να κοιμάμαι στον καναπέ η επειδή το κουρασμένο μου σωμα χαλουσε το ντεκορ;
Εψαξα γυρο μου να βρω το κινητό μου για να το βρω ξεφορτιστο. Τέλεια..
Κοιταξα εξω απο το παράθυρο. Ειχε σκοτεινιάσει. Ηταν καιρός να γυρίσω στο ξενοδοχείο μου.
Δυστυχώς, σκέφτηκα και αμέσως μάλωσα τον εαυτό μου.
Δεν έπρεπε να σκέφτομαι έτσι.
Ηταν αλήθεια οτι μετα απο το σημερινό ειχαμε έρθει κοντά με τον Αμπαντον αλλα δεν έπαυε να είναι δαίμονας. Το μονο που άλλαξε ηταν τωρα δεν τον έβλεπα σαν εναν αναίσθητο μαλακά. Τον έβλεπα σαν εναν ευαίσθητο μαλακά. Τιποτα αλλο!
Σηκωθηκα γρήγορα απο απο το κρεβάτι και βγηκα απο το δωμάτιο. Πηγα στο σαλόνι αλλα το βρήκα άδειο. Εψαξα και τα αλλα δωμάτια αλλα ο Αμπαντον δεν ηταν πουθενά.
Φύγε Αμελια. Δεν ειναι αναγκη να του πεις αντίο!
Η φωνουλα ειχε δίκιο. Δεν ηταν ανάγκη. Αλλα ήθελα..!
Που εμπλεξα..
Σκασε εσύ! Φεύγω δεν με βλέπεις;
Αφού τελείωσα την ανούσια συζήτηση με τον εαυτό μου αποφάσισα να φύγω. Θα τον έβλεπα σε λιγες μέρες έτσι και αλλιώς.
Καθως πλησίαζα την καφέ, ξύλινη πορτα του διαμερίσματος, που μονο διαμέρισμα δεν το λες, αυτο ειναι ολόκληρο παλατι, κάποιος αλλος αποφάσισε να την ανοίξει απο την αντίθετη πλευρά. Με αποτέλεσμα να μου έρθει στην μουρι και να βρεθώ στο πάτωμα.
" Αμελια! " άκουσα κάποιον να φωνάζει καθως με σήκωνε με ευκολία στα πόδια μου.
" Αουτσ.. " ειπα και επιασα την μύτη μου. Δεν εκανα καν τον κόπο να διαμαρτυρηθώ που με αποκαλούσε ακόμα Αμελια.
" Ασε με να δω.. " είπε ο Αμπαντον καθώς απομάκρυνε το χερι μου.
" Καλά είμαι.. " ειπα και κοιταξα σε εναν κοντινό καθρέφτη. Ευτυχώς δεν ειχε ματωσει.
" Γιατί ήσουν κοντά στην πορτα;" ρώτησε κάπως στεναχωρημένα.
" Έφευγα.. " ειπα και εκανα μια κίνηση να ανοιξω την πορτα. Αυτός έγειρε πανω της για να με εμποδίσει.
" Νόμιζα οτι περνουσες καλα εδω.. " είπε παιχνιδιάρικα.
Ηταν αλήθεια, περνούσα καλα εδω. Αλλα δεν προκειτε να του το ελεγα για να νομίζει πράγματα..
" Λάθος νομίζες! " ειπα άγρια και προσπάθησα να τον σπρώξω.
" Τι επαθες τωρα;" ρώτησε χωρις να μετακινηθεί ουτε εκατοστό.
" Απλα θέλω να πάω στο ξενοδοχείο μου. Να μείνω λίγο μονη. Έτσι και αλλιως η συνάντηση είναι σε δύο μέρες, δεν χρειάζεται να μεινω εδω. " ειπα απλα αν και στην πραγματικότητα μονο να φύγω δεν ήθελα.
" Καλα... Αλλα θα σε πάω εγώ. Ειναι επικίνδυνο για ενα κορίτσι να είναι εξω μονο του το βράδυ." και ετοιμάστηκε να ανοίξει την πορτα.
" Γιατί τι εχουν τα κορίτσια;" ειπα θυμωμένα.
" Δεν το εννοούσα έτσι. Απλα πάμε.. " είπε και άνοιξε την πορτα.
Την υπόλοιπη ωρα την περάσαμε στο αυτοκίνητο με εμενα να γκρινιάζω για αυτο που ειπώθηκε πριν. Για τα κορίτσια εννοώ.
" Στο ειπα χίλιες φορές Αμέλια! Δεν το εννοούσα έτσι. Απλα κυκλοφορούν πολλοι ανώμαλοι.. Και δεν ήθελα να σε αφήσω να περπατήσεις.. " μου εξήγησε για αλλη μια φορα. Πλεον δεν με πείραζε και τοσο πολυ. Απλα ήθελα να του σπασω τα νεύρα.
" Καλα, τέλος πάντων.."ξεφυσησα αφού ειχα πλεον βαρεθεί αυτη τη συζήτηση.
" Φτάσαμε.. " είπε και σταμάτησε ακριβώς μπροστά.
" Καληνύχτα.. " ειπα και βγηκα απο το αυτοκίνητο. Το ίδιο εκανε και αυτός.
" Πες μου οτι θα με συνοδέψεις μεχρι την πορτα! " ειπα άγρια. Μα καλα τι στο καλο φοβόταν;
" Αν δεν θες-" πήγε να πει αλλα τον πρόλαβα.
" Καλα έλα! " ειπα απότομα.
Ενα πονηρό χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο του αλλα εγώ το αγνοησα.
Μπήκαμε στο σαχλο ξενοδοχείο. Εγώ μπροστα και εκείνος απο πισω μου. Σταμάτησε βέβαια να χαιρετήσει την ρεσεψιονίστ. Δεν ηταν η μεσηλικη κύρια Μπιμπλις, με τα κοντά γκρίζα μαλλια και τα παλιομοδίτικα ρούχα. Αντιθέτως, στην θέση της καθόταν μια νεαρη κοπελα με ξανθά μακριά μαλλια και μέλη ματια. Χαμογέλασε πλατια στον Αμπαντον, ενα απο τα πιο ψεύτικα, ξινά, χαμόγελα που ειχα συναντήσει ποτε μου.
" Εε ψιτ! Απο εδω είναι! " ειπα αρκετά δυνατά για να του τραβηξω την προσοχή. Για αλλη μια φορα με αγνοούσε. Μάλλον προτιμούσε να κοιτάει κάποια αλλη και οχι εμενα.
Ξερω οτι δεν θα έπρεπε να νιώθω έτσι αλλα δεν μπορω να το ελέγξω. Ίσως αυτο έφταιγε που δεν μπορούσα να ολοκλήρωσω την αποστολή. Η ασυνήθιστη έλξη που ένιωθα για αυτόν. Κάτι που απαγορεύεται ακομα και να το σκέφτομαι. Παρολα αυτά, ειχα είδη σπάσει αρκετούς κανόνες για χάρη του.
Μάλλον η σχέση μας δεν ηταν πια τοσο εχθρική, τουλάχιστον για εμενα. Σκέφτηκα καθως ξεκλειδωνα την πορτα.
Το συνηθισμένο τρίξιμο ακούστηκε καθως η πόρτα άνοιγε. Αποκαλύπτοντας το περιεχόμενο του δωματίου.
" Αμελια;" ρωτάει μια γνωστή φωνη.
Οχι..
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top