𝟓. Το άνθος της ειλικρίνειας στο 312.
"Blue hotel
On a lonely highway
Blue hotel
Life don't work out my way
I wait alone each lonely night"
( Chris Isaak - Blue Hotel )
Είχε κάτι περίεργο εκείνη η μέρα.
Αρχές Μάρτη και έβρεχε καταρρακτωδώς. Ο Winston απολάμβανε την μυρωδιά της βροχής και τον λυρισμό της. Είναι περίεργο αν σκεφτεί κανείς πως το πρώτο τραγούδι που άκουσε ποτέ του ήταν η βροχή. Δεν είχε στίχους, δεν είχε φωνητικά. Ωστόσο, η μελωδία της είχε στιγματίσει, άθελά της, πολλές σπουδαίες πτυχές της ζωής του. Το πετριχώρ, τα ρυάκια στην άκρη του δρόμου, η υγρασία στα παράθυρα, οι κόκκινες ομπρέλες και οι σταγόνες στα φυλλώματα των δέντρων του υπενθύμιζαν πως μέχρι και η γκρίζα μονοτονία του Λονδίνου μπορεί να φανεί όμορφη στα μάτια ενός ονειροπόλου ταξιδιώτη, περαστικού από αυτόν τον κόσμο.
Εκείνη την μέρα όμως τα πράγματα ήταν αλλιώς. Η βροχή τον έπιασε στα μισά. Αποδέχτηκε ηττημένος τον θυμό με τον εαυτό του μόλις συνηδειτοποίησε πως είχε ξεχάσει να πάρει ομπρέλα μαζί του και έβαλε το κουρασμένο μυαλό του να βρει μία λύση. Επιλογές δεν είχε, οπότε χρησιμοποίησε για προστασία την δερμάτινη καφέ τσάντα του. Ήταν ή αυτή ή το καλό παλτό του. Η θυσία έγινε και έτρεξε με αυτήν στο κεφάλι από το πάρκινγκ του ξενοδοχείου μέχρι την είσοδο. Ένας κύριος που κρατούσε μία πορτοκαλί ομπρέλα και ασορτί αδιάβροχο έκανε μία γκριμάτσα αηδίας μόλις τον είδε να τρέχει καμπουριασμένος, τσαλαβουτώντας τα μαύρα σκαρπίνια του στις λακούβες.
Μόλις μπήκε στην είσοδο του ξενοδοχείου πολλά επικριτικά βλέμματα στράφηκαν πάνω του. Κοίταξε κάτω τα πόδια του για να δει τα βρεγμένα μπατζάκια και τις πατημασιές που είχε αφήσει στο χαλί. Δύο κυρίες στο βάθος ψιθυρίζαν κάτι μεταξύ τους. Ένιωθε σαν έκθεμα σε παράσταση τσίρκου. Το σώμα του έτρεμε και δεν μπορούσε να καταλάβει αν ήταν από την υγρασία ή από το αίσθημα της ντροπής, του άγχους. Δεν ήταν άτρωτος. Η έμμεση επίθεσή τους τον καθιστούσε ευάλωτο. Στον λαιμό του είχε δεθεί ένας σφιχτός κόμπος που όσο και αν ανέπνεε αισθανόταν το οξυγόνο σταδιακά να λιγοστεύει.
"Καλησπέρα σας." Τον πλησίασε ένας υπεύθυνος του ξενοδοχείου. "Μήπως τυχαίνει να είστε ο κύριος Winston; Από την Daily Mirror;"
"Ναι. Εγώ είμαι." Απάντησε με δυσκολία και καθάρισε τον λαιμό του.
"Η κυρία Emerson μας είχε ειδοποιήσει πως θα ερχόσασταν σήμερα. Δεν έπεσε έξω με την περιγραφή της..." Την τελευταία πρόταση την μουρμούρισε πιο πολύ στον εαυτό του. Τον Winston δεν τον καθησύχασε καθόλου το γεγονός ότι δεν ήξερε τι είχε πει η Irene ακριβώς για εκείνον. "Ελάτε μαζί μου."
Ο υπεύθυνος τον οδήγησε κατευθείαν στο μεγάλο ασανσέρ, όπου και από εκεί έφτασαν σε σύντομο χρόνο στον τρίτο όροφο του ξενοδοχείου. Όσο ανέβαιναν οι όροφοι, τόσο ανέβαινε και η αγωνία του. Το Savoy, ήταν ένα από τα παλαιότερα και φυσικά τα πιο ακριβά ξενοδοχεία του Λονδίνου. Το εσωτερικό του κτηρίου ήταν έτσι ακριβώς όπως το φανταζόταν. Οι χώροι είχαν αυτή την διαχρονική πολυτέλεια, υπερβολική και κάπως δήθεν για τα γούστα του. Όμως, ο Winston δεν αρνήθηκε το μεγαλείο του. Σε αυτό το μέρος είχαν μείνει θρύλοι του καλλιτεχνικού κόσμου, όπως η Sarah Bernhardt, η Marlene Dietrich, η Marilyn Monroe, ο Frank Sinatra, ο Bod Dylan και άλλοι πολλοί. Αυτή η σκέψη τον έκανε να αισθανθεί ακόμα πιο παρείσακτος εκεί.
Οι πόρτες του ασανσέρ άνοιξαν και ο υπάλληλος του έδειξε τον αριθμό του δωματίου. Στον όροφο κυριαρχούσε μία νεκρική σιγή σαν οι τοίχοι να φύλαγαν ένα καλό κρυμμένο μυστικό εδώ και αιώνες. Το κεφάλι του γύρισε απότομα για να αντικρίσει έναν μεγάλο καθρέπτη στον διάδρομο, ακριβώς έξω από το δωμάτιο με νούμερο 312. Το πρώτο πράγμα που παρατήρησε δεν ήταν το βρεγμένο μαλλί του και οι σταγόνες που έτρεχαν στα ζυγωματικά του, αλλά ο μαύροι κύκλοι κάτω από τα μελί μάτια του. Είχε περάσει όλο το προηγούμενο βράδυ ακούγοντας όλα τα άλμπουμ της Irene. Γέμισε 3 πρόχειρα τετράδια με σημειώσεις πάνω στα τραγούδια της. Η μανία του να την καταλάβει είχε γίνει αρρωστημένη. Τα άκουσε όλα και έγραφε. Άκουγε και έγραφε. Δεν έκανε έρευνα σε καμία προηγούμενη συνέντευξη ή δημόσια δήλωσή της. Μελέτησε μονάχα την μουσική της.
Η όψη του ήταν μίζερη. Έμοιαζε με κακομοίρη. Έναν ανθρωπάκο. Άρχισε να χτενίζει με σπασμωδικές κινήσεις τα βρεγμένα μαλλιά του. Το αποτέλεσμα γινόταν όλο χειρότερο και αυτός πείσμωνε όλο και περισσότερο. Τράβαγε σπαστικά τα ρούχα του για να τα ισιώσει πάνω στο άχαρο κορμί του. Όλα φάνταζαν λάθος. Το ρολόι του βάραινε το χέρι, η ληγμένη κολώνια τον ζάλιζε, τα βρεγμένα σκαρπίνια τον χτύπαγαν, το χρώμα του πουλόβερ ήταν πολύ σκούρο, το χρώμα του παντελονιού πολύ ανοιχτό. Έβρισε από μέσα του, έβρισε και απέξω του. Όλα επιβάλλονταν να είναι τέλεια εκείνη την μέρα, αλλά τίποτα δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες του. Για ακόμα μία φορά είχε ηττηθεί.
"Winston..." Μία μελωδία ήχησε στον άδειο διάδρομο. Γύρισε τρομαγμένος για να δει την Irene να στέκεται μπροστά στην πόρτα του δωματίου της. Μόλις είδε το τρομοκρατημένο ύφος του μπροστά στον καθρέφτη, έγειρε το σώμα της χαλαρά στο κούφωμα της πόρτας. "Άκουσα το ασανσέρ. Σε περίμενα."
"Ναι. Ναι. Ήρθα." Είπε το προφανές. Χρειαζόταν μερικά λεπτά για να επικοινωνήσει φυσιολογικά.
"Πέρασε μέσα."
Το είχε φανταστεί αλλιώς. Αρχικά, δεν ήταν δωμάτιο. Ήταν σουίτα με μία πελώρια τραπεζαρία και ένα σαλόνι με κανονικό τζάκι. Υπήρχε ένα μικρό μπαρ με ποτά, τσάι και μηχανή του καφέ. Η κρεβατοκάμαρα αποτελούσε ξεχωριστό δωμάτιο. Θα ορκιζόταν πως το διαμέρισμα του ήταν λιγότερα τετραγωνικά. Στάθηκε στο κέντρο να κοιτάει δεξιά και αριστερά τον χώρο σαν χάνος. Κουνήθηκε για να βγάλει το παλτό του μόνο όταν κατάλαβε πως η Irene τον παρατηρούσε με την άκρη του ματιού της. Επιπλέον, ήταν και μία καλή υπενθύμιση για να μην καμπουριάζει.
"Ωραίο πουλόβερ." Του είπε όσο κρέμαγε το παλτό του.
"Ευχαριστώ." Ξαφνιάστηκε. "Ωραίο... ωραία ζακέτα."
Η κοπέλα έσκασε ένα χαμόγελο. Για ακόμα μία φορά ο Winston την έβλεπε ντυμένη απλοϊκά. Φορούσε μία φόρμα (βασικά ίσως ήταν πιτζάμα), ένα μπλουζάκι με στάμπα από ένα άγνωστο αμερικανικό συγκρότημα και μία γκρι ζακέτα. Καμία σχέση με τις λαμπερές τουαλέτες και τα σύνολα που φορούσε στην σκηνή και στις δημόσιες εμφανίσεις της. Αν δεν ήξερε πως ήταν διάσημη θα νόμιζε πως ήταν μία Αμερικανή τουρίστρια που δεν έλεγξε το δελτίο καιρού πριν ταξιδέψει.
"Θες ποτό; Έχω ουίσκι." Βλέποντας την έκφρασή του άρχισε να γελά αμέσως. "Πλάκα κάνω. Έχω φτιάξει τσάι και για τους δύο μας. Ζήτησα να μας φέρουν και βουτήματα. Περνάω στην επόμενη φάση;"
"Κάποιοι προτιμούν το τσάι τους νωρίς το απόγευμα, αλλά επειδή εγώ πίνω και το βράδυ, δεν τίθεται θέμα. Συνεχίζεις κανονικά." Χαμογέλασε και εκείνη του έδειξε την τραπεζαρία.
Αφού η Irene σέρβιρε το τσάι σε φλιτζάνια μετέφερε τα μπισκότα και τα κουλουράκια στο τραπέζι. Κάθισε στην μία άκρη κουμπώνοντας την ζακέτα της. Τα μάγουλά της ήταν ροδαλά γιατί καθόταν για ώρα μπροστά στο τζάκι. Οι άκρες των καστανών μαλλιών της ήταν λίγο νωπές, επειδή μόλις γύρισε το απόγευμα από την πρόβα έκανε κατευθείαν μπάνιο. Δεν τα στέγνωνε ποτέ με πιστολάκι. Ο Winston στεκόταν ακόμα όρθιος. Έβγαζε ένα ένα τα πράγματα που θα χρειαζόταν για την συνέντευξη και τα στοίχισε πάνω στο τραπέζι. Αφού έλεγξε πως είχε όλα τα απαραίτητα έριξε μία γρήγορη ματιά σε εκείνη, τόσο γρήγορη για να αποφύγει την βλεμματική επαφή και πήγε να κάτσει στην ακριβώς απέναντι πλευρά της μακρόστενης τραπεζαρίας.
Η τραγουδίστρια συνοφρυώθηκε. Μετακίνησε το κεφάλι της για να μπορέσει να τον δει, πίσω από το βάζο με την ανθοδέσμη, που τον έκρυβε. Της φάνηκε τραγικά αστείο. Λες και βρισκόταν σε επαγγελματικό ραντεβού με δικηγόρο. Ο άνδρας κοίταζε τα χαρτιά του και δεν πρόσεξε την αλλαγή της. Παίρνοντας μαζί το φλιτζάνι της πήγε και έκατσε ακριβώς στην δίπλα θέση του. Μετακίνησε μάλιστα την καρέκλα της πιο κοντά του για να τον βλέπει και να τον ακούει καλύτερα. Θα ορκιζόταν πως μόλις διαισθάνθηκε την παρουσία της σε απόσταση αναπνοής, η καρδιά του βούλιαξε στο στομάχι του, αλλά προσποιήθηκε τον άνετο. Ήπιε δύο γουλιές από το τσάι του και καθάρισε τον λαιμό του.
"Για αρχή θα ήθελα να ζητήσω την συγκατάθεσή σου για να μαγνητοφωνήσω την σημερινή συνέντευξη."
"Ναι, βεβαίως." Δέχτηκε και βολεύτηκε στην καρέκλα. Ήταν κωμική η αντίθεση του αχγωμένου μέχρι θανάτου Winston και της ξέγνοιαστης Irene. Στην συνέχεια πάτησε δύο-τρία κουμπιά μπερδεμένος και αφού βεβαιώθηκε πως το μαγνητόφωνο έγραφε άρχισε τις ερωτήσεις.
"Λοιπόν, Irene αυτή είναι η πρώτη σου συναυλία στο Λονδίνο και η πρώτη προγραμματισμένη συναυλία για την Ευρωπαϊκή περιοδεία σου. Πώς νιώθεις που βρίσκεσαι εδώ;"
"Υπέροχα! Έχετε ένα εκατομμύριο διαφορετικά είδη τσαγιού και ο καιρός σας έχει την δική του γοητεία. Αν φτιάχνατε καλά burgers και δεν οδηγούσατε ανάποδα θα μπορούσα να μείνω εδώ για μεγαλύτερο διάστημα." Απάντησε εύθυμα για να δώσει λίγη αυτοπεποίθηση και σε εκείνον που την χρειαζόταν περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
"Θα χαιρόμασταν να σε έχουμε εδώ." Τα μάτια του ήταν κολλημένα στο χαρτί με τις ερωτήσεις. "Το νέο άλμπουμ σου, Fever Dreams, είναι νούμερο 3 στo UK Albums Chart και νούμερο 2 στο US Billboard. Οι πωλήσεις του αγγίζουν πάνω από 3 εκατομμύρια αντίτυπα. Σου είναι καθόλου δύσκολο να διαχειριστείς την επιτυχία του;"
"Δεν θα το έλεγα. Εγώ και όλοι όσοι δουλέψαμε για αυτό είμαστε παραπάνω από ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα. Η επιτυχία του άλμπουμ ίσως να μην έχει μεγάλη διαφορά για εμάς γιατί ο ανταγωνισμός είναι εσωτερικός. Προέρχεται από μέσα μας. Είμαι τυχερή που δουλεύω σε ένα πλαίσιο όπου δεν υπάρχει εξωτερική πίεση. Η μόνη πίεση προέρχεται από τους ίδιους μας τους εαυτούς. Ακούστηκα αρκετά σοφιστικέ;" Χασκογέλασε στο τέλος. Ο Winston σχημάτισε ένα άβολο χαμόγελο με τα χείλη του και συνέχισε.
"Ποία ήταν η πρώτη σου εμπειρία με την μουσική;"
"Η πρώτη μου εμπειρία..." Επανέλαβε σκεπτική. "Αν δεν κάνω λάθος πρέπει να ήμουν 4 με 5 ετών. Σίγουρα είναι από τις πρώτες αναμνήσεις μου... Θυμάμαι πως ήμουν στο σπίτι της θείας μου. Με πρόσεχε συνήθως όταν δούλευε η μαμά μου. Είχε ένα τεράστιο πιάνο στην τραπεζαρία και δεν με άφηνε ποτέ να το πλησιάσω."
"Οπότε αυτομάτως σου τράβηξε την προσοχή." Υπέθεσε.
"Ακριβώς! Μία μέρα τρύπωσα κρυφά στο δωμάτιο και σκαρφάλωσα στο σκαμπό. Δεν ήξερα καν τι ήταν αυτό το πράγμα με τα άσπρα και τα μαύρα κουμπιά. Πάτησα ένα και πετάχτηκα όρθια. Μετά και άλλο και άλλο. Και μετά πολλά μαζί! Το παιδικό μυαλό μου είχε σοκαριστεί. Η θεία με άκουσε φυσικά και με βρήκε να κάθομαι στο πολύτιμο απαγορευμένο πιάνο της."
"Φαντάζομαι την συνέχεια..."
"Α όχι!" Τον διέψευσε. "Δεν με μάλωσε. Αντιθέτως με πήρε στα πόδια της και μου έμαθε τις βασικές νότες. Και αυτό ήταν. Κάναμε μαζί μαθήματα μέχρι τα 17 μου."
"Ποιος θα το φανταζόταν... θα πρέπει να είναι απίστευτα περήφανη."
"Θέλω να το ελπίζω." Φάνηκε διστακτική.
"Ποίες θεωρείς πως είναι οι μουσικές σου επιρροές;"
"Υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες τους οποίους θαυμάζω και από τους οποίους εμπνέομαι. Η Nina Simone, η Aretha Franklin, η Etta James, o Bod Dylan, o Bill Withers! Και αυτοί σίγουρα είναι λίγοι από τους σπουδαίους. Θα πάρει μέρες για να σου αναφέρω και άτομα που σίγουρα ξεχνάω." Του εξήγησε. "Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν αφήσει ένα αιώνιο στίγμα στην πολιτισμική κληρονομιά του ανθρώπινου είδους. Η μουσική τους είχε και θα έχει δύναμη. Αυτοί και άλλοι πολλοί θα ακούγονται όσα χρόνια και αν περάσουν. Όσες μόδες και αν έρθουν στην μουσική βιομηχανία. Έχουν περάσει στην αιωνιότητα. Το μεγαλύτερο κατόρθωμα για έναν μουσικό."
"Άρα αυτό πιστεύεις πως είναι στα αλήθεια το μεγαλύτερο κατόρθωμα για έναν καλλιτέχνη;" Αναρωτήθηκε.
"Λοιπόν, η σύντομη απάντηση είναι ναι." Σκέφτηκε για μία στιγμή. "Αν το αναλύσω όμως σίγουρα θα βρω και άλλα αξιόλογα. Όμως θα πάρει πολλή ώρα. Εκτός και αν θες η συνέντευξη να γίνει φιλοσοφική διάλεξη."
"Δεν θα είχα πρόβλημα." Της είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου. "Όμως η φιλοσοφία συνοδεύεται συνήθως με ποτό και εγώ δεν πίνω εν ώρα εργασίας."
"Κατανοητό!" Γέλασε και τίναξε τα μαλλιά της. Ήθελε να δει αν ήταν ακόμη νωπά.
"Υπήρχε κάποια συγκεκριμένη πηγή έμπνευσης για το νέο σου άλμπουμ;"
"Αα αυτό είναι εύκολο." Γέλασε γιατί αρκετά συχνά την ρώταγαν αυτού του είδους την ερώτηση. "Τα πάντα."
"Τα πάντα;" Επανέλαβε δύσπιστος. "Πώς γίνεται αυτό;"
"Κοίτα, ένα άλμπουμ πάντα έχει μία κεντρική ιδέα στον πυρήνα του. Το Fever Dreams είναι αυτό που λέει το όνομά του. Είναι τραγούδια βγαλμένα από ζωηρά και έντονα όνειρα. Εικόνες και εμπειρίες που είναι βγαλμένες από το υποσυνείδητο. Συναισθηματικά φορτισμένες μελωδίες και στίχοι που γαργαλούν ένα μέρος του μυαλού μας." Ο Winston θα μπορούσε να την ακούει να του μιλάει για το οτιδήποτε για ώρες. "Η κεντρική ιδέα όμως δεν περιορίζει αντίστοιχα τις πηγές έμπνευσης. Την έμπνευση την βρίσκεις παντού. Ακόμα και σε μέρη που δεν την αναζητάς. Κυρίως εκεί θα έλεγα εγώ... σε βιβλία, ποιήματα, σημειώσεις, γκράφιτι σε τοίχους και κάδους. Σε μισές συζητήσεις που κρυφάκουσες από περαστικούς, σε καταστήματα, μπαρ, pub. Δισκοπωλεία, εστιατόρια. Στον άνεμο που σκορπίζει μυστικά. Στην Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, στο Σικάγο, στο Παρίσι. Στις κολλημένες τσίχλες στις καρέκλες, στις τσαγιέρες με τα χρώματα, στις ομπρέλες με τα χρώματα! Έγινα αρκετά πιστική; Και κυρίως, ακούστηκα αρκετά σοφιστικέ;"
"Ναι, έγινες." Γέλασε με τα χείλη και τα μάτια του. "Εκτός από τις τσίχλες. Όλοι τις μισούμε."
"Μάντεψε. Και αυτό είναι έμπνευση!"
"Οκ! Οκ. Το κατάλαβα." Γύρισε σελίδα στο τετράδιο και εξέτασε σκεπτικός για λίγο αυτά που είχε γράψει.
"Ρώτα ό,τι θες." Τον ενθάρρυνε τώρα που ένιωθε πιο άνετα και η συνέντευξη κυλούσε.
"Πολλοί καλλιτέχνες επιλέγουν να αλλάξουν το όνομά τους ή διαλέγουν συνήθως ένα καλλιτεχνικό παρατσούκλι. Υπήρχε κάποιος λόγος που κράτησες το κανονικό σου;"
Το σώμα της τραγουδίστριας άλλαξε στάση. Μάζεψε τα χέρια στο στήθος της και ίσιωσε την πλάτη της. Ο Winston θυμήθηκε και αυτός να μην καμπουριάζει. Κοίταξε για μία στιγμή τον απέναντι τοίχο. Η παύση αυτή είχε χαλάσει την ροή της συζήτησης. Όλα κυλήσουν αργά. Ο νεαρός δημοσιογράφος ξεφύλλισε τα χαρτιά του για να αποφύγει την αμηχανία. Απασχόλησε τα χέρια του με την πένα και την ίδια ώρα υπερανέλυε την επόμενη ερώτηση για να σώσει και τους δύο από την αβάσταχτη και άβολη σιωπή. Και ξαφνικά παύση. Η Irene με το πάτημα ενός κουμπιού έκλεισε το μαγνητόφωνο. Δεν πρόλαβε να της πει τίποτα.
"Θα σου απαντήσω με ειλικρίνεια, αν μου υποσχεθείς πως ορισμένα πράγματα θα μείνουν μεταξύ μας."
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top