Chapter 40

*Τραγούδι για αυτό το κεφάλαιο σε επανάληψη:

The 1975 - Robbers*

__________________________________

Φτάνοντας δύο τετράγωνα πέρα από το σπίτι. Το πρώτο που θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς για την γειτονιά του πατέρα του Conor ήταν πως είναι ερημική , ελάχιστα  παλιά σπίτια, αρκετά κενά χωράφια και  πολλές οικοδομές. «Είσαι σίγουρος;» αναστέναξε η Eva. «Όχι. Μα πρέπει.» γύρισε και την κοίταξε ο Will. «Τα έχεις όλα τα δικά σου;» την ρώτησε αμέσως μετά. «Τα έχω.» αναστέναξε και εκείνη σφίγγοντας τα χέρια της. Δεν ένιωθε άγχος μόνο αυτήν την φορά αλλά και φόβο.

 «Ο Wilmer θα έρθει μαζί μας. Ο Adam θα παραμείνει εδώ.» ο Will άνοιξε τη πόρτα του οδηγού και κατέβηκε από το αυτοκίνητο. «Τι θα πάμε; Τώρα;»  δεν ήταν σίγουρα καθόλου μα καθόλου έτοιμη. «Ναι. Δε μπορούμε να χάσουμε άλλο χρόνο.» της είπε και έκλεισε τη πόρτα πίσω του. Προχώρησε ακριβώς μπροστά στο φορτηγάκι από το οποίο μόλις είχε βγει ο Wilmer. H Eva αφού έβγαλε πρώτα μια βαθιά ανάσα βγήκε και εκείνη έξω.

«Λοιπόν.» περπάτησε προς το μέρος τους. «Θα έρθεις και εσύ μαζί μας.» έδειξε τον Adam που στεκόταν μέσα στο πίσω μέρος από το φορτηγάκι. «Γιατί και εγώ;» απόρησε εκείνος πνιχτά. «Γιατί σε χρειαζόμαστε μέσα. Εσύ θα ακυρώσεις όλα τα στοιχεία του μικροτσίπ.» του είπε επιτακτικά. «Δε-δε..» προσπάθησε να βρει κάτι να πει. «Έχει δίκιο, Adam.» τον κοίταξε ο Will. «Θα σε προστατέψουμε εμείς.» τον διαβεβαίωσε κοιτώντας το ανήσυχο πρόσωπο του.

«Πάμε. Ας μη χάνουμε κι άλλο χρόνο έτσι άσκοπα. Adam και Will εσείς βρείτε τρόπο να μπείτε από πίσω. Εγώ και η Eva θα μπούμε από μπροστά.» ανακοίνωσε ο Wilmer και ο Will έγνεψε αποδεχόμενος τα λόγια του. «Πάμε! Πάμε!» άρχισαν να τρέχουν στο πεζοδρόμιο για να διασχίσουν τα δύο τετράγωνα που τους χώριζε από το σπίτι.

«Έι! Έι!» φώναξε ο Wilmer πίσω τους. «Βεβαιωθείτε πως δεν είναι κανείς απέξω.» προσπάθησε να διατηρήσει τη φωνή του σε χαμηλά επίπεδα. Έτρεξαν οι μπροστά και οι πίσω ακολούθησαν με γρήγορο βήμα. Η Eva κοιτούσε τριγύρω της μη τυχόν εμφανιστεί κανείς. Έφτασαν στο απέναντι πεζοδρόμιο από το σπίτι του πατέρα του Conor και τότε ο Will ανακοίνωσε. «Εδώ είμαστε.» έδειξε με το δείκτη του τη μονοκατοικία με τον μικρό κήπο, στη γωνία του απέναντι δρόμου.

«Ωραία. Δεν είναι κανείς απέξω..» μουρμούρισε η Adam. «Πάμε..» έτρεμαν τα άκρα του τόσο μα τόσο πολύ. Εκείνος με το Will πήδηξαν τη μάντρα και κατευθύνθηκαν προς το πίσω μέρος του σπιτιού ενώ ο Wilmer με την Eva άνοιξαν την πόρτα της αυλής και ανέβηκαν γρήγορα τα σκαλάκια φτάνοντας μπροστά από την λευκή πόρτα της εισόδου του σπιτιού. «Λοιπόν..» ψιθύρισε ο Wilmer, έβγαλε το πιστόλι του και το όπλισε για να πυροβολήσει τη κλειδαριά σπάζοντας τη, ώστε να μπορέσουν να μπουν.

Αμέσως η Eva γούρλωσε τα μάτια της και του τράβηξε το χέρι πίσω.  Γύρισε προς τα πίσω να δει μήπως πέρναγε κανείς τον δρόμο ή ήταν κανένας από τους άλλους εκεί και έπειτα έστρεψε το βλέμμα της πίσω στον Wilmer. «Πολύ θόρυβο.» ανοιγόκλεισε το στόμα της, ίσα που ακούστηκε η αχνή φωνή της. «Έλεγξε τα παράθυρα.» του έκανε νόημα.

Εκείνος περπάτησε προς το παράθυρο που βρισκόταν στα δεξιά από την πόρτα και εκείνη στα αριστερά. «Τίποτα.» μουρμούρισε εκείνος αφού στην προσπάθεια του να το σηκώσει είδε πως δεν άνοιξε. «Έλα..» τον κοίταξε η Eva, το δικό της άνοιξε. Σήκωσε το παράθυρο και του έκανε νόημα να το κρατήσει. Κοιτώντας γρήγορα από μέσα, είδε το σαλόνι και στο βάθος στα αριστερά την κουζίνα. Είχε φως σε αυτή μα κανείς δε φαινόταν εκεί.

Έβγαλε και το δικό της πιστόλι για σιγουριά και πέρασε το μικρόσωμο σώμα της μέσα από το παράθυρο. Αναστέναξε και κοίταξε γύρω της. Κανείς στο σαλόνι, ούτε στο βάθος αριστερά στην κουζίνα αλλά ούτε και στην απέναντι πλευρά στα δεξιά στην τραπεζαρία, ομιλίες όμως ακούγονταν από το βάθος του διαδρόμου ευθεία μπροστά της. «Πως θα μπω εγώ;» άκουσε τον Wilmer να ρωτά πίσω της. Πράγματι δε χωρούσε από το παράθυρο, ήταν πολύ μεγαλόσωμος.

«Μισό-..» βήματα ακούστηκαν στο διάδρομο και φωνές ξαφνικά πλησίαζαν. «Φύγε από το παράθυρο! Κρύψου!» του είπε γρήγορα και εκείνη περπάτησε γρήγορα στην τραπεζαρία. Κρύφτηκε πίσω από τη σκούρα μεγάλη κουρτίνα του παράθυρου και πλέον οι φωνές ακούγονταν πιο καθαρά. «Στο πόσο είμαστε δηλαδή;» ρώτησε μία αντρική φωνή. «Τώρα που ακινητοποιήσαμε επιτέλους τη μικρή και καταφέραμε να ανιχνεύσουμε το μικροτσίπ σε λίγη ώρα όλα θα έχουν τελειώσει. Στο 76 τις εκατό και τρέχουμε γρήγορα.» απάντησε μια άλλη φωνή.

Η Eva κάλυψε το στόμα της με την παλάμη της για να μην ακουστεί. «Βιάσου..» ένα ποτήρι ακούστηκε να σπάει και έπειτα βρισιές. «Είσαι ανάπηρος ρε μαλάκα;! Κοίτα τι έκανες;! Γαμήσου!» βρύχησε η πρώτη φωνή που ακούστηκε πριν. «Έι..για περίμενε..κοίτα εδώ, εσύ άφησες το παράθυρο ανοιχτό εδώ;» η φωνή ακουγόταν πιο κοντά τώρα. Η Eva γούρλωσε τα μάτια της. Τράβηξε ελάχιστα την κουρτίνα και είδε την πλάτη του ενός από τους δύο που μιλούσαν, ο οποίος πλησίαζε αργά στο παράθυρο.

«Όχι ούτε καν, δεν ασχολήθηκα καθόλου με αυτές τις μαλακίες.» απάντησε η άλλη φωνή του άντρα πιο πίσω. Η Eva βγήκε στη στιγμή από την κουρτίνα, άρπαξε ένα βάζο από τα δεξιά της και γονάτισε στο έδαφος πίσω από την μεγάλη τραπεζαρία για να μη φανεί. «Τι διάολο;» είδε τον άντρα να σκύβει μπροστά από το παράθυρο για να το κλείσει και τότε ο Wilmer εμφανίστηκε. Τον χτύπησε δυνατά με το πιστόλι του στο μέτωπο και ο άνδρας ζαλισμένος έχασε της αισθήσεις του και έπεσε μπροστά από το παράθυρο.

Όταν ο δεύτερος έτρεξε από την κουζίνα προς τα εκεί, η Eva σηκώθηκε όρθια περπάτησε πίσω του και πριν το καταλάβει του κοπάνησε με δύναμη το βάζο στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Ο άντρας έβγαλε ένα δυνατό επιφώνημα και έπεσε στο έδαφος. Δεν έπρεπε να χάσουν άλλο χρόνο. «Wilmer..» η Eva περπάτησε στην πόρτα. «Δεν ξέρω που είναι τα κλειδιά.» του είπε γρήγορα. Τράβηξε τους δύο συρτές που ασφάλιζαν την πόρτα μα δεν ήξερε που ήταν τα κλειδιά.

«Ψάξε στις τσέπες τους..» είπε εκείνος χαμηλά από το ανοιχτό παράθυρο. «Βασικά, όχι, δεν έχουμε χρόνο. Θα πυροβολήσω την κλειδαριά της πόρτας.» ανακοίνωσε τελικά εκείνος. «Όχι. Δε γίνεται. Δε γίνεται .Θα ακουστεί στη γειτονιά.» τα χέρια της έτρεμαν. «Δεν έχουμε άλλη λύση. Φύγε! Τρέξε να βρεις στο σπίτι που είναι οι άλλοι με το μικροτσίπ και κρύψου άμα περάσει κανείς για να έρθει εδώ μόλις την πυροβολήσω!» της είπε γρήγορα και η Eva ξεροκατάπιε.

Δεν της φαινόταν και η καλύτερη ιδέα. «Βιάσου!» την παρότρυνε εκείνος και τελικά το έκανε. Έτρεξε στο διάδρομο και μπήκε στην πρώτη πόρτα που βρήκε μπροστά της. Ήταν  μπάνιο. Κανείς μέσα. Τράβηξε την κουρτίνα της μπανιέρας μα και πάλι κανείς. Ο πυροβολισμός ακούστηκε. Εκείνη γούρλωσε τα μάτια και έκλεισε την πόρτα πίσω της. Μπήκε μες τη μπανιέρα και τράβηξε την κουρτίνα. Παρέμεινε για κάποια λεπτά εκεί.

Ο Wilmer  μπήκε στο σπίτι αφότου άνοιξε την πόρτα πυροβολώντας τη. Άνοιξε την πόρτα εντελώς τέρμα και κρύφτηκε πίσω από αυτή. Ένας άντρας εμφανίστηκε στο χολ. «Τι διάολο;» περπάτησε μέχρι την πόρτα μα δεν είχε δει τον Wilmer. Εκείνος έβγαλε το πιστόλι του μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου. Τον πυροβόλησε στον ώμο και με δύναμη τον χτύπησε με την πόρτα στο πρόσωπο. Τον έσπρωξε πίσω και έκλεισε την σπασμένη πόρτα, η οποία πλέον δεν έκλεινε. 

Ο άγνωστος άντρας πήγε να βγάλει το όπλο του για να τον πυροβολήσει μα ο Wilmer πρόλαβε και του έπιασε τον καρπό, του τον γύρισε και το πιστόλι έπεσε κάτω. Τον έσπρωξε πίσω και βγάζοντας το σπρέι από την μέσα τσέπη του σακακιού του άρχισε να τον ψεκάζει στο πρόσωπο. Ήξερε πως ήταν θανατηφόρα η επαφή του υπνωτικού σπρέι έτσι και όχι με πανί, μα αποφάσισε να το ρισκάρει. Ο άντρας έπεσε κάτω. Έριξε περισσότερο σπρέι στο πρόσωπο του και στων άλλων δυο που ήταν ήδη αναίσθητοι κάτω μα την στιγμή που πήγε να σηκωθεί από τα γόνατα του ένιωσε την άκρη ενός πιστολιού στο πίσω μέρος του κρανίου του.





«Τι γίνεται;» ρώτησε ψιθυριστά ο Adam καθώς είχε κρυφτεί πίσω από ένα έπιπλο στο υπνοδωμάτιο που κατάφεραν να μπουν. «Οι δύο ανέβηκαν προς τα από εκεί. Δεν έχουν γυρίσει ακόμη. Πρέπει να κάνεις ησυχία. Δε ξέρω πόσοι στο διάολο είναι.» μουρμούρισε ο Will καθώς άνοιξε πάλι ελάχιστα την πόρτα. Ένας πυροβολισμός ακούστηκε και αμέσως ο Adam και ο Will κοιτάχτηκαν με γουρλωμένα τα μάτια. «Τι έκαναν; Γαμώτο..» έβρισε ο Will. Βήματα άκουσε από τη σκάλα και είδε μια σκιά να ανεβαίνει. «Κάποιος έρχεται.» έκλεισε την πόρτα και κρύφτηκε στη γωνία πίσω από αυτή ενώ o Adam έκανε το ίδιο. Κανείς όμως δεν μπήκε.

Άλλος ένας πυροβολισμός ακούστηκε και έπειτα ο Will αγχώθηκε περισσότερο. Δεν μπορούσε να δει και να ακούσει καλά όμως. «Τι γίνεται;» ρώτησε ο Αdam ξαφνικά. «Σώπασε!» του έκανε απότομα ο Will. Βήματα ακούστηκαν ξανά και κάποιος πάλι ανέβαινε τη σκάλα. Ο Will άνοιξε ξανά ελάχιστα την πόρτα και είδε πως ο Steve  την ανέβαινε τρέχοντας. Τα πράγματα δεν ήταν σίγουρα καλά.





Η Eva έτρεμε. Νόμιζε πως ο χρόνος της τελείωνε. Μετά το δεύτερο πυροβολισμό νόμιζε πως πράγματι θα επέστρεφε πίσω στη φυλακή για φόνους και για ανταλλαγές που ποτέ η ίδια δεν είχε διαπράξει. Βγήκε από τη μπανιέρα και έφτασε στην πόρτα. Άνοιξε ελάχιστα και εκείνη τη στιγμή είδε τον Will να περνάει, την πρόσεξε μέσα από το άνοιγμα της πόρτας και της έκανε νόημα ανοιγοκλέινοντας το στόμα του άηχα «Πήγαινε πάρε τον Adam. Κάτω. Γρήγορα».

Πέρασε από μπροστά της και εκείνη άνοιξε περισσότερο την πόρτα. «Έτσι και τον πειράξεις, σου τινάζω τα μυαλά τώρα.» είδε τότε τον Will να λέει αυστηρά στον Steve, αγγίζοντας τώρα εκείνος το πιστόλι στο δικό του κρανίο.

Αμέσως έτρεξε στο διάδρομο και έφτασε στην τελευταία πόρτα, άνοιξε και είδε ένα άδειο υπνοδωμάτιο. Απόρρισε αλλά και αγχώθηκε στη στιγμή για το που μπορεί να είχε πάει ο Adam. «Adam; Adam που είσαι;» ρώτησε ξέπνοα ψάχνοντας τον γρήγορα με τα μάτια της μες το δωμάτιο. Η πόρτα της ντουλάπας άνοιξε και βγήκε έξω. «Είσαι τρελός; Τι κάνεις; Κρύβεσαι; Για το Θεό! Βιάσου!» του είπε απότομα και εκείνη την στιγμή ο Adam γούρλωσε τα μάτια του, δεν πρόλαβε να μιλήσει, ένα χέρι κάλυψε το στόμα της Eva και άλλο ένα έσφιξε το αριστερό μπράτσο της.

Με γρήγορες κινήσεις χτύπησε με τον αγκώνα της το σώμα πίσω της. Δεν τα κατάφερε να ξεφύγει. Ο άντρας την γύρισε και την χτύπησε με δύναμη πίσω στον τοίχο. Πίσω από αυτόν πρόλαβε να διακρίνει μέσα από μια ανοιχτή πόρτα ενός μικρού δωματίου, ντουλάπα ή αποθήκη λογικά, έναν γέρο άντρα, δεμένο με σχοινιά σε μια καρέκλα και  μαύρη ταινία στο στόμα. Μάλλον ο πατέρας του Conor.

Ο άντρας την άφησε και έπειτα την έπιασε με τα δυο χέρια του γύρω από το λαιμό για να την πνίξει. Ένιωσε τα μάτια της να γυρίζουν, και το οξυγόνο να ελαττώνεται. Έριξε από το δεξί της χέρι το πιστόλι κάτω, και ευχόμενη να το δει ο Adam το κλότσησε με το δεξί της πόδι προς τα κει. Ένιωθε πλέον τώρα το σώμα της να εξασθενεί. Την έσφιξε ακόμη πιο δυνατά στο λαιμό.

Ο Adam είδε το πιστόλι να πετάγεται στο κατώφλι της πόρτας, γονάτισε το πήρε στη στιγμή και με τρεμάμενα χέρια πάτησε τη σκανδάλη και πυροβόλησε τον άντρα. Ξυστά άγγιξε η σφαίρα και το γόνατο της Eva καθώς πέρασε και έπειτα καρφώθηκε στο γόνατο του άντρα. Αμέσως αυτή τον έσπρωξε πίσω και άρχισε να βήχει δυνατά.

Έβγαλε γρήγορα το πανί και το σπρέι από το μέσα μέρος του ρούχου της και το κάλυψε στο στόμα του. «Σκυ-σκυ-σκύψε πάρε το όπλο και χτύπη-χτύπ-ησε τον..» είπε με κομμένη την ανάσα στον Adam. «Γρήγορα!» ένιωθε το λαιμό της και το κεφάλι της να καίγεται ενώ το στέρνο της την πονούσε αρκετά. Σήκωσε το γόνατο της και χτύπησε δυνατά τον άντρα στα γεννητικά του όργανα πριν καλύψει το στόμα του ξανά με το πανί, τον τράβηξε από τον τοίχο και έκανε νόημα στον Adam να τον χτυπήσει. Το έκανε.

Ο άντρας έπεσε κάτω και η Eva γύρισε πίσω να δει τι γίνεται στο τέλος της άλλης πλευράς του διαδρόμου. Ο Will πάλευε με τον Steve. Μα που ήταν ο Wilmer; Δεν μπορούσε να χάσει άλλο χρόνο. «Πάμε..» τράβηξε τον Adam από το μανίκι της μπλούζας του και άρχισαν να κατεβαίνουν γρήγορα τα σκαλιά. «Μα δεν πρέπει να προφυλαχτούμε; Να πάμε αργά μήπως και είναι και κανείς άλλος κάτω;» τον άκουσε να την ρωτάει αργά πίσω της. «Όχι. Ή όλα ή τίποτα!» του αναφώνησε έντονα και έφτασαν επιτέλους στο τέλος της σκοτεινής σκάλας.

Σταμάτησαν μπροστά από μία πόρτα που λογικά οδηγούσε σε κάποιο υπόγειο. «Αναλαμβάνεις το σύστημα των υπολογιστών. Εγώ όλα τα άλλα!» τον ενημέρωσε και άνοιξε την πόρτα με μια κλοτσιά. Ευθεία μπροστά της ένας άντρας ήταν καθισμένος σε μια καρέκλα μπροστά από πολλούς υπολογιστές. Η Eva έτρεξε πάνω του. Ο άντρας δεν πρόλαβε να αντιδράσει.

Ανέβηκε με φόρα πάνω του στην καρέκλα και τον έριξε πίσω. Φόρεσε τη σιδερογροθιά της σε κλάσματα δευτερολέπτου και τον χτύπησε δύο φορές με δύναμη στο πρόσωπο. Σηκώθηκε όρθια και το μποτάκι της πιέστηκε στο λαιμό του καθώς ήταν ξαπλωμένος από κάτω της. Κοίταξε γύρω της και κάνεις άλλος δεν ήτανε εκεί. Έβγαλε το σπρέι και το πανί της, το ψέκασε, το έριξε πάνω στο στόμα του και έμεινε αναίσθητος από κάτω της σε λίγα δευτερόλεπτα.

Τον έσπρωξε πίσω και σήκωσε την καρέκλα. «Κάτσε!» γύρισε και είπε στον Adam. «Έλα!» του φώναξε μιας και τον είδε να κομπιάζει. Ο Adam έγνεψε και έκατσε στην καρέκλα. «Τι γίνεται;» τον ρώτησε λαχανιασμένη. Αμέσως εκείνος άρχισε να πληκτρολογεί γρήγορα στο πληκτρολόγιο που βρισκόταν μπροστά του.

«Είναι στο 97 τις εκατό, έχει γίνει ήδη αναγνώριση του μικροτσίπ και είναι έτοιμο να σταλθεί σε εκατόν δεκαεννιά δίκτυα. Γαμώτο. Είναι πολλά. Πρέπει να να-να βρω πως λειτουργεί όλο αυτό και να βιαστώ.» αποκρίθηκε τρεμάμενα αυτός. «Μπορείς να το κανείς. Θα τα καταφέρεις μην αγχώνεσαι!» ιδρώτας κυλούσε στο μέτωπο της και οι χτύποι της πήγαιναν πολύ γρήγορα.

«Μαμά;» μια φωνούλα ακούστηκε αχνά.
Η Eva γούρλωσε τα μάτια της και γύρισε να κοιτάξει πίσω της. Στο βάθος πίσω από κάποια σκούρα λεπτά κάγκελα βρισκόταν ξαπλωμένη η Derma στο έδαφος, και πιο πίσω σε μια γωνιά  καθόταν ένα μελαψό κορίτσι. Η κόρη του Conor! Η Eva κοίταξε την δική της κόρη της έπειτα παγωμένη.

Περπάτησε μέχρι εκεί και άγγιξε τα κάγκελα. «Μανούλα.» κλαψούρισε η Derma. Τότε όλα εμφανίστηκαν μπροστά της σαν γρήγορη ταινία.

Την εισβολή του άγνωστου άντρα που έψαχνε τον αδερφό της στο σπίτι της, τη μητέρα της να τρέχει, τον πατέρα της να δολοφονείται μπροστά στα μάτια της ενώ εκείνη κρυφοκοίταζε από την κορυφή της σκάλας. Το ψεύτικο θάνατο της. Τη γέννα της Derma. Τον Harry. Τον Harry παντού. Την αλήθεια πως τελικά και ο πατέρας της ήταν μπλεγμένος από την αρχή. Τον πόνο. Όλοι να είναι νεκροί. Τη φυλακή. Και τώρα αυτό. Προερχόταν από μια καταραμένη οικογένεια και τώρα και η Derma, το δικό της παιδί, περνούσε τα ίδια χειρότερα. Αυτή η «κατάρα» έπρεπε να σταματήσει.

Προσπάθησε να συγκρατήσει τα δάκρυα της και ρούφηξε τη μύτη της. Τράβηξε το λοστό που συγκρατούσε την καγκελένια πόρτα και την άνοιξε. Μπήκε μέσα και είδε την μελαψή κόρη του Conor να μαζεύετε περισσότερο στη γωνία. Φοβόταν. Τι διάολο είχαν κάνει στο μικρό κορίτσι; Κατσούφιασε και μόνο στη σκέψη.. «Αγάπη μου..» η Eva γονάτισε μπροστά στην Derma και τελικά δεν άντεξε, ξέσπασε σε κλάματα. «Δεν θα αντέξω μαμά..» έπιασε τη κοιλιά της χαμηλά η Derma. «Δε θα αντέξω για ακόμα πολύ..» της μουρμούρισε αδύναμα. 

«Ξεκίνησα την ακύρωση, βρισκόμαστε στο είκοσι τέσσερα τις εκατό. Όλα θα σβηστούν.» άκουσε η Eva τον Adam να λέει. Η φωνή του ηχούσε δυνατά μες το άδειο σκοτεινό αυτό υπόγειο. Η μητέρα συνέχισε να χαϊδεύει το πρόσωπο της κόρης της. Δεν ήξερε εάν ήταν σωστό αυτό που σκέφτηκε μα θα το έκανε.

«Αdam φέρε μου το κινητό σου αμέσως!» σηκώθηκε όρθια και περπάτησε γρήγορα κοντά του. «Τι το θες;!» την ρώτησε απότομα. «Φέρτο μου!»  του απαίτησε. Εκείνος με δισταγμό της το πρόσφερε τελικά. Η Eva το πήρε  και  αμέσως κάλεσε έναν αριθμό. «Γεια σας, αστυνομία εκεί; Θέλω να κάνω μια καταγγελία. Δεν ξέρω ακριβώς την οδό. Ανιχνεύστε την τοποθεσία από αυτόν τον αριθμό. Άντρες παράνομα οπλισμένοι υποθέτω είχαν απαγάγει τις δυο μου κόρες και τώρα βρήκα το μέρος που της είχαν και απειλούν τη ζωή μας. Βιαστείτε!» φώναξε. Και έπειτα..τερμάτισε κατευθείαν την κλήση. Ο Adam γύρισε και την κοίταξε με μάτια τουρλωμένα.

«Τριάντα τέσσερα τις εκατό.» την ενημέρωσε. Η Eva κάλεσε γρήγορα ακόμη έναν αριθμό. «Έκτακτη ανάγκη;»  φώναξε ξανά. Ο Adam την κοίταξε για μία ακόμη φορά με γουρλωμένα τα μάτια και συνέχισε να πληκτρολογεί γρήγορα πάλι κάτι στον υπολογιστή. «Ένα ασθενοφόρο! Γρήγορα! Γρήγορα! Ανιχνεύστε την τοποθεσία από αυτόν τον αριθμό του κινητού, δεν ξέρω ποια είναι η διεύθυνση. Η κόρη μου αιμορραγεί! Γρήγο-..» η πόρτα του υπόγειου άνοιξε απότομα.

«Ηλίθια κοπέλα.» μουρμούρισε ο Steve μπαίνοντας μέσα. Η Eva τερμάτισε αμέσως την κλήση και έριξε το κινητό στο έδαφος. Ξεροκατάπιε. Κοίταξε τα χέρια της. Είχε αφήσει το πιστόλι της χάμω δίπλα από την Derma. Κοίταξε τον Adam για βοήθεια. Εκείνος όμως δεν είχε τίποτα. Πρώτη φορά ένιωθε φόβο τόσο..στο έπακρο.

«Πενήντα πέντε τις εκατό.» πέταξε ο Adam σπαρταρώντας από φόβο. Ο Steve έσπευσε γρήγορα κοντά του, με ένα δυνατό χτύπημα στο πρόσωπο τον έριξε κάτω από την καρέκλα. Αναίσθητος ξάπλωσε στο έδαφος. «Τελείωσα με όλους και εσύ έμεινες για το κερασάκι στην τούρτα μου.» την σημάδευε με το πιστόλι του ο Steve. «Τι-τι εννοείς;» τον ρώτησε και εκείνη τρεμάμενα κάνοντας μερικά βήματα πίσω. «Ο Will, O Wilmer. Είναι νεκροί. Όπως θα είσαι και εσύ σε λίγο και έπειτα οι μικρές μέσα.»  έκανε ένα νεύμα προς τα κορίτσια πίσω από τα κάγκελα.

«Δε θα προλάβεις έρχεται η αστυνομία.» του πέταξε με πικρία η Eva. «Έτσι νομίζεις; Έχασες! Παραδέξου του! Έχασες! Και τώρα θα σαπίσεις αλλού...εκεί που πραγματικά ανήκεις! Στην κόλαση!» της φώναξε. Η Eva συνέχισε να κάνει βήματα προς τα πίσω. «Έτσι νομίζεις;» τον ρώτησε σιγανά. «Ναι.» απάντησε εκείνος αυστηρά. Όπλισε το πιστόλι του.

Η Εva αμέσως γύρισε στα αριστερά και κοίταξε τα κορίτσια. «Κλείστε τα μάτια σας.» ανοιγόκλεισε το στόμα της άηχα ευχόμενη μακάρι να την έβλεπαν. Γύρισε μπροστά και έκλεισε και εκείνη τα μάτια της. Ένας πυροβολισμός ακούστηκε και τότε νόμιζε πως όλα τελείωσαν.

Όμως δεν ένιωθε πόνο, τίποτε. Ίσως έτσι ήταν...Το τέλος...

Άνοιξε τα μάτια της και είδε τον Harry μπροστά της να κρατάει  πιστόλι. Γούρλωσε τα μάτια της. «Π-πως;» έκανε αμέσως σοκαρισμένη. «Σε ακολούθησα.» της απάντησε εκείνος. «Δεν υπήρχε περίπτωση να μείνω πίσω.» πρόσθεσε. Εκείνη δε μίλησε. Κοίταξε το νεκρό σώμα του Steve και το αίμα του να ρέει στο έδαφος τριγύρω του.

«Π-πως;» επανάλαβε. Το σοκ την είχε συνεπάρει. «Βρήκα ένα πιστόλι μόλις μπήκα στην είσοδο, στο χολ.» της απάντησε ξανά ο Harry. Τελείωσε; Είχε τελειώσει;  Κοίταξε την οθόνη του υπολογιστή. Έγραφε εβδομήντα έξι τις εκατό.

Η Derma είχε σηκωθεί, κρατιόταν από τα κάγκελα και προσπαθούσε να περπατήσει μετά βίας. Ο Harry την είδε και αμέσως έτρεξε κοντά της. Πήγε να πέσει και τότε την έπιασε. Τον κοίταξε και η έκφραση στο πρόσωπο της μαλάκωσε. «Στο είχα πει όταν ήσουν μικρή Derma. Δεν ξέρω εάν το θυμάσαι. Θα είμαι εδώ να σε πιάνω.» της ψιθύρισε. Τον κοίταξε εξεταστικά στο πρόσωπο. Τα μάτια του πλέον δεν είχαν άλλη ζωή. Ήταν κάτασπρος και πέρα για πέρα χλωμός αυτήν τη φορά.

[#ΝewUpdate: Ελπίζω να σας άρεσε. Είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο που έχω γράψει ποτέ από όλα! Έμεινε μόνο ο επίλογος .Όσες θέλετε κάντε σχόλιο και favorite. Ευχαριστώ για όλα alivers. Το τέλος έφτασε. #alivers4life]  

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top