𝟗. Οι αναμνήσεις στις σταγόνες της βροχής.

"And how can you
mend a broken heart?
How can you stop the
rain from falling down?
Tell me, how can you stop
the sun from shining?
What makes the world
go 'round"

( Al Green - How Can You Mend A Broken Heart )

Η Irene όταν γνώρισε για πρώτη φορά τον Winston, της είχε φανεί σαν ένας φιλήσυχος και αγαθός ανθρωπάκος της διπλανής πόρτας. Από αυτούς τους γείτονες που τους πετύχαινες σπάνια και άκουγες μόνο βαρετές φήμες για την ζωή τους. Με την πάροδο των τελευταίων ημερών και όσο περισσότερο περνούσε χρόνο μαζί του, η άποψή της άλλαξε. Ο Winston ήταν ένα άτομο δεμένο με βαθιές ρίζες, που ξεκινούσαν από τα έγκατα της ψυχής του και σκαρφάλωναν μέχρι την κορυφή της επιβλητικής κορμοστασιάς του. Ρίζες από το παρελθόν που έφταναν ψηλά και τυλίχθηκαν γύρω από τον λαιμό του. Πνιγόταν. Και το χειρότερο ήταν πως δεν ήξερε αν θα μπορούσε ποτέ του να αναπνεύσει όπως κάποτε.

"Θες να μιλήσουμε για αυτό;" Είχε χαμηλώσει τον τόνο της φωνής της. Το έκανε όταν δυσκόλευαν τα πράγματα.

"Από πού θες να ξεκινήσω;" Ήταν έτοιμος. Δεν είχε τίποτα να χάσει.

"Από την αρχή."

Εκείνη έσβησε το τσιγάρο στον μαρμάρινο νιπτήρα και άνοιξε την βρύση. Αν ο Winston δεν ήταν χαμένος στον κόσμο των σκέψεων και των χαμένων αναμνήσεών του ίσως και να της έκανε παρατήρηση. Ύστερα, άναψε και άλλο.

"Ήμουν σε μία ομάδα φιλαναγνωσίας στο Πανεπιστήμιο." Ξεκίνησε να αφηγείται. "Μου άρεσαν τα βιβλία, αλλά πιο συγκεκριμένα τα βιβλία μυστηρίου και ως μελλοντικός δημοσιογράφος με όνειρα και ελπίδες σκέφτηκα πως θα είχε πλάκα να συμμετάσχω. Εκεί την γνώρισα."

"Πώς την έλεγαν;" Από την πρώτη στιγμή η τραγουδίστρια ήθελε να της δώσει ταυτότητα για να μπορέσει να φτιάξει την εικόνα της στο μυαλό της.

"Lottie. Δηλαδή Charlotte, αλλά την φώναζαν Lottie."

"Ήταν όμορφη;"

"Ήταν. Είχε ζωντάνια και μία γλυκιά γοητεία." Καθάρισε τον λαιμό του. "Φορούσε πολλά χρώματα. Είχε μανία με τα καπέλα και τις κορδέλες για τα μαλλιά. Μύριζε κανέλα και βανίλια."

"Ποιός έκανε την πρώτη κίνηση;"

"Νομίζω μπορείς να μαντέψεις." Την κοίταξε. "Μετά από μία συνάντηση με την ομάδα ήρθε να με ρωτήσει προτάσεις για αστυνομικά βιβλία. Θυμάμαι μου είχε φανεί τόσο περίεργο! Την κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω μπερδεμένος. Πρέπει να της είχα αναφέρει τα λιγότερο αγαπημένα μου ή κάποια που με είχαν αφήσει αδιάφορο. Δεν ήθελα τότε να μοιράζομαι αυτά που μου άρεσαν. Τα ένιωθα δικά μου και πως όλος ο άλλος κόσμος δεν είχε δικαίωμα να έχει πρόσβαση σε αυτά. Πολύ χαζό, το ξέρω. Ήμουν 20 τότε."

"Και εγώ κάποτε το έκανα με την μουσική αυτό." Πρόσθεσε η Irene που τον άκουγε με προσήλωση.

"Πίστευα πως απλά ήταν μία υπερβολικά ενθουσιώδης πρωτοετής, η οποία ενδιαφέρεται απίστευτα για την λογοτεχνία. Μου έπιανε την συζήτηση κάθε φορά. Μιλήσουμε γενικά για βιβλία, μουσική, το Πανεπιστήμιο. Μέχρι και για ποίηση με ρώταγε... Φυσικά της είπα από τη αρχή πως δεν με συγκινούσε καθόλου και δεν την ανέφερε ποτέ ξανά." Έκανε μια παύση για να θυμηθεί ακριβώς την συνέχεια. "Ήταν αρχές χειμώνα και είχε πιάσει δυνατή βροχή. Η συνάντηση είχε τελειώσει νωρίτερα μίας και δεν είχαμε μαζευτεί πολλά άτομα λόγω της κακοκαιρίας. Ήμουν έτοιμος να φύγω όταν την είδα να περιμένει μόνη της έξω από την αίθουσα. Παρατήρησα πως δεν κρατούσε ομπρέλα... εε ένιωσα άσχημα. Την ρώτησα αν ήθελε να την πάω μέχρι στην στάση του λεωφορείου και συμφώνησε με χαρά."

"Και μετά;" Ρώτησε με αγωνία.

"Το λεωφορείο άργησε. Ήμασταν μόνοι στην στάση ώρα. Είχα καρφωμένο το βλέμμα μου κάτω και κοίταγα συνεχώς τους δείκτες του ρολογιού μου. Όταν πιανόταν ο σβέρκος μου κοιτούσα πέρα. Στον ουρανό. Έτσι όπως χάζευα και ταξίδευα στον δικό μου κόσμο ένιωσα τα ζεστά χέρια της να τυλίγονται γύρω από το λαιμό μου και εκείνη να στέκεται στις μύτες της."

"Σε φίλησε κάτω από την βροχή;" Του χαμογέλασε. Ήταν σαν σκηνικό από ταινία.

"Ναι. Ακόμη πίστευα πως μου κάνει πλάκα. Μετά βγήκαμε μερικά άβολα ραντεβού. Ακολούθησαν μερικά ακόμα πιο άβολα και αμήχανα φιλιά. Και αυτό ήταν."

"Πόσο καιρό ήσασταν μαζί;"

"5 χρόνια συνολικά." Το έλεγε φωναχτά και σχεδόν δεν το πίστευε ούτε αυτός. "Παντρευτήκαμε κατευθείαν μετά τις σπουδές."

"Όμορφη ιστορία." Σχολίασε η Irene. "Όμως δεν τελειώνει εκεί."

"Όχι." Της επιβεβαίωσε. "Στην αρχή όλα ήταν... καλά. Ωραία. Μου αρκούσε που την είχα στη ζωή μου."

"Εσύ της αρκούσες;" Με τις ερωτήσεις της ήθελε να τον βοηθήσει να εκφράσει με ειλικρίνεια όλα όσα βρίσκονταν μπλεγμένα μέσα στο κεφάλι του.

"Η Lottie... είχε όνειρο να γίνει μητέρα." Κόμπιασε. "Δεν το είχε εκφράσει ποτέ ευθέως. Όλοι το ξέραμε όμως. Όταν κάποιος της έλεγε πως θα γινόταν καλή μαμά ή πως της ταίριαζε η μητρότητα φούσκωνε από υπερηφάνεια. Το έβλεπα στα μάτια της. Ήταν δασκάλα σε δημοτικό. Τα βράδια όταν γύριζα από την δουλειά καθόταν για ώρα και μου περιέγραφε αναλυτικά όλα τα περιστατικά της μέρας. Είχα μάθει απέξω τα ονόματα όλων των παιδιών. Τις δυσκολίες τους, τα ταλέντα τους, τις αλλεργίες τους, τους τσακωμούς. Με έτρωγαν οι τύψεις..."

"Τύψεις;" Επανέλαβε.

"Τύψεις γιατί όλα αυτά με άφηναν παγερά αδιάφορο."

"Της το είπες ποτέ σου;" Αναρωτήθηκε η κοπέλα.

"Να της έλεγα τι ακριβώς; Ότι δεν με ενδιέφεραν καθόλου όσα είχε να πει για αυτά που την έκαναν χαρούμενη; Πώς κάθε φορά που μου έδειχνε ένα μωρό έξω ή μου μετέφερε νέα για εγκυμοσύνες φίλων της, δενόταν κόμπος το στομάχι μου και άλλαζα συζήτηση;" Ξεφύσηξε στην ανάμνηση όλων αυτών. "Καταβάθος το ήξερε και εκείνη. Είχε καταλάβει. Όμως είχε μερικές τελευταίες ελπίδες ότι θα άλλαζα γνώμη αν με έπειθε."

"Δεν σε έπεισε όμως..."

"Όχι. Τους τελευταίους μήνες είχαμε απομακρυνθεί. Περνούσα όλο τον χρόνο μου πάνω από την γραφομηχανή και εκείνη στους γονείς της και σε σπίτια φίλων."

"Είχες αφιερώσει όλο τον χρόνο σου στην δουλειά σου; Για να ξεφύγεις από την πίεση;" Τον ρώτησε. Υπέθεσε ένας από τους λόγους του χωρισμού τους θα ήταν και αυτός.

"Δουλειά;" Έβγαλε ένα πνιχτό γέλιο. Σαν να πόναγε. "Δεν με ενδιέφερε η δουλειά στις φτηνές εφημερίδες που εργαζόμουν τότε. Έγραφα... το πρώτο μου βιβλίο."

Η κοπέλα έσκυψε μπροστά σαν να ήθελε να τον πλησιάσει για να ακούσει πιο καθαρά την αλήθεια του. Έκατσε πάλι πίσω και σκέφτηκε. Της ήρθαν εικόνες από το σπίτι του. Το γραφείο γεμάτο με τσαλακωμένα χαρτιά και σημειώσεις. Τις κόλες χαρτιού στοιχισμένες κάτω στο πάτωμα. Την βιβλιοθήκη. Τέλος, το πιο σημαντικό από όλα, το ποσό κρυψίνους ήταν. Τα είχε μαζέψει βιαστικά. Σαν να ήθελε να προστατεύσει τα γραπτά, αλλά πιο πολύ τον εαυτό του.

"Και; Αυτός ήταν ο λόγος;"

"Ναι. Ένα βράδυ γύρισε και με βρήκε να γράφω σκυμμένος πάνω από την γραφομηχανή. Ξέσπασε για πρώτη φορά. Με αποκάλεσε εγωιστή. Μου είπε πως δεν την αγαπούσα για αυτό δεν ήθελα παιδιά μαζί της! Της φώναξα και εγώ... πως δεν είμαι έτοιμος. Φωνάζαμε και οι δύο. Είπε πράγματα για να με πληγώσει. Ούρλιαζε πως δεν θα περίμενε πότε θα ένιωθα εγώ έτοιμος... γιατί... εε γιατί..." Κόμπιασε να συνεχίσει. "Δεν θα ήμουν ποτέ μου. Γιατί ήμουν εγωπαθής. Γιατί θα έμενα κολλημένος στα απατηλά όνειρά μου μία ζωή."

"Πιστεύεις πως όλα αυτά στα είπε για να σε πληγώσει ή τα πίστευε πραγματικά;" Τον ρώτησε ξεκάθαρα. "Ή μάλλον το σωστό ερώτημα είναι αν εσύ τα πιστεύεις αυτά."

"Ίσως και να το κάνω." Ομολόγησε. "Πάνε δύο χρόνια από τότε που χωρίσαμε. Τους είχα απογοητεύσει όλους τους. Γονείς, αδέρφια, φίλους. Εκείνη. Μόνο τον εαυτό μου δεν είχα απογοητεύσει. Όταν έβαλα εκείνη την υπογραφή δεν πόνεσα έτσι όπως περίμενα. Κράτησα ένα βιβλίο της. Εκείνη την απαίσια ποιητική συλλογή, που όλο λέω ότι θα την ξεφορτωθώ και όλο εκεί μένει."

Σιωπή επικράτησε πάλι στο μπάνιο. Το ανοιχτό παράθυρο έφερνε την βραδινή ψύχρα. Είχε αρχίζει να ψιχαλίζει. Η Irene σηκώθηκε και πήγε να το τραβήξει για να κλείσει. Όμως το χέρι της έμεινε στον αέρα. Ο Winston της έκανε νόημα να το αφήσει ανοιχτό. Άκουγε τις ψιχάλες να χτυπούν ρυθμικά. Άφησε μια αναπνοή που δεν ήξερε πως κράταγε τόση ώρα και χαλάρωσε τους σφιγμένους μυς του σώματός του. Ένιωθε την βροχή να κυλά και να ξεπλένει τις εξομολογήσεις του.

"Είναι καλά τώρα. Έμαθα πως βρήκε κάποιον. Είναι έγκυος." Μετά από αυτό ηρέμησε πλήρως.

"Εσύ πώς νιώθεις;"

"Καλά. Το περίμενα. Έχει περάσει καιρός από τότε." Έλεγε την αλήθεια. "Δεν με πλήγωσε το διαζύγιο. Τουλάχιστον όχι τόσο όσο θα έπρεπε, γιατί πολύ απλά το είχα δει να έρχεται."

"Μακάρι να είχα και εγώ αυτό το προνόμιο." Αναστέναξε βαριά. "Όλοι οι έρωτές μου ήταν τυφλοί. Όχι μόνο τυφλοί. Κουφοί επίσης. Άσε... εγώ δεν έβλεπα τίποτα κακό να έρχεται και με χτύπαγε η πραγματικότητα κατάμουτρα. Αυτό πονάει περισσότερο."

"Όχι." Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. "Πονάει περισσότερο να ξέρεις πως κάτι πάει λάθος και πως σε λίγο έρχεται το τέλος, γνωρίζοντας παράλληλα πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για αυτό."

"Τι σου λείπει περισσότερο από εκείνη;" Ήταν μία ερώτηση που έκανε και σε άλλα άτομα όταν της έλεγαν για τους χωρισμούς τους.

"Δεν μου λείπει κάτι από αυτήν. Ούτε εκείνη." Το σκέφτηκε λίγο. "Μου λείπει το πως ήμουν τότε εγώ μαζί της."

"Εγωιστικό δεν νομίζεις;" Χαμογέλασε πικρά.

"Για αυτό με άφησε άλλωστε." Αστειεύτηκε με την κατάσταση. "Μου λείπει μόνο το πόσο αισιόδοξα έβλεπα την ζωή τότε. Τώρα όλα φαντάζουν πιο σκοτεινά. Είμαι αρνητικός με όλα. Η μητέρα μου, την τελευταία φορά που με είδε, μου είπε πως γερνάω πριν την ώρα μου. Είμαι μόλις 27 χρονών."

"Είσαι πολύ νέος, Winston." Του ψιθύρισε.

"Και οι δύο μας είμαστε."

"Να σου πω κάτι;" Τον ρώτησε χαμηλόφωνα. Το βλέμμα της ταξίδευε στα πλακάκια του μπάνιου. "Θα σου ακουστεί χαζό μάλλον..."

"Τίποτα από όσα έχεις πει δεν μου ακούγεται χαζό." Την ενθάρρυνε για πρώτη φορά αυτός. Την είχε συνηθίσει με αδαμάντινη αυτοπεποίθηση.

"Φοβάμαι το νούμερο 7. Κάποτε, όταν ήμουν έφηβη ακόμα στο Kentucky, είχε έρθει στο σπίτι της θείας μου μία χαρτορίχτρα. Της ζήτησα για πλάκα να μου ρίξει και σε εμένα τα χαρτιά. Για να σου πω την αλήθεια, δεν πίστευα σε αυτά και ούτε που θυμάμαι τι μου είχε πει τότε. Μόνο ένα θυμάμαι. Τον αριθμό αυτό. Το 7. Μου είχε πει πως θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ζωή μου. Το ίδιο βράδυ είδα στο ύπνο μου πως πέθαινα σε ηλικία που λήγει σε 7. Ακόμα και σήμερα με ακολουθεί αυτός ο φόβος."

"Στην θέση σου δεν ανησυχούσα. Μπορείς να πεθαίνεις κυριολεκτικά οποτεδήποτε! Να βγεις στον δρόμο και σε πατήσει αμάξι." Η προσπάθεια του να την λογικέψει ακούστηκε τρομερά αστεία με το παράδειγμα που χρησιμοποίησε.

"Δεν ξέρω... ίσως και να θέλω να πεθάνω σε ηλικία που λήγει σε 7. Πολλοί σπουδαίοι άνθρωποι είχαν τέτοια κατάληξη." Σκέφτηκε. "Θα προτιμούσα τα 57. Πιστεύω είναι ιδανικά για εμένα."

"Πώς το συμπέρανες αυτό;" Έσμιξε τα φρύδια του. Ήταν διορατικός, αλλά όχι για τέτοια θέματα.

"Είναι όσο πρέπει. Ούτε πολύ νωρίς, μα ούτε και πολύ αργά. Θα έχω χρόνο να ζήσω μια γεμάτη ζωή, αλλά θα φύγω λίγο πριν μου χτυπήσουν την πόρτα τα γηρατειά και όλα όσα τα συνοδεύουν." Εξήγησε και του φάνηκε πως μάλλον είχε αφιερώσει χρόνο για να σκεφτεί το θέμα αυτό.

"Εύχομαι να ζήσεις όσο θες και όπως θες, Irene."

Ο δημοσιογράφος σηκώθηκε για μία στιγμή όρθιος από την άκρη της μπανιέρας και μετακίνησε το σώμα του προς τα κάτω. Προς το πάτωμα του μπάνιου. Τα προσχήματα είχαν χαθεί. Κάθισε στα κρύα πλακάκια μαζεύοντας τα πόδια του κοντά του. Οι κινήσεις του ήταν αργές. Υπνωτικές. Έμοιαζε σαν να μην ήταν δικό του το σώμα. Σαν να ανήκε σε κάποιον άλλον και αυτός απλά το έβαζε στην θέση του. Τέντωσε πίσω τους ώμους του για να ξεπιαστεί. Η ανακούφιση δεν περιγραφόταν. Έκλεισε στιγμιαία τα μάτια του. Η βροχή είχε σταματήσει και πλέον άκουγε το ελαφρύ αεράκι που φυσούσε προς το παράθυρο. Ξάφνου έτσι όπως είχε εισέλθει στον εσωτερικό, ήρεμο κόσμο του ένιωσε την θέρμη του σώματός της δίπλα του. Η τραγουδίστρια είχε ακολουθήσει το παράδειγμα του και ήρθε να κάτσει και αυτή δίπλα του. Κάτω στο πάτωμα.

Είχε ακόμα τα μάτια του κλειστά. Το αεράκι που έμπαινε από το παράθυρο ανακάτευε τα μαλλιά του ελαφρώς. Η ταλαιπωρημένη φράντζα του είχε καλύψει τα καστανά του φρύδια και βλέφαρά του. Η κοπέλα πήρε το θάρρος και σήκωσε το χέρι της προς το πρόσωπό του. Με τις άκρες των δαχτύλων της έκανε στην άκρη την τούφα που έκρυβε τις λεπτομέρειες που τόσο λάτρευε να παρατηρεί. Ο νεαρός έσμιξε τα φρύδια του όταν ένιωσε το απαλό άγγιγμά της. Άνοιξε αργά τα μάτια του. Διστακτικά.

"Είσαι έμπνευση, Winston."

Όσο και να προσπαθούσε δεν μπορούσε να θυμηθεί την τελευταία φορά που κάποιος τον είχε αγγίξει έτσι όπως έκανε η Irene. Έκλεισε ορμητικά ξανά τα μάτια του και τα άνοιξε πάλι για να βεβαιωθεί πως δεν είχε φύγει από πλάι του. Μόλις αντίκρισε τα δικά της πράσινα, ένιωσε ένα αίσθημα πληρότητας. Βούρκωσε. Συγκινήθηκε σαν ένα μικρό παιδάκι ή σαν έναν ηλικιωμένο άνθρωπο. Έστριψε το πρόσωπό του μακριά της και καθάρισε τα μάτια του δήθεν διακριτικά για να μην καταλάβει κάτι. Η Irene δεν είπε τίποτα. Απλά του χάιδεψε το χέρι τρυφερά.

"Θέλω να σε ξαναδώ." Της είπε.

"Και εγώ." Θα του το πρότεινε και εκείνη αν δεν την προλάβαινε. "Έλα στη συναυλία."

"Θα ερχόμουν έτσι και αλλιώς. Έφαγα τον τόπο να βρω εισιτήριο αυτές τις μέρες γιατί είχαν εξαντληθεί όλα. Αγόρασα όμως από έναν συνάδελφο που τελικά δεν θα έρθει."

"Σοβαρά; Θα μπορούσες να μου είχες ζητήσει!" Τον σκούντηξε. "Δεν έχει σημασία. Θα σου δώσω πάσο για τα παρασκήνια. Έλα να με βρεις στο τέλος. Εντάξει;"

"Εντάξει. Θα είμαι εκεί."

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top