κεφάλαιο 4 Οταν ενα κομμάτι λείπει.

"Ο Νταηρον , Ο Ταην και ο πληγωμένος Ραντηρ απομακρύνθηκαν απο το σημείο που ο γενναιος Σόλιν άφησε ηρωικά την τελευταία του πνοή . Παρόλα αυτα, υπήρχε ακόμα κατι για το οποίο έπρεπε να ανησυχουν. Ο Ράντηρ δεν μπορούσε να περπατήσει αρκετά γρήγορα κι έτσι αποφάσησαν να σταματήσουν για λίγο σε ένα ασφαλές μέρος ανάμεσα σε πυκνούς θάμνους και δέντρα. "

Ράντηρ: .. (ταραγμένος κάθεται κάτω. Ηταν φανερό πως πονούσε αλλα ο σωματικός του πόνος φάνταζε λιγος σε σχέση με τον πόνο που ένιωθε για τον χαμό του Σόλιν) Δεν μπορω να πιστέψω πως πεθανε.

Ντάηρον: κανείς μας... μακάρι να μπορούσα να τον σώσω..

Ταην: Ειναι κρίμα που πέθανε.. μα πέθανε σαν ήρωας, αυτό έχει σημασία.

Ντάηρον : μακάρι να ηταν λιγότερο ήρωας και να ήταν ακόμα εδώ μαζι μας.

Ταην: οχι μικρε, αυτό δεν θα το ήθελε ο ίδιος. Με αυτόν τον τροπο . τιμησε πολύ περισσότερα απο το όνομά του. Τιμησε και τον φίλο του, τον Γκαν-ντο που πέθανε με τον ίδιο τρόπο.

Ράντηρ: αυτο είναι αλήθεια. ο Γκάν-ντο πέθανε με τον ίδιο σχεδόν τρόπο ομως υπήρχε μια βασική διαφορά. Οταν ο Γκαν-ντο θυσιάστηκε, κανείς δεν γύρισε να σκοτώσει όλους τους εχθρούς οπως εσύ σήμερα.

Ταην: αυτό ειναι αλήθεια. ησουν υπέροχος. Ο Σολιν θα ήταν περύφανος, γιατι απέδειξες πως πέτυχε τον στόχο του. τον στόχο του να σε κάνει δυνατό.

Νταηρον: Ηταν ο σπουδαιότερος ανδρας που ήξερα.

Ταην: ναι. Ηταν. όμως τωρα έχουμε ενα ακόμη πρόβλημα . ενα πρόβλημα που πρέπει μόνοι μας να λύσουμε.

Ντάηρον: τι πρόβλημα? λες για τα ζώα που αφήσαμε πίσω?

Τάην: οχι, μιλάω για τον λόγο που τα αφήσαμε πίσω?

Νταηρον: τον λόγο? πεθανε ο Σόλιν. Εκτως απο το οτι ο Ράντηρ ειναι αδύναμος και δεν μπορούμε να τα φέρουμε μαζί μας , δεν έχω καμία όρεξη να κουβαλάω ζώα μαζι μου τωρα.

Ταην: σε όλα αυτα έχεις δίκιο, μα δεν άκουσες τι είπε ο ένας απο αυτούς? "να περιμένουμε και τους άλλους" αυτο είπε. 

Ντάηρον: δεν το ακουσα οχι, αλλα αν όντως το είπαν..

Ταην: σημαίνει οτι υπάρχουν κι αλλοι εδω γύρω. 

Ράντηρ : και περιμένουν να πιάσουν εμάς η και όλο το χωριό μας , ανάλογα με το πόσοι είναι. Ζήτησαν να τους πάμε στο χωριό ...

Ντάηρον: ναι , για να μας διώξουν απο εκεί.

Ράντηρ: να μας διώξουν ναι. αλλα πως είμαστε σίγουροι οτι με το να μας"διωξουν" δεν εννοούσαν οτι θα μας σκοτώσουν ολους?

Τάην. Οπως και να έχει πρέπει να γυρίσουμε στο χωριό και να ενημερώσουμε να είναι ολοι έτοιμοι. Ετοιμοι για οποιαδήποτε επίθεση απο ανθρώπους. η μονη διαφορετική επιλογή, θα ειναι να φύγουμε απο εδω για παντα. 

Ραντηρ: χωρις να ξερουμε το αν εκεί που πάμε θα βρούμε ακόμα περισσότερους

Ντάηρον: φαίνεται πως η μόνη μας ελπιδα είναι η μάχη. 

" Οι τρείς τους ξεκίνησαν να πάνε στο χωρίο ωστε να προλάβουν κάποια ξαφνική επίθεση απο ανθρώπους . Θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί γιατι γνώριζαν πως οι άνθρωποι ήταν κάπου κοντά. Αρκετή ώρα πέρασε με αυτούς να περιπλανόυνται απο μικρά περάσματα ανάμεσα απο πυκνά χόρτα , θάμνους και δέντρα μα μπορούσαν να καταλάβουν πλέον πως ήταν πολύ κοντά στο χωριο, η χαρά τους όμως διακόπηκε απο τις φώνες ανθρώπων που συζητούσαν, και ακούγονταν να είναι κοντά. Οι τρείς νάνοι σταμάτησαν και έβγαλαν τα όπλα τους όταν είδαν 3 φιγούρες ανδρων με σπαθιά και ασπίδες που φορούσαν ιδιες στολές με αυτούς που τους επιτέθηκαν. Οταν πλησίασαν αρκετά, ο Ντάηρον και ο Τάην Ορμηξαν αφήνοντας πίσω κρυμένο τον Ράντηρ. "ΝΑΝΟΙ!!" Φώναξε ο ένας απο τους άνδρες αλλα η κίνηση του να βγάλει το σπαθί του  διακόπηκε οταν ένα τσεκούρι εκτοξέυθηκε απο το χέρι του Ράντηρ και του χώρισε το οπτικό πεδίο στα δύο για ένα δευτερόλεπτο πρωτού τα πάντα σβήσουν. Ο Ντάηρον Επιτέθηκε με το ματωμμένο σπαθί του στον έναν απο τους δύο μα αυτός τον μπλόκαρε με την ασπίδα του παρόλα αυτα ο Ταην με μία αστραπιαία κίνηση του έκοψε το πόδι και εκείνος σωριάστηκε κάτω ενω δευτερόλεπτα μετά ο οργισμένος Ντάηρον του τελείωσε την ζωή . Ενας μόνο είχε μείνει όμως παγωμένος απο φόβο οπως ήταν βρήκε γρήγορο θάνατο απο το τσεκούρι του Τάην. "Αυτοι ήταν?" Ρωτησε ο Ντάηρον μα δεν περίμενε στα αλήθεια μια απάντηση. Γνώριζε πως οι φίλοι του ηταν ακριβώς οσο μπερδεμένοι ήταν κι αυτός. Ετσι, ξεκίνησαν το δρόμο που είχε μείνει για το χωριό. "Παράξενο." Ειπε ο Ράντηρ καθώς προχωρούσαν . Ο Ντάηρον τον κοίταξε με απορία.Κανέις απο τους ανθρώπους που πολεμίσαμε δεν είχε άλογο" ειπε και εδειξε κάτω στο χώμα." κι όμως αυτές οι πατημασιές είναι αλογου. και οδυγούν στο χωριό μας..." Οι τρείς σήκωσαν τα μάτια και είδαν το χωριό, δεν είδαν όμως κανέναν να τους περιμένει.

Οταν πλησίασαν αρκετα και ήταν πλέον στο χωριό , το αίμα τους πάγωσε. Ολα ήταν κατεστραμένα. Οι φράχτες, μερικά ξύλινα σπιτάκια και κάτω, στο χώμα, οι φίλοι τους.

Ο Ντάηρον δεν μπορούσε να  πιστέψει αυτό που έβλεπε. Ηθελε να ξυπνήσει καθως πίστευε πως ήταν απλά ενα κακο όνειρο ομως δέν ηταν. Μια απο τις καλύτερες του μέρες, είχε μετατραπεί στην χειρότερη αυτών. Ο Τάην κοιτούσε τους νεκρούς νάνους όμως αυτοί δεν ήταν όλοι. είδε τον αρχηγό τους νεκρό, είδε την γυναίκα του καλύτερου του φίλου Κεν-ταλ μα όχι τον ίδιο. ο Γεροντότερος, δεν ήταν πουθενά ούτε και η γυναίκα του Καρλιν.

Ο Ντάηρον κοιτούσε τους νεκρόυς φιλους του όταν βρήκε τον Καν-το , τον μαγειρα και καλυτερο του φίλο. Γονάτησε δίπλα του και άρχισε να κλαίει. τοτε όμως, έιδε τον Κάν-το να κουνιέται, δεν πίστευε στα μάτια του. Ηταν ζωντανος? "Ντάηρον? Εσυ?" είπε και γύρισε να τον κοιτάξει.Ηταν όντως ζωντανός αλλα πολύ πληγωμένος, τόσο που κατέρευσε.

Ο Τάην, ο Ράντηρ  και αργότερα ο Ντάηρον Εβαλαν τους φίλους τους δίπλα δίπλα έτοιμους για να θαφτούν καθώς δεν ήθελαν να τους αφήσουν έτσι, παράλληλα φροντησαν τον Καν-το οσο μπορούσαν. 

Αρκετές ώρες πέρασαν και οι τρείς εσκαψαν έναν μεγάλο λάκο. όλοι τους οι φίλοι θαφτηκαν μαζί , και αυτό τους πήρε όλη τη μέρα.Ο Καν-το ξύπνησε, και οι τέσσερεις είχαν να πόυν πολλα.

Τι συνέβη στο χωριό? πώς κατάφερε να γλιτώσει τον θάνατο και πού ήταν οι αλλοι φίλοι τους."



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top